Διάβασμα, Έξυπνο αντί Περισσότερο



Οι μαθητές ίσως να μη χρειάζεται να διαβάσουν περισσότερο, αλλά απλά πιο έξυπνα.

Αυτό ισχυρίζεται ο Μπενεντίκτ Κάρεϊ, στο νέο βιβλίο του Μπενεντίκτ Κάρεϊ, ενός δημοσιογράφου επιστήμης από τους The New York Times, αμφισβητεί την αντίληψη ότι ένας υψηλός βαθμός στις εξετάσεις σημαίνει και πραγματική μάθηση. 

   Υποστηρίζει ότι παρότι ένας καλός βαθμός μπορεί να επιτευχθεί βραχυπρόθεσμα, όταν διαβάζεις εντατικά για ένα διαγώνισμα, το πιθανότερο είναι ότι η περισσότερη πληροφορία θα ξεχαστεί πολύ γρήγορα. 


   Ο Κάρεϊ προσφέρει στους μαθητές, μικρούς και μεγάλους, ένα νέο πλάνο διαβάσματος βασισμένο σε δεκαετίες έρευνας πάνω στον εγκέφαλο, τη μνήμη και τη μάθηση. 
   Ανατρέπει την αντίληψη ότι το να «πέσεις με τα μούτρα στο διάβασμα» είναι το μόνο απαραίτητο συστατικό ενός επιτυχημένου μαθητή, και αντ’ αυτού προσφέρει μία εις βάθος εξερεύνηση του εγκεφάλου, αποκαλύπτοντας ακριβώς το πώς μαθαίνουμε και πώς μπορούμε να μεγιστοποιήσουμε αυτή τη δυνατότητα.

Ποιος Σκότωσε τον Όμηρο; Μέρος Δεύτερο -Η Ελληνική Σοφία Προσφέρει ένα Όραμα



Ποιοι είναι οι Έλληνες και 
τι ακριβώς είναι "ελληνικό";

Αποσπάσματα από το βιβλίο
"Ποιος Σκότωσε τον Όμηρο",
των Victor Davis Hanson
και Hohn Heath,
από τις εκδόσεις του Κάκτου.

   Μέρος Δεύτερο

[...]
     Οι  κλασικιστές,  από τους οποίους περιμένουμε απαντήσεις, τώρα ασχολούνται ελάχιστα ή και καθόλου με την εξήγηση των ελληνικών αξιών στο ευρύ κοινό. 
   Για τον τρέχοντα, άτολμο τρόπο σκέψης των κλασικιστών, η "Ελλάδα" είναι μια χυδαία υπεραπλούστευση. 
   Υπήρχαν, στο κάτω κάτω, ίσως και 1.500 ελληνικές πόλεις κράτη, μια γραπτή λογοτεχνία τουλάχιστον δεκαπέντε αιώνων, μια ποικιλία διαλέκτων, εθνικών θυλάκων και καλλιτεχνικής έκφρασης, με μικρή συμφωνία ως προς τη φιλοσοφική αντίληψη και πολύ λιγότερο προς μια ιδέα εθνότητας. 
   Το να τα στοιβάζουμε όλα αυτά μαζί μήπως σημαίνει ότι αγνοούμε τις λεπτές διαφορές και τη διαβάθμιση; 
   Γιατί να βλέπουμε ολόκληρη την Ελλάδα, όταν τα μέρη -και τα μέρη των μερών- είναι η αληθινή ιστορία;

   Για πολλούς σύγχρονους κλασικιστές η ιδέα μιας κοινής ελληνικής κληρονομιάς είναι πότε επονείδιστη και παρωχημένη, πότε ανάρμοστη και καταπιεστική, πότε μη ακριβής, απλοϊκή και αντιεπιστημονική, και πότε ξεκάθαρα επικίνδυνη για την καριέρα κάποιου -ή όλα τα παραπάνω μαζί κι ακόμα περισσότερα.  Αλλά, αλλά... 


