Πλαστήρας, 27 σπαθιές και 9 σημάδια από βλήματα.





Η φτώχεια του πρώην Πρωθυπουργού Νικολάου Πλαστήρα*, δεν αποτελεί παράδειγμα για τους σημερινούς κηφήνες της πολιτικής ! 

«Η Ελλάδα πεινάει κι εμένα θα μου βάλετε τηλέφωνο», είχε πει, ενώ ο αδελφός του ήταν άνεργος. Μεταφέρουμε μερικά από τα πολλά αξιόλογα συμβάντα της ζωής του, τα οποία χαρακτηρίζουν τον άνδρα και τον καθιστούν πρότυπο, παράδειγμα προς μίμηση για παλιότερους αλλά και σημερινούς, δεδομένου ότι, τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι, έμπαιναν πλούσιοι στην πολιτική και έβγαιναν πάμφτωχοι.


Ο αείμνηστος Ανδρέας Ιωσήφ – πιστός φίλος του – αναφέρει:

Ο στρατηγός είχε απαγορεύσει στους δικούς του να χρησιμοποιούν το όνομα «Πλαστήρας» όπου κι αν πήγαιναν. Ο αδελφός του ήταν άνεργος. Το εργοστάσιο ζυθοποιίας «ΦΙΞ» ζητούσε οδηγό κι εκείνος έκανε αίτηση. 
Ο αρμόδιος υπάλληλος τον ρώτησε πώς λέγεται : 

Κι επειδή αυτός δίσταζε να πει το όνομά του, ενθυμούμενος την εντολή του στρατηγού, τον ξαναρώτησε και δυο και τρεις φορές, ώσπου αναγκάστηκε να ομολογήσει ότι τον λένε Πλαστήρα. 

Παραξενεμένος ο υπεύθυνος ζητάει να μάθει αν συγγενεύει με το Στρατηγό και Πρωθυπουργό. Μετά από πολύ δισταγμό του αποκαλύπτει ότι είναι αδελφός του. 
Αφού η αίτηση, ικανοποιήθηκε, παρακάλεσε να μη το μάθει ο αδελφός του. Ο στρατηγός το έμαθε κι αφού τον κάλεσε αμέσως στο σπίτι του τον επέπληξε και του απαγόρευσε να αναλάβει αυτή την εργασία λέγοντάς του: «Αν έχεις ανάγκη, κάτσε εδώ να μοιραζόμαστε το φαγητό μου». Και δεν πήγε.
Ο Πλαστήρας ήταν άρρωστος – έπασχε από φυματίωση – κι έμενε σ’ ένα μικρό σπιτάκι στο Μετς, κοντά στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Του πρότειναν να του βάλουν ένα τηλέφωνο δίπλα στο κρεβάτι αλλά αυτός αρνήθηκε λέγοντας: «Μα τι λέτε; Η Ελλάδα πένεται κι εμένα θα μου βάλετε τηλέφωνο; ».
Πολλές φορές με τρόπο έστελνε και αγόραζαν ψωμί, ελιές και λίγη φέτα. Τότε οι γύρω του, του υπενθύμιζαν ότι είχε ανάγκη καλύτερου φαγητού λόγω της αρρώστιας κι εκείνος με απλότητα τους απαντούσε: «Τι κάνω. Σκάβω για να καλοτρώγω;».












Ο  Βάσος Τσιμπιδάρος, δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Ακρόπολη». Περιγράφει το εξής περιστατικό:

 Κάποτε, ο στενός του φίλος Γιάννης Μοάτσος, είχε πάρει την πρωτοβουλία να του εξασφαλίσει μόνιμη στέγη, για να μην περιφέρεται εδώ και εκεί σε ενοικιαζόμενα δωμάτια. Πήγε λοιπόν σε μια Τράπεζα και μίλησε με τον διοικητή.
«Τι;», απόρησε εκείνος. «Δεν έχει σπίτι ο κύριος Πρωθυπουργός Πλαστήρας; Βεβαίως και θα του δώσουμε ό,τι δάνειο θέλει και μάλιστα με τους καλύτερους όρους !».

Ο Μοάτσος έτρεξε περιχαρής στον Πλαστήρα, του το ανήγγειλε και εισέπραξε την αντίδραση: «Άντε ρε Γιάννη, με τι μούτρα ρε θα βγω στο δρόμο, αν μαθευτεί πως εγώ πήρα δάνειο για σπίτι;».
Έσκισε το έντυπο στα τέσσερα και το πέταξε.

