"Είμαι ο Δεινοκράτης ο Μακεδών, ένας αρχιτέκτων ο οποίος φέρει ιδέας καί σχέδια. Προτείνω όπως επί τού όρους τού Aθωνος λαξευθή γιγαντιαίον άγαλμα ανδρός κρατούντος επί της αριστεράς αυτού χειρός πόλιν, επί της δεξιάς δε μέγα δοχείον, όπου πρόκειται να συγκεντρώνονται τα ύδατα των ρυάκων τού όρους, τα οποία εκείθεν μέλλουν να εκβάλλονται στην θάλασσα".1
Έτσι ξεκινάει την παρουσίασή του ο Δεινοκράτης2 στον Αλέξανδρο κι αυτή ακριβώς φέρνει κοντά τους δύο άντρες, τον Μέγα Αλέξανδρο με τον σημαντικό αρχιτέκτονα.
Το σχέδιο του Δεινοκράτη αρκετά προχωρημένο για την εποχή, προέβλεπε να σκαλιστεί στο βουνό ένα άγαλμα, ένα πελώριο άγαλμα με τον Μέγα Αλεξάνδρο.
Συγκεκριμένα ο Βασίλειος Πελασγός Γούσιος αναφέρει:
''Ο αρχιτέκτων Δεινοκράτης, ευφάνταστος, αφού παρουσιάσθη ενώπιον τού Αλεξάνδρου του βασιλέως των Μακεδόνων καί των Πανελλήνων, επεχείρησε να τον καταστήση κοινωνόν μιάς μεγαλόπνοης αρχιτεκτονικής του συλλήψεως.
Αυτή αφορούσε την σχεδίασι και την εκπόνησι της μελέτης εκτελέσεως της κατασκευής ενός υπερμεγέθους ανδριάντος, με την μορφή τού Έλληνος Πανστρατηγού, ο οποίος θα παρίστανε τον Θεό Αγαθοδαίμονα, τον παραστάτη τού βίου των ανθρώπων καί τον συντηρητή ζωής'',
Ο όντως περίφημος αυτός αρχιτέκτων των χρόνων τού Μεγάλου Αλεξάνδρου κατήγετο, κατ' άλλους, από το Ρήγιον της Καλαυρίας καί, κατ' άλλους, από την Ρόδον''.
The Colossus of Mount Athos in Macedonia, According to the designs of Dinocrates architect of the great Alexander |
Ο Δεινοκράτης, είναι ένας αρχιτέκτονας γεμάτος με αυτοπεποίθηση για τις ιδέες του και την ικανότητα του. Φεύγει από τη Μακεδονία, όταν ο Αλέξανδρος εξουσιάζει τον κόσμο, για να πάει στο στρατό με την επιθυμία να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά.
Πήρε μαζί του επιστολές από τους συγγενείς και τους φίλους του για τους αξιωματικούς του στρατού, για να μπορέσει να έχει ευκολότερη πρόσβαση. '
Οταν τον δέχτηκαν ευγενικά, τους ρώτησε αν θα μπορούσε να δει τον Αλέξανδρο όσο το δυνατόν συντομότερα. Του το υποσχέθηκαν, αλλά αυτοί καθυστερούσαν περιμένοντας να βρουν την κατάλληλη ευκαιρία. Έτσι, ο Δεινοκράτης νομίζοντας ότι εμπαίζεται απ' αυτούς, αποφάσισε πως έπρεπε να βασιστεί στις δικές του δυνάμεις. Ήταν πολύ ψηλός, καλοφτιαγμένος και πολύ αξιοπρεπής. Έχοντας εμπιστοσύνη, επομένως, στα φυσικά του προσόντα γδύθηκε στο πανδοχείο, άλειψε το σώμα του με λάδι, έστεψε το κεφάλι του με λευκά φύλλα, κάλυψε τον αριστερό του ώμο με δέρμα λιονταριού και κρατώντας ένα ρόπαλο στο χέρι του πήγε μπροστά από το βήμα στο οποίο ο βασιλιάς δίκαζε.
Η παράξενη αυτή εμφάνιση έκανε τους ανθρώπους στο πλήθος να τον κοιτάξουν κι έτσι προσέλκυσε και την προσοχή του Αλέξανδρου. Εντυπωσιασμένος ο βασιλιάς διέταξε ν' αφήσουν χώρο, για να τον πλησιάσει και να τον ρωτήσει ποιος ήταν.
