Η Μεταφορά του Συμμαχικού Ταμείου και Το Οικοδομικό Πρόγραμμα του Περικλή



Η ανατολική πρόσοψη των Προπυλαίων της Ακρόπολης.
 Από τη Δήλο στην Αθήνα. 
   Μετά το τέλος των Περσικών Πολέμων η Αθήνα, αν και κατεστραμμένη, βρέθηκε να είναι η πιο ισχυρή από όλες τις ελληνικές πόλεις. 

   Αυτό το χρωστούσε κυρίως στο ναυτικό της, που είχε παίξει καθοριστικό ρόλο για τη νίκη των Ελλήνων στη ναυμαχία της Σαλαμίνας τον Σεπτέμβριο του 480 π.Χ., η οποία ανάγκασε τον Ξέρξη να επιστρέψει ντροπιασμένος στην Περσία. 

   Τον επόμενο χρόνο στη μάχη των Πλαταιών ηττήθηκε οριστικά ο περσικός στρατός που είχε μείνει στην Ελλάδα με αρχηγό τον Μαρδόνιο. 

   Δύο χρόνια αργότερα οι Αθηναίοι τέθηκαν επικεφαλής μιας μεγάλης συμμαχίας ελληνικών πόλεων, κυρίως από τα νησιά του Αιγαίου και τη Μικρά Ασία· η συμμαχία συνέχισε τον πόλεμο εναντίον των Περσών, μεταφέροντάς τον στα μικρασιατικά παράλια και στην ανατολική Μεσόγειο, έχοντας ως διακηρυγμένο στόχο να εξαλείψει οριστικά την περσική απειλή. 
   Κέντρο της συμμαχίας ήταν η Δήλος, το μικρό νησί των Κυκλάδων στο κέντρο του Αιγαίου, όπου βρισκόταν το σημαντικότερο ιερό των Ιώνων. Εκεί βρισκόταν το κοινό ταμείο της συμμαχίας, δηλαδή τα χρήματα που συνεισέφεραν κάθε χρόνο οι σύμμαχοι για την κοινή πολεμική προσπάθεια. Η ηγεσία της συμμαχίας ανήκε όμως αναμφισβήτητα στους Αθηναίους, οι οποίοι αποφάσιζαν και διεξήγαν τις πολεμικές επιχειρήσεις όλο και περισσότερο μόνοι τους, χωρίς τη συμβολή των υπόλοιπων συμμάχων. 
   Το 454 π.Χ. οι Αθηναίοι πήραν την απόφαση να μεταφέρουν το ταμείο της συμμαχίας στην πόλη τους, κάτι που τους έδινε τη δυνατότητα να διαχειρίζονται τα χρήματα χωρίς να χρειάζεται να δίνουν λογαριασμό στους συμμάχους. Έτσι η συμμαχία μετατράπηκε σε ηγεμονία, καθώς η χρηματική συμβολή που κατέβαλλαν οι σύμμαχοι στο κοινό ταμείο μετατράπηκε σε φόρο που ήταν πλέον υποχρεωμένοι να πληρώνουν στην Αθήνα.

   Καθοριστική για τη μεταφορά του συμμαχικού ταμείου στην Αθήνα ήταν η παρέμβαση του Περικλή, ο οποίος έπεισε τους Αθηναίους να χρησιμοποιήσουν το κεφάλαιο που είχε συγκεντρωθεί, και μπορούσαν πλέον να το διαχειρίζονται ελεύθερα, για να υλοποιήσουν ένα εξαιρετικά φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα. 
   
   Η πρώτη και σημαντικότερη απόφαση ήταν να αναδιαμορφώσουν το σημαντικότερο ιερό της πόλης, την Ακρόπολη, που την είχαν πυρπολήσει οι Πέρσες το 480 π.Χ., και να κατασκευάσουν νέους ναούς στη θέση των κατεστραμμένων, με πρώτο τον μεγάλο εκατόμπεδο ναό της Αθηνάς, ο οποίος χτιζόταν ακόμη όταν ο στρατός του Ξέρξη κατέλαβε την Αθήνα και έκαψε την Ακρόπολη. 
   Τους ταλαιπωρημένους από τη φωτιά σφονδύλους των κιόνων του ναού αυτού τους εντοίχισαν οι Αθηναίοι στο βόρειο τείχος της Ακρόπολης, ώστε βλέποντάς τους να θυμούνται τη βεβήλωση που είχε υποστεί το ιερό της Αθηνάς. 


   Με τα χρήματα που είχαν πλέον στη 
διάθεσή τους θέλησαν να ανεγείρουν στην 
ίδια θέση έναν μεγαλύτερο και λαμπρότερο ναό για τη θεά, αυτόν που ονομάζουμε 
σήμερα Παρθενώνα. 
   Πόση σημασία απέδιδαν οι Αθηναίοι στις νίκες τους εναντίον των Περσών, ιδιαίτερα μάλιστα στον Μαραθώνα, όπου πολέμησαν μόνοι, χωρίς βοήθεια από τους άλλους Έλληνες, φαίνεται από το γεγονός ότι αφιέρωσαν στην Ακρόπολη σχεδόν 40 χρόνια μετά τη μάχη, γύρω στα μέσα του 5ου αιώνα, ένα τεράστιο χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς (είχε ύψος 9 m μαζί με τη βάση), έργο του Φειδία. 

   Το άγαλμα αυτό, σύμφωνα με την επιγραφή που το συνόδευε, είχε γίνει με το δέκατο από τα λάφυρα της μάχης του Μαραθώνα. 
   Η θεά εικονιζόταν όρθια με κράνος, ασπίδα και δόρυ.    
   Το λοφίο του κράνους και η αιχμή του δόρατος του αγάλματος φαίνονταν από το Σούνιο, όταν η ατμόσφαιρα ήταν διαυγής.

   Ο Φειδίας, ο δημιουργός του αγάλματος, συνεργάστηκε στενά με τους αρχιτέκτονες του Παρθενώνα, τον Ικτίνο και τον Καλλικράτη, για τον σχεδιασμό του. Επιβεβαιώνεται έτσι έμμεσα η πληροφορία του Πλουτάρχου για τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε ο Φειδίας στην ανέγερση των μνημείων της Ακρόπολης. 
   Στο εσωτερικό του σηκού, που είχε είσοδο από τα ανατολικά, υπήρχε μια δίτονη (δηλαδή διώροφη) δωρική κιονοστοιχία σε σχήμα Π, η οποία περιέβαλε το άγαλμα της Αθηνάς. 
   Η κιονοστοιχία λειτουργεί ως αρχιτεκτονικό πλαίσιο για το άγαλμα, διαρθρώνοντας κατάλληλα το ευρύχωρο εσωτερικό του ναού. 
   Πίσω από τον σηκό υπήρχε ένας εξίσου πλατύς αλλά λιγότερο βαθύς χώρος (οπισθόδομος) με είσοδο από τη δυτική πλευρά, του οποίου η οροφή στηριζόταν σε τέσσερις ιωνικούς κίονες. Ένας αντίστοιχος οπισθόδομος υπήρχε ήδη στον Προπαρθενώνα. 
   Ο χώρος αυτός ήταν ιδιαίτερα σημαντικός, γιατί εκεί φυλάσσονταν τα ιερά σκεύη, αλλά και η περιουσία της Αθηνάς, που δεν ήταν άλλη από το κρατικό ταμείο της Αθήνας, το κυριότερο έσοδο του οποίου ήταν τα χρήματα από τον φόρο που πλήρωναν οι σύμμαχοι μετά τη μεταφορά του ταμείου της συμμαχίας από τη Δήλο στην Αθήνα το 454 π.Χ. 
   Η ονομασία Παρθενών (από το επίθετο της Αθηνάς Παρθένου), που αργότερα χρησιμοποιήθηκε για ολόκληρο το κτήριο, παραδίδεται αρχικά μόνο για τον χώρο πίσω από τον σηκό. Τη λειτουργία αυτή την επιβεβαιώνει η ενισχυμένη θύρα του χώρου και το γεγονός ότι μπροστά από την είσοδό του, ανάμεσα στις παραστάδες και τους κίονες του οπισθοδόμου, είχε τοποθετηθεί, όπως και στον πρόναο, ισχυρό κιγκλίδωμα. 
   Ο Παρθενώνας ήταν επομένως από την αρχή όχι μόνο ιερό κτήριο αφιερωμένο στην Αθηνά, αλλά και θησαυροφυλάκιο της πόλης. 
 Άλλωστε το ίδιο το άγαλμα της θεάς ήταν τμήμα της δημόσιας περιουσίας, αφού το χρυσάφι που είχε επάνω του μπορούσε να αφαιρεθεί και να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.


Βόρεια Ζωφόρος, Λίθος 6
  
   Η μελέτη της αρχιτεκτονικής του Παρθενώνα έδειξε με πόση επιμέλεια και ακρίβεια σχεδιάστηκε και πόσο υψηλή είναι η ποιότητα της κατασκευής του. 

Τα ενδιαφέροντα στοιχεία που προέκυψαν από τις λεπτομερείς μετρήσεις, όπως η ελαφρά κύρτωση του στυλοβάτη και η ανεπαίσθητη σύγκλιση των κιόνων, δείχνουν ότι οι αρχιτέκτονες υπολόγισαν προσεκτικά τις διορθώσεις που ήταν αναγκαίες, ώστε η οπτική εικόνα του κτηρίου να είναι απόλυτα αρμονική.
Το ίδιο σημαντικός με την αρχιτεκτονική είναι ο ασυνήθιστα πλούσιος γλυπτός διάκοσμος του Παρθενώνα, που με την εξαιρετική πολυμορφία του και την ποιότητά του φανερώνει την πρόθεση των Αθηναίων να αποτυπώσουν στο μνημείο αυτό τη λαμπρότερη δυνατή εικόνα της πόλης τους, ακολουθώντας, όπως μαθαίνουμε από τον Πλούταρχο, την πρόταση του Περικλή. 