 
Ο Δημήτρης Λαμπράκης «δώρισε» κάποια στιγμή στον Πλαστήρα ένα ωραίο χρυσό στυλό κι αφού ο στρατηγός κάλεσε τον φίλο του Ανδρέα του λέει:

- Εγώ δεν βάζω χρυσές υπογραφές. Μου φτάνει το στυλουδάκι μου. Να το στείλεις πίσω.
- Μα θα προσβληθεί.
- Δεν πειράζει. Ας μου κόψει το νερό από το κτήμα. Δεν θέλω δώρα Ανδρέα. Γιατί τα δώρα φέρνουν και αντίδωρα!

 Το 1952, Πρωθυπουργός ακόμη ο Πλαστήρας, ήταν κατάκοιτος από την αρρώστια που τον βασάνιζε, όταν μία μέρα δέχθηκε την επίσκεψη της Βασίλισσας Φρειδερίκης. Μπαίνοντας εκείνη στο λιτό ενοικιαζόμενο διαμέρισμά του, εξεπλάγη όταν είδε τον Πρωθυπουργό να χρησιμοποιεί ράντζο για τον ύπνο του, και τον ρώτησε με οικειότητα : «Νίκο, γιατί το κάνεις αυτό ;» και η απάντηση ήρθε αφοπλιστική. «Συνήθισα, Μεγαλειοτάτη, το ράντζο από το στρατό και δεν μπορώ να το αποχωριστώ».


 Ο Στρατηγός Νικόλαος Σαμψών, φίλος του Πλαστήρα, σε επιστολή του περιγράφει, το παρακάτω :

 
Όταν πέθανε ο Πλαστήρας, δεν άφησε πίσω του σπίτι, ακίνητα ή καταθέσεις σε τράπεζες. Η κληρονομιά που άφησε στην ορφανή προσφυγοπούλα ψυχοκόρη του, ήταν 216 δραχμές, ένα δεκαδόλαρο και μια λακωνική προφορική διαθήκη: «Όλα για την Ελλάδα ! ». Βρέθηκε επίσης στα ατομικά του είδη ένα χρεωστικό του Στρατού Σώμα Υλικού Πολέμου (Σ.Υ.Π. 108) για ένα κρεβάτι που είχε χάσει κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων στη Μικρά Ασία και 8 δραχμές με σημείωση να δοθούν στο Δημόσιο για την αξία του κρεβατιού, ώστε να μην χρωστά στην Πατρίδα».Όταν πέθανε ο Πλαστήρας στις 26/7/1953 τον έντυσαν το νεκρικό κοστούμι, που το αγόρασε ο φίλος του Διονύσιος Καρρέρ – γιατί ο ίδιος τον μισθό του τον πρόσφερε διακριτικά σε άπορους και ορφανά παιδιά – ο δε γιατρός, που ήταν παρών και υπέγραψε το σχετικό πιστοποιητικό θανάτου, μέτρησε στο ταλαιπωρημένο κορμί του:

27 σπαθιές και 9 σημάδια από βλήματα.

Για να μην ξεχνάμε....

* Νικόλαος Πλαστήρας: Στρατιωτικός και πολιτικός, με έντονη δράση σε κρίσιμες περιόδους της νεοελληνικής ιστορίας του  πρώτου μισού του 20ου αιώνα, γνωστός με το προσωνύμιο «Μαύρος Καβαλάρης». Γεννήθηκε στο Βούνεσι (σημερινό Μορφοβούνι) Καρδίτσας στις 4 Νοεμβρίου 1883.
και πέθανε 26 Ιουλίου 1953. Ο Πλαστήρας διακρίθηκε σε πολλές μάχες, ιδιαίτερα στη Μάχη του Λαχανά, όπου οι συμπολεμιστές του έδωσαν το προσωνύμιο «Μαύρος Καβαλάρης».
Η δράση του κατά τη μικρασιατική εκστρατεία ενίσχυσε τη φήμη του. Οι Τούρκοι τον ονομάζουν
Καρά-Πιπέρ (Μαυρόπιπερο), εξαιτίας του μελαψού του χρώματος και τη μονάδα του «Σεϊτάν Ασκέρ» (Στρατό του Διαβόλου).
 http://www.sansimera.gr/biographies/184#ixzz2QGk4RvPT
 http://www.sansimera.gr/biographies/184#ixzz2QGjoJUWO

Scholeio.com

Οι Άγγελοι Δεν Ξέρουν Γλώσσες, Μίλα τους Ελληνικά !




