Ρ. Σέκλι, Η Ζωή είναι δισταγμός; Επιθυμία; Λαχτάρα; Θλίψη; Προετοιμασία;




Η Ζωή είναι Τύχη; ή 
Είναι Αυτό που εσύ την 
Κάνεις; Τι είναι η Ζωή; 

Διήγημα του Ρόμπερτ Σέκλι

Ο Μόρτονσον διηγείται ότι ενώ περιπλανιόταν στους πρώτους λόφους των Ιμαλαΐων, μια πελώρια φωνή που έμοιαζε να έρχεται από παντού και πουθενά του είπε,     - "Επ, εσύ". 

   - "Εγώ;" ρώτησε ο Μόρτονσον.
   - "Ναι, εσύ", μπουμπούνισε η φωνή. "Μπορείς να μου πεις τι είναι η ζωή;"

   Ο Μόρτονσον στάθηκε εκεί, μαρμαρωμένος, με τον ιδρώτα να τρέχει ποτάμι, συνειδητοποιώντας ότι ζούσε μια αυθεντική  μυστικιστική εμπειρία, και ότι πολλά θα εξαρτώνταν από το πως θα απαντούσε Στην Ερώτηση.

   - "Θα χρειαστώ λίγη ώρα γι αυτό" είπε.

   - "Μην αργήσεις πολύ", είπε η φωνή, μ' έναν φοβερό αντίλαλο από παντού.

   Ο Μόρτονσον κάθισε σε ένα βράχο και συλλογίστηκε την κατάσταση. Ο Θεός ή ο δαίμονας που έκανε την ερώτηση σίγουρα ήξερε ότι ο Μόρτονσον -ένας απλός θνητός, και μάλιστα όχι κανένα καταπληκτικό δείγμα- δεν είχε την παραμικρή ιδέα τι ήταν η ζωή. 


   Έτσι η απάντησή του ίσως θα έπρεπε να φανερώνει ότι κατανοούσε τους περιορισμούς των θνητών, αλλά κι επίσης ότι αντιλαμβανόταν πως κατά κάποιον τρόπο άρμοζε να κάνει ένας θεός ή δαίμονας αυτή την ερώτηση σε ένα δυνητικά  θεϊκό πλάσμα σαν τον άνθρωπο, που εδώ εκπροσωπούνταν από τον Μόρτονσον με τους καμπουριαστούς ώμους, το πορτοκαλί σακίδιο του και το τσαλακωμένο πακέτο των Μάλμπορο. 


   Από τη άλλη μεριά, ίσως η ερώτηση υπονοούσε ότι ο Μόρτονσον προσωπικά, πραγματικά ήξερε τι ήταν η ζωή και μπορούσε να το διατυπώσει αυθορμήτως με λίγες καλοδιαλεγμένες  λέξεις. Αλλά ήταν ήδη κάπως αργά για αυθόρμητη σοφία.

   - "Δεν αργώ", είπε ο Μόρτονσον.
   - "Οκευ", είπε η πελώρια φωνή αντιλαλώντας στα βουνά και κυματίζοντας στις κοιλάδες.

   Ήταν σπάσιμο να τον βάζουν στον τάκο έτσι πνευματικά. Και δεν ήταν δίκαιο. Στο κάτω-κάτω, ο Μόρτονσον δεν είχε έρθει στα Ιμαλάια σαν προσκυνητής, ήταν εκεί για μια εκδρομή τριάντα ημερών. 

   Ήταν απλώς ένας νεαρός Αμερικανός με ηλιοκαμένη μύτη που κάπνιζε Μάλμπορο σαν φουγάρο σε μια λοφοπλαγιά του Νεπάλ, όπου είχε έρθει χάρη σε ένα συνδυασμό εσωτερικής ανησυχίας και ενός απροσδόκητου δώρου γενεθλίων πεντακοσίων δολαρίων από τους γονείς του. 
   Τι συμπέρασμα μπορείς να βγάλεις απ' αυτό, στη δεδομένη κατάσταση; Άμαθος Αμερικανός Συναντά την Αρχέγονη Ανατολική Σοφία και Αποτυχαίνει Οικτρά να τα Βγάλει Πέρα. 
Τι γκαντεμιά! 