 Ο ελληνικός τρόπος θεώρησης του κόσμου -αυτό που ονομάζουμε "ελληνική σοφία"- προσφέρει ένα όραμα της ανθρώπινης φύσης και της θέσης του ανθρώπου στον κόσμο που ανήκει αποκλειστικά στην προβιομηχανική Μεσόγειο και κατέχει κεντρική θέση σε όλη τη συνακόλουθη δυτική σκέψη.  
   
   [...] 
          Οι ίδιοι οι Έλληνες ιδιαίτερα ο Ηρόδοτος και ο Αριστοτέλης που είχαν συνείδηση της ανθρωπολογίας και του ρόλου του πολιτισμού -προσδιόριζαν το "ελληνικόν" ως κάτι που περιλάμβανε τα πάντα. Έβλεπαν τις πόλεις-κράτη ως: 
....μια συνολική κοινωνία Ελλήνων που μοιράζονταν μια παρόμοια γλώσσα και χονδρικά τις ίδιες θρησκευτικές  πεποιθήσεις, που βίωναν ένα χαρακτηριστικό κλίμα και γεωγραφικές συνθήκες, που καλλιεργούσαν τη γη και πολεμούσαν με σχεδόν όμοιο τρόπο και αποτελούσαν μέρος ενός μοναδικού και άγνωστου αλλαχού πολιτικού θεσμού, της πόλεως. 

   Ο Ηρόδοτος, ο "πατέρας της ιστορίας", λέει ότι υπάρχει μια "ελληνική ομοιότητα σε αίμα και γλώσσα, κοινά θρησκευτικά ιερά και θυσίες και μια γενική ομοιομορφία στον τρόπο ζωής."

   Ο Αριστοτέλης αρχίζει τα Πολιτικά του με το δεδομένο ότι η όλη πραγμάτευσή του σχετίζεται με "τους Έλληνες", μια συνολική ιδέα που αντιπαρατίθεται "στους βαρβάρους" οι οποίοι μιλούν άλλη γλώσσα και ασπάζονται κοινωνική οργάνωση εντελώς διαφορετική (και κατώτερη) από την πόλη-κράτος. 
   Όλος ο εθνικός σωβινισμός του Ισοκράτη, Αθηναίου ρήτορα του τέταρτου π.Χ. αιώνα, βασίζεται στην υπόθεσή του ότι οι πόλεις-κράτη κατείχαν έναν ενιαίο πολιτισμό, και το μόνο που έλειπε στις περισσότερες περιοχές ήταν μια συνολική αντίληψη πολιτικής ομοσπονδίας ή εθνότητας. 
   Ενώ ο Αριστοτέλης και ο Πλάτων συνήθως διέφεραν, ενώ η τραγική άποψη του Αισχύλου απέχει πολύ από εκείνη του Ευριπίδη, ενώ τα λυρικά ποιήματα της Σαπφούς δεν είναι τα εξάμετρα του Ομήρου, ενώ η Θήβα δεν είναι Άργος, όλοι έκριναν την κοινωνία από μια κοινή προϋπόθεση ελληνικότητας -το κοινό βασικό στοιχείο της γλώσσας, την πόλη-κράτος και την οικονομική, θρησκευτική και στρατιωτική πρακτική.  Είναι και ανιστόρητο και παράλογο να μη μιλάει κάποιος για "Έλληνες". 

   Μεγάλο μέρος της καθημερινής ζωής σε αυτή την αρχαία Ελλάδα θα μας φαινόταν τώρα αλλόκοτο, όπως άλλωστε και το μεγαλύτερο μέρος του πολιτισμού πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια. Ωστόσο οι Έλληνες γνώριζαν τουλάχιστον όσο κι εμείς την ιδιομορφία πολλών εθίμων τους. Τόσο τα λαϊκά κινήματα όσο και η επίσημη πνευματική αναζήτηση, αμφισβητούσαν τον πολυθεϊσμό, κοροϊδεύοντας συχνά το κλασικό πάνθεον, τον ανθρωπομορφισμό και τις ανόητες "ιστορίες" των Ολύμπιων θεών. 