Το Σημαίνον (η λέξη) και 
το Σημαινόμενο (η έννοια)

   Τι σημαίνει η ελληνική γλώσσα λίγοι  από μας το γνωρίζουν....

   βιβλίο Guinness:  Η Αγγλική γλώσσα έχει 490.000 λέξεις από τις οποίες 41.615 λέξεις. είναι από την Ελληνική γλώσσα

   Bill Gates:  Η Ελληνική με την μαθηματική  δομή της είναι η γλώσσα της πληροφορικής και της νέας γενιάς  των εξελιγμένων υπολογιστών, διότι μόνο σ’ αυτήν δεν υπάρχουν όρια.

   Werner Heisenberg: «Η θητεία μου στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο». 

   Francisco Adrados, γλωσσολόγος:  Η Ελληνική και η Κινέζικη. είναι οι μόνες γλώσσες με συνεχή ζώσα παρουσία από τους ίδιους λαούς και στον ίδιο χώρο εδώ και 4.000 έτη.
Όλες οι γλώσσες θεωρούνται κρυφοελληνικές, με πλούσια δάνεια από τη μητέρα των γλωσσών, την Ελληνική.

          Η Γλώσσα

   Η Ελληνική γλώσσα έχει λέξεις για έννοιες οι οποίες παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο Μόνον η Ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει τη ζωή από το βίο, την αγάπη από τον έρωτα. 
   Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον.

    Το εκπληκτικό είναι ότι η ίδια η Ελληνική γλώσσα μας διδάσκει συνεχώς πώς να γράφουμε σωστά. Μέσω της ετυμολογίας, μπορούμε να καταλάβουμε ποιός είναι ο σωστός τρόπος γραφής ακόμα και λέξεων που ποτέ δεν έχουμε δει ή γράψει.

   Το «πειρούνι» για παράδειγμα, για κάποιον που έχει βασικές γνώσεις Αρχαίων Ελληνικών, είναι προφανές ότι γράφεται με «ει» και όχι με «ι» όπως πολύ άστοχα το γράφουμε σήμερα. Ο λόγος είναι πολύ απλός, το «πειρούνι» προέρχεται από το ρήμα «πείρω» που σημαίνει τρυπώ-διαπερνώ, ακριβώς επειδή τρυπάμε με αυτό το φαγητό για να το πιάσουμε. 



Επίσης η λέξη 
"συγκεκριμένος"
φυσικά και δεν 
μπορεί να γραφτεί
"συγκεκρυμμένος",    
καθώς προέρχεται
από το "κριμένος" (αυτός που έχει δηλαδή κριθεί) 
και όχι βέβαια από 
το "κρυμμένος", αυτός που έχει κρυφτεί).

   Άρα το να υπάρχουν πολλά γράμματα  
για τον ίδιο ήχο (π.χ. η, ι, υ, ει, οι κτλ) όχι μόνο δεν θα έπρεπε να μας δυσκολεύει, αλλά αντιθέτως να μας βοηθάει στο να γράφουμε πιο σωστά, εφόσον βέβαια έχουμε μια βασική κατανόηση της γλώσσας μας.

   Επιπλέον η ορθογραφία με την σειρά της μας βοηθάει αντίστροφα στην ετυμολογία αλλά και στην ανίχνευση της ιστορικής πορείας της κάθε μιας λέξης. 
   Και αυτό που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την καθημερινή μας νεοελληνική γλώσσα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι η γνώση των Αρχαίων Ελληνικών.

   Είναι πραγματικά συγκλονιστικό συναίσθημα να μιλάς και ταυτόχρονα να συνειδητοποιείς τι ακριβώς λες, ενώ μιλάς και εκστομίζεις την κάθε λέξη ταυτόχρονα να σκέφτεσαι την σημασία της. Είναι πραγματικά μεγάλο κρίνα να διδάσκονται τα Αρχαία με τέτοιο φρικτό τρόπο στο σχολείο ώστε να σε κάνουν να αντιπαθείς κάτι τόσο όμορφο και συναρπαστικό.



       Η Σοφία

   Στη γλώσσα έχουμε το σημαίνον (την λέξη) και το σημαινόμενο (την έννοια). Στη Ελληνική γλώσσα αυτά τα 2 έχουν πρωτογενή σχέση, καθώς αντίθετα με τις άλλες γλώσσες το σημαίνον δεν είναι μια τυχαία σειρά από γράμματα.
   Σε μια συνηθισμένη γλώσσα όπως τ΄Αγγλικά μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car  και το αυτοκίνητο cloud, και από τη στιγμή που το συμφωνήσουμε να ισχύει.