   Εκτός από τις συνθέσεις των δύο αετωμάτων, που αποτελούνται από ολόγλυφα αγάλματα υπερφυσικού μεγέθους, και τα ανάγλυφα που κοσμούν τις 92 συνολικά μετόπες στις τέσσερις πλευρές του κτηρίου επάνω από τις κιονοστοιχίες, υπάρχει και μία μοναδική για δωρικό ναό ανάγλυφη ζωφόρος ύψους 1,06 m και με συνολικό μήκος περίπου 160 m, η οποία περιτρέχει εξωτερικά τους τοίχους του σηκού, τον πρόναο και τον οπισθόδομο.


   Έχουμε τη δυνατότητα να χρονολογήσουμε με μεγάλη ακρίβεια την πορεία των εργασιών για την ανέγερση του Παρθενώνα, γιατί στην Ακρόπολη βρέθηκαν επιγραφές, στις οποίες είναι χαραγμένοι οι οικονομικοί απολογισμοί των δεκαμελών επιτροπών που όριζε κάθε χρόνο η Εκκλησία του Δήμου για να παρακολουθούν την πορεία των έργων και να ελέγχουν τις δαπάνες. 

   Έτσι μαθαίνουμε ότι οι εργασίες διήρκεσαν από το 447 ως το 432 π.Χ.· πληροφορούμαστε επίσης ότι το 442 είχαν ήδη στηθεί οι κίονες του πτερού και ο θριγκός, ότι ο ναός στεγάστηκε το 437, οπότε τοποθετήθηκε μέσα το άγαλμα της Αθηνάς, και ότι τα γλυπτά των αετωμάτων τοποθετήθηκαν το 432. 
   
Αυτό σημαίνει ότι οι μετόπες ήταν έτοιμες το 442, η ζωφόρος ολοκληρώθηκε πριν από το 437, ενώ τα γλυπτά των αετωμάτων, που δεν ήταν δομικά στοιχεία του ναού, κατασκευάστηκαν τελευταία. 


   Το γεγονός ότι γνωρίζουμε πότε ακριβώς τοποθετήθηκαν στον ναό τα διάφορα τμήματα του γλυπτού διακόσμου μάς επιτρέπει να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της τεχνοτροπίας: οι μετόπες, τα πρώτα γλυπτά που αποπερατώθηκαν, έχουν ακόμη στοιχεία του «αυστηρού ρυθμού», δείχνοντας μια προτίμηση στις λείες επιφάνειες και στα βαριά ρούχα που καλύπτουν το ανθρώπινο σώμα με τις πτυχώσεις τους· στη ζωφόρο το πλάσιμο των μορφών φαίνεται πιο μαλακό και τα υφάσματα λεπτότερα· τέλος στα αετώματα, που έγιναν τελευταία, η διαμόρφωση των σωμάτων διακρίνεται μέσα από τα πλούσια πτυχωμένα ενδύματα, που σε ορισμένα σημεία μοιάζουν να κολλούν σαν βρεγμένα επάνω στην επιδερμίδα. 



   Αυτά είναι τα πρώτα δείγματα του λεγόμενου «πλούσιου ρυθμού» που θα επικρατήσει στην τελευταία τριακονταετία του 5ου αιώνα π.Χ.

Στα αετώματα και τις μετόπες εικονίζονται θέματα παρμένα από τη μυθολογία. Οι παραστάσεις των μετοπών κάθε πλευράς έχουν ενιαίο θέμα. Βλέπουμε έτσι σκηνές από τέσσερις πολύ γνωστές μυθικές μάχες: 
   
(1) στην ανατολική πλευρά τη Γιγαντομαχία, δηλαδή τη μάχη των θεών του Ολύμπου εναντίον των Γιγάντων· 

(2) στη βόρεια πλευρά την Ιλίου Πέρσιν, δηλαδή την άλωση της Τροίας· 

(3) στη δυτική πλευρά την αττική Αμαζονομαχία, με άλλα λόγια την προσπάθεια των Αμαζόνων να καταλάβουν την Ακρόπολη, την οποία απέκρουσαν με επιτυχία οι Αθηναίοι· 

(4) στη νότια πλευρά τη θεσσαλική Κενταυρομαχία, τη μάχη των Λαπιθών και των Κενταύρων στους γάμους του Πειρίθου με τη συμμετοχή του Θησέα, για την οποία μιλήσαμε με αφορμή το δυτικό αέτωμα του ναού του Δία στην Ολυμπία. 


Μάχη των Λαπιθών και των Κενταύρων 
στους γάμους 

του Πειρίθου με τη συμμετοχή του Θησέα, 

για την οποία 

μιλήσαμε με αφορμή το δυτικό αέτωμα του ναού ..
   Οι μάχες αυτές έχουν συμβολική σημασία, αφού δείχνουν τις δυνάμεις της έννομης τάξης (τους θεούς του Ολύμπου) και του ανθρώπινου πολιτισμού (τους Λαπίθες) να νικούν τις δυνάμεις του χάους (τους Γίγαντες) και της άγριας φύσης (τους Κενταύρους) και τους Έλληνες να νικούν τους βαρβάρους (τους Τρώες και τις Αμαζόνες). 
   Το ανατολικό αέτωμα έδειχνε τη γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του Δία. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Δίας είχε αφήσει έγκυο την κόρη του Ωκεανού Μήτιν (που το όνομά της σημαίνει "σύνεση")· επειδή όμως, σύμφωνα με έναν χρησμό της Γης, μετά την κόρη που είχε ήδη στην κοιλιά της θα γεννούσε έναν γιο που θα γινόταν κυρίαρχος του ουρανού, την κατάπιε. 
   Όταν έφτασε ο χρόνος να γεννηθεί η κόρη, ο Ήφαιστος χτύπησε το κεφάλι του Δία με το τσεκούρι του και από μέσα βγήκε η Αθηνά οπλισμένη. Το δυτικό αέτωμα έδειχνε τη διαμάχη της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για την κατοχή της Αττικής, την οποία είχε κερδίσει η Αθηνά, χαρίζοντας στους Αθηναίους μια ελιά, δώρο που θεώρησαν σημαντικότερο από την πηγή νερού που τους χάρισε ο Ποσειδώνας.

Πομπή Παναθηναίων
   Η ανάγλυφη ζωφόρος δεν έχει μυθολογικό θέμα, αλλά αποτυπώνει με τρόπο συμβολικό τη μεγάλη πομπή που οργάνωναν οι Αθηναίοι στα Παναθήναια, τη σημαντικότερη γιορτή της Αθηνάς: ξεκινώντας από τον Κεραμεικό, ανέβαιναν στην Ακρόπολη για να προσφέρουν στη θεά μια πλούσια θυσία με πολυάριθμες αγελάδες και πρόβατα καθώς και έναν πολυτελή πέπλο με την παράσταση της Γιγαντομαχίας. 
   
   Η απεικόνιση της πομπής των Παναθηναίων στη ζωφόρο του Παρθενώνα αρχίζει από τη νοτιοδυτική γωνία και, ακολουθώντας δύο παράλληλες πορείες, κατά μήκος της νότιας και της βόρειας πλευράς, καταλήγει στην ανατολική πλευρά, όπου βλέπουμε την τελετή παράδοσης του πέπλου. 
   Στο μέσο της ανατολικής πλευράς, επάνω από την κύρια είσοδο του ναού, εικονίζονται καθιστοί (και επομένως μεγαλύτεροι από τους όρθιους θνητούς) οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου· κοντά σε αυτούς εικονίζονται όρθιοι οι επώνυμοι ήρωες των δέκα φυλών που δημιούργησε στο τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. με την πολιτική του μεταρρύθμιση ο Κλεισθένης και βεβαίως η παράδοση του πέπλου. 
   Η παράσταση της ζωφόρου συνδέει τον κόσμο των ανθρώπων με τον κόσμο των θεών και έχει θρησκευτικό και ταυτόχρονα πολιτικό περιεχόμενο. Ιδιαίτερη σημασία έχει η παρατήρηση του Luigi Beschi ότι τα δύο τμήματα της πομπής, είναι οργανωμένα με διαφορετικό τρόπο: στη νότια πλευρά οι συμμετέχοντες ομαδοποιούνται ανά δέκα, ενώ στη βόρεια ανά τέσσερις. 

   Από τη διάταξη αυτή μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στη βόρεια πλευρά αποτυπώνεται η πατροπαράδοτη διαίρεση σε τέσσερις φυλές, που ήταν κοινή για όλους τους Ίωνες, ενώ στη δεύτερη η αναδιοργάνωση της πόλης από τον Κλεισθένη, στα χρόνια μετά το 509 π.Χ., με τη δημιουργία δέκα νέων φυλών, η οποία αποτέλεσε τη βάση για την εδραίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος. 
   Τα εικονιζόμενα πρόσωπα είναι ιερείς, άρχοντες, μουσικοί με αυλούς και κιθάρες, νέοι έφιπποι και επάνω σε άρματα, άλλοι που οδηγούν τα ζώα της θυσίας και κουβαλούν υδρίες με νερό, νεαρές γυναίκες κανηφόροι(που κουβαλούν καλάθια με τα απαραίτητα για τη θυσία) και αρρηφόροι (νεαρά κορίτσια καλών οικογενειών που υπηρετούσαν για ένα διάστημα την Αθηνά), γέροντες θαλλοφόροι (που κρατούν κλαδιά με φύλλα) και άλλοι πολίτες που η ιδιότητά τους δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βεβαιότητα. Μπορούμε επομένως να πούμε ότι στη ζωφόρο του Παρθενώνα εμφανίζονται όλοι όσοι συμμετείχαν στην πομπή των Παναθηναίων.