   Τον πέμπτο αιώνα οι ορθολογιστές στοχαστές καθρέφτιζαν μια κοινή δυσαρέσκεια απέναντι στην όλη ιδέα των μαντείων και της προφητείας, και οι διαφωνίες σχετικά με τη σεξουαλική  κοσμιότητα μαίνονταν, ποικίλλοντας από κανόνες καλής συμπεριφοράς μέχρι την ίδια τη σεξουαλική πράξη, και όλα αυτά ως μέρος μιας συστηματικής λογικής διερεύνησης των πιο φυσικών μας παρορμήσεων. 


   Εμείς οι δυτικοί δεν κατασκευάσαμε την "ελληνικότητα" για να επικυρώσουμε τις δικές μας πολιτιστικές υποθέσεις. Μάλλον, κατά την έρευνά μας να ανακαλύψουμε γιατί είμαστε ό,τι είμαστε, συνεχώς "σκοντάφτουμε" -στο χώμα, στην πέτρα, στα κείμενα, στα νομίσματα- πάνω σε αυτούς, τους παράξενους κάποιους, αυτό το μοναδικό λαό που ονομάζεται  "Έλληνες". 
   Για τους Έλληνες, η ελεύθερη ανταλλαγή ιδεών, η αφηρημένη και λογική έρευνα για το φυσικό και υλικό κόσμο και η επιδίωξη της γνώσης χάρη της γνώσης, δημιουργούν ένα δυναμικό που είναι ταυτόχρονα μεγαλοφυές και τρομακτικό και δεν μοιάζει με κανενός άλλου πολιτισμού. 
 1.  Η επιστήμη, η έρευνα και η απόκτηση της γνώσης καθαυτής πρέπει να παραμένουν χωριστά τόσο από τη θρησκευτική όσο και από την πολιτική εξουσία.

     Για τον Σοφοκλή, που βίωσε τη δόξα και την κατακόρυφη παρακμή της Αθήνας του πέμπτου αιώνα και που αναγνώριζε το ρόλο τόσο της θεϊκής μοίρας όσο και της θανάσιμης ύβρεως στην πτώση της, υπήρχε πάντα ένα αντίτιμο που έπρεπε να πληρωθεί για την ανηλεή ανθρώπινη πρόοδο, η οποία σύμφωνα με τα λόγια του Ευριπίδη, μας κάνει "αυθάδεις, ισχυριζόμενους ότι είμαστε καλύτεροι από τους θεούς". 



2. Η στρατιωτική εξουσία λειτουργεί υπό τον πολιτικό έλεγχο και εποπτεύεται από αυτόν. 

     Από την αρχή μέχρι το τέλος της Αντιγόνης, ο επίδοξος σφετεριστής Πολυνείκης κατηγορείται για το ότι συγκρότησε ένα στρατό εκτός νόμου για να αποκτήσει τον έλεγχο των Θηβών. Και επί πλέον, οι φύλακες του Κρέοντα υπηρετούν όχι ως κατασταλτικά όργανα -που μπορεί να το βάλουν στα πόδια και ν' αλλάξουν στρατόπεδο όταν τα πράγματα για το βασιλιά τους δεν πάνε καλά- αλλά μάλλον ως απρόθυμοι στρατιωτικοί που επιβάλουν νόμους οι οποίοι δεν είναι απαραίτητα της αρεσκείας τους. 

   Ο Σοφοκλής έγραφε μέσα σε μια κοινωνία: 
   Όπου σχεδόν κάθε εκλεγμένος Έλληνας στρατηγός κάποια στιγμή ή θα πλήρωνε πρόστιμο ή θα εξοριζόταν, θα εξοστρακιζόταν ή θα εκτελούνταν. 
   Όπου σχεδόν κάθε αρχηγός πολεμούσε πλάι στους άντρες του και σχεδόν ποτέ δεν επιβίωνε όταν δεν επιβίωνε ο στρατός του.

