Πως μπορεί αυτή η μεγαλοφυΐα της ζωγραφικής να μην πιάνει ούτε τη βάση στις σχολικές εξετάσεις; Η σοφή κυρία Μοντιλιάνι, διορατική όπως σχεδόν κάθε μητέρα ενός μεγάλου μάρτυρα, τον διακόπτει από το σχολείο και τον βάζει να κάνει μαθήματα ζωγραφικής με τον Γκιουλιέλμο Μικέλι, την ίδια ώρα που ο μικρός Ντέντο, άρρωστος ξανά, αυτή τη φορά από τυφοειδή πυρετό, παραληρεί: "Θέλω να ζωγραφίζω και να σχεδιάζω, Θέλω μονάχα αυτό!". Πάει το σχολείο, πάει το άγχος των εξετάσεων, πάει η στείρα και καθοδηγούμενη γνώση, έρχεται όμως το πρώτο του ατελιέ και οι πρώτοι του θαυμαστές. Οι συνάδελφοί του υποδέχονται στο ατελιέ έναν μικροκαμωμένο φιλάσθενο νεαρό, χλωμό, με φουσκωτά κόκκινα χείλη και εγέννετο φως επί τη εμφανίσει του. Οι περισσότεροι τον θαυμάζουν αλλά δεν το καταλαβαίνουν, καθότι κάθε θρησκεία στην αρχή της είναι μία αίρεση... Ο δάσκαλος του πάλι και τον θαυμάζει και τον καταλαβαίνει. Ο Ντέντο, σπάει τις φόρμες και χαράζει τον ολόδικό του τρόπο στην τεχνική του σχεδίου: καίει κάποιο μέρος του χαρτιού και χρησιμοποιεί το μαύρισμα ως ενδιάμεσο τόνο. Κανείς φυσικά δεν είναι διατεθειμένος να σπάσει καμία φόρμα και να προδώσει τις υπάρχουσες ιδέες του πειραματιζόμενος με καμμένα χαρτιά. Μα τι θράσος είχε αυτός ο νεαρός !
Στη Βενετία ζωγραφίζει πορτρέτα, συνήθως αγνώστων κυριών, κάνει βόλτες με τους φίλους του στα καφέ, επισκέπτεται μουσεία και μπουρδέλα που τα θεωρεί σπουδαιότερους χώρους μάθησης από κάθε ακαδημία και κάνει τους πρώτους σοβαρούς πειραματισμούς του στην γλυπτική.
Η πιο σοβαρή του αγωνία όμως είναι η ζωγραφική.
Η ανησυχία του στον μουσαμά θα είναι πάντα το δίλημμα γραμμή-όγκος, αλλά η πρόοδος του στην επιλογή των χρωμάτων (μονοχρωματισμός ελαφρύς και λαμπερός) είναι εμφανής στα έργα της εποχής του στη Βενετία...
Όπως όλοι οι φιλόδοξοι καλλιτέχνες της εποχής του, ήταν το όνειρό του να ζήσει στο Παρίσι. Σε ηλικία 21 ετών, το καταφέρνει, πάει να ζήσει στο Παρίσι. Αρχικά μένει σε ένα ξενοδοχείο στη δεξιά όχθη του Σηκουάνα, αλλά σύντομα μετακομίζει στη Μονμάρτρη.
Εκείνο τον καιρό η Μονμάρτρη αποτελούσε ήδη τη συνοικία του Παρισιού που συγκέντρωνε τους περισσότερους καλλιτέχνες, αποτελούσε το επίκεντρο της αβάν γκαρντ. Εγκαταστάθηκε στο Λε Μπατό Λαβουά (Le Bateau-Lavoir), ένα κοινόβιο για τους αδέκαρους καλλιτέχνες.
Στην αρχή επηρεάζεται από τα έργα του Ανρί ντε Τουλούζ Λοτρέκ, έως ότου ο Πολ Σεζάν άλλαξε πολλές από τις απόψεις του.
Τελικά, ο Μοντιλιάνι αναπτύσει το δικό του ιδιαίτερο ύφος, το οποίο δύσκολα μπορεί να μπει σε κατηγορία-ες άλλων καλλιτεχνών. Τα έργα του τα τέλειωνε σε σύντομο χρόνο και δεν τα επεξεργαζόταν ποτέ ξανά.
Στο καλλιτεχνικό περιβάλλον της Μονμάρτρης έζησε ο Μοντιλιάνι για περίπου τρία χρόνια, προσθέτοντας στις καταχρήσεις και αυτή του αλκοόλ. Η άσχημη, όμως, οικονομική του κατάσταση, τον ανάγκασε να επιστρέψει για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην πατρίδα του, το Λιβόρνο.
