Έρωτας και τιμωρία


Αβελάρδος και Ελοϊζα

   Μια  καταπιεσμένη κοινωνία στην  Ευρώπη του 12ου αιώνα, βουτηγμένες στη υποκρισία την άγνοια και το φόβο, όλες οι κοινωνικές τάξεις. Ανεξάρτητα αν είναι  ευγενείς, κληρικοί,  τεχνίτες ή δουλοπάροικοι.    1079,   εποχή των βασιλέων της Γαλλίας Λουδοβίκου ΣΤ΄ του Παχύ και Λουδοβίκου Ζ΄. 
Το γραφειοκρατικό σύστημα είναι δικέφαλο,  ένα γερό, δυνατό, στέρεο δίχτυ... Που κανείς άνθρωπος ή... θεός, έτσι νομίζεις, δεν μπορεί να ελευθερώσει την ανθρώπινη σκέψη.  
Κοσμικό και εκκλησιαστικό κατεστημένο, περιέβαλλε την κοινωνία... καταπιέζοντας τη "σκέψη".  Αναγκάζοντας τους φιλοσόφους του Μεσαίωνα να παραμένουν πιστοί στην Εκκλησία και στο Κράτος. 
Παρά το αυστηρό κλίμα, όμως, κάποιοι φιλόσοφοι με ανήσυχο πνεύμα, προσπαθούν να απελευθερωθούν από τα δεσμά του φιλοσοφικού «κανόνα» που ακολουθούσε η εποχή και αγωνίστηκαν, ο καθένας μέσα από διαφορετικές ιστορικές συνθήκες, για να προσφέρουν με τις κριτικές τάσεις τους, στην ανώτατη εκπαίδευση του Μεσαίωνα, την πανεπιστημιακή ελευθερία. 

Εδώ σ' αυτό το περιβάλλον θα γνωρίσουμε τον Πέτρο. 

Μια περίπτωση φιλοσόφου, με ανεξάντλητη μαχητική δύναμη, ο οποίος στα 25 του χρόνια είχε ήδη αποκτήσει τεράστια φήμη.

Πρωτότοκος γαρ η  οικογένεια περίμενε από αυτόν να συνεχίσει την μικρή οικοτεχνία όπλων.  

Αργότερα "χτενίζοντας" με τη μνήμη του  εκείνη την εποχή, που άλλοι έκαναν σχέδια για τη ζωή του διαφορετικά από τα δικά του,  σε ένα σύγγραμα του με πολλή σαφήνεια σε δυο γραμμές ακουμπάει όλη τη πνευματική του δίψα... 

«...και καθώς προτιμούσα την πανοπλία των διαλεκτικών επιχειρημάτων και τα κληροδοτήματα της φιλοσοφίας, αντήλλαξα άλλα όπλα αντ’ αυτών, τρέφοντας μεγαλύτερο σεβασμό για την ακαδημαϊκή διαμάχη, παρά για τα τρόπαια του πολέμου».

Στο Λε Παλέ, ένα μικρό χωριό 10 μίλια ανατολικά της Ναντς στην Βρετάνη, έκανε τα πρώτα του βήματα  ο μικρός Πέτρος.  Οι εύποροι ευγενείς γονείς του, και ο πατέρας του περισσότερο, από νεαρή ηλικία τον παρότρυνε  στα γράμματα και τις καλές τέχνες, για μια ολοκληρωμένη καλλιέργεια που τη θεωρούσε απαραίτητη να έχει ο πρώτος του γιός έστω κι αν τα σχέδια του του πατέρα ήταν η στρατιωτική καριέρα. 

Το μυαλό του στα δύο. Η ζωή του στα δύο... Κομμένο μήλο... έτοιμο να ξεφλουδιστεί.  
Το ένα κομμάτι απέναντι στο άλλο, και η καρδιά του καρπού, με το αναπαραγωγικό του σύστημα ξεγυμνωμένο να  κοιτάζει το ένα το άλλο δυστυχισμένο, λες, που το χώρισαν.
Δεν ξέρει τι όνομα να δώσει στις σκέψεις που τον περιόριζαν με  ένα σωρό πρέπει. 
Συνειδητοποίηση των υποχρεώσεων του ?  Ευγνωμοσύνη στη σπορά του, στους γεννήτορες του ? Ήταν λογική, υπευθυνότητα ? Ήταν μια συντηρητικότητα του μυαλού του, πιο δυνατή από αυτόν, που δεν μπορούσε να ξεφύγει ?   

Η καρδιά του, όμως, ακριβώς όπως του κομμένου μήλου, τραυματισμένη τον τράβαγε κι αυτή προς τη μεριά της.  Σκέψεις, καυτές,  φωνές, εσωτερικές... Έβλεπε αλλιώς τα πράγματα,  αυτό ήταν όλο.  Το έλεγε συχνά στο εαυτό του για να  ηρεμεί.   
Γοητεύτηκε από την διαλεκτική και μυήθηκε στην λογική του Αριστοτέλη.
Η εμμονή του πατέρα του  για να έχει ένα στρατιωτικό μέλλον γίνεται πλέον αφόρητη, αλλά για τον Πέτρο είναι αδύνατον να προδώσει το όνειρό του... 

Προτίμησε τον ακαδημαϊκό κλάδο.  Τα ταξίδια σε όλη την Γαλλία πολλά, γνώρισε ανθρώπους και ανθρώπους. Συνομίλησε και μοιράστηκε πνευματικά προϊόντα που πλούτισαν στην ανταλλαγή. Αργότερα του δώσανε τον τίτλο του Περιπατητικού.
Η σφοδρή σύγκρουση στο Παρίσι, με τον διασημότερο καθηγητή του, Γουλιέλμο ντε Σαμπώ, εξ αιτίας της ανάγκης του να "γκρεμίσει τα είδωλα" του δογματισμού, τον οδηγούν σε αντιδικίες... 
 Η αμφισβήτηση είναι αμαρτία. Αντικρούοντας αρκετές δογματικές απόψεις του δασκάλου του, μπερδεύεται σε αντιπαραθέσεις, στις οποίες αρκετές φορές υπερέχει εξαιτίας των ορθών επιχειρημάτων του...  δεν κομπάζει, αλλά ενισχύεται η αυτοπεποίθησή του. 

Είναι η στιγμή που συνειδητοποιεί ότι έχει αρχίσει να ζει τ' όνειρό του. Αποφασίζει  να περάσει στη διδαχή.   Στη πόλη Μελέν, που αρχίζει να διδάσκει, οι νέες ιδέες του, εξοργίζουν  έναν παλιό δάσκαλό του, που  αποπειράται να υπονομεύσει τους μαθητές του του νεαρού διδασκάλου.   