   Ο ίδιος ο συγγραφέας του δράματος είχε οδηγήσει άντρες στη μάχη και είχε υπηρετήσει ως ελεγκτής άλλων που είχαν αποτύχει κι ο Αριστοτέλης μας θυμίζει, "σε όλα τα αξιώματα που συνδέονται με το στρατό εκλέγονται με φανερή ψήφο".



3. Η συνταγματική και συναινετική διακυβέρνηση είναι δυτική ιδέα. 
   Ο Κρέων, ένα ολότελα δυτικό λογικό πλάσμα αφιερώνεται στο νόμο πάνω από κάθε άλλο ανθρώπινο και θεϊκό μέλημα. Πηγαίνει ενάντια στην ηθική ομοφωνία των πολιτών του και στην επιθυμία των θεών, αλλά το κάνει με την ειλικρινή πεποίθηση ότι ως κεφαλή του κράτους εμμένει σε μια απαραίτητη ελληνική έννοια συναινετικής διακυβέρνησης. Κάτι που υπάρχει μόνο "όταν οι πολίτες κυβερνούν και στη συνέχεια κυβερνώνται με τη σειρά τους", σύμφωνα με τον Αριστοτέλη.     


4. Η θρησκεία είναι χωριστή από την πολιτική εξουσία και υποκείμενη σ' αυτήν.
Στην ελληνική πόλη-κράτος κανένας αρχιερέας δεν διαθέτει απόλυτη πολιτική εξουσία. Αυτός διαχωρισμός των ρόλων θα διαρκέσει και κατά την ελληνιστική εποχή (τα μισά του 4ου π.Χ. μέχρι τον 1ο) και θα καθιερώσει ένα ιδεώδες που θα εξυπηρετήσει τους αναμορφωτές για τους επόμενους είκοσι πέντε αιώνες.
   Η βουλή και η εκκλησία του δήμου διοικούν τις πολιτικές και στρατιωτικές υποθέσεις -οργανώνουν εκλογές, ψηφίζουν τη νομοθεσία, διορίζουν στρατηγούς, καλούν τους στρατιωτικούς, περιμένουν από τους πολίτες, όχι από το κράτος, να προμηθεύσουν όπλα. 
   Την εποχή της πόλης-κράτους κανένας ελεύθερος πολίτης δεν υποκλίνεται ούτε προσκυνάει μια ζωντανή θεότητα πεσμένος καταγής. 
   Προφήτες, μάντεις και ιερείς τελούν εορτές, θυσίες, δίνουν συμβουλές και ερμηνεύουν το υπερφυσικό. Δεν κατευθύνουν την κρατική πολιτική per se  ούτε παραβιάζουν τη θέληση της εκκλησίας του δήμου.  Ο ιερέας μπορεί να απειλήσει ή να υπνωτίσει στην προσπάθεια του να μεταπείσει την εκκλησία του δήμου, αλλά "πρέπει" να τη μεταπείσει. 
   Στην Αντιγόνη, ο μάντης Τειρεσίας, που μέσω της υπερφυσικής του τέχνης κατέχει μεγαλύτερη σοφία απ' όση ο Κρέων, λοιδορείται... "το συνάφι των μάντεων λατρεύει τον παρά [στ. 1042] και διώχνεται από το βασιλιά.


5. Μη εμπιστευόμενοι ούτε τον πλούσιο ούτε τον φτωχό, οι Έλληνες της πόλεως έχουν μεγάλη πίστη στο μέσο πολίτη  (ο πνευματικός πρόδρομος της δικής μας εμπιστοσύνης στη μεσαία τάξη).

   Από την αρχή του δυτικού πολιτισμού, η Ελλάδα δημιούργησε ένα αντιαριστοκρατικό ήθος, συχνά εχθρικό προς τη συσσώρευση του πλούτου και στην όλη ιδέα του πλούσιου με επιρροή, και είναι μια από τις ελάχιστες κοινωνίες στην ιστορία του πολιτισμού που το έκαναν.   


