Σιοράν, Γκρέμισα τα είδωλά μου για να θυσιάσω στα κομμάτια τους...





"...Μιλούσα πάντα με αγνώστους και έμαθα πάρα πολλά από αυτές τις συζητήσεις: αυτό είναι πολύ σημαντικό, κεφαλαιώδες. Κυρίως τρέφω κάποια αδυναμία για τους κάπως διαταραγμένους τύπους.
Στη Ρουμανία, ανάμεσα στους εξήντα χιλιάδες κατοίκους του Σίμπιου, γνώριζα όλους τους ψιλοαποτυχημένους... Και οι ποιητές ανήκουν στην ίδια κατηγορία... 


Κι ύστερα υπάρχει αυτό το εξόχως βαλκανικό φαινόμενο: ο αποτυχημένος είναι ένας τύπος πολύ προικισμένος, που όμως δεν προκόβει, που υπόσχεται τα πάντα και δεν τηρεί τις υποσχέσεις του. Οι μεγάλοι φίλοι μου στη Ρουμανία δεν ήταν οι συγγραφείς αλλά οι αποτυχημένοι.

Μόνο συμπεράσματα μπορώ να εκφράσω. Οι αφορισμοί μου δεν είναι αφορισμοί, ο καθένας τους συνοψίζει μιαν ολόκληρη σελίδα, είναι το ύστατο σημείο μιας μικρής κρίσης επιληψίας... Παραλείπω τα υπόλοιπα και δίνω μόνο το συμπέρασμα, όπως στο δικαστήριο όπου, τελικά, βαρύνει μόνον η ετυμηγορία: καταδίκη σε θάνατο. Αφήνω κατά μέρος την ανάπτυξη της σκέψης και προσφέρω μόνο την κατακλείδα.  Αυτή είναι η μεθόδευσή μου, η συνταγή μου..."


Αφορισμοί 
- «Αυτό που είναι υπέροχο είναι πως κάθε μέρα μας φέρνει μια καινούργια αιτία για να εξαφανιστούμε».
- «Το μυστικό της προσαρμογής μου στη ζωή; Άλλαζα τις απελπισίες σαν πουκάμισα». 
- «Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ήρθαμε στον κόσμο αυτόν για να μην κάνουμε απολύτως τίποτα». 
- «Να ζεις χωρίς κανένα σκοπό! Διαισθάνθηκα αυτή την κατάσταση και συχνά την άγγιξα, χωρίς όμως να κατορθώσω να παραμείνω σ’ αυτή: είμαι πολύ αδύναμος για μια τέτοια ευτυχία».
- «Όπως όλοι οι εικονοκλάστες, γκρέμισα τα είδωλά μου για να θυσιάσω στα κομμάτια τους.
- «Δεν μπορώ να προσφέρω τίποτα σε αυτόν τον κόσμο, γιατί ξέρω μόνο μια μέθοδο: την απελπισία».
- «Όσο πιο πολύ ζει κανείς, τόσο λιγότερο χρήσιμο φαίνεται που έχει ζήσει».
- «Να ζεις σημαίνει να χάνεις έδαφος».
- «Αν έπρεπε να κάνω απολογισμό, θα έλεγα ότι είμαι το αποτέλεσμα των χαμένων μου ωρών». 

- «Ο υγιής δεν έχει καμιά ελπίδα στο πνευματικό πεδίο. Η ουσία, το βάθος των πραγμάτων μονοπωλείται απ’ αυτούς που έχουν υποφέρει».

- «Να αρνείσαι. Τίποτα καλύτερο για να χειραφετηθεί το πνεύμα».

- «Όποιος μιλάει εξ ονόματος άλλων είναι πάντα απατεώνας». 

- «Προσπάθησε να είσαι ελεύθερος: θα πεθάνεις της πείνας».

- «Για να είναι κάποιος από στόφα ηγέτη, είναι απαραίτητο να έχει κάποια μορφή νοητικής διαταραχής».

- «Όποιος δεν έχει δει μπουρδέλο στις 5 η ώρα το πρωί, δεν ξέρει σε τι αποχαύνωση οδηγείται αυτός ο πλανήτης».

- «Όλη η ηθική δεν έχει άλλο σκοπό από το να μετατρέψει αυτή τη ζωή σε ένα σύνολο χαμένων ευκαιριών». 

- «Η συνείδηση είναι κάτι περισσότερο από αγκάθι. Είναι το μαχαίρι στη σάρκα».
- «Η συνείδηση είναι ο εφιάλτης της φύσης».
- «Η ζωτική δύναμη του έρωτα: θα ήταν άδικο να κακολογήσουμε ένα συναίσθημα που κατάφερε να επιβιώσει του ρομαντισμού και του μπιντέ».

- «Το σύμπαν μεταμορφωμένο σε κυριακάτικα απογεύματα… είναι ο ορισμός της πλήξης και το τέλος του σύμπαντος».

- «Ο λόγος που ανεχόμαστε ο ένας τον άλλον είναι ότι είμαστε όλοι απατεώνες».

- «Ένας πολιτισμός καταστρέφεται όταν οι θεοί του καταστρέφονται».

- «Το μέλλον, αυτό το βάραθρο, με τρομάζει σε τέτοιο βαθμό ώστε θα προτιμούσα να το βλέπω να εξαφανίζεται. Και αυτό και την έννοια του μέλλοντος. Γιατί στο βάθος αυτή με τρομάζει και με εμποδίζει να γεύομαι το παρόν...».

- «Ας ξεχάσουμε όλα τα χρώματα εκτός από εκείνο που τα αρνείται».

- «Τα σχίσματα και οι αιρέσεις είναι μεταμφιεσμένος εθνικισμός».

- «Μόνο οι αισιόδοξοι αυτοκτονούν. Αισιόδοξοι που δεν κατορθώνουν πλέον να είναι αισιόδοξοι. Οι άλλοι, μη έχοντας λόγο για να ζουν, γιατί θα είχαν κάποιον για να πεθάνουν;».

- «Η μεγάλη τέχνη είναι να ξέρεις να μιλάς για τον εαυτό σου σε έναν απρόσωπο τόνο».

- «Εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια, ο Ιησούς μάς εκδικείται που δεν πέθανε πάνω σ’ ένα άνετο ανάκλιντρο».

- «Τι έκανε ο Θεός όταν δεν έκανε τίποτα; Πώς αξιοποιούσε, πριν τη Δημιουργία, όλο αυτόν τον τρομακτικό ελεύθερο χρόνο του;».

- «Στον Φάουστ, ο διάβολος είναι υπηρέτης του Θεού. Αναρωτιέμαι μήπως ισχύει το αντίστροφο. Επειδή, αν δεχτούμε ότι ο διάβολος κυβερνάει τον κόσμο, όλα εξηγούνται. Αντίθετα, αν είναι ο Θεός που κυβερνάει, τίποτα δεν μπορεί να εξηγηθεί».
- «Ο μονοθεϊστικός ιουδαιοχριστιανισμός είναι ο σταλινισμός της αρχαιότητας».

- «Ο χριστιανισμός -λατινικός ιουδαϊσμός- πασπάλισε με μια ανεξίτηλη καπνιά τη Μεσογειακή πληθωρικότητα».

- «Προκαλούμε το ενδιαφέρον των άλλων στο βαθμό που σκορπάμε δυστυχία γύρω μας».

- «Κάθε απελπισία είναι ένα τελεσίγραφο στο Θεό».

- «Θα θέλαμε μερικές φορές να είμαστε κανίβαλοι, όχι για να καταβροχθίσουμε κάποιον, αλλά για να τον ξεράσουμε».


- «Γράψε βιβλία μόνο αν πρόκειται να γράψεις σ’ αυτά πράγματα που δεν μπορείς να εμπιστευθείς σε κανένα».

- «Κατοικούμε μια γλώσσα παρά μια χώρα».

- «Το σφάλμα της φιλοσοφίας είναι ότι είναι υπερβολικά ανθεκτική».
 - «Όλοι οι φιλόσοφοι πρέπει να τελειώνουν τις μέρες τους στα πόδια της Πυθίας. Υπάρχει μία μόνο φιλοσοφία, αυτή των μοναδικών στιγμών».


- «Η πραγματικότητα δεν αποτελεί έμπνευση για τη λογοτεχνία. Στα καλύτερά της, η λογοτεχνία αποτελεί έμπνευση για την πραγματικότητα».

- «Ο χρόνος μερικές φορές είναι δυσβάστακτος. Φαντάσου πόσο δυσβάστακτη θα είναι η αιωνιότητα».
- «Ακόμα περισσότερο και από το ποίημα, είναι μέσα στον αφορισμό που η λέξη είναι νεκρή». 


- «Η εκδίκηση δεν είναι πάντα γλυκιά. Από τη στιγμή που ολοκληρωθεί, αισθανόμαστε κατώτεροι από το θύμα μας».

- «Όποιος δεν είχε την τύχη οι γονείς του να είναι αλκοολικοί, πρέπει να περάσει μια ολόκληρη ζωή μεθώντας για να αντισταθμίσει τη βαριά κληρονομιά των αρετών τους».

- «Τι κρίμα που για να πάμε προς το Θεό πρέπει να περάσουμε μέσα από την Πίστη!».

- «Μ’ αρέσουν αυτοί οι λαοί αστρονόμων: οι Χαλδαίοι, οι Ασσύριοι, οι Προκολομβιανοί, που επειδή τους άρεσε ο ουρανός, χρεοκόπησαν ιστορικά».


- «Είμαστε τόσο μόνοι σ’ αυτή τη ζωή που πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως η μοναξιά του θανάτου δεν είναι παρά ένα σύμβολο της ανθρώπινης ύπαρξης».

- «Αν θέλετε να αφήσετε ένα όνομα, συνδέστε το με μια εκκλησία παρά με μια αυτοκρατορία.

- «Ένας μακρινός εχθρός είναι πάντα προτιμότερος από έναν εχθρό έξω από τις πύλες».

- «Η φτωχή υπηρέτρια που έλεγε ότι πίστευε στο θεό μόνο όταν είχε πονόδοντο, έβαλε τα γυαλιά σε όλους τους θεολόγους».