Με το πόλεμο του, ο πρώην δάσκαλος το μόνο που κατάφερε ήταν να χαρίσει στον μέχρι τώρα μαθητή του, περισσότερους υποστηρικτές... 

Ή μήπως,  η αλήθεια είναι, ότι η αιτία της επιτυχίας του νεαρού Αβελάρδου και της διδασκαλείας του, ήταν, ακριβώς αυτές οι νέες ιδέες... "τα καινά δαιμόνια",  που ενθουσίαζαν  τους μαθητές και δημιουργούσε οπαδούς ?


Ιδρύει  μια σχολή στο Κορμπέιγ και αφοσιώνεται  στο έργο του με όλες του τις δυνάμεις μέχρι «τελικής πτώσεως»:
«... καθώς απέκτησα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, μετέφερα τις τάξεις μου στην Κορβίγη, η οποία βρίσκεται πιο κοντά στο Παρίσι, δίνοντας με αυτή μου την ενέργεια αφορμή για περισσότερους ρητορικούς διαξιφισμούς.  Λίγο αργότερα κατέρρευσα σωματικά,  ως αποτέλεσμα του υπερβάλλοντος ζήλου μου για τη μελέτη,  και αναγκάστηκα να επιστρέψω στην πατρίδα μου και, καθώς για πολλά χρόνια βρισκόμουν εκτός Γαλλίας, τα άτομα τα οποία προσείλκυε η μελέτη της διαλεκτικής, αποζητούσαν με ακόμη μεγαλύτερο πάθος τη διδασκαλία μου».
Ο Αβελάρδος επιστρέφει στο Παρίσι, είναι ο θριαμβευτής. Διαμορφώνει μια ήρεμη και συνετή ζωή βασισμένη σε φιλοσοφικές συζητήσεις.  Είναι 39 ετών το 1118...

Κι εκεί, επάνω στην "ήσυχη λιμνούλα" που ανασαίνουν οι σκέψεις του, εκεί που ακουμπά την ύπαρξη του... ένα βότσαλο ή πέτρα καλύτερα... όχι, όχι κοτρώνα, ναι, μια κοτρώνα σκάει με δύναμη... 


Η ανηψιά του γέροντα εφημέριου Φυλμπέρ, Ελοΐζα Héloise Fulbert, ένας ανθός μόλις 15 ανοίξεων,  μια δροσερή μορφωμένη ύπαρξη,  με καλλιεργημένο νου,  γεννημένη, λες, μόνο...  γι αυτόν, βρίσκεται μπροστά στον φιλόσοφο.   Η επιλογή του γέροντα θείου της να εμπιστευθεί τον Αβελάρδο για την μόρφωση της ήταν ατυχώς καθοριστική.

Ο έρωτας δεν είναι κεραυνοβόλος, είναι όμως αναπόφευκτος. Ξετυλίγεται μέσα από κοινές φιλοσοφικές αναζητήσεις. Η προσέγγιση της "ελληνικής σκέψης" μοιραία... Μιλάνε για την ανυπέρβλητη υπεροχή της αναζήτησης των Ελλήνων προσωκρατικών φιλοσόφων... των "απαγορευμένων" του καθολικισμού. 

Για την ισορροπία μεταξύ πίστης και λογικής... Είναι η εποχή που η εξέταση παντός φιλοσοφικού ζητήματος συγκρούεται έντονα με τον «μυστικισμό».  Οι φράσεις που ανταλλάσσουν είναι η μια, συμπληρωματική της άλλης. 

Οι συλλογισμοί τους σφραγίζονται από την "ελεύθερη διαλεκτική".  Είναι θύελλα που συμπαρασύρει τα πάντα στο πέρασμα της.  Η πνευματική επαφή μεταξύ δασκάλου και μαθήτριας είναι μαγική... Τα μάτια τους, πηγή σπινθήρων, βάζουν φωτιά !

Η ωριμότητα βρίσκει μια φρέσκια,  άγουρη νιότη, και η μεστή παιδικότητα... βρίσκει ένα μυστηριακό χάδι γνώσης και κατανόησης για τα πάντα... ! Έτσι νομίζει... έτσι είναι !

Είναι μια φωτιά που ζητάει να βρει το δρόμο της !  Δεν αργεί η πνευματική τους σχέση να ολοκληρωθεί... Κρυφά, στο σπίτι του εφημέριου. 


«....ενωθήκαμε κάτω από την ίδια στέγη...   Με την πρόφαση πως μελετούμε περνούσαμε ώρες ολόκληρες μέσα στη γλύκα του έρωτα...  Τα φιλιά μας ήσαν περισσότερα από τα λόγια μας...   Τα χέρια μου πιο πολύ ζητούσαν την αγκαλιά της παρά τα βιβλία...   Ο έρως γέμιζε τα βλέμματά μας».

Ο έρωτας μεταξύ του Αβελάρδου και της Ελοΐζας είναι  δυνατός και έγινε σταδιακά κοινό μυστικό σε όλους εκτός από τον θείο της. 

Επικίνδυνες διαστάσεις παίρνουν τα πράγματα όταν η μικρή μέσα στο μεταξωτό κουκούλι του έρωτα... αρχίζει να καταλαβαίνει ότι μέσα της κάτι συμβαίνει...  Στα σπλάχνα της μαθήτριας του φιλοσόφου αρχίζει να μεγαλώνει ένας νέος άνθρωπος, θα γεννούσαν ένα παιδί !

Ένας  Γολγοθάς ξεκινάει...  

Ο Αβελάρδος μεταφέρει κρυφά την αγαπημένη του στη Βρετάνη.  Την αφήνει μόνη...  

Μέσα του δικαιολογείται... Θάθελε να είναι δίπλα της...   αλλά δεν πρέπει, έτσι λέει στον εαυτό του και ησυχάζει.

Στη Βρετάνη, η Ελοΐζα φέρνει στον κόσμο τον Πέτρο-Αστρολάβο.  

Για να σβήσει τη ντροπή, ο Αβελάρδος ζητάει από την Ελοΐζα να τον παντρευτεί. 

Αυτή αρνείται, συμβουλεύοντάς τον ότι ο γάμος θα ήταν εμπόδιο στην φιλοσοφική του καριέρα, όπως και η ανατροφή μικρών παιδιών. 