   Ο μικροκτηματίας αγρότης, ο βοσκός, οι τεχνίτες, η τροφός, ο πολίτης-στρατιώτης, ιδού οι ανύμνητοι ήρωες του ελληνικού τραγικού και κωμικού θεάτρου. Αυτοί οι δευτερεύοντες αλλά ουσιαστικοί χαρακτήρες και τα μέλη του χορού παρέχουν το σταθερό φόντο για το φόνο, την αιμομειξία και την τρέλα μιας βασιλικής και θεϊκής μυθικής ελίτ που ζει σε διαφορετικό κόσμο από εμάς τους υπόλοιπους. 
Οι Έλληνες από τη φύση τους είχαν μάλλον καχυποψία παρά θαυμασμό για την πλουτοκρατική ιεραρχία και για ότι απειλούσε την αποκεντρωτική φύση της πόλης, που είναι η φυσική έκφραση μιας κοινωνίας ισοτίμων.
   Ο Σοφοκλής βάζει τον Κρέοντα να λέει "Θα δεις τους πιο πολλούς ότι τα κέρδη της ντροπής τούς χαντακώνουν και δεν τους σώζει τίποτα" [στ. 314-315] και λίγο πιο πριν μονολογούσε ""Δε φύτρωσε χειρότερη καμιά εφεύρεση στον κόσμο σαν το χρήμα" [στ. 296-297] 

   Ο Θουκιδίδης, σύγχρονος του Σοφοκλή, βάζει τον Αθηναγόρα να λέει για την ικανότητα των ανθρώπων να διοικούν ότι "οι πλούσιοι είναι βέβαια οι καλύτεροι διαχειριστές του χρήματος, αλλά οι συνετοί είναι οι καλύτεροι σύμβουλοι κι ο πολύς λαός ο καλύτερος κριτής, όταν διαφωτιστεί [στ. 39].



6. Η ιδιωτική περιουσία και η ελεύθερη οικονομική δραστηριότητα είναι άτρωτες στον κυβερνητικό εξαναγκασμό και παρέμβαση.

Ο πολίτης έχει δικαίωμα επί της περιουσίας του, στον κόσμο της ελληνικής πόλης-κράτους,  το δικαίωμα να κληρονομεί και να κληροδοτεί αυτό που είναι δικαιωματικά δικό του.

   Αυτό το αποκεντρωτικό σύστημα εξηγεί το γιατί οι Έλληνες αποίκιζαν (και συχνά εκμεταλλεύονταν) την αντολική και νότια Μεσόγειο αντί το αντίστροφο.

Δε φύτρωσε χειρότερη καμιάεφεύρεση στον κόσμο σαν το χρήμα.Αυτό γκρεμίζει πόλεις, ανθρώπους ξεσπιτώνει,δασκαλεύει και πλανεύει το φρόνιμομυαλό να κυνηγάει της ντροπής τα έργα.                        *Σοφοκλής, Αντιγόνη, στ. 296-302

   Με δυό λόγια η ελεύθερη αγορά -έστω και λιγότερο εξελιγμένη, πρωτοκαπιταλιστική ελεύθερη αγορά των Ελλήνων- διαβρώνει τα κληρονομικά προνόμια, κάνοντας να επικρατήσει ένα διαφορετικό και μεταβλητό κριτήριο αξίας, βασισμένο στα επιτεύγματα.



7. Η αντίληψη της διαφωνίας και της κριτικής στη διακυβέρνηση, στη θρησκεία και στους στρατιωτικούς είναι εγγενής μεταξύ των Ελλήνων της πόλεως.

   Οπουδήποτε αλλού στη Μεσόγειο, ο ταραχοποιός που φωνάζει δυνατά και χαλάει τον κόσμο απομονώνεται, αποκεφαλίζεται ή μεταμορφώνεται ριζικά σε αυλοκόλακα. 