Η παράξενη αυτή εμφάνιση έκανε τους ανθρώπους στο πλήθος να τον κοιτάξουν κι έτσι προσέλκυσε και την προσοχή του Αλέξανδρου. Εντυπωσιασμένος ο βασιλιάς διέταξε ν' αφήσουν χώρο, για να τον πλησιάσει και να τον ρωτήσει ποιος ήταν.
Τότε ο Δεινοκράτης του παρουσιάζεται:
«ένας Μακεδόνας αρχιτέκτονας, ο οποίος φέρνει τις ιδέες και τα σχέδια τα οποία είναι αντάξια της εκλαμπρότητάς Σου. Έχω κάνει ένα σχέδιο για τη μορφοποίηση του όρους Άθω σε άγαλμα ενός άντρα, στου οποίου το αριστερό χέρι να υπάρχει μια ευρύχωρη οχυρωμένη πόλη και στο δεξί ένα κύπελλο, για να συγκεντρώνεται το νερό απ' όλα τα ρυάκια του βουνού, έτσι ώστε από το κύπελλο να χύνεται το νερό στη θάλασσα»
* Την ιδέα επαναλαμβάνει ο Πλίνιος (σχετικά με το Αθωνικό όρος επικράτησε επί εκατονταετίες ο μύθος του υπεράνθρωπου Μ. Αλεξάνδρου).
0 Αλέξανδρος έκπληκτος με την ιδέα αμέσως ρώτησε εάν υπήρχαν αγροί στην περιοχή για να επισιτίσουν αυτήν την πόλη. 'Οταν διαπίστωσε ότι αυτό ήταν αδύνατο χωρίς μεταφορά από τη θάλασσα είπε:
«Δεινοκράτη, εκτιμώ το σχέδιο σου ως εξαίρετο σε μορφή και σε σύνθεση και είμαι πολύ ευχαριστημένος μ' αυτό, αλλά παρατηρώ ότι όποιος έχτιζε μια πόλη σ' αυτήν την τοποθεσία θα επικρινόταν η απόφαση του. Διότι, όπως ένα νεογέννητο μωρό δεν μπορεί να τραφεί χωρίς το γάλα της τροφού του, έτσι και μια πόλη δεν μπορεί να ζήσει χωρίς λιβάδια και τα προϊόντα τους σε επάρκεια και εντός των τειχών δεν μπορεί να αποκτήσει μεγάλο πληθυσμό χωρίς άφθονη τροφή. Επομένως, πιστεύω ότι το σχέδιο σου είναι άξιο επαίνου, αλλά η επιλογή της τοποθεσίας είναι αξιοκατάκριτη. Όμως, θα σε αφήσω να έρθεις μαζί μου, γιατί σκοπεύω να χρησιμοποιήσω τις υπηρεσίες σου».
Από τότε ο Δεινοκράτης δεν εγκατέλειψε το βασιλιά και τον ακολούθησε στην Αίγυπτο...
Από τότε ο Δεινοκράτης δεν εγκατέλειψε το βασιλιά και τον ακολούθησε στην Αίγυπτο...
Αλεξάνδρεια
«Ὁ Ἀλέξανδρος, στὴν πορεία του γιὰ τὸν ναὸ τοῦ Ἄμμωνος Διός, παρατήρησε ἀπέναντι ἀπὸ τὸ νησὶ τοῦ Φάρου, ἕνα σημεῖο ποὺ ἦταν ἐξαιρετικὸ γιὰ τὴν οἰκοδόμηση μιᾶς πόλεως. Ἔφτιαξε λοιπὸν ἕνα σχέδιο μὲ τὶς θέσεις τῶν πλατειῶν καὶ τῶν ναῶν καὶ ἀνέθεσε τὸν γενικὸ σχεδιασμὸ καὶ ἐπίβλεψη στὸν ἀρχιτέκτονα ποὺ εἶχε ἀνακατασκευάσει τὸν ναὸ τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο· στὸν Δεινοκράτη».
