Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΑ ΓΝΩΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΑ ΓΝΩΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Είναι τελικά ο Παρθενώνας Ανθρώπων Έργο ?


Κατοικήθηκε τη Λίθινη εποχή από τους Πελασγούς, κατόπιν, στους Μυκηναϊκούς χρόνους έγινε μια μικρή πόλη - κράτος, οχυρωμένη από περιμετρικό ισχυρό τείχος, για την προστασία του. 
επάνω φωτό: Μυκηναϊκή Περίοδος 

Από το 1200 π.χ. άρχισαν να κτίζονται στην κορυφή τα ιερότερα κτίρια. Τα πρώτα προπύλαια έγιναν την εποχή του Πεισίστρατου, αλλά καταστράφηκαν από την εισβολή των Περσών όπως και όλα τα άλλα ιερά το 480 π.Χ.
Ο λόγος για έναν "πέτρινο λόφο". Έναν "βράχο" που οι Αθηναίοι τον έκαναν ιερό.

Η περσική κατάκτηση της Αθήνας το 480-479 π.Χ. οδήγησε σε εκτεταμένες καταστροφές σε όλη την πόλη... 

Η πραγματική εικόνα της Αγοράς στην έναρξη της Κλασικής περιόδου (479 π.Χ.), μετά την αποχώρηση των Περσών ήταν μια σειρά από ερειπωμένα κτήρια, που είχαν υποστεί ανεπανόρθωτες καταστροφές... 
Η Αθήνα πια ήταν η "Πόλις των ερειπίων". Ιδιαίτερα τα κτήρια της δυτικής πλευράς που καταστράφηκαν ολοσχερώς. 
Τα πηγάδια του βράχου κλείνουν, σφραγίζονται σχεδόν όλα με κεραμικό υλικό που προέρχεται από την περίοδο 500-480 π.Χ. 

Μετά το 480 π.Χ., ο Θεμιστοκλής και μετέπειτα ο Κίμωνας αναλαμβάνουν τη διευθέτηση ενός νέου διοικητικού κέντρου για την Αθήνα...

Δημιουργούνται μια σειρά κτήρια διοικητικού και θρησκευτικού χαρακτήρα: 

- Η Θόλος χτίζεται γύρω στο 465 π.Χ., προκειμένου να στεγάσει τους πρυτάνεις. 

- Το Νέο Βουλευτήριο αναλαμβάνει τη θέση του Παλαιού, το οποίο μετατρέπεται σε τόπο φύλαξης των αρχείων του κράτους και χώρο λατρείας της Μητέρας των Θεών. 

- Στη βόρεια πλευρά: η Βασίλειος Στοά ξαναχτίζεται με το αυθεντικό υλικό των ετών του 550-500 π.Χ. και το ίδιο ο Βωμός των Δώδεκα Θεών, που ξαναχτίζεται λίγο μετά το 480 π.Χ. 

Υστερορρωμαϊκή οχύρωση δυτικά των Προπυλαίων,
όπου ανοίγονταν δύο πύλες, μία προς δυσμάς
(πύλη Beulé) και μία δεύτερη νοτίως της πρώτης,
κάτω από τον πύργο της Νίκης.
Ακόμα, η περίφημη Ποικίλη Στοά από το γαμπρό του Κίμωνα, τον Πεισιάνακτα, και στολίζεται με ζωγραφικά έργα μεγάλης αξίας από τον Πολύγνωτο, το Μικίωνα και τον Πάναινο.

- Τα κτήρια της ανατολικής πλευράς έχουν δικαστική χρήση. Αντίθετα... 
- στη νότια οικοδομείται γύρω στο 430 π.Χ. η Νότια Στοά Ι, όπου τελούνται συσσίτια. 
- Άλλα κτήρια της ίδιας περιόδου είναι η Στοά του Ελευθερίου Διός και το Νομισματοκοπείο.

Η πόλη τώρα εντάσσεται στο οικοδομικό πρόγραμμα του Περικλή... Χτίζεται ο περίφημος ναός του Ηφαίστου και της Αθηνάς Εργάνης, το λεγόμενο «Θησείο», λίγο μετά το 450 π.Χ. 


Με την επιστασία του Φειδία, 
επί Περικλή επανακτίζονται τα πασίγνωστα οικοδομήματα, θαυμαστά για την αρχιτεκτονικής τους.

Ο Παρθενώνας το πιο σημαντικό από τα κτήρια της Ακρόπολης με σχεδιαστές και εκτελεστές τον Ικτίνο και τον Καλλικράτη (πιθανόν σε σχέδια του Φειδία). 

Τα προπύλαια και το Ερεχθείο με τις Καρυάτιδες, που σχεδιάστηκαν και κτίσθηκαν από τον Μνησικλή.

Ο ναός της Απτέρου Νίκης που κτίστηκε από τον Καλλικράτη. 

Την ίδια εποχή χτίζεται το θέατρο του Διονύσου, το Ωδείο του Περικλή και το ιερό του Ασκληπιού. Πολύ αργότερα κτίζεται το θέατρο του Ηρώδου του Αττικού.

"... Ηταν ο κεντρικός πυρήνας μιας ανώτερης αντίληψης. Η "φυσική" -μαρμάρινη- ενσάρκωση των αξιών τους, των πεποιθήσεων τους, των μύθων τους, της ιδεολογίας τους, η Ακρόπολη   με τα κτίσματα γύρω από το βράχο και πάνω σ' αυτόν... με κυρίαρχο τον Παρθενώνα...", λέει ο ερευνητής καθηγητής και μελετητής Τζέφρι Χέργουντ (Jeffrey M. Hurwit).'

Η είσοδος της ακρόπολης κατά την κλασσική περίοδο
Μετά τα μέσα του 5ου αι. π.Χ., η Αγορά της Αθήνας οργανώνεται ως το διοικητικό κέντρο μιας δημοκρατίας, η οποία αποτελούσε ταυτόχρονα και το κέντρο μιας «αυτοκρατορίας». Η μεγαλοπρέπεια των κτηρίων της Ακρόπολης δε γίνεται αισθητή στο χώρο της Αγοράς. 

Σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις κάποια μνημεία διακρίνονται για την πολυτέλειά τους, όπως για παράδειγμα η Στοά του Ελευθερίου Διός.

Δραματικά τα γεγονότα που ακολουθούν... 
Ο πελοποννησιακός Πόλεμος, το ολιγαρχικό πραξικόπημα του 411 π.Χ., η πτώση της Αθήνας στους Σπαρτιάτες το 404 π.Χ. και η τυραννία των τριάκοντα.


Το Πρόπυλο*, σε σχέδια του Μνησικλή, η μνημειακή είσοδος από όπου ο προσκυνητής περνάει κατευθυνόμενος προς τον ιερό περίβολο και τα μεγάλα μνημεία του Βράχου, δείγμα μεγάλης αρχιτεκτονικής σύλληψης που επηρέασε όχι μόνο σύγχρονές του αλλά και μεταγενέστερες δημιουργίες, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ λόγω Πελοποννησιακού Πολέμου.

Χίλια χρόνια μετά αυτή η αρχαία είσοδος σφραγίζεται... 

Το Πρόπυλο κλείνει. Για να ανέβει κάποιος στον Παρθενώνα το 1388 πρέπει να περάσει από έναν ελικοειδή δρόμο που καταλήγει στο πίσω μέρος της σημερινής εισόδου. Η Αθήνα είναι στην κυριαρχία των Φράγκων και τα προπύλαια...


...μετατρέπονται τώρα σε παλάτι-οικία των Ατσαγιόλι, προσθέτοντας κι ένα καθολικό εκκλησάκι ! 

Έξω από τα προπύλαια οικοδομείται και ο ψηλός φράγκικος πύργος που κατόπτευε όλη την πόλη.

Αυτή η θέα εντυπωσίασε τόσο τον Μακιαβέλι (Niccolo Machiavelli), της ίδια οικογένειας, που τον έκανε να γράψει: 
"Θεέ μου... δεν έχεις δει ποτέ σου χώρα πιο ωραία από αυτή, ούτε πιο ωραίο κάστρο !".  

Η Αθήνα μετονομάζεται σε Δουκάτο των Αθηνών, στο οποίο βασιλεύει η διάσημη οικογένεια της Φλωρεντίας Ατσαγιόλι (το όνομά της από το εμπόριο ατσαλιού), για 73 χρόνια μέχρι να παραδώσουν την σκυτάλη στους επόμενους κατακτητές, τους Οθωμανούς. 

"Ο Παρθενώνας είναι το μεγαλύτερο μνημείο και το μεγαλύτερο ιερό στη μεγαλύτερη πόλη της κλασσικής Αθήνας" λέει ο καθηγητής Τζέφρι Χέργουντ. 

Ολοκληρώνεται το 432 π.Χ. ώς η μέγιστη έκφραση των Αθηναϊκών Ιδανικών. Του Δίκαιου έναντι του άδικου, του Πολιτισμού έναντι της βαρβαρότητας, της Τάξης έναντι του χάους. 
Ο ναός διακοσμείται με μυθολογικές νικηφόρες νίκες. Κι ίσως για πρώτη φορά σε ελληνικό ναό οι Αθηναίοι, σαν κοινοί θνητοί απεικονίζονται στο πλάι των θεών.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το ανθρώπινο μυαλό ακόμα δεν μπορεί να δεχτεί σαν έργο ανθρώπων τον Παρθενώνα μη μπορώντας να απαντήσει σε τόσα ερωτηματικά κατασκευής, που μοιραία γεννιούνται...


Τα μυστικά του Παρθενώνα


Το εκπληκτικό ντοκιμαντέρ του PBS με τίτλο: "Secrets of the Parthenon" (τα μυστικά του Παρθενώνα) αναλύει τον τρόπο που χτίστηκε ο περίφημος Παρθενώνας...




____________________________________________________________________________


* Πρόπυλο, Το βιβλίο "Τα Προπύλαια της Αθηναϊκής Ακρόπολης" του αρχιτέκτονα Τάσου Τανούλα είναι αφιερωμένο στην οικοδομική ιστορία των προπυλαίων από το 437 π.Χ. που άρχισαν να κτίζονται από το Μνησικλή, ως σήμερα που οι αρχαιολόγοι και οι αρχιτέκτονες της Επιτροπής Ακροπόλεως μελετούν και επιχειρούν την αποκατάσταση των μνημείων που επί 25 αιώνες στεφανώνουν το ιερό Βράχο. 
"Ιωνικούς κίονες στο εσωτερικό κτηρίων δωρικού ρυθμού είχε ήδη εφαρμοστεί και αλλού, στα Προπύλαια όμως ο επισκέπτης μπορούσε να δει, για πρώτη φορά, και τους δύο ρυθμούς ταυτόχρονα, σε άμεση παράθεση, εναρμονισμένους στο ίδιο κτήριο" αναφέρει ο συγγραφέας, "

Από όλα τα μνημεία της Ακρόπολης, τα Προπύλαια, τουλάχιστον για τον κοινό επισκέπτη, είναι τα πιο "αδικημένα". Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Παρθενώνας είναι το σημαντικότερο μνημείο που δεσπόζει επάνω στο Βράχο. Μετά έρχεται το Ερέχθειο όπου η γοητεία της χθόνιας λατρείας σε συνδυασμό με τις θελκτικές Κόρες της πρόστασης μαγνητίζουν τη φαντασία μας ενώ ο ναός της νίκης μένει σχετικά έξω από τον οπτικό άξονα του προσκυνητή κατά την είσοδό του. 


  Scholeio.com  

Φιλισταίοι, ''Ουχί λοιπόν Σημίται, αλλά Αιγαίοι και δη Κρήτες...''