   Στον ελληνικό κόσμο ο διαφωνών -Αίας, Φιλοκτήτης, Λυσιστράτη, Ηλέκτρα, Προμηθεύς- γίνεται συχνά ο επώνυμος ήρωας του θεατρικού έργου.
   Η Αντιγόνη επιτίθεται στον ελληνικό πολιτισμό σε πολλά μέτωπα, στην τυραννία του κράτους επί του ατόμου, στον αλόγιστο σοβινισμό ενός οπαδού της αρσενικής ανωτερότητας, στη μακαριότητα και παθητικότητα ενός άτολμου σώματος πολιτών, στη σχετικότητα ενός πιο σύγχρονου κόσμου που αναπτύσσεται ύπουλα μέσα του.

   Και αργότερα σε μια κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τον Κρέοντα τον εξωθεί στο "Όσο εγώ θα ζω, γυναίκα δεν θα διαφεντεύει" [στ. 523] και στην Ισμήνη, την αδελφή της, όταν εκείνη αποφασίζει τελικά να λάβει μέρος στην ταφή, της αρνείται ψυχρά... "Εγώ δεν αγαπώ εκείνη π' αγαπά με λόγια" [στ. 541]


   Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο ίδιος ο Σοφοκλής θέλει να υπονομεύσει την ίδια την πόλη του, αυτή που του επιτρέπει να ανεβάζει τα έργα του, ότι χρησιμοποιεί την κρατική επιχορήγηση για να πείσει τους Αθηναίους προστάτες του ότι το πρόβλημα τους, η αιτία της παρακμής τους, βρίσκεται στους ίδιους, όχι στους θεούς, στις γυναίκες, στους ξένους, στους δούλους ή σε άλλους Έλληνες.

   Ο Περικλής λέει, "δεν αποτελεί εμπόδιο αλλά μάλλον ένα σημαντικό προάγγελο οποιασδήποτε δράσης".

Επτά τυχαία παραδείγματα ελληνικών πολιτισμικών αρχών από την Αντιγόνη, μια τυχαία επιλογή. Θα μπορούσαμε να βρούμε τα ίδια ήθη και αξίες στην Απολογία του Σωκράτους, του Πλάτωνα, σε ένα κεφάλαιο της ιστορίας του Θουκυδίδη, στις Βάκχες του Ευριπίδη ή σ' ένα λόγο του Δημοσθένη.


   Και αντίθετα με γραπτά της ίδιας εποχής αλλού, η ελληνική λογοτεχνία, ακόμη και όταν ασχολείται με το κράτος ή τη θρησκεία, σπάνια ελεγχόταν από αυτά τα κατεστημένα. 


   Εξαιτίας αυτής της στενής σχέσης μεταξύ κειμένου και πολίτη, μπορούμε να διακρίνουμε τι θεωρεί ως δεδομένο η πόλις σχετικά με την κοινωνία, σε αντίθεση με τα συμφέροντα του κράτους ή τη γραμμή της χορείας των ιεροφαντών. 


   Κάτω από αυτές τις αποκλειστικά ελληνικές υποθέσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να είναι οργανωμένο το κράτος, βρίσκονται πιο θεμελιώδεις πεποιθήσεις σχετικά με την ίδια την ανθρωπότητα.  



Ελληνική σοφία

Οι Έλληνες θεωρούν ότι ο πολιτισμός μάς χωρίζει από το φυσικό, πρωτόγονο εαυτό μας και ότι κανένας πολιτισμός δεν το κάνει αυτό καλύτερα απ' ότι ο κόσμος της δικής τους πόλης-κράτους. 

[...]

   Το δυτικό πρότυπο δεν είναι αυτόματο και δεν εμφανίστηκε στους Έλληνες εκ του μηδενός -ούτε επιβίωσε μέχρι σήμερα χωρίς αιώνες παρεκβάσεων, διακοπών και επιθέσεων. 


   Οι "ελληνικές αρχές" δεν ήταν απλώς τυχαία φαινόμενα της δύσκολης γεωγραφίας της νότιας Βαλκανικής, της ιδιαίτερης θέσης μέσα στο πηγαιν' έλα της ανατολικής Μεσογείου, των δραστηριοτήτων στο ύπαιθρο που οφείλονται στο ζεστό καιρό, ή των κόπων λίγων ιδιοφυών ανθρώπων σε κείνη την ταραγμένη εποχή.