Οι θεωρίες σχετικά με την προέλευση του ονόματος του Παναμά (η λέξη είναι ισπανική), είναι αρκετές. Σ' ένα γηγενές δέντρο, με την ίδια ονομασία, αποδίδεται ότι βάφτισε αυτή τη γη. Μία άλλη υποστηρίζει, ότι οι πρώτοι έποικοι που έφτασαν στην περιοχή, αντικρύζοντας τις εικόνες γύρω τους, χρησιμοποίησαν την έκφραση Παναμά που σημαίνει στην τοπική διάλεκτο "πληθώρα πεταλούδων". Όμως η επικρατέστερη άποψη υποστηρίζει ότι ένας οικισμός ψαράδων με το αρχικό όνομα Παναμά (Panamá) ευθύνεται για την ονομασία, αφού στην τοπική διάλεκτο, η λέξη περιέγραφε τη παρουσία πολλών ψαριών σ' ένα τόπο. Αυτή είναι και η επίσημη εκδοχή που υποστηρίζεται από το κράτος του Παναμά, που αναφέρει ότι η λέξη Παναμά σήμαινε σε τοπικές διαλέκτους την πληθώρα ψαριών, δέντρων και πεταλούδων, κάτι που χαρακτήριζε την περιοχή. Από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό
Δεν ξέρω αν το παρακάτω ταξίδι, θα σας κάνει να αποφασίσετε να πάτε στον Παναμά ή θα αρκεστείτε, να δείτε και να διαβάσετε, με τα μάτια κάποιου άλλου ότι έζησε, κι όχι με τα δικά σας. Όπως και νάχει και ότι κι αν σχεδιάσετε στο μέλλον, ακόμα και σαν εικονικό, αυτό το ταξίδι, στον Παναμά, με οδηγό την Τζέιν Άρκερ της Τέλεγκραφ και τα συναισθήματά της, έτσι όπως τ' αποτυπώνει, θα σας μείνει αξέχαστο.
«Ηταν 6:30 το πρωί. Ένα βαρύ ψιλόβροχο έπεφτε καθώς εκατοντάδες επιβάτες με κάμερες ανά χείρας, φορώντας αδιάβροχα ή καλυμμένοι με πετσέτες, στοιβάζονταν στο ανώτερο κατάστρωμα του Celebrity Infinity. Ήταν αρκετά νωρίς για να είμαι σε τέτοια εγρήγορση ενώ έκανα διακοπές, ωστόσο εκείνη τη στιγμή ήμασταν έτοιμοι να περάσουμε τη Διώρυγα του Παναμά.
Τζέιν Άρκερ από την Τέλεγκραφ
Άλλωστε, ο λόγος που οι περισσότεροι αποφάσισαν να κάνουν αυτή την 15 ημερών κρουαζιέρα ήταν για το γεγονός ότι θα περνούσαν από τη διώρυγα αυτή, που αποτελεί κάτι σαν... θρύλο για τη ναυσιπλοΐα και η οποία άνοιξε το 1914. Καθώς κοίταξα μέσα στην ομίχλη, ένα μεγάλο τόξο εμφανίστηκε: Η Γέφυρα της Αμερικής. Σημάδι ότι ήμασταν έτοιμοι να μπούμε στο κανάλι. Αν και κατατοπισμένη για τη λειτουργία των "κλειδαριών" των διωρύγων λόγω των πολλών ταξιδιών σε ποτάμια, το πέρασμα από τη διώρυγα αυτή προσέφερε μια άλλη γοητεία. Ίσως γιατί οι άνθρωποι που την κατασκεύασαν έσκαψαν χωρίς τη βοήθεια της τεχνολογίας, των υπολογιστών και του σύγχρονου εξοπλισμού. Μέχρι τη στιγμή που περάσαμε στην άλλη πλευρά, και με εξαίρεση ένα μικρό διάλειμμα που έκανα για να φάω, κάθισα επί οκτώ ώρες στο κατάστρωμα, παρακολουθώντας τη διαδικασία.
Ο λέκτορας Μάικ Μακφίτερς, που βρισκόταν πάνω στο πλοίο, μας μίλησε για την πρώτη φορά που επιχείρησαν να "κόψουν" το κανάλι, το 1881. Πίσω από το εγχείρημα βρισκόταν ο Γάλλος Φερντινάντ ντε Λεσέπς, ο οποίος είχε κατασκευάσει και τη Διώρυγα του Σουέζ. Οκτώ χρόνια αργότερα, με 20.000 άνδρες νεκρούς λόγω του κίτρινου πυρετού, της ελονοσίας και τα τσιμπήματα των φιδιών, το έργο κατέρρεε.
Το έργο "αναστήθηκε" ξανά το 1903, όταν ο Αμερικανός Πρόεδρος Ρούσβελτ, τη στιγμή που η Κολομβία απέρριπτε τα σχέδια για την κατασκευή ενός καναλιού, υποστήριξε τους αντάρτες του Παναμά που ζητούσαν την ανεξαρτησία τους από την Κολομβία. Η νέα κυβέρνηση του Παναμά υπέγραψε μια συνθήκη που έδινε στις ΗΠΑ το δικαίωμα να κατασκευάσουν και να ελέγχουν το κανάλι στο διηνεκές. Στην πραγματικότητα, δόθηκε πίσω στον Παναμά τον Δεκέμβριο του 1999.