Όταν ο Αλέξανδρος στο δυτικό στόμιο του Δέλτα του Νείλου παρατηρεί ένα φυσικό λιμάνι, ένα τέλειο κέντρο για εμπόριο, με αγρούς και τα εξαίρετα πλεονεκτήματα του Νείλου και συλλαμβάνει την ιδέα... Προτείνει στον Δεινοκράτη να κτίσει ''εκεί'' μια πόλη... θα της δώσει το όνομά του.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε κατάλληλο μέρος που να προσφέρεται για ελλιμενισμό, ώστε τα πλοία να αγκυροβολήσουν με ασφάλεια. Ήταν αναγκασμένα να εισέρχονται στον Νείλο, όπου και διεκπεραιώνονταν οι κάθε είδους συναλλαγές με τους Αιγυπτίους. Γι’ αυτό και το μεγαλοπρεπές λιμάνι της ήταν η βασική προϋπόθεση για την μετέπειτα εξέλιξή της στο μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου.
Τα όρια της Αλεξάνδρειας3 σχεδίασε ο ίδιος ο Αλέξανδρος, εμπνευστής του φιλόδοξου ονείρου μιας πόλης με επιβλητικά ανάκτορα, πολυτελέστατα κτίρια, περίτεχνους ναούς και πολλούς πνεύμονες πράσινου. Ο αρχιτέκτονας Δεινοκράτης ο Ρόδιος ανέλαβε την πολεοδόμηση και την ανέγερση των βασιλικών κτιρίων, κατασκευάζοντας μια πόλη – πρότυπο για την εποχή εκείνη.
Συνεργάζεται στενὰ μὲ τὸν περίφημο μηχανικὸ Κράτη, ὁ ὁποῖος ἦταν ὑδραυλικὸς μηχανικός, ἐπιβλέπων καὶ σχεδιαστὴς τοῦ ἐξαιρετικοῦ συστήματος ὑδρεύσεως καὶ ἀποχετεύσεως, τῆς πόλεως τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου.
Ο Δεινοκράτης εμπνευστής και του τύπου «Καννάβου», που αποτέλεσε αργότερα το πρότυπο για τη δημιουργία πολλών νέων πόλεων.
Την χώρισε σε πέντε περιφέρειες, που ενώνονταν με φαρδείς δρόμους, ενώ σε όλο το μήκος των δύο κεντρικών λεωφόρων, πλάτους 22 μέτρων η καθεμιά, υπήρχαν στοές.
Σημεία αναφοράς για τον επισκέπτη ήταν τα ανάκτορα, το θέατρο, η αγορά, ο ναύσταθμος με τις τεράστιες αποθήκες, οι βασιλικοί κήποι, το Μουσείο, το Σώμα, όπου για πολλούς βρισκόταν θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος, αλλά και η Βιβλιοθήκη και ο Φάρος.
Ο Αλέξανδρος επιθυμούσε να γίνει η νεόκτιστη Αλεξάνδρεια το μεγαλύτερο εμπορικό λιμάνι της μεσογείου, αλλά και παγκόσμιο πολιτιστικό κέντρο.
Η πρωτοβουλία για την ίδρυση μιας οικουμενικής βιβλιοθήκης οφείλεται στον Μέγα Αλέξανδρο, αλλά πρωτίστως στον Αριστοτέλη ο οποίος του ενέπνευσε την ιδέα της συλλογής όλης της γραπτής και προφορικής παράδοσης σε μια οικουμενική βιβλιοθήκη.
Κατὰ τὸν Διόδωρο (ΙΖ.115.1-6) ὁ Ἀλέξανδρος γκρέμισε τὰ τείχη τῆς Βαβυλώνας, γιὰ νὰ κάνῃ τὴν ταφικὴ πυρὰ τοῦ Ἡφαιστίωνος.
Ὁ Πλούταρχος (Βίοι Παράλληλοι. Ἀλέξανδρος 72.3) λέει ὅτι ὁ Ἀλέξανδρος διέταξε νὰ γκρεμίσουν τὶς ἐπάλξεις ἀπὸ τὰ τείχη τῶν γειτονικῶν πόλεων στὰ Ἐκβάτανα, ἀμέσως μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἡφαιστίωνος, ὡς ἐκδήλωση πένθους.
Ὁ ναὸς τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο
Ὁ ναὸς τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους τοῦ κλασικοῦ κόσμου, μεγαλύτερος καὶ ἀπὸ τὸν Παρθενῶνα, ποὺ χτίστηκε ἀργότερα στὴν Ἀθήνα (ἡ βάση τῶν θεμελίων εἶχε μῆκος 131 μέτρα καὶ πλάτος 79 μ., ἐνῶ 120 μαρμάρινοι κίονες ὑποστήριζαν τὸ κύριο τμῆμα τοῦ ναοῦ. Κάθε κίονας εἶχε ὕψος 20 μέτρα).