   Οι "ελληνικοί θεσμοί" δεν ήταν τυχαία συμβάντα. Ήταν, μάλλον, προϊόντα της εξαιρετικά ιδιαίτερης κοσμοθεωρίας του πληθυσμού. Στη γένεση της η ελληνική θεώρηση του κόσμου είναι, ως επί το πλείστον, ανεξάρτητη και αγροτική, απομονωμένη και αυτοδύναμη.

   Η συνταγματική διακυβέρνηση, ο σοβινισμός μιας μεσαίας τάξης, ο ατομικισμός, η διχόνοια, η αυτοκριτική, η ελευθερία της έκφρασης, η ανοιχτή οικονομία και οι πόλεμοι των στρατιωτικών ήταν μόνο οι απτές εκδηλώσεις πιο θεμελιωδών αξιών, μιας ξεροκέφαλης λογικής γεννημένης από το αυτοδύναμο τρόπο ζωής του αγροτικού δήμου που βασιζόταν:

   1. στη θεώρηση του κόσμου με πιο απόλυτους όρους
   2. στην κατανόηση της θλιβερής, τραγικής φύσης της ανθρώπινης ύπαρξης
   3. στην επιδίωξη αρμονίας μεταξύ λόγων και έργων και
   4. στην ανυπαρξία ψευδαισθήσεων σχετικά με το ρόλο του πολιτισμού στην ανθρώπινη ιστορία.
   
   Για να υπάρξει "πόλις", δεν μπορεί να αλλάζει μόνο και μόνο για να ανταποκριθεί στην περίσταση. Ο θάνατός της το τέταρτο π.Χ. αιώνα δεν ήταν στην πραγματικότητα αποτέλεσμα του διεφθαρμένου και εξαντλημένου σώματος των πολιτών ή της εισβολής των Μακεδόνων, αλλά μάλλον της ανικανότητας ή της απροθυμίας να αφυπνίσει τους βασικούς θεσμούς και ήθη -κυβερνητικά, πολιτικά, στρατιωτικά- ώστε να ανταποκριθούν στις οικονομικές και κοινωνικές αναταραχές στην ανατολική Μεσόγειο. 
   Το μήνυμα των Ελλήνων μπορεί να είναι τρομακτικά και συχνά οδυνηρά απόλυτο. Ο καταδικασμένος φιλόσοφος Σωκράτης εξηγεί γιατί πρέπει να αποφύγει την απόδραση και να προτιμήσει το κώνειο.  
   Το μήνυμα των Ελλήνων διαφέρει από το θρησκευτικό μονότονο άσμα που λένε οι δρυΐδες, από τις πέτρινες πλάκες του Μωυσή και από τη φριχτή σφαγή στην πυραμίδα των Αζτέκων. 
   Οι κανόνες τους όποια κι αν είναι η υποτιθέμενοι προέλευσή τους, στην πραγματικότητα δεν είναι προϊόν θεών ή έστω και απλώς του χρόνου, των εθίμων ή της πρακτικής. 


Είναι "οδηγοί" σφυρηλατημένοι μέσω δοκιμής και λάθους, υπέρ και κατά, συμφωνίας και διαφωνίας. 
Οι Έλληνες αποδίδουν την προέλευσή τους στον Δράκοντα και τον Σόλωνα στην Αθήνα, στον Λυκούργο στη Σπάρτη, στον Πιττακό στη Μυτιλήνη, -τους λεγόμενους επτά σοφούς- έχουν δοκιμαστεί στο χρόνο και δεν είναι προϊόν θεών και προφητών.  
   Παραμένοντας αμετάβλητοι, προσφέρουν μια μόνιμη, έστω και δυσάρεστη ενίοτε, λύση τόσο για τη σύγκρουση όσο και για το έγκλημα.   
   Είναι το κοινωνικό συμβόλαιο ενός σώματος ελεύθερων πολιτών.