βρετανικό μουσείο Ανατολική πλευρά

        Εκτός από την ανοικοδόμηση και τη νέα διαμόρφωση της Ακρόπολης, το οικοδομικό πρόγραμμα του Περικλή περιελάμβανε την κατασκευή και άλλων ναών σε ιερά της Αττικής, ενός νέου τελεστηρίου για την τέλεση των Μυστηρίων της Δήμητρας και της Περσεφόνης στην Ελευσίνα, ένα στεγασμένο ὠδεῖον δίπλα στο Διονυσιακό θέατρο, στους νότιους πρόποδες της Ακρόπολης, για τις μουσικές εκδηλώσεις, καθώς και άλλα δημόσια κτήρια. 

 Η Ακρόπολη της Αθήνας, όπως ήταν τον 2ο αι. μ.Χ. 

Τα περισσότερα κτίσματα ανάγονται στο δεύτερο μισό

του 5ου αι. π.Χ. Γύψινη μακέτα.

   Προβλεπόταν επίσης η κατασκευή μεγάλων και πολυδάπανων αγαλμάτων των θεών, την πρώτη θέση ανάμεσα στα οποία είχε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, έργο του Φειδία, που στήθηκε μέσα στον Παρθενώνα. 
   Σκοπός του σχεδίου αυτού δεν ήταν μόνο να στολίσει την Αθήνα και να προβάλει τη δύναμή της κάνοντάς την τη λαμπρότερη πόλη της Ελλάδας, αλλά και να δώσει δουλειά στους τεχνίτες, τους επαγγελματίες και τους εργάτες της πόλης και να την καταστήσει κέντρο των τεχνών. 
   Έτσι. η Αθήνα απέκτησε τα μνημεία για τα οποία είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο ακόμη και σήμερα.

   Στην πρόταση του Περικλή για την κατασκευή μεγάλων και πολυτελών δημόσιων κτηρίων αντιτάχθηκαν με μένος οι πολιτικοί του αντίπαλοι, που ανήκαν στην αριστοκρατική παράταξη. Υποστήριζαν ότι ήταν δείγμα αλαζονείας και προσβολή απέναντι στις συμμαχικές πόλεις, που πλήρωναν για τη συνέχιση του πολέμου κατά των Περσών, να δαπανούν οι Αθηναίοι τα χρήματά τους για να λαμπρύνουν την πόλη τους με πολυτελείς κατασκευές, προβάλλοντας με αυτό τον τρόπο τη δύναμη και τον πλούτο που είχαν αποκτήσει με τη συνδρομή των συμμάχων τους. 


   Ο Πλούταρχος (Περικλής 12-13) στη βιογραφία του Περικλή μάς παραδίδει τη συζήτηση που έγινε στις συνελεύσεις και τα επιχειρήματα που ακούστηκαν από τις δύο πλευρές και μας δίνει ταυτόχρονα πληροφορίες για την κατασκευή των πιο σημαντικών από τα οικοδομήματα του προγράμματος:

«Όμως εκείνο που ευχαρίστησε περισσότερο τους Αθηναίους και στόλισε την πόλη τους κάνοντας τους υπόλοιπους ανθρώπους να εντυπωσιαστούν πάρα πολύ —και που παραμένει η μόνη χειροπιαστή μαρτυρία ότι δεν είναι ψέμα η δύναμη εκείνη που λέγεται πως είχε κάποτε η Ελλάδα ούτε η παλαιά της ευδαιμονία— ήταν η κατασκευή των μνημείων που ήταν αφιερωμένα στους θεούς.

Από όλα τα έργα της πολιτικής του Περικλή αυτό ήταν που φθονούσαν περισσότερο οι εχθροί του· φώναζαν λοιπόν στις συνελεύσεις κατηγορώντας ότι ντροπιάζεται και κακολογείται ο λαός, επειδή μετέφερε στη δική του πόλη από τη Δήλο τα χρήματα των Ελλήνων, τη στιγμή που το καλύτερο επιχείρημα που θα μπορούσαν να αντιτάξουν, ότι δηλαδή πήραν τα κοινά χρήματα για να τα φυλάξουν σε ασφαλές μέρος επειδή φοβούνταν τους βαρβάρους, τους το στέρησε ο Περικλής, έτσι ώστε η Ελλάδα να δίνει την εντύπωση ότι υφίσταται μια βάναυση προσβολή και μιαν απροκάλυπτη τυραννία, καθώς βλέπει πως με τα χρήματα που είναι υποχρεωμένη να συνεισφέρει για τον πόλεμο εμείς στολίζουμε με χρυσάφι και λαμπρύνουμε την πόλη μας, σαν μια φιλάρεσκη γυναίκα, καλλωπίζοντάς την με πολύτιμες πέτρες και με αγάλματα και με πολυδάπανους ναούς.
Ο Περικλής όμως ανέπτυσσε στον λαό την άποψη ότι δεν υπάρχει λόγος να δίνουν λογαριασμό στους συμμάχους για τα χρήματα, όταν αυτοί πολεμούν για να τους υπερασπίζονται και κρατούν μακριά τους βαρβάρους, τη στιγμή που εκείνοι δεν συνεισφέρουν ούτε άλογο, ούτε πλοίο, ούτε στρατιώτη, παρά μόνο χρήματα.

Τα χρήματα αυτά δεν ανήκουν σε αυτούς που τα δίνουν, αλλά σε αυτούς που τα παίρνουν, εφόσον παρέχουν τις υπηρεσίες για τις οποίες τα έλαβαν. Αφού λοιπόν η πόλη είναι πλέον εφοδιασμένη με όλα όσα χρειάζεται για τον πόλεμο, πρέπει να δαπανά τα έσοδα της για τα έργα αυτά, που θα της φέρουν δόξα αθάνατη όταν τελειώσουν, ενώ όσο κατασκευάζονται θα διατηρούν την ευημερία, καθώς θα φέρουν πολλές και διάφορες δουλειές και θα δημιουργήσουν ποικίλες ανάγκες, οι οποίες θα αναζωογονήσουν όλα τα επαγγέλματα και θα κινητοποιήσουν όλες τις παραγωγικές δυνάμεις, παρέχοντας αμειβόμενη εργασία σε ολόκληρη την πόλη, η οποία θα καταφέρει έτσι από μόνη της να στολίζεται και ταυτόχρονα να τρέφεται.
Σε όσους είχαν την κατάλληλη ηλικία και σωματική δύναμη οι εκστρατείες έδιναν την ευκαιρία να ωφεληθούν οικονομικά από το δημόσιο ταμείο. Επειδή όμως ο Περικλής δεν ήθελε το πλήθος των μεροκαματιάρηδων που δεν υπηρετούσε στο στρατό να μένει χωρίς εισόδημα, ούτε όμως και να πληρώνεται χωρίς να εργάζεται, πρότεινε με αποφασιστικότητα στον λαό την ανάληψη μεγάλων κατασκευών και τον σχεδιασμό πολύπλοκων και μακροπρόθεσμων έργων, ώστε να μπορούν όσοι έμεναν στην πόλη να ωφελούνται και να έχουν μερίδιο από τη δημόσια περιουσία.

Πρώτες ύλες των έργων αυτών ήταν η πέτρα, ο χαλκός, το ελεφαντόδοντο, ο χρυσός, ο έβενος, το κυπαρίσσι· υπήρχαν επίσης οι επαγγελματίες που ήξεραν να τις κατεργάζονται (χτίστες, πηλοπλάστες, χαλκουργοί, λιθοξόοι, βαφείς, χρυσοχόοι, τεχνίτες ελεφαντοστού, ζωγράφοι, διακοσμητές, γλύπτες) και εκείνοι που μπορούσαν να τις στείλουν και να τις μεταφέρουν στη θάλασσα (έμποροι, ναύτες και κυβερνήτες) και στη στεριά (αμαξοποιοί και ζευγίτες και αμαξάδες και σχοινοποιοί και λιναράδες και δερματάδες και οδοποιοί και μεταλλουργοί).

Όπως λοιπόν ο στρατηγός έχει το στράτευμά του, έτσι κάθε επάγγελμα διέθετε ένα οργανωμένο πλήθος τεχνιτών και εργατών, το οποίο γινόταν η συγκροτημένη ομάδα και το σώμα που το υπηρετούσε. Έτσι μπορεί να πει κανείς ότι οι ανάγκες μοίραζαν και διέχεαν την ευημερία σε όλες τις ηλικίες και τις τάξεις.»