Τὸ 356 π.Χ. ὁ ναὸς καταστράφηκε ἀπὸ πυρκαγιὰ καὶ ἀργότερα ὁ Μ. Ἀλέξανδρος, ἐπισκεπτόμενος τὴν Ἔφεσο, ἔδωσε διαταγὴ νὰ οἰκοδομηθῇ καὶ πάλι ὁ ναός, στὴν ἴδια θέση, μὲ συμμετοχὴ τοῦ Δεινοκράτους στὸ σχεδιασμό του.
Αὐτὸν τὸν ναὸ εἶδε ὁ Ἀντίπατρος, ὁ ἐμπνευστὴς τῆς λίστας μὲ τὰ ἑπτὰ θαύματα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, καὶ ἀναφέρει ὅτι τὸ μεγαλεῖο τοῦ ναοῦ τῆς Ἀρτέμιδος ὑπερβαίνει κάθε ἄλλο τῶν ὑπολοίπων.
Ὁ μνημειακὸς περίβολος τοῦ τύμβου Καστᾶ
Στὸν Δεινοκράτη ἀποδίδεται καὶ ἡ κατασκευὴ τοῦ μνημείου στὸν τύμβο Καστᾶ σύμφωνα μὲ τὴν προϊσταμένη τῆς ΚΗ’ Ἐφορείας Προϊστορικῶν καὶ Κλασικῶν Ἀρχαιοτήτων Σερρῶν, Κατερίνα Περιστέρη, ποὺ σὲ δήλωσή της στὸν «ΑτΚ», ἀναφέρει:
«Κατὰ τὴν περίοδο ποὺ χρονολογεῖται ὁ ταφικὸς περίβολος, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, μέχρι τὸ τέλος τοῦ 4ου π.Χ. αἰῶνος, διαδραματίζονται σπουδαῖα ἱστορικὰ γεγονότα στὴν περιοχὴ τῆς Ἀμφίπολης.
Σημαντικοὶ στρατηγοὶ καὶ ναύαρχοι τοῦ
Μ. Ἀλεξάνδρου σχετίζονται μὲ τὴν περιοχή, ἐδῶ ὁ Κάσσανδρος ἐξορίζει καὶ θανατώνει τὸ 311 π.Χ. τὴ νόμιμη σύζυγο τοῦ
Μ. Ἀλεξάνδρου, Ρωξάνη, καὶ τὸ γιό του, Ἀλέξανδρο Δ’. Ἐπιπλέον, τὸν ταφικὸ περίβολο ἔχει σχεδιάσει ὁ ἀρχιτέκτονας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, Δεινοκράτης».
_________________________________________________________________________
Σημειώσεις
Ἀρχαῖα κείμενα
1* [...« Ἐγὼ δ´ » εἶπεν « εἰς ἄφθαρτον, ὦ βασιλεῦ, καὶ ζῶσαν ὕλην καὶ ῥίζας ἔχουσαν ἀιδίους καὶ βάρος ἀκίνητον καὶ ἀσάλευτον ἔγνωκά σου τὴν ὁμοιότητα καταθέσθαι τοῦ σώματος. Ὁ γὰρ Θρᾴκιος Ἄθως, ᾗ μέγιστος αὐτὸς αὑτοῦ καὶ περιφανέστατος ἐξανέστηκεν, ἔχων ἑαυτῷ σύμμετρα πλάτη καὶ ὕψη καὶ μέλη καὶ ἄρθρα καὶ διαστήματα μορφοειδῆ, δύναται κατεργασθεὶς καὶ σχηματισθεὶς εἰκὼν Ἀλεξάνδρου καλεῖσθαι καὶ εἶναι, ταῖς μὲν βάσεσιν ἁπτομένου τῆς θαλάσσης, τῶν δὲ χειρῶν τῇ μὲν ἐναγκαλιζομένου καὶ φέροντος πόλιν ἐνοικουμένην μυρίανδρον, τῇ δὲ δεξιᾷ ποταμὸν ἀέναον ἐκ φιάλης σπένδοντος εἰς τὴν θάλασσαν ἐκχεόμενον. Χρυσὸν δὲ καὶ χαλκὸν καὶ ἐλέφαντα καὶ ξύλα καὶ βαφάς, ἐκμαγεῖα μικρὰ καὶ ὠνητὰ καὶ κλεπτόμενα καὶ συγχεόμενα, καταβάλωμεν ».