   Στον πυρήνα του ελληνικού συστήματος πεποιθήσεων βρίσκεται η πίστη ότι υπάρχουν απόλυτες σταθερές στον κόσμο, άχρονες και απρόσβλητες από ακταστάσεις και ερμηνείες, ένα μικρό αλλά ζωτικό σώμα γνώσης που, ως επί το πλείστον, είναι αδιαπραγμάτευτο και έχει προέλθει από κοινή συμφωνία.
   Είναι αυτό το ηθικό σύμπαν που η Αντιγόνη αποκαλούσε "άγραπτα νόμιμα", οι άγραφοι νόμοι που υπήρχαν πάντα. 

[...]


   Ο Ελληνικός πολιτισμός πρώτος μας έδωσε τη λογική, επιστημονική έρευνα ως επί το πλείστον άτρωτη από πολιτικό και θρησκευτικό καταναγκασμό. 


   Θεωρούν ότι ο πολιτισμός μας χωρίζει από το φυσικό, πρωτόγονο εαυτό μας και ότι κανένας πολιτισμός δεν το κάνει αυτό καλύτερα απ' ότι ο κόσμος της δικής τους πόλης-κράτους. 

   Η περηφάνια δε γι αυτόν δεν είναι σοβινισμός. Είναι απλώς μια λογική και απαραίτητη εκτίμηση για ένα σύστημα που απαιτούσε θυσίες και υπευθυνότητα από τον πολίτη και, ως αντάλλαγμα, του παρείχε υλική αφθονία  και προσωπική ελευθερία που άλλοι δεν μπορούσαν ούτε να φανταστούν.  

   Η ελληνική κληρονομιά, χρησιμοποιημένη σωστά ή λάθος, προσδίδει στους οπαδούς της την τρομερή δύναμη να αλλάξουν -ή να καταστρέψουν- ριζικά το υπάρχον διανοητικό και υλικό περιβάλλον σχεδόν άμεσα. 


[...]


   Η Δύση πράγματι απειλεί να καταπιεί τα ήθη, τις παραδόσεις  και τις θρησκείες όλων με τους οποίους έρχεται σε επαφή. Το internet και η όλη ψηφιακή επανάσταση απορρέουν εύλογα από το πολιτισμικό κληροδότημα των Ελλήνων της ανοιχτής έρευνας, της αυτοκριτικής, της αντιαριστοκρατικής σκέψης, της ελεύθερης έκφρασης και της πίστης τους στον καθαρό λόγο και  στην επιστήμη, απαγκιστρωμένα από τις επιταγές του στρατηγού, του ιερέα ή του βασιλιά. 


   Κι αν επιστρέψουμε τώρα στο κεντρικό ερώτημα, που αφήσαμε αναπάντητο στο πρώτο κεφάλαιο, ότι το να αγνοήσουμε ή να καταστρέψουμε τους Κλασικούς ισοδυναμεί με πολιτιστική αυτοκτονία και απαιτεί απολογία από αυτούς που τη διαπράττουν... Εύλογα θα σας ρωτήσω.

   Γιατί οι Κλασικές Σπουδές είναι νεκρές ; Και ποιος πράγματι σκότωσε τον Όμηρο;
_________________________________

Τέλος του Δεύτερου μέρους

Εδώ μπορείτε να διαβάσετε το πρώτο -1ο- Μέρος του ''Ποιος Σκότωσε τον Όμηρο''; 

 * Επίσης ήδη έχει αναρτηθεί  και το  το τρίτο -3- μέρος εδώ  αποσπασμάτων  του βιβλίου ("Ποιος Σκότωσε τον Όμηρο;"  των Β.Ντ. Χάνσον και Τζ. Χέιθ από τις εκδόσεις του Κάκτου), αναφέρεται, στη νέα τάση, που φαίνεται να επηρεάζει τις Κλασικές Σπουδές που συντάσσονται με αυτήν.την τελευταία "μόδα". 
Η "νέα" Επιστημονική Σκέψη είναι "αναθεωρητική"  και ερωτούν: Γιατί Ελληνικά και Λατινικά, αποκλείοντας όλα τα άλλα; 


  Scholeio.com