 «...δεν θα μπορέσεις να φροντίζεις και τη σύζυγο και τη φιλοσοφία.  Πώς θα συμβιβάσεις τις υποχρεώσεις τού καθηγητή και του υπηρέτη, της βιβλιοθήκης και της κούνιας, της πένας και της διάστρας;   Έχεις ανάγκη να συγκεντρωθείς στους φιλοσοφικούς σου στοχασμούς.   Θα μπορέσεις να ανεχτείς τα κλάματα του μωρού, τα νανουρίσματα της τροφού, τον συνεχή θόρυβο του υπηρετικού προσωπικού; ....  

.....  Πώς θα αντέξεις τις βρωμιές που κάνουν διαρκώς τα μικρά παιδιά;   Οι πλούσιοι μπορούν γιατί έχουν ένα παλάτι ή ένα μεγάλο σπίτι που τους επιτρέπει να απομονωθούν, τα πλούτη τους επαρκούν για όλα τα έξοδα και δεν χρειάζεται να σταυρώνονται καθημερινά για τις υλικές ανάγκες.  

Οι διανοούμενοι δεν βρίσκονται στην ίδια θέση και όσοι ασχολούνται με χρήματα και υλικές ανάγκες δεν μπορούν να αφοσιωθούν στο έργο του θεολόγου ή του φιλοσόφου».

Αυτός της απαντάει ότι είναι έτοιμος για όλα.     Αποφασίζουν να κάνουν μυστικό γάμο στον οποίο παρευρίσκεται και ο Φυλμπέρ, θείος της Ελoΐζας, που επέμενε συνεχώς να γνωστοποιηθεί ο γάμος τους...   για να  εξευτελίσει τον ίδιο τον Αβελάρδο, για την πράξη του... ?    Εκ των υστέρων, δόθηκε η ερμηνεία  ότι ήταν ύποπτη αυτή η εμμονή του θείου και βέβαια δεν αποσκοπούσε στην «πατρική» ικανοποίησή του αλλά στη μείωση του κύρους του Αβελάρδου !

Η τρυφερή, ευαίσθητη, Ελοΐζα, τρέμοντας τον κοινωνικό διασυρμό, παίρνει μια σκληρή απόφαση...  συμφωνεί και ο Πέτρος.  Η  Ελοΐζα φεύγει.  Ντύνεται  μοναχή στο μοναστήρι του Αρζαντέιγ, έχουν συνεννοηθεί να μείνει μέχρι να κοπάσουν τα σχόλια. 


Ο γέροντας εφημέριος είναι έξαλλος, γεμάτος οργή καταστρώνει σχέδιο...  είναι πια σίγουρος ότι  ο σατανικός φιλόσοφος τους  εξαπάτησε... και αυτό δεν μπορεί να το αφήσει έτσι. 

Πλησιάζει έναν υπηρέτη του φιλοσόφου, τον κάνει συμμέτοχο στο σχέδιό του και παρ' όλη τη φρίκη του ο άνδρας  συμφωνεί να διευκολύνει τον εφημέριο να πραγματώσει την εκδικητική του μανία...   και βέβαια  πληρώνεται  αδρά για τις υπηρεσίες του.

Με την άνεση που είχε στο σπίτι του κυρίου του, ο υπηρέτης, μία νύχτα, σε ανύποπτο χρόνο, διευκολύνει τον εφημέριο  και την παρέα του, να εισβάλουν στο σπίτι του Αβελάρδου, και την ώρα που κοιμάται...   οι μπράβοι του διψασμένου για εκδίκηση  θείου, αφαιρούν ....  κάθε ίχνος ανδρισμού ευνουχίζοντάς τον ! 

Δεν σταματούν όμως, δεν τους φτάνει...  Το ξημέρωμα τον διασύρουν ακρωτηριασμένο μπροστά στον κόσμο που είχε μαζευτεί....  Ο φιλόσοφος αναγκάζεται  να αποσυρθεί ντροπιασμένος στο αβαείο του Σαιν Ντενί.

Το ζευγάρι ζει σε χωριστά μοναστήρια για τα επόμενα 20 χρόνια, δεν συναντιέται παρά μόνο για μία και μοναδική φορά και επικοινωνεί μόνο με παθιασμένες επιστολές.

Το πάθος του Αβελάρδου για τη μελέτη επουλώνει σιγά σιγά τα τραύματά του. Οι μαθητές του τον παρακαλούσαν να ξαναρχίσει τη διδασκαλία του. Γράφει την πρώτη πραγματεία περί θεολογίας.  Η μεγάλη επιτυχία που σημειώνει είναι πρόκληση για τους αντιπάλους του. 

Η διδασκαλία του ανησύχησε την Καθολική Εκκλησία, ειδικότερα όταν κηρύτει το περίφημο, 

"...η αμφιβολία είναι η αφετηρία που οδηγεί στην έρευνα" 

Η κατάσταση οξύνεται,  όταν διδάσκει,  ότι η αμαρτία υπάρχει μόνο όταν συντρέχει κακή και δόλια πρόθεση... Αυτό βέβαια είναι η απάντηση του στην κατηγορία του αιρετικού, που φρόντισε η εκκλησία να του αποδώσει... 

"...αφού αρνιόταν το προπατορικό αμάρτημα  θεωρήθηκε αιρετικός". 

Συνέπειες των θεωριών του υπήρξαν οι αλλεπάλληλες διώξεις και τα βασανιστήρια στα οποία πρωταγωνιστής υπήρξε ο δεινότερος πολέμιός του,  Βερνάρδος του Κλαιρβώ, 
ο οποίος ανακηρύχθηκε «άγιος» από την Καθολική Εκκλησία. 

Ο Άγιος Βερνάρδος τον κατεδίωκε έως ότου συνεκλήθη Σύνοδος στη Σουασόν όπου ο μεγάλος φιλόσοφος καταδικάστηκε ως επικίνδυνος αιρετικός. 

Τα βιβλία του καίγονται στην πλατεία του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Ο φιλόσοφος, ψυχικό ράκος, καταφεύγει στο μοναστήρι του Κλυνύ όπου στις 21 Απριλίου του 1142 ελευθερώνεται  η σκέψη του, η ψυχή του, από το σάρκινο ρούχο που τόσο πολύ πόνο τον φόρτωσε... 

Η Ελοΐζα ζει ακόμη 20 χρόνια. Η τελευταία  της επιθυμία ήταν να θαφτεί δίπλα στον Πέτρο της που τόσο λάτρεψε...  παράκληση που δεν εισακούεται.