''Ουχί λοιπόν Σημίται, αλλά Αιγαίοι και δη Κρήτες, τουλάχιστον μοίρά τις αυτών, οι λεγόμενοι Χερεθθί, ήσαν την καταγωγήν οι Φιλισταίοι...''  Π. Ι. Μπρατσιώτης, καθηγητής βιβλικής ιστορίας 

Nότιο Ισραήλ, Τελ ελ- Σάφι

Ανατροπή, μικρή ή μεγάλη είναι στην εκτίμηση του αναγνώστη. 

Οι Φιλισταίοι ήταν Έλληνες...  

Μιλούσαν ελληνικά, έγραφαν ελληνικά (το 1.200 π.Χ. !), σε συλλαβική γραφή, ίδια με την συλλαβική γραφή Α και Β της Κρήτης και της Πύλου, έκτισαν όμορφες πόλεις στην Παλαιστίνη, με ωραίους δρόμους, όμορφα οικοδομήματα και ναούς, καλλιεργούσαν σιτηρά, λαχανικά, αμπέλια και ζούσαν μία πολιτισμένη ελληνική ζωή, πριν... τα χάσουν, πριν τους τα αρπάξουν με δόλο οι εισβολείς από την Αίγυπτο. 

«Καὶ ἐξῆλθεν ἀνὴρ δυνατὸς ἐκ τῆς παρατάξεως τῶν ἀλλοφύλων Γολιὰθ ὄνομα αὐτῶν ἐκ Γέθ, ὕψος αὐτοῦ τεσσάρων πήχεων καὶ σπιθαμῆς· καὶ περικεφαλαία ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ, καὶ θώρακα ἁλυσιδωτὸν αὐτὸς ἐνδεδυκώς, καὶ ὁ σταθμὸς τοῦ θώρακος αὐτοῦ πέντε χιλιάδες σίκλων χαλκοῦ καὶ σιδήρου· καὶ κνημῖδες χαλκαῖ ἐπὶ τῶν σκελῶν αὐτοῦ, καὶ ἀσπὶς χαλκῆ ἀνὰ μέσον τῶν ὤμων αὐτοῦ· καὶ ὁ κοντὸς τοῦ δόρατος αὐτοῦ ὡσεὶ μέσακλον ὑφαινόντων, καὶ ἡ λόγχη αὐτοῦ ἑξακοσίων σίκλων σιδήρου· καὶ ὁ αἴρων τὰ ὅπλα αὐτοῦ προεπορεύετο αὐτοῦ». - Διαβάζοντας τον στίχο 17,4 – 17,7, από το βιβλίο των εβραίων «Βασιλειών Α’» που περιγράφει την αρματωσιά του Γολιάθ (ελλ. Καλεάδης), νομίζει κανείς ότι διαβάζει ΙΛΙΑΔΑ.


Αυτοί ήταν οι Φιλισταίοι που ζούσαν ειρηνικά στην χώρα τους, στην γη των Φιλιστιείμ = παλαιστιείμ = Παλαιστίνη. 
Αλλά ίσως το να υπερασπισθεί την γη του, τα χωράφια του και το βιός του, από τον εισβολέα «περιούσιο λαό του Θεού» να ήταν ένα μοιραίο λάθος που το πλήρωσε ακριβά. 

Στα ερείπια μιας αρχαίας μητρόπολης στο νότιο Ισραήλ, εθελοντές και αρχαιολόγοι που εργάζονται στις ανασκαφές στο Τελ ελ- Σάφι, στο νότιο Ισραήλ, συνθέτουν την ιστορία ενός λαού που θυμόμαστε κυρίως ως τους «κακούς» της εβραϊκής Βίβλου.

Γολιάθ-Καλεάδης 3.000 χρόνια πριν

Η πόλη της Γαθ, όπου οι ετήσιες ανασκαφές ξεκίνησαν αυτή την εβδομάδα, βοηθά τους μελετητές να δώσουν ένα πιο διαφοροποιημένο πορτρέτο των Φιλισταίων, οι οποίοι εμφανίζονται στην βιβλική ιστορία ως οι ΑΙΩΝΙΟΙ εχθροί των Ισραηλιτών.
Η Γαθ ήταν στα σύνορα μεταξύ των Φιλισταίων -π
ερίπου τρεις χιλιάδες χρόνια πριν-, οι οποίοι κατέλαβαν τη Μεσογειακή παράκτια πεδιάδα και των Ισραηλιτών, που έλεγχαν τους λόφους της ενδοχώρας . 
Ο Γολιάθ, ίσως ο πιο διάσημος κάτοικος της πόλης, είναι ο γίγαντας πολεμιστής που έπεσε απρόσμενα από το νεαρό βοσκό Δαβίδ και σφεντόνα του, σύμφωνα βέβαια με το βιβλίο του Σαμουήλ.  (Σημείωση: ΓΟΛΙΑΘ, εβραϊκός τύπος του Ελληνικού ονόματος ΚΑΛΕΑΔΗΣ).

Οι θεοί των Φιλισταίων έχουν Ελληνικά ονόματα

Η Γαθ, η περιοχή που εγκαταστάθηκαν οι Φιλισταίοι, κατοικείτο από τους προϊστορικούς χρόνους. Ανασκαφές όπως αυτή έχουν δείξει ότι αν και υιοθέτησαν απόψεις της τοπικής κουλτούρας, δεν ξέχασαν τις ρίζες τους. Ακόμα και πέντε αιώνες μετά την άφιξή τους στη Γαθ λάτρευαν ακόμα θεούς με Ελληνικά ονόματα ! 

Οι Φιλισταίοι «είναι οι απόλυτο άλλοι» στη βιβλική ιστορία, είπε ο Aren Maeir του Πανεπιστημίου Bar-Ilan, ο υπεύθυνος αρχαιολόγος για την ανασκαφή.

Η τελευταία ανασκαφική περίοδος του καλοκαιριού ξεκίνησε την περασμένη εβδομάδα, με εκατό αρχαιολόγους από τον Καναδά, τη Νότια Κορέα, τις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού, (εκτός από Έλληνες) προσθέτοντας νέα ευρήματα στον πλούτο των ευρημάτων που βρέθηκαν στον χώρο από το έργο του Maier που ξεκίνησε το 1996.

Σε μια τετράγωνη τρύπα, αρκετές κανάτες των Φιλισταίων, σχεδόν 3.000 ετών, ήταν ήδη ορατές όπως έβγαιναν από το έδαφος. Ένα ζωγραφισμένο θραύσμα που μόλις ανακάλυψαν είχε σαν πλαίσιο κόκκινο της σκουριάς και μια μαύρη σπείρα: μια κοινή διακόσμηση στην αρχαία ελληνική τέχνη (ΜΑΙΑΝΔΡΟΣ – ΓΑΜΜΑΔΙΟΝ) και μια υπόδειξη για να προέλευση των Φιλισταίων από το Αιγαίο.

Οι Φιλισταίοι έφθασαν δια θαλάσσης από τον χώρο της σύγχρονης Ελλάδας γύρω στο 1200 π.Χ. Πήγαν να εγκατασταθούν στα μεγάλα λιμάνια: 

Ashkelon, (αρχαία ελληνική πόλη = ΑΣΚΑΛΩΝ ή ΑΣΚΕΛΩΝ = χωρίς σκέλη) 

Ashdod, (αρχαία ελληνική πόλη = ΑΖΩΤΟΣ = χωρίς ζωή) τώρα πόλεις στο Ισραήλ, 

Γάζα, τώρα μέρος του παλαιστινιακού εδάφους, γνωστής ως η Λωρίδα της Γάζας (και η ΑΚΚΑΡΩΝ 

ΓΑΘ (=ΓΥΘ, ΓΥΘΕΙΟΝ;) (ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΝΤΑΠΟΛΗ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ = ΓΗΣ ΧΑΝΑΑΝ κατά τους εβραίους, ΧΝΑ κατά τους αρχαίους έλληνες συγγραφείς).

Ο εβραίος Νεεμίας (το 500 π.Χ. περίπου) επέκρινε αυστηρά τους Ιουδαίους που είχαν πάρει Αζώτιες συζύγους, και μάλιστα οι γιοι τους οποίους είχαν αποκτήσει «μιλούσαν την αζωτική γλώσσα, και κανείς τους δεν ήξερε να μιλάει ιουδαϊκά».
(Νεεμίας 13:23, 24)

Οι αρχαιολόγοι αναφέρουν ευρήματα που δείχνουν ότι η διατροφή των Φιλισταίων βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό σε φακές, μπιζέλια, χορταρικά, βασική διατροφή του Αιγαίου. Αρχαία οστά που ήταν πεταμένα στο χώρο δείχνουν ότι έτρωγαν τους χοίρους και τα σκυλιά, σε αντίθεση με τα γείτονες Ισραηλίτες, οι οποίοι θεωρούν τα ζώα αυτά ακάθαρτα – περιορισμοί που εξακολουθούν να υπάρχουν στο εβραϊκό διατροφικό νόμο.


Οι ανασκαφές στη Γαθ έχουν αποκαλύψει επίσης ίχνη μιας καταστροφής της πόλης κατά τον 9ο αιώνα π.Χ., όπως και μια τάφρο και ένα ανάχωμα που χτίστηκε γύρω από την πόλη από πολιορκητικό στρατό – ακόμα ορατά ως μια σκοτεινή γραμμή που διασχίζει το γύρω λόφους.
Η ισοπέδωση της Γαθ εκείνη την εποχή φαίνεται να είναι το έργο του Aραμαίου βασιλιά Hazael στο 830 π.Χ., ένα περιστατικό που αναφέρεται στο βιβλίο των Βασιλέων.

Η σημασία της Γαθ έγκειται στο ότι η «ΥΠΕΡΟΧΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ»  ρίχνει φως στο πώς οι Φιλισταίοι ζούσαν εκεί τον 10 ο και 9ο αιώνα π.Χ. , είπε ο Seymour Gitin, διευθυντής του WF Ινστιτούτου Αρχαιολογικών Ερευνών Ολμπράιτ στην Ιερουσαλήμ και ειδικός σε θέματα Φιλισταίων. (σημείωση: Την υπέροχη ανασύνθεση την κάνουν εβραίοι αρχαιολόγοι, πουθενά έλληνες.)

Σ' αυτή την ''υπέροχη ανασύνθεση του υλικού'' περιλαμβάνεται και η εποχή της βασιλείας της Ιερουσαλήμ από τον Δαβίδ και τον Σολομώντα, αν υπήρχε ένα τέτοιο βασίλειο πράγματι... όπως περιγράφεται στη Βίβλο.
(Σημείωση: ΟΛΟΙ οι εβραίοι αρχαιολόγοι αμφιβάλλουν αν υπήρξε βασίλειο της Ιερουσαλήμ με Δαυίδ και Σολομώντα – δεν υπάρχουν πουθενά ευρήματα ΥΛΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ για κάτι τέτοιο, σε αντίθεση με τις Ελληνικές – φιλισταϊκές πόλεις της Παλαιστίνης).

Άλλες τοποθεσίες των Φιλισταίων παρείχαν σημαντικές πληροφορίες στους αρχαιολόγους σχετικά με προηγούμενες και μεταγενέστερες χρονικές περιόδους, αλλά όχι πολλές γι’αυτή την περίοδο-κλειδί.

Σταυροφόροι χτίζουν φρούριο πάνω στα ερείπια της Γαθ

Η «Γαθ καλύπτει ένα πολύ σημαντικό κενό στην κατανόηση της ιστορίας των Φιλισταίων,» λέει ο Gitin.
Το 604 π.Χ, ο Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας εισβάλλει και καταστρέφει εντελώς τις πόλεις των Φιλισταίων. Δεν υπάρχει κανένα απομεινάρι από αυτές έκτοτε.