Ταῦτ´ ἀκούσας Ἀλέξανδρος τὸ μὲν φρόνημα τοῦ τεχνίτου καὶ τὸ θάρσος ἀγασθεὶς ἐπῄνεσεν,
« Ἔα δὲ κατὰ χώραν » ἔφη « τὸν Ἄθω μένειν· ἀρκεῖ γὰρ ἑνὸς βασιλέως ἐνυβρίσαντος εἶναι μνημεῖον· ἐμὲ δ´ ὁ Καύκασος δείξει καὶ τὰ Ἠμωδὰ καὶ Τάναϊς καὶ τὸ Κάσπιον πέλαγος· αὗται τῶν ἐμῶν ἔργων εἰκόνες...] ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΤΥΧΗΣ Η ΑΡΕΤΗΣ ΛΟΓΟΣ Βʹ, [ΙΙ]
2* «…115. τῶν γὰρ ἡγεμόνων καὶ φίλων ἕκαστος στοχαζόμενος τῆς τοῦ βασιλέως ἀρεσκείας κατεσκεύαζεν εἴδωλα δι᾽ ἐλέφαντος καὶ χρυσοῦ καὶ τῶν ἄλλων τῶν θαυμαζομένων παρ᾽ ἀνθρώποις, αὐτὸς δὲ τοὺς ἀρχιτέκτονας ἀθροίσας καὶ λεπτουργῶν πλῆθος τοῦ μὲν τείχους καθεῖλεν ἐπὶ δέκα σταδίους, τὴν δ᾽ ὀπτὴν πλίνθον ἀναλεξάμενος καὶ τὸν δεχόμενον τὴν πυρὰν τόπον ὁμαλὸν κατασκευάσας ᾠκοδόμησε τετράπλευρον πυράν, σταδιαίας οὔσης ἑκάστης πλευρᾶς. [2] εἰς τριάκοντα δὲ δόμους διελόμενος τὸν τόπον καὶ καταστρώσας τὰς ὀροφὰς φοινίκων στελέχεσι τετράγωνον ἐποίησε πᾶν τὸ κατασκεύασμα. μετὰ δὲ ταῦτα περιετίθει τῷ περιβόλῳ παντὶ κόσμον, οὗ τὴν μὲν κρηπῖδα χρυσαῖ πεντηρικαὶ πρῷραι συνεπλήρουν, οὖσαι τὸν ἀριθμὸν διακόσιαι τεσσαράκοντα, ἐπὶ δὲ τῶν ἐπωτίδων ἔχουσαι δύο μὲν τοξότας εἰς γόνυ κεκαθικότας τετραπήχεις, ἀνδριάντας δὲ πενταπήχεις καθωπλισμένους, τοὺς δὲ μεταξὺ τόπους φοινικίδες ἀνεπλήρουν πιληταί. [3] ὑπεράνω δὲ τούτων τὴν δευτέραν ἐπανεῖχον χώραν δᾷδες πεντεκαιδεκαπήχεις, κατὰ μὲν τὴν λαβὴν ἔχουσαι χρυσοῦς στεφάνους, κατὰ δὲ τὴν ἐκφλόγωσιν ἀετοὺς διαπεπετακότας τὰς πτέρυγας καὶ κάτω νεύοντας, παρὰ δὲ τὰς βάσεις δράκοντας ἀφορῶντας τοὺς ἀετούς. κατὰ δὲ τὴν τρίτην περιφορὰν κατεσκεύαστο ζῴων παντοδαπῶν πλῆθος κυνηγουμένων. [4] ἔπειτα ἡ μὲν τετάρτη χώρα κενταυρομαχίαν χρυσῆν εἶχεν, ἡ δὲ πέμπτη λέοντας καὶ ταύρους ἐναλλὰξ χρυσοῦς. τὸ δ᾽ ἀνώτερον μέρος ἐπεπλήρωτο Μακεδονικῶν καὶ βαρβαρικῶν ὅπλων, ὧν μὲν τὰς ἀνδραγαθίας, ὧν δὲ τὰς ἥττας σημαινόντων. ἐπὶ πᾶσι δὲ ἐφειστήκεισαν Σειρῆνες διάκοιλοι καὶ δυνάμεναι