Τα μνημεία λοιπόν υψώνονταν και είχαν επιβλητικό μέγεθος και απαράμιλλη ομορφιά και χάρη, καθώς οι τεχνίτες συναγωνίζονταν μεταξύ τους να κάνουν όσο μπορούσαν ωραιότερα τα δημιουργήματά τους. 
   Αλλά το πιο εκπληκτικό από όλα ήταν η ταχύτητα της εκτέλεσης. Γιατί αυτά τα έργα, που το καθένα τους φαινόταν ότι θα χρειαζόταν πολλές γενιές για να ολοκληρωθεί, τελείωσαν όλα στη διάρκεια της πολιτικής σταδιοδρομίας ενός ανθρώπου. Λένε ότι όταν κάποτε ο Αγάθαρχος περηφανευόταν επειδή έφτιαχνε τις ζωγραφιστές μορφές του γρήγορα και χωρίς κόπο άκουσε τον Ζεύξη να του λέει: «Εγώ όμως χρειάζομαι πολύν χρόνο. 
   Πραγματικά η ευχέρεια και η ταχύτητα στην εκτέλεση δεν προσδίδει σε ένα έργο επιβλητικότητα μόνιμη ούτε τέλεια ομορφιά· ο χρόνος που επενδύει ο καλλιτέχνης για την κατασκευή του μαζί με την προσπάθεια είναι το στοιχείο που χαρίζει στο δημιούργημα διάρκεια και δύναμη. Αυτός είναι ακριβώς ο λόγος που κάνει τα έργα του Περικλή τόσο θαυμαστά, ότι κατασκευάστηκαν σε σύντομο διάστημα για να διαρκέσουν στον χρόνο. 
   Πραγματικά το καθένα τους ήδη από τότε ήταν σαν αρχαίο, όμως η λαμπρή του όψη το κάνει να μοιάζει ακόμη και σήμερα καινούργιο και φρεσκοτελειωμένο. Έτσι τα έργα αποπνέουν μια νεότητα που διατηρεί την όψη τους ανέπαφη από τον χρόνο, σαν να έχουν κρατήσει μέσα τους μιαν αειθαλή φρεσκάδα και μιαν αγέραστη ψυχή.

   Όλα τα διηύθυνε και όλα τα παρακολουθούσε για λογαριασμό του ο Φειδίας, παρόλο που τα έργα είχαν δοθεί σε μεγάλους αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες. 
   Έτσι τον εκατόμπεδο Παρθενώνα τον κατασκεύασαν ο Καλλικράτης και ο Ικτίνος. 
   Το τελεστήριο της Ελευσίνας άρχισε να το χτίζει ο Κόροιβος, που έστησε τους κίονες στο δάπεδο και τους ένωσε με τα επιστύλια. Όταν εκείνος πέθανε, ο Μεταγένης από την Ξυπετή τοποθέτησε το διάζωμα και τους επάνω κίονες, ενώ το οπαίο επάνω από το ανάκτορο το ολοκλήρωσε ο Ξενοκλής από τον Χολαργό. 
   Όσο για το Μακρό Τείχος, που ο Σωκράτης λέει ότι άκουσε ο ίδιος τον Περικλή να εισηγείται την κατασκευή του, αυτό ανέλαβε να το χτίσει ο Καλλικράτης. […]

   Το Ωδείο, που η εσωτερική του διάταξη περιλαμβάνει πολλά έδρανα και πολλούς στύλους, ενώ η στέγη του είναι επικλινής και κατωφερική και καταλήγει σε ένα κορυφαίο σημείο, λέγεται ότι μοιάζει με τη σκηνή του βασιλιά [Ξέρξη] και ότι έγινε κατά το πρότυπό της. […]

   Τα Προπύλαια της Ακρόπολης οικοδομήθηκαν σε μια πενταετία με αρχιτέκτονα τον Μνησικλή, ενώ ένα παράδοξο τυχαίο περιστατικό, που συνέβη όσο χτίζονταν, απέδειξε ότι η θεά [Αθηνά] όχι μόνο δεν αδιαφορούσε, αλλά συνεργαζόταν και βοηθούσε να τελειώσει το έργο. Ο πιο εργατικός και πρόθυμος τεχνίτης γλίστρησε και έπεσε από ψηλά και βρισκόταν σε κακή κατάσταση, τόσο που οι γιατροί προεξοφλούσαν το τέλος του. Καθώς λοιπόν ο Περικλής ήταν στενοχωρημένος, η θεά εμφανίστηκε στο όνειρό του και διέταξε μια θεραπεία, που εφαρμόζοντάς την ο Περικλής γιάτρεψε γρήγορα και εύκολα τον άνθρωπο. Γι᾽ αυτό και έστησε χάλκινο άγαλμα της Υγείας Αθηνάς στην Ακρόπολη κοντά στο βωμό που υπήρχε, όπως λένε, από παλιότερα.»





   Τα έργα του προγράμματος του Περικλή αποτελούν σταθμό για την αρχαία ελληνική τέχνη όχι μόνο επειδή άνοιξαν νέους δρόμους και αποτέλεσαν πρότυπα για τη μετέπειτα καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά και επειδή σε αυτά συνεργάστηκαν ή μαθήτευσαν καλλιτέχνες από όλη την Ελλάδα, οι οποίοι διέδωσαν στη συνέχεια παντού τις εμπειρίες που απέκτησαν. 
   Τα μεγάλα έργα της Αθήνας (που κατασκευάστηκαν από το 450 ως το 405 π.Χ.) είναι η κύρια αιτία για την οποία οι τέχνες γνώρισαν εξαιρετική άνθηση στην Ελλάδα το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ.  Στα χρόνια αυτά διαμορφώθηκε μια νέα αισθητική και αναπτύχθηκαν δυναμικές τεχνοτροπικές τάσεις, οι οποίες γρήγορα εξαπλώθηκαν δίνοντας νέα πνοή στις τέχνες. Είναι επομένως σκόπιμο να αναφέρουμε τα πιο σημαντικά από τα έργα αυτά.
   Η μελέτη της αρχιτεκτονικής του Παρθενώνα έδειξε με πόση επιμέλεια και ακρίβεια σχεδιάστηκε και πόσο υψηλή είναι η ποιότητα της κατασκευής του. Τα ενδιαφέροντα στοιχεία που προέκυψαν από τις λεπτομερείς μετρήσεις, όπως η ελαφρά κύρτωση του στυλοβάτη και η ανεπαίσθητη σύγκλιση των κιόνων, δείχνουν ότι οι αρχιτέκτονες υπολόγισαν προσεκτικά τις διορθώσεις που ήταν αναγκαίες, ώστε η οπτική εικόνα του κτηρίου να είναι απόλυτα αρμονική.


Τα Προπύλαια της Ακρόπολης,
έργο του αρχιτέκτονα Μνησικλή, 437-432 π.Χ. (κάτοψη)
   Στην Ακρόπολη, εκτός από τον Παρθενώνα, κατασκευάστηκε μια νέα μνημειακή είσοδος στη δυτική πλευρά, τα Προπύλαια, με σχέδιο του αρχιτέκτονα Μνησικλή στα χρόνια 437-432 π.Χ.  

   Το κτήριο έχει δύο προσόψεις δωρικού ρυθμού στην ανατολική και τη δυτική πλευρά με πλάτος λίγο μεγαλύτερο από 18 m. 
   Κοντά στην ανατολική πρόσοψη και σε απόσταση 15,25 m από τη δυτική υπάρχει εγκάρσιος τοίχος με πέντε πύλες, από τις οποίες η κεντρική έχει πλάτος 4 m· από εκεί περνούσαν τα αμάξια, οι ιππείς καθώς και τα ζώα που οδηγούνταν στην Ακρόπολη για να θυσιαστούν. 

   Οι στενότερες πλαϊνές είσοδοι βρίσκονται σε υψηλότερο επίπεδο και προορίζονταν για όσους ανέβαιναν πεζοί στην Ακρόπολη. Εξαιτίας της κλίσης του εδάφους η δυτική πρόσοψη βρίσκεται χαμηλότερα από την ανατολική. 
   Ο στεγασμένος χώρος ανάμεσα στις προσόψεις έχει μνημειακή διαμόρφωση με δύο σειρές από τρεις ψηλούς ιωνικούς κίονες, που στηρίζουν την οροφή από μαρμάρινες πλάκες με φατνώματα. 
   Στη βόρεια πτέρυγα των Προπυλαίων (αριστερά ανεβαίνοντας) υπάρχει μια μεγάλη αίθουσα με προστώο και δύο παράθυρα δεξιά και αριστερά από την είσοδο. Εκεί ήταν εκτεθειμένοι σημαντικοί πίνακες ζωγραφικής και γι᾽ αυτό η αίθουσα είναι γνωστή ως Πινακοθήκη. 
   Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, που ξέσπασε το 431 π.Χ., είναι πιθανότατα η αιτία για την οποία οι εργασίες στα Προπύλαια δεν ολοκληρώθηκαν, με αποτέλεσμα η νότια πτέρυγα να παραμείνει αδιαμόρφωτη. Μια σαφής ένδειξη ότι το έργο διακόπηκε πριν τελειώσει είναι ότι οι λίθοι στους τοίχους διατηρούν ακόμη τους αγκώνες ανύψωσης.

   Το οικοδομικό πρόγραμμα της Ακρόπολης περιελάμβανε ακόμη δύο ναούς, τον ναό της Αθηνάς Νίκης και το Ερεχθείο, των οποίων όμως η κατασκευή αναβλήθηκε λόγω του πολέμου. Οι εργασίες επαναλήφθηκαν μετά την ειρήνη του Νικία το 421 π.Χ. 




      Τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν σώζονται δυστυχώς ακέραια, γιατί υπέστησαν, όπως και ο ίδιος ο ναός, διάφορες καταστροφές στη διάρκεια των αιώνων. Όταν οι χριστιανοί μετέτρεψαν τον ναό σε εκκλησία, τον 5ο ή τον 6ο αιώνα μ.Χ., απολάξευσαν τις ανάγλυφες παραστάσεις των μετοπών σε όλες τις πλευρές εκτός από τη νότια, η οποία βρισκόταν πολύ κοντά στο νότιο τείχος της Ακρόπολης και ήταν επομένως λιγότερο ορατή και προσιτή από τις άλλες τρεις. 
   Μόνο η τελευταία προς τα δυτικά μετόπη της βόρειας πλευράς, που δείχνει την Αθηνά και την Ήρα, τις δύο θεές που στον Τρωικό Πόλεμο υποστήριζαν με θέρμη τους Έλληνες, να συνομιλούν, η πρώτη όρθια και η δεύτερη καθιστή, έμεινε ανέπαφη. 
   Φαίνεται ότι οι χριστιανοί ερμήνευσαν την παράσταση ως απεικόνιση του Ευαγγελισμού. Οι αετωματικές συνθέσεις δεν ήταν εύκολο να καταστραφούν εξαιτίας του μεγέθους των αγαλμάτων και του μεγάλου ύψους στο οποίο βρίσκονταν. Παρ᾽ όλα αυτά αφανίστηκαν οι μορφές στο κέντρο του ανατολικού αετώματος, επειδή στο σημείο αυτό κατασκευάστηκε η απαραίτητη για την εκκλησία αψίδα του ιερού. Η ζωφόρος, που λόγω της θέσης της ψηλά στον τοίχο του σηκού και πολύ κοντά στον θριγκό δεν ήταν εύκολα ορατή, δεν απολαξεύτηκε.

   Τη μεγαλύτερη όμως καταστροφή την υπέστη ο Παρθενώνας το 1687, κατά την πολιορκία της τουρκοκρατούμενης Αθήνας από τον Βενετσιάνο στρατηγό Francesco Morosini
   Οι Τούρκοι είχαν αποθηκεύσει πυρίτιδα στο κτήριο, το οποίο είχε πλέον μετατραπεί σε τζαμί. Έτσι, όταν μια οβίδα από τα κανόνια των πολιορκητών έπεσε μέσα, η έκρηξη που ακολούθησε ανατίναξε όλο το κεντρικό τμήμα και έριξε στο έδαφος τις κεντρικές μορφές του δυτικού αετώματος που κομματιάστηκαν. 
   Ευτυχώς το 1674, λίγα χρόνια πριν από την καταστροφή, όλος ο σωζόμενος γλυπτός διάκοσμος του Παρθενώνα είχε αποτυπωθεί σε σχέδια. Η εργασία αυτή έγινε κατά παραγγελία του μαρκησίου de Nointel, πρεσβευτή της Γαλλίας στην Υψηλή Πύλη, που ταξίδεψε στην Αττική και στα νησιά του Αιγαίου με σκοπό να δει από κοντά τις ελληνικές αρχαιότητες και να εμπλουτίσει τη συλλογή του με όσες μπορούσε να πάρει μαζί του. 

Ο μαρκήσιος de Nointel θαύμασε τα γλυπτά του Παρθενώνα και, καθώς δεν είχε τον τρόπο να τα αποσπάσει και να τα μεταφέρει, ζήτησε να σχεδιαστούν όλα με τη σειρά και με κάθε λεπτομέρεια. Στην ακολουθία του μαρκησίου υπήρχαν δύο ζωγράφοι ικανοί να εκτελέσουν αυτή την εργασία: ο Γάλλος Jacques Carrey και ένας Φλαμανδός, που δεν γνωρίζουμε το όνομά του και που πέθανε πριν από το τέλος της αποστολής. Δημιουργός των σχεδίων φαίνεται ότι είναι ο δεύτερος, αν και αυτή συχνά αποδίδονται στον Carrey. Τα σχέδια, που σήμερα φυλάσσονται στην Bibliothèque Nationale στο Παρίσι, προσφέρουν ανεκτίμητη βοήθεια για τη μελέτη και την αποκατάσταση του Παρθενώνα και του γλυπτού του διακόσμου, ο οποίος δεν έμεινε τελικά στη θέση του.


Βρετανικό Μουσείο
   

        Στις αρχές του 19ου αιώνα ένας άλλος Ευρωπαίος διπλωμάτης, ο λόρδος Έλγιν, πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη, κατόρθωσε να πάρει από τον σουλτάνο την άδεια να αποσπάσει και να μεταφέρει στην πατρίδα του τα γλυπτά του Παρθενώνα και άλλα αρχαία έργα τέχνης από την Ακρόπολη. 
   Τη δύσκολη και επικίνδυνη αυτή εργασία ανέλαβε ένα συνεργείο Ιταλών τεχνιτών, που κατόρθωσε να κατεβάσει από το κτήριο ένα μεγάλο μέρος, αλλά όχι το σύνολο του γλυπτού διακόσμου. Τα έργα μεταφέρθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία και βρίσκονται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο. 
   Τμήματα από τα γλυπτά του Παρθενώνα υπάρχουν επιπλέον διάσπαρτα σε πολλά μουσεία σε όλο τον κόσμο. Παρά τις δυσκολίες που δημιουργεί η αποσπασματική διατήρηση και η διασπορά των έργων, οι μακροχρόνιες και συστηματικές έρευνες πολλών αρχαιολόγων έχουν οδηγήσει σε μια γενικά αποδεκτή αποκατάσταση του γλυπτού διακόσμου του Παρθενώνα με σχετικά λίγες διαφωνίες, κυρίως σχετικά με τις κεντρικές μορφές του ανατολικού αετώματος που καταστράφηκαν νωρίς.


Βρετανικό Μουσείο, Ζωφόροι


Λεπτομέρεια των γλυπτών της Ζωφόρου κάτω από το λονδρέζικο φως


Λεπτομέρεια των γλυπτών της Ζωφόρου κάτω από το λονδρέζικο φως

Το Λιοντάρι της Κνίδου στην είσοδο του Βρετανικού Μουσείου






  Scholeio.com    

Ισοκράτης, Τίποτε το ανθρώπινο δεν είναι σταθερό..




....έτσι μέτρο στη χαρά σου όταν έρχεται η ευτυχία, 
αλλά μέτρο και στη λύπη σου.

Ο ισχυρός έχει σκλάβους, ο πλούσιος κόλακες και ο σοφός φίλους.
Ο πιο κακός άρχοντας είναι εκείνος που δεν μπορεί να κυβερνήσει τον εαυτό του.
Οι άντρες κάνουν τις πράξεις και οι γυναίκες κάνουν τους άντρες.
Όσα με τη λογική βρίσκεις σωστά, αυτά εφάρμοσέ τα στην πράξη. Όσα δεν πρέπει να κάνεις, ούτε να τα σκέφτεσαι.

Καζαντζάκης, Πυραμίδες




Η δίψα της αθανασίας 
Νίκος Καζαντζάκης
        Πλήθος Αμερικάνοι, με γυαλένια μάτια, με χρυσά δόντια, στριφογυρίζουν σαν τα κοράκια γύρα από τα κρανία. οι Αμεικάνες ανεβαίνουν σκληρίζοντας απάνου στις καμήλες, και λάμπουν οι μεταξωτές κάλτσες, πολύ πιο πάνου από τα γόνατα.  Κάνουν βιαστικά τον κλασσικό γύρο στις πυραμίδες, ουρλιάζουν λίγο, φωτογραφίζουνται και γυρίζουν γρήγορα πίσω στο Σικάγο.

Eξαρτάται από Μας να Γίνει ο Κόσμος Ωραίος, Άδολος, Αθώος...



Εξαρτάται από την ψυχή μας, από τα μάτια μας, από 
τη διάθεσή μας να ονειρευόμαστε.


Η βαθύτερη αλήθεια δεν αποκαλύπτεται με τη γνώση σε όποιον σκέφτεται, αλλά σε όποιον δεν σκέφτεται εγκαταλείποντας τον εαυτό του στην ποιητική έκσταση και ξανακερδίζοντας τη χαμένη αθωότητά του.
Η ποίηση είναι μια ερωτική πράξη. Το να γράφει κανείς ποιήματα είναι σαν να ερωτεύεται.
Το να ξαναγίνει ο κόσμος ωραίος, άδολος, αθώος, εξαρτάται από μας τους ίδιους, από την ψυχή μας, από τα μάτια μας, από τη διάθεσή μας να ονειρευόμαστε.
   Ένα ερωτικό ποίημα ή μυθιστόρημα αξίζει όσο οτιδήποτε άλλο.  Η υποχρέωση ενός συγγραφέα – και η επαναστατική υποχρέωση – είναι μόνο να γράφει καλά … 
Η μοναξιά είναι ένας αναμφισβήτητος όρος της δημιουργίας. Δεν υπάρχει πιο μοναχικό επάγγελμα από εκείνο του συγγραφέα. 
                                                                            Gabriel Garcia Marquez.


   Μέσα στο αίμα των ποιητών κοχλάζει πάντα ένα επαναστατικό πάθος, η αγάπη για τον άνθρωπο, το όνειρο ενός κόσμου πιο ανθρώπινου.