- «Η Γαλλική γλώσσα δεν ταιριάζει στο χαρακτήρα μου. Θα μου ταίριαζε μια άγρια γλώσσα, μια γλώσσα μεθυσμένων. Τα Γαλλικά υπήρξαν για μένα ένας ζουρλομανδύας».

- «Αν υπάρχει κάποιος που χρωστάει τα πάντα στον Μπαχ, αυτός είναι σίγουρα ο Θεός».

- «Ο Σοπέν προήγαγε το πιάνο στο επίπεδο της φθίσης».

- «Χωρίς το Θεό, όλα είναι μηδέν. Και ο Θεός; Το απόλυτο μηδέν».

__________________________________________________________


* Εμίλ Σιοράν,  Ρουμάνος φιλόσοφος και δοκιμιογράφος. (8 Απριλίου 1911-20 Ιουνίου 1995). Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου. 
Σε νεαρή ηλικία ανακάλυψε τον Νίτσε, τον Ντοστογιέφκι, τον Σοπενχάουερ, τον Φλωμπέρ κ.ά., οι οποίοι επηρέασαν τη σκέψη του. 
Το πρώτο του έργο που δημοσιεύτηκε στα γαλλικά ήταν το Εγκόλπιο Ανασκολοπισμού. 
Το 1937, και έχοντας ήδη συγγράψει τέσσερα δοκίμια στη μητρική του γλώσσα, στάλθηκε με υποτροφία του Γαλλικού Ινστιτούτου Βουκουρεστίου στο Παρίσι, όπου και παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του. 
Από τα πιο σημαντικά του έργα θεωρούνται: "Ο Κακός Δημιουργός", Εγκόλπιο ανασκολοπισμού και "Ο πειρασμός του Υπάρχειν".


  Scholeio.com  

Μοντιλιάνι, Κάθε θρησκεία στην αρχή της είναι μία αίρεση...




Ένα μαρμάρινο τραπέζι κουζίνας, σε μαύρο χρώμα, είναι η επιφάνεια που δέχεται το βρέφος... Εκείνο, έμελλε να αναδειχθεί σ' έναν προικισμένο και ταλαντούχο ζωγράφο. Έχουν προηγηθεί ήδη τρία παιδιά στη οικογένεια Μοντιλιάνι. Η πρόσφατη γέννηση, είναι το τέταρτο και τελευταίο παιδί, τον Ιούλιο του 1884. Καλλιεργημένοι αστοί οι Μοντιλιάνι. 
Η εύπορη εβραϊκή οικογένεια του Λιβόρνου στην Τοσκάνη, συχνά ταλαιπωρείται από, όχι και πολύ ευχάριστα, οικονομικά σκαμπανεβάσματα. 
Ο κοινωνικός περίγυρος της εποχής χωρισμένη, οι μισοί τους έλεγαν περιφρονητικά, κρύβοντας τη ζήλια τους, τραπεζίτες του Πάπα, ή τους κατηγορούν, με καχυποψία, ότι είναι ανακατεμένοι σε πολιτικές ίντριγκες ανατροπής του Πάπα, οι άλλοι μισοί. 
Το μεγάλωμα των παιδιών το αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου, η κυρία Μοντιλιάνι, καθώς ο σύζυγος, ο Φλαμίνιο Μοντιλιάνι είναι επιχειρηματίας, πολυάσχολος και απών τον περισσότερο καιρό. Η οικογένεια έχει μια επιχείρηση ξυλείας και κάρβουνου, και κάποιος πρέπει να ασχοληθεί μ' αυτήν. 
Είναι η εποχή που η οικογένεια θα μπει πάλι στην εποχή των ισχνών αγελάδων και η Εουτζένια Μοντιλιάνι βλέπει τα περιουσιακά της στοιχεία, το ένα μετά το άλλο, να υποθηκεύονται. Κόρη αριστοκρατών από τη Μασσαλία, αρχίζει να εργάζεται τότε ως μεταφράστρια, κριτικός λογοτεχνίας και δασκάλα σε ιδιαίτερα μαθήματα.


Ο μικρός Ντέντο, είναι πια παιδί, ένα κακομαθημένο, ιδιότροπο αλλά όμορφο, σαν ηλιαχτίδα, σαν μια "παλλόμενη καρδιά" όπως καμαρώνει χαρούμενη η μητέρα του. Σε λίγο τα χαϊδευτικό του θα γίνει "φιλόσοφος", αποτέλεσμα της καθημερινής συναναστροφή του με τον διανοούμενο παππού του που σε κάθε τους βόλτα δεν ξεχνάει να του σπέρνει στο μυαλό τις πρώτες φιλοσοφικές ανησυχίες.
Τα πρώτα του σχέδια, ενώ είναι βαριά άρρωστος από πλευρίτιδα, είναι πεθαμένοι, μάγισσες και διάβολοι. Στο Λύκειο είναι φριχτός μαθητής με βαθμούς μόλις πάνω από την βάση, αλλά είναι πιστός εβραίος τηρώντας ευλαβικά τα τελετουργικά της θρησκείας του, όπως φρόντισε να το μάθει ο αγαπημένος του παππούς.
Ο θάνατος της αγαπημένης φίλης του Μεντέα, από μηνιγγίτιδα, θα τον τραυματίσει ανεπανόρθωτα το καλοκαίρι του 1898. Προσπαθεί να αποτυπώσει τα συναισθήματά του στον μουσαμά, όπως θα κάνει με όλα τα δράματα της υπόλοιπης ζωής του. Κάπου εδώ μέσα του γράφεται η πεποίθηση, ακόμα κι αν ακόμα ο ίδιος δεν το ξέρει, να ασχοληθεί με το πάθος του για την ζωγραφική το σχέδιο και την γλυπτική.

Πως μπορεί αυτή η μεγαλοφυΐα της ζωγραφικής να μην πιάνει ούτε τη βάση στις σχολικές εξετάσεις; Η Εουτζένια, σοφή, διορατική όπως σχεδόν κάθε μητέρα ενός μεγάλου καλλιτέχνη και δημιουργού, τον διακόπτει από το σχολείο και τον βάζει να κάνει μαθήματα ζωγραφικής με τον Γκιουλιέλμο Μικέλι, την ίδια ώρα που ο μικρός Ντέντο, άρρωστος ξανά, αυτή τη φορά από τυφοειδή πυρετό, παραληρεί: "Θέλω να ζωγραφίζω και να σχεδιάζω, Θέλω μονάχα αυτό!".

Πάει το σχολείο, πάει το άγχος των εξετάσεων, πάει η στείρα και καθοδηγούμενη γνώση, έρχεται όμως το πρώτο του ατελιέ και οι πρώτοι του θαυμαστές. Οι συνάδελφοί του υποδέχονται στο ατελιέ έναν μικροκαμωμένο φιλάσθενο νεαρό, χλωμό, με φουσκωτά κόκκινα χείλη και εγέννετο φως επί τη εμφανίσει του. Οι περισσότεροι τον θαυμάζουν αλλά δεν τον καταλαβαίνουν, καθότι κάθε θρησκεία στην αρχή της είναι μία αίρεση... 
Ο δάσκαλος του πάλι και τον θαυμάζει και τον καταλαβαίνει. Ο Ντέντο, σπάει τις φόρμες και χαράζει τον ολόδικό του τρόπο στην τεχνική του σχεδίου: 

Καίει κάποιο μέρος του χαρτιού και χρησιμοποιεί το μαύρισμα ως ενδιάμεσο τόνο. 

Κανείς φυσικά δεν είναι διατεθειμένος να σπάσει καμία φόρμα και να προδώσει τις υπάρχουσες ιδέες του πειραματιζόμενος με καμμένα χαρτιά. Μα τι θράσος είχε αυτός ο νεαρός ! Εκείνος όμως δεν νοιάζεται για τίποτα, αφήνεται σ' αυτό το ένστικτο που οδηγεί το χέρι του...
Πρώτα γράφεται στην Ελευθέρα Σχολή Μελέτης Γυμνού (Scuola libera di Nudo) της Φλωρεντίας. Ένα χρόνο αργότερα, σε ηλικία 18 ετών, συνεχίζει τα μαθήματα ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών της Βενετίας, όπου εμβάθυνε στην ιστορία της τέχνης. 
Εκεί αρχίζει και η σχέση του με τα ναρκωτικά (χασίς). Τρία χρόνια έζησε εκεί, σπουδάζοντας και βελτιώνοντας την τεχνική του στη ζωγραφική. Η ανάγνωση έργων του Νίτσε τον οδηγεί να πιστεύει ότι... 

Ο μόνος δρόμος για την αληθινή δημιουργικότητα είναι μέσω της ανυπακοής 
και της αταξίας.

Το κέντρο του Λιβόρνου είναι όμορφο τα καλοκαίρια, κι ακόμα πιο όμορφες οι Κυριακές που κάνει βόλτες με τους φίλους του, μιλάει συνεχώς για τις γυναίκες, κοκκινίζει εύκολα και φυσικά ζωγραφίζει αδιάκοπα έργα που λίγα χρόνια μετά θα τα καταστρέψει ολοσχερώς.  

Σιχαίνεται τις μαρκίζες, τις σχολές και τα ρεύματα. Δεν θέλει να είναι ούτε ιμπρεσιονιστής*, ούτε ντιβιζιονιστής*, όμως θέλει να είναι όλα... και τίποτα. Ο εξευγενισμένος τρόπος ζωγραφικής, που έτσι κι αλλιώς δεν ταιριάζει με τον πρώιμα ταραχώδη χαρακτήρα του, του προκαλεί αναγούλα. Δεν εμφανίστηκε στη ζωγραφική για να ανήκει σε κάποιο ρεύμα. Εμφανίστηκε για να γίνει μοναδικός. Ή αυτό ή τίποτα.