   Στα Ελληνικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. 
   Γι’ αυτό το λόγο πολλοί διαχωρίζουν τα Ελληνικά σαν «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες. 
   Μάλιστα ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Werner Heisenberg είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία ο Αντισθένης είχε πει:  «Αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις». 

   Για παράδειγμα ο «άρχων» είναι αυτός που έχει δική του γη (άρα = γή + έχων). 
Και πραγματικά, ακόμα και στις μέρες μας είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς δική του γη, δικό του σπίτι.

   Ο "βοηθός" σημαίνει αυτός που το κάλεσμα τρέχει. Βοή=φωνή+θέω=τρέχω.
Και πραγματικά, ακόμα και στις μέρες μας είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς δική του γη / δικό του σπίτι. 


   Ο Αστήρ είναι το αστέρι, αλλά η ίδια η λέξη μας λέι ότι κινείται, δεν μένει ακίνητο στον ουρανό (α+στηρ από το ίστημι που σημαίνει στέκομαι).
   Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον, είναι ότι πολλές φορές η λέξη περιγράφει ιδιότητες της έννοιας την οποίαν εκφράζει, αλλά με τέτοιο τρόπο που εντυπωσιάζει και δίνει τροφή για τη σκέψη. Για παράδειγμα ο «φθόνος» ετυμολογείται από το ρήμα «φθίνω» που σημαίνει μειώνομαι. 


   Και πραγματικά ο φθόνος σαν συναίσθημα, σιγά-σιγά μας φθίνει και μας καταστρέφει.
Μας «φθίνει» – ελαττώνει ως ανθρώπους- και μας φθίνει μέχρι και την υγεία μας.
   Και, βέβαια, όταν αναφερόμαστε σε κάτι που είναι τόσο πολύ ώστε να μην τελειώνει,
πως το λέμε; Μα, φυσικά, «άφθονο».


   Έχουμε τη λέξη «ωραίος» που προέρχεται από την «ώρα». Διότι για να είναι κάτι ωραίο, πρέπει να έλθει και στην ώρα του. Ωραίο δεν είναι το φρούτο όταν είναι άγουρο ή σαπισμένο και ωραία γυναίκα δεν είναι κάποια ούτε στα 70 της άλλα ούτε φυσικά και στα 10 της.
   Ούτε το καλύτερο φαγητό είναι ωραίο όταν είμαστε χορτάτοι, επειδή, σε αυτή την περίπτωση, δεν μπορούμε να το απολαύσουμε.


   Ακόμα έχουμε την λέξη «ελευθερία» για την οποία το «Ετυμολογικόν Μέγα» διατείνεται «παρά το ελεύθειν όπου ερά»= το να πηγαίνει κανείς όπου αγαπά.
Άρα βάσει της ίδιας της λέξης, ελεύθερος είσαι όταν έχεις τη δυνατότητα να πάς όπου αγαπάς. Πόσο ενδιαφέρουσα ερμηνεία! 


   Το άγαλμα ετυμολογείται από το αγάλλομαι (ευχαριστιέμαι) επειδή όταν βλέπουμε (σε αρχική φάση οι Θεοί) ένα όμορφο αρχαιοελληνικό άγαλμα η ψυχή μας ευχαριστείται, αγάλλεται. Και από το θέαμα αυτό επέρχεται η αγαλλίαση.
Αν κάνουμε όμως την ανάλυση της λέξης αυτής θα δούμε ότι είναι σύνθετη από
αγάλλομαι + ίαση (=γιατρειά). 

   Άρα, για να συνοψίσουμε, όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και γιατρευόμαστε. Και πραγματικά, γνωρίζουμε όλοι ότι η ψυχική μας κατάσταση συνδέεται άμεσα με τη σωματική μας υγεία.


 [Παρένθεση: και μια και το έφερε η «κουβέντα», η Ελληνική γλώσσα μας λέει και τι είναι άσχημο.  

   Από το στερητικό «α» και την λέξη σχήμα μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι. Για σκεφτείτε το λίγο.  
   Σε αυτό το σημείο, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε στην αντίστοιχη Λατινική λέξη για το άγαλμα (που μόνο Λατινική δεν είναι). 
   Οι Λατίνοι ονόμασαν το άγαλμα, statua από το Ελληνικό «ίστημι» που ήδη αναφέραμε, και το ονόμασαν έτσι επειδή στέκει ακίνητο.]