   Σε κανέναν δεν αρέσει να τον βάζουν στον τάκο έτσι στα ξαφνικά. Σε φέρνει σε αμηχανία και ίσως να είναι βλαπτικό για το εγώ, να σου την πέσει μια τέτοια γιγαντιαία φωνή με μια ερώτηση που πρέπει να είναι παγίδα. Πως το αντιμετωπίζεις; 

  Αποφεύγεις την παγίδα, ξεσκεπάζεις το κόλπο,αποκαλύπτεις ότι γνωρίζεις το Μεταπαιχνίδι παίζοντας το μ' έναν αέρα επιπολαιότητας; 
Πες στη φωνή: 
   - "Η ζωή είναι μια φωνή που ρωτάει έναν άνθρωπο τι είναι η ζωή". Και μετά γέλα τρανταχτά με κοσμικό γέλιο.
Αλλά για δουλέψει αυτό πρέπει να είσαι σίγουρος ότι ηφωνή καταλαβαίνει τα επίπεδα της απάντησής σου. Αν πει, 
   -"Ναι, αυτό συμβαίνει τώρα, αλλά τι είναι η ζωή;" Και μετά θα μείνεις με μια εκτοπλασματική τούρτα στο πρόσωπο καθώς το κοσμικό γέλιο θα γελάει μαζί σου -ένα μεγάλο, ηρωικό γέλιο από βάθους καρδίας για το φανφαρονισμό σου, την αυταρέσκειά σου, τη θρασύτητά σου που προσπάθησες να απαντήσεις το Αναπάντητο.

   - "Πως πάει;" ρώτησε η φωνή.

   - "Ακόμα το ψάχνω" είπε ο Μόρτονσον.
Προφανώς, ήταν ένα πνευματικό πρόχειρο διαγώνισμα, και ο Μόρτονσον χρονοτριβούσε, και δεν είχε αρχίσει ακόμα να σκέφτεται τι στο διάβολο ήταν η ζωή. Σκέφτηκε στα γρήγορα μερικές πιθανότητες: 
   Η ζωή είναι ένα φιλικό κουτάβι. 
   Η ζωή είναι Τύχη. 
   Η ζωή είναι Χάος διάσπαρτο με Θνησιμότητα (θυμήσου το αυτό). 
   Η ζωή είναι ένα μπολ με κεράσια. 
   Η ζωή είναι κελάηδισμα πουλιών και τραγούδισμα ανέμου (ωραίο). 
   Η ζωή είναι αυτό που την κάνεις. 
   Η ζωή είναι Κοσμικός Χορός. 
   Η ζωή είναι Ταινία. 
   Η ζωή είναι ή ύλη που απέκτησε περιέργεια (αυτό το είπε ο Βίκτωρ Ουγκώ;). 
   Η ζωή είναι ό,τι στο διάβολο θέλεις να την αποκαλέσεις.
   - "Αυτό είναι πολύ ζόρικο", είπε ο Μόρτονσον.
   - "Αν είναι, λέει", είπε η φωνή, αντηχώντας από κορυφή σε κορυφή και γεμίζοντας τον αέρα με την παρουσία της.

   Πάντα πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για μια κατάσταση έκτακτης πνευματικής ανάγκης, σκέφτηκε ο Μόρτονσον. 

   Γιατί άραγε το πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης δεν είχε μαθήματα για Πρότυπα Συμπεριφοράς Απέναντι στο Αναπάντεχο; 
    Αλλά το κολέγιο ποτέ δεν σε προετοίμαζε για κάτι σημαντικό, απλώς πήγαινες εκεί και μάθαινες λίγο από το ένα και λίγο από το άλλο, τσιμπολογώντας από Τσαν Τσε, Θορώ, Νόρμαν Μπράουν, Πανζίς, Σιβαπούρι Μπάμπα και άλλους Μυημένους που ήξεραν τα κατατόπια. Και ό,τι έλεγαν έμοιαζε βαθύ ! 
   Αλλά όταν έκλεινες το βιβλίο, εκεί τελείωναν όλα, και έξυνες τη μύτη σου και ευχόσουν να σε προσκαλούσε κάποιος σε κάνα πάρτι για να γνωρίσεις μια όμορφη κοπέλα με ίσια μακριά μαλλιά  και στητά μυτερά στήθια και μακριά πόδια, αλλά δεν ήταν ώρα για τέτοιες σκέψεις επειδή εκείνη η καταραμένη φωνή περίμενε την απάντηση, τη Μεγάλη Απάντηση, αλλά τι στον διάολο ήταν η ζωή;      
   - "Κοντεύω", είπε.
   Αυτό που του την έδινε ήταν ότι ήξερε πως είχε πολλά να κερδίσει αν έβρισκε τη σωστή απάντηση. Ήταν απίστευτη ευκαιρία για πνευματική άνοδο, μια ευκαιρία να πηδήξει μερικά ενδιάμεσα σκαλιά και να φτάσει κατευθείαν στη Φώτιση, στο Μόκσα, στο Σατόρι ! 

   Ένα ψαγμένο άτομο θα το έλυνε αυτό και θα χρησιμοποιούσε την επακόλουθη ενόραση για να φτάσει στη γκουρουσύνη, ίσως ακόμη και στη Βουδότητα ! 