Τον έλκει ο δρόμος, ο υπόκοσμος, οι μυρωδιές των λαϊκών γειτονιών, οι άστεγοι, οι ζητιάνοι, όλοι οι καταπιεσμένοι, τον έλκει ένας κόσμος που τελικά τον εμπνέει για να ζωγραφίσει. Τα πρόσωπα αυτών των ανθρώπων, η δυστυχία που ήταν χαραγμένη επάνω τους, είναι η έμπνευση του για να συγκατοικήσει στο Σαν Μάρκο, μια λαϊκή συνοικία, παρέα με δύο συναδέλφους του. Η μοιραία σύμπτωση είναι, ότι ο ζωγράφος που είχε αυτό το μοιραίο ατελιέ πέθανε από φυματίωση, όπως και ο Ντέντο είκοσι χρόνια μετά.
Ο Μοντιλιάνι ίσως από ματαιοδοξία, όπως και όλοι οι καλλιτέχνες, δεν νοιάζεται για την πορεία της υγείας του. Αρρωσταίνει πάλι από πλευρίτιδα.... Ετοιμάζει τις βαλίτσες του και ξεκινάει για την Νάπολη για να γνωρίσει τους νέους ήρωες των μουσαμάδων του.

Τα Μουσεία, τ' αριστουργήματα της κλασικής τέχνης, οι καινούργιοι άνθρωποι, ο ήλιος η ζέστη είναι τα θαυματουργά "φάρμακα" για τον Ντέντο που αναρρώνει γρήγορα. Νάπολη, Πομπηία, Τόρε ντελ Γκρέκο, Κάπρι.

Στη Βενετία ζωγραφίζει πορτρέτα, συνήθως αγνώστων κυριών, κάνει βόλτες με τους φίλους του στα καφέ, επισκέπτεται μουσεία και μπουρδέλα που τα θεωρεί σπουδαιότερους χώρους μάθησης από κάθε ακαδημία και κάνει τους πρώτους σοβαρούς πειραματισμούς του στην γλυπτική.
Η πιο σοβαρή του αγωνία όμως είναι η ζωγραφική.
Η ανησυχία του στον μουσαμά θα είναι πάντα το δίλημμα γραμμή-όγκος, αλλά η πρόοδος του στην επιλογή των χρωμάτων (μονοχρωματισμός ελαφρύς και λαμπερός) είναι εμφανής στα έργα της εποχής του στη Βενετία. Ο ρατσισμός των Βιενέζων, που τον αντιμετωπίζουν σαν επαρχιώτη, του είναι τόσο επώδυνος ώστε την ώρα που οι συνάδελφοι του δημιουργούν, εκείνος σκέφτεται να πάει για πάντα, να "εξοριστεί, στο Παρίσι. Έπειτα από την καταστροφή των έργων του θέλει τώρα να καταστρέψει και ό,τι του πρόσφερε η Βενετία.

Βρίσκεται στο Παρίσι τον χειμώνα του 1906, μόνος, με την λαχτάρα να γνωρίσει από κοντά τον περίφημο παρισινό καλλιτεχνικό κόσμο και τους καλλιτέχνες που θ' αλλάξουν τον ρου στην ιστορία της Τέχνης. Είναι πια 21... Είναι καλλιτέχνης, είναι επαναστάτης, αλλά και... αστός. Το δείχνει με το κοτλέ κοστούμι του και το κόκκινο φουλάρι του... παρέα με τους ποιητές, τους μουσικούς και τους ζωγράφους, του προχωρημένου πολυπολιτισμικού Παρισιού που λάμπει και που του υπόσχεται μια καινούργια καλλιτεχνική ζωή... 
Αρχικά μένει σε ένα ξενοδοχείο στη δεξιά όχθη του Σηκουάνα, ενώ σύντομα μετακομίζει στη Μονμάρτρη, τη συνοικία του Παρισιού που συγκέντρωνε τους περισσότερους καλλιτέχνες, και αποτελούσε το επίκεντρο της αβάν γκαρντ. 
Ο κύκλος του αποτελείται από τα μεγαλύτερα ονόματα της καλλιτεχνικής σκηνής, όπως ο Πικάσο και ο Ντιέγκο Ριβέρα. 
Με τον Πικάσο κάνουν για λίγο παρέα, αλλά σύντομα ο ανταγωνισμός και η φήμη θα μπουν εμπόδιο στην επικοινωνία τους. Υπάρχουν άσχημες φήμες, που λένε πως ο Πικάσο δεν μπορεί να επικοινωνήσει μαζί του και ενοχλείται με το πρόβλημα αλκοολισμού του. Άλλες πιο κακεντρεχείς φήμες ή πιο αξιοπρεπείς, αναφέρουν τη ζήλεια του Πικάσο για τις ατελείωτες ερωτικές επιτυχίες του Μοντιλιάνι.

Είναι αλήθεια ότι ο Ντέντο αρέσει τρελά στις γυναίκες, τι κι αν πίνει πολύ ! Αναζητάει να απεικονίσει το μη πραγματικό, το υποσυνείδητο των μοντέλων του και μ' αυτή την αγωνία του, προδίδει τον λόγο που η ανακατωμένη του ψυχή αναζητά να αναπαραστήσει, τις εξίσου ανακατωμένες ψυχές των μοντέλων αυτών.
Δεν υπήρξε ποτέ θρήσκος αλλά διαβάζοντας τα βιβλία του φίλου και κολλητού του, Μαξ Ζακόμπ, ομολογεί πως αντιλήφθηκε "...τους θρησκευτικούς μύθους που ενέπνεαν και ερέθιζαν την φαντασία..."
Συνεχίζει με φανατισμό να καλλιεργεί την οικογενειακή φήμη του πλούσιου αστού, ενδιαφέρεται για τα ρούχα του, να είναι κομψά, τρώει σε πολυτελή ρεστοράν, επισκέπτεται μουσεία, την όπερα και το θέατρο.

Οι πηγές, των χρημάτων που ξοδεύει, είναι δύο. Η πρώτη πηγή είναι η μητέρα Μοντιλιάνι που του στέλνει ότι μπορεί και η δεύτερη, η κληρονομιά ενός θείου του. Τα χρήματα σύντομα όμως εξαντλούνται. Το κοινόβιο στο Λε Μπατό Λαβουά (Le Bateau-Lavoir), για τους αδέκαρους καλλιτέχνες, ήταν ότι έπρεπε για τότε. Τρία χρόνια περνάνε ζωγραφίζοντας έντονα, αλλά και με καταχρήσεις και αλκοόλ. 
Ταξιδεύει στην Αγγλία, ψάχνει χρήματα... Ο Νόντε που μέχρι τότε, είχε γνωρίσει μόνο αγοραίο έρωτα, τώρα έχει τον πρώτο σοβαρό έρωτα της ζωής του. Γνωρίζει την πανέμορφη Μοντ Αμπραντέ και σχέση τους οδηγεί σε εγκυμοσύνη... Το παιδί του δεν θα το γνωρίσει ποτέ και αυτό που θα του μείνει είναι μονάχα ένα πορτραίτο, το δικό της. Η Αμπραντέ φεύγει για τη Αμερική και χάνονται τα ίχνη της. 
Ο Μοντιλιάνι δεν θέλει τα έργα του να ανήκουν σε κάποιο καλλιτεχνικό ρεύμα, θέλει να είναι μοναδικά... Με τον φίλο του, επίσης ζωγράφο, Μωρίς Ουτριγιό, του άρεσε να κουβεντιάζουν για τον κυβισμό* και τον φοβισμό*, μοιράζονται τις καλλιτεχνικές τους λαχτάρες, αλλά και την αγάπη τους για το ποτό... ο Πικάσο χαρακτηριστικά έλεγε ότι «αρκούσε να περάσεις δίπλα από τον Ουτριγιό για να μεθύσεις». Μαρτυρίες αναφέρουν ότι τους δύο ζωγράφους τους πέταγαν έξω από τα μπαρ τύφλα στο μεθύσι, ενώ ο Αμαντέο απήγγελλε Δάντη και ο Μωρίς πέταγε τα ρούχα του στο δρόμο. Στα πάρτι της καλλιτεχνικής τρελοπαρέας στα ατελιέ, ανάβουν φωτιές, πίνουν ακατάπαυστα και ο Μοντιλιάνι ωχρός και αδύνατος σαν φάντασμα, κάθεται πάντα στην είσοδο και προσφέρει στον κάθε καλεσμένο ένα χάπι χασίσι. 
Ένας άλλος φίλος του απορεί: "...ήταν αριστοκράτης, είχε καλούς τρόπους και ακριβά γούστα. Ενώ αγαπούσε το πλούτο, την χλιδή, τα ωραία ρούχα, έζησε μέσα στη φτώχεια. Τι σπρώχνει αυτό τον άνθρωπο να γίνει μάρτυρας και να βάλει τον εαυτό του σε τόσο μεγάλες δοκιμασίες ; Γιατί επιλέγει μια ζωή κόντρα στην ιδιοσυγκρασία του ;" 
Η άσχημη οικονομική του κατάσταση, τον ανάγκασε να επιστρέψει για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην πατρίδα του, το Λιβόρνο.

Θα γυρίσει όμως πάλι στο Παρίσι για να εγκατασταθεί μόνιμα πλέον το 1909. Επιλέγει την συνοικία Μονπαρνάς, λόγω των χαμηλών ενοικίων των κατοικιών. 
Στην πρώτη του επίσημη εμφάνιση στο "Σαλόνι των Ανεξάρτητων" εκθέτοντας δέκα έργα του, ελαιογραφίες και σχέδια, επηρεασμένος από τις πρώτες ευνοϊκές κριτικές, γράφει ενθουσιασμένος στη μητέρα του: "Τους ταρακούνησα!"... 


Όμως το καλλιτεχνικό Παρίσι παραμένει επηρεασμένο από την "νέγρικη τέχνη", δείχνει ότι ακόμα δεν μπορεί να καταλάβει... 

Αν ταρακουνήθηκε όμως κάποιος, αυτός είναι ο ίδιος... που απογοητεύεται, δεν γουστάρει πια τον κυβισμό και την αθλιότητα των χρωμάτων του, δεν γουστάρει τα παιχνίδια διαπλοκής καλλιτεχνών, κριτικών και εμπόρων τέχνης, δεν γουστάρει καμία επιτυχία ως αποτέλεσμα συμβιβασμού με αξίες και ιδέες που δεν αναγνωρίζουν την μεγαλοφυΐα του. 


Η γνωριμία του με τον Ρουμάνο γλύπτη Κονσταντίν Μπρανκούζι, είναι καθοριστική, στο εργαστήριο του και με την καθοδήγησή του, ο Μοντιλιάνι αφοσιώνεται στη γλυπτική. 
Η τέχνη αυτή τον απορρόφησε τόσο που εγκαταλείπει σχεδόν ολοκληρωτικά την ζωγραφική για έξι ολόκληρα χρόνια ως το έτος 1915. "Νόμιζα πως ήμουν ζωγράφος, αλλά είμαι γλύπτης..." εκμυστηρεύεται.

Πέφτει με τα μούτρα στη γλυπτική λαξεύοντας επί ώρες πέτρες που τις μεταμορφώνει σε αριστουργήματα. Γυρίζει στις οικοδομές, φορτώνει το καροτσάκι του πέτρες, της κουβαλάει ολομόναχος στο ατελιέ του και ξεκινάει να σμιλεύει. 
Κεφάλια παράξενα, με πρόσωπα επιμηκυμένα, όπως στην ζωγραφική του, μύτες κοφτερές και χαρακτηριστικά τραβηγμένα σαν ανταγωνίζονται να εκφράσουν τα συναισθήματα τους δείχνοντας την διαφορετική όψη της πραγματικότητας του αληθινού κόσμου. Στη μανία του για δημιουργία, αδιαφορεί για την σκόνη και τα θραύσματα από τα μάρμαρα που επιδεινώνουν την κατάσταση των ήδη ταλαιπωρημένων του πνευμόνων.

Η γειτονία με τη Ρωσίδα ποιήτρια Άννα Αχμάτοβα που μόλις έχει παντρευτεί, στα 21 της χρόνια και βρίσκεται στο Παρίσι σε μήνα του μέλιτος θα είναι μοιραία, καθώς μένουν σε διαμερίσματα του ίδιου κτιρίου. Της γράφει ερωτικά γράμματα και εκείνη του απαντάει "Διασκεδάζω όταν είσαι μεθυσμένος και από τις ιστορίες σου δεν βγαίνει νόημα".
Ο ανυποψίαστος σύζυγος δίνει διαλέξεις στην Σορβόννη την ίδια ώρα που η σύζυγος κάνει έρωτα με τον Ντέντο και που ποζάροντας του, υπογράφει συμβόλαιο με την αθανασία. Ο θυελλώδης έρωτάς τους διαρκεί ένα χρόνο περίπου, καθώς τα βίαια ξεσπάσματα του Μοντιλιάνι την οδηγούν να επιστρέψει στον σύζυγό της.


Εκείνος γίνεται όλο και πιο ιδιόρυθμος, πικρόχολος και επιθετικός με τους ανθρώπους, όμως δουλεύει ακατάπαυστα. 
Τρώει λίγο δεν κοιμάται καθόλου. Με τις πρώτες παραγγελίες γλυπτών που παίρνει, όπως είναι βυθισμένος στην καλλιτεχνική του απόγνωση, παίρνει και μια ανάσα... 
Δεν προλαβαίνει όμως να χαρεί και πέφτει στο κρεβάτι βαριά άρρωστος, από την αναιμία. Φεύγει για το Λιβόρνο και θα είναι η τελευταία φορά. Φτιάχνει καινούργια γλυπτά... κι όταν ρωτάει τους παλιούς του φίλους που θα μπορεί "να ακουμπήσει" όλα αυτά τα γλυπτά, οι αγαπημένοι φίλοι του του προτείνουν... "να τα πετάξει στο νερό στο κανάλι των Ολλανδών!". 

Τα έργα που σώζονται είναι ελάχιστα, τα περισσότερα τα κατάστρεψε ο ίδιος... 
Όσα όμως σώθηκαν όμως είναι θαυμάσια ! Επηρεάστηκε από την πρωτόγονη τέχνη της Αφρικής και της Καμπότζης. Αν και μια σειρά γλυπτών του εκτέθηκε στο Φθινωπορινό Σαλόνι του 1912, εγκατέλειψε ξαφνικά τη γλυπτική και στράφηκε πλήρως στη ζωγραφική. Ο Μοντιλιάνι δεν έγινε ευρέως γνωστός ως γλύπτης. 
Ξανά στο Παρίσι, απογοητευμένος. Για να εξασφαλίζει το αλκοόλ της ημέρας, έμπαινε σε ένα καφέ κρατώντας χαρτί και μολύβι, ζωγράφιζε επιτόπου τα σχέδια του και τα αντάλλασσε με μερικά ποτήρια κρασί. Κλεισμένος στο ατελιέ του συνεχίζει να ζωγραφίζει... και ερωτεύεται παράφορα την αγγλίδα ποιήτρια Μπίατρις Χέιστινγκς... και είναι αυτή που τον σπρώχνει ξανά στο ποτό και στα ναρκωτικά... και χαράζει το κρεβάτι της μια ακόμα φορά όπως συνήθιζε να κάνει όταν έριχνε έναν άντρα. 
Εκείνος την καταγγέλλει για ανθρωποφάγο: "Ήθελε μόνο να μου φάει τα αρ..... "


Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μοντιλιάνι προσπάθησε να καταταγεί στον στρατό αλλά δεν στρατεύεται τελικά λόγω της επιβαρυμένης υγείας του.
Όλο το σύμπαν πολεμάει στα χαρακώματα του αυτού του Πολέμου και κείνος, "απαλλαγμένος", για λόγους υγείας ;

Πίνει όλο και περισσότερο. Βουτηγμένος στις τύψεις  επειδή δεν μπορεί να υπερασπιστεί μια πατρίδα, που έτσι κι αλλιώς δεν είναι δική του, προσπαθεί να εξιλεωθεί ζωγραφίζοντας μανιωδώς.

Συμμετέχει σε μερικές συλλογικές εκθέσεις και μια νεαρή από το Κεμπέκ που θα βρεθεί στο κρεβάτι του ισχυρίζεται πως κουβαλάει μέσα της το παιδί του... Ο Μοντιλιάνι δεν θα το αναγνωρίσει ποτέ.

Τα επόμενα πέντε ίσως να είναι τα πιο παραγωγικά του χρόνια, από το 1915 έως το 1920, πάνω από τριακόσιοι πίνακες έχουν την υπογραφή του.

Τέσσερα χρόνια πριν πεθάνει θα δει για μια και μοναδική φορά τα έργα του να εκτίθενται στην γκαλερί Μπερτ Βέιλ, σε μια έκθεση που οργανώνει προς τιμήν του ο έμπορος τέχνης και θαυμαστής του Λέοπολντ Ζμπορόφσκι.

Στις 3 Δεκεμβρίου 1917, στην γκαλερί Berthe Weill έγιναν τα εγκαίνια της πρώτης — και τελικά μοναδικής όσο ζούσε — ατομικής έκθεσής του. 
Τις αίθουσες της γκαλερί κοσμούσαν γυμνά μεγάλου μεγέθους κι ένα από αυτά τοποθετήθηκε στη βιτρίνα. Η έκθεση έλαβε μεγάλη δημοσιότητα και προκλήθηκε κοσμοσυρροή. Τα γυμνά πορτρέτα του, αναστατώνουν την κοινωνία του Παρισιού... Η αστυνομία λόγω του σκανδάλου που προκύπτει αναγκάζεται να απαγορεύσει την έκθεση.

Η αστυνομία θα απαιτήσει την αποκαθήλωση των γυμνών πορτραίτων επειδή προσβάλλουν τη δημοσία αιδώ, αλλά το σημαντικό είναι η επιδείνωση της υγείας του.
Το 1918, τέταρτη χρονιά του πολέμου, η ζωή έγινε πολύ δύσκολη στο Παρίσι λόγω της έλλειψης τροφίμων και ηλεκτροδότησης και του φόβου των αεροπορικών βομβαρδισμών. 
Άφραγκος και απελπισμένος. Οι δεκάδες επιστολές του στον πλούσιο φίλο του Ζμπορόφσκι είναι σχεδόν ίδιες...
"Στείλτε μου γρήγορα τα χρήματα...", "Έχω μείνει αδέκαρος...", '"Είμαι εντελώς απένταρος, βρίσκομαι σε τέλμα, καταλαβαίνετε...;", "Έλαβα τα πεντακόσια φράγκα σας ευχαριστώ...", "Ευχαριστώ για τα χρήματα...", Ευχαριστώ για τα πεντακόσια φράγκα και κυρίως ευχαριστώ για την προθυμία...".

Ο 33χρονος Μοντιλιάνι αποφάσισε να φύγει μαζί με τη νέα του αγαπημένη, τη 19χρονη σπουδάστρια τέχνης Ζαν Εμπιτέρν (Jeanne Hébuterne). 
Στο λαμπερό φως της Κυανής Ακτής, όπου κατέφυγαν, ο Μοντιλιάνι ζωγράφισε τους πιο δημοφιλείς και ακριβοπληρωμένους πίνακές του. Τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του ο ζωγράφος έφτιαξε 25 πορτρέτα της ντροπαλής, μελαγχολικής και πανέμορφης Ζαν.

Η οικογένεια της Ζαν ήταν καθολική και πολύ συντηρητικοί άνθρωποι. Αντιμετώπιζαν τον Εβραίο και τυχοδιώκτη Μοντιλιάνι, ως έναν απένταρο μεθύστακα, που θα παρέσυρε την κόρη τους στην ακολασία της μποέμικης ζωής του Παρισιού. 

Η Ζαν δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να πάρει την απόφασή της. Έφυγε απ’ το σπίτι της, για να ζήσει τον απόλυτο έρωτα, όπως ένιωθε πως ήταν γι αυτήν... 

Στις 29 Νοεμβρίου 1918 η Ζαν γεννάει την κόρη τους, η οποία πήρε το όνομά της (1918-1984). Επιστρέφοντας στο Παρίσι δεσμεύεται γραπτώς -είναι 7 Ιουλίου 1919- ότι η κυρία Εμπιτέρν θα γίνει γυναίκα του.
Παρά τα αυστηρά ήθη της εποχής, το καλλιτεχνικό ζευγάρι δεν παντρεύεται ποτέ. Οι κακές γλώσσες ρωτάγανε πόσο να είχε πιει και ότι τέτοιες δεσμεύσεις δεν ίσχυαν από έναν τόσο ασταθή χαρακτήρα. Τίποτα από αυτά δεν είχε σημασία. Ο Μοντιλιάνι δεν πρόλαβε να παντρευτεί την αγαπημένη του Ζαν ούτε να αναγνωρίσει νόμιμα τον καρπό της σχέσης τους.

Η μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία των έργων του στο Λονδίνο έρχεται πάρα πολύ αργά.
Ο τελευταίος του πίνακας είναι η προσωπογραφία του Έλληνα μουσικού Μάριου Βάρβογλη και η τελευταία επιστολή που στέλνει έχει φυσικά παραλήπτη την μητέρα του.
"Αγαπητή μαμά, Σου στέλνω μια φωτογραφία. Λυπάμαι που δεν έχω φωτογραφία της κόρης μου. Σκέπτομαι ίσως για την άνοιξη, ένα ταξίδι στην Ιταλία"

Είναι άρρωστος και δουλεύει. Φιλάει τη γυναίκα του, ήρθε το τέλος. Το νιώθει, το λέει από μόνος του, δεν χρειάζεται να του πουν. Οι φίλοι του που έχουν μέρες να τον δουν έχουν ανησυχήσει...  Πηγαίνουν στο σπίτι του και τον βρίσκουν άρρωστο στο κρεβάτι, να παραληρεί απ’ τον υψηλό πυρετό....
Βράδυ Σαββάτου, ο Μοντιλιάνι τελειώνει την δύσκολη πορεία του, στο νοσοκομείο. Κατά την ώρα της μεταφοράς του μουρμουρίζει "Αγαπημένη Ιταλία..."

Ήταν 24 Ιανουαρίου του 1920, ο ζωγράφος που έλεγε «θα ήθελα η ζωή μου να ήταν σαν πλουσιοπάροχο ποτάμι που κυλάει χαρμόσυνα πάνω στη γη» πέθανε στο Παρίσι, σε ηλικία 36 ετών, από φυματιώδη μηνιγγίτιδα, στο νοσοκομείο Σαριτέ.
Κηδεύτηκε με την μεγαλοπρέπεια που του άξιζε, ως γνήσιος μεγαλοαστός. Στην κηδεία του στο Κοιμητήριο Περ Λασέζ (Père Lachaise) παρευρέθηκε ένα τεράστιο πλήθος κόσμου. Στον τάφο του, κάτω από τις ημερομηνίες γέννησης και θανάτου γράφει... "Ο θάνατος τον χτύπησε την στιγμή που κατακτούσε την δόξα".

Την επόμενη μέρα η σύντροφός του, Ζαν, αυτοκτόνησε πέφτοντας από το παράθυρο του του διαμερίσματός τους στον πέμπτο όροφο, μην αντέχοντας τον θάνατό του, ενώ είναι εννέα μηνών έγκυος στο δεύτερο παιδί τους. Έχει ζητήσει να την θάψουν δίπλα του, αλλά η τελευταία της επιθυμία δεν γίνεται πραγματικότητα, αφού η οικογένειά της θεωρούσε τον Μοντιλιάνι υπεύθυνο για τον θάνατο της κόρης τους, γι’ αυτό και η Ζαν ενταφιάστηκε σε διαφορετικό νεκροταφείο από τον Εβραίο σύντροφό της...

Ένας από τους πιο αγαπημένους φίλους του Μοντιλιάνι έγραψε πως σε μια από τις τελευταίες του νύχτες, πριν πεθάνει, ο ζωγράφος θέλησε να βγει μια βόλτα στο χειμερινό Παρίσι, διαισθανομένος ίσως πως θα είναι η τελευταία του. 
Στα Παρισινά σοκάκια, η παρέα ήπιε, μέθυσε και υπό την απειλή μιας φοβερής καταιγίδας που πλησίαζε, ο αγέρας είχε αρχίσει κιόλας να λυσσομανάει, αποφάσισαν να περάσουν το βράδυ τους στο σπίτι ενός από την παρέα για να συνεχίσουν το πιόμα και το γλέντι. Καθώς όμως έφτασαν στην είσοδο του σπιτιού, ο Μοντιλιάνι αρνήθηκε να ανεβεί. Κάθισε εκεί στο πεζοδρόμιο, στην παγωνιά, μέχρι τα μεσάνυχτα και ξάφνου άρχισε να παραληρεί και να βρίζει οργισμένος. Τα είχε βάλει με το κόσμο όλο, μα πιο πολύ με τους φίλους του που είχαν αρνηθεί να τον συντροφεύσουν σε εκείνο το παράξενο ξενύχτι του στο παγκάκι. Κι εκείνη τη νύχτα Μάταια τον παρακαλούσαν να πάει μαζί τους. Έμεινε εκεί ολομόναχος, στην παγωνιά, και ο φίλος αυτός, που διηγείται την ιστορία, έγραψε πως το μοναδικό πράγμα που έβγαινε από το στόμα του καθόλη την διάρκεια αυτού του μοναχικού του παραληρήματος ήταν η φράση "Όχι φίλους, δεν θέλω φίλους".

________________________________________________________________________
Διάβασε περισσότερα για Μοντιλιάνι


   ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

* Ιμπρεσιονισμός
Αναπτύχθηκε γύρω στα 1870, στη Γαλλία και προέρχεται από τη λέξη “Impressionism” που σημαίνει “εντύπωση”. Χαρακτηρίζει την καμπή στη ζωγραφική και την μετάβαση από το αντικειμενικό στο υποκειμενικό. Ο καλλιτέχνης αποτυπώνει υποκειμενικά το θέμα, σύμφωνα με την εντύπωση που του προκαλεί εκείνη τη στιγμή. Κύρια χαρακτηριστικά του ιμπρεσιονισμού είναι τα ζωντανά χρώματα, κυρίως με χρήση των βασικών χρωμάτων, έμφαση στην αναπαράσταση του φωτός, μικρές και συχνά εμφανείς πινελιές, σπάνια χρήση του μαύρου χρώματος και για πρώτη φορά η ζωγραφική σε ανοιχτούς χώρους (en plein air), γεγονός που ευνοήθηκε από την ανακάλυψη των προ-επεξεργασμένων χρωμάτων. Από τους κύριους εκφραστές είναι: Corot, Monet, Sisley, Renoir, Pissarro, Hokusai, Gustave Caillebotte, Toulouse-Lautrec


* Ντιβιζιονισμός ή Πουαντιγισμός
Καλλιτεχνικό ρεύμα που ξεκίνησε γύρω στα 1885, στη Γαλλία, από το ζωγράφο Seurat ο οποίος θέλησε να μελετήσει το χρώμα και εφαρμόσει επιστημονικά τον ιμπρεσιονισμό. Δημιούργησε ένα είδος ζωγραφικής με το οποίο μικρές κουκίδες καθαρού χρώματος αναμειγνύονται για να δώσουν ένα συγκεκριμένο χρώμα, π.χ. κουκίδες κίτρινου και μπλε δίνουν πράσινο χρώμα. Από τους κύριους εκφραστές είναι: Georges Seurat, Paul Signac

* Κυβισμός
Αναπτύχθηκε λίγο πριν το 1910 στο Παρίσι. Οι ζωγράφοι προσπαθούσαν να αποτυπώσουν απόψεις του θέματος από διαφορετικές γωνίες, με διαιρέσεις και επανασυνθέσεις αντικειμένων σε πιο αφηρημένες μορφές. Είναι από τα πιο δυσνόητα έργα και χρειάζεται εμπειρία και προσοχή για να αξιολογηθούν.
Από τους κύριους εκφραστές είναι: Georges Braque, Pablo Picasso

* Φωβισμός
Εμφανίστηκε γύρω στο 1905 στη Γαλλία και είχε πολύ μικρή διάρκεια ζωής. Η έννοια φωβισμός προέρχεται από τη γαλλική λέξη “fauve” που σημαίνει αγρίμι και δεν θα πρέπει να συγχέεται με την ελληνική λέξη “φόβος”. Η ονομασία δόθηκε σε μια ομάδα καλλιτεχνών της εποχής που ζωγράφιζαν με μια αγριότητα. Τα έργα χαρακτηρίζονται από την απλότητα στις μορφές και στα έντονα χρώματα που απλώνονται πλακάτα, με ελεύθερη πινελιά στον καμβά. Συνθέσεις συχνά με έντονα περιγράμματα και έλλειψη προοπτικής. 
Από τους κύριους εκφραστές είναι: Matisse, Derain
____________________________________________________________
Οι σημειώσεις για τα ρεύματα στη ζωγραφική είναι από www.krionas.com/



  Scholeio.com  

Μοντιλιάνι, Εμφανίστηκε στη ζωγραφική για να είναι μοναδικός


Πως μπορεί αυτή η μεγαλοφυΐα της ζωγραφικής να μην πιάνει ούτε τη βάση στις σχολικές εξετάσεις; Η σοφή κυρία Μοντιλιάνι, διορατική όπως σχεδόν κάθε μητέρα ενός μεγάλου μάρτυρα, τον διακόπτει από το σχολείο και τον βάζει να κάνει μαθήματα ζωγραφικής με τον Γκιουλιέλμο Μικέλι, την ίδια ώρα που ο μικρός Ντέντο, άρρωστος ξανά, αυτή τη φορά από τυφοειδή πυρετό, παραληρεί: "Θέλω να ζωγραφίζω και να σχεδιάζω, Θέλω μονάχα αυτό!".

Πάει το σχολείο, πάει το άγχος των εξετάσεων, πάει η στείρα και καθοδηγούμενη γνώση, έρχεται όμως το πρώτο του ατελιέ και οι πρώτοι του θαυμαστές. Οι συνάδελφοί του υποδέχονται στο ατελιέ έναν μικροκαμωμένο φιλάσθενο νεαρό, χλωμό, με φουσκωτά κόκκινα χείλη και εγέννετο φως επί τη εμφανίσει του. Οι περισσότεροι τον θαυμάζουν αλλά δεν το καταλαβαίνουν, καθότι κάθε θρησκεία στην αρχή της είναι μία αίρεση... Ο δάσκαλος του πάλι και τον θαυμάζει και τον καταλαβαίνει. Ο Ντέντο, σπάει τις φόρμες και χαράζει τον ολόδικό του τρόπο στην τεχνική του σχεδίου: καίει κάποιο μέρος του χαρτιού και χρησιμοποιεί το μαύρισμα ως ενδιάμεσο τόνο. Κανείς φυσικά δεν είναι διατεθειμένος να σπάσει καμία φόρμα και να προδώσει τις υπάρχουσες ιδέες του πειραματιζόμενος με καμμένα χαρτιά. Μα τι θράσος είχε αυτός ο νεαρός !






Στη Βενετία ζωγραφίζει πορτρέτα, συνήθως αγνώστων κυριών, κάνει βόλτες με τους φίλους του στα καφέ, επισκέπτεται μουσεία και μπουρδέλα που τα θεωρεί σπουδαιότερους χώρους μάθησης από κάθε ακαδημία και κάνει τους πρώτους σοβαρούς πειραματισμούς του στην γλυπτική.
Η πιο σοβαρή του αγωνία όμως είναι η ζωγραφική.
Η ανησυχία του στον μουσαμά θα είναι πάντα το δίλημμα γραμμή-όγκος, αλλά η πρόοδος του στην επιλογή των χρωμάτων (μονοχρωματισμός ελαφρύς και λαμπερός) είναι εμφανής στα έργα της εποχής του στη Βενετία...






Όπως όλοι οι φιλόδοξοι καλλιτέχνες της εποχής του, ήταν το όνειρό του να ζήσει στο Παρίσι. Σε ηλικία 21 ετών, το καταφέρνει, πάει να ζήσει στο Παρίσι. Αρχικά μένει σε ένα ξενοδοχείο στη δεξιά όχθη του Σηκουάνα, αλλά σύντομα μετακομίζει στη Μονμάρτρη. 
Εκείνο τον καιρό η Μονμάρτρη αποτελούσε ήδη τη συνοικία του Παρισιού που συγκέντρωνε τους περισσότερους καλλιτέχνες, αποτελούσε το επίκεντρο της αβάν γκαρντ. Εγκαταστάθηκε στο Λε Μπατό Λαβουά (Le Bateau-Lavoir), ένα κοινόβιο για τους αδέκαρους καλλιτέχνες. 
Στην αρχή επηρεάζεται από τα έργα του Ανρί ντε Τουλούζ Λοτρέκ, έως ότου ο Πολ Σεζάν άλλαξε πολλές από τις απόψεις του. 
Τελικά, ο Μοντιλιάνι αναπτύσει το δικό του ιδιαίτερο ύφος, το οποίο δύσκολα μπορεί να μπει σε κατηγορία-ες άλλων καλλιτεχνών. Τα έργα του τα τέλειωνε σε σύντομο χρόνο και δεν τα επεξεργαζόταν ποτέ ξανά. 
Στο καλλιτεχνικό περιβάλλον της Μονμάρτρης έζησε ο Μοντιλιάνι για περίπου τρία χρόνια, προσθέτοντας στις καταχρήσεις και αυτή του αλκοόλ. Η άσχημη, όμως, οικονομική του κατάσταση, τον ανάγκασε να επιστρέψει για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην πατρίδα του, το Λιβόρνο.

__________________________



  Scholeio.com  


Παναμάς, Η Ωκεάνια Ένωση σ' έναν Ισθμό 3 εκατομμυρίων ετών



Οι θεωρίες σχετικά με την προέλευση του ονόματος του Παναμά (η λέξη είναι ισπανική), είναι αρκετές. Σ' ένα γηγενές δέντρο, με την ίδια ονομασία, αποδίδεται ότι βάφτισε αυτή τη γη. Μία άλλη υποστηρίζει, ότι οι πρώτοι έποικοι που έφτασαν στην περιοχή, αντικρύζοντας τις εικόνες γύρω τους, χρησιμοποίησαν την έκφραση Παναμά που σημαίνει στην τοπική διάλεκτο "πληθώρα πεταλούδων". 
Όμως η επικρατέστερη άποψη υποστηρίζει ότι ένας οικισμός ψαράδων με το αρχικό όνομα Παναμά (Panamá) ευθύνεται για την ονομασία, αφού στην τοπική διάλεκτο, η λέξη περιέγραφε τη παρουσία πολλών ψαριών σ' ένα τόπο. Αυτή είναι και η επίσημη εκδοχή που υποστηρίζεται από το κράτος του Παναμά, που αναφέρει ότι η λέξη Παναμά σήμαινε σε τοπικές διαλέκτους την πληθώρα ψαριών, δέντρων και πεταλούδων, κάτι που χαρακτήριζε την περιοχή.


    Από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό

Δεν ξέρω αν το παρακάτω ταξίδι, θα σας κάνει να αποφασίσετε να πάτε στον Παναμά ή θα αρκεστείτε, να δείτε και να διαβάσετε, με τα μάτια κάποιου άλλου ότι έζησε, κι όχι με τα δικά σας. Όπως και νάχει και ότι κι αν σχεδιάσετε στο μέλλον, ακόμα και σαν εικονικό, αυτό το ταξίδι, στον Παναμά, με οδηγό την Τζέιν Άρκερ της Τέλεγκραφ και τα συναισθήματά της, έτσι όπως τ' αποτυπώνει, θα σας μείνει αξέχαστο.

«Ηταν 6:30 το πρωί. Ένα βαρύ ψιλόβροχο έπεφτε καθώς εκατοντάδες επιβάτες με κάμερες ανά χείρας, φορώντας αδιάβροχα ή καλυμμένοι με πετσέτες, στοιβάζονταν στο ανώτερο κατάστρωμα του Celebrity Infinity. Ήταν αρκετά νωρίς για να είμαι σε τέτοια εγρήγορση ενώ έκανα διακοπές, ωστόσο εκείνη τη στιγμή ήμασταν έτοιμοι να περάσουμε τη Διώρυγα του Παναμά.
Τζέιν Άρκερ από την Τέλεγκραφ 

Άλλωστε, ο λόγος που οι περισσότεροι αποφάσισαν να κάνουν αυτή την 15 ημερών κρουαζιέρα ήταν για το γεγονός ότι θα περνούσαν από τη διώρυγα αυτή, που αποτελεί κάτι σαν... θρύλο για τη ναυσιπλοΐα και η οποία άνοιξε το 1914. 
Καθώς κοίταξα μέσα στην ομίχλη, ένα μεγάλο τόξο εμφανίστηκε: Η Γέφυρα της Αμερικής. Σημάδι ότι ήμασταν έτοιμοι να μπούμε στο κανάλι. Αν και κατατοπισμένη για τη λειτουργία των "κλειδαριών" των διωρύγων λόγω των πολλών ταξιδιών σε ποτάμια, το πέρασμα από τη διώρυγα αυτή προσέφερε μια άλλη γοητεία. 
Ίσως γιατί οι άνθρωποι που την κατασκεύασαν έσκαψαν χωρίς τη βοήθεια της τεχνολογίας, των υπολογιστών και του σύγχρονου εξοπλισμού. Μέχρι τη στιγμή που περάσαμε στην άλλη πλευρά, και με εξαίρεση ένα μικρό διάλειμμα που έκανα για να φάω, κάθισα επί οκτώ ώρες στο κατάστρωμα, παρακολουθώντας τη διαδικασία.

Ο λέκτορας Μάικ Μακφίτερς, που βρισκόταν πάνω στο πλοίο, μας μίλησε για την πρώτη φορά που επιχείρησαν να "κόψουν" το κανάλι, το 1881. 
Πίσω από το εγχείρημα βρισκόταν ο Γάλλος Φερντινάντ ντε Λεσέπς, ο οποίος είχε κατασκευάσει και τη Διώρυγα του Σουέζ. Οκτώ χρόνια αργότερα, με 20.000 άνδρες νεκρούς λόγω του κίτρινου πυρετού, της ελονοσίας και τα τσιμπήματα των φιδιών, το έργο κατέρρεε.

Το έργο "αναστήθηκε" ξανά το 1903, όταν ο Αμερικανός Πρόεδρος Ρούσβελτ, τη στιγμή που η Κολομβία απέρριπτε τα σχέδια για την κατασκευή ενός καναλιού, υποστήριξε τους αντάρτες του Παναμά που ζητούσαν την ανεξαρτησία τους από την Κολομβία. 
Η νέα κυβέρνηση του Παναμά υπέγραψε μια συνθήκη που έδινε στις ΗΠΑ το δικαίωμα να κατασκευάσουν και να ελέγχουν το κανάλι στο διηνεκές. Στην πραγματικότητα, δόθηκε πίσω στον Παναμά τον Δεκέμβριο του 1999.

Ο Μακφίτερς μάς βομβάρδισε επίσης με άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία, όπως ότι η διέλευση είναι μήκους 47,8 μιλίων και ότι αρχικά ο Ντε Λεσέπς είχε σχεδιάσει να κατασκευάσει μια διώρυγα στη στάθμη της θάλασσας, χωρίς όμως να μπορέσει ποτέ να προβλέψει πώς θα ξεπερνούσαν τον ποταμό Τσαγκρ (η στάθμη του οποίου μπορεί να αυξηθεί κατά 40 πόδια σε 24 ώρες την περίοδο των βροχών).


Και κάπου εδώ... κάπως έτσι, οι Αμερικανοί αποφάσισαν να μεταφέρουν τα πλοία πάνω από τον ισθμό. 
Τα πλοία ανυψώνονται και κατεβαίνουν κατά 85 πόδια μέσω των τριών "κλειδαριών" που υπάρχουν σε κάθε πλευρά των ωκεανών (και από τον Ατλαντικό και από τον Ειρηνικό), οι οποίες γεμίζουν και αδειάζουν με τη βοήθεια της βαρύτητας (όλες έχουν μια δεύτερη πύλη σε περίπτωση που γίνει κάποια ζημιά από την πίεση του νερού). Αξίζει να σημειωθεί ότι ανά διέλευση ξεχύνονται στον ωκεανό 32 εκατ. γαλόνια φρέσκου νερού.




Μόλις περάσαμε τη Γέφυρα της Αμερικής -πλέαμε από τον Ειρηνικό στον Ατλαντικό- και καθώς η βροχή είχε σταματήσει και η ομίχλη είχε εξαφανιστεί, μπορούσαμε να δούμε τις επόμενες κλειδαριές, από την πλευρά του Ατλαντικού, ένα πλοίο με κοντέινερ που είχε ήδη αρχίσει να ανυψώνεται και άλλα που περίμεναν στην ουρά (το Celebrity Cruises πλήρωνε πάνω από 347.000 δολάρια για να παρακάμψει τα υπόλοιπα). 





Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν δύο "κανάλια" μεταφοράς, το ένα δίπλα στο άλλο, καθένα εκ των οποίων έχει τις δικές του κλειδαριές, προκειμένου να μπορούν δυο πλοία ταυτόχρονα να διασχίσουν το στενό την ίδια στιγμή. Ωστόσο, οι καθυστερήσεις είναι πάντα μέσα στο παιχνίδι. Μπροστά από εμάς, ένα φορτηγό πλοίο έκανε... μανούβρες στο δεξί κανάλι. Φυσικά, ήταν δεμένο από το "mule" (όχημα έλξης των πλοίων σε ράγιες), το οποίο το βοηθούσε να παραμείνει σταθερό στις κλειδαριές. Τα μηχανήματα αυτά κινούνται κατά μήκος των καναλιών και παίζουν καθοριστικό ρόλο στη μεταφορά, ειδικά των μεγάλων πλοίων.



Μόλις περάσαμε τις κλειδαριές του Ειρηνικού, διασχίσαμε το στενό κανάλι των οκτώ μιλίων Gaillard Cut, το οποίο είναι γνωστό και Big Ditch (μεγάλο αυλάκι), λόγω των πολλών κατολισθήσεων που έγιναν κατά την κατασκευή του, μετά περάσαμε από το κανάλι των 15 μιλίων της λίμνης Gatun Lake και εν τέλει επιστρέψαμε στην επιφάνεια της θάλασσας, μέσω των τριών κλειδαριών, στην πλευρά του Ατλαντικού».































Ο Ισθμός του Παναμά διαμορφώθηκε πριν 3 εκατομμύρια χρόνια όταν η φυσική γέφυρα μεταξύ Βόρειας και Νότιας Αμερικής έκλεισε. Τα φυτά και τα ζώα, μέσα στους αιώνες σταδιακά, διέσχισαν τη φυσική γέφυρα και προς τις δυο κατευθύνσεις. 

Η δημιουργία του Ισθμού έκανε τους ανθρώπους να διασκορπιστούν με τις συνήθειές τους, τους τρόπους καλλιέργειας και τεχνολογίας, δια μέσου της αμερικάνικης ηπείρου, από την εμφάνιση των πρώτων κυνηγών και τροφοσυλλεκτών μέχρι την εποχή των χωριών και των πόλεων.
Τα πιο πρώιμα τεχνουργήματα ιθαγενών που ανακαλύφθηκαν στον Παναμά περιλαμβάνουν παλαιό-ινδιάνικα πέτρινα εργαλεία.
Οι πρώτοι γνωστοί κάτοικοι της περιοχής του Παναμά φαίνεται να ήταν οι φυλές των Κουέβας και των Κοκλέ.




  Scholeio.com  

Τζένινγκς, Τα αγκυροβολημένα πλοία δυνάμωναν τη μουσική...





....να μη ακούγεται ο "συνωστισμός" της σφαγής στο λιμάνι

Σμύρνη... Σημαντικό λιμάνι της Μεσογείου, μια σύγχρονη "προχωρημένη", ανεκτική, μεγαλούπολη στις ακτές της Μικράς Ασίας. Ίσως η πιο μαρτυρική πόλη... Του ίσως πιο άδικου, στην ιστορία του ελληνισμού, δράματος. Καλοκαίρι το '22.



Σεπτέμβριος του 1922. 

Από τις προκυμαίες φεύγουν βάρκες γεμάτες με Έλληνες και Αρμένιους πρόσφυγες, κατευθύνονται προς τα ξένα πλοία που παρέμεναν να υπερασπιστούν, μόνο, τους συμπατριώτες τους... 
Οι διαταγές ήταν αυστηρές:
"Δεν δεχόσαστε κανένα παρά μόνο της δικής σας εθνικότητας".

Τις ίδιες διατάγες είχαν Αμερικάνοι, Γάλλοι, Άγγλοι...  αρνούμενοι να δεχτούν τους ντόπιους, φοβούμενοι ότι θα προσβάλουν του Τούρκους. 

Όσες βάρκες προσαράζουν στα βρετανικά πολεμικά πλοία και προσπαθούσαν να δέσουν, οι ναύτες εκτελώντας διαταγές κόβουν τα σκοινιά... Τα φορτωμένα μικρά πλεούμενα καταποντίζονταν, κάποιοι καταφέρνουν και γραπώνονται προσπαθώντας ν' ανεβούν... 
Ζεματίζονται όμως από τους Άγγλους συμμάχους με καυτό νερό, άλλοι που είχαν ξεμείνει και περίμεναν με προσμονή στη προκυμαία, σπρώχνονταν... στο νερό, άλλοι αυτοκτονούν, πνίγονται μόνοι τους.
Αυτοί που κατάφερναν να πλησιάσουν τα Ιταλικά πλοία ήταν οι τυχεροί, γιατί φαίνεται πως οι Ιταλοί ναύτες είχαν άλλες διαταγές και δέχονταν στα πλοία όσους κατάφερναν να πλησιάσουν.
Οι Γάλλοι πάλι έπρεπε να ακούσουν στη γλώσσα τους, έστω και δύσκολο ν' αναγνωριστεί από την κακή προφορά, να λένε... "Είμαι Γάλλος, όλα μου τα χαρτιά κάηκαν".


Μ' ένα μικρό ταξίδι στο χρόνο, βρεθήκαμε στη θάλασσα της Σμύρνης... 
την 13η Σεπτεμβρίου του 1922. 

Έχει προηγηθεί η αποχώρηση του Ελληνικού στρατού από την πόλη στις 8 Σεπτεμβρίου του '22 και η είσοδος των Τούρκων. 
Πογκρόμ, ληστείες, άγριοι βιασμοί, δολοφονίες... και από ντόπιους Μουσουλμάνους, ειρηνικούς γείτονες μέχρι χτες. 

Η βολική φωτιά που ξεκίνησε και που κατευθύνθηκε, "τυχαία" με εύφλεκτα υλικά, προς τις χριστιανικές συνοικίες... οδήγησε σ' αυτόν τον περίφημο "συνωστισμό στην προκυμαία της Σμύρνης", όπως επιβλήθηκε τα τελευταία χρόνια να είναι η επίσημη περιγραφή στα βιβλία της σχολικής ιστορίας. Οι Τούρκοι περικύκλωσαν την παραλία...

Προδομένοι όχι μόνο από τους ξένους (συμμάχους), αλλά και το χειρότερο από τους Έλληνες," τους δικούς τους",  όσοι τελικά σώθηκαν, το χρωστούν στην ανθρωπιστική παρέμβαση ενός Αμερικανού ανθρωπιστή. Ο Εϊζα Τζένινγκς "μεσολάβησε" και... 
Ύστερα από δύο μέρες χιλιάδες πρόσφυγες βρήκαν καταφύγιο στα "πλοία της Συμπόνοιας" για να καταλήξουν στην Ελλάδα. 


Πόσοι γνωρίζουν για τον Εϊζα Τζένινγκς; Λίγοι... Μπορεί και κανείς!
Στο λιμάνι τα αμερικάνικα αγκυροβολημένα πλοία στρέφουν τις μπάντες τους προς την προκυμαία... Δεν άντεχαν ν' ακούνε τον κόσμο να σφάζεται.

Όμως ο Νεοϋορκέζος Τζένιγκνς που μόλις λίγες μέρες πριν την καταστροφή βρέθηκε στην πόλη, να εργάζεται ως γραμματέας της YMCA* (Χριστιανική ένωση των νέων ανθρώπων)... δεν πιστεύει ότι "τίποτα δεν μπορεί να γίνει", ούτε ξεχώριζε τους ανθρώπους ανάλογα με το Θεό που πιστεύουν.

Όταν ο ελληνικός στρατός πήρε οδηγίες να οπισθοχωρήσει και εγκατέλειψε τη Σμύρνη, ο Τζένινγκς οργάνωσε επιτροπή Σωτηρίας και παρείχε ανθρωπιστική βοήθεια στον πληθυσμό. 
Καθοριστική ήταν η επίσκεψη του στο τουρκικό στρατόπεδο για να συναντήσει τον Κεμάλ. 
Όλα πήγαν καλά και κατάφερε να του υποσχεθεί προθεσμία 7 ημερών... Στη συνέχεια πήρε επιπλέον 4 μέρες που ήταν απαραίτητες για την τόσο μεγάλη επιχείρηση διάσωσης των προσφύγων. Άνδρες 17 έως 45 ετών κρατήθηκαν σε στρατόπεδα εργασίας προκειμένου να επανορθώσουν τις ζημιές που προκάλεσε η ελληνική εκστρατεία. 
Ύστερα θα ξεκινούσαν οι Τούρκοι και οι εκτοπίσεις στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας όσων προσφύγων δεν είχαν μπορέσει να φύγουν.

Χρησιμοποιώντας ότι μέσον μπορείτε να φανταστείτε, έσωσε 350 χιλιάδες ψυχές. Ένας αριθμός εντυπωσιακός.
Καταφέρνει τον πλοίαρχο ενός πλοίου να μεταφέρει όσους μπορούσε. Έναν άλλο, τον πλήρωσε με δικά του χρήματα. Μετά βρίσκεται στη Μυτιλήνη όπου εξεβίασε... (δεν είναι λάθος) την Ελληνική κυβέρνηση που δεσμεύονταν, προφανώς υπήρχαν εντολές, υποχρεώνοντάς την να σώσει κόσμο (Έλληνες) που παρέμεναν αποκλεισμένοι στην κατεστραμμένη Σμύρνη. Με την δική του παρέμβαση στέλνονται Ελληνικά πλοία στην χαμένη πόλη και μαζεύουν σταδιακά όλους τους πρόσφυγες.
Μάλιστα Ο θρύλος λέει πως το τελευταίο πλοίο με μικρασιάτες πρόσφυγες απέπλευσε από την Σμύρνη 6 ώρες πριν λήξει η προθεσμία που ο Έιζα είχε πάρει από τον Κεμάλ.




Απορίες γεννά η καταγραφή των γεγονότων από τον εγγονό του Ρότζερ Τζένινγκς:

     [...]  
   "Κατάφερε να του δοθεί από το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ, μια βάρκα με πηδαλιούχο
     που θα τον βοηθούσε αν το συνεδίαζε με ένα άδειο αγκυροβολημένο γαλλικό πλοίο 
     που είχε άφθονο χώρο, να μεταφέρει κόσμο σε κοντινό ελληνικό νησί. 
     Ο Γάλλος καπετάνιος όμως δεν ήθελε να εμπλακεί και απέπλευσε κρατώντας πεισματικά 
     το πλοίο του άδειο. Λίγο μακρύτερα ένα ιταλικό πλοίο συμφωνεί να αναλάβει 2.000 
     άτομα με αμοιβή που έπρεπε να δοθεί προκαταβολικά ! Ο Έιζα θεωρεί το τίμημα 
     ρεαλιστικό και συμφωνεί... 
     Στη συνέχεια όμως το ποσό αυξάνεται γιατί όπως ισχυρίστηκε ο Ιταλός καπετάνιος 
     είχε πληροφορίες ότι οι Έλληνες δεν θ' άφηναν τους πρόσφυγες ν' αποβιβαστούν. 
     Ο Τζένινγκς επιβιβάστηκε στο πλοίο αναλαμβάνοντας την ευθύνη...
     Στη Μυτιλήνη δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα στην αποβίβαση, όμως το λιμάνι είχε
     αγκυροβολημένα πλοία και η πόλη ήταν γεμάτη στρατιώτες... 
     Ο πάστορας όπως ήταν φυσικό ζήτησε, από το έλληνα στρατηγό Φράγκου, πλοία για 
     την απομάκρυνση των προσφύγων από τη Σμύρνη. Τα επιχειρήματά του, η συμφωνία 
     με τον Κεμάλ για"ασφαλή διέλευση" και η διαβεβαίωση του ναυτικού των ΗΠΑ για την 
     προστασία των ελληνικών εμπορικών πλοίων, δεν ήταν αρκετά δυνατά φαίνεται, για 
     τον έλληνα στρατηγό, που αρνούμενος  επανειλημμένως, έκανε τον Τζένινγκς να απορεί
     για αυτόν τον Έλληνα που ήταν απρόθυμος να σώσει 300.00 από τους συμπατριώτες 
     του.  
     Ο Έιζα, αγνοώντας βέβαια ότι ο στρατηγός ήταν μέλος μιας ομάδας Ελλήνων
     αξιωματικών που σχεδίαζαν πραξικόπημα εναντίον της ελληνικής κυβέρνησης επομένως 
     χρειάζονταν τα πλοία, είχε εξαγριωθεί με τον στρατηγό...  
     Οργισμένος βλέποντας το θωρηκτό Κιλκίς να μπαίνει στο λιμάνι εκείνο το πρωί, ζητάει
     από τον καπετάνιο του Θεοφανίδη, να τον βοηθήσει. Επικοινωνεί με τον Έλληνα 
     πρωθυπουργό με κωδικοποιημένα μηνύματα από τον ασύρματο του πλοίου για ασφάλεια 
     και πρόθυμα τα μεταφράζει ο Θεοφανίδης αδιαφορώντας αν ανώτερος αξιωματικός 
     είχε απορρίψει τον πάστορα και το αίτημά του.
     Με το "ο Πρωθυπουργός κοιμάται"... και την προσπάθεια να συγκεντρωθούν οι υπουργοί 
     για συμβούλιο, του ροκάνιζαν το πολύτιμο περιθώριο των επτά ημερών που είχε 
     εξασφαλίσει... Κάποια στιγμή ήρθε η πολυπόθητη απάντηση και ήταν αρνητική. 

     "Τα πλοία δεν θα μπορούσαν να πάνε στη Σμύρνη"

     Φοβόντουσαν ότι οι τούρκοι θα έπιαναν τα πλοία και στη συνέχεια θα εισέβαλαν στα 
     ελληνικά νησιά.
     Ο Έιζα είναι έξαλλος πια... 
     Με τελεσίγραφο ενημερώνει ότι τα επόμενα μήνυματά του δεν θα είναι σε κώδικα... 
     Θα είναι ανοικτά έτσι ώστε να μάθει όλος ο κόσμος ότι η ελληνική κυβέρνηση επέτρεψε
     στους τούρκους να σκοτώσουν 300.000 Έλληνες πολίτες... 
     Και ώ του θαύματος, όλα τα ελληνικά πλοία τίθενται υπό τον Έιζα καθιστώντας τον
     προσωπικά υπεύθυνο για κάθε πλοίο που θα χανόταν. 

      Η είδηση της επίταξης δεν άρεσε πολύ στους καπετάνιους των εμπορικών πλοίων, που
      προφασίζονταν βλάβες για να εξαιρεθούν. Ο Θεοφανίδης τους ανεβάζει στο θωρηκτό, 
      με πρωτοβουλία του, και χρησιμοποιεί οποιοδήποτε ακόμα και αθέμιτο μέσο, 
      προκειμένου να έχει αποτέλεσμα. Τους διαβεβαιώνει ότι τους μιλάει εκ μέρους των
      Ξένων Δυνάμεων αφού είναι αντιπρόσωπός τους (αυτό είναι ψέμα) και απειλεί με 
      στρατοδικείο όποιων τα πλοία δεν είναι έτοιμα να αποχωρίσουν τα μεσάνυχτα..."

Αυξάνοντας σε 11 τις μέρες που είχε στη διάθεσή του, από τους Τούρκους ο Τζένινγκς κατάφερε να σώσει 350.000 ανθρώπους. Πλοία προστέθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση, αυξάνοντας τελικά τα προς βοήθεια πλοία σε 55. 
Τα πλοία του αμερικάνικου και αγγλικού στόλου, τώρα αλλάζουν γνώμη και αρχίζουν να μεταφέρουν κι αυτά κόσμο... μέχρι τα τέλη του Οκτώβριου συνολικά άλλες 200.000 άνθρωποι εγκαταλείπουν την Τουρκία.

Ο πατριάρχης της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας αναφέρει ότι 1.250.000 άνθρωποι απομακρύνθηκαν με ασφάλεια, σ' αυτή την εξαιρετικα επιτυχημένη επιχείρηση διάσωσης. 
Η ελληνική κυβέρνηση αναγνωρίζοντας την δύναμη, την προσφορά και την αποδοχή που είχε κερδίσει από τους τον Κεμάλ και την Τούρκικη κυβέρνηση τον διορίζουν ως διπλωμάτη με ειδική αποστολή τον επαναπατρισμό αιχμαλώτων πολέμου στην συνθήκη της Λωζάννης.

Ο Asa K. Jennings στα 22 είχε περάσει μια ασθένεια που του είχε αφήσει μια άσχημη καμπούρα, τον είχε συρρικνώσει σε ύψος 1,60 και τον είχε καταστήσει φιλάσθενο. 
Δεν πτοήθηκε, προχώρησε. Αυτός ο ασθενικός, ο τόσο ευάλωτος για τους γύρω του και συγχρόνως τόσο δυνατός αγωνιστής, βγήκε νικητής, είχε κερδίσει τη μεγαλύτερη μάχη της ζωής του.  Ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα της μοίρας, και σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι, οι απόγονοι όσων έσωσε, ζουν χάρη σε αυτόν.
_______________________________________



* Άσα Τζένινγκς, (Asa Kent Jennings, γεν. 1877 σε Upstate, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ – απεβ. 1933).
Αμερικανός μεθοδιστής Πάστορας και μέλος της Χριστιανικής Αδελφότητας Νέων (Y.M.C.A. – Young Men’s Christian Association) Παρά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε από πολύ νέος, καθώς στα 28 του χρόνια προσβλήθηκε από μια σπανιότατη νόσο (φυματίωση στη σπονδυλική στήλη) υπήρξε δραστήριος άνθρωπος με πολλαπλή κοινωνική δράση.
Το αποκορύφωμα της προσφοράς του ήταν η διάσωση πέραν των 500.000 προσφύγων από τη Σμύρνη μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όταν με αποκλειστικά δικές του πρωτοβουλίες πέτυχε να ηγηθεί μιας τεράστιας προσπάθειας διάσωσης αμάχων, γεγονός που του χάρισε τον άτυπο τίτλο του «ναυάρχου» του ελληνικού στόλου (55 πλοίων).
 Για το επίτευγμά του αυτό τιμήθηκε με τις κορυφαίες διακρίσεις του Ελληνικού Κράτους, το Σταυρός του Τάγματος του Σωτήρος και το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας που είναι το υψηλότερο στρατιωτικό παράσημο.
* YMCA, Young Men's Christian Association, Χριστιανική ένωση των νέων ανθρώπων. Μια οικουμενική οργάνωση για να προσφέρει στον άνθρωπο, βασισμένη στις Χριστιανικές αξίες και διδασκαλία.  Ιδρύθηκε στο Λονδίνο, 6 Ιουνίου 1844 από τον Sir George Williams (1821-1905) και μια ομάδα ομοϊδεατών Εβαγγελικών Χριστιανών.
Πολλά κολλέγια και πανεπιστήμια οφείλουν τη δημιουργία τους στο YMCA. 
. Κολλέγιο του Σπρίνγκφιλντ ιδρύθηκε το 1885 ως διεθνές σχολείο κατάρτισης για τους επαγγελματίες YMCA, ενώ το George Williams University- ένα από τα δύο σχολεία που έγιναν τελικά Πανεπιστήμιο.
. Πανεπιστήμιο της Βοστώνης άρχισε από ένα YMCA.
. Νυκτερινά σχολεία, Το YMCA καινοτόμησε στην παροχή εκπαιδευτικών ευκαιριών για τους ανθρώπους που είχαν περιορισμένο χρόνο λόγω πλήρους απασχόλησης. σιγά σιγά συμπεριλαμβάνουν στη δράση τους πολλά προγράμματα, όπως εναλλακτικό γυμνάσιο, ημερήσια φροντίδα, και θερινές κατασκηνώσεις.

  Scholeio.com