      Με την ποίηση ο άνθρωπος αγγίζει τα έσχατα και τα βαθύτερα όρια της ύπαρξής του.
Νομίζω πως δεν είπαν μάταια ότι κάθε μεγάλη ποίηση είναι μεταφυσική και ότι η ποίηση είναι μία συνεχής άσκηση συγκεκριμένης μεταφυσικής. 
   Πάντως μία είναι η αλήθεια. Μόνο ο λόγος του ποιητή που είναι ο λόγος της ψυχής κρίνεται άξιος να προσεγγίσει το είναι, το όντως ον.
   Η σημερινή ποιητική γραφή αποτελεί αληθινά μια καινούρια γλώσσα που ανατρέπει τους καθιερωμένους γλωσσικούς κανόνες επικοινωνίας και αποβαίνει ένα μυστήριο επικίνδυνο αλλά και συγκινητικό. 

      Ζούμε μια ευτυχισμένη περίοδο της ελληνικής ποίησης, και εννοώ την πρώτη και δεύτερη μεταπολεμική γενιά, κυρίως.  Διαθέτουμε μια πλειάδα πολύ άξιων ποιητών που αν μεταφράζονταν ικανοποιητικά σε ορισμένες βασικές γλώσσες θα κέρδιζαν μια παγκόσμια αναγνώριση. 


   Η χρήση μιας γλώσσας μειονοτικής, όπως η ελληνική, που μολονότι είναι η ωραιότερη στον κόσμο, η μητέρα όλων των γλωσσών, απευθύνεται σ’ έναν πολύ περιορισμένο αριθμό ανθρώπων, κοστίζει αφάνταστα στους ποιητές μας γιατί τους στερεί μιαν άμεση επικοινωνία μ’ εκατομμύρια αναγνώστες σ’ όλο τον κόσμο.


   Η απώλεια μιας κοινής κατανοητής ποιητικής γλώσσας, ενός κοινού ποιητικού μέτρου, είναι συνέπεια της απανθρωποποίησης, του εκβαρβαρισμού της κοινωνίας μας, της έλλειψης ενός κοινού μύθου, μιας κοινής πίστης, της ανέκκλητης εξορίας μας μέσα σ’ έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η δράση και η οικονομική παραγωγή.


   Ενώ η ποίηση κατά ένα μεγάλο μέρος έγινε ένα όργανο εξαιρετικά ειδικευμένο, χωρίς ακροαματικότητα, μια πεμπτουσία για ελάχιστους προνομιούχους, για μια elite, η μεγάλη μάζα στράφηκε προς τη βιομηχανία των τεχνητών ονείρων, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.


      Η παρουσία του ποιητή στην πολιτεία, σ' αυτόν τον κόσμο με τη λογική δομή και τις οικονομικές ανάγκες, τον αποστεγνωμένο, χωρίς ψυχή, όπου κάθε φανταστική ή μαγική δυνατότητα έχουν εκδιωχθεί, αποτελούσε από την εποχή ακόμη του Πλάτωνα ένα σκάνδαλο. 

   Ο ποιητής έπρεπε να εξορισθεί από την Πολιτεία γιατί ήταν ένας δημόσιος κίνδυνος και ένας κατήγορος που θύμιζε ότι ο κόσμος θα μπορούσε να είναι διαφορετικός, ότι υπάρχει κάτι άλλο εκτός από την ψυχρή λογική, την αριθμητική, από το χρηματιστήριο, από την πολιτική, από την οικονομία, γιατί πίστευε, όπως ο Ντοστογιέφσκι, ότι το 2 x 2= 4 δεν είναι πια η ζωή, αλλά η αρχή του θανάτου.

      Η ποίηση εκπορεύεται από την ενόραση, η επιστήμη βασίζεται στην επαλήθευση των φυσικών φαινομένων, αλλά και οι δύο είναι θαυμαστές μορφές της ανθρώπινης γνώσης. Και ας εκτιμήσουμε ακόμα όσα είπε για την ποιητική εμπειρία μ’ έναν έξοχο τρόπο ένας διαπρεπής δημιουργός, ο Octavio Paz. 


   «Η ποιητική εμπειρία όπως και η θρησκευτική είναι ένα πήδημα θανάτου, μια φυσική μεταβολή που είναι επίσης μια επάνοδος στην καταγωγική μας φύση. 

   Κάθε γλωσσική περιπέτεια παρουσιάζει ένα χαρακτήρα καθολικό, ο άνθρωπος ολόκληρος παίζει τη ζωή του σ’ ένα μόνο λόγο. 
   Η ποίηση είναι ένα επικίνδυνο άλμα ή δεν είναι τίποτα. 

   Είπαν πως η ποίηση είναι ένα μέσο που διαθέτει ο άνθρωπος για να πει όχι σε όλες τις εξουσίες που, καθώς δεν είναι ικανοποιημένες με το να διαθέτουν τη ζωή μας, θέλουν επίσης να καθυποτάξουν τη συνείδησή μας».


   «Αφοσιωμένος λοιπόν ο ποιητής σε μια παρόμοια εμπειρία, ταυτόσημη με την παλίρροια του όντος», για να επικαλεστώ πάλι τον Octavio Paz, σε μια τέτοια γνωστική περιπέτεια μέσα σ’ έναν τόσο παγερό και αφιλόξενο κόσμο, προσπαθεί ν’ αντλήσει από τα βάθη του εαυτού του, να ανακαλύψει μέσα του τους τρόπους για να ζήσει και να αναπνεύσει και επομένως η οποιαδήποτε έκφρασή του δεν μπορεί να απεικονίζει παρά την αγωνία ενός ανθρώπου που αγωνίζεται να σπάσει το τζάμι του στενού κελιού όπου τον έχουν φυλακίσει για να μην πεθάνει από ασφυξία. 


   Ο Andre Gide προσδιόρισε περίφημα αυτό το τραγικό αδιέξοδο της τέχνης και της ποίησης στην εποχή μας: «η τέχνη», γράφει «αρχίζει εκεί όπου η ζωή δεν επαρκεί πια να εκφράσει τη ζωή …

   Σ’ αυτούς τους απελπιστικούς καιρούς είναι λιγότερο από οποιαδήποτε άλλη φορά, ένα επάγγελμα, μια τέρψη, ένα βίτσιο…  Ακόμη λιγότερο μια κοινωνική εξυπηρέτηση. Είναι ένας τρόπος ύπαρξης, μια απόπειρα να αναπνεύσει κανείς μέσα σ’ έναν αποπνικτικό κόσμο». ___________________________________________________________________   
Τάκης Βαρβιτσιώτης




Scholeio.com

Χ. Κουτσουμπέλη, Ό,τι λείπει είναι αυτό που μένει...



Χλόη Κουτσουμπέλη


       ένας τόπος χωρίς γεωγραφία

   'οταν γράφω ή ζωγραφίζω ή παίζω αυλό ή λύρα ή με κοφτερή πέτρα χαράζω ζώα στις σπηλιές, δεν είμαι εγώ, ταξιδεύω πίσω στον Πρώτο Κήπο, τρέχω στα τέσσερα ξανά, πίνω νερό με τις χούφτες, είμαι αγνή και αθώα, ονειρεύομαι όπως ζω, οι εφιάλτες μου είναι κρύοι, με απειλούν ζώα, δεν έχω φωτιά και στέγη, όμως σ’ αγαπώ. 

   Όταν γράφω στέκομαι μπροστά σ’ έναν καθρέφτη. Όταν γράφω ονειρεύομαι. Όταν γράφω δεν είμαι εγώ, δεν είμαι εδώ, δεν είμαι μόνη, είμαι εμείς, εσείς, αυτοί, δεν υπάρχει χρόνος και τόπος και πραγματικότητα, υπάρχει μόνο η χώρα με τους επτά καθρέφτες και οι κυνηγοί των ονείρων που ξεπηδούν από τους εφιάλτες και είναι ο θάνατος.

   Σ’ αυτή τη διάσταση της δημιουργίας ο καλλιτέχνης δεν είναι ποτέ μόνος κι όμως ζει την απόλυτη μοναξιά. Δεν υπάρχει τίποτε πιο προσωπικό από τα όνειρα ή τους εφιάλτες μας, τίποτε πιο προσωπικό από την τέχνη. Και τίποτε πιο καθολικό, τίποτε που να συνδέει τα ανθρώπινα όντα περισσότερο από την τέχνη. Γιατί η τέχνη αναπαριστά τα όνειρα και τους εφιάλτες που μας κατοικούν, τους αρχέγονους φόβους, τις πρωταρχικές μας ανάγκες, τη βαθιά μοναξιά μας, την ανάγκη μας να αγγίξουμε τον Άλλον, αυτόν που μας γνέφει μέσα από τους καθρέφτες, στην άλλη όχθη της Λίμνης.

   Όταν γράφω ονειρεύομαι και όταν ονειρεύομαι γράφω. Υπάρχει ένας τόπος και ένα χρόνος κοινός, ένας τόπος χωρίς γεωγραφία κι ένας άχρονος χρόνος, μια κοινή περιοχή του ασυνείδητου ατομικού και συλλογικού, μια θάλασσα από λάβα και σύννεφα και χαμένα πουλιά και έντονα χρώματα και πληγές και τεράστιες ματωμένες πεταλούδες και μικρές πολικές αρκούδες στο μέγεθος του δάχτυλου και εσύ μια σκιά της ψυχής μου, η ίδια μου η ψυχή.

   Όταν γράφω ή ζωγραφίζω ή παίζω αυλό ή λύρα ή με κοφτερή πέτρα χαράζω ζώα στις σπηλιές, δεν είμαι εγώ, δεν είμαι εκεί, είμαι μέσα στο όνειρο, στον εφιάλτη μου, μέσα στην Τέχνη.