   Μπορούσες να περάσεις ολόκληρη τη ζωή σου πηγαίνοντας σε ομάδες Εσαλέν ή Γκουρτζίεφ και να μην βρεις κάτι τέτοιο!    Αλλά τι ήταν η ζωή; 
   Ο Μόρτονσον έσβησε το τσιγάρο και είδε ότι ήταν το τελευταίο του. Μόνο όταν γύριζε στην πανσιόν του θα έβρισκε άλλα. Χριστέ μου ! Έπρεπε να τελειώνει ! Η ζωή είναι δισταγμός; Επιθυμία; Λαχτάρα; Θλίψη; Προετοιμασία; Ανθοφορία; Ρηλαξάρισμα; Αναμπουμπούλα; 
   Ο Μόρτονσον έτριψε το μέτωπο του και είπε με δυνατή, αλλά κάπως τρεμουλιαστή φωνή, "Η ζωή είναι πυρκαγιά!"
Η σιωπή που ακολούθησε ήταν απόκοσμη. Ο Μόρτονσον. όταν έκρινε ότι η διακριτική αναμονή του είχε κρατήσει όσο άρμοζε, ρώτησε, 
   - "Ε, σωστό ήταν;"
   - "Το δοκιμάζω τώρα", μπουμπούνισε η ευγενής και πελώρια φωνή. "πυρκαγιά είναι πολύ μεγάλο. Πυρά; Φωτιά! Η ζωή είναι φωτιά! Αυτό ταιριάζει!'
   - "Φωτιά εννοούσα", είπε ο Μόρτονσον.
   - "Πραγματικά με βοήθησες πολύ", είπε η φωνή. Είχα κολλήσει σ' αυτό. Τώρα μήπως μπορείς να με βοηθήσεις με το 78 οριζοντίως; Θέλω το μεσαίο όνομα του εφευρέτη του Αστρικού προωθητήρα άνευ τριβής. Στο στόμα μου το έχω, αλλά δεν μού έρχεται. Το τρίτο γράμμα είναι Κ".
   Ο Μόρτονσον ήταν προετοιμασμένος για κάποιες αποκαλύψεις κάτσε καλά, αλλά το να παίζει Κοσμικό Σταυρόλεξο γι αυτόν δεν ήταν η μεγάλη απάντηση, μιλώντας πνευματικά. Δεν μπορούσε να το νιώσει, αν και ήταν σίγουρα μια Ασυνήθιστη Εμπειρία.

   Διηγείται ότι έστριψε επιτόπου και άφησε πίσω του τη φωνή και τα ανώτερα μυστήρια και ξαναγύρισε στην πανσιόν του Κατμαντού. Τώρα έχει ξαναγυρίσει στη δουλειά του, κλητήρας στο εργοστάσιο κατεργασίας χόνδρων στο Σκογουέγκαν που ανήκει στον πατέρα του, και περνά τις διακοπές του στη Μαγιόρκα. 



  Scholeio.com  

Μόνο ο Ποιητής μπορεί να μας Αποκαλύψει την Ομορφιά όπου κι αν κρύβεται





Είναι πολλά χρόνια τώρα που κρατώ 
αυτές τις σημειώσεις για ατομική μου αποκλειστικά χρήση. 

Γι’ αυτό και ελάχιστες από αυτές δημοσιεύτηκαν ίσα με σήμερα. 

Άλλες αντιπροσωπεύουν σκέψεις 
μου και συμπεράσματα μιας 
ολόκληρης ζωής αφιερωμένης στην ποίηση και στη τέχνη με θρησκευτική ευλάβεια, άλλες απηχούν απόψεις 
που αποθησαύρισα από μελέτες μου 
και άλλες απλώς τις αντέγραψα και τις μετέφερα αυτούσιες γιατί βρήκα πώς ταίριαζαν απόλυτα με τις δικές μου … 

Υπάρχουν ακόμα και μερικές άλλες σημειώσεις μου που, καθώς έχουν περάσει τόσα χρόνια, δεν είμαι βέβαιος ότι μου ανήκουν εξ ολοκλήρου. 

γράφει ο Τάκης Βαρβιτσιώτης


Δεν νομίζω ότι αυτό έχει καμιά σημασία αφού θα μπορούσαν να είναι και δικές μου, αλλά να διαφέρουν μόνον ως προς τον τρόπο έκφρασής τους…. 
Είμαστε όλοι , όπως φαίνεται, συγκοινωνούντα δοχεία κι έτσι επιβεβαιώνεται αυτό που είπε ο Reverdy, ότι «δεν παίρνει ποτέ κανείς από έναν άλλο συγγραφέα παρά μόνο ό, τι ήδη του ανήκει».