   Προσέξτε την τεράστια διαφορά σε φιλοσοφία μεταξύ των 2 γλωσσών, αυτό που σημαίνει στα Ελληνικά κάτι τόσο βαθύ εννοιολογικά, για τους Λατίνους είναι απλά ένα ακίνητο πράγμα. 

   Είναι προφανής η σχέση που έχει η γλώσσα με τη σκέψη του ανθρώπου.

   George Orwell: Στο αθάνατο έργο του «1984», απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη. 

   Εκεί το καθεστώς προσπαθούσε να περιορίσει την γλώσσα για να περιορίσει την σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις. 

    Mihai Eminescu, εθνικός ποιητής των Ρουμάνων:  

   «Η γλώσσα και οι κανόνες αυτής αναπτύσσουν την κρίση»... 
   Μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικά πολιτισμού. 
   Το να μπορείς να μιλάς σωστά σημαίνει ότι ήδη είσαι σε θέση να σκέφτεσαι σωστά, να γεννάς διαρκώς λόγο και όχι να παπαγαλίζεις λέξεις και φράσεις.


          Μουσικότητα

    Η Ελληνική φωνή κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν «αυδή».  Η λέξη αυτή δεν είναι τυχαία αφού προέρχεται από το ρήμα «άδω» που σημαίνει τραγουδώ.

Όπως γράφει και ο μεγάλος ποιητής και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος:


   «Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει. 

Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε Μεταξύ τους με μουσική».

   Ο γνωστός Γάλλος συγγραφεύς Jacques Lacarrière επίσης μας περιγράφει την κάτωθι εμπειρία από το ταξίδι του στην Ελλάδα:


   «Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική αλλά και ακατάληπτα μουσική.  

   Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα -μητέρα των εννοιών μας- μου απεκάλυπτε ένα άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της.
   Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πει ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήσαν αυτοί που με είχαν αναστήσει».


   Ο διάσημος Έλληνας και διεθνούς φήμης μουσικός Ιάνης Ξενάκης, είχε πολλές φορές τονίσει ότι η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής.

   Αλλά και ο Γίββων (Gibbon) μίλησε για μουσικότατη και γονιμότατη γλώσσα, που δίνει κορμί στις φιλοσοφικές αφαιρέσεις και ψυχή στα αντικείμενα των αισθήσεων.
   Ας μην ξεχνάμε ότι οι Αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν ξεχωριστά σύμβολα για νότες, χρησιμοποιούσαν τα ίδια τα γράμματα του αλφαβήτου. 


   Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου. φιλόλογος και συγγραφεύς:
   «Οι τόνοι της Ελληνικής γλώσσας είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες προφυλάττουν από την παραφωνία μια γλώσσα κατ’ εξοχήν μουσική, όπως κάνει η αντίστιξη που διδάσκεται στα ωδεία, ή οι διέσεις και υφέσεις που διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες».
   Είναι γνωστό εξάλλου πως όταν οι Ρωμαίοι πολίτες πρωτάκουσαν στην Ρώμη Έλληνες ρήτορες, συνέρρεαν να θαυμάσουν, ακόμη και όσοι δεν γνώριζαν Ελληνικά, τους ανθρώπους που «ελάλουν ώς αηδόνες». 

             
   Δυστυχώς κάπου στην πορεία της Ελληνικής φυλής, η μουσικότητα αυτή (την οποία οι Ιταλοί κατάφεραν και κράτησαν) χάθηκε, προφανώς στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Να τονίσουμε εδώ ότι οι άνθρωποι της επαρχίας, του οποίους συχνά κοροϊδεύουμε για την προφορά τους, είναι πιο κοντά στην Αρχαιοελληνική προφορά από ό,τι εμείς οι άνθρωποι της πόλεως.
   Η Ελληνική γλώσσα επιβλήθηκε αβίαστα (στους Λατίνους) και χάρη στην μουσικότητά της.
   Όπως γράφει και ο Ρωμαίος Οράτιος:


   «Η Ελληνική φυλή γεννήθηκε ευνοημένη με μία γλώσσα εύηχη, γεμάτη μουσικότητα».  


   Μήπως θα "μας έκανε καλό" ν' αγαπούσαμε λίγο τη γλώσσα μου "μας δόθηκε" ;

   Γιατί:
   «Όταν κάποτε φύγουμε από τούτο το φώς θα ελιχθούμε προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει.
   Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσουμε αγγέλους, θα τους μιλήσουμε Ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. 
Μιλάνε Μεταξύ τους με μουσική».
________________________
Ν. Βρεττάκος


Scholeio.com