Χλόη Κουτσουμπέλη

δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέο Επίπεδο,

τεύχος 33/5, Μάιος 2009

       xωρίς

   «θα ζήσεις χωρίς»
είπε η μάγισσα
και μου έδωσε το φίλτρο
«τα κοχύλια σου θα γίνουν χέρια για να γράφεις».

«Μα χρειάζομαι τα χέρια για να αγγίζω
μικρές μοβ ανεμώνες να χαϊδεύω
τα μάτια του να ψηλαφώ
τις σκιές στα βλέφαρα κουπιά
το σώμα του να κολυμπώ».

«Δεν κατάλαβες λοιπόν»
είπε η μάγισσα
και το πρόσωπό της ράγισε
χίλιες μικρές ρυτίδες.
«Τα χέρια σου θα γράφουν
αυτά που ποτέ σου δεν θα αγγίξεις»

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Η αλεπού και ο κόκκινος χορός, 2009



       oι στοιχειωμένοι έρωτες

   για να ξορκίσεις στοιχειωμένο έρωτα
δεν αρκεί να ξαραχνιάσεις το δωμάτιο
να δεθείς γυμνός με ωτοασπίδες
σε κατάρτι σπιτιού που επιπλέει
να υιοθετήσεις κοράκι υπηρέτη
με μαύρη ρεντιγκότα και στιλπνά παπούτσια
για να επιμεληθεί της νεκρικής πομπής.

Οι στοιχειωμένοι έρωτες
κοιμούνται σε σεντούκια
με το ένα μάτι μισόκλειστο
σε αργή αναμονή.
Δεν βιάζονται ποτέ.

Ξέρουν πως το παιχνίδι τους ανήκει.
Πως σε κάθε αναμέτρηση
είναι αυτοί οι βέβαιοι νικητές.

Την κατάλληλη στιγμή ξυπνούν
και μπήγουν τα λευκά τους δόντια
στην καινούργια σου ζωή.

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Κλινικά απών, 2014



       χρήσιμες οδηγίες για το πένθος

   να το κρατάτε εξημερωμένο στην αυλή.
Κάποιες νύχτες να αφήνετε την πόρτα ανοιχτή.
Θα ανεβαίνει στο κρεβάτι
πηχτές κηλίδες στα σεντόνια
δαγκωματιές στο στήθος, στον λαιμό.
Θα το ακούτε να αλυχτάει.
Δεν θα το αλυσοδέσετε ποτέ.

Σας γνωρίζει.
Πολύ πιο βαθιά από ό,τι ποτέ θα καταλάβετε.
Το γνωρίζετε.

Είναι ο ομφάλιος λώρος που σας δένει με την μνήμη.
Κοιμόταν κάτω από την κουνουπιέρα.
Έκοβε κομμάτια τις σάρκες της κούκλας
όταν μαλώναν οι γονείς
ξέσκιζε τα μαξιλάρια
όταν αποχωρούσαν οι αγαπημένοι.

Με μία και μόνο κίνηση σας τρώει την καρδιά.
Ποτέ μην παλέψετε μαζί του,
ούτε να κοιμηθείτε με ευγενικούς αγνώστους
σε φτηνά ξενοδοχεία
μόνο και μόνο γιατί δεν αντέχετε το λυσσασμένο γάβγισμα.
Χαϊδεύετέ το τρυφερά, να το εκθέτετε δημόσια.
Μία βόλτα στο πάρκο με την ανοιχτή ρωγμή,
τον οριζόντιο κρατήρα που κοχλάζει, βοηθάει

Και κυρίως, μην γράφετε ποιήματα.
Το εξαγριώνουν.
Ύστερα κυλιέται σε μαύρα τριαντάφυλλα.
Γενικά να είστε ψύχραιμοι και ευγνώμονες.
Μην ξεχνάτε.
Το πένθος υπάρχει για να καλύπτει το απόλυτο κενό.

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Κλινικά απών, 2014



       λίλιθ

   τρεις αγγέλους της έστειλε ο Θεός
Τον Σανβί, τον Σανσαβί
και τον τρίτο το αλαφροϊσκιωτο
τον Σαμεγκελάφ
που τα φτερά του θρόιζαν στον ήλιο.

Πήγαν με βαριά καρδιά στην θεϊκή γυναίκα.
Ο Θεός και ο Αδάμ την συγχωρούν
της μήνυσαν και την ζητούνε πίσω.
«Τι θέλετε άβουλα έντομα του Παραδείσου»
έφτυσε τότε αυτή
«και με ενοχλείτε;
Εκάτη, Κάλι, Λίλιθ, Αντιγόνη το όνομά μου.
Λιλλάκε, Μπελίλι, Μπααλάτ.

Κάποιοι με αποκαλούν Αρχόντισσα του Σκότους
ή ηγέτιδα των Θηλυκών Βαμπίρ.

Με συγχωρείτε είπατε; Γιατί;
Που γεννήθηκα ισότιμη;
Που έκανα έρωτα με πάθος;
Που πρόφερα την ιερή λέξη
που ο Αδάμ δεν άντεχε να ακούσει;

Που ανέτρεψα την γαλήνια πλήξη
του Κήπου με τα πολλά σκουλήκια
και την μυρωδιά της ήδη σήψης;

Ή που δεν χώρεσα στο καλούπι του πηλού
εκείνο με το λειψό πλευρό
που είχε ετοιμάσει ο αφέντης σας για μένα;»
Έπεσε σιωπή που κράτησε αιώνες.
Ύστερα μίλησε ο πιο σοφός ο Σανσαβί.
«Μα γράφεις ποιήματα Αρχόντισσα,
υπάρχει κάτι πιο δαιμονικό από αυτό;»

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Κλινικά απών, 2014



       εκλεκτικές συγγένειες
   'ολοι εμείς οι συγγενείς
είχαμε φέρει ντόρτια
στο παιχνίδι με τα πούλια
παγώνει σε μονά φλιτζάνια όμως ο καφές
στο καφενείο χωρίς όνομα
στην οδό Αρίστου Τέλους.

Εκλεκτική συγγένεια λοιπόν σημαίνει
κρύβω άσσους σε μανίκι δίχως χέρι
ενώ σε ειδική αίθουσα υποδοχής
σερβίρεται κονιάκ και κουλουράκι.

Στον προθάλαμο κάποιος χτυπάει νούμερα
στο μπράτσο εραστών που γίναν δήθεν φίλοι.

Γιατί άραγε λαχανιάζουμε άδικα μέσα στους αιώνες
εμείς οι εκλεκτοί εκλεκτικοί
χωρίς γένος χωρίς φύλο
που τρέχουμε γυμνοί μέσα σε γυάλα
που σμίγουμε κρυφά φθηνά και με ντροπή
σε παχιά μαξιλάρια από πούπουλα
κύκνων που ραμφίζουν
για λίγο στην σιωπή
για πάντα στο κενό.

Όλοι εμείς οι συγγενείς
που στο λήμμα αγάπη
διαβάζουμε πάντα λάθος
το συνώνυμο.

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Κλινικά απών, 2014



       το αγώνισμα της μονομαχίας

   στο αγώνισμα της μονομαχίας
δεν έχει σημασία η παιδική σου ηλικία,
αν ο μπαμπάς τραγούδαγε στο μπάνιο,
αν η μαμά άνοιγε τρύπες στον τοίχο με τρυπάνι,
αν σε κλειδώναν στο υπόγειο μιας ψυχρής ματιάς.

Το θέμα είναι η προσεκτική επιλογή.
Αυτή είναι ο καθρέφτης που ραγίζει.
Γιατί δεν τυχαίνει,
εμείς είμαστε αυτοί,
που ρίχνουμε το γάντι στο πρόσωπο του άλλου,
εμείς που σφραγίζουμε
με βουλοκέρι τον πάπυρο
που καταφθάνει με μαύρη άμαξα τη νύχτα.
Έρωτας, γράφει επάνω,
την τάδε ώρα κάτω από τα κυπαρίσσια.

Στο αγώνισμα της μονομαχίας
αυτό που έχει σημασία
είναι ο αντίπαλος με το κοντάρι.
Γιατί συστηματικά κάτω από την πανοπλία
τον ίδιο ιππότη διαλέγουμε συνέχεια
ηθελημένα γυμνωνόμαστε μαζί του στο σκοτάδι
εσκεμμένα του γεμίζουμε με βέλη τη φαρέτρα.

Στο αγώνισμα της μονομαχίας
το παν είναι η δική μας εξολόθρευση.
Αφού αυτήν έχουμε μεθοδεύσει
απ' την αρχή με τόσο πάθος.

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Κλινικά απών, 2014



       η τέλεια μέρα

   δεν ήταν η παραλία
Θεσσαλονίκη ξημερώματα
τόσο τέλεια ξεπλυμένη
στις αποχρώσεις της βροχής
ούτε η θάλασσα
βραχνή, ορμητική
άγριο λιοντάρι με γαλάζιες φλόγες
δεν ήταν οι φέτες τα παγκάκια
με την παχύρρευστη μοναξιά
τους άδειου τους κενού
ήταν πως χθες βράδυ ονειρεύτηκα
ότι έστω για μία φορά
φορά πρώτη, φορά θάνατος
ήρθες μέσα μου
πίσω από την ψυχή
κάτω από τα στόματα του κορμιού
ήρθες κι έμεινες

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Στον αρχαίο κόσμο



       η κιβωτός

   «θέλω» της είπε «να φτιάξω μια κιβωτό
Θα κλείσω μέσα σε ζευγάρια όλα τα είδη της αγάπης μου
Τα παχύδερμα απογεύματα
που περπατούν αργόσυρτα
τινάζοντας τις προβοσκίδες στον αέρα
τις αγριόχηνες των φιλιών
τις λαίμαργες ύαινες του πόθου
τους σκορπιούς της απουσίας»


Αυτή χαμογελούσε τρυφερά
όπως νανουρίζουμε τον πόνο

«Αχ, εσείς οι ποιητές» αναστέναξε βαθιά
«με τα μαυσωλεία ποιήματα κοροϊδεύετε τον χρόνο»
Έβγαλε το μαύρο της φουστάνι
κι όλο το τώρα κύλησε μεταξωτό στο πάτωμα
Κι ύστερα τον οδήγησε στην πιο αρχαία κιβωτό
Το ολόγυμνό της σώμα

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Στον αρχαίο κόσμο



       οι ευγενικοί ξένοι της οδού Καραολή


(Ανθρωπογραφίες Ι, by Mariela)
   περπατούν αθόρυβα
δεν ενοχλούν κανέναν
Πού και πού αφήνουν μία τούφα από μαλλιά
υγρά χνάρια στον διάδρομο
πιάτα με αποφάγια στην κουζίνα
αποτυπώματα στο πόμολο μίας πόρτας
ένα λευκό μαντίλι στην τσέπη ενός παλτού
μία μελωδία από ένα μουσικό κουτί
που δεν άκουσα ποτέ

Ω, πόσο αγαπώ τους ξένους της οδού Καραολή
Χρόνια τώρα ζω μαζί τους
Κάθονται απέναντι μου όταν γράφω
Είναι σαν να με κοιτούν μέσα από γυαλί
Σαν να απλώνουν το χέρι να μ' αγγίξουν
Σαν κάποιοι απ' αυτούς
λίγο να με αγάπησαν
μα ξέχασαν το πότε και το πώς

Πόσο διακριτικοί είναι οι ξένοι της οδού Καραολή
Αφήνουν πάντα το κλειδί κάτω απ' την ψάθα
Και μία μπαλκονόπορτα ανοιχτή
μήπως κάποιος θελήσει να πηδήξει

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Στον αρχαίο κόσμο



       η πρώτη πανσέληνος στον κόσμο

   φορούσα κουρέλια κι έτρεχα στα τέσσερα
είχα τυλίξει τα πληγιασμένα πόδια σε φύλλα δέντρων
πατούσα σε θραύσματα από παλιά ρολόγια
ένας κούκος χτυπούσε διαρκώς μεσάνυχτα
είχα μόλις αντέξει την εποχή των παγετώνων
και το καλοκαίρι έσταζε καυτό ιδρώτα
δεν είχα γονείς ούτε ιστορία
θυμόμουν μόνο το αυγό που έσκασε
και τον κόκκινο κρόκο που ήλιος ξεπήδησε από μέσα

Σε είδα ξαφνικά ψηλό και ακίνητο
στη μέση εκεί του πουθενά
να μου ανοίγεις διάπλατα τα χέρια

Τυφλά χώθηκα στην αγκαλιά σου
και η πρώτη πανσέληνος γεννήθηκε στον κόσμο

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Στον αρχαίο κόσμο



       θησέας

   'οχι, δεν ξέχασα μαύρα τα πανιά
Είναι που το άσπρο τελικά
δεν είναι το δικό μου χρώμα
Ακόμα κι όταν ερωτεύομαι πενθώ
ακόμα κι όταν νικητής γυρνώ
μέσα μου ξέρω τη βαθιά μου ήττα

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Στον αρχαίο κόσμο



       ιερή πέτρα

   «κι αν τώρα πέθαινα» είπε αυτός
«δεν θα 'νιωθα ποτέ πιο ζωντανός»

Τα πόδια τους βαθιά στο Λιβυκό
αρχές χειμώνα καλοκαίρι
ήλιος με ξανθές βεντάλιες βλεφαρίδες
τους δρόσιζε στον ουρανό
μια γριούλα τους φίλεψε ρακή
η δική της είχε μέσα ροδόνερο και μέλι
«για να γλυκαθείς
» της είπε
και γέλασε ένα γέλιο χωρίς δόντια

Γιατί το τέλος είναι πάντοτε κρυμμένο
στη ίδια του την τελειότητα

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Στον αρχαίο κόσμο



       περί μνήμης

   η μνήμη του χρυσόψαρου
διαρκεί ένα λεπτό
του ελέφαντα για χρόνια
του πιράνχας είναι
το λαίμαργο παρόν
του μεταξοσκώληκα
η κάμπια
Αργόσυρτα μαμούθ οι αιώνες
Χωρίς εσένα

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Στον αρχαίο κόσμο



       ...το ματωμένο συμβόλαιο της γραφής

   από τα λευκά άνθη της πορτοκαλιάς
μόνο ένα στα δέκα καταλήγει πορτοκάλι.
Ποίηση είναι αυτοί οι εννέα μικροί θάνατοι

Κάποιος να δέσει αυτήν την άγρια νύχτα
γύρω από τον ασημένο πάσσαλο του φεγγαριού
Γαβγίζει δαιμονισμένα και ζητάει να καταβροχθίσει
μία λίμπρα σάρκα απ' την καρδιά μου
Σάυλωκ, τι άλλο πια θέλεις από εμένα;
Ως πότε θα ισχύει το ματωμένο συμβόλαιο της γραφής;

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Στον αρχαίο κόσμο βραδιάζει πια νωρίς, 2012



       το εισιτήριο
   'εβγαλα εισιτήριο με το τρένο
για να ‘ρθω να σε βρω.
Τόσο απλό λοιπόν να ανέβω σε ένα τρένο
αστραφτερό, γυαλιστερό
με οδηγό, εισπράκτορα, συνεπιβάτες
ράγες που εφάπτονται στο έδαφος
και προαναγγελθέντες όλους τους σταθμούς.
Ξέχασα πόσο μαύρο είναι το τρένο της αγάπης
πως καίει κάρβουνα και ελπίδες
με ένα μάτι τυφλό κι ένα στόμα που χάσκει
και μηχανή ορχιδέα
που αιώνια πεινάει
πόσο ρυθμικά βογκά
καθώς φίδι θεριεμένο
ανεβοκατεβαίνει τις σήραγγες του τρόμου.
Λησμόνησα πόσο μοναχικό είναι το τρένο της αγάπης
με τον ελεγκτή κάθε λίγο
να ακυρώνει
και έναν εισπράκτορα
κέρινο ομοίωμα
να περιμένει πάντα στον σταθμό.

Έβγαλα εισιτήριο με το τρένο
για να ‘ρθω να σε βρω.
Σαν να μην γνώριζα ποιο είναι πάντα το ταξίδι
και ποιον αλήθεια ψάχνουμε
στον έρημο σταθμό.

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Η αλεπού και ο κόκκινος χορός, 2009



       το άθικτο κρεβάτι

   'εστρωσα το κρεβάτι χθες το βράδυ.
Σεντόνια αραχνοϋφαντα,
μαξιλαροθήκες δαντελένιες
χνουδωτά μαξιλάρια από στάχτη.
Σήμερα το πρωί δίπλωσα τα σεντόνια
ανέπαφα, ατσαλάκωτα
και τακτικά τα στοίβαξα και πάλι.
Μόνο στο πάτωμα είδα να διαγράφονται στη σκόνη
τα ίχνη των ποδιών σου.

Γιατί κάποτε η απουσία βαθουλώνει τις σκιές
και ό,τι λείπει είναι αυτό που μένει.
Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Η αλεπού και ο κόκκινος χορός, 2009




       το σπίτι μου

   τα πορτρέτα των προγόνων
ροχαλίζουν άοκνα στους τοίχους
αράχνες γνέθουν παγωμένους σταλακτίτες
μια μητέρα ντυμένη στα λευκά
νανουρίζει στην κούνια ένα ανύπαρκτο μωρό
ένα κορίτσι με κόκκινα μαλλιά
μαχαιρώνει βίαια τον αέρα
ένα άντρας με λασπωμένες μπότες
ξεκοιλιάζει πουπουλένια μαξιλάρια
άσπρα σκυλιά με μαύρες βούλες
παίζουν τρίλιζα στο πάτωμα
κάποιος κάπου παίζει ένα βιολί
στη σοφίτα γεννιέται ένα αυγό
γαλάζιοι δρυοκολάπτες πετούνε στην κουζίνα.
Κι εσύ,
ξαπλωμένος στην κρυστάλλινη μπανιέρα
φορώντας όλα σου τα ρούχα,
πίνεις σαμπάνια μέσα στην καρδιά μου,
όχι επισκέπτης ούτε φίλος
αλλά μοναδικός ένοικος
που αυτονόητα κατέχει τα κλειδιά.

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Η αλεπού και ο κόκκινος χορός, 2009




       ο φόβος να σ' αγαπώ

   ποιος είναι αυτός ο Φόβος
που ουρλιάζει με τα δυο του όμικρον
να χάσκουν στο σκοτάδι;
Ποιο είναι το βουβό βήτα
που βηματίζει βαρύγδουπα
σέρνοντας το παραμορφωμένο του ποδάρι;

Ποια φυγή ονειρεύεται το φι
και γιατί το σίγμα
σπαράζει σιωπηλά στο τέλος
αλλά και μπροστά
από το άλλο ρήμα
που τόσο πολύ φοβάμαι να προφέρω;

Χλόη Κουτσουμπέλη
από τη συλλογή Η αλεπού και ο κόκκινος χορός, 2009
___________________________________________

από το φιλόξενο blog: 
"Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται"
________________________________

Scholeio.com