Η φήμη του ζευγαριού και του έρωτά τους γιγαντώνεται μέσα στους αιώνες και σύμφωνα με μία εκδοχή, η Ιωσηφίνα Βοναπάρτη συγκινημένη από την τραγική τους ιστορία αποφασίζει, 700 χρόνια μετά το θάνατό τους, να μεταφερθούν τα οστά τους και να θαφτούν επιτέλους μαζί. Ο κοινός τους τάφος χτίζεται στο Κοιμητήριο του Père Lachaise στο Παρίσι και έχει πλέον μετατραπεί σε σύμβολο της αιώνιας αγάπης.

Το μικρόβιο της κακίας, που τόσο προσβάλλει τα περισσότερα μέλη της κοινωνίας, με ή χωρίς μόρφωση, βασάνισαν με τον πιο σκληρό τρόπο αυτόν τον διανοούμενο που τόσα πολλά πρoσέφερε σε μια σκοτεινή εποχή δίχως να ζητήσει ανταλλάγματα, μα έχοντας στην καρδιά βαθιά μια μονάχα επιθυμία:   να ζήσει το μεγαλείο του έρωτα. 

Αυτό το υπέροχο συναίσθημα που χαρίζει στον άνθρωπο φτερά. Που τον οδηγεί σε πρωτόγνωρα μονοπάτια ευτυχίας. Που κάθε άνθρωπος έχει την ανάγκη και το δικαίωμα να ζήσει.

__________________________________________________________


Ο Αβελάρδος δεν ήταν απλώς ένας μορφωμένος άνδρας που καταπιάστηκε με τη φιλοσοφία τη σκληρή περίοδο του Μεσαίωνα. Ήταν μέγας υπέρμαχος της διαλεκτικής και πολλοί ιστορικοί των νεώτερων χρόνων τον χαρακτήρισαν ως τον μεγαλύτερο ελευθερόφρονα του Μεσαίωνα, ως πρόδρομο του Γάλλου διαφωτιστή Ρουσσώ και του Γερμανού φιλοσόφου Καντ (ιδρυτή της κριτικής φιλοσοφίας).

Με πρωτοφανή απλότητα κάνει εισαγωγή στην έλλογη σκέψη το 1122 μ.Χ. με τα έργα του «Εγχειρίδιο περί Λογικής για Αρχάριους» (Logica ingredientibus), και «Ναι και Όχι» (Sic et Non). Την ίδια διάθεση διατηρεί και στο έργο του «Ηθικά ή Γνώθι σαυτόν» (Ethica seu scito te ipsum) όπου στέκεται στον όρο αμαρτία με ψυχαναλυτική διάθεση. 

Τη σκληρή, βάρβαρη θα λέγαμε, εκείνη εποχή, όπου ένας κατάλογος αμαρτημάτων με τις αντίστοιχες ποινές είχε πλήρη και πιστή εφαρμογή, ο Αβελάρδος βοήθησε στη μεταβολή αυτής της τιμωρού στάσης απέναντι στην αμαρτία, δίνοντας περισσότερη σημασία στον άνθρωπο και στην πρόθεσή του να μετανοήσει. Όπως γράφει «η μεταμέλεια της καρδιάς εξαλείφει το αμάρτημα, δηλαδή την περιφρόνηση προς τον Θεό ή τη σύμφωνη γνώμη για το κακό. Γιατί το έλεος του Θεού, που εμπνέει αυτή τη μεταμέλεια, δεν συμβιβάζεται με το αμάρτημα».

Ήταν ένας επικίνδυνος ανθρωπιστής....  στο έργο του 


«Διάλογος ανάμεσα σ’ ένα φιλόσοφο (ειδωλολάτρη),  έναν Εβραίο και έναν Χριστιανό»,


που αρχίζει να γράφει τους τελευταίους μήνες της ζωής του στο Κλυνύ,  εντυπωσιάζει η προσπάθειά του να αναδείξει το κοινό στοιχείο που χαρακτηρίζει τις τρεις θρησκείες οι οποίες, κατά τον Αβελάρδο, αντιπροσώπευαν το ύψιστο της ανθρώπινης σκέψης και την αναγνώριση κάθε ανθρώπου ως υιού του Θεού.




Βιβλιογραφία
• Η Δυτική Ευρώπη κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους, Απ. Β. Δασκαλάκη, Αθήνα 1959.
• Η Αρχαιοελληνική συμβολή στη διαμόρφωση της Ευρώπης του Μεσαίωνα, Γιώργος Σ. Μάρκου, Περίπλους.
•Οι διανούμενοι στο Μεσαίωνα, Ζακ Λε Γκοφ, Κέδρος.
• Η γυναίκα και ο πολιτισμός του Μεσαίωνα, Άννα Σταματελάτου, Αθήνα 1966.
• Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν «Ηλίου».



  Scholeio.com  

Δύο Ώρες μετά τα Μεσάνυχτα






Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος έχει Ξεκινήσει και Είναι σε Εξέλιξη.


Ένας ευγενής άνδρας Αθηναίος, κερδίζει την εμπιστοσύνη του Σπαρτιάτη βασιλιά...  
Ο ακατανίκητα γοητευτικός, ατίθασος και αδίστακτος, Αλικιβιάδης,  βρίσκεται στην "αυλή της Σπάρτης" και όχι μόνο. Έχει γίνει πια ο "πολύτιμος" έμπιστος του βασιλιά Άγι.  Πολύτιμη και η συμβουλή του προς τον βασιλιά στρατηγό :  


"...οι Σπαρτιάτες στρατιώτες που θα σταλούν στη Σικελία, να είναι συγχρόνως και κωπηλάτες στα πλοία, για να αυξηθεί έτσι ο αριθμός των μάχιμων στρατιωτών που θα στέλνονταν κατά των Αθηναίων !"

Ξαφνιάζει τους πάντες στη Σπάρτη,  ακολουθώντας πιστά τον λακωνικό τρόπο ζωής. Ξυρίζει το κεφάλι του σύρριζα, κάνει κρύα λουτρά, τρώει τον μέλανα ζωμό κι όλοι απορούν πώς είναι δυνατόν αυτός ο άνθρωπος να είχε γνωρίσει, ποτέ, μάγειρες και αρωματοποιούς !  
Η προσαρμοστικότητα αυτή του Αλκιβιάδη, που ξεπερνούσε ακόμη κι αυτή του χαμαιλέοντα, όπως λέει ο Πλούταρχος, ήταν και ο μεγαλύτερος σύμμαχος του στις δύσκολες στιγμές. 

Ο Αλκιβιάδης στη Σπάρτη, δεν είναι απλά μια γοητευτική αρρενωπή προσωπικότητα,  είναι μια άκρως επικίνδυνα αισθησιακή ύπαρξη, που ξεχειλίζει, θάλεγε κανείς, ερωτισμό... 
Η παρουσία του, ο "λόγος" του, ή στρατηγική του ευφυΐα, η κίνησή του... αποπνέουν ομορφιά, γοητεία... και  έρωτα.
Ακόμα και ο αέρας, στην αίθουσα των στρατηγικών σχεδίων του παλατιού, είναι ερωτικός...  όταν ο Αλκιβιάδης είναι εκεί, και συσκέπτεται με τον βασιλιά.  

Η βασίλισσα Τιμαία δεν τον πρόσεξε αμέσως. Τον είχε δει μόνο από μακριά, όπως και πολλοί άλλοι άλλωστε...  


Είχε περάσει αρκετός καιρός που τα σανδάλια του Αλκιβιάδη πατούσαν την  σπαρτιάτικη γη, όταν, πράγματι τυχαία η Τιμαία, αναζήτησε τον Άγι στον χώρο που δεν συνήθιζε να τον ενοχλεί, των "επιχειρήσεων"... 

Τα μάτια του την παγιδεύουν...  Η φιγούρα του, η φωνή του, καταστροφή... 
Η  βασίλισσα  αντέχει δευτερόλεπτα... κατεβάζει τη ματιά της, ψελλίζει  κάτι στον Άγι, προσπαθώντας να κρύψει την ταραχή της και φεύγει κυνηγημένη.

Για κάποιες μέρες δεν πατάει το πόδι της ούτε από μακριά προς τον διάδρομο που οδηγούσε στην πτέρυγα.   Όσο της πήρε να συνειδητοποιήσει τι είχε γίνει στην καρδιά της, στο μυαλό της, μέσα της τέλος πάντων και που έμοιαζε να μην την υπακούει ! 
Τι της είχε συμβεί ;  

Δεν είναι σίγουρη ότι απαντάει στην εσωτερική ερώτηση, που της απευθύνει, απορώντας ο εαυτός της, αλλά μετά το πρώτο σοκ, βρίσκει δικαιολογίες για να μπαινοβγαίνει...  δεν τον κοιτά.. δηλαδή προσπαθεί να μην τον κοιτά.. αλλά δεν το καταφέρνει.  

Στήνει αυτί πίσω από κλειστές πόρτες, κάνει αφελείς ερωτήσεις στον Άγι, καταφεύγει σε απίθανες δικαιολογίες και τεχνάσματα, πρώτον να μαθαίνει τις ώρες που θα έρθει κάθε φορά ο "ξένος" και δεύτερον μια  σημαντική αφορμή που την κάνει να πηγαίνει εκεί, που δεν πήγαινε μέχρι τώρα συχνά. 

Ζει βυθισμένη στην "ανησυχία", στην αγωνία, στον φόβο.  Παράλληλα όμως, νιώθει, ένα πουπουλένιο σύννεφο ευτυχίας να την τυλίγει σιγά-σιγά....  Δεν θα πει όχι. Δεν μπορεί. Δεν έχει τη δύναμη να πει όχι.  Αφήνεται να μεθύσει..

Περνάει ένα συγκλονιστικό διάστημα που κατακλύζεται με εναλλαγές συναισθημάτων. Τώρα κάθε μέρα που περνάει είναι και πιο ευδιάθετη... αλλά και αυτό δεν κρατάει πολύ. 

Καταλαβαίνει ότι δεν της φτάνει πια και αυτό !  
Δεν της φτάνουν οι ματιές... δεν της φτάνει η φωνή του, που γίνεται βελούδινη και δροσερή σαν νερό της πηγής όταν της απευθύνεται...  Δεν της φτάνει.  Ένας  έρωτας φουντώνει μέσα στην Τιμαία,  την βασίλισσα της Σπάρτης και γυναίκα του σπαρτιάτη βασιλιά Άγι, για τον γοητευτικό,  αμαρτωλό, ακατανίκητο γόνο της Αθήνας.  Και αυτόν τον έρωτα εννοεί να τον ζήσει, ότι κι αν πρόκειται να της στοιχίσει αυτό.  

Είναι μια ερωτευμένη γυναίκα.  Η έλξη που νιώθει για τον γοητευτικό ξένο είναι φωτιά που της καίει το μυαλό, τα σωθικά, τη ζωή...  Φοβάται ότι θα την καταλάβουν όλοι, ότι θα διαβάσουν τη σκέψη της...  Άλλωστε  η εξωτερική της εικόνα πια δεν είναι και τόσο καλή... το στενό περιβάλλον των ανθρώπων της αυλής σίγουρα θα έχει αρχίσει να σχολιάζει. 
Το νιώθει κάθε φορά που διασταυρώνεται μαζί τους.  

Σκέψεις... ενοχές... και μια ερωτική επιθυμία που την "ντύνει" σαν δεύτερο δέρμα ! 
Κι εκείνος άραγε τι να σκέφτεται... Η Τιμαία είναι σίγουρη ότι την έχει "προσέξει"... Μα τι λέει, πολλά παραπάνω από αυτό... 

Είναι η ματιά του που την νιώθει στο κορμί της και την καίει... Είναι κάτι σαν δόνηση που την κάνει ν' ανατριχιάζει όταν περνάει από δίπλα του... Δεν μπορεί, είναι σίγουρη, πρέπει να την αγαπάει κι αυτός... Γι αυτό είναι τόσο δυνατό το συναίσθημά της. Γιατί είναι διπλό. 

Όχι, ο καθένας καθρεφτίζει το πάθος του στον άλλον... και γίνεται τετραπλό ! Μα, μήπως έχει αρχίσει να χάνει τα λογικά της, είναι μια βασίλισσα....    Δεν είναι τίποτα.  

Είναι, μόνο, μια ερωτευμένη γυναίκα.
  
Όπως δεν μπορούσε να κρύψει την αδικαιολόγητη χαρά της, στην αρχή...  Τώρα δεν μπορεί να κρύψει τη δυστυχία του ανεκπλήρωτου πόθου που νιώθει,  τον εσωτερικό πόλεμο που κάνει με τον εαυτό της.  

Θέλει να παραδοθεί στον ξένο κατακτητή... δεν αντέχει άλλο. Δεν γελάει πια, κι όταν ανάμεσα σε κόσμο αναγκάζεται να το κάνει το στόμα της μόνο του, μάλλον μορφάζει παρά χαμογελάει...

Εντύπωση της κάνει η τέχνη με την οποία χειρίζεται, αυτός ο ξένος "πειρασμός",    διαφορετικού  ενδιαφέροντος θέματα... θα ήθελε, αυτή, να είναι το "κυριότερο θέμα"...

Σε μια από τις "εισβολές" της, στην μεγάλη αίθουσα, είχε προλάβει να τον ακούσει να επιμένει γιατί έπρεπε, οπωσδήποτε, η Σπάρτη να οχυρώσει τη Δεκέλεια της Αττικής... 

"... Πρέπει να υπάρχει μόνιμα ένα φρούριο της Σπάρτης μέσα στην Αττική...." 

Ο "ξένος" ακούγοντας τον θόρυβό της...  σήκωσε το κεφάλι του... και συνεχίζοντας να μιλάει, διείσδυσε φλύαρα με τα μάτια του μέσα στο μυαλό της... σαν να τον άκουγε να της λέει, πόσο όμορφη γυναίκα είναι...  ότι ήξερε τι συμβαίνει μέσα της... ότι κι εκείνος ήταν ερωτευμένος μαζί της... της μίλαγε...  απαλά και βελούδινα κάμποσα δευτερόλεπτα.

Αν καθόταν στην άκρη της αίθουσας ;  
Θα προδινόταν ;  
Γιατί ;  Μπορεί να ένιωθε μοναξιά...  Σκεφτόταν τι θα έλεγε στον βασιλιά αν την ρώταγε... 
Ωχ... ας έκανε ότι ήθελε, ας την ρώταγε, ας  το καταλάβαινε... Δεν την ένοιαζε πια τίποτα.

Η Τιμαία κάθισε,  όχι πολύ κοντά τους...  Ο Αλκιβιάδης συνέχισε... 

"... έτσι οι Αθηναίοι θα στερηθούν όλο τον πλούτο της υπαίθρου, αλλά και τους φόρους των συμμάχων, οι οποίοι όταν δουν αδύναμη την Αθήνα δεν θα  πληρώνουν πια.  Τελευταία απαραίτητη κίνηση για την τελική νίκη βασιλιά μου, που πρέπει η Σπάρτη να προχωρήσει είναι  να αποσπάσουν από την Αθήνα τις συμμαχικές πόλεις που είχε στην Ιωνία οδηγώντας  τες σε αποστασία.  Μ’ αυτό τον τρόπο η Αθηναϊκή ηγεμονία θ’ απογυμνωνόταν από την ίδια τη δύναμή της !" 


Μετά την πρώτη δύσκολη φορά, πήγε πάλι και πάλι...  Δεν καθόταν πολύ... Την ζάλιζαν οι τόσες λεπτομέρειες για.... άνδρες, πλοία, εφόδια... και αναλύσεις επί αναλύσεων για υποθετικές ενέργειες των "εχθρών" σε δικές τους...  πάλι υποθετικές, κινήσεις. 
Απίθανες λεπτομέρειες να λέει στο βασιλιά, ο ξένος, πως να κρύβει τα αδύνατα σημεία της Σπάρτης, και πως, να αναδεικνύει τα σημεία που υπερίσχυε... 

Αυτό, όπως τον είχε ακούσει να λέει, στόχευε σε δύο στόχους ταυτόχρονα. Απ' τη μια να προβάλει  τα δυνατά σημεία της Σπαρτιάτικης τακτικής πιο έντονα δημιουργώντας στον αντίπαλο την ψευδαίσθηση μιας  υπεροχής ενός ανίκητου αντιπάλου... κρύβοντας τα δικά του ψεγάδια και αποφεύγοντας να τον παρασύρει ο εχθρός στα δικά του "δυνατά σημεία"...  Ο καλύτερος σύμμαχος είναι  ο εκνευρισμός του αντιπάλου.  






              " ...θα τους Δείξω ότι ....Ζω"

Μα πως βρέθηκε ο Αλικιβιάδης, ο ευγενής Ἀλκιβιάδης Κλεινίου Σκαμβωνίδης στη Σπάρτη ;  Το τελευταίο γνωστό μέλος της αριστοκρατικής οικογένειας των Αλκμεωνίδων, αντίκρυσε το αθηναϊκό φως το 450π.Χ.  
Εξέχων Αθηναίος πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στο δεύτερο μισό του Πελοποννησιακού πολέμου ως στρατηγικός σύμβουλος, στρατιωτικός και πολιτικός.


Ας πάμε λίγο πίσω, να τον συναντήσουμε, τον Ιούλιο του 415 π.Χ.  στην Αθήνα, η οποία του αναθέτει την αρχηγία της Σικελικής εκστρατείας* μαζί με τον συντηρητικό στρατηγό Νικία και τον στρατιωτικό Λάμαχο.   Τα αθηναϊκά πλοία και όλος ο συμμαχικός στόλος ξεκινάνε με τιμές από τον Πειραιά για τη Σικελία... 

Όταν όμως έφθασε ο αθηναϊκός στόλος στη Σικελία, οι Αθηναίοι τον καλούν να επιστρέψει πίσω, για να δικαστεί με την κατηγορία για τη συμμετοχή του στο σκάνδαλο της καταστροφής των Ερμών (ιερές στήλες του θεού Ερμή), και για την διακωμώδηση των Ελευσίνιων Μυστηρίων...   
Παρενθετικά. για να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να πούμε, ότι η "υπόθεση"  είχε ξεκινήσει πριν την αναχώρηση του στόλου και του κατηγορούμενου  Αλκιβιάδη βέβαια,  και ο ίδιος είχε  ζητήσει επίμονα  να δικαστεί πριν την αναχώρηση του για τη Σικελία, χωρίς όμως αποτέλεσμα... 

Η δίκη, γίνεται, κατά την απουσία του, από τους συμπολίτες του, και καταδικάζεται ερήμην σε θάνατο.  Η περιουσία του δημεύεται, το όνομα του χαράσσεται σε στήλη για διασυρμό, και του απαγγέλλουν επίσημες κατάρες... 
  
Είναι ένα μεγάλο λάθος των Αθηναίων αυτό,  διότι αφήνουν ουσιαστικά ακέφαλη την εκστρατεία από τον εμπνευστή κι υπέρμαχό της.  Ο Νικίας μένει μόνος, -δηλωμένος πολέμιος  της  εκστρατείας-, να  φέρει  εις  πέρας ένα  έργο που δεν πίστευε ! 
Η  ψυχή αυτής της εκστρατείας, ο  Αλκιβιάδης,  δεν  γυρίζει βέβαια στην Αθήνα  να δικαστεί,  αλλά αυτομολεί στο αντίπαλο στρατόπεδο των Σπαρτιατών!

«Θα τους δείξω ότι ...ζω», λέει ο Αλκιβιάδης..

Δεν αισθάνεται τύψεις για την πράξη του αυτή, αλλά με αυτοπεποίθηση και θράσος σε μία δημηγορία του, ενώπιον των Σπαρτιατών, απολογείται για την προδοσία του. 

Κατορθώνει να πείσει τους διστακτικούς Σπαρτιάτες, πως, αν και Αθηναίος,  μπορεί να βοηθήσει τους εχθρούς της πατρίδας του...  επειδή δεν αισθάνεται πατριωτισμό για μια πατρίδα πού τον αδίκησε !


Κερδίζει τη συμπάθεια των ολιγαρχικών Σπαρτιατών λέγοντας τους   "...ότι ποτέ δεν υπήρξε δημοκράτης των άκρων και καταλήγει ότι η δημοκρατία είναι μια μωρία!"   Όσο για την προηγούμενη εχθρική στάση του εναντίον της Σπάρτης τη δικαιολογεί λέγοντας    "...ότι η Σπάρτη άρχισε πρώτη τις εχθροπραξίες...."





                      Ο Βασιλιάς Λείπει Ταξίδι...

Μαρτυρικό το διάστημα που πέρασε... με ενοχές, και αμφιταλαντεύσεις.  Μα ποια είναι αυτή η γυναίκα ; Αναρωτιέται μέσα της όταν την πιάνουν κρίσεις.  Που πήγε η λογική της... ?    Δεν της μένει τίποτα άλλο παρά να υποκύψει... δυστυχώς είναι πιο δυνατό από αυτήν, δεν μπορεί να κάνει τίποτε.   Το πάθος της για τον ωραίο ξένο την κυβερνάει πια.... καταλαβαίνει ότι η εξουσία δεν είναι στα δικά της χέρια. 
Είναι και ο  Άγις,  που είναι....  τόσο μακριά !    
Παίρνει τη μεγάλη απόφαση, ζητάει τη βοήθεια ενός "έμπιστου" ανθρώπου  

"... καλέ και πιστέ μου φίλε, σε παρακαλώ να παραδώσεις αυτή την επιστολή μόνο στα χέρια του ξένου και μόνο αφού βεβαιωθείς ότι δεν σε βλέπει κανείς".    

Κοιτάζοντας αλλού,  συνεχίζει τις οδηγίες, "....να είναι απασχολημένοι οι φρουροί... φρόντισε να είναι  άδεια η πτέρυγα  μετά τα μεσάνυχτα".    

Φυσικά και δεν έπρεπε κανείς να δει τον δει....  
Στην επιστολή, του γράφει:  ".... δυο ώρες μετά τα μεσάνυχτα, όχι νωρίτερα".  

Όλα έγιναν όπως έπρεπε... όπως τα σχεδίασε η ερωτευμένη γυναίκα... δεν χρειάζονταν πολλά λόγια,  είχαν ειπωθεί τόσα με τα μάτια... τον "κώδικα" των ερωτευμένων.    

Ξαπλωμένη δίπλα του...  τα γυρνάει στο μυαλό της ξανά και ξανά. Τη νέα γυναίκα δεν την ενδιαφέρει τίποτα άλλο...  Τώρα τα βράδια, κανείς τους δεν κοιμάται...  λες και ταξιδεύουν σ' ένα άλλο κόσμο, ονειρικό... 
Είναι ένας κόσμος φτιαγμένος από την επιθυμία τους... 

Ξεχνούν τις δυσκολίες που πρέπει να ξεπερνούν κάθε μέρα.  Δεν υπάρχει ο χρόνος για την Τιμαία... Τι όμορφη που μπορεί να είναι η ζωή...!  Κάθε μέρα αισθάνεται πιο νέα, πιο δραστήρια... πιο ικανή... δεν νιώθει κούραση σχεδόν ποτέ...  Προχθές ξαφνικά κατάλαβε ότι ένιωθε ακόμα και ευγνωμοσύνη για τον όμορφο ξένο της. Σ' αυτόν δεν χρωστάει την ευτυχία της μήπως ?
              
Όμως υπάρχει καμιά ομορφιά που να κρατάει για πάντα ? 
Οι δυσκολίες δεν είναι πια δυσκολίες...  γίνονται ανυπέρβλητα εμπόδια.  

Η βασίλισσα της Σπάρτης  θα φέρει στον κόσμο το παιδί του Αλκιβιάδη ! 



Όταν ο βασιλιάς επιστρέφει, μετά την έκπληξη για το γεγονός... βάζει τα γεγονότα, τις ημερομηνίες κάτω και ....καταλαβαίνει ότι κάτι, ή μάλλον τίποτα,  δεν πάει καλά... Θυμήθηκε ότι ο σεισμός, που τον είχε οδηγήσει κάποια νύχτα στο δωμάτιο της γυναίκας του (οι σχέσεις τους δεν ήταν πολύ ζεστές), ήταν πολύ πιο πίσω από τους εννέα μήνες που χρειαζόταν μια γυναίκα   να κυοφορήσει ένα παιδί.  Το αντρόγυνο μετά την νύχτα του σεισμού δεν είχε συνευρεθεί ξανά. 


Η βασίλισσα, όταν δεν την ακούν, φωνάζει το παιδί Αλκιβιάδη, ο εραστής της όμως απλώς κομπάζει για τη σπουδαία του κατάκτηση και λέει πως: 
"...μ’ αυτό που έκανε... ο θρόνος της Σπάρτης θα ανήκε πια στους απογόνους του." 

Και πράγματι ο καρπός της παράνομης σχέσης του με την Τιμαία, ο γιος του Λεωτυχίδας λίγο έλειψε να ανέλθει στον θρόνο της Σπάρτης, αλλά το κώλυμα της καταγωγής του τον υποχρέωσε τελικά να παραχωρήσει τη θέση του στον Αγησίλαο. 

Ο Άγις προσπάθησε να διώξει τον Αλκιβιάδη από τη Σπάρτη, οι έφοροι όμως δεν συμφωνούν. Δεν ήθελαν  να χάσουν έναν πολύτιμο σύμβουλο.  Εξάλλου, σκέπτονταν:

"...ας ήταν ο Άγις πιο συνεπής στα συζυγικά του καθήκοντα, για να μη στρεφόταν το ενδιαφέρον της Τιμαίας σε άλλον άντρα". 



Βρίσκεται  στη Χίο ο Αλκιβιάδης,  για  να τους  πείσει  να  αποστατήσουν  απ’ την   Αθηναϊκή  ηγεμονία, όταν μαθαίνει ότι ο Άγις τα κατάφερε...  υπάρχει  διαταγή  στη Σπάρτη να τον θανατώσουν. 

Φεύγει από το νησί αναζητώντας καινούργιο καταφύγιο...  Ο Τισσαφέρνης ο Πέρσης σατράπης  είναι ότι πρέπει.   

Παρά τον μισελληνισμό του Πέρση άρχοντα, ο Αλκιβιάδης κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη και την εύνοια του μιμούμενος τις συνήθειες των βαρβάρων, κυρίως την υπερβολική πολυτέλεια και την κολακεία.  

Τον  συμβουλεύει  να ναυπηγήσει στόλο και να εξαντλήσει τους  δύο  αντίπαλους Αθηναίους- Σπαρτιάτες  υποσχόμενος πλοία και χρήματα  πότε  στον  ένα και πότε  στον άλλο! 

"... Με αυτό τον  τρόπο βασιλιά μου, θα πετύχεις, το μεγάλο όνειρο, χρόνια τώρα, των προκατόχων σου αλλά και ολόκληρου του λαού σου...  Ν' αποδυναμώσετε τους Έλληνες ώστε να τους ελέγχετε πια !"
_____________________



* Αλκιβιάδης,  Αθηναίος πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός. Ήταν το τελευταίο γνωστό μέλος της αριστοκρατικής οικογένειας των Αλκμεωνίδων. Ανηψιός του Περικλή.   Ο Αλκιβιάδης ζει τα παιδικά του χρόνια μέσα στη στοργή του Περικλή και της Ασπασίας, η οποία τον αγάπησε όσο και τον μικρό της γιο.

Άντρες και γυναίκες τον θεωρούν τον ωραιότερο άντρα, τον αποκαλούν «ο ωραίος Αλκιβιάδης» και ήδη από την εφηβεία του ήταν περιζήτητος ως μοντέλο σε εργαστήρια γλυπτικής (σε ένα από αυτά πρωτογνώρισε και τον Σωκράτη).     

Ο ίδιος φρόντιζε να αναδεικνύει το κάλλος του με μεγαλοπρεπείς εμφανίσεις και πορφυρά ενδύματα. Καθιέρωσε μάλιστα και νέο σχήμα σανδαλιών που ονομάστηκαν Αλκιβιάδες. Το μόνο φυσικό του ελάττωμα ήταν ένα ελαφρύ τραύλισμα, αλλά ακόμη κι αυτό η γοητεία του Αλκιβιάδη το είχε μετατρέψει σε θέλγητρο, που έκανε τους ακροατές του να τον ακούνε με ευχαρίστηση και τους νέους Αθηναίους να τον μιμούνται!


*  Πελοποννησιακός πόλεμος, Η Αθηναϊκή ηγεμονία με την αυταρχική διοίκηση της καταπίεζε βάναυσα τους Συμμάχους της και με τη δύναμη της που όλο και μεγάλωνε προκάλεσε την αντιζηλία της άλλης μεγάλης δύναμης του ελλαδικού χώρου, της Σπάρτης. Ο Πελοποννησιακός πόλεμος λοιπόν δεν άργησε να ξεσπάσει, χωρίζοντας την Ελλάδα σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα, για 30 σχεδόν χρόνια και φέρνοντας την καταστροφή και την παρακμή στις ελληνικές πόλεις-κράτη! Αν ο 5ος αιώνας ξεκινά με τους νικηφόρους Περσικούς πολέμους για τους Έλληνες, δυστυχώς κλείνει με τον καταστρεπτικό εμφύλιο Πελοποννησιακό πόλεμο!

*  Σικελική εκστρατεία, το «Μεγάλο  Σχέδιο», όπως το χαρακτηρίζει η Γαλλίδα Ζακλίν ντε Ρομιγύ συγγραφέας, δηλ.  την  εξάπλωση  της  Αθηναϊκής  ηγεμονίας  στην  Σικελία  κι ίσως  μετά στην Ιταλία  και μετά  στην  Καρχηδόνα. 

Μετά την πρώτη φάση του Πελοποννησιακού πολέμου, που κράτησε 10 χρόνια, χωρίς να καταφέρει ούτε η Αθήνα ούτε η Σπάρτη να επικρατήσουν οριστικά, οι Αθηναίοι αποφασίζουν να εκστρατεύσουν στη Σικελία, ανοίγοντας νέο πολεμικό μέτωπο εκεί ! 
Σχέδιο του Αλκιβιάδη. 

Αν πετύχαινε το Σχέδιο θα  ενοποιούνταν πρώτα o ελλαδικός χώρος κάτω από την αδιαμφισβήτητη πια πανελλήνια και παγκόσμια για την εποχή της δύναμη της αρχαίας Αθήνας -αδύνατον να της αντισταθεί πια η Πελοποννησιακή συμμαχία με τους Σπαρτιάτες- και  μετά  ολόκληρη η   Μεσόγειος  θα  ετίθετο  κάτω απ’  την  ελληνική  εξουσία.  
Κι ο νους του σύγχρονου ανθρώπου, εκ των υστέρων βέβαια, δεν μπορεί να μη σκεφτεί ότι τότε ίσως η εξέλιξη της ιστορίας να  ήταν διαφορετική και να  μην  γινόταν ποτέ πραγματικότητα η  κυριαρχία της  Ρώμης στη  Μεσόγειο. 
____________________________________________


*  Βιβλιογραφία: 

Θουκιδίδου Ιστορία  εκδ. Ζαχαρόπουλου
Ξενοφώντος Ελληνικά  εκδ. Ζαχαρόπουλου
Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι  εκδ. Ζαχαρόπουλου
Ζακλίν ντε Ρομιγύ«Αλκιβιάδης» εκδ. το Άστυ 1995 
Jacqueline de Romilly: Thucydides and Athenian Imperialism Oxford University Press, 1967
G.E.M. Ste Croix: The Origins of the Peloponnesian War, Λονδίνο 1972.
Βλάχος Άγγελος, Ο κύριος μου Αλκιβιάδης, Αθήνα 1953


perasma