O Διόνυσος ζει...
γράφει η Εύη Μπότσαρη
Γύρω στις 25 του Δεκέμβρη
ο ήλιος αρχίζει σιγά-σιγά να μεγαλώνει την ημέρα, κυκλοπερπατώντας έως τα μέσα του Μάρτη, προς την ισημερία, εκεί όπου το σκότος νικιέται και ξαναγεννιέται Φως.
Είναι η εποχή όπου οι πρόγονοί μας γιόρταζαν κι υμνούσαν το χειμερινό Ηλιοστάσιο.
Την ίδια περίοδο, επίσης, λάμβανε χώρα η μεγάλη γιορτή της γέννησης του Διονύσου, υιού Διός και Σεμέλης, που αποκαλείτο «θείο βρέφος» και «σωτήρ».
Λίγο αργότερα θρηνούσαν τον σκοτωμό και διαμελισμό του από τους Τιτάνες και στο τέλος του μήνα γιόρταζαν και πάλι την αναγέννησή του, ανεβαίνοντας σ’ ένα βουνό, μ’ ένα νεογέννητο βρέφος στην αγκαλιά και φωνάζοντας:
«ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε, ο Διόνυσος ζει!!!»
Γιορτή ταυτισμένη με τον Ήλιο, εντελώς ξεχασμένη από τη νεοελληνική πραγματικότητα, όπου οι παραδόσεις παραφράστηκαν και μεταφέρθηκαν στο πουθενά.
Μνήμη πανάρχαια που «κρεμάστηκε» πλάι σε λαμπάκια, μπαλίτσες και πλαστικά δεντράκια, επικροτώντας μια νοσηρή μορφή εορταστικής αποχαύνωσης.
Λήθη επιβεβλημένη από τη δόλια στρατηγική που εγκλώβισε τον Έλληνα σ’ έναν χώρο ξένο κι εχθρικό προς το κύτταρό του και τον περιχαράκωσε στην απόλυτη παρακμή της ουσίας του, μακριά από τις αξίες της καταβολής του.
Εκεί όπου ο Έλληνας, υποχείριο ξενόφερτων εντολών, αφέθηκε στα πλοκάμια της εθελούσιας ορφάνιας του και μετονομάσθηκε νεοέλληνας.
Ένα έθιμο δεν είναι παρά το αποκύημα ηθών, εθών και θυσιών που δίνουν σχήμα και ταυτότητα σε μια φυλή, διασφαλίζοντας τα όρια της Εθνικής της υπόστασης.
Όταν όμως το έθιμο φτάσει να παραφραστεί, τότε η λοξοδρομισμένη ψυχή, μοιραία, μετουσιώνεται σε εχθρό κι αντίπαλο της ίδιας της ουσία της. Μνήμη σαλεμένη, μετατοπισμένη σε αβέβαιο πάτημα που ζητά στήριγμα σε ό,τι φέρει ο καιρός ο πονηρός…
Ποιος ξέρει αν θα ήταν καλύτερο οι Μνήμες να παραμείνουν ξεχασμένες, παρά μεταλλαχθούν, μετατοπίζοντας την ουσία από τη βάση της;
Τραγωδία νεοελληνική που ξέχασε την κάθοδο, τον διαμελισμό, την ανασυγκρότηση της Διονυσιακής καταβολής της και την μετέπειτα ανοδική πορεία στο βουνό.
Μνήμη πανάρχαια που «κρεμάστηκε» πλάι σε λαμπάκια, μπαλίτσες και πλαστικά δεντράκια, επικροτώντας μια νοσηρή μορφή εορταστικής αποχαύνωσης.
Λήθη επιβεβλημένη από τη δόλια στρατηγική που εγκλώβισε τον Έλληνα σ’ έναν χώρο ξένο κι εχθρικό προς το κύτταρό του και τον περιχαράκωσε στην απόλυτη παρακμή της ουσίας του, μακριά από τις αξίες της καταβολής του.
Εκεί όπου ο Έλληνας, υποχείριο ξενόφερτων εντολών, αφέθηκε στα πλοκάμια της εθελούσιας ορφάνιας του και μετονομάσθηκε νεοέλληνας.
Ένα έθιμο δεν είναι παρά το αποκύημα ηθών, εθών και θυσιών που δίνουν σχήμα και ταυτότητα σε μια φυλή, διασφαλίζοντας τα όρια της Εθνικής της υπόστασης.
Όταν όμως το έθιμο φτάσει να παραφραστεί, τότε η λοξοδρομισμένη ψυχή, μοιραία, μετουσιώνεται σε εχθρό κι αντίπαλο της ίδιας της ουσία της. Μνήμη σαλεμένη, μετατοπισμένη σε αβέβαιο πάτημα που ζητά στήριγμα σε ό,τι φέρει ο καιρός ο πονηρός…
Ποιος ξέρει αν θα ήταν καλύτερο οι Μνήμες να παραμείνουν ξεχασμένες, παρά μεταλλαχθούν, μετατοπίζοντας την ουσία από τη βάση της;
Τραγωδία νεοελληνική που ξέχασε την κάθοδο, τον διαμελισμό, την ανασυγκρότηση της Διονυσιακής καταβολής της και την μετέπειτα ανοδική πορεία στο βουνό.
Παραπάτημα ενός λαού που απομακρύνθηκε από τις μνήμες του, ξεχνώντας την αληθινή γιορτή της ρίζας του και σήμερα, χρονιάρες μέρες, καταλήγει να μετράει λάθη, θύματα κι απώλειες, αντιμέτωπος με τους θύτες του, που δεν είναι άλλοι από τους δικούς του εκλεγμένους κυβερνώντες και τη σαθρή ανυπαρξία τους …
Νέμεσις που επιβάλλεται μέσα από τον απολογισμό ενός πανάρχαιου λαού, που υπέστειλε το βλέμμα από το κοίταγμα του ουρανού και του μαρμάρινου αγάλματος κι ακούμπησε την «χαρά» του επάνω σε πλαστικά δεντράκια κι ευτελή λαμπάκια που αναβοσβήνουν χαζοχαρούμενα!
Τραγικός ο απολογισμός για τους κληρονόμους που αποποιήθηκαν το μυστηριακό της γιορτής κι άφησαν τη συνολική μνήμη να ξεφτίσει, μακριά από την ομορφιά των τριών Χαρίτων, θεαινών της Φύσης και της ανθρώπινης δημιουργικότητας, πλαστουργών της ουσιαστικής χαράς που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει πλαστική…
Νέμεσις που επιβάλλεται μέσα από τον απολογισμό ενός πανάρχαιου λαού, που υπέστειλε το βλέμμα από το κοίταγμα του ουρανού και του μαρμάρινου αγάλματος κι ακούμπησε την «χαρά» του επάνω σε πλαστικά δεντράκια κι ευτελή λαμπάκια που αναβοσβήνουν χαζοχαρούμενα!
Τραγικός ο απολογισμός για τους κληρονόμους που αποποιήθηκαν το μυστηριακό της γιορτής κι άφησαν τη συνολική μνήμη να ξεφτίσει, μακριά από την ομορφιά των τριών Χαρίτων, θεαινών της Φύσης και της ανθρώπινης δημιουργικότητας, πλαστουργών της ουσιαστικής χαράς που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει πλαστική…