λεληθότως δέξασθαι τοὺς ἐν αὐταῖς ὄντας καὶ ᾁδοντας ἐπικήδιον θρῆνον τῷ τετελευτηκότι. [5] τὸ δ᾽ ὕψος ἦν ὅλου τοῦ κατασκευάσματος πήχεις πλείους τῶν ἑκατὸν τριάκοντα. καθόλου δὲ τῶν τε ἡγεμόνων καὶ τῶν στρατιωτῶν ἁπάντων καὶ τῶν πρέσβεων, ἔτι δὲ τῶν ἐγχωρίων φιλοτιμηθέντων εἰς τὸν τῆς ἐκφορᾶς κόσμον φασὶ τὸ πλῆθος τῶν ἀναλωθέντων χρημάτων γεγονέναι πλείω τῶν μυρίων καὶ δισχιλίων ταλάντων. [6] ἀκολούθως δὲ ταύτῃ τῇ μεγαλοπρεπείᾳ καὶ τῶν ἄλλων γενομένων κατὰ τὴν ἐκφορὰν τιμῶν τὸ τελευταῖον προσέταξεν ἅπασι θύειν Ἡφαιστίωνι θεῷ παρέδρῳ: καὶ γὰρ κατὰ τύχην ἧκεν εἷς τῶν φίλων Φίλιππος, χρησμὸν φέρων παρ᾽ Ἄμμωνος θύειν Ἡφαιστίωνι θεῷ. διόπερ γενόμενος περιχαρὴς ἐπὶ τῷ καὶ τὸν θεὸν κεκυρωκέναι τὴν αὐτοῦ γνώμην πρῶτος τὴν θυσίαν ἐπετέλεσεν καὶ τὸ πλῆθος λαμπρῶς ὑπεδέξατο, μύρια τὸν ἀριθμὸν θύσας ἱερεῖα παντοδαπά…»
3* «…72. Ὡς δ’ ἧκεν εἰς Ἐκβάτανα τῆς Μηδίας καὶ διῴκησε τὰ κατεπείγοντα, πάλιν ἦν ἐν θεάτροις καὶ πανηγύρεσιν, ἅτε δὴ τρισχιλίων αὐτῷ τεχνιτῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος ἀφιγμένων. ἔτυχε δὲ περὶ τὰς ἡμέρας ἐκείνας Ἡφαιστίων πυρέσσων· οἷα δὲ νέος καὶ στρατιωτικὸς οὐ φέρων ἀκριβῆ δίαιταν, ἀλλ’ ἅμα τῷ τὸν ἰατρὸν Γλαῦκον ἀπελθεῖν εἰς τὸ θέατρον περὶ ἄριστον γενόμενος καὶ καταφαγὼν ἀλεκτρυόνα ἑφθὸν καὶ ψυκτῆρα μέγαν ἐκπιὼν οἴνου, κακῶς ἔσχε καὶ μικρὸν διαλιπὼν ἀπέθανε. τοῦτ’ οὐδενὶ λογισμῷ τὸ πάθος Ἀλέξανδρος ἤνεγκεν, ἀλλ’ εὐθὺς μὲν ἵππους τε κεῖραι πάντας ἐπὶ πένθει καὶ ἡμιόνους ἐκέλευσε, καὶ τῶν πέριξ πόλεων ἀφεῖλε τὰς ἐπάλξεις, τὸν δ’ ἄθλιον ἰατρὸν ἀνεσταύρωσεν, αὐλοὺς δὲ κατέπαυσε καὶ μουσικὴν πᾶσαν ἐν τῷ στρατοπέδῳ πολὺν χρόνον, ἕως ἐξ Ἄμμωνος ἦλθε μαντεία, τιμᾶν Ἡφαιστίωνα καὶ θύειν ὡς ἥρωϊ παρακελεύουσα. τοῦ δὲ πένθους παρηγορίᾳ τῷ πολέμῳ χρώμενος, ὥσπερ ἐπὶ θήραν καὶ κυνηγέσιον ἀνθρώπων ἐξῆλθε καὶ τὸ Κοσσαίων ἔθνος κατεστρέφετο, πάντας ἡβηδὸν ἀποσφάττων. τοῦτο δ’ Ἡφαιστίωνος ἐναγισμὸς ἐκαλεῖτο. τύμβον δὲ καