Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

''Πως Κερδίζεις τις Μάχες'', Συμβουλές από τον Θουκυδίδη




      Ο καλός σχεδιασμός

-. Ο πόλεμος δεν διεξάγεται τόσο με τα όπλα όσο με τα χρήματα
(1.83 – Ομιλία του Αρχίδαμου)

-. Με τον πιο ασφαλή τρόπο ζει εκείνος που έχει μεταμεληθεί τις λιγότερες φορές επειδή χαρίστηκε στους εχθρούς του. (1.34 – Ομιλία των Κερκυραίων)


-. Ισχυρότερος είναι εκείνος που αντιμετωπίζει τον εχθρό του με σωφροσύνη από εκείνον που ασυλλόγιστα του επιτίθεται βίαια (3.48 – Ομιλία Διόδοτου)

-. Ο πόλεμος συμβαίνει όταν οι μεν θεωρούν το κέρδος από αυτόν μεγαλύτερο από τα δεινά που θα φέρει, οι δε προτιμούν να υποστούν τους κινδύνους του πολέμου από μία άμεση ζημιά. Αν όμως αυτές οι επιδιώξεις εμφανιστούν σε ακατάλληλη εποχή, τότε είναι ωφέλιμες οι συμβουλές για διαπραγματεύσεις.

-. Είναι στην ανθρώπινη φύση να θέλει κάποιος να εξουσιάζει εκείνον που μένει απαθής και να αμύνεται όταν δέχεται επίθεση (4.59,61 – Ερμοκράτης από τις Συρακούσες)

-. Κανείς δεν αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο τον σχεδιασμό και την εκτέλεση ενός έργου, αλλά όταν σχεδιάζουμε νιώθουμε ασφαλείς, ενώ κατά την εφαρμογή του σχεδίου εξ αιτίας του φόβου υστερούμε. (1.120 – Ομιλία των Κορινθίων)

-. Είναι ανοησία να εκστρατεύει κανείς εναντίον τέτοιων εχθρών που ακόμα και αν τους κατακτήσει δεν θα κατορθώσει να τους εξουσιάσει, ενώ αν δεν τους κατακτήσει δεν θα είναι πια στην ίδια θέση που ήταν πριν την επιχείρηση.

-. Εκείνα που προκαλούν περισσότερο τον θαυμασμό είναι όσα παραμένουν σε απόσταση και η φήμη τους δεν έχει επαληθευτεί. (6.11 – Ο Νικίας στην Εκκλησία του Δήμου)


      Ο ψυχολογικός παράγοντας

-. Πολλοί, ενώ ήταν ακόμα σε θέση να προβλέψουν σε τι κινδύνους πάνε να μπλέξουν, τους παρέσυρε η ισχύς μιας γοητευτικής λέξης, της λεγόμενης ντροπής, και αφού νικήθηκαν από αυτήν, με τη θέλησή τους έπαθαν συμφορές ανήκεστες και επέφεραν στον εαυτό τους ατίμωση, η οποία επειδή ήταν αποτέλεσμα της μωρίας τους, αποδείχθηκε πιο ταπεινωτική από εκείνη που θα προκαλούσε η κακοτυχία. (5.111 – Οι Αθηναίοι στους Μηλίους)

-. Δεν αληθεύει πως θυσιάζει ευκολότερα τη ζωή του εκείνος που είναι δυστυχής και δεν ελπίζει σε καλύτερη τύχη. Την θυσιάζουν εκείνοι που κινδυνεύουν να εξευτελιστούν περισσότερο, αν προσπαθώντας να σώσουν τη ζωή τους νικηθούν. Για τον άνδρα με γενναίο φρόνημα χειρότερος είναι ο εξευτελισμός της δειλίας από τον γενναίο και απρόσμενο θάνατο. (2.43– Ομιλία Περικλή)

-. Συνήθως, οι πολιτείες που αποκτούν αιφνιδίως ευημερία, γίνονται αλαζονικές. Πιο ασφαλές είναι να έρχεται η ευημερία με μέτρο και όχι ξαφνικά στους ανθρώπους, και θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ευκολότερη η αντίσταση στις δυσχέρειες από τη διαφύλαξη της ευτυχίας (3.39 – Ομιλία Κλέωνα)

-. Εκείνοι που φοβούνται εξαιτίας της καχυποψίας τους, παρασύρονται προσωρινώς από ευχάριστα λόγια, αλλά όταν φτάσει η ώρα της δράσης, ενεργούν σύμφωνα με το συμφέρον τους (6.83 – Εύφημος ο Αθηναίος στους Συρακούσιους)

-. Φαίνεται πως οι άνθρωποι όταν αδικούνται οργίζονται περισσότερο απ’ όταν δέχονται βία. Διότι στην πρώτη περίπτωση θεωρούν πως εξαπατήθηκαν από ισάξιό τους, ενώ στη δεύτερη υποτάσσονται σε ανώτερό τους. (1.77 – Ομιλία Αθηναίων)

- Από τη φύση τους οι άνθρωποι υποχωρούν ευκολότερα σε έναν μετριοπαθή εχθρό και να αγωνίζονται πεισματικά εναντίον εκείνου που είναι ανένδοτος, ακόμα κι αν αυτό είναι παράλογο. (4.19 – πρέσβεις των Σπαρτιατών)


      Η λήψη αποφάσεων

-. Στη λήψη ορθών αποφάσεων δύο είναι πιο βλαπτικά στοιχεία: η βιασύνη και η οργή. Η πρώτη συντροφεύεται από την ανοησία και η δεύτερη από την αμορφωσιά και την στενομυαλιά. (3.42 – Ομιλία Διοδότου)

-. Ο καλός πολίτης δεν πρέπει να εκφοβίζει εκείνους που έχουν αντίθετη γνώμη, αλλά να τους κερδίζει με επιχειρήματα. (3.42 – Ομιλία Διόδοτου)

-. Εκεί όπου προβλέπονται σπουδαία βραβεία για την ανδρεία, εκεί βρίσκονται οι άριστοι πολίτες. (2.46 – Επιτάφιος λόγος Περικλή)

-. «Εκείνος που γνωρίζει τι πρέπει να κάνει, αλλά δεν είναι ικανός να το εξηγήσει σαφώς στους άλλους, είναι σαν να μην έχει σκεφτεί τίποτα.

-. Εκείνος που έχει και τα δύο, αλλά δεν αγαπά την πατρίδα του, επίσης δεν μπορεί να συμβουλέψει ορθά.

-. Αν αγαπά και την πατρίδα του, αλλά δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στο χρήμα, για να το κερδίσει, μπορεί να πουλήσει τα πάντα.» (2.60 – Ομιλία Περικλή)

-. Η νεότητα και το γήρας, χωριστά το ένα απ’ το άλλο δεν κατορθώνουν τίποτα. Η δύναμη προέρχεται από την ανάμειξη της κρίσης του ανώριμου, του μέσου και του ακριβούς. (6.18 – Αλκιβιάδης στην Εκκλησία του Δήμου)



Ο Θουκυδίδης γεννήθηκε στον Άλιμο της Αθήνας, αλλά καταγόταν από τη Θράκη, όπου διέθετε μεγάλη πατρική περιουσία (κτήματα και χρυσωρυχεία). Ήταν συγγενής του ήρωα του Μαραθώνα, Μιλτιάδη και του Κίμωνα. Όταν ήταν 30 περίπου ετών, στα πρώτα χρόνια του πολέμου που περιγράφει, προσβλήθηκε και από τον μεγάλο λοιμό που οδήγησε στον θάνατο το 25% του πληθυσμού της Αθήνας. Επέζησε από τύχη. 
Το 424 π.Κ.Χ, όταν, ως στρατηγός, απέτυχε να σώσει την Αμφίπολη από τους Σπαρτιάτες οι Αθηναίοι τον εξόρισαν. Μεγάλη τύχη για εμάς, διότι στα είκοσι χρόνια της εξορίας του είχε όλο τον χρόνο να ταξιδέψει και να γράψει την πολύτιμη ιστορία του. Πέθανε από άγνωστη αιτία, το 399 π.Κ.Χ, τον ίδιο χρόνο που πέθανε ο Σωκράτης και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αρχέλαος. Μια άλλη εκδοχή θέλει το θάνατο του τέσσερα χρόνια αργότερα, ενώ δούλευε ακόμα το βιβλίο του. 
Η τελευταία φράση που έγραψε ήταν «Όταν τελειώσει ο χειμώνας, μετά από αυτό το καλοκαίρι, ολοκληρώνεται το 21ο έτος του πολέμου». Δεν πρόλαβε να περιγράψει εκείνον τον χειμώνα, τον οποίο μαζί με τα υπόλοιπα έξι χρόνια του πολέμου περιγράφει στην ιστορία του ο Ξενοφών.

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος ήταν η μεγαλύτερη συμφορά που χτύπησε όλες τις πόλεις-κράτη της αρχαίας Ελλάδας. Η Αθήνα ηττήθηκε και κυριεύτηκε από τους Πελοποννήσιους, αλλά και η Σπάρτη δεν ωφελήθηκε από την νίκη της. Τόσο πολύ είχε εξαντληθεί από τον πολύχρονο πόλεμο που αναγκάστηκε να αποδεχτεί τη διαιτησία του μεγαλύτερου εχθρού των Ελλήνων, του Πέρση βασιλιά. Μέσα από τα γεγονότα αυτού του φρικτού εμφυλίου πολέμου, ο Θουκυδίδης καταγράφει τη συμπεριφορά των αντιπάλων και αντλεί πολύτιμα συμπεράσματα, χρήσιμα όχι μόνο στον πόλεμο, αλλά και στις καθημερινές μάχες της ζωής.

Ο Θουκυδίδης στην εξορία,

Ο Θουκυδίδης  ανήκε στη μερίδα των ολιγαρχικών αφού ο πατέρας, 
ιδιοκτήτης των ορυχείων χρυσού στην Σκαπτή Ύλη του Παγγαίου, ήταν πολύ πλούσιος. Χορηγός γενναιόδωρος του Δήμου και εξαιρετικού κύρουςο Όλορος έχει στενές σχέσεις με Αθηναίους ηγέτες.

Παρά την ολιχαρχικήν και συντηρητικήν καταγωγήν του ο Θ. είναι διαποτισμένος από τις δημοκρατικές παραδόσεις. Γράφει την "Ιστορία" του σύμφωνα με μια αρχή, τον διαχωρισμό της Ηθικής από την Πολιτική. Εξιστορώντας κατ'ουσίαν πολεμικά γεγονότα, κατά βάθος αποδίδει τη Πολιτικήν Ιστορία της τότε Ελλάδος με τη μεγαλύτερη δυνατή 
ακρίβεια γλαφυρότητα και ουδετερότητα.
Η μόρφωσή του βασίζεται στη διδασκαλία του μεγάλου υλιστή φιλόσοφου Αναξαγόρα και στις αρχές του σοφιστή Αντιφώντα. Οι επικρατούσες αρχές του διαφωτισμού κόντρα στις συντηρητικές και ολιγαρχικές απόψεις της σχολής του Σωκράτη που μεσουρανεί τότε.

Το 424 π.Χ. εξελέγη στρατηγός, αυτό το αναφέρει ο ίδιος στην ιστορία του, όπου και τον έστειλαν στην Αμφίπολη της Θράκης, επειδή γνώριζε την περιοχή. Ο στρατηγός των Σπαρτιατών Βρασίδας, εμφανίστηκε ξαφνικά στην Αμφίπολη και σε διαπραγματεύσεις με τους ντόπιους και δίχως να δώσει μάχη, ειρηνικά κατέλαβε την πόλη.


Ο Θουκυδίδης βρισκόταν στην Θάσο όταν συνέβη αυτό, τον ειδοποίησε ο Φρούραρχος της Αμφίπολης Ευκλέας, έτρεξε αμέσως στην Αμφίπολη, αλλά η παράδοση είχε γίνει. Πολέμησε εναντίον περισσοτέρων Σπαρτιατών και κατόρθωσε να κρατήσει ελεύθερο το επίνειο της Αμφίπολης, Ηνιόνα.
Στην Αθήνα του απάγγειλαν κατηγορία, ότι δήθεν αυτός παρέδωσε την Αμφίπολη στον Βρασίδα, ο Θουκυδίδης καταλαβαίνει ότι η κατηγορία είχε γίνει από τους πολιτικούς του αντιπάλους, δεν παρουσιάστηκε στο δικαστήριο και προτίμησε να αυτοεξοριστεί, διότι η ποινή θα ήταν θάνατος. Στη Σκαπτή Ύλη της Θράκης μένει 20 χρόνια. 

Κατά διαστήματα επισκέπτεται τη Πελοπόννησο, τη Μακεδονία και τη Σικελία, δηλαδή τόπους του πολέμου, αυτού, που θα αργότερα περιγράψει, μετά την πτώση των Τριάκοντα Τυράννων. Το έργο ζωής του θουκυδίδη φτάνει μέχρι το 21ο έτος του Πελοποννησιακού πολέμου δηλαδή μέχρι το 411 π.Χ. Οι ιστορικοί την ονομάζουν Θουκιδίδου Ξυγγραφή ή Θουκυδίδου Ιστορίαι και την χωρίζουν σε 8 βιβλία-ενότητες.

Σε αντίθεση με τον Ηρόδοτο Ο Θ. δεν δέχεται στην ιστορία του την παρέμβαση των θεών στα ανθρώπινα δρώμενα...
"Οι ηθικοί κανόνες δι' αυτόν είναι άμοιροι της ιστορίας και των εξελίξεών της πολλά μάλα δε εις την πολιτικήν όπου η Ηθική και η Δικαιοσύνη δίδουν την θέσιν των εις το "δέον" δηλαδή εις το πρέπον γενέσθαι. Αυτός είναι ο Ορθολογισμός του Θ. δια την ερμηνείαν των ιστορικών γεγονότων και η παρέμβασις του τυχαίου εις την φύσιν των ανθρωπίνων πραγμάτων άτινα άλλοτε ακμάζουν και άλλοτε καταστρέφονται, εξ αιτίας ενός τυχαίου περιστατικού. Απέναντι εις το θείον και εις το μεταφυσικόν ο Θ. ίσταται αδιάφορος αλλ' ουχί πολέμιος της θρησκείας και των κανόνων της."


Εις δε το φιλολογικόν μέρος της συγγραφής του αλλά και εις το ύφος της παρουσιάζει σπανίαν εκφραστικήν δύναμιν εντυπωσιάζων με το δραματικόν στοιχείον κατά την αφήγησιν. Είναι λοιπόν πρότυπον πεζογραφίας και ποιητικής δράσεως σύγγραμμα ιδία εις την περίφημον περιγραφήν του λοιμού των Αθηνών. Ομιλών περί του πολέμου αποδίδει με εντέλεια το δράμα των ανθρώπων και της Ιστορίας. Η "ρητορική" δεινότης της γραφής του είναι το ίδιον τούτο όργανον της τέχνης του Γοργίου. Ούτω παρά το μονότονον εις την παρουσίασιν των πολεμικών γεγονότων, αι αναλυτικόταται παρατηρήσεις του δίδουν την πραγματικήν ερμηνείαν του ιστορικού περιβάλλοντος.   ________ Αρκυών 26/6/2002


  Scholeio.com  

Ο Ελληνικός Τρόπος Ορθολογιστικής Σκέψης ''προτείνει''... ποτέ δεν επιβάλλει, μεθόδους !



Αστρονομία

Ας ξεκινήσουμε από πολύ παλιά, τόσο παλιά που για τις εποχές εκείνες τα σχολικά βιβλία μετά βίας αφιερώνουν πέντε - έξι γραμμές.  
Μιλώντας για σχολικά βιβλία, να πούμε ότι οι Έλληνες πολίτες τα πληρώνουν πανάκριβα από το υστέρημα τους και το μόχθο τους στη δήθεν δωρεάν παιδεία. Και να πούμε επίσης ότι στα βιβλία αυτά, που το ελληνικό δημόσιο επιβάλλει στα παιδιά μας να διαβάσουν και να εξεταστούν πάνω στο περιεχόμενο τους, προβάλλουν μεταξύ άλλων θέσεις, που καμιά σχέση δεν έχουν με την ιστορική πραγματικότητα.

Όταν, για παράδειγμα, ανοίξουμε τις ιστορίες των αρχείων λαών, που κατά καιρούς γράφτηκαν τα τελευταία σαράντα χρόνια για λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου, ώστε να τις διδαχθούμε εμείς και τα παιδιά μας, διαβάζουμε για τους αρχαίους Βαβυλώνιους, Χαλδαίους, Σουμέριους και Αιγύπτιους με το σκεπτικό ότι όλοι αυτοί οι λαοί προϋπήρξαν και αναπτύχθηκαν κοινωνικά και επιστημονικά πριν από τους Έλληνες, σε εποχές μάλιστα που οι Έλληνες δεν είχαν πατήσει ακόμη το πόδι τους στην Ελλάδα, στην οποία, αφού ήλθαν περί το 1800 π.Χ. και είδαν ότι είχε ωραίες παραλίες, εγκαταστάθηκαν αποτελώντας τμήμα της "μεγάλης Ινδοευρωπαϊκής ομοεθνίας".

Αυτοί οι ανύπαρκτοι Ινδοευρωπαίοι είναι πολύ χρήσιμοι για εκείνους, που θέλουν να πείσουν για το ότι αφού οι Έλληνες δεν είχαν φθάσει μεταναστεύοντας με τα μεταφερόμενα μπουλούκια των Ινδοευρωπαίων φυλών στην Ελλάδα δεν είναι δυνατόν τίποτε να προσέφεραν πριν προλάβουν να εγκατασταθούν και να ευδοκιμήσουν στην "κεντρική και νότιο Ελλάδα", για να μην ξεχνιόμαστε δηλαδή και πούμε ότι η Μακεδονία είναι Ελλάδα και συγχύσουμε τους εχθρούς του ελληνισμού.

Από την άλλη πλευρά, ο "μη ψυλλιασμένος" αναγνώστης των κειμένων αυτών, που είναι αυτονόητο να θεωρεί έγκυρα και έγκριτα όλα όσα γράφει το ελληνικό κράτος για τον εαυτό του, μαθαίνει ότι οι λαοί αυτοί της Μεσοποταμίας και της εγγύς Ανατολής έκαναν τις αστρονομικές τους, για παράδειγμα, παρατηρήσεις 500 χρόνια πριν τους Έλληνες και ανέπτυξαν πρώτοι την οργανωμένη γεωργία 1.000 χρόνια πριν τους Έλληνες και οι Έλληνες απλά τα βρήκαν έτοιμα όλα αυτά, τα υιοθέτησαν και τα προώθησαν. 
Μ' αυτόν τον τρόπο, εκείνοι που είναι σήμερα οι "νταβατζήδες της έτοιμης και δωρεάν γνώσης" προσπαθούν να υποβαθμίσουν την προσφορά του ελληνισμού στο παγκόσμιο επιστημονικό γίγνεσθαι, ώστε να οικειοποιηθούν ευκολότερα την γνώση και τις επιστημονικές αλήθειες, που περιέχονται στα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα, που ποτέ δεν είδαν το φως της δημοσιότητας, αφού έχει δημοσιευθεί μόνο το 2% από τα επιστημονικά και γενικά πνευματικά έργα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων της κλασσικής και ελληνιστικής περιόδου, τους τίτλους των οποίων γνωρίζουμε. Αυτό το τονίζω, διότι οι τίτλοι των έργων αυτών αναφέρονται στα αρχαία ελληνικά κείμενα, τα οποία έχουν ήδη δημοσιευτεί. Φανταστείτε πόσα είναι τα κείμενα για τα οποία ουδέποτε ακούσαμε τίποτε ή που έχουν γραφτεί σε πολύ παλαιότερες εποχές.

Όσον αφορά τις παλαιότερες του 800 π.Χ. εποχές, οι αρνητές της αλήθειας τις εξαφανίζουν με το να μας λένε ότι πριν οι Έλληνες δεν είχαν καν γραφή, άρα τίποτε δεν έγραψαν, αφού τα γράμματα τα δανείστηκαν από τους Φοίνικες, παλαιούς κατοίκους ενός μικρού τμήματος της παραλίας του Λιβάνου, οι οποίοι στην παγκόσμιο επιστήμη, ιστορία και πολιτισμό δεν προσέφεραν τίποτε, εκτός από το αλφάβητό τους, το οποίο όμως όλως παραδόξως ποτέ δεν χρησιμοποίησαν για να γράψουν ο,τιδήποτε. Ξαφνικά, λοιπόν, ήρθαν κάποιοι Φοίνικες άποικοι στην Ελλάδα, μας έφεραν το αλφάβητο τους, μας το δίδαξαν χωρίς να 'χουν συγγράψει τίποτα μ' αυτό και 'μεις οι Έλληνες πάθαμε - υποτίθεται - τότε αμόκ και από εντελώς αγράμματοι αρχίσαμε να συγγράφουμε και να καταγράφουμε όλον αυτόν τον επιστημονικό και πνευματικό πλούτο, που είναι μοναδικός στην ανθρωπότητα, αφού κανένας μα κανένας απολύτως λαός ως τότε δεν είχε κανένα γραπτό μνημείο να επιδείξει.

Το παραμύθι αυτό, αν και παρατραβηγμένο απ' τα μαλλιά, επεβλήθη και όποιος δεν το δέχεται κινδυνεύει να θεωρηθεί γραφικός, ρατσιστής και φασίστας και βεβαίως να μην προωθηθεί στην πανεπιστημιακή ιεραρχία σε παγκόσμια κλίμακα.

Έτσι, φίλοι μου, μ' αυτόν αλλά και μ' άλλους τρόπους προσπάθησαν και προσπαθούν οι σφετεριστές της αρχαίας ελληνικής γνώσης να αναδειχθούν σε μεγάλες μορφές του πνεύματος και σε "τζάμπα μάγκες".

Η θεωρία του "εξ ανατολών φωτός" μας λέει ότι οι Έλληνες κληρονόμησαν τις βαβυλωνιακές και αιγυπτιακές ιδέες και αστρονομικές γνώσεις, χωρίς να το πουν και κατηγορεί με τον τρόπο αυτόν τους αρχαίους Έλληνες επιστήμονες για σφετερισμό της γνώσης των "επιστημόνων" της Ανατολής. Λέει επίσης ότι η προομηρική αστρονομία ήταν ουσιαστικά βαβυλωνιακής και αιγυπτιακής προελεύσεως και ότι οι Έλληνες αστρονόμοι δίπλα στους μεγάλους Βαβυλώνιους και Αιγύπτιους ιερείς, οι οποίοι "έκρυβαν" τη γνώση στα άδυτα των ναών των πανίσχυρων ιερατείων τους.

Ο Θεός αγαπάει όμως τον κλέφτη, αγαπάει και τον νοικοκύρη. Απεδείχθη, λοιπόν, από μαθηματικούς μελετητές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, όπως ο Σπανδάγος αλλά και ο Χασάπης, ότι τουλάχιστον το 6.000 π.Χ. οι Έλληνες αστρονόμοι γνώριζαν ότι:

  1. Ο ήλιος αποτελούσε το κέντρο του ηλιακού συστήματος
  2. Η Γη περιστρεφόνταν περί άξονα
  3. Η Γη στρεφόταν γύρω από τον Ήλιο, από 'κει μάλιστα προέκυψε η λέξη "ηλικία", που δείχνει πόσες περιφορές έκανε η Γη γύρω από τον ήλιο για να ορίσουμε πόσων ετών είμαστε.
  4. Ο Ήλιος ασκεί έλξη
  5. Η ουράνιο σφαίρα περιστρέφεται φαινομενικά γύρω απ' το κέντρο της Γης
  6. Οι "διάττοντες" και τα "μετέωρα" πλανώνται στο χάος
  7. Οι τέσσερις εποχές  έχουν ίση διάρκεια
  8. Οι ακτίνες του Ηλίου δεν πέφτουν με την ίδια κλίση στα διάφορα γεωγραφικά πλάτη
  9. Στον αστερισμό του Ταύρου έχουμε ισημερία
  10. Η Σελήνη είχε βουνά και φαράγγια, ούσα ένα σφαιρικό τεράστιο σώμα
  11. Οι απλανείς αστέρες είναι διάπυρα σώματα
  12. Ο πολικός αστέρας έχει αποκλίσεις
  13. Το σύμπαν δημιουργήθηκε κάποια στιγμή στο απώτατο παρελθόν (Ορφικά ύμνος 9, στίχος 5)
  14. Ο ουρανός και η Γη είναι απλά τμήματα σύμπαντος
  15. Η μορφή της ουρανίου σφαίρας, αλλάζει με το γεωγραφικό πλάτος
  16. Η περίοδος φαινομένης περιφοράς οποιουδήποτε αστέρα είναι σταθερή
  17. Οι φαινόμενες τροχιές των αστέρων είναι κύκλοι κάθετοι σε συγκεκριμένη διάμετρο της ουρανίου σφαίρας.
  18. Ο ήλιος είναι σφαιρικός πεπλατυσμένος στο κέντρο
  19. Η τροχιά της Σελήνης γύρω από τον Ήλιο δεν είναι κυκλική, αλλά ελικοειδής
  20. Ο δορυφόρος της γης (φυσικός;) είναι κυκλικός χωρίς πέρατα (σφαίρα) που οι αθάνατοι (θεοί, ΕΛ) τον ονομάζουν Σελήνη, οι δε κάτοικοι της επιφάνειας της Γης τον ονομάζουν Μήνη (υπάρχουν και κάτοικοι του εσωτερικού της Γης;) και έχει πολλά όρη, πολλές πόλεις, πολλά μεγάλα κτήρια (Μήσατο δε άλλην γαίαν απείρατον, ην τε Σελήνην αθάνατοι κλήζουσιν, επιχθόνιοι δε τε μήνην · ή πολλά ούρ' έχει, πολλά άστεα, πολλά μέλαθρα).
Η Σελήνη επομένως, σύμφωνα με τα ορφικά κείμενα, απ' όπου και όλες αυτές οι πανάρχαιες  γνώσεις στον 6ο π.Χ. κατοικούνταν!

Καταλαβαίνουμε, λοιπόν,  ότι οι διαπιστώσεις αυτές είχαν ήδη γίνει πολύ πιο πριν οι Βαβυλώνιοι ή οι Αιγύπτιοι προβούν σε οποιαδήποτε από τις εμπειρικές τους διαπιστώσεις. Η διαφορά λοιπόν των Ελλήνων και των ανατολιτών πρόσκειται στο ότι οι εξ ανατολών "μάγοι", όπως τους έλεγαν, απλά κατέγραφαν αυτά που παρατηρούσαν, χωρίς προσπάθεια εξήγησης των φαινομένων και χωρίς την εισαγωγή μαθηματικών στερεομετρικών μοντέλων και θεωρημάτων, πράγμα που έκαναν οι Έλληνες και εισήγαγαν πρώτοι αυτό, που σήμερα ονομάζουμε επιστημονική σκέψη. 

Οι Βαβυλώνιοι, για παράδειγμα, κατέγραψαν πάνω σε πλίνθους τη σχέση ανάμεσα στις δύο κάθετες πλευρές ενός ορθογωνίου τριγώνου και την υποτείνουσα. Αυτό τους χρησίμευε για να κάνουν τα σκαλοπάτια όλα ίδια ή για να υπολογίσουν τη διαγώνιο ενός δωματίου σωστά. Το μήκος της υποτείνουσας όμως το εύρισκαν πάντοτε μέσα από τεράστιους και λεπτομερείς καταλόγους, οι οποίοι συμπληρώθηκαν εμπειρικά. 

Οι Έλληνες όμως είχαν απλά το Πυθαγόρειο θεώρημα που λέει: "το άθροισμα των τετραγώνων δύο κάθετων πλευρών ισούται με το τετράγωνο της υποτείνουσας, δηλαδή α2 = β2 + γ2 ".

Μια απλή μαθηματική σχέση γραμμένη στο μυαλό του κάθε τεχνίτη έδινε τη λύση κάθε φορά, χωρίς ν' ανατρέχει σε εμπειρικούς πίνακες. Αυτό είναι ένα απλό παράδειγμα της διαφοράς των εμπειρικών μαθηματικών γνώσεων και της θεμελιωμένης μαθηματικής επιστήμης.

Ο ελληνικός τρόπος ορθολογιστικής δηλαδή σκέψης προτείνει, ποτέ δεν επιβάλλει, τα εξής βήματα:
  1. Συναντώ το πρόβλημα,
  1. Κατανοώ τα δεδομένα που δεν αλλάζουν (σταθερές) και τα δεδομένα που μεταβάλλονται (μεταβλητές)
  1. Βρίσκω τη μεταξύ τους σχέση (εξίσωση)
  1. Λύνω την εξίσωση, άρα και αντιμετωπίζω το πρόβλημα, όποια τιμή και αν έχουν οι σταθερές και οι μεταβλητές ποσότητες που εμπλέκονται.
 Όσον αφορά δηλαδή την κίνηση, για παράδειγμα, των ουρανίων σωμάτων, οι Βαβυλώνιοι, οι Χαλδαίοι και οι Αιγύπτιοι παρατηρούσαν την κίνηση τους από τη στιγμή που ανέτειλαν μέχρι τη δύση τους και κατέγραφαν τις παρατηρήσεις αυτές, με αποτέλεσμα για την ίδια εποχή του έτους να γνωρίζουν που θα βρίσκεται το καταγραφόμενο ουράνιο σώμα λόγω της περιοδικής κίνησης. Εδώ να σημειώσουμε ότι όλα τα άστρα στον ουρανό φαίνονται ν' ανατέλλουν και να δύουν, όπως το πιο κοντινό μας άστρο, ο Ήλιος, λόγω της περιστροφής της Γης γύρω από τον άξονά της.

Κανείς όμως από τους "μάγους" της ανατολής ποτέ μα ποτέ δε σκέφτηκε 

"γιατί" ανατέλλουν και δύουν τα άστρα. 
- "Γιατί" δεν ανατέλλουν και δύουν πάντα από το ίδιο σημείο. 

Η διαφορά που η ελληνική επιστήμη έδωσε σε σχέση με την εμπειρική γνώση των ανατολιτών ήταν το ότι το ανήσυχο ελληνικό πνεύμα , ποτισμένο από το DNA των ΕΛ, δε δεχόταν τίποτε σαν δεδομένο και είχε την περιέργεια να εξερευνήσει και να εξηγήσει τα πάντα, όχι μόνο να τα παρατηρήσει. 
Αυτή η διαφορά στη νοοτροπία ήταν εκείνη, που επέβαλε την έννοια του αυτοκράτορα - μονοκράτορα και των δούλων στην Ασία και δεν επέτρεψε ποτέ να υπάρξει ένα ενιαίο ελληνικό κράτος στην αρχαία Ελλάδα, με αποτέλεσμα τους γελοίους και ανιστόρητους ισχυρισμούς των ανθελλήνων για τη μη ύπαρξη ελληνικού κράτους στην αρχαιότητα και επομένως την μη ύπαρξη και ελληνικού έθνους.

Ακόμη και στην αρχαία Ελλάδα βέβαια κανείς δεν είχε ισχυρισθεί ότι όλα τα παρατήρησαν πρώτοι οι Έλληνες. Η σύγχρονη όμως βαρβαρική ρήση "anything you can do, I can do better" (ό,τι κάνεις, μπορώ να το κάνω καλύτερα) ειπώθηκε από τον Πλάτωνα, που είπε και βεβαίως έγραψε: "ό,τιπερ αν ¨Ελληνες βαρβάρων παραλάβωσι, κάλλιον τούτο εις τέλος απεργάζονται" (Πλάτωνος: Επινομής 987 - 988α)(οτιδήποτε παραλάβουν οι Έλληνες από τους βάρβαρους, το φέρουν εις πέρας καλύτερα).

Να δώσουμε ένα - δύο παραδείγματα. Λένε οι σύγχρονοι ζηλόφθονοι ότι ο Ίππαρχος ο Ρόδιος (2ος αιώνας π.Χ.), ο πατέρας ουσιαστικά της μαθηματικής αστρονομίας, ανακάλυψε τη "μετάπτωση" συγκρίνοντας τις δικές του παρατηρήσεις με αυτές των Βαβυλωνίων. 

Αυτό δεν ευσταθεί, διότι ο Ύπαρχος χρησιμοποίησε σημεία αναφοράς πάνω στο ζωδιακό (και όχι ζωοδιακό) κύκλο, τον οποίο οι Βαβυλώνιοι αγνοούσαν. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ε. Σπανδάγο, ο Ίππαρχος συνέκρινε τις παρατηρήσεις του με αυτές του Αρίστυλλου και του Τιμοχάρεως (150 χρόνια πριν απ' αυτόν) στον αστέρα Στάχυ της Παρθένου (α' του αστερισμού της παρθένου).

Συνοψίζοντας για την περιβόητη βαβυλωνιακή και αιγυπτιακή αστρονομία, ξαναλέμε ότι αποτελούνταν μόνο από εμπειρικές παρατηρήσεις και σύνταξη ενός ατελούς σεληνιακού ημερολογίου από τους Βαβυλώνιους και ενός αντίστοιχου ηλιακού από τους Αιγυπτίους.
Ποτέ οι λαοί αυτοί, λόγω της δουλικής τους νοοτροπίας ίσως, δεν ασχολήθηκαν με το "πως" και το "γιατί" συμβαίνουν όλα γύρω τους. Η πιο προχωρημένη "ανησυχία" τους ήταν για το ότι απλά συμβαίνουν.

Στην Ελλάδα των ελεύθερων και ανήσυχων Ελλήνων, που καλώς ή κακώς τρωγόντουσαν όχι μόνο μεταξύ τους αλλά και με τα ρούχα τους πολλές φορές, η παρατήρηση των φυσικών, κοινωνικών, ιστορικών, ιατρικών, φαρμακευτικών, γεωργικών, μετεωρολογικών, τεχνικών, καλλιτεχνικών κ.τ.λ. δεδομένων ήταν μόνο βήμα, διότι ακολουθούσε η έρευνα για το αίτιο, το αποτέλεσμα, την ομαδοποίηση και τέλος τη διατύπωση της θεωρίας, που η γνώση τους θα επέτρεπε την αντιμετώπιση της πράξης και της καθημερινότητας με τρόπο ορθολογικό, κοινώς επιστημονικό.




Οι μελέτες ανακοίνωσαν σε ακροατήρια επιστημόνων, οι οποίοι τις έπαιρναν και τις βελτίωναν με αποτέλεσμα την προώθηση της γνώσης. Αυτό γίνεται και σήμερα χωρίς τίποτε να 'χει αλλάξει από τότε. Από πότε; Από την εποχή των Ελλήνων και όχι των "μάγων" της Ανατολής.

Για να αναφερθεί κανείς σε όλες τις ανακαλύψεις και δημοσιεύσεις των αρχαίων Ελλήνων αστρονόμων χρειάζονται πολλοί τόμοι και πάλι θ' αναφερθεί μόνο στα κείμενα που βρέθηκαν και είδαν το φως της δημοσιότητας και όχι σ' εκείνα, που πράγματι εγράφησαν και αποτελούν αντικείμενα εκμετάλλευσης των "επιστημόνων", που μοιράζονται τα βραβεία Νόμπελ (Γιάννης κερνά, Γιάννης πίνει). 

Οι μεγάλοι αυτοί "επιστήμονες", αλλά και κυρίως αυτοί που σήμερα τους προωθούν, είναι γεμάτοι φθόνο και οργή κατά του ελληνισμού, διότι ναι μεν "πασάρουν" για δική τους την αρχαία γνώση , αλλά από μέσα τους λιώνουν λόγω της - έστω και κρυφής επίγνωσης - της πνευματικής τους καθυστέρησης.

"Θαυμάζω τους αρχαίους Έλληνες, επειδή τα είπαν όλα. Τους μισώ όμως, γιατί δεν άφησαν να πούμε τίποτα και 'μεις" (Νίτσε).

Μια και πριν αναφέραμε τα ημερολόγια των Βαβυλωνίων και των Αιγυπτίων, θα 'θελα να πούμε ότι εννοείται ότι και στην Ελλάδα κυκλοφορούσαν και χρησιμοποιούνταν κατά τόπους πολλά ημερολόγια. Όσον αφορά τις παρατηρήσεις που γίνονταν στην αρχαία Ελλάδα, αναφέρουμε τα παρακάτω αστεροσκοπεία με βασική πηγή των θέσεών τους το βιβλίο "Οι Αστρονόμοι της Αρχαίας Ελλάδας" του Ευάγγελου Σπανδάγου:

  1. Αστεροσκοπείο Αστυπάλαιας Δωδεκανήσου, που χρησιμοποιήθηκε κατά τη μινωική εποχή για χαρτογράφηση του ουρανού, πράγμα εννοείται χρήσιμο για τη ναυσιπλοΐα, αφού οι Μινωίτες πηγαινοέρχονταν στις Κασσιτερίδες νήσους (Βρετανικά νησιά), φέρνοντας από τις εκεί αποικίες τους κασσίτερο, ο οποίος εντοπίστηκε στο κράμα πολλών κοσμημάτων τους.
  2. Αστεροσκοπείο του Αναξαγόρα στην κορυφή του όρους της Μικράς Ασίας Μίμαντος απέναντι από τη Χίο (Φλάβιος Φιλόστρατος 2ος αιών π.Χ.)
  3. Αστεροσκοπείο του Αναξίμανδρου στην κορυφή του Ταϋγέτου (Κικέρων de div.I, 150, 112)
  4. Αστεροσκοπείο Διογένους του Απολλωνιάτου, που βρισκόταν στην αρχαία Ελεύθερνα της Κρήτης.
  5. Αστεροσκοπείο του Ευδόξου στην Κνίδο. Αναφέρεται από τον Στράβωνα.
  6. Αστεροσκοπείο του Μέτωνος στον Κολωνό.
  7. Αστεροσκοπείο του Καλλίπου στην Κύζικο.
  8. Αστεροσκοπείο του Λυκαβηττού στην Αθήνα.
  9. Αστεροσκοπείο του Μουσείου της Αλεξάνδρειας, ιδρυθέν από τον Πτολεμαίο τον Β' τον Φιλάδελφο (Πτολεμαίος).
  10. Αστεροσκοπείο του Πτολεμαίου στην Κάνωβο της Αιγύπτου, 20 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Αλεξάνδρειας (Πτολεμαίος).
  11. Αστεροσκοπείο της Ρόδου, ιδρυθέν από τον Ίππαρχο (Πτολεμαίος).
Ας ερευνήσουμε σιγά σιγά, αφού το σχολείου των παιδικών μας χρόνων δεν το έκανε τους αρχαίους Έλληνες αστρονόμους, το επιστημονικό έργο των οποίων έφθασε στις μέρες μας (χωρίς να αποκρυφτεί).
______________________________________________________________
πηγή: "Αρχαία Ελληνική Γραμματεία", συγκέντρωση στοιχείων Ευάγγελος Σπανδάγος
"ΟΤΑΝ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΤΡΩΓΑΝ ΒΑΛΑΝΙΔΙΑ" Δ.Δ.ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ www.liako.gr
το βρήκαμε στο http://anefala.blogspot.gr/


  Scholeio.com  

Ένας εσωτερικός μηχανισμός συγκρατούσε τον άνθρωπο ώστε να μην κάνει το κακό... η Αιδώς



Όταν ό άνθρωπος απόκτησε μερτικό στον θεϊκό κλήρο, πίστεψε... μόνος αυτός απ’ όλα τα άλλα είδη. Έφτιαξε θεούς κι άρχισε νά στήνει βωμούς κι αγάλματα θεών. Έπειτα διαμόρφωσε γλώσσα και λέξεις και επινόησε τα οικήματα, τα ρούχα, την υπόδεση, τα σκεπάσματα και τις τροφές πού βγάζει η γη. 

Μ’ αυτά λοιπόν τα εφόδια ζούσαν τον πρώτο καιρό οι άνθρωποι σκόρπιοι· πολιτείες δέν υπήρχαν. 
Τό αποτέλεσμα ήταν νά τούς αφανίζουν τα θηρία, γιατί εκείνοι ήσαν από κάθε άποψη πιο αδύναμοι απ’ αυτά. 
Ένιωσαν έτσι τήν ανάγκη νά συγκεντρώνονται καί νά χτίζουν πολιτείες γιά νά σωθούν... 

Κάθε φορά όμως πού συγκεντρώνονταν αδικούσαν ο ένας τον άλλο, γιατί δέν κάτεχαν τήν πολιτική τέχνη, μέ αποτέλεσμα νά σκορπίζονται πάλι καί νά αφανίζονται... 
Τότε ό Δίας, πού ανησυχούσε μήπως το γένος μας χαθεί ολότελα από το πρόσωπο τής γης, στέλνει τον Έρμη νά φέρει στους ανθρώπους τήν αιδώ καί τή δικαιοσύνη, γιά νά μονιάσουν οι πολιτείες καί νά φιλιώσουν οι άνθρωποι.

Στους ''Νόμους'' του ο Πλάτωνας αναφέρει, πως ο Κρόνος κατά την περίοδο του χρυσού γένους των ανθρώπων έβαλε επόπτες των ανθρώπων τους Δαίμονες, για να εξασφαλίσει την «Ειρήνη, αιδώ, ευνομίαν, και αφθονίαν δίκης».
Στον Πρωταγόρα αναφέρει ότι ο Ζευς, όταν θέλησε να προλάβει την εξόντωση του ανθρωπίνου γένους, η οποία επέκειτο να γίνει, έστειλε τον Ερμή να εμφυτεύσει στις ψυχές των ανθρώπων την Αιδώ και την Δίκη.

Ο Αριστοτέλη όμως λέει ότι η ΑΙΔΩΣ δεν ανήκει στις ΑΡΕΤΕΣ, αλλά στα ΠΑΘΗ.
Η Αρετή κατ’ αυτόν, είναι ενεργητική ιδιότης της ψυχής. Η Αιδώς όμως είναι παθητική διάθεση της ψυχής, αξία επαίνου, κατέχει θέση ντροπαλότητας, όταν ο άνθρωπος τρέμει μη παρεξηγηθεί.




Στην ελληνική αρχαιότητα εννοούσαν την αιδώ ως προσωποποιημένη θεότητα, αλλά και ως συναίσθημα, προσωποποίηση της συστολής και της ντροπής. 

Η αιδώς είναι για τους αρχαίους μια έννοια σύνθετη, της οποίας το σημασιολογικό περιεχόμενο δεν μπορεί να αποδοθεί στα νέα ελληνικά με μια λέξη, είναι η ηθικότητα, η ηθική συνείδηση, ο σεβασμός στους άγραφους νόμους, το φιλότιμο, ο αυτοσεβασμός.

Γενικά εκφράζει το συναίσθημα της ντροπής την οποία νιώθει ο άνθρωπος για κάθε πράξη του που αντιβαίνει στον καθιερωμένο ηθικό κώδικα του κοινωνικού του περιβάλλοντος. 

Αυτή η ντροπή πλησιάζει περισσότερο προς την έννοια του σεβασμού και της σεμνότητας και δεν έχει σχέση με τις ενοχές και τις τύψεις.
Η θετική ανταπόκριση στις κρίσεις των άλλων εκφράζεται με τη λέξη αιδώς, στην οποία αντιστοιχεί η νεοελληνική ντροπή, ενώ η πράξη που απορρέει από την αιδώ δηλώνεται με το ρήμα αἰδέομαι: «ντρέπομαι, τιμώ κάποιον, τον σέβομαι ευλαβούμαι, δείχνω θρησκευτικό σεβασμό για θεούς, τάφους, όρκους, νεκρούς για ασθενείς ομάδες πληθυσμού, νεαρές παρθένες, γέροντες, ικέτες» ή κατά μία άλλη ερμηνεία προέρχεται από το ρήμα «αίθω», «καίω», είναι δηλαδή μια εσωτερική φλόγα που κάποτε φανερώνεται και στο πρόσωπο σαν κοκκίνισμα.

Η αιδώς έχει αποτρεπτικό κατά βάση χαρακτήρα. Ωστόσο, η λειτουργία της αιδούς δεν είναι μόνο αποτρεπτική αλλά και έμμεσα προτρεπτική, υποδεικνύοντας την εκτέλεση μιας εναλλακτικής πράξης που είναι κοινωνικά αποδεκτή.




Στον Όμηρο και τον Ησίοδο παρουσιάζεται ως θεότητα. Ήταν μια από τις Ώρες και μητέρα της ήταν η Θέμις και αδερφές της η Ευνομία, η Δίκη, η Ειρήνη και η Νέμεση. Ήταν μητέρα της Σωφροσύνης, τροφός της Αθηνάς και σύνεδρος του Δία.

Η Αιδώς λατρευόταν σ` ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο. Στην Αθήνα, στην αγορά της Ακρόπολης, υπήρχε βωμός της και έξω από τη Σπάρτη βρισκόταν το άγαλμά της.  Το έστησε εκεί ο Ικάριος, ο πατέρας της Πηνελόπης, γιατί η κόρη του σκέπασε σ` εκείνο το σημείο το πρόσωπό της από ντροπή, επειδή προτίμησε να φύγει από κοντά του, ακολουθώντας τον άνδρα της Οδυσσέα. Μετά τον γάμο του ζεύγους, ο Ικάριος ικέτευε την κόρη του να μείνει με τον άντρα της στη Σπάρτη, αλλά ο τελευταίος της ζήτησε να διαλέξει ανάμεσα στον πατέρα της και σε εκείνον, που θα έφευγε για την Ιθάκη. Η αιδώς ήταν η προσωποποίηση του αισθήματος που ένιωσε η Πηνελόπη. 



Η έκφραση αυτή εντοπίζεται σε παραινετικά κυρίως συμφραζόμενα της Ιλιάδας και διατυπώνεται με σκοπό να δημιουργήσει στους πολεμιστές το αίσθημα ότι θα μπορούσαν να στιγματιστούν δημόσια, αν υποχωρήσουν και δεν παραμείνουν πολεμώντας στο πεδίο της μάχης. Επειδή οι ήρωες είναι πάνω απ᾽ όλα άνθρωποι, που προτιμούν τα αγαθά της ειρήνης από τον πόλεμο, χρειάζονται στις κρίσιμες στιγμές την αιδώ, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της μάχιμης περίστασης.

Στην Ιλιάδα του Ομήρου συναντούμε τους ήρωες και των δύο στρατοπέδων, να κυριαρχείται η όλη τους μέριμνα από την αποφυγή της Ντροπής, να μην πράξουν κάτι για το οποίο θα ντρέπονται. «Γιατί τους κρατούσε η ντροπή και ο φόβος και φωνάζοντας ψύχωναν ο ένας τον άλλο, και προ παντός ο Νέστωρ ο Γερήνιος πάλι, ο φύλακας των Αχαιών... είπε: Φίλοι μου, φανείτε γενναίοι και ντραπείτε τους άλλους» (Ιλιάδα Ραψ. Ο. 657).
Σε άλλο σημείο της Ιλιάδας (Θ΄ 146) ο Νέστωρ υποδεικνύει στον Διομήδη ν’ αποφύγει εκείνη τη στιγμή τον Έκτορα, γιατί όλα έδειχναν την θεϊκή υποστήριξη προς αυτόν. Και ο γενναίος Διομήδης μόνο στην ιδέα να χαρακτηρισθεί δειλός, τον πιάνει κρύος ιδρώτας της Αιδούς!
{Καλύτερα να με σκεπάσει η γη παρά να δώσω το δικαίωμα στον Έκτορα να πει πως τον φοβήθηκα κι έφυγα}.
Έτσι, στην όγδοη ραψωδία της Ιλιάδας, καθώς οι Τρώες έχουν εισορμήσει απειλητικά στο στρατόπεδο των πανικοβλημένων Αχαιών και ο Έκτορας απειλεί να κάψει τα καράβια τους, ο Αγαμέμνονας επιχειρεί να αναπτερώσει το ηθικό των στρατιωτών του επικρίνοντάς τους (Θ 228-235):

(από αριστερά εικονίζονται με τη σειρά: Μενέλαος, Πάρις, Διομήδης, Οδυσσέας, Νέστορας, Αχιλλέας, Αγαμέμνονας)

{Ντροπή [αιδώς], Αργείοι, ρεζίληδες, ομορφονιοί! Πού πήγαν οι καυχησιές σας, όταν λέγαμε πως είμαστε πολύ γενναίοι, αυτές που διαλαλούσατε στη Λήμνο, καυχησιάρηδες, την ώρα που τρώγατε κρέατα πολλά βοδιών που έχουν κέρατα ολόρθα, και πίνατε κρατήρες γεμάτους ως επάνω από κρασί, πως ο καθένας σας στον πόλεμο θα σταθεί αντίκρυ σε εκατό και διακόσιους Τρώες. Τώρα δεν μπορούμε να τα βάλουμε ούτε με έναν, τον Έκτορα, που γρήγορα θα κάψει τα καράβια μας με καυτερή φωτιά.}
Ο Αίας ο Τελαμώνιος απευθυνόμενος στους Αχαιούς λέει:
«Αγαπητοί μου, φανείτε άνδρες και βάλτε την ντροπή μέσα σας, κι ας ντρέπεστε ο ένας τον άλλον στις σκληρές μάχες. Και μεταξύ των ανδρών που νοιώθουν ντροπή, οι περισσότεροι είναι ζωντανοί παρά σκοτωμένοι, όταν όμως φεύγουν, ούτε δόξα ξεφυτρώνει γι’ αυτούς ούτε καμία προστασία».


Το αντίο του Έκτορα στην Ανδρομάχη

Εξ άλλου αυτός ο πόλεμος ο Τρωικός ως αιτία είχε και αφορμή την Αιδώ όλων των Αχαιών λόγω της προσβλητικής συμπεριφοράς του Τρώα πρίγκηπα Πάρη.
Στην έκτη ραψωδία της Ιλιάδας ο Έκτορας, υποκινούμενος από το αίσθημα της αιδούς, αρνείται να υπακούσει στις φρόνιμες συμβουλές της γυναίκας του Ανδρομάχης, που τον προτρέπει (Ζ 407-439), στο όνομα του παιδιού τους και της συζυγικής τους σχέσης, να μην αντιμετωπίσει τους Αχαιούς και τον Αχιλλέα έξω από τα τείχη της Τροίας αλλά μέσα, πάνω στις επάλξεις του κάστρου μαζί με τους συμπολεμιστές του. Όμως, για τον Έκτορα η υπεράσπιση της πόλης του σημαίνει να θυσιαστεί πολεμώντας γενναία στην εμπροσθοφυλακή της μάχης, έξω από τα τείχη της Τροίας, γιατί μόνον έτσι θα κερδίσει μεγάλη δόξα Ο Έκτορας, κατανοώντας τον πόνο της γυναίκας του, υποστηρίζει κατ᾽ αρχάς ότι το συναίσθημα της αιδούς απέναντι στον λαό του, ο οποίος θα μπορούσε να τον θεωρήσει δειλό (κακόν), τον υποχρεώνει να μην υπακούσει στα λόγια της .Όλα τ᾽ άλλα, λέει στη γυναίκα του, είναι για τους κακούς (Ζ 441-446):
{Κι εγώ, γυναίκα, τα συλλογίζομαι όλα τούτα, μα ντρέπομαι [αἰδέομαι] φοβερά τους Τρώες και τις Τρωαδίτισσες με τα συρτά φορέματα, να γυρέψω να φύγω μακριά από τον πόλεμο σαν δειλός, Ούτε η ψυχή μου το λέει, γιατί έμαθα να είμαι γενναίος και να πολεμώ πάντα μέσα στους πρώτους ανάμεσα στους Τρώες, κερδίζοντας μεγάλη δόξα για τον πατέρα μου και για μένα τον ίδιο.}


Η απουσία της αιδούς συνεπάγεται τη δικαιολογημένη αποδοκιμασία των άλλων, που παίρνει συχνά τη μορφή του θυμού ή της αγανάκτησης και δηλώνεται ως νέμεσις. 

Η ρηματική ενέργεια της νεμέσεως δηλώνεται με το ρήμα νεμεσσάω< οργίζομαι, θυμώνω>. 

Ενώ η αιδώς αποτρέπει κατά κύριο λόγο κάποιον από το να ενεργήσει ανάρμοστα σε μια συγκεκριμένη περίσταση, η νέμεσις τον παροτρύνει να προσβάλει όσους στερούνται την αιδώ. 

Όταν, αντίθετα, κάποιος αισθάνεται ότι με τις ανάρμοστες πράξεις του ενδέχεται να υποκινήσει την οργή (τη νέμεσιν) των άλλων προς το πρόσωπό του, τότε διαθέτει αξιοπρέπεια, φιλότιμο, αιδώ. Έτσι, η νέμεσις των άλλων προκαλεί την αιδώ. 
Η σχέση αιδούς και νεμέσεως είναι συμπληρωματική, γι᾽ αυτό και συχνά στο έπος εμφανίζονται μαζί.

Ο Ποσειδώνας, όπως προηγουμένως ο Αγαμέμνονας, επιχειρεί να δώσει κουράγιο στους πανικοβλημένους Αχαιούς, καλώντας τους να συναισθανθούν αιδώ και νέμεση (Ν 121-124): 

{Μόνο βάλτε καθένας σας ντροπή [αιδώ] και φιλότιμο [νέμεση] μέσα σας, γιατί μεγάλη μάχη έχει σηκωθεί κιόλας. Ο βροντόφωνος Έκτορας πολεμά τώρα πια κοντά στα καράβια μας, όλος δύναμη, και έσπασε πόρτες και το μεγάλο σύρτη.}

Το νεοελληνικό «φιλότιμο» στη συγκεκριμένη περίπτωση σημαίνει ότι οι πολεμιστές οφείλουν στις κρίσιμες στιγμές να συναισθάνονται ότι θα κατηγορηθούν δειλοί, αν δεν ανταποκριθούν στις επιταγές της μάχης. Εξάλλου, τη νέμεση των συμπολεμιστών του φοβάται σε μια στιγμή αδυναμίας ο Μενέλαος, όταν, πάνω από το σώμα του νεκρού Πάτροκλου και υπό την άμεση απειλή του Έκτορα, διχάζεται ανάμεσα σε δύο επιλογές (Ρ 91-95): 

{Αλίμονο σε μένα, αν αφήσω τα όμορφα όπλα και τον Πάτροκλο, που κείτεται εδώ για τη δική μου την τιμή, φοβούμαι μήπως κανένας από τους Δαναούς, αν τύχει και με δει, θυμώσει [νεμεσήσεται] μαζί μου· αν όμως πάλι, έτσι μόνος που είμαι, πολεμήσω με τον Έκτορα και με τους Τρώες από ντροπή [αἰδεσθείς], μήπως με περικυκλώσουν εμένα τον ένα πολλοί.}

Ο ήρωας καλείται στην προκειμένη περίπτωση να διαλέξει ένα από τα δύο: ή να εγκαταλείψει τα όπλα και το σώμα του Πάτροκλου κινδυνεύοντας να δεχθεί την οργή των συμπολεμιστών του (τη νέμεση)· ή από ντροπή προς τους Αχαιούς (αἰδεσθείς) να μείνει στο πεδίο της μάχης, με κίνδυνο όμως να χάσει τη ζωή του. Η αιδώς κατά κάποιον τρόπο επιδιώκει να ματαιώσει τη νέμεση, η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να είναι απόλυτα δικαιολογημένη, εφόσον ο νεκρός Πάτροκλος θυσιάστηκε για την τιμή του Μενελάου.
Επομένως, η αιδώς δεν αποτελεί μόνο κίνητρο για να εμπλακεί ο πολεμιστής στη μάχη, αλλά είναι και αφορμή υπεράσπισης της τιμής των φίλων του.

Επειδή η αιδώς μέσω της νεμέσεως λειτουργεί ανασταλτικά στην ανεξέλεγκτη δράση, συνδυάζεται συχνά με αισθήματα, όπως είναι: η έκπληξη, ο θαυμασμός, ο σεβασμός που εμπνέει τον φόβο προς κάποιον ανώτερο, η συμπάθεια ή ο οίκτος, και ο έλεος, κυρίως προς τους «ξένους» και τους ικέτες, που βρίσκονται σε ανίσχυρη θέση και χρειάζονται βοήθεια.
Η αιδώς αποτρέπει τον ισχυρό (οικοδεσπότη ή ικετευόμενο) από το να βλάψει τον ανυπεράσπιστο (ξένο ή ικέτη του)· διαφορετικά ενδέχεται η αφιλόξενη ή ανελέητη συμπεριφορά του να αποκαλυφθεί δημόσια, υποκινώντας την εκδίκηση των θεών. Ο ικέτης από την άλλη μεριά, προκαλεί τον δυνατό να θεωρήσει, συνειδητοποιώντας την αξιοθρήνητη κατάσταση του άλλου (ξένου ή ικέτη), ότι τα ξένα βάσανα θα μπορούσαν να αφορούν και δικούς του, ή να γίνουν και δικά του.
Έτσι, αιδώς και έλεος, στα συμφραζόμενα της ξενίας ή/και της ικεσίας, συνιστούν αφορμές για συναισθητική σύγκλιση ανάμεσα στον ξένο/ικέτη και στον ξενιστή/ικετευόμενο - σχέση που, με τα παρεπόμενα ενδεχόμενα της προσφοράς φαγητού, των δώρων/λύτρων και του ύπνου, αποτελεί μια μορφή φιλότητος.




Στον πόλεμο της Ιλιάδας όλες οι ικετευτικές εκκλήσεις για αιδώ και έλεος των ανυπεράσπιστων ικετών αντιπάλων (που ανήκουν όλοι στην παράταξη των Τρώων) απορρίπτονται, μαζί με τα προσφερόμενα άποινα, από τους ικετευόμενους, οι οποίοι εξοντώνουν τα ανυπεράσπιστα θύματά τους με ανελέητο τρόπο.
Στην αρχή του έπους, ενώ όλοι οι Αχαιοί ζητούν από τον Αγαμέμνονα να σεβαστεί (αἰδεῖσθαι, Α 23) τον γέροντα ιερέα Χρύση και τα αμέτρητα λύτρα που προσφέρει για να πάρει πίσω την κόρη του, ο βασιλιάς των Αχαιών διώχνει τον σεβάσμιο γέροντα ικέτη απειλώντας τον με θάνατο.
Στον επίλογο της Ιλιάδας το προηγούμενο αρνητικό σκηνικό αντιστρέφεται. Εξάλλου, η απώλεια της αιδούς και του ελέους εκ μέρους του Αχιλλέα υποκινεί τη λύτρωση του ατιμασμένου νεκρού Έκτορα. Πρώτα ο Απόλλωνας, διαμαρτυρόμενος στους ολυμπίους, κατηγορεί τον Αχιλλέα για τον «αναιδή» και ανελέητο τρόπο με τον οποίο προσβάλλει το σώμα του αντιπάλου του, λέγοντας (Ω 44-45):

{Έτσι ο Αχιλλέας την έχασε τη συμπόνια [ἔλεον] μέσα του, και ούτε νιώθει ντροπή [αἰδώς], που πολύ ζημιώνει ή ωφελεί τους ανθρώπους.}

Λίγο μετά, όταν ο Πρίαμος ικετεύει τον Αχιλλέα να του επιστρέψει τον μονάκριβο, νεκρό του γιο, τον καλεί να σεβαστεί τους θεούς αλλά και, φέρνοντας στη θύμησή του τον δικό του πατέρα Πηλέα, να λυπηθεί τον γέροντα βασιλιά (Ω 503-506):

{Όμως σεβάσου [αἰδεῖο] τους θεούς, Αχιλλέα· θυμήσου τον πατέρα σου και λυπήσου [ἐλέησον] εμένα· εγώ είμαι πιο αξιολύπητος [ἐλεεινότερος]· βάσταξα πράγματα, που κανένας άλλος θνητός πάνω στη γη δεν τα βάσταξε ως τώρα, να φέρω στο στόμα μου τα χέρια του ανθρώπου που σκότωσε τα παιδιά μου.}


Γενικότερα, η αιδώς συντηρεί κάθε είδους φιλότητα (κοινωνική, ακόμη και ερωτική). Η έλλειψη της αιδούς οδηγεί κάποιο πρόσωπο στην ύβρη αλαζονική συμπεριφορά, που, καθώς υπερβαίνει τα επιτρεπτά όρια, προσβάλλει την τιμή των άλλων. Η αιδώς είναι μια πολύπλευρη ηθική έννοια που νοείται ως αίσθημα ντροπής, ως αίσθημα προφύλαξης της τιμής του ατόμου μέσα από τον σεβασμό για τον εαυτό του, και ως σεβασμός προς τους άλλους ανθρώπους. 

Η αιδώς ήταν ένας εσωτερικός μηχανισμός που συγκρατούσε τον άνθρωπο ώστε να μην κάνει το κακό, προκαλούσε συναισθήματα φόβου και ντροπής μπροστά στην προοπτική να κάνει κάτι σε βάρος των άλλων. Το άτομο συναισθανόμενο ντροπή για τις πράξεις του, που παρεκκλίνουν από τα κοινωνικώς αποδεκτά πρότυπα, διαφυλάττει την τιμή και την αξιοπρέπειά του, ενώ παράλληλα εκφράζει μέσω αυτού του αισθήματος και το σεβασμό για τους συνανθρώπους του. 

Ο σεβασμός προς τους άλλους σημαίνει τόσο την εκτίμηση για τη γνώμη που σχηματίζει ο άλλος άνθρωπος, όσο και την αποφυγή προσβολής ή ενόχλησης του άλλου. 

Αιδώς - θα λέγαμε τελικά - είναι η ηθική συνείδηση και το ηθικό συναίσθημα, είναι η κυρίαρχη τιμωρός δύναμη όλων των γενναίων ανδρών. Ένας πανάρχαιος άγραφος Νόμος των Ελλήνων, στον οποίον πειθαρχούσαν αγογγύστως όλοι εκείνοι που ένοιωθαν υπεύθυνα άτομα, υπεύθυνοι ηγέτες, άξιοι προς μίμηση. 
________________________________________________________

Πηγές: 
Λ. Πόλκας (Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών)
-Κωνσταντίνος Μάντης
-Α. Μπαγιόνας
-Πολύβιος Μαργιάς
-Live-Pedia


  Scholeio.com  


Η Μνήμη και η Δύναμή της, το ΑρχαίοΕλληνικό Σύστημα


Ξεφυλλίζοντας τις σύγχρονες ανατυπώσεις κειμένων των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, τα λιγοστά και αποσπασματικά "απομεινάρια" ενός ολόκληρου κόσμου και ενός σώματος γνώσης -που μας πληγώνει να σκεφτόμαστε ότι κάποτε ήταν ενιαίο- δεν είναι λίγες οι φορές που νιώθουμε τη σκέψη μας να "μουδιάζει".

Αν αποτολμούσαμε να εξετάσουμε συνολικά τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, η κυρίαρχη διαπίστωση στην οποία θα καταλήγαμε, θα ήταν ότι πρόκειται για ένα δημιούργημα πνευματικά ανώτερο, την αντανάκλαση της συλλογικής σκέψης πολλών ξεχωριστών διανοιών, οι οποίες για κάποιο "άγνωστο" λόγο, συνυπήρξαν στον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.

Τότε, όμως, θα οδηγούμασταν σε ένα άλλο, εξίσου αφοπλιστικό ερώτημα, ποιοι δηλαδή ήταν οι ιδιαίτεροι εκείνοι παράγοντες, οι οποίοι συνέτειναν στη σχεδόν ταυτόχρονη, ενσάρκωση, όλων αυτών των ανώτερων διανοιών στον ελληνικό χώρο; Κάποιοι εικάζουν ότι ήταν η γλώσσα. (Ή και το καθεστώς δημοκρατίας που επικρατούσε). Ίσως πάλι όχι. Ή τουλάχιστον όχι μόνο.

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ, 
Οι Υπεράνθρωπες Εγκεφαλικές Ικανότητες και
το Σύστημα των Αρχαίων Ελλήνων

«Οι ασκήσεις της Μνήμης αποτελούν ενδυνάμωση της Ψυχής»
                                                                                  Πλωτίνος «Περί Αισθήσεως και Μνήμης

Ο συσχετισμός της άσκησης της μνήμης με τη λειτουργία των δομών του εγκεφάλου και την ενεργοποίηση πολλαπλών κέντρων του. 
Ποια η σχέση της μνημονικής τέχνης με την αστρονομία, τα ομηρικά έπη, τον νου, την ψυχή και το "διαλογίζεσθαι";
Υπάρχουν πραγματικά πολλές ενδείξεις ότι οι εκπληκτικές -σχεδόν υπεράνθρωπες- αυτές εγκεφαλικές ικανότητες των δημιουργών του ελληνικού πολιτισμού, καλλιεργούνταν κατά τη μακρινή αρχαιότητα, και μάλιστα σύμφωνα με μία πολύ συγκεκριμένη μέθοδο, η οποία μεταγενέστερα επικράτησε να αναφέρεται ως Μνημονική Τέχνη.

Δεν αποκλείεται, επίσης, και η ίδια η μαθηματικά δομημένη, "μνημονική" ελληνική γλώσσα, να αποτελεί, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, απλή προέκταση των ανώτερων διανοητικών ικανοτήτων που καλλιεργούνταν μέσω της μακροχρόνιας και επίμονης εξάσκησης του νου, στο προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης.

Την Τέχνη της Μνήμης, της οποίας τα ίχνη χάνονται στις "σκοτεινές" εποχές πολύ πριν από τα ομηρικά χρόνια, τη συναντάμε σε συχνές αναφορές σε ολόκληρη την κλασική και ελληνιστική αρχαιότητα, ενώ αργότερα την παρακολουθούμε να διαδίδεται και στο λατινικό χώρο, όπου και προσωρινά ατονεί ιδίως μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού και τη γενικότερη πνευματική "παρακμή" της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, για να αναβιώσει αρκετούς αιώνες αργότερα, την εποχή του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.

Η παρατήρηση ότι όλες οι αναφορές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στην Τέχνη της Μνήμης είναι σχετικά σύντομες, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εξάσκηση της στα αρχαία χρόνια ήταν σε τέτοιο βαθμό διαδεδομένη, ώστε να θεωρείται "περιττή" μια πιο λεπτομερειακή αναφορά σε αυτήν (σε αντίθεση π.χ. με τα μαθηματικά).
Το γεγονός δε ότι η εξάσκηση της δεν ανακόπηκε μετά τη διάδοση της γραφής (ούτε καν μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας, κατά τα πρωί μα χρόνια της Αναγέννησης), μας κάνει να "υποψιαζόμαστε" ότι πρόκειται για πολλά παραπάνω από ό,τι η ονομασία "Μνημονική Τέχνη" αφήνει να εννοηθεί.

Πρόκειται για μια μέθοδο "εσωτερικής γραφής" -"αποτύπωσης", όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αριστοτέλης "των εννοιών με τη μορφή εικόνων στις κέρινες πλάκες της ψυχής"(!)- η οποία επιτρέπει στον ασκούμενο την ανάκληση κάθε είδους πληροφορίας, σαν να ξεφυλλίζει τις σελίδες ενός βιβλίου.
Αυτή η σχολαστική οργάνωση και ταξινόμηση των ιδεών, των εννοιών και των πληροφοριών στον ανθρώπινο νου με την, μη δεσμευτική για τη σκέψη, μορφή των εικόνων, επιτρέπει την αλληλεπίδραση και το συσχετισμό τους σε ένα επίπεδο κατά πολύ βαθύτερο από αυτό της συνηθισμένης σκέψης.


Με αυτόν τον τρόπο, διευκολύνεται η παραγωγή πρωτότυπων ιδεών, οι οποίες φαίνονται να προέρχονται από "έμπνευση", καθώς το λογικό μέρος του νου (που λειτουργεί με το λόγο), δεν παρεμβάλλεται στη νοητική διαδικασία, επιτρέποντας ενδεχομένως στην ανθρώπινη διάνοια να συντονιστεί σε κάποιες συχνότητες, κατά τις οποίες γίνεται εφικτή η αλληλεπίδραση της με κάποιο είδος "μορφογενετικού πεδίου" συμπαντικής γνώσης!


Η ξεχασμένη τέχνη της Ελληνικής αρχαιότητας

Άρρηκτα δεμένη με κάθε ρητορική μάθηση αλλά και με την (προφορική) διάδοση της Μυθολογίας και της Ιστορίας (πολλές φορές έμμετρα!), μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η καλλιέργεια της μνημοτεχνικής γνώρισε ευρύτατη διάδοση σε ολόκληρο τον ελλαδικό (καθώς και τον αιγυπτιακό) χώρο, πολλούς αιώνες πριν την ανακάλυψη οποιουδήποτε είδους γραφής!

Μνήμες από τις μακρινές εκείνες εποχές της αρχαιότητας μας μεταφέρει ο Πλάτωνας στο διάλογο "Φαίδρος", όπου με έκπληξη παρατηρούμε τον θρυλικό για τη σοφία του βασιλέα των αιγυπτιακών Θηβών, Θαμού - Άμμωνα, να επιπλήττει τον Θευθ για την ανακάλυψη της γραφής, λέγοντας του: 

«Ανόητε! Με το δώρο σου οι άνθρωποι θα χάσουν το θείο δώρο της Μνήμης και θα εξαρτηθούν από εξωτερικά σύμβολα. Πρόσφερες έτσι στους μαθητές σου την επίφαση της σοφίας, όχι την ίδια τη σοφία. 
Τώρα πια όλοι οι πολυδιαβασμένοι καθηγητές θα περνάνε για σοφοί και δεν θα ξέρουν ότι είναι απλά δοκησίσοφοι.. ότι με το διάβασμα απλά έχουν έχουν εκφυλίσει μέσα τους την ικανότητα της θείας σοφίας...
Τους αποδίδεις μια ικανότητα αντίθετη από εκείνη την οποία πραγματικά κατέχουν.  Γιατί αυτή η εφεύρεση (η γραφή) θα προκαλέσει τη λήθη στα μυαλά όσων μάθουν να την εξασκούν, επειδή δεν θα καλλιεργούν πλέον τη μνήμη τους! 
Η εμπιστοσύνη τους στη γραφή -η οποία θα προέρχεται πλέον από εξωτερικούς χαρακτήρες, που δεν αποτελούν μέρος των εαυτών τους (δεν θα αποτελεί δηλαδή μέρος της ψυχής τους, κατά τον Πλάτωνα)- θα αποθαρρύνει τη χρήση της ίδιας της μνήμης τους μέσα τους.  Ανακάλυψες το φάρμακο όχι της μνήμης, αλλά της υπενθύμισης».

Στην Τέχνη της Μνήμης, γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ μνήμης, υπενθύμισης και ανάμνησης, με την ανάκληση των πληροφοριών να αποτελεί τη συνειδητή προσπάθεια κάποιου να "βρει το δρόμο του ανάμεσα στα περιεχόμενα της μνήμης του". 
Αυτό καθίσταται δυνατό με τη βοήθεια δύο βασικών -συμπληρωματικών μεταξύ τους- νοητικών αρχών, του συνειρμού (χτίζουμε τις νέες γνώσεις πάνω στις παλιές) και της ακολουθίας (της αλληλένδετης δηλαδή σειράς κατά την οποία αποτυπώνονται οι εικόνες στη νόηση).

Γενικά, θα λέγαμε ότι οι απόψεις του Αριστοτέλη για τις διαδικασίες μνήμης και ανάμνησης είναι σύμφωνες με τις αρχές μάθησης, όπως τις εκφράζει στο "περί Ψυχής". Η προερχόμενη από τις αισθήσεις αντίληψη, μετατρέπεται από τη φαντασία σε εικόνες, οι οποίες "τροφοδοτούν" τις νοητικές λειτουργίες:

. «Η φαντασία παίζει δηλαδή το ρόλο "διαμεσολαβητή" ανάμεσα στην αντίληψη και τη σκέψη» και
. «Είναι αδύνατο για την ψυχή να σκεφτεί χωρίς την ύπαρξη κάποιας νοητής εικόνας», φαίνεται να είναι απόλυτα σύμφωνη και να αιτιολογεί την επιλογή (μνημονικών) εικόνων και τόπων κατά την εξάσκηση της μνημονικής τέχνης της αρχαιότητας. 


«Μπορούμε να σκεφτούμε όποτε επιλέξουμε», παρατηρεί ο σοφός δάσκαλος της αρχαιότητας, «επειδή είναι δυνατό να επαναφέρουμε τα πράγματα στο μυαλό μας, ακριβώς όπως εκείνοι που ασκούν τη μνημοτεχνική, κατασκευάζουν εικόνες»...


Η πλατωνική "ανάμνηση της ψυχής"


Αν η μνήμη αποτελεί για τον Αριστοτέλη φυσική νοητική διαδικασία, για τον Πλάτωνα δεν είναι παρά ανάμνηση της ψυχής από τον Κόσμο των Ιδεών. Ξεπερνώντας, ωστόσο, την "επιφανειακή" αυτή διαφορά, μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε ότι οι απόψεις του Πλάτωνα συμπληρώνουν αυτές του Αριστοτέλη, επιτρέποντας μας να ανασυνθέσουμε μια σχετικά ολοκληρωμένη εικόνα για τη μνημονική τέχνη στην ελληνική αρχαιότητα, της οποίας και οι δύο ήταν μέτοχοι.

Στο διάλογο Θεαίτητο βρίσκουμε το Σωκράτη να χρησιμοποιεί για την ψυχή την ίδια παρομοίωση, ότι δηλαδή αυτή αποτελείται από ένα υλικό σαν κερί, στο οποίο οι ιδέες αποτυπώνονται με τη μορφή εικόνων και αποτελεί το δώρο της Μνημοσύνης, της μητέρας των Μουσών, στους ανθρώπους.

Στο διάλογο Φαίδων αναπτύσσεται η θεωρία ότι, καθώς είναι αδύνατο να αντιληφθούμε κάτι το οποίο δεν έχει καμία σχέση με εμάς, αναγκαστικά κάθε μάθηση/γνώση είναι έμφυτη στην ψυχή μας. Αντιλαμβανόμαστε π.χ. το δίκαιο ή το άδικο, επειδή η ψυχή μας είναι εξοικειωμένη με την έννοια της δικαιοσύνης από την προηγούμενη ύπαρξη της στον Κόσμο των Ιδεών, πριν ενσαρκωθεί στο σώμα μας.

Στον "Φαίδρο", όπου ο Πλάτων εκθέτει την άποψη ότι η ρητορική τέχνη πρέπει να υπηρετεί μόνο την αλήθεια, επικρίνοντας τους σοφιστές, γίνεται φανερό ότι θεωρεί "βλάσφημη" τη χρήση της μνημοτεχνικής (ως μέρος της διδασκαλίας της ρητορικής τέχνης), για την εξυπηρέτηση των ψευδών συμπερασμάτων των σοφιστών.

Μπορεί στο έργο του Πλάτωνα να μη βρίσκουμε κάποια συγκεκριμένη περιγραφή των αρχών της μνημονικής τέχνης, οι ιδέες του όμως φαίνονται να είναι διαποτισμένες με αυτήν, εκφράζοντας όλη την αισιοδοξία και τη βεβαιότητα ότι η σοφία βρίσκεται ήδη μέσα μας και το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να την αφουγκραστούμε προσεκτικά.

Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι στον Πλάτωνα χρωστάμε και την πολύτιμη διάσωση της ανάμνησης ότι η Τέχνη της Μνήμης, η "εσωτερική" δηλαδή γραφή των πληροφοριών, προϋπήρξε της κανονικής γραφής. 
Άλλωστε, οι πλατωνικές Ιδέες ήταν που (όπως θα δούμε και στη συνέχεια) ενέπνευσαν την "αναβίωση" της Τέχνης της Μνήμης στις περιόδους του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.




Μία ανεκτίμητη πηγή από τη λατινική γραμματεία: τα "χαμένα" κομμάτια του παζλ

Την περίοδο 86-82 π.Χ., κάποιος άγνωστος καθηγητής της ρητορικής τέχνης στη Ρώμη, ολοκλήρωνε για τους μαθητές του μια πραγματεία, η οποία έμελλε να μείνει στην Ιστορία με το όνομα του προσώπου στο οποίο αφιερωνόταν, κάποιον (επίσης άγνωστο) Ερέννιο (Ad Herennium).

Η αξία του συγκεκριμένου έργου, είναι για τους σύγχρονους ερευνητές της Τέχνης της Μνήμης πραγματικά ανεκτίμητη, καθώς πρόκειται ουσιαστικά για τη μοναδική σχετικά ολοκληρωμένη πηγή, αναφορικά με το προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης, η οποία ευτυχήσαμε να φτάσει ακέραιη ως τις μέρες μας από τον αρχαίο κόσμο.

«Υπάρχουν δύο είδη μνήμης», αναφέρει ο ανώνυμος συγγραφέας σε αυστηρά ακαδημαϊκό ύφος και ύστερα από εκτενή ανάλυση των μερών της ρητορικής τέχνης, «η φυσική και η τεχνητή. * Η φυσική μνήμη, είναι εκείνη η οποία χαράσσεται στο νου μας ταυτόχρονα με τη σκέψη. * Η τεχνητή μνήμη ενδυναμώνεται και στερεοποιείται με την εκπαίδευση».

Στη συνέχεια, ο ανώνυμος συγγραφέας παραθέτει πλήθος παντελώς άγνωστων στην εποχή μας ελληνικών πηγών για τη διδασκαλία της μνημοτεχνικής, προτού επανέλθει στην περιγραφή της τεχνητής μνήμης, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Η τεχνητή μνήμη απαρτίζεται από τόπους και εικόνες. Ως (μνημονικός) τόπος (locus), θεωρείται ένα μέρος (όπως π.χ. ένα κτίριο), το οποίο μπορεί εύκολα να αποτυπωθεί στη μνήμη, ενώ οι (μνημονικές) εικόνες (imagines) απαρτίζονται από μορφές, σύμβολα ή αγάλματα των εννοιών που θέλουμε να απομνημονεύσουμε»! 

Παρατηρούμε ότι σήμερα θα μπορούσαμε να αντιστοιχίσουμε αυτούς τους τόπους με τους «virtual τόπους» ή τις τοποθεσίες/φακέλους ενός κυβερνοχώρου.

Η Τέχνη της Μνήμης παρουσιάζεται και εδώ ως μια μέθοδος εσωτερικής γραφής, της οποίας οι ασκητές "καταγράφουν" νοητικά ό,τι τους υπαγορεύεται και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να το "διαβάσουν" από τη μνήμη τους. 


«Γιατί οι "τόποι" είναι σαν τις κέρινες πλάκες ή τους παπύρους, οι εικόνες είναι σαν τα γράμματα, η οργάνωση και η διάταξη των εικόνων είναι σαν το κείμενο και η παράδοση (του κειμένου) είναι σαν την ανάγνωση»!

Οι μαθητευόμενοι στην Τέχνη της Μνήμης καλούνται να δείξουν ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή των "τόπων". Πρέπει να εφοδιάσουν τη μνήμη τους με μεγάλο αριθμό τέτοιων τόπων, έτσι ώστε να μπορούν να συγκρατούν μεγάλο όγκο πληροφοριών.

Οι τόποι αυτοί (οι οποίοι μπορούν να είναι και φανταστικοί, δηλαδή, να μην είναι αναπαραστάσεις υπαρκτών χώρων) πρέπει να αποτυπωθούν στη σκέψη των ασκούμενων με κάθε λεπτομέρεια, να είναι επαρκώς φωτισμένοι (ώστε όλες οι εικόνες να είναι "ευανάγνωστες"), να είναι ευρύχωροι αλλά σαφώς οριοθετημένοι (ώστε να μπορούν να τοποθετηθούν σε αυτούς πλήθος μνημονικών αντικειμένων) και φυσικά να είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, αποτελώντας ένα ενιαίο σύνολο (ώστε οι μαθητευόμενοι της μνημονικής τέχνης να μπορούν να μετακινηθούν άνετα σε αυτούς προς όποια κατεύθυνση επιθυμούν).

Μερικές σκέψεις για τη χρονολόγηση της μεθόδου

Το "πολύτιμο" κείμενο Ad Herennium φαίνεται να βάζει τα πράγματα σε μια σειρά, όσον αφορά την αναζήτηση των αρχών της "χαμένης" Τέχνης της Μνήμης. Όμως οι "εκπλήξεις" από το "Ad Herennium" δεν σταματούν στα όσα ήδη αναφέραμε. Στη συνοπτική του αναφορά στη "μνήμη των λέξεων", ο ανώνυμος ρητοροδιδάσκαλος, προβαίνει στο ακόλουθο σχόλιο:


«Γνωρίζω ότι οι περισσότεροι από τους Έλληνες, οι οποίοι έχουν γράψει αναφορικά με τη Μνήμη, ακολούθησαν την οδό της παράθεσης εικόνων που ανταποκρίνονται σε πολλές λέξεις (έννοιες-verba), έτσι ώστε όσοι θα επιθυμούσαν να απομνημονεύσουν αυτές τις εικόνες, θα τις είχαν έτοιμες χωρίς να κοπιάζουν στην αναζήτηση τους».  Ad Herennium

Ακριβώς έτσι, δεν ήταν και οι πρώτες μορφές γραφής; 
Συγκεκριμένες εικονομορφικές συμβολικές αναπαραστάσεις (π.χ. ιερογλυφικά), οι οποίες χρησιμοποιούνταν για να αποδώσουν πολλαπλά παρεμφερή νοήματα; Μήπως το συγκεκριμένο απόσπασμα επιβεβαιώνει τον "μύθο" του Πλάτωνα για την προΰπαρξη μιας "εσωτερικής", μνημονικής γραφής στην ψυχή των ανθρώπων, την οποία διαδέχτηκε η γραφή που όλοι γνωρίζουμε;

Οι εικόνες στις οποίες αναφέρεται εδώ ο συγγραφέας φαίνονται να είναι οι ίδιες αναπαραστάσεις που βρίσκουμε διάσπαρτες στον αρχαίο κόσμο (π.χ. στον αινιγματικό "δίσκο της Φαιστού" ή στις "ιερογλυφικές γραφές της Αιγύπτου, κ.α.), εξέλιξη των οποίων αποτέλεσαν και τα πρώτα είδη γραφής.

Είναι πολύ πιθανό στο συγκεκριμένο απόσπασμα να βρίσκεται η ατράνταχτη απόδειξη ότι η γραφή προήλθε από παραφθορά των συμβόλων που χρησιμοποιούνταν κατά την εξάσκηση της Τέχνης της Μνήμης, για την οποία, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι διδασκόταν συστηματικά επί χιλιετίες πριν την ύπαρξη γραφής!

Στο τεύχος 130 (Φεβρουάριος 2005) το ΤΜ δημοσίευσε άρθρο, βασισμένο στις έρευνες των Φλόρενς και Κένεθ Γουντ, το οποίο αποδείκνυε ότι ο Όμηρος περιγράφοντας τα γεγονότα του Τρωικού πολέμου, ουσιαστικά περιέγραφε τις κινήσεις των αστερισμών του ουρανού όπως φαίνεται από την Ελλάδα.

Αυτό που έδειξαν οι έρευνες των Γουντ ήταν ότι οι αστρονομικές πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο ομηρικό έπος αρχίζουν από το 8900 π.Χ., αν όχι πολύ παλαιότερα. Ήταν η εποχή κατά την οποία η εξαιρετικά αργή περιστροφική κίνηση του άξονα της Γης (wobbling), η οποία ευθύνεται για την εναλλαγή των "ζωδιακών εποχών", επανέφερε το άστρο του Σείριου στον ελληνικό ουρανό, μετά από απουσία 7.000 περίπου ετών.

Αν έχουν δίκιο οι Γουντ, αν δηλαδή η επιστροφή του Σείριου αποδίδεται συμβολικά στο έπος με την επιστροφή του "λαμπρότερου άστρου" -δηλαδή του Αχιλλέα- στη μάχη, τότε μια "μετριοπαθής" χρονολόγηση για την Τέχνη της Μνήμης (καθώς και για το ίδιο το ομηρικό έπος, το οποίο άλλωστε διασώθηκε μέσω αυτής), θα μας έδινε ως αφετηρία των ιστορικών πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο έπος, περίπου το έτος 8900 π.Χ.!

Όμως, η Ιλιάδα δεν αρχίζει με την επιστροφή του Αχιλλέα στη μάχη αλλά με τη "μήνιν" αυτού και την "αποχώρηση" του, η οποία, αν ακολουθήσουμε τη λογική, τις αποδείξεις και τα συμπεράσματα των Γουντ, πρέπει να συνέβη περίπου 7.000 χρόνια νωρίτερα, όταν το άστρο του Σείριου "αποχώρησε" και χάθηκε από το ελληνικό στερέωμα.



Είναι, λοιπόν, δυνατό η πρώτη αναφορά στην Τέχνη της Μνήμης, να ανάγεται στο 15900 περίπου π.Χ.; 

Αυτό δεν θα σήμαινε ότι η εσωτερική γραφή προϋπήρξε της εξωτερικής κατά τουλάχιστον 10.000 έτη; 
Και η συγκεκριμένη εκτίμηση, γίνεται σύμφωνα με τη χρονολόγηση της πινακίδας του Δισπηλιού της Καστοριάς (με τη μέθοδο του άνθρακα C14, η οποία ανήγαγε την έναρξη της γραφής στον ελληνικό χώρο στα 5260 π.Χ.), διαφορετικά, στον αριθμό αυτό θα χρειαστεί να προσθέσουμε και μερικές ακόμα χιλιάδες χρόνια.

Γιατί όχι; Εξάλλου, όπως φαίνεται και από το παραπάνω απόσπασμα, η "εσωτερική γραφή" αποτελεί επίσης μορφή γραφής, και μάλιστα πολύ πιο εξελιγμένης, καθώς η καλλιέργεια της απαιτεί από τον ασκούμενο την ανάπτυξη απίστευτων εγκεφαλικών ικανοτήτων διαλογισμού, οραματισμού, και φυσικά, μνήμης. Επίσης, δεν λείπει ούτε η βιβλιογραφία, ούτε οι αποδείξεις για την ύπαρξη της εν λόγω τέχνης.


. Αναλογιστείτε τις ατέλειωτες ώρες διαλογισμού και συστηματοποιημένης μνημοτεχνικής εξάσκησης που θα απαιτούνταν για να σχηματίσει κάποιος τους μνημονικούς τόπους και τις νοητές εκείνες εικόνες, ώστε να είναι σε θέση να απαγγείλει και τις 24 ραψωδίες της Ιλιάδας...Αναλογιστείτε το σύνολο της ελληνικής μυθολογίας, το οποίο διαμορφώθηκε πριν από την ύπαρξη γραφής καθώς και τον πλούτο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η οποία αναγκαστικά, επίσης προϋπήρξε της γραπτής της αναπαράστασης μέσω συμβόλων...

Αναμφίβολα, οι διάνοιες οι οποίες ανέπτυξαν και διατήρησαν τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, Μυθολογίας και Ιστορίας επί χιλιετίες χωρίς την ύπαρξη γραφής, όφειλαν να είναι εξασκημένες σε ένα μνημονικό σύστημα, αν όχι το ίδιο, τότε πολύ πιο εξελιγμένο, σύνθετο και απαιτητικό (όσον αφορά τη χρήση των διανοητικών τους ικανοτήτων) από αυτά της κλασικής και ρωμαϊκής περιόδου, που παρουσιάσαμε. Μήπως ένα σύστημα, το οποίο θα προϋπέθετε τη χρήση των 45.000 περίπου ορατών από τη Γη άστρων, ως μνημονικούς "τόπους";

Αξίζει να παραθέσουμε μια μικρή λεπτομέρεια, την οποία ελάχιστοι φαίνεται ότι γνωρίζουν: 
Τα 45 (μνημο-τεχνικά;) σύμβολα που "διακοσμούν" το δίσκο της Φαιστού (περίπου 1600 π.Χ.) δεν είναι εγχάρακτα, αλλά έχουν "αποτυπωθεί" σε πηλό με λίθινες σφραγίδες! Η ίδια αυτή τεχνική σήμερα, δεν αποκαλείται (όχι απλά γραφή, αλλά) "τυπογραφία";


Γίνεται πλέον ξεκάθαρο, ότι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο οι μακρινοί μας πρόγονοι δεν ανέπτυξαν νωρίτερα "εξωτερική" γραφή, είναι ότι, απλούστατα, δεν την είχαν ανάγκη... 
Δεν αποκλείεται μάλιστα, αν ποτέ καταφέρουμε να αποκρυπτογραφήσουμε τον δίσκο της Φαιστού, να αποκαλυφθεί ότι το "μυστηριώδες" περιεχόμενό του, το οποίο τόσο πολύ έχει προβληματίσει τους επιστήμονες, δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα απλό παιδικό τραγουδάκι ή ποίημα, για τους νεαρούς μαθητευόμενους της μνημονικής, "εσωτερικής" γραφής.

Άλλωστε, οι Έλληνες (και συγκεκριμένα οι Αθηναίοι) δεν ήταν που νίκησαν τους υπερανεπτυγμένους τεχνολογικά, αλλά διεφθαρμένους και αλαζόνες Άτλαντες, σύμφωνα με τον πλατωνικό "μύθο" στον "Κριτία";

Προσπαθήστε τώρα να θυμηθείτε την -αποδεκτή ως μόνη "ορθή" από την παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα- θεωρία περί ινδοευρωπαϊκής φυλής και γλώσσας, που διδαχθήκαμε όλοι στα σχολεία και τα πανεπιστήμια (και η οποία εξακολουθεί να διδάσκεται, σχεδόν αυθαίρετα), και αποφασίστε ποια σας φαίνεται πιο πειστική...

Ο άγνωστος εκείνος δάσκαλος της ρητορικής και της μνήμης προτείνει επίσης να εφοδιάσουμε νοητά κάθε πέμπτο τόπο με ένα χαρακτηριστικό αντικείμενο (π.χ. ένα χρυσό χέρι) και κάθε δέκατο (decimus) με τη μορφή ενός οικείου μας προσώπου, προκειμένου να μην κάνουμε λάθος στη σειρά σύνδεσης τους. Οι τόποι αυτοί δεν πρέπει να μοιάζουν μεταξύ τους, καθώς ενδέχεται να τους μπερδέψουμε στη σκέψη μας.

Όσον αφορά τις εικόνες, ο συγγραφέας του "Ad Herennium", τις διακρίνει σε δύο κατηγορίες, μία για τα πράγματα (res) και μία άλλη για τις λέξεις-έννοιες (verba). Η απομνημόνευση των πραγμάτων (memoria rerum) είναι σχετικά απλή και ο ασκούμενος μπορεί να την τελειοποιήσει σύντομα και χωρίς μεγάλη δυσκολία.

Αντίθετα, η απομνημόνευση των λέξεων-εννοιών (memoria verborum), η ικανότητα δηλαδή να ανακαλούμε στη μνήμη μας (όπως οι ποιητές της αρχαιότητας) ολόκληρα κείμενα, είναι πολύ πιο σύνθετη και απαιτεί μακροχρόνια εξάσκηση, καθώς και έναν τεράστιο αριθμό μνημονικών τόπων.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σταθούμε, καθώς η τελευταία παρατήρηση πιθανότατα εξηγεί γιατί ο Όμηρος (όπως βέβαια και οι γενιές των προκατόχων του), επέλεξε να "τοποθετήσει" μνημοτεχνικά ολόκληρο το έπος της Ιλιάδας στον τεράστιο αριθμό των αστεριών, των πλανητών και των αστερισμών του στερεώματος... (βλ. ΤΜ, τεύχ. 130)

Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στην ενότητα της μνήμης του "Ad Herennium", o συγγραφέας προτείνει, σε ό,τι αφορά στις εικόνες, να επιλέγονται μορφές υπερφυσικές, αστείες ή γκροτέσκες, καθώς το μυαλό μας έχει την τάση να ξεχνά οτιδήποτε το συνηθισμένο. Μερικές ακόμα αναφορές (Κικέρων, Πλούταρχος, Στράβων, Κιντιλιανός).


De Oratore Cicero
Η "αστρική" Μνήμη του 
Μητρόδωρου του Σκέψιου

Ένα άλλο, προερχόμενο επίσης από τη λατινική γραμματεία, έργο με αναφορές στη μνημονική τέχνη, είναι και το "De Oratore" του Κικέρωνα, στην εισαγωγή του οποίου βρίσκουμε τη γνωστή ιστορία με την οποία περιγράφεται η ανακάλυψη της Τέχνης της Μνήμης από τον Σιμωνίδη τον Κείο

Η μικρή αναφορά που γίνεται στο έργο αυτό στις αρχές της μνημονικής τέχνης, φαίνεται να επαληθεύει πλήρως το "Ad Herennium" και γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ο Κικέρωνας απευθύνεται (όπως και οι κλασικοί Έλληνες συγγραφείς) σε αναγνώστες, οι οποίοι είναι ήδη αρκετά εξοικειωμένοι με αυτές. 


Μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι ο ίδιος έχει γνωρίσει δύο Έλληνες με "θεϊκές ικανότητες Μνήμης" και αναφέρει δύο ονόματα: τον Χαρμάδα από την Αθήνα και τον Μητρόδωρο τον Σκέψιο, τον οποίο συνάντησε στη Μ. Ασία και εικάζει ότι τη στιγμή που γράφει το "De Oratore", βρίσκεται ακόμα εν ζωή.
. Ειδικά για τον Μητρόδωρο, γνωρίζουμε από αναφορά του Πλουτάρχου, ότι είχε πρωτοστατήσει σε μια αυτονομιστική κίνηση των ελληνικών πόλεων της Μ. Ασίας από τη ρωμαϊκή κυριαρχία, ενώ ο Στράβων (στα Γεωγραφικά του, 13ος τόμος), αναφέρει ότι ακολούθησε μια πορεία από τη Φιλοσοφία στην Πολιτική για να καταλήξει στη διδασκαλία της ρητορικής τέχνης. 


Ο μεγάλος γεωγράφος αναφέρει επίσης ότι ο Μητρόδωρος είχε συγγράψει και σχετική πραγματεία (ή πραγματείες), η οποία όμως δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα, και μας δίνει την πληροφορία ότι η ρητορική του δεινότητα ήταν τέτοια, ώστε άφηνε πάντα το ακροατήριο του άναυδο...  
Η πιο "αινιγματική" ωστόσο πληροφορία για αυτόν τον αρχαίο Έλληνα ασκητή της μνημονικής τέχνης, έρχεται από έναν άλλο Λατίνο δάσκαλο της ρητορικής, τον Κιντιλιανό (Quintilianus), ο οποίος πιθανότατα γνώριζε (όπως και ο Κικέρωνας) το έργο του Μητρόδωρου.  Αναφέρει λοιπόν, ότι ο Μητρόδωρος στη μνημονική του τέχνη χρησιμοποιούσε «360 μνημονικούς τόπους στα δώδεκα ζώδια, μέσα από τα οποία διέρχεται ο Ήλιος». Αναμφίβολα, πρόκειται για μία αρχαία μαρτυρία η οποία επιβεβαιώνει ότι η Τέχνη της Μνήμης στην αρχαιότητα συνδεόταν με τη μελέτη των άστρων και τη χρήση τους ως μνημονικούς τόπους.

Μήπως λοιπόν το μνημονικό σύστημα στο οποίο είχε εξασκηθεί ο Μητρόδωρος ήταν το ίδιο (ή έστω παρεμφερές) με αυτό του Ομήρου; 

Εκτός αυτού, στην αναφορά αυτή ίσως να κρύβεται και η ε
ξήγηση στο ερώτημα γιατί οι περισσότεροι από τους μεταγενέστερους στοχαστές του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης επέλεξαν επίσης να χρησιμοποιήσουν τις 360 μοίρες του ζωδιακού κύκλου, σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας των αρχαίων ελληνικών μνημονικών συστημάτων...

Πάνω: Μαρμάρινη εγχάρακτη επιγραφή
5ου αι. π.Χ από την Πάρο. Η παλαιότερη σωζόμενη
καταγραφή της Ελληνικής ιστορίας αναφέρει ως
ευρετή της Μνημονικής Τέχνης τον ποιητή
Σιμωνίδη τον Κείο. Η εικονογράφηση είναι από
μεσαιωνικό αντίγραφο του 
Κικέρωνα, De Oretore .

Η Τέχνη της Μνήμης στο Μεσαίωνα και την Αναγέννηση: Αναζητώντας την Αρχαία Γνώση


Τα "σκοτεινά" χρόνια που ακολούθησαν την πτώση της Ρώμης, η γενικότερη πνευματική παρακμή παρέσυρε κάθε γνώση στη λήθη. 

Στα πλαίσια αυτά, και η διδασκαλία της μνημοτεχνικής φαίνεται να ατονεί σταδιακά (με ελάχιστες εξαιρέσεις) και να χάνεται, εντασσόμενη στο θολό ημίφως της μαγικής, "δαιμονικής" γνώσης, προερχόμενης από την "αναίσχυντη, ειδωλολατρική αρχαιότητα".

Οι μνήμες της ύπαρξης αυτής της τέχνης, ωστόσο, υπήρχαν ακόμα ολοζώντανες, όπως και οι περισσότερες από τις (λατινικές κυρίως) πηγές, οι οποίες στα χέρια των λίγων "εκλεκτών" της γνώσης, αποτέλεσαν τον οδηγό τους στις μεμονωμένες προσπάθειες αναπαραγωγής του εντυπωσιακού αυτού συστήματος γνώσης.

Η αναζήτηση λοιπόν ενός μνημονικού συστήματος ικανού να ανακτήσει ολόκληρο το σώμα της χαμένης αρχαίας σοφίας, τοποθετήθηκε από τα πρώιμα κιόλας μεσαιωνικά χρόνια στην κορυφή των επιδιώξεων της νέας κάστας φιλοσόφων-μάγων που δημιουργήθηκε.

Βασιζόμενοι στην αριστοτελική πεποίθηση ότι είναι αδύνατο να υπάρξει καινούρια γνώση, έστρεψαν από την αρχή τις έρευνες τους στο παρελθόν. 

Στην αναζήτηση αυτή, καταλυτικό ρόλο έπαιξε και η μελέτη των θεωριών του Πλάτωνα, ότι κάθε γνώση είναι ανάμνηση της ψυχής από τον Κόσμο των Ιδεών, με τη μνήμη να αποτελεί έμφυτη ιδιότητα που ανήκει στις δυνατότητες του ανθρώπινου νου.

Δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε ότι οι ερευνητές του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης αισθάνονταν σαν το παιδί εκείνο που, μεγαλώνοντας, έχασε το θείο δώρο της ψυχικής ανάμνησης. 

Η "Ars Magna" (Μεγάλη Τέχνη), όπως ονομάστηκε η προσπάθεια αυτή αποκατάστασης της επαφής της ανθρώπινης ψυχής με τη συμπαντική γνώση, αποτέλεσε από νωρίς το "Άγιο Δισκοπότηρο" της φιλοσοφικής έρευνας, στην αναζήτηση του οποίου αναλώθηκαν πολλά από τα φωτεινότερα πνεύματα της εποχής (π.χ. Julio Camillo, Θωμάς ο Ακινάτης, Albertus Magnus, Raymond Lull κ.α.).

Σε όλα σχεδόν τα μνημονικά συστήματα της εποχής που κατά καιρούς δημιουργούνταν, η Τέχνη της Μνήμης, εμφανιζόταν να είναι ενδεδυμένη το περίβλημα του μάγου. Απομονώνοντας, ωστόσο, τις επικλήσεις και τις μαγικοθρησκευτικές δοξασίες, μπορούμε με ασφάλεια να διαπιστώσουμε ότι οι μνημονικές αρχές των μεσαιωνικών και αναγεννησιακών συστημάτων ήταν ουσιαστικά οι ίδιες με αυτές των αρχαίων χρόνων.



Μερικά μνημονικά συστήματα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης


Οι αναφορές από τα διάφορα μνημοτεχνικά συστήματα που κατά καιρούς προτάθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν στη μεσαιωνική και αναγεννησιακή περίοδο, είναι πολλές και εντυπωσιακές.

Ενδεικτικά μόνο, αξίζει να αναφέρουμε ότι τέτοιου είδους μνημονικούς τόπους αποτέλεσαν και οι αίθουσες της Κολάσεως του Δάντη(Ι), ενώ πολλοί είναι εκείνοι που υποστήριξαν (εδώ και πολλούς μάλιστα αιώνες) ότι το συγκεκριμένο έργο δεν αποτελεί παρά μια ακόμα μνημοτεχνική-μεταφυσική διατριβή με χριστιανικές αναφορές.

Ωστόσο, ξεχωρίζοντας και αξιολογώντας τις κατά καιρούς μνημονικές μελέτες των "σκοτεινών" αυτών εποχών, μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε εκείνες, οι οποίες, εκτός του ότι άσκησαν τεράστια επίδραση στη διαμόρφωση του φιλοσοφικού στοχασμού των εν λόγω περιόδων, αποτέλεσαν και την αφετηρία των αναζητήσεων του αναμφισβήτητα μεγαλύτερου ασκητή της Τέχνης της Μνήμης της μεταχριστιανικής περιόδου: του μεγάλου Giordano Bruno, αλλά και άλλων σπουδαίων στοχαστών εκείνης της καθοριστικής περιόδου.


Η "Ars Brevis" (Τέχνη των Γενναίων) του Ramon Lull


Γεννημένος στη Μαγιόρκα, το 1235 -δέκα περίπου χρόνια μετά τον Θωμά τον Ακινάτη- ο Ramon Lull, ήταν ο πρώτος που επιχείρησε να αφομοιώσει το σύνολο της διαθέσιμης κατά την εποχή του γνώσης σε ένα ομοιογενές σύστημα μνημοτεχνικά δομημένο.

Η "Are Brevis" (Τέχνη των Γενναίων ή γενναία τέχνη), όπως επικράτησε να αποκαλούν το σύστημα του τόσο ο ίδιος όσο και οι πολυάριθμοι συνεχιστές του έργου του, έδινε στον ασκούμενο τη δυνατότητα να συνδυάζει παρεμφερείς μεταξύ τους έννοιες κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να προκύπτουν "πρωτότυποι" στοχασμοί.

Το σύστημα "αναζήτησης της αλήθειας" του Lull (του οποίου την επινόηση απέδιδε ο ίδιος σε "θεϊκή φώτιση", αποτέλεσμα μιας υπερβατικής εμπειρίας κατά την επίσκεψη του στο όρος Randa, σε ένα νησί της Μαγιόρκα), αφομοίωνε και αστρολογικές δοξασίες και αντιλήψεις. 

Μετά από πολλές αναθεωρήσεις και διαδοχικές "βελτιώσεις", ο Lull προχώρησε κατά την περίοδο 1305-8 στην τελευταία εκδοχή της μεθόδου του, την επινόηση της οποίας ο ίδιος φρόντισε να συνοδεύσει με μεγαλεπήβολες διακηρύξεις και σχόλια, από δίδοντας της την "υπεροπτική" ονομασία "Ars Magna" (Μεγάλη Τέχνη).

Στην "Ars Magna", για πρώτη φορά βλέπουμε να χρησιμοποιούνται παρεμφερείς μεταξύ τους έννοιες τοποθετημένες σε κυκλική διάταξη, έτσι ώστε να διευκολύνεται ο συσχετισμός τους με την κεντρική, υπό διερεύνηση ιδέα, η οποία βρίσκεται στο κέντρο της σχηματικής απεικόνισης. Ramon Lull
Ο Νεοπλατωνιστής αυτός ως προς τις φιλοσοφικές του αντιλήψεις, άσκησε τεράστια επιρροή στο φιλοσοφικό στοχασμό της εποχής του (σε βαθμό ώστε οι σύγχρονοι μελετητές να κάνουν λόγο για "ρεύμα σκέψης Λαλλιαμού" - Lullism), και με τις επιδράσεις του έργου του να είναι ευδιάκριτες ακόμα και στην Αναγέννηση.

Το φιλοσοφικό μνημοτεχνικό σύστημα του Lull υιοθετήθηκε αργότερα από τους εκπροσώπους των Φραγκισκανών, αντλώντας από τις ιδέες του το ιδεολογικό υπόβαθρο του κινήματος τους. (Και αφού μιλάμε για μέθοδο μνήμης, θυμηθείτε τις επιδράσεις του ελληνικού Νεοπλατωνισμού σε όλα τα μεταγενέστερα δυτικά εσωτερικά συστήματα...)





Το "Θέατρο της Μνήμης" του Julio Camillo


Πιο πιστός στις αρχαίες αρχές της Τέχνης της Μνήμης, όπως τη βρίσκουμε να διατυπώνεται μέσα από τα αρχαία κείμενα, ο Julio Camillo Delminio έδωσε στους μνημονικούς τόπους του συστήματος που εισηγήθηκε, τη μορφή αρχαίου ελληνικού αμφιθεάτρου. 

Ο γεννημένος το 1480 Ιταλός στοχαστής και ερευνητής της Τέχνης της Μνήμης, από νωρίς διαπίστωσε ότι η αρχιτεκτονική διαρρύθμιση ενός αμφιθεάτρου θα παρουσίαζε τεράστια πλεονεκτήματα στην εξάσκηση της μνημονικής τέχνης.

Σύμφωνο προς τις προϋποθέσεις των (μνημονικών) τόπων του "Ad Herennium" και του Αριστοτέλη, το ελληνικό αμφιθέατρο διαθέτει ένα κεντρικό. σημείο αφετηρίας (σκηνή), το οποίο προσφέρει τεράστια ελευθερία κινήσεων, καθώς μέσω των διαδρόμων επικοινωνεί με όλα τα, ευδιάκριτα χωρισμένα σε επτά διαδοχικά επίπεδα, διαστήματα των κερκίδων.

Όσον αφορά τις (μνημονικές) εικόνες που επέλεξε να χρησιμοποιήσει ως φορείς των εννοιών, ο Camillo προσπάθησε στο θέατρο του να αναπαραστήσει ολόκληρο το σύμπαν όπως προβάλλεται μέσα από την ελληνική μυθολογία, την αστρολογία και την καβαλιστική παράδοση. Οι κερκίδες χωρίζονταν από 6 διαδρόμους σε 7 τμήματα, τα οποία ο ίδιος ονόμαζε "στήλες του Οίκον της Σοφίας τον Σολόμωντος". Καθένα από αυτά τα τμήματα χρησιμοποιούταν για να αποδώσει και έναν διαφορετικό πλανήτη με τις αστρολογικές του ιδιότητες, έφερε το όνομα ενός θεού της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, ενώ τα επίπεδα "αφιερώνονταν" σε χαρακτήρες και τόπους της ελληνικής μυθολογίας.

Τα "εντυπωσιακά σχέδια ενός νοητικού μνημοτεχνικού θεάτρου στο οποίο θα απεικονιζόταν ολόκληρη η συμπαντική γνώση" του μυστηριώδη σοφού, δεν άργησαν να διαδοθούν σε ολόκληρη την Ιταλία. 
Το 1530, ο Camillo βρέθηκε στο Παρίσι, προσκεκλημένος του Γάλλου βασιλιά, ο οποίος ανέλαβε και τη χρηματοδότηση της υλικής κατασκευής του. Μαρτυρίες της εποχής αναφέρουν ότι λίγο καιρό αργότερα, ένα μικρό ξύλινο αμφιθέατρο με πολύ παράξενη διακόσμηση είχε ανεγερθεί στη βασιλική αυλή της Γαλλίας. 
Όμως φαίνεται ότι το αποτέλεσμα δεν ικανοποίησε τον Camillo, καθώς το 1532 επιστρέφει στην Ιταλία, όπου αρχίζει νέες προσπάθειες για την υλοποίηση της κατασκευής του μνημονικού του θεάτρου, αυτή τη φορά στη Βενετία. Ο Julio Camillo τελικά πέθανε το 1544 και το όνειρο της κατασκευής του "θεάτρου της Μνήμης", στο οποίο είχε αφιερώσει και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ποτέ δεν υλοποιήθηκε όπως θα ήθελε.



Το "μνημονικό παλάτι" του Matteo Ricci. 

Η διδασκαλία της Τέχνης της Μνήμης στην Κίνα

Ο Matteo Ricci ήταν ένας Ιησουίτης ιερέας στον οποίο το 1577 ανατέθηκε να μεταβεί στη μακρινή Κίνα για να κηρύξει τη χριστιανική πίστη και τη δυτική σκέψη στους υπηκόους της δυναστείας των Μινγκ. 

Μετά από μακροχρόνια όμως παραμονή και χωρίς να έχει καταφέρει να κεντρίσει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον των Κινέζων, το 1596 ανέφερε σε μια τυχαία συνομιλία του με έναν πρίγκιπα της δυναστείας για ένα σύστημα μνήμης, το οποίο επιτρέπει στον ασκούμενο την απoμνημόνευση με τη μορφή εικόνων τεράστιου όγκου πληροφοριών σύμφωνα με μια μέθοδο, την οποία στη μακρινή δύση αποκαλούσαν "εσωτερική γραφή".

Η μέθοδος αυτή είχε ανακαλυφθεί πριν πολλά χρόνια σε μια μακρινή χώρα της Δύσης, την Ελλάδα, από έναν ποιητή ευγενούς καταγωγής, ονόματι Xi-mo-ni-de (Σιμωνίδης)!

Η είδηση για την ύπαρξη μιας τόσο εκπληκτικής τέχνης, ενθουσίασε τους ευγενείς της πόλης Nanchang στην επαρχία Jianxi, όπου διέμενε και τον προσκάλεσαν να τους την διδάξει. 

Ο Ricci, ο οποίος γνώριζε τις γενικές αρχές της μνημοτεχνικής (καθώς στα πλαίσια των νομικών σπουδών που είχε παρακολουθήσει στη Ρώμη το 1572, είχε διδαχθεί το έργο του Κικέρωνα), οργάνωσε για το πρωτότυπο αυτό "ποίμνιο" που κατάφερε επιτέλους να συγκεντρώσει μια σειρά μνημονικών τόπων, οι οποίοι συγκροτούσαν ένα παλάτι. 

Οι αίθουσες του "μνημονικού παλατιού" του Ricci διακοσμούνται από κινεζικά ιδεογράμματα, τα οποία όμως πρέσβευαν διαφορετικές παραστάσεις της Βίβλου, προσαρμοσμένες στις κινεζικές παραδόσεις. Βλέποντας τη μαζική ανταπόκριση των Κινέζων ευγενών στη διδασκαλία της τέχνης της Μνήμης, πολύ σύντομα συνέγραψε και μελέτη στα κινεζικά και άρχισε να περιοδεύει, κηρύττοντας μέσα από τη μνημονική τέχνη το λόγο του θεού.


Το ενδιαφέρον των Κινέζων για τον πολιτισμό που ανέπτυξε ένα τόσο εξελιγμένο σύστημα -τον ελληνικό- οδήγησε το 1607 τον Ricci, όταν πλέον είχε εγκατασταθεί στο Πεκίνο, να μεταφράσει στα κινεζικά και να εκδώσει και τα πρώτα έξι βιβλία των "στοιχείων της Γεωμετρίας" του Ευκλείδη.

Τελικά, μετά από μεγάλη προσπάθεια, οι κόποι του δείχνουν να ευοδώνονται όταν, στις 8 Σεπτεμβρίου 1609, παίρνει άδεια από τον αυτοκράτορα της δυναστείας να ιδρύσει στο Πεκίνο την "Αδελφότητα της Μαρίας". 
Ο Matteo Ricci πέθανε στο Πεκίνο στις 11 Μαΐου 1610. Το βιβλίο του για τη μνημονική τέχνη, φυλάχτηκε με ευλάβεια από τους ευγενείς της δυναστείας των Μινγκ και κληροδοτούμενο από γενιά σε γενιά, σώζεται ως τις μέρες μας.





Το "μαγικό" σύστημα μνήμης του Giordano Bruno

Η αναδημιουργία ενός μνημοτεχνικού συστήματος ικανού να επιτύχει την πλατωνική ανάμνηση, ήταν ένα ζήτημα, το οποίο από νωρίς απασχόλησε την κορυφαία πνευματική μορφή της Αναγέννησης, από την εποχή που ήταν ακόμα δομινικανός μοναχός.

Δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε όχι η "μαγική", όπως την αποκαλούσε, μνήμη αποτελούσε τον "κορμό" του μεγάλου δέντρου των αναζητήσεων του, με τις φιλοσοφικές, θεολογικές και κοσμολογικές του απόψεις να είναι απλά οι καρποί.

Άλλωστε, εκτός από τα αμιγώς "μνημονικά" έργα του, αναφορές στην μνημονική τεχνική που χρησιμοποιούσε βρίσκουμε στο σύνολο σχεδόν των μελετών του, ενώ ολόκληρος ο φιλοσοφικός του στοχασμός φαίνεται να αποτελεί το αποτέλεσμα και την επιβεβαίωση της αποτελεσματικότητας των τεχνικών μνήμης που χρησιμοποιούσε.

Η ύπαρξη στην ελληνική αρχαιότητα συλλογιστικών συστημάτων ικανών να παράγουν σχεδόν αλάνθαστα αποτελέσματα, ήταν για τον Μπρούνο αυταπόδεικτη. 

Αφετηρία του μνημονικού συστήματος που εισηγήθηκε, στάθηκε η ανάλυση της συλλογιστικής διαδικασίας παραγωγής ιδεών και εξαγωγής συμπερασμάτων, όπως τη συναντάμε στο έργο του Πλάτωνα.

Παρατήρησε ότι η "εκμαίευση" των αληθειών από τον Σωκράτη επιτυγχανόταν ξεκινώντας από απλούς ορισμούς των εννοιών και διερευνώντας όλες τις γύρω τους. Στο κλείσιμο της αλληγορίας αυτής, βρίσκουμε ακόμα μία περιγραφή του μνημονικού συστήματος του Μπρούνο.

Οι ύμνοι τους οποίους χρησιμοποιεί στο έργο αυτό, παρουσιάζουν εξαιρετική ομοιότητα με τους Ορφικούς ύμνους και αποσκοπούν, σύμφωνα με την κορυφαία ερμηνεύτρια του έργου του, Frances A.Yates, στην ψυχική προετοιμασία και τόνωση των μελετητών της μνημονικής τέχνης και στη διέγερση της φαντασίας τους, ώστε να φτάσουν σε εγκεφαλική και ψυχική κατάσταση ετοιμότητας να "δεχθούν" τη γνώση από το Σύμπαν, με την εξάσκηση της μνημονικής τέχνης. Βλέπουμε λοιπόν ότι η «ανάμνηση» δεν είναι μία απλή μηχανιστική διαδικασία, αλλά απαιτεί κατάλληλο ψυχικό υπόβαθρο...


Σύντομα, ο Μπρούνο εκδίδει και τρίτο "μνημονικό" έργο, την "Τέχνη της Μνήμης" (Are Memoriae). Φαίνεται ότι οι έρευνες του για την απεικόνιση της συμπαντικής και ανθρώπινης διάνοιας τον οδήγησαν στην υιοθέτηση μιας πιο αφαιρετικής φόρμας, με εντονότερο το στοιχείο του συμβολισμού, καθώς τόσο οι ομόκεντροι κύκλοι, όσο και οι πίνακες αναφοράς έχουν λιγοστέψει. Έχει πλέον εμβαθύνει στη "χαοτική" σκέψη και τα σύμβολα του παραπέμπουν σε αστερισμούς και σε επεισόδια παρμένα από την ελληνική μυθολογία, θεωρώντας ότι αποτελούν γνησιότερους συμβολισμούς μεγαλύτερης δύναμης και μεστότητας νοημάτων και ότι βρίσκονται πιο κοντά στη συμπαντική σκέψη.

To Ars Memoriae έχει χαρακτηριστεί από τους μελετητές του έργου του Μπρούνο ως "μαγικό". Αποτελεί, ωστόσο, την ευθεία προέκταση της πορείας που ακολουθεί η σκέψη του από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο, από το υλικό στο πνευματικό και από το ανθρώπινο στο Συμπαντικό.
Αρκετά χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Γερμανία, ο Μπρούνο θα επανέλθει στην προσπάθεια του να δημιουργήσει ένα σύστημα μνήμης εκφρασμένο αυτή τη φορά μέσα από εικόνες και σύμβολα, ικανών να φέρουν την ανθρώπινη ψυχή σε επαφή με την "αληθινή πραγματικότητα", με την έκδοση των «30 αγαλμάτων» (Lampas Triginte Statuarum).

Στο έργο αυτό, το οποίο έχει κυρίως θρησκευτικό χαρακτήρα, οι αστρολογικές παραστάσεις στις οποίες στηριζόταν η διαδικασία της "ανάμνησης", έχουν πλέον αντικατασταθεί από μορφές αγαλμάτων, τις οποίες ο Μπρούνο χαρακτηρίζει ως "εσωτερικές εικόνες".

Θεωρεί τη φαντασία ως τον ισχυρότερο και αμεσότερο τρόπο να επιτύχει κάποιος την επαφή με τον πνευματικό κόσμο και χρησιμοποιεί τις μορφές αυτές ως πιο αποτελεσματικούς ψυχικούς συνδέσμους της φαντασίας (της ανθρώπινης διάνοιας) με το Θείο.


Πρώτη μορφή στις απεικονίσεις του είναι αυτή του Απόλλωνα που συμβολίζει το Εν και το Φως και ακολουθεί ο Κρόνος που αντιπροσωπεύει την Αρχή. Ανάμεσα στα υπόλοιπα αγάλματα βρίσκουμε τις μορφές του Προμηθέα, του Ηφαίστου, της Θέτιδος, του Γανυμήδη ή Τοξότη, του Ουρανού, της Αφροδίτης, του Έρωτα, της Αρτέμιδος και φυσικά της Αθηνάς, η οποία εκπροσωπώντας τη Σοφία, αποτελεί την ιερότερη, σύμφωνα με τον Μπρούνο, από τις Θηλυκές Θεότητες.

Εξαιρετικό, επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει στο έργο αυτό και ο πρωταρχικός διαχωρισμός του Θεϊκού στοιχείου, για το οποίο αναφέρει ότι είναι αδύνατο να αποδοθεί με κάποια μορφή άλλη από τη φυσική του, που είναι το Φως και έχει τριαδική υπόσταση.

Το Θεϊκό αυτό στοιχείο, δύναται να γίνει αντιληπτό από την ανθρώπινη διάνοια με τις έννοιες: του "Πατρός ή Νου ή της Ουσίας των Ουσιών", του "Υιού ή της πρωταρχικής διάνοιας, της ομορφιάς και της αγάπης της δημιουργίας", και του "Φωτός", το οποίο αποτελεί την ψυχή του Κόσμου και όλων των πραγμάτων (anima mundi) και τη Ζωοποιό Ενέργεια του Σύμπαντος.

Η πορεία των αναζητήσεων του Μπρούνο στην αναδημιουργία των μνημοτεχνικών μεθόδων της αρχαιότητας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς έχοντας ως αφετηρία τις ερμητικές και πλατωνικές θεωρίες και ιδέες, καταλήγει να επαληθεύει πρακτικές αιώνων. Το μνημονικό σύστημα του Μπρούνο φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι οι αφηρημένες έννοιες και οι συμβολικές εικόνες διευρύνουν την αντίληψη, αμβλύνουν τη λογική-γραμμική σκέψη και προκαλούν την κατάλληλη διανοητική κατάσταση, επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο στην ανθρώπινη ψυχή να επικοινωνήσει με το θείο κατά τον αμεσότερο δυνατό τρόπο.

«Αν δεν εξομοιώσεις τον εαυτό σου με τον Θεό, είναι αδύνατο να κατανοήσεις τον Θεό, καθώς μόνο ο όμοιος μπορεί να κατανοήσει τον όμοιο. - Κάνε τον εαυτό σου να υψωθεί σε ένα μεγαλείο μη μετρήσιμο, απελευθερώσου από τους δεσμούς του σώματος, ανυψώσου πέρα από τον χρόνο και γίνε η αιωνιότητα! Τότε θα κατανοήσεις τον Θεό. - Πίστευε ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο για σένα, θεώρησε τον εαυτό σου αθάνατο και ικανό να κατανοήσει τα πάντα, όλες τις τέχνες, όλες τις επιστήμες, τη φύση κάθε ζωντανού πλάσματος.- Ανυψώσου πάνω από τα ψηλότερα ύψη, καταδύσου κάτω από τα χαμηλότερα βάθη. - Προσέλκυσε προς τον εαυτό σου όλες τις αισθήσεις οποιασδήποτε ουσίας, της φωτιάς και τον νερού, του ξηρού και τον υγρού στοιχείου. - Να φαντάζεσαι ότι βρίσκεσαι παντού, στη γη, στη θάλασσα, στον ουρανό, ότι δεν έχεις ακόμα γεννηθεί, ότι βρίσκεσαι ακόμα στη μήτρα, ότι είσαι νέος, γέρος, νεκρός, πέρα από τον θάνατο. Αν εναγκαλιστείς στη σκέψη σου όλα τα πράγματα την ίδια στιγμή, τον χρόνο, τον χώρο, τις ουσίες, τις ποιότητες, τις ποσότητες, τότε μόνο, ίσως καταλάβεις τον Θεό...»!    ____  Giordano Bruno, Cantus Circae



Μερικές "τολμηρές" υποθέσεις...

Ας "ξεχάσουμε" για λίγο όλα όσα γνωρίζουμε για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και ας επιχειρήσουμε να τον ξανααντικρίσουμε με την αποκαλυπτική απλότητα της πρώτης ματιάς. Παρατηρούμε λοιπόν, ότι τα ονόματα και οι ιδιότητες των αρχαίων Θεών συμπίπτουν με τα αντίστοιχα των πλανητών, ενώ η δράση τους αποτυπώνεται σε επεισόδια της Μυθολογίας, με συμμετοχή και κατώτερων θεοτήτων, τα ονόματα των οποίων πάλι, κατά "σύμπτωση", συμπίπτουν με τα ονόματα και τις ιδιότητες των αστερισμών!

Σε κάποια φάση της εξέλιξης του πολιτισμού αυτού, δημιουργείται από πρωτογενείς αποτυπώσεις των εννοιών σε εικόνες, μια αρχική μορφή κωδικοποιημένης επικοινωνίας, η οποία φθείρεται με την πάροδο των αιώνων και απλοποιείται, για να δώσει τη θέση της στους χαρακτήρες που γνωρίζουμε σήμερα ως γραφή!

Η συγκεκριμένη γραφή που αναπτύσσεται, ακριβώς όπως και οι μνημονικές εικόνες, διαβάζεται κανονικά από τα αριστερά προς τα δεξιά, αλλά και αντίστροφα. 

Την ίδια περίπου εποχή, οι πιο οξυδερκείς παρατηρητές των άστρων διατυπώνουν τις αρχές της Γεωμετρίας (όπως π.χ. ο Θαλής), της Φιλοσοφίας (Ησίοδος), της Ποίησης (Όμηρος) ή των θρησκευτικών αντιλήψεων (Ορφικοί), ενώ άλλοι, οι οποίοι πιθανότητα "μαγεύτηκαν" από την αναλλοίωτη και αιώνια λάμψη των άστρων, μπορούν και "αντιλαμβάνονται" τις δονήσεις τους (Πυθαγόρας) και προσπαθούν να τις αναπαράγουν.


Δημιουργείται έτσι η Μουσική (η πλησιέστερη σύμφωνα με τον Πλάτωνα τέχνη στο θεϊκό στοιχείο, καθώς είναι άυλη), από τη μελέτη των αρχών της οποίας προκύπτουν τα Μαθηματικά. 

Η επισταμένη έρευνα καθώς και η πρακτική εφαρμογή των αρχών των μαθηματικών οδηγεί στην ανάπτυξη όλων των υπολοίπων τεχνών και επιστημών (π.χ. Γλυπτική, Αρχιτεκτονική), με αποτέλεσμα μια γενικότερη περίοδο ευημερίας και άνθισης, κατά την οποία χτίζονται πόλεις (πάλι σε αντανάκλαση των αστερισμών. 
Βλέπε: Νίκ. Λίτσας, "Μυστικές Διαδρομές στην Άγνωστη, Ελλάδα και η Αναζήτηση, τον Πραγματικού Ομήρου").


Όλοι αυτοί οι τομείς γνώσης (π.χ. η Αστρονομία, τα Μαθηματικά, η Φιλοσοφία, η Μουσική, η θρησκεία, οι εικαστικές τέχνες, η Ναυσιπλοΐα, η Αρχιτεκτονική, κ.α.) είναι φυσικά αλληλένδετοι μεταξύ τους, αλληλεπιδρούν και εξελίσσονται ταυτόχρονα και για την αποτύπωση τους χρησιμοποιούν την παραφθαρμένη μορφή των αρχικών "μνημονικών" εικόνων (γραφή). 
Σημειώστε ότι τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν όχι μόνο τον γραπτό λόγο, αλλά και τους αριθμούς, καθώς και τους μουσικούς τόνους (νότες).

Δηλαδή, ακριβώς όπως και οι μνημονικές εικόνες, τα γράμματα αποτελούν στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό "φορείς" πολλαπλών νοημάτων, αναλόγως του συστήματος σκέψης με το οποίο τα ερμηνεύουμε.


Επίσης, όλες αυτές οι γνώσεις εμφανίζονται να έχουν "θεϊκή" προέλευση. 
Μήπως τελικά η "συνωνυμία" άστρων, πλανητών, αστερισμών, Θεών και μυθικών χαρακτήρων ήταν ουσιαστικά "μνημοτεχνική" ταυτοσημία;

Απομακρυνόμενοι πλέον από τον ελληνικό χώρο, όλες αυτές οι τέχνες, οι επιστήμες και οι γνώσεις μεταναστεύουν στο λατινικό κόσμο, όπου, αποκομμένες από τις ρίζες τους, ατροφούν σε μια "σκοτεινή" περίοδο πνευματικής παρακμής και εξαθλίωσης, για να αναβιώσουν μερικούς αιώνες αργότερα, σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας του αρχαίου κόσμου (Αναγέννηση).

Την περίοδο εκείνη μάλιστα, η φωτεινότερη πνευματική μορφή (Giordano Bruno) οδηγείται μέσα από τη μελέτη των αρχαίων πηγών στην επαλήθευση και την επιβεβαίωση όλων των αρχών της ελληνικής σκέψης, με ιδιαίτερη έμφαση (όπως και οι Έλληνες) στην παρατήρηση και την μελέτη των άστρων.




Ολοκληρώνοντας τον μακροσκελή (και αναγκαστικά γενικευτικό) αυτό συλλογισμό, θα αποτολμήσουμε τη διατύπωση ορισμένων "τολμηρών" ερωτημάτων, θεωρώντας ότι το να θέτει κανείς ερωτήματα αποτελεί πολύ πιο ειλικρινή στάση από την "αφοριστική" κατάθεση απαντήσεων:

* Μήπως ολόκληρο το σώμα της αρχαίας και σύγχρονης γνώσης στηρίχθηκε στις αρχές της Τέχνης της Μνήμης, σύμφωνα με τις οποίες η μάθηση οικοδομείται με την ορθή τοποθέτηση κάθε πληροφορίας πάνω στην παλαιά γνώση;

* Μήπως είχε δίκιο ο Πλάτωνας και η γνώση που προέρχεται από το διάβασμα γραπτών πηγών δεν ασκεί καμία απολύτως επίδραση στη διαμόρφωση της ψυχής μας, αλλά λειτουργεί ανασταλτικά στην απόκτηση της σοφίας;

* Μήπως, αντίθετα με τις απόψεις των ιστορικών και των ανθρωπολόγων, η ανάπτυξη της γραφής σήμανε την έναρξη μιας εκτεταμένης περιόδου πνευματικής παρακμής του ελληνισμού, καθώς άρχισε σταδιακά να εγκαταλείπεται η μνημονική Τέχνη;

* Μήπως το πραγματικό απόγειο του ελληνικού πολιτισμού θα πρέπει να το αναζητήσουμε όχι στην κλασική εποχή, αλλά στην εκτενή προ-ομηρική περίοδο, κατά την οποία διαμορφώνονταν οι μυθικές αντιλήψεις και η γλώσσα;

* Μήπως η ταύτιση της σκέψης με μη συγκεκριμένες μορφές και εικόνες εννοιών (όπως αυτές της ελληνικής Μυθολογίας), αποδεσμεύει την ανθρώπινη διάνοια από τις από τις "αλυσίδες" της ασφυκτικά λογικής, γραμμικής πραγματικότητας και επιτρέπει την επικοινωνία με τη συμπαντική διάνοια, καθιστώντας δυνατή την πλατωνική ανάμνηση της ψυχής;

* Μήπως θα πρέπει να επιχειρήσουμε να "ξαναδιαβάσουμε" ολόκληρη την ελληνική Μυθολογία, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουμε τις "μνημονικές" της εικόνες;

* Μήπως το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε και με την αρχαία ελληνική τέχνη στο σύνολο της, προσέχοντας τόσο την ακριβή θέση της κάθε ανάγλυφης μορφής π.χ. στα αετώματα ή στις εισόδους των αρχαίων ναών όσο και τις επιμέρους της λεπτομέρειες;

* Μήπως, κάτω από το φως των νέων αυτών αποκαλύψεων, η αρχαία ελληνική μυθολογία θα έπρεπε να εισαχθεί στην εκπαίδευση και να διδάσκεται σχολαστικά, προκειμένου να αυξηθούν οι μαθησιακές, αντιληπτικές και συλλογιστικές ικανότητες των μαθητών;

* Μήπως το ίδιο ακριβώς θα πρέπει να γίνει και με τις αρχές της μνημονικής τέχνης;

* Μήπως όλες αυτές οι αλήθειες κρατήθηκαν επίτηδες κρυφές από το ευρύ κοινό, σε μια προσπάθεια γενικότερης πνευματικής υποβάθμισης του συνόλου από ομάδες μυημένων, ώστε να καθίσταται ευκολότερη η χειραγώγηση του; (Είναι γνωστό ότι ειδικά στην περίπτωση του Μπρούνο, οι διδασκαλίες του ποτέ δεν έγιναν ευρύτερα γνωστές, ωστόσο αποτέλεσαν το πνευματικό υπόβαθρο της οργάνωσης των Ροδόσταυρων.)

* Μήπως η επιστροφή στην εξάσκηση της Τέχνης της Μνήμης θα οδηγούσε όχι μόνο τον ελληνισμό, αλλά και ολόκληρη την ανθρωπότητα σε μια νέα πνευματική ανάταση;
___________________
γράφει ο Χρήστος Βαγενάς   Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Τρίτο Μάτι”


ο Ορφέας, άδων εν μέσσω Θρακών!

Ο ορφικός ύμνος της Μνημοσύνης, ο οποίος απαγγελλόταν πρώτος στην τέχνη της μνημονικής προκειμένου να ασκηθεί η μνήμη και να ενεργοποιηθεί μια ολόκληρη διαδικασία ανύψωσης του νου και της ψυχής προς τα ουράνια πεδία:


ΟΡΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΗΣ
ѳυμίαμα λίβανον

Μνημοσύνην καλέω, Ζηνὸς σύλλεκτρον, ἄνασσαν,
ἣ Μούσας τέκνωσ' ἱεράς, ὁσίας, λιγυφώνους,
ἐκτὸς ἐχοῦσα κακῆς λήѳης βλαѱίφρονος αἰεί,
πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν ѱυχαῖσι σύνοικον,
εὐδύνατον κρατερὸν ѳνητῶν αὔξουσα λογισμόν,
ἡδυτάτη, φιλάγρυπνος ὑπομνήσκουσά τε πάντα,
ὧν ἂν ἕκαστος ἀεὶ στέρνοις γνώμην κατάѳηται,
οὔτι παρεκβαίνουσ', ἐπεγείρουσα φρένα πᾶσιν.
ἀλλά, μάκαιρα ѳεά, μύσταις μνήμην ἐπέγειρε
εὐιέρου τελετῆς, λήѳην δ' ἀπὸ τῶνδ' ἀπόπεμπε.


Νεοελληνική απόδοση:

Την Μνημοσύνην προσκαλώ, την συζυγον του Διός, την βασίλισσαν.
ή οποία εγέννησε τας ιεράς Μούσας, τας οσίας, τάς λιγυροφώνους (με την λιγυρή φωνή)
πού έχει πάντοτε την μνήμην της έξω από την κακίαν ή οποία (κακία) βλάπτει τάς φρενας
καί συγκρατεί κάθε νουν των βροτών σύνοικον με τας ψυχάς
και αυξάνει τον δυνατόν και ισχυρόν λογισμόν των ανθρώπων
είναι γλυκύτατη, αγαπά την αγρυπνίαν υπενθυμίζει τα πάντα
περί των οποίων ο καθένας σχηματίζει πάντοτε γνώμην (αποκτά μνήμην)
ούτε παρεκτρέπεται καί διεγείρει εις όλους την σκέψιν.
Αλλά μακαρία θεά, ξεσήκωσε (δυνάμωσε) την μνήμην εις τους μύστας
της ιεράς ταύτης τελετουργίας, και απόδιωξε από αυτούς την λησμοσύνη.
___________________________________________________

πηγές
http://www.anixneuseis.gr/?p=130299
http://ellinikoskoinotismos.blogspot.gr/2015/11/blog-post_98.html
πηγή: arxaia-ellinika



  Scholeio.com