Ο Μακφίτερς μάς βομβάρδισε επίσης με άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία, όπως ότι η διέλευση είναι μήκους 47,8 μιλίων και ότι αρχικά ο Ντε Λεσέπς είχε σχεδιάσει να κατασκευάσει μια διώρυγα στη στάθμη της θάλασσας, χωρίς όμως να μπορέσει ποτέ να προβλέψει πώς θα ξεπερνούσαν τον ποταμό Τσαγκρ (η στάθμη του οποίου μπορεί να αυξηθεί κατά 40 πόδια σε 24 ώρες την περίοδο των βροχών).
Και κάπου εδώ... κάπως έτσι, οι Αμερικανοί αποφάσισαν να μεταφέρουν τα πλοία πάνω από τον ισθμό. Τα πλοία ανυψώνονται και κατεβαίνουν κατά 85 πόδια μέσω των τριών "κλειδαριών" που υπάρχουν σε κάθε πλευρά των ωκεανών (και από τον Ατλαντικό και από τον Ειρηνικό), οι οποίες γεμίζουν και αδειάζουν με τη βοήθεια της βαρύτητας (όλες έχουν μια δεύτερη πύλη σε περίπτωση που γίνει κάποια ζημιά από την πίεση του νερού). Αξίζει να σημειωθεί ότι ανά διέλευση ξεχύνονται στον ωκεανό 32 εκατ. γαλόνια φρέσκου νερού.
Μόλις περάσαμε τη Γέφυρα της Αμερικής -πλέαμε από τον Ειρηνικό στον Ατλαντικό- και καθώς η βροχή είχε σταματήσει και η ομίχλη είχε εξαφανιστεί, μπορούσαμε να δούμε τις επόμενες κλειδαριές, από την πλευρά του Ατλαντικού, ένα πλοίο με κοντέινερ που είχε ήδη αρχίσει να ανυψώνεται και άλλα που περίμεναν στην ουρά (το Celebrity Cruises πλήρωνε πάνω από 347.000 δολάρια για να παρακάμψει τα υπόλοιπα).
Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν δύο "κανάλια" μεταφοράς, το ένα δίπλα στο άλλο, καθένα εκ των οποίων έχει τις δικές του κλειδαριές, προκειμένου να μπορούν δυο πλοία ταυτόχρονα να διασχίσουν το στενό την ίδια στιγμή. Ωστόσο, οι καθυστερήσεις είναι πάντα μέσα στο παιχνίδι. Μπροστά από εμάς, ένα φορτηγό πλοίο έκανε... μανούβρες στο δεξί κανάλι. Φυσικά, ήταν δεμένο από το "mule" (όχημα έλξης των πλοίων σε ράγιες), το οποίο το βοηθούσε να παραμείνει σταθερό στις κλειδαριές. Τα μηχανήματα αυτά κινούνται κατά μήκος των καναλιών και παίζουν καθοριστικό ρόλο στη μεταφορά, ειδικά των μεγάλων πλοίων.
Μόλις περάσαμε τις κλειδαριές του Ειρηνικού, διασχίσαμε το στενό κανάλι των οκτώ μιλίων Gaillard Cut, το οποίο είναι γνωστό και Big Ditch (μεγάλο αυλάκι), λόγω των πολλών κατολισθήσεων που έγιναν κατά την κατασκευή του, μετά περάσαμε από το κανάλι των 15 μιλίων της λίμνης Gatun Lake και εν τέλει επιστρέψαμε στην επιφάνεια της θάλασσας, μέσω των τριών κλειδαριών, στην πλευρά του Ατλαντικού».
Ο Ισθμός του Παναμά διαμορφώθηκε πριν 3 εκατομμύρια χρόνια όταν η φυσική γέφυρα μεταξύ Βόρειας και Νότιας Αμερικής έκλεισε. Τα φυτά και τα ζώα, μέσα στους αιώνες σταδιακά, διέσχισαν τη φυσική γέφυρα και προς τις δυο κατευθύνσεις.
Η δημιουργία του Ισθμού έκανε τους ανθρώπους να διασκορπιστούν με τις συνήθειές τους, τους τρόπους καλλιέργειας και τεχνολογίας, δια μέσου της αμερικάνικης ηπείρου, από την εμφάνιση των πρώτων κυνηγών και τροφοσυλλεκτών μέχρι την εποχή των χωριών και των πόλεων. Τα πιο πρώιμα τεχνουργήματα ιθαγενών που ανακαλύφθηκαν στον Παναμά περιλαμβάνουν παλαιό-ινδιάνικα πέτρινα εργαλεία. Οι πρώτοι γνωστοί κάτοικοι της περιοχής του Παναμά φαίνεται να ήταν οι φυλές των Κουέβας και των Κοκλέ.