Israel. Tel Tzafit National Park.
Ruins of a Crusader Castle Blanch Garde 
Σταυροφόροι που φθάνουν από την Ευρώπη το 1099 χτίζουν ένα φρούριο πάνω στα ερείπια της Γαθ, και αργότερα η περιοχή φιλοξένησε ένα αραβικό χωριό, το Tel el-Σάφι, το οποίο εκκενώθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου γύρω από τη δημιουργία του Ισραήλ το 1948. Η Γαθ σήμερα είναι εθνικό εβραϊκό (!) πάρκο.

Μια ισραηλινή πόλη που ιδρύθηκε το 1955 αρκετά μίλια προς το νότο, η Kiryat Gat, πήρε το όνομά Γαθ βασιζόμενη σε μια εσφαλμένη ταυτοποίηση διαφορετικών ερειπίων από την πραγματική πόλη των Φιλισταίων .
Η μνήμη των Φιλισταίων – μια μονόπλευρη (= πάντα κατά τους εβραίους αρχαιολόγους) εκδοχή της – διασώθηκε στην εβραϊκή Βίβλο.
Είναι γνωστή η ιστορία του Σαμψών, ο οποίος παντρεύτηκε μια Φιλισταία, συγκρούστηκε μαζί τους κατ' επανάληψη μέχρι που σύρθηκε μετά από προδοσία τυφλός και δέσμιος στο ναό τους στη Γάζα. Εκεί, όπως λέει η ιστορία, έσπασε τα δεσμά του και γκρέμισε τους δύο πυλώνες στήριξης, φέρνοντας το ναό κάτω και σκοτώνοντας μέσα σε αυτό όλους, συμπεριλαμβανομένου του ιδίου.
Ένα ενδιαφέρον εύρημα στην Γαθ είναι τα ερείπια ενός μεγάλου οικοδομήματος, πιθανόν κάποιου ναού, με δύο πυλώνες. Ο Maeir πρότεινε ότι αυτό μπορεί να ήταν ένα γνωστό σχεδιαστικό στοιχείο στην αρχιτεκτονική του ναού των Φιλισταίων όταν γράφτηκε στην ιστορία του Σαμψών.

Gath Inscription “Goliath Ostracon” (970 BCE)
Ανασκαφείς στη Γαθ έχουν επίσης βρει θραύσματα με ονόματα παρόμοια με αυτό του Γολιάθ – ένα Ινδο-ευρωπαϊκό όνομα, όχι σημιτικό, από τα είδη που θα μπορούσαν να έχουν χρησιμοποιηθεί από τις τοπικούς Χαναναίους ή Ισραηλίτες. Αυτά τα ευρήματα δείχνουν οι Φιλισταίοι πράγματι χρησιμοποιούσαν παρόμοια ονόματα , μια λεπτομέρεια από την οποία επίσης μπορεί να εξαχθεί μια ακριβής εικόνα της κοινωνίας τους.
Όπως είπε ο Maier, τα ευρήματα στην περιοχή υποστηρίζουν την ιδέα ότι η ιστορία του Γολιάθ αντικατοπτρίζει πιστά κάτι από την γεωπολιτική πραγματικότητα της περιόδου, δηλ. τη συχνά βίαιη αλληλεπίδραση των ισχυρών Φιλισταίων της Γαθ με τους βασιλείς της Ιερουσαλήμ στην παραμεθόρια ζώνη μεταξύ τους.
«Αυτό δεν σημαίνει ότι θα βρούμε μια μέρα ένα κρανίο με τρύπα στο κεφάλι του από την πέτρα που ο Δαυίδ εκσφενδόνισε, αλλά το γεγονός αυτό αντανακλά ένα πολιτιστικό περιβάλλον που ήταν πραγματικό εκείνη την εποχή.»


ΟΙ ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ ΚΑΙ Ο ΑΙΓΑΙΟΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΕΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ*



ΥΠΟ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ Ι. ΜΠΡΑΤΣΙΩΤΟΥ 

ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ 
Αρχόμενος των καθηγητικών μου εν τω ανωτάτω εθνικώ ημών πανδιδακτηρίω παραδόσεων, εκφράζω και εντεύθεν, κατ’ έθος τε ακαδημεικόν και κατά καθήκον, την βαθείαν μου ευγνωμοσύνην πρώτιστα μεν πάντων προς τον πατέρα των φώτων και παντός αγαθού δοτήρα, έπειτα δε προς τους εκθρέψαντάς με γονείς και διδασκάλους, προς την περίσεμνον των θεολόγων Σχολήν, την τιμήσασάν με ομοθύμως διά της ψήφου αυτής και προς την σεβ. Κυβέρνησιν, την εγκρίνασαν και κυρώσασαν την εκλογήν μου.
Επ’ ίσης αισθάνομαι την υποχρέωσιν, όπως και κατά την επίσημον ταύτην στιγμήν μακαρίσω την μνήμην του προώρως το πανεπιστήμιον απορφανίσαντος σοφού και λίαν προσφιλούς μοι διδασκάλου Εμμανουήλ Ζολώτα, όστις ού μόνον πρώτος εδίδαξε το μάθημα της Βιβλικής Ιστορίας εν τη ημετέρα Σχολή, αλλά και εις εμέ αυτόν, μετά τον σεβ. Μοι καθηγητήν κ. Ν. Παπαγιαννόπουλον, εγένετο ο έτερος των δύο πρώτον άμα και πολυτίμων εις τον λαβύρινθον της βιβλικής επιστήμης χειραγωγών.
Εκ των σπουδαιοτάτων επιτευγμάτων της καθ’ όλου επιστήμης κατά την τελευταίαν ενενηκονταετίαν τυγχάνουσιν αναμφιλέκτως και αι εν τη παμμερεί εξερευνήσει της παλαιάς Εγγύς Ανατολής επιτελεσθείσαι αξιοθαύμαστοι πρόοδοι, αι οφειλόμεναι προς τοις άλλοις και εις το άφθονον φως, όπερ επί της ιστορίας της αρχαιότητος ακαταπαύστως επιχύνεται από των εν ταις χώραις εκείνη αρχαιολογικών ανασκαφών.
Των δε προόδων τούτων, ως ήτο εύλογον, δεν παρέμεινεν άγευστος ουδέ η περί την Βίβλον επιστήμη. Και δη υπό το φως, όπερ διά της αρχαιολογικής σκαπάνης προέκυψεν, ου μόνον πλείστα όσα σημεία ιστορικά της Βίβλου, της τε παλαιάς και της καινής, διευκρινούνται και κάλλιον κατανοούνται, αλλά και ουκ ολίγα υπ’ εκείνης εκτιθέμενα ή οπωσδήποτε μαρτυρούμενα ιστορικά γεγονότα περιφανή ευρίσκουσιν επιβεβαίωσιν.
Ως εύγλωττον επί του προκειμένου παράδειγμα δύναται να χρησιμεύση κάλλιστα η ιστορία των Φιλισταίων, του εκ της μικράς μαθητικής ηλικίας γνωρίμου και ασυμπαθούς ίσως ημίν, αλλ’ εκλεκτού και πολλαχώς σήμερον περισπουδάστου τούτου λαού, περί ου, ως και περί της δι’ αυτού διαδόσεως και καλλιεργίας του αιγαιοκρητικού πολιτισμού εν Παλαιστίνη, έσται ημίν σήμερον ο λόγος.
Περί των Φιλισταίων και του πολιτισμού αυτών πληροφορούσιν ημάς σήμερον, προς τη Π. Διαθήκη, κυρίως μεν τα αιγυπτιακά μνημεία1 και τα εν Παλαιστίνη και Κρήτη αρχαιολογικά ευρήματα, κατά δεύτερον δε λόγον τα ασσυριακά μνημεία, μάλιστα δε τα από των Ασαρχαδδών και Ασσουρβανιπάλ, ο Ιουδαίος ιστοριογράφος Ιώσηπος και ο ημέτερος Ηρόδοτος μετ’ άλλων τινών μεταγενεστέρων συγγραφέων (Στράβωνος, Διοδώρου του Σικελιώτου, Πτολεμαίου, Λουκιανού κ.ά.). 

Α’) ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΦΙΛΙΣΤΑΙΩΝ 

Εν τη εβραϊκή Π.Δ. οι Φιλισταίοι λέγονται Pelischtim και σπανιώτερον Pelistijim, όπερ οι Ο’ που μεν μεταγράφουσι Φυλιστιείμ2 (ή Φιλιστιείμ), που δε αποδίδουσι διά του αλλόφυλοι, δι’ ού υποδηλούται η μεταξύ του λαού τούτου και του Ισραήλ ιστορική αντίθεσις, άπαξ δε χαρακτηριστικώς διά του Έλληνες3.
Ο δε Ιώσηπος λέγει αυτούς Φυλιστίνους και Παλαιστίνους4. Άλλη δε ουχί ασυνήθης εν τη Π.Δ. ονομασία αυτών είναι το απερίτμητοι5 (arelim), ήτις ιδιότης των Φιλισταίων επανειλημμένως αναδεικνύεται ενταύθα.
Η δε χώρα αυτών, ήτις εν τη Π.Δ. εμφανίζεται κατέχουσα την προς την Μεσόγειον νότιον παραλίαν της Παλαιστίνης από Ιόππης προς βορράν μέχρι Γάζης και Ραφίας προς νότον, ελέγετο υπό των Εβραίων είτε Erets Pelischtim1 τ.ε. γη (των) Φιλισταίων (γη αλλοφύλων κατά τους Ο’) είτε Pelescheth, όπερ ο Ιώσηπος αποδίδει διά του ηροδοτείου Παλαιστίνη3.
Άξιον δε προσοχής και σημειώσεως είναι ότι το εξηλληνισμένον όνομα τούτο, δι’ ού ωνομάσθη το πρώτον η χώρα των Φιλισταίων, μετεδόθη ήδη υπό του Ηροδότου4, έπειτα δε και υπό των μεταγενεστέρων Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων (Πτολεμαίου, Πλινίου, Κασσίου, Δίωνος κ.λπ.) εις όλην την γην Χαναάν, ήτις και άχρι του νυν φέρει συνήθως το όνομα Παλαιστίνη. Επί δε των ασσυριακών μνημείων η Φιλισταία λέγεται Palastu και Pilistu και Pilista.
Περί του λαού τούτου γινώσκει η Π. Διαθήκη, ότι δεν είναι ούτε σημιτικής καταγωγής ούτε αυτόχθων εν Παλαιστίνη, αλλ’ έπηλυς λαός προελθών εκ του Caphtor5 και καταγόμενος από των Χασλουχείμ ή Χασμωνιείμ (Ο’)6, ή, κατ’ άλλην πιθανωτέραν ανάγνωσιν του σχετικού χωρίου εν τω καταλόγω των λαών της Γενέσεως, από τον Χαφθοριείμ ή Γαφθοριείμ. Η δε βραχυλογία και αοριστία των μαρτυριών τούτων εγένετο αφορμή ποικίλων εκδοχών περί τε της σημασίας των μνημονευθεισών ονομασιών και περί της καταγωγής των Φιλισταίων, και ταύτα μάλιστα προ της νεωτέρας αρχαιολογικής εξερευνήσεως της Εγγύς Ανατολής.
Ούτως, ήδη παλαιότατοι ερμηνευταί της Π.Δ., εν οις και οι Ο’ και η Vulgata, εξέλαβον ως Caphtor την μικρασιατικήν Καππαδοκίαν7. Εκ δε των ιστοριοδιφών, παλαιοτέρων τε και νεωτέρων, τινές μεν, ως ο Heeren και νεωστί ο Schwally, εξέλαβον τους Φιλισταίους ως σημιτικής καταγωγής• άλλοι δε, ως ο περίφημος εβραιολόγος Gesenius, τελευταίως δε μόλις και ο καθολικός Schopfer8, σχετίσαντες το θέμα το όνομα Φιλισταίος προς το αιθιοπικόν falasa = μεταναστεύειν και παραχθέντες εκ της υπό των Ο’ συνήθους αποδόσεως της λέξεως διά του αλλόφυλος, εξέλαβον αυτό γενικώς εν τη εννοία του μετανάστης, ως κατ’ αυτούς θ’ απεκάλεσαν τους εις την χώραν αυτών επήλυδας τούτους οι Χαναναίοι ή οι Εβραίοι.
Άλλοι δε, ως παλαιότερον ο Hitzig, νεωστί δ’ ο Husing1 και ο έγκριτος Γερμανός αρχαιολόγος βαρώνος v. Lichtenberg2, ταυτίζουσι το Φιλισταίος προς το Πελασγός, ών λέξεων οι πλείστοι των φθόγγων συμφωνούσιν.
Άλλοι πάλιν εξέλαβον ως Caphtor την νήσον Κύπρον (Michaelis, Schultess κ.λπ.)• άλλοι τόπον τινά παρά το Δέλτα του Νείλου (Ebers, Halevy κ.λπ.) και άλλοι την Κιλικίαν, εν οις και ο W. Max Muller παλαιότερον, εγκαταλιπών βραδύτερον την γνώμην ταύτην.
Άλλοι τέλος, εν οις εκ των παλαιοτέρων ήδη ο Calmet, ο Rosenmuller και ο Hitzig3, προ της επισταμένης εξερευνήσεως των αιγυπτιακών μνημείων και προ της επιχειρήσεως των εν Κρήτη και Παλαιστίνη ανασκαφών και δη επί τη βάσει μόνον ολίγων ενδείξεων των φιλολογικών μνημείων και οιονεί διά της επιστημονικής αυτών διαισθήσεως, ήκασαν ότι το Caphtor ήτο η Κρήτη, άρα δι’ ότι και οι εξ αυτού προερχόμενοι Φιλισταίοι ήσαν κρητικής καταγωγής.
Είναι δε αι λόγω ενδείξεις αι εξής:

α’) Παρά τω Ιερεμία (μζ’ 4, κατά δε τους Ο’ κδ’ 4) το Caphtor χαρακτηρίζεται ως νήσος•
β’) εν τοις βίβλοις των Βασιλειών γίνεται πολλάκις λόγος περί στρατιωτικής τινος δυνάμεως, υπό τας διαταγάς του Βαναία (Benaja) διατελούσης και αποτελούσης την σωματοφυλακήν του βασιλέως Δαυίδ, ονόματι Hakkerethi και Happelethi, (οι Χερεθθί και Φελεθί κατά τους Ο’), περί ων επ’ ίσης πολλαί εξηνέχθησαν εικασίαι και οίτινες κατά την επικρατούσαν σήμερον εκδοχήν ουδέν άλλο είναι ειμή Κρήτες και Φιλισταίοι, της δευτέρας λέξεως προσαρμοσθείσης προς την πρώτην κατά την παρήχησιν, άρα δε και ενταύθα δεν πρόκειται ή περί δύο συγγενικών φυλών ή, όπερ πιθανώτερον περί ταυτισμού αυτών•
γ’) όπερ και το σπουδαιότατον, η εν τη Α’ Βασιλειών, κεφαλαίω λ’ και στίχω 4 χώρα των Χερεθθί λέγεται αμέσως εν τω στίχω 16 γη των Φιλισταίων•
δ’) παρ’ Ιεζεκιήλ (κε’ 15,16) και Σοφονία (β’ 5) Φιλισταίοι και Χερεθθεί είναι σχεδόν συνώνυμα•
ε’) οι Ο’ μεταφράζουσιν ενιαχού το Χερεθθεί διά του Κρήτες3. Χαρακτηριστικόν δ’ επ’ ίσης είναι, ότι εν Ησαΐου θ’ 12 οι μεταφράσται ούτοι ονομάζουσι τους Φιλισταίους Έλληνας.
Εκ πάντων δε τούτων συνήχθη, ότι εν τη συνειδήσει των τε συγγραφέων της Π.Δ. και των Ο’ μεταφραστών, οι Φιλισταίοι ή τουλάχιστον μοιρά τις αυτών, οι Χερεθθί, ήσαν κρητικής προελεύσεως.
Και ιδού έρχονται αι νεώτεραι αρχαιολογικαί και ιστορικαί έρευναι να επιχύσωσιν ικανόν φως επί του ζητήματος τούτου και να δικαιώσωσι πλήρως την τελευταίαν ταύτην εκδοχήν, ήν ασπάζονται σήμερον πάντες σχεδόν οι ερευνηταί της παλαιάς Ανατολής.
Εν πρώτοις, ως προς το Caphtor, όπερ εν τη Π.Δ. εμφανίζεται ως η πατρίς των Φιλισταίων. Νεώτεραι έρευναι επί των αιγυπτιακών μνημείων, ων τα μεν είναι φιλολογικής ούτως ειπείν φύσεως (επιγραφαί διαφόρων Φαραώ, ύμνοι κ.τ.τ.), τα δε καλλιτεχνικής (τοιχογραφίαι τάφων, ναών, γλυπτικά έργα κ.τ.τ.) απεκάλυψαν τα εξής: α’) Εν επιγραφαίς της ΙΗ’ αιγυπτιακής δυναστείας ευρέθη το όνομα τόπου τινός ονόματι Kftiu, Kfto, Kfte, όπερ διά το ομοιόηχον εύλογον ήτο να συγκριθή προς το βιβλικόν Caphtor. Έν τινι ύμνω προς τον Άμμωνα ακούομεν, εξυμνούμενα τα μεγάλα κατορθώματα του Φαραώ Τουτμώσεως Ι’ (περί το 1500 π.Χ.), προς τοις άλλοις πατάξαντος την Δύσιν και εμπνεύσαντος ούτω τρόμον εν τοις τόποις των Keftiu και Asi.
Και εν τη χρονογραφική δ’ επιγραφή των τοίχων του εν Karnak ναού γίνεται λόγος περί πλοίων του Cefto, όπερ αυτόθι φαίνεται ως τόπος παράλιος, καθώς και το Caphtor παρ’ Ιερεμία. Προς τούτοις β’) όπερ και το σπουδαιότερον, ευρέθησαν εν τάφοις Αιγυπτίων αξιωματούχων, μάλιστα δε του Reh-mere, του βεζύρου Τουτμώσεως Γ’, καλώς διατηρούμεναι τοιχογραφίαι μετά σχετικών επιγραφών, παριστάσαι απεσταλμένου του Cefto και άλλων τόπων, κομίζοντας δώρα τω Φαραώ, εν οις καλλιτεχνικά αγγεία εκ μετάλλων πολυτίμων, προερχόμενα κατά πάσαν πιθανότητα, ή μάλλον κατά βεβαιότητα, εκ τόπων της ακτίνος του μινωικού πολιτισμού, ού το κέντρον ήτο, ως γνωστόν, η Κρήτη.


Τούτο δ’ αποδεικνύεται εκ της συγκρίσεως των αιγυπτιακών τούτων καλλιτεχνημάτων προς τε άλλα και δη προς τα καλλιτεχνικά ευρήματα του Αιγαίου πολιτισμού, μάλιστα δε τα εν Κρήτη ευρεθέντα.

Κατά την σύγκρισιν δε ταύτην ου μόνον παρατηρείται, ότι τα χαρακτηριστικά των προσώπων των Keftiu υπομιμνήσκουσι την γνωστήν ΕΛΛΗΝΙΚΗΝ κατατομήν (profil), αλλά και διαπιστούται καταπλήσσουσα ομοιότης κατά τε το αγένειον του προσώπου, κατά τε την κόμην, την τε ενδυμασίαν των προσώπων (μακρόν διάζωμα των ισχίων τεχνικόν επί γυμνού σώματος) και κατά τα υπ’ αυτών βασταζόμενα αγγεία.

Ταύτα δ’ εν συνδυασμώ και προς τας μνημονευθείσας ενδείξεις της Π.Δ. είναι, νομίζομεν, ικανά όπως στηρίξωσι την εκδοχήν την ταυτίζουσαν το Kefto προς το Caphtor και προς την Κρήτην1.
Και η μεν μεταξύ των φωνηέντων e και a διαφορά απεδείχθη ασήμαντος, ευρεθείσης έν τινι ιατρικώ παπύρω του Λονδίνου της λέξεως Ka-f-tiu αντί Kefto. Ουχί δε μάλλον σπουδαία είναι η από του Kefto απουσία του εν τω Caphtor υπάρχοντος τελικού r, όπερ κατά τον δόκιμον αιγυπτιολόγον Spiegelberg υπάρχον εν τω πρωτογόνω τύπω εξηλείφθη έπειτα, των Αιγυπτίων φιλούντων να μετατρέπωσι το τελικόν r εις y. Άλλως δε εν πολύ μεταγενεστέρω αιγυπτιακώ μνημείω απαντά το όνομα Kptar.
Αλλά συγκριτική μελέτη των αιγυπτιακών μνημείων και των εν Κρήτη και Παλαιστίνη αρχαιολογικών καλλιτεχνικών ευρημάτων διαφωτίζει ημάς πληρέστερον περί τε της εκ του Αιγαίου και δη και της κρητικής καταγωγής των Φιλισταίων, περί τε του τρόπου και του χρόνου της εν Παλαιστίνη εγκαταστάσεως αυτών.
Εκ των αιγυπτιακών δηλ. μνημείων και εξ άλλων ιστορικών τεκμηρίων πληροφορούμεθα, ότι το από της ΙΔ’ – ΙΒ’ εκατονταετηρίδος διάστημα υπήρξε περίοδος σφοδράς εν τη ανατολική Μεσογείω ανησυχίας, προκαλουμένης εκ ζωηροτάτης κινήσεως μικρών φυλών, ων αι πλείσται φέρουσιν ονόματα υπομιμνήσκοντα ημάς ονομασίας τόπων και λαών της Μ. Ασίας1.
Αι δε φυλαί αύται, αίτινες πολλά πράγματα παρέσχον τω αιγυπτιακώ κράτει αποκαλούνται επί των αιγυπτιακών μνημείων ουχί πλέον Keftiu αλλά «λαοί της θαλάσσης» και «βόρειοι», ως εκ της προελεύσεως αυτών. Ήδη επί του φαραώ Ραμεσή Β’ (1242-1226) συγκαταλέγονται εν τοις πολεμίοις αυτού, ως «σύμμαχοι των Χετταίων», εν τη μάχη της παρά τον Ορόνταν Qades μισθοφόροι εκ μερών της Μεσογείου, ονομαζόμενοι Lukki ή Lukka (Λύκιοι), Dardeny (Δάρδανοι), Musa (πιθανώς Μυσοί) και Yewanna (Ίωνες). Αι φυλαί δε αύται ομού μετά των Akaiwascha (οίτινες είναι πιθανώτατα οι ΑχαιFοί) παρέχουσιν ολίγον βραδύτερον πράγματα εις τον φαραώ Mernephtah (1225-1215).
Και ιδού μετ’ ολίγον, κατά το 8ον έτος της βασιλείας Ραμεσή Γ’ (περί το 1198-1167), συγχρόνου περίπου τω Ιησού τω Ναυή, σημειούται η φοβερωτάτη επιδρομή πολυαρίθμων τοιούτων φυλών, μεταξύ των οποίων διακρίνονται οι Dano ή Danona (πιθανώτατα Δαναοί), οι Vaschascha και μάλιστα οι Zakkara ή Zakkari ή Zakkala ή Takkara (πιθανώτατοι οι τευκροί της ελλην. παραδόσεως), και οι Purasata ή Purasti ή κατ’ άλλην ανάγνωσιν Pulasata ή Pulasti, των Αιγυπτίων αντί του ξένου αυτοίς φθόγγου l μεταχειριζόμενων το r.
Η τελευταία δ’ αύτη φυλή, ήτις, ως μνημονευομένη πάντοτε πρώτη, φαίνεται ότι ήτο και η πρωταγωνιστούσα εν τη περί ής ο λόγος κινήσει κατά την, διά της ερεύνης του W. Max Muller, ορθήν αποδειχθείσαν παρατήρησιν του πολλού αιγυπτιολόγου Champollion (+1832), ουδέν άλλο είναι, ειμή οι ημέτεροι Φιλισταίοι.
Αι μνημονευθείσαι δε φυλαί, μικρασιατικής και δη και πιθανώς Καρίας κατά το πλείστον καταγωγής3, πιεζόμεναι ίσως εν Μ. Ασία, ένθα μετά των Zakkari είχον και οι Pulasata εκ Κρήτης ου προ πολλού καταφύγει, εισώρμησαν νυν εις την χώραν των Χετταίων και εκείθεν προελαύνοντες εισέβαλον εις την Συρίαν και εξεχύθησαν προς την Παλαιστίνην, διά της παραλίας της οποίας έφθασαν μέχρι των ορίων της Αιγύπτου προς αναζήτησιν κρείσσονος τύχης, συμφώνως προς το περιπλανητικόν πνεύμα της αρίας φυλής.
Τω όντι δε περί αναζητήσεως κρείσσονος τύχης προύκειτο, ως τεκμαιρόμεθα εκ του γεγονότος, ότι οι επιδρομείς συνωδεύοντο υπό γυναικών και τέκνων και υπό των υπαρχόντων αυτών, μεταφερομένων επί διτρόχων οχημάτων υπό βοών συρομένων, και ουχί περί επιχειρήσεων πειρατικών, καθώς ήκασάν τινες παραχθέντες υπό της φρασιολογίας των αιγυπτιακών επιγραφών1.
Κατά τον αυτόν δε που χρόνον, όστις συμπίπτει περίπου προς τον χρόνον του τρωικού πολέμου, κατά την παραδεδομένην χρονολογίαν (1194-1184), και παραλλήλως προς την χερσαίαν ταύτην εκστρατείαν, κραταιός στόλος των «βορείων» τούτων, ως λέγονται εν ταις αιγυπτιακαίς επιγραφαίς, υπερβάς την Κύπρον, κατηυθύνετο προς την πλουσίαν της Αιγύπτου λείαν και εισελθών εις τα στόμια του Νείλου, ελυμαίνετο την περιοχήν του Δέλτα. Το αιγυπτιακόν κράτος από της επιδρομής των Ύξως δεν είχε διατρέξει φοβερώτερον κίνδυνον. Αλλά Ραμεσής ο Γ’ έσωσεν αυτό΄, αντεπεξελθών και αποκρούσας τους επιδρομείς κατά γην τε και θάλασσαν διά κραταιών επιχειρήσεων, ας απηθανάτισεν έπειτα το μεν δι’ επιγραφικών περιγραφών των γεγονότων επί των τοίχων του εις ανάμνησιν της νίκης εκείνης ιδρυθέντος υπ’ αυτού εν Medinet Habu ναού, το δε διά καλλιτεχνικής ενταύθα τε και αλλαχού αναπαραστάσεως της τε εισβολής των επιδρομέων και της κατ’ αυτών ναυμαχίας, του παλαιοτάτου τοιούτου είδους γεγονότος εν τη παγκοσμίω ιστορία, ού σώζεται ζωγραφική μαρτυρία. Ακριβώς δ’ ειπείν, η καλλιτεχνική αύτη αναπαράστασις των γεγονότων εκείνων έρχεται εις ενίσχυσιν σοβαράν της περί αιγαίας και δη και κρητικής καταγωγής των Φιλισταίων εκδοχής.
Διότι αι εν τοις αιγυπτιακοίς τούτοις καλλιτεχνήμασιν εικόνες των Φιλισταίων εμφανίζουσιν έντονον και πολλαπλήν ομοιότητα κατά τε το πρόσωπον, την τε ενδυμασίαν και την κόμην, προς τε τας μνημονευθείσας εικόνας των Keftiu και προς τα εν τοις κρητικοίς ευρήμασι του Arthur Evans και μάλιστα εν τω περιφήμω κατά το έτος 1907 ανευρεθέντι και ακατανόητον εισέτι ιερογλυφικήν γραφήν φέροντι δίσκω της Φαιστού.
Το άνευ γενείου πρόσωπον, το περίζωμα των ισχύων, το επίμηκες των ιδιοτρόπων πλοίων μεθ’ υψηλών πηδαλίων και πρό παντός το πανομοιότυπον πτερωτόν εν είδει περικεφαλαίας κάλυμμα της κεφαλής είναι τα κοινά γνωρίσματα των επί του δίσκου τούτου και επί των τοίχων του Medinet Habu εικονιζομένων1. Σύγκρισις δε των αιγυπτιακής ούτως ειπείν εκδόσεως εικόνων των Φιλισταίων προς εικόνας μυκηναϊκών καλλιτεχνημάτων αποδεικνύει, ότι και το είδος του υπό των Pulasata φορουμένου θώρακος και η μικρά στρογγύλη ασπίς αυτών είναι των συγχρόνων τη επιδρομή εκείνη μεταγενεστέρων Αιγαίων συνήθεια.
Ουχί λοιπόν Σημίται, αλλά Αιγαίοι και δη Κρήτες, τουλάχιστον μοίρά τις αυτών, οι λεγόμενοι Χερεθθί, ήσαν την καταγωγήν οι Φιλισταίοι, πιθανώς δε και οι Zakkari, οίτινες πιεζόμενοι, κατά την πιθανήν του v. Lichtenberg εικασίαν, υπό της δωρικής εις την πατρίδα αυτών εισβολής, κατέφυγον εις την οπωσδήποτε οικείαν αυτοίς νοτιοδυτικήν Μ. Ασίαν, ένθα πάλιν μη ευρόντες ησυχίαν, συμμαχήσαντες δε και μετ’ άλλων φυλών συγγενικών, καρικής ίσως καταγωγής, επεχείρησαν τας μνημονευθείσας επιδρομάς.
Των επιδρομών δε τούτων αποτέλεσμα προς τοις άλλοις ήτο και η έκτοτε, και δη είτε μικρόν μετά είτε μικρόν προ των μετά Ραμεσή του Γ’ συμπλοκών, παρά την ακτήν της Παλαιστίνης μόνιμος εγκατάστασις των τε Zakkari και των Pulasata, ήν δεν επέτυχε ν’ αποσοβήση ο των μερών εκείνων κυρίαρχος τότε μνημονευθείς Φαραώ και πολύ ολιγώτερον οι ανίσχυροι διάδοχοι αυτού.
Και τους μεν Zakkari ευρίσκομεν ήδη περί 1100 π.Χ. εγκατεστημένους και ικανώς εν τω πολιτισμώ προηγμένους εν τη πόλει Dor (ελληνιστί Δώρα) προς νότον του Καρμήλου, υπό ηγεμόνα τινα Bidir ονόματι, ως πληροφοροφούμεθα από του παπύρου Golenisc eff4, τους δε Φιλισταίους νοτιώτερον εν τη παρά την Μεσόγειον ευφόρω πεδιάδι Schefela, ένθα άλλοτε κατά την Π. Διαθ. Κατώκουν οι Ευαίοι5. Ούτω δε, άπαξ έτι η Παλαιστίνη αποβαίνει ό,τι πολλάκις υπήρξεν εν τη ιστορία τ.έ. τόπος συναντήσεως Δύσεως και Ανατολής.
Και υπήρξε μεν η προκειμένη εν Παλαιστίνη εγκατάστασις των Φιλισταίων εκείνη, αφ’ ης άρχεται ο πολιτικός και ο ιστορικός καθ’ όλου εκείνων, ως λαού πλέον, βίος, ούτως όμως δεν αποκλείεται το παράπαν και παλαιότερα εν τη χώρα ταύτη εγκατάστασις μικράς μοίρας των Φιλισταίων ή άλλης στενώς συγγενικής αυτοίς πολεμοχαρούς φυλής, ήν προϋποθέτουσι και τινες πληροφορίαι της Π. Διαθήκης, καθιστώσι δε πιθανήν το μεν η διά των εν Παλαιστίνη νεωτάτων ανασκαφών διαπιστουμένη πρωϊμωτάτη (ήδη από των αρχών της β’ χιλιετηρίδος) πυκνή προς την χώραν ταύτην επικοινωνία αντιπροσώπων του αιγαίου πολιτισμού, το δε το γεγονός, ότι εκ τοσούτων άλλων επιδραμουσών τότε αιγαϊκής προελεύσεως φυλών μόνον ο των Φιλισταίων λαός μετά των συγγενών αυτοίς Zakkari προτιμά την Παλαιστίνην και ολόκληρος εγκαθίσταται εν αυτή, ελκόμενος πιθανώς υπό των συγγενικών προς την παλαιοτέραν εκείνην μοίραν δεσμών.
Οπωσδήποτε δεν πρόκειται περί μεγάλου ποσοτικώς λαού, αλλά περί λαού σπουδαίου ποιοτικώς, γενναίου, εμπειροπολέμου και δη και φορέως πολιτισμού υψηλού, ον εφ’ ικανόν χρόνον ου μόνον διετήρησεν, αλλά και φιλοτίμως προήγαγε, καίπερ πρωίμως την γλώσσαν εν μέρει δε και την θρησκείαν εκχαναανισθείς και επί πλείστον εν πολεμικαίς περιπετείαις εμπεπλεγμένος.
Και ο λαός ούτος, ΛΑΟΣ ΤΟΙΟΥΤΩΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ, καίπερ ολιγαριθμότερος των Ισραηλιτών, θέσας στερεόν τον πόδα επί της κληρονομίας εκείνων έμελλε να παρεμβάλη την κραταιοτάτην αντίδρασιν εις την εν τη γη της επαγγελίας εγκατάστασιν αυτών και να διαδραματίση σπουδαιότατον εν τη ιστορία αυτών μέρος.-  Π.Ζ
_________________________________________
Δημοσιεύθηκε στηνΑρχαιολογίαΕπιστημονικές έρευνες


  Scholeio.com  

''Εκεί που βρέθηκε η μεγαλύτερη επιγραφή του κόσμου στην ελληνική γλώσσα''


''Έχοντας κατακτήσει το σκοπό της ζωής... όπως μας τον θέτει η ίδια η φύση, φιλοσοφούμε για να ευδαιμονήσουμε''  Επίκουρος 


Στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας και 100 χλμ βόρεια του Καστελόριζου, στην ορεινή Λυκία, υπάρχει (τι άλλο;) μια ελληνική πόλη με ένα μάλλον παράξενο ίσως και άγνωστο, για τους πολλούς, όνομα...
Η, ή για άλλους, τα Οινόανδα, που βρίσκονται στον απομακρυσμένο και άγριο ορεινό όγκο της περιοχής της βόρειας Λυκίας, στην άνω κοιλάδα του ποταμού Ξάνθου ήταν το νοτιότερο από τα μέλη της Τετράπολις με επικεφαλής τα αρχαία Κίβυρα της Λυκίας κατά την Ελληνιστική Περίοδο και αφού αυτή διαλύεται, από τον Λικίνιο Μουρήνα το 84 π.Χ.,  τα Οινόανδα γίνονται μέρος του Κοινού (κοινότητας) της Λυκίας, όπως άφθονες επιγραφές αποδεικνύουν. 


Σε αυτή την απομακρυσμένη περιοχή της Μικράς Ασίας λοιπόν στην ελληνική πόλη Οινόανδα, οι αρχαιολόγοι έχουν βρει θραύσματα της πιο μεγάλης μαζικής επιγραφής του αρχαίου κόσμου αυτή δε ανάγεται στον δεύτερο αιώνα μ.Χ. και είναι ελληνική. 
Η πρώιμη ιστορία του οικισμού είναι ασαφής, παρά μια διερευνητική έρευνα που πραγματοποιήθηκε, από το Bρετανικό Ινστιτούτο Αρχαιολογίας στο 1974-1976. Τα Οινόανδα χτίστηκαν λοιπόν στην κορυφή ενός ψηλού βουνού στην αρχαία επαρχία της Λυκίας, τον 3 αι π.Χ. υπό την επήρεια της Περγάμου. Αντίθετα με τις περισσότερες αρχαίες πόλεις, ένα μεγάλο μέρος των Οινόανδων δεν θάφτηκε κάτω από το χώμα. 

Είναι εκεί όπου ο φιλόσοφος Διογένης ὁ Οἰνοανδεύς χάραξε το έργο του στον τοίχο μιας στοάς, στην Αγορά αυτής της ελληνικής πόλεως. 


Διογένης ὁ Οἰνοανδεύς και οι Βασικές θέσεις της Επικούρειας Φιλοσοφίας

''Δεν θα υπάρχουν πόλεμοι, νόμος δεν θα χρειαστεί ούτε τοίχος...Όλα θα είναι εν ειρήνη και εν αρμονία'' 

Να κάνουμε μια μικρή παρένθεση στη διήγησή μας για να αναφερθούμε στον  Διογένη τον Οινοανδέα,  τον επικούρειο φιλόσοφο και δημιουργό αυτής της μεγάλης επιγραφής, που έζησε τον 2ο αι. μ.Χ. στα Οινόανδα, στην ελληνική πόλη της ορεινής Λυκίας. 
Στο κέντρο της Αγοράς αυτής της πόλεως δημιουργεί ο Διογένης αυτή την επιγραφή.   Περιεχόμενο αυτής η ανάπτυξη των βασικών θέσεων της Επικούρειας Φιλοσοφίας
Η επιγραφή που το συνολικό της μήκος αγγίζει τα 80 μέτρα (για άλλους 60), θεωρείται μοναδικό μνημείο της ανθρωπότητας. 
Το 1884 που βρέθηκε σε διάσπαρτα κομμάτια από τους Γάλλους αρχαιολόγους Holleaux και Paris προκάλεσε σχόλια θαυμασμού στην αρχαιολογική κοινότητα και από αυτήν την εποχή και μετά, αρχαιολόγοι, φιλόλογοι και επιγραφολόγοι ασχολούνται με υπομονή και αγάπη για να αποκαλύψουν και να ανασυνθέσουν τα κομμάτια της επιγραφής... Μια εργασία που συνεχίζεται και στις μέρες μας !
''ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΥΤΗΝ ΩΡΜΗΣΑΜΕ ΠΡΑΞΙΝ (ΦΙΛΟΣΟΦΕΙΝ) ΟΠΩΣ ΕΥΔΑΙΜΟΝΗΣΩΜΕΝ ΤΟ ΕΠΙΖΗΤΟΥΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΚΤΗΣΑΜΕΝΟΙ ΤΕΛΟΣ''
''Εμείς στραφήκαμε προς αυτή την πράξη, το να φιλοσοφούμε, για να ευδαιμονήσουμε έχοντας πρώτα κατακτήσει το σκοπό της ζωής όπως μας τον θέτει η ίδια η φύση''  Διογένης Οινοανδέας: Απόσπασμα 28
Νόμισμα των Οινόανδων του 200 π.Χ.
Δίδραχμο με στεφανωμένη κεφαλή του Διός
και τον αετό του να στέκεται στον κεραυνό του θεού- 
Είσοδος κτηρίου σε σημείο της πόλεως
Είπαμε ήδη ότι η πόλη χτίστηκε, στην κορυφή ενός ψηλού βουνού στην αρχαία επαρχία της Λυκίας. τόν 3 αι π.Χ. υπό την επήρεια της Περγάμου.  Λίγο πριν το τέλος της ζωής του φιλόσοφου Διογένη, τον δεύτερο αιώνα μ.Χ, στην πόλη, στο κέντρο της Αγοράς, ιδιαίτερα εμφανώς, παρουσιάζεται μια μεγάλη επιγραφή σε ασβεστόλιθο τοίχο.   

Η επιγραφή διακηρύσσει την φιλοσοφία του Επίκουρου, ο οποίος έζησε πέντε αιώνες νωρίτερα. 


Άποψη του υδραγωγείου της πόλεως
Αυτό το μοναδικό κείμενο, που ανακαλύφθηκε στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, έχει προσελκύσει πολλούς μελετητές.

Αντίθετα με τις περισσότερες αρχαίες πόλεις, ένα μεγάλο μέρος των Οινόανδων δεν θάφτηκε κάτω από το χώμα. 

Το απότομο και κακοτράχαλο έδαφος της τοπικής γεωμορφολογίας δεν καθιστά πρακτικό να αφαιρεθούν τα χαραγμένα τετράγωνα επιγραφικά τεμάχια μακριά από την πόλη και την Αγορά έτσι ίσως ολόκληρη η επιγραφή παρέμεινε ακόμα εκεί. 
Το Θέατρο στα Οινόανδα

Ανακαλύφθηκαν έτσι μία προς μία οι χαραγμένες επιγραφές.


Το ίδιο το τείχος της πόλεως, ωστόσο, έχει από καιρό κατεδαφιστεί. Μετά και το κτήριο 
καταστράφηκε, και οι ογκόλιθοι του ανακυκλώθηκαν ως υλικό κατασκευής για την κατασκευή σπιτιών, άνοιγμα δρόμων, κλπ , πιθανότατα κατά την πρώιμη χριστιανική εποχή.

Μέρος του κατεστραμμένου τείχους στο σημείο
που ενώνεται με το Θέατρο

Το θέατρο της πόλης πιστεύεται ότι χρονολογείται από τον 2ο αιώνα π.Χ. και βρίσκεται στο βόρειο περιθώριο της πόλης, χτισμένο σε πλαγιά φυσικού λόφου.   



Κατέληγε έξω από τα τείχη, όταν το Τείχος διαχωρίζεται πριν η περιοχή να εγκαταλειφθεί.


Αρχικά ήταν ελληνικής τεχνοτροπίας (δηλαδή ανοικτό από την πλευρά της σκηνής), αλλά είχε προστεθεί μια σκηνή/κτηρίο, στη ρωμαϊκή εποχή, ίσως το δεύτερο μισό του πρώτου αιώνα μ.Χ..

Το κοίλον, το οποίο ήταν 55 μέτρα σε διάμετρο, είχε 2.000 καθίσματα στραμμένα προς τον Νότο. Στο σχήμα που υπερβαίνει ένα ημικύκλιο και ήταν σε σχήμα πετάλου. Είχε με τουλάχιστον 17 σειρές εδωλίων σε 11 κερκίδες. Η ορχήστρα είναι 17,5 m σε διάμετρο, ενώ η κυρίως σκηνή ήταν 25,5 x 5,75 m με πέντε πόρτες.

Απόψεις του θεατρικού κτηρίου

Κτήριο
Μέρος του Τείχους




Κτήριο της πόλης Θέρμες
























Νέο οχυρωματικό τείχος

Έως τα μέσα του τρίτου αιώνα μ.Χ., η ανασφάλεια οδήγησε στην κατασκευή ενός νέου οχυρωματικού τείχους, που μπορεί να χρονολογηθεί περίπου το 270 μ.Χ. και το οποίο επέφερε έναν δραστικό περιορισμό στην πόλη, για την υπεράσπιση της περιοχής. 





Μέσα σ' αυτό, υπάρχει ένας σημαντικός ναός ανήκει στην μορφή βασιλική και υπήρχε έως τις αρχές του τέταρτου μ.Χ. αιώνα. 

Στη συνέχεια, η θέση είναι ασαφής. 

Το υδραγωγείο επισκευάστηκε αρκετές φορές, αλλά τελικά εγκαταλείφθηκε. 





Την Ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο οι κατοικίες εντός της νότιας και της βόρειας περιοχής στον - ανατολικό τομέα δείχνει τη συνεχιζόμενη κατοχή, αλλά ο πληθυσμός πρέπει σταδιακά να έχει ελαττωθεί. 






Προμαχώνας στο τοίχο της πόλης



Τα δημόσια κτίρια εγκαταλείφθηκαν και σύντομα κατέρρευσαν, τα ερείπια υποδηλώνουν ότι μπορεί να είναι «εν μέρει το αποτέλεσμα των σεισμών».


Στο νοτιοδυτικό άκρο της πόλης είναι ένα καλά διατηρημένο τμήμα του προαναφερθέντος τείχους οχυρωμένο με δύο πύργους.







Το τείχος διασταυρώνεται και εφάπτεται με το υδραγωγείο της εποχής των Φλαβίων, το οποίο είναι εξίσου καλά διατηρημένο και καλύπτει τη διαδρομή ανάμεσα στον τοίχο και το γειτονικό λόφο στην νότια ίσαλο γραμμή και την πηγή που έχει επισημανθεί περίπου 4 χλμ μακριά μέσα από πυκνό δάσος και είναι στραμμένο προς το νότο.



Βιβλιοθήκη της πόλεως

Υδραγωγείο της εποχής των Φλαβίων


Η περιοχή της πόλης των Οινόανδων όπως προσδιορίζεται από τους Βρετανούς British εξερευνητές, Hoskyns και Forbes, το 1841, και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας, XII (1843).











































Η θέση της πόλης είναι μια ευρεία σέλα σε κορυφογραμμή μεταξύ των δύο ψηλών λόφων, σε υψόμετρο περίπου 1400μ. Ο λόφος που υψώνεται στα βόρεια είναι μερικές φορές που αναφέρεται ως ακρόπολη, αν και δεν είναι ενσωματωμένη στην αστική δομή. Λόγω της έντονα ορεινής έκτασης, στους δημόσιους χώρους - η λιθόστρωτη αγορά και η λεγόμενη Esplanade - θα μπορούσαν να φιλοξενηθούν μόνο στο βόρειο τμήμα της πόλης, ενώ τα περισσότερα από τα άλλα οικοδομικά λείψανα καταλαμβάνουν επικλινείς τοποθεσίες. Ο παρακάτω χάρτης δείχνει το κέντρο της πόλη.


Ερείπια του Απολλώνιου
Σπαράγματα ανάγλυφου διακόσμου της πόλεως Οινόανδα
Θέρμες
Θέρμες
























Πλακόστρωτο άνοιγμα στην Αγορά
Ελληνικές επιγραφές σε βάθρα αγαλμάτων

Σε αναζήτηση της «Πέτρας του Φιλοσόφου»

Σε αυτή την απομακρυσμένη περιοχή της Μικράς Ασίας λοιπόν στην ελληνική πόλη Οινόανδα , οι αρχαιολόγοι έχουν βρει θραύσματα της πιο μεγάλης μαζικής επιγραφής του αρχαίου κόσμου και αυτή ανάγεται στον δεύτερο αιώνα μ.Χ. και είναι ελληνική. Είναι εκεί όπου ο φιλόσοφος Διογένης χάραξε το έργο του στον τοίχο μιας στοάς, στην Αγορά αυτής της ελληνικής πόλεως.

Μέρος από το πλάτωμα όπου βρισκόταν η Αγορά της πόλεως
Το χειμώνα του 1884, δύο νεαροί Γάλλοι επιγραφολόγοι κατά την εξερεύνηση της αρχαίας ελληνικής πόλης Οινόανδα στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία στην περιοχή της Λυκίας, έκαναν μια ενδιαφέρουσα ανακάλυψη. Διάσπαρτα στα καλοδιατηρημένα ερείπια στην κορυφή, ενός λόφου που καλύπτεται από κέδρους, βρήκαν πέντε πέτρινα θραύσματα χαραγμένα με τα γραπτά του άγνωστου τότε φιλόσοφου, Διογένη του Οἰνοανδέως.

Σε ένα από τα θραύσματα, Διογένης εξηγεί γιατί σκάλισε τις σκέψεις του σε αυτή την πέτρα, γράφει: ''Η πλειοψηφία των ανθρώπων που υποφέρουν από μια κοινή ασθένεια, όπως μια πληγή, αυτή η ασθένεια είναι ότι έχουν ψευδείς αντιλήψεις για τα πράγματα, και ο αριθμός τους, των ανθρώπων αυτών, αυξάνεται. ... Ήθελα να χρησιμοποιήσω λοιπόν αυτή τη στοά για να διαφημίζονται δημοσίως τα [φάρμακα] που φέρνουν τη σωτηρία από αυτή την ασθένεια.




Τα «φάρμακα» ο Διογένης ήλπιζε να τα χρησιμοποιήσει για να θεραπεύσει τη «νόσο» της εσφαλμένης αντίληψης και ήταν φιλοσοφικά κείμενα από τον Επικουρισμό, ένα φιλοσοφικό σύστημα που ιδρύθηκε τον τέταρτο αιώνα π.Χ., από τον Έλληνα φιλόσοφο Επίκουρο. 

Ήταν συνδεδεμένη με την Φυσική, έκρινε ότι η επιδίωξη της ηδονής είναι το ανώτερο καλό, και απέφευγε την πίστη στη θεϊκή παρέμβαση. Ο πλούσιος Διογένης πρέπει να είχε καταβληθεί οικονομικά για την κατασκευή της επιγραφής που πρέπει να σκαλισμένη στον τοίχο μιας στοάς, ή στεγασμένου διαδρόμου, που πιθανώς βρισκόταν σε μία από τις δημόσιες πλατείες της πόλης, πιθανώς στην Αγορά της πόλεως.



Ακόμα κάνει σαφή αναφορά στην ελπίδα και προσδοκία του,  οι Οινοανδείς πολίτες αλλά   και οι επισκέπτες της πόλης θα μελετήσουν όχι απλά θα διαβάσουν, τους'' λόγους'' και θα μυηθούν στην επικούρεια σχολή σκέψης. 

Μετά την ανακάλυψη των πέντε τεμαχίων, που δόθηκε στη δημοσιότητα και έγινε η σημασία τους κατανοητή, η γαλλική και η αυστριακή αρχαιολογική ομάδα επισκέφθηκε τα Οινόανδα μεταξύ 1885 και 1895. Βρήκαν άλλα 83 θραύσματα της εν λόγω επιγραφής, η οποία παραμένει το μόνο αρχαίο, φιλοσοφικό κείμενο, από τον ελληνικό και ρωμαϊκό κόσμο να έχει επιβιώσει στην αρχική του μορφή.




Ο Επιγραφολόγος Martin Ferguson Smith (αριστερά) και ο συνάδελφός του Jürgen Hammerstaedt εξετάζουν μια επιγραφή χαραγμένη στην πέτρα με τις αρχές της επικούρειας σκέψης. Οι δύο μελετητές πρόσφατα συνεργάστηκαν με μια ομάδα αρχαιολόγων που χαρτογραφούν τα Οινόανδα. Η Ενδελεχής έρευνα αποκάλυψε στην επιφάνεια του εδάφους 75 προηγουμένως άγνωστα επιγραφικά θραύσματα.

Ως ερμηνευτικές εργασίες σχετικά με την επιγραφή συνεχίζονται και κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Το προφίλ που έχει φτιαχτεί για τον Διογένη, από τις ομάδες εργασίας, δεν είναι πολύ κολακευτικό γι αυτόν, θεωρείται ως ένας όχι ιδιαίτερα επιτήδειος εκφραστής της επικούρειας φιλοσοφίας.
Αυτό φαίνεται να έφταιξε που δεν υπήρξε καμία συντονισμένη προσπάθεια μέχρι το 1968 για να ψάξουν νέα θραύσματα της μεγάλης επιγραφής, όταν ο Βρετανός κλασικιστής Martin Ferguson Smith, τώρα ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Durham, έκανε ένα πόνημα για την περιοχή, που έχει χαρακτηριστεί από κάποιους "επιγραφικό Ελ Ντοράντο . 

Ο Σμιθ είχε μόλις ολοκληρώσει μια μετάφραση του πρώτου αιώνα π.Χ., όπου ο Ρωμαίος συγγραφέας Λουκρίτιος πραγματεύεται σχετικά με τη φύση των πραγμάτων, ένα φιλοσοφικό ποίημα που ερευνά την επικούρεια φιλοσοφία και των οποίων, η εκ νέου ανακάλυψη κατά τον δέκατο πέμπτο αιώνα, κάποιοι μελετητές πιστώνουν ότι έχει συμβάλει και αυτό στην δημιουργία της Αναγέννησης.



Για τον Σμίθ, το δέλεαρ, των ως μέχρι στιγμής, άγνωστων θραυσμάτων της επιγραφής- με περαιτέρω γραπτά του Διογένη στην επικούρεια φιλοσοφία -ήταν ακαταμάχητο. Αρχικά μόνος του, και στη συνέχεια, υπό την αιγίδα του Βρετανικού Ινστιτούτου Αρχαιολογίας στην Άγκυρα, πέρασε πολλά χρόνια με το να εργάζεται στα Οινόανδα.



Έχει τεκμηριωθεί και για τις δύο γνωστές επιγραφές αλλά και τα πρόσφατα ανακαλυφθέντα θραύσματα χρησιμοποιώντας μια βούρτσα για να ωθήσει διηθητικό υγρό στο χαρτί μέσα στις εσοχές πάνω στις πέτρες, το οποίο, μετά την ξήρανση, δημιουργεί μια μόνιμη εκτύπωση των γραμμάτων.


Επάνω αποτύπωση σε χαρτί από επιγραφικό σπάραγμα κάτω, της εξέδρας του Δημοσθένη 



Ο Σμιθ με εντατική μελέτη των θραυσμάτων και την ανακάλυψη και άλλων κείμενων στα Οινόανδα, συμπεριλαμβανομένης μιας επιγραφής που περιγράφει την ίδρυση ενός μουσικού εορτασμού στην πόλη, προς τιμήν του Διογένους κάτι που επέτρεψε μέχρι σήμερα να χρονολογηθεί από αυτόν, διστακτικά, ότι η επιγραφή του Διογένη κατασκευάστηκε στις αρχές του δεύτερου αιώνα μ.Χ.




Επιπλέον υπέθεσε ότι το τοίχωμα που φέρει την επιγραφή ίσως καταστράφηκε από σεισμό, ή μάλλον ότι σκόπιμα κατεδαφίστηκε την διάρκεια της ύστερης αρχαιότητας, όταν ο Χριστιανισμός άρχισε να κυριαρχεί και οι επικούρειες ιδέες αντιμετωπίστηκαν με εχθρότητα. Κατά την πάροδο του χρόνου, πολλοί από τους ογκόλιθους που περιέχουν την επιγραφή χρησιμοποιήθηκαν σε νέες κατασκευές, αποκρύπτοντας την επιγραφή .



Η μεγαλύτερη επιγραφή του αρχαίου Κόσμου είναι ελληνική.

Ο Σμιθ πρότεινε, επίσης, ότι η συνολική επιγραφή αρχικά διαιρείται σε επτά διαφορετικές σειρές, με την κάτω γραμμή περιέχει γραπτά σχετικά με τη δεοντολογία και αποσπάσματα από τον Επίκουρο, αλλά και δικά του έργα, του Διογένη, σχετικά με το θέμα. Πάνω από αυτή την σειρά, θα ήταν μια σειρά με χαραγμένα έργα Φυσικής, ένα σημαντικό θέμα στον Επικουρισμό, ο οποίος υποστηρίζει ότι, το θέμα δεν είναι, ούτε δημιουργείται ούτε καταστρέφεται, αλλά αποτελείται από άφθαρτα άτομα.




Πάνω από αυτή τη σειρά, πρέπει να αποτελείται με μια άλλη ηθική διερεύνηση και να καταγραφή των αξιωμάτων πιθανώς από τον Διογένη τον ίδιο. Μια τέταρτη σειρά που περιέχονται στις επιστολές του Διογένη, και πάνω από αυτό, μια μακρά πραγματεία σχετικά με το γήρας που πήρε τρεις επιπλέον γραμμές. Ο Σμιθ υποθέτει ότι η επιγραφή που υπήρχε κάποτε στον τοίχο της στοάς ήταν 12 πόδια ύψος ,δηλαδή 3,60 μέτρα και μήκος πάνω από 200 πόδια ,δηλαδή 60 μέτρα και θα μπορούσε να περιείχε περίπου 25.000 λέξεις.



Το έργο του Βρετανού κλασικιστή καθηγητή στην επιγραφή, οδήγησε σε περιορισμένη ανασκαφή στην πλατεία της πόλης, το 1997 όπου βρισκόταν πιθανότατα η στοά. Η ομάδα του έσκαψε μόνο τρεις μικρές τομές, αλλά και πάλι κατάφερε να αποκαλύψει οκτώ μεγάλα θραύσματα της επιγραφής που είχαν αναδιαμορφωθεί ως πεζοδρόμιο και ως υποστήριξη βάσης αγάλματος.


Υποστήριξη βάσης αγάλματος με επιγραφή.

Τα νέα τμήματα που ανακαλύφθηκαν στις ανασκαφές του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου -Archäologisches Institut. Μεταξύ των μερών που ανακαλύφθηκε το 2008 ήταν μια δήλωση σχετικά με τη θεωρία του Πλάτωνα για την κοσμογονία. Η επιγραφή περιλαμβάνει τρεις πραγματείες που γράφτηκαν από τον Διογένη, καθώς και διάφορα γράμματα και αξιώματα:

. Μια πραγματεία για τη δεοντολογία, που περιγράφει πώς η ευχαρίστηση είναι το τέλος της ζωής, πώς η αρετή είναι ένα μέσο για να επιτευχθεί και εξηγεί πώς μπορεί να επιτευχθεί η ευτυχισμένη ζωή.

. Μια Πραγματεία περί Φυσικής, η οποία έχει πολλές ομοιότητες με του Λουκρήτιου και περιλαμβάνει συζητήσεις σχετικά με τα όνειρα, τους θεούς, περιέχει μια περιγραφή της προέλευσης του ανθρώπου και την εφεύρεση της ένδυσης, της ομιλίας και γραφής.

Μια πραγματεία για το γήρας, που φαίνεται να έχουν υπερασπιστεί τα γηρατειά ενάντια στα μπότζες των νέων, αν και μικρό μέρος αυτής της πραγματείας επιβιώνει.

Γράμματα από το Διογένη με τους φίλους του, η οποία περιλαμβάνει μια επιστολή που απευθύνεται σε κάποιο Αντίπατρο σχετικά με την επικούρεια διδασκαλία των αναρίθμητων κόσμων.

Επικούρεια αξιώματα, μια συλλογή από τις παροιμίες του Επίκουρου και άλλων επιφανών Επικούρειων, το οποίο προσαρτάται στο τέλος της πραγματείας σχετικά με τη δεοντολογία.

Επιστολές του Επίκουρου, η οποία περιλαμβάνει μια επιστολή προς τη μητέρα του Επίκουρου για το θέμα των ονείρων



Σε αυτά τα θραύσματα, που μαζί συνθέτουν το μεγαλύτερο τμήμα της επιγραφής που ανακαλύφθηκε, όπου εκεί ο Διογένης υποστηρίζει ότι […οι θεοί είναι αδιάφοροι για τα ανθρώπινα ζητήματα και επικρίνει τους Στωικούς, μία αντίπαλη φιλοσοφική σχολή.


Συνολικά, ο καθ. Σμιθ βρήκε 136 προηγουμένως άγνωστα κομμάτια, συμπεριλαμβανομένου ενός που ονομάστηκε θραύσμα, η "Χρυσή Εποχή". 

Σε αυτό, ο Διογένης προσβλέπει σε μια εποχή που πολλοί άνθρωποι θα έχουν μετατραπεί σε οπαδούς της επικούρειας φιλοσοφίας. "Λέει ότι [ … όλα θα είναι εν ειρήνη και εν αρμονία…] [… Δεν θα υπάρχουν πόλεμοι, κανένας νόμος, δεν θα χρειαστεί και κανένας τοίχος, για να μας υπερασπιστεί….] σημειώνει ο καθ. Σμιθ, με ένα ίχνος θλίψης διότι, ορισμένα από τα θραύσματα της επιγραφής είχαν επαναχρησιμοποιηθεί για την οχύρωση κατά την ύστερη αρχαιότητα, όταν γίνονταν εμφύλιοι πόλεμοι και εισβολές από τους Γότθους, κάτι που σήμαινε ότι η ζωή στην Οινόανδα απείχε πολύ από την "Χρυσή Εποχή".

Ο καθ. Martin Ferguson Smith επέστρεψε στη ελληνική πόλη Οινόανδα το 2007, αυτή τη φορά ως μέρος μιας ομάδας που χρηματοδοτείται από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο. 

Με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Martin Bachmann Τμήματος του Ινστιτούτου της Κωνσταντινούπολης, η ομάδα περιλάμβανε από το Πανεπιστήμιο της Κολωνίας του φιλολόγου Jürgen Hammerstaedt, ο οποίος συνεργάστηκε στενά με τον Σμιθ να μεταφράσει και να ερμηνεύσει την επιγραφή. 

Ο στόχος του νέου προγράμματος ήταν να ερευνήσει ολόκληρη την πόλη της Οινόανδας για να γίνει κατανοητό το πλαίσιο της επιγραφής, και να καταγράψει τις θέσεις των γνωστών θραυσμάτων με GPS και υψηλής τεχνολογίας τεχνικές απεικόνισης.




Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και η ομάδα δεν διεξήγαγε καμία ανασκαφή, ήταν σε θέση να βρει 75 άγνωστα κομμάτια απλά με εντατική εργασία στην τοπογραφία της επιφάνειας, φέρνοντας το συνολικό αριθμό σε 299. Πολλά από τα πρόσφατα θραύσματα που ανακαλύφθηκαν είναι μικρά και μερικώς και όχι ολόκληρα, αλλά περιλαμβάνουν επίσης ορισμένες σημαντικές αναγραφές χαραγμένες επάνω σε αυτά, όπως η κριτική της θεωρίας του Πλάτωνα για την προέλευση του σύμπαντος και ένα τμήμα μιας πραγματείας της Φυσικής που επικρίνει την ιδέα ότι αστραπές, βροντές και οι σεισμοί είναι το έργο των θεών.

Σπαράγματα με επιγραφικά στοιχεία από την εξέδρα του Διογένη

Πρόσφατα ανακαλύφθηκαν θραύσματα των γραμμάτων του Διογένη, αναφέρεται επίσης σε μια ισχυρή οικογένεια που κυβέρνησε την επαρχία της Λυκίας (στην οποία βρισκόταν η Οινόανδα ) στις αρχές του δεύτερου αιώνα μ.Χ. με την η οποία υποστηρίζει την χρονολόγηση της επιγραφής ο καθ. Σμιθ.





Μια εξέδρα με επιγραφές που κατασκευάστηκε για τον Διογένη -Αναπαράσταση -αναφέρει ότι γίνεται μια εορτή προς τιμή του Δημοσθένους την 23 η των Αρτεμισίων (περί τον Ιούλιο)


Η διευθέτηση της τεράστιας επιγραφής μέσα στην πόλη

Η ομάδα επίσης προσπαθεί να καταλάβει πώς ο τοίχος με την επιγραφή του Διογένη θα μπορούσε να χωρέσει στο αστικό τοπίο στα Οινόανδα, καθώς και το πώς οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της πόλης θα έχουν αλληλεπίδραση και θα μπορούσαν να διαβάσουν την επιγραφή.

"Ένα ερώτημα που έχουμε είναι το πώς οι άνθρωποι θα διαβάσουν τα μαθήματα στην κορυφή της επιγραφής ", λέει ο Hammerstaedt. "Τα γράμματα είναι μεγαλύτερα εκεί, αλλά εξακολουθούν να είναι περί τα 3,60 μέτρα πάνω από το δάπεδο."




Αναρωτιέται επίσης εάν η επιγραφή κάλυπτε τον εξωτερικό τοίχο της στοάς, όπου το φως θα ήταν περισσότερο, και ίσως το έδαφος επικλινές, κάτι που θα επέτρεπε στους ανθρώπους να πλησιάσουν το ανώτερα τμήματα της επιγραφής και να μπορέσουν να διαβάσουν καλύτερα

Επίσης συνεχίζεται η τριδιάστατη ανακατασκευή του τοίχου, με αρχιτεκτονικά στοιχεία κάτι που έχει ως αποτέλεσμα, την εξειδίκευση του καθ. Smith και του Hammerstaedt να ερμηνεύσουν πώς ήταν τοποθετημένα τα τεμάχια της επιγραφής, κάτι που μπορεί να βοηθήσει και να απαντήσει στις ερωτήσεις που προκύπτουν .

Η ανακατασκευή του τοίχου με την επιγραφή που έχει δημιουργηθεί από την ψηφιακή σάρωση όλων των 299 γνωστών πέτρινων θραυσμάτων που φέρουν τα γραπτά του Διογένη.

Δεν υπάρχουν γνωστές ομοιότητες σαν την επιγραφή Διογένη στον αρχαίο κόσμο, ούτε σύγχρονο αλλά και κανένα σημερινό τέτοιο παράδειγμα. Επίσης ο καθ. Hammerstaedt σημειώνει ότι η επιγραφή ήταν τόσο εμφανής και είναι τόσο ασυνήθιστο γεγονός που θα πρέπει να είχε γίνει γνωστό σε όλη τη Λυκία και ακόμη μακρύτερα στον ελληνορωμαϊκό κόσμο.

Ένας από τους λόγους που ήταν κάτι το τόσο εξαιρετικό είναι ότι, σε αντίθεση με τα μέλη των άλλων φιλοσοφικών σχολών, οι Επικούρειοι ήταν έντονα ιδιωτικοί και δεν είναι γνωστό να έχουν κάνει δημόσιες ομιλίες ή συζητήσεις σε δημόσιους χώρους. 

"Τα γραπτά του Επικούρου και των επικούρειων συνήθως κυκλοφορούν μεταξύ των μικρών κύκλων του εσωτερισμού" λέει ο καθ. Hammerstaedt. "Έτσι, για να διακηρύξει ο Διογένης τις ευλογίες του για την επικούρεια φιλοσοφία σε ένα τέτοιο δημόσιο χώρο όπως η Αγορά της πόλεως είναι πολύ ασυνήθιστο. Είναι σχεδόν το ισοδύναμο της σύγχρονης δημοσίευσης ενός ανοικτού κώδικα."

Ο καθ. Smith σημειώνει ότι ορισμένοι εκ των νεώτερων κλασικιστών έχουν χλευάσει τον Διογένη ως «πνευματικά αδύναμο και φιλοσοφικό βλάκα». 

Αλλά αυτό δείχνει την ανεπάρκειά τους, διότι όπως ο ίδιος ο ερευνητής πιστεύει και είναι λογικό, ότι το σημαντικό είναι να θυμόμαστε ότι δεν έγραφε για τους συναδέλφους του φιλοσόφους, αλλά μάλλον, όπως εξάλλου και ο ίδιος γράφει, για τους απλούς ανθρώπους στον δρόμο, ελπίζοντας να τους πείσει για τις αρετές της επικούρειας φιλοσοφίας και να τους προσφέρει έναν τρόπο βελτίωσης της ζωής τους.
Εικονική ανασυγκρότηση ολόκληρης της στοάς
Με το έργο της έρευνας της πλέον να έχει ολοκληρωθεί, η ομάδα επικεντρώνεται στη δημιουργία της εικονικής τριδιάστατης επιγραφής και την ανασυγκρότηση της με βάση τα γνωστά κομμάτια, πολλά από τα οποία είναι τώρα αποθηκευμένα σε μια ασφαλή αποθήκη στην περιοχή.

Και ενώ δεν υπάρχουν συγκεκριμένα σχέδια για την ανασκαφή, οποιαδήποτε μελλοντική αποστολή θα έχει το πλεονέκτημα τους εξαιρετικά λεπτομερείς χάρτες της θέσης που γίνεται από τον καθ. Bachmann και την ομάδα του. Από την πλευρά τους, οι Smith και Hammerstaedt είναι ανήσυχοι γιατί δεν γνωρίζουν τι εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τη γη των Οινόανδων.

Ο Hammerstaedt πιστεύει ότι το 75 έως 80 τοις εκατό της επιγραφής θα μπορούσε να παραμείνει θαμμένη ή οι ογκόλιθοι να έχουν ανακυκλωθεί ως μέρος των άλλων κτιρίων στην περιοχή.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρονται για τις δυνατότητες για να ανακαλύψουν περισσότερα από τις προσωπικές επιστολές του Διογένη, αυτό θα μπορούσε να ρίξει πρόσθετο φως για τον ίδιο το φιλόσοφο. Μετά από όλα, αυτός ο Έλληνας ήταν ένας αξιόλογος άνθρωπος, ένας κοσμοπολίτης άνθρωπος, λέει ο Hammerstaedt, που απαγγέλλει ένα αγαπημένο απόσπασμα από τη μετάφραση του Martin Ferguson Smith, μιας αναφοράς και στην οποία δηλώνει, ο Διογένης πού χάραξε στην επιγραφή: 

[ … Όχι , τουλάχιστον για εκείνους που καλούνται αλλοδαποί, γιατί δεν είναι ξένοι. Διότι, ενώ τα διάφορα μέρη της Γης δίνουν διαφορετικούς ανθρώπους, μια διαφορετική χώρα, αλλά ολόκληρη η πυξίδα αυτού του κόσμου, δίνει σε όλους τους ανθρώπους μία μόνο χώρα, το σύνολο της Γης, και ένα ενιαίο σπίτι, τον Κόσμο….]
_______________________________________________________________________________
ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

Πηγές ενδεικτικά:
· Ερρίκος A. Πάουελ συντάκτης στο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ.
· An Exedra for Demosthenes of Oenoanda and His Relatives N. P. Milner and S. Mitchell
Anatolian Studies Vol. 45 (1995), pp. 91-104 Published by: British Institute at Ankara
Article DOI: 10.2307/3642916
· oinoanda.blogspot.gr
· Alan Hall ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ
· Ernst Kalinka
· Rudolf Heberdey
φωτογραφίες :
· Αρχείο ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝΑ
· Γιάννης Αβραμίδης
· Martin Bachmann αρχαιολόγος





* Το επιγραφικό έργο του Διογένους του Οινοανδέα σε παλαιά έκδοση με εισαγωγή στα λατινικά αλλά με πολλές επιγραφές του στα ελληνικά

Αγορά
Αγορά
Θέρμες
Αγορά
Κεφάλαια:
. Τα Οινόανδα  
. Διογένης ὁ Οἰνοανδεύς  
. Σε αναζήτηση της «Πέτρας του Φιλοσόφου» 
. Η μεγαλύτερη επιγραφή του αρχαίου Κόσμου είναι ελληνική
. Η διευθέτηση της τεράστιας επιγραφής μέσα στην πόλη

Περιεχόμενα:
Φυσική
Δεοντολογία
Επιστολή προς τον Αντίπατρο
Επιστολή προς τον Διόνυσο



______________________________________________________

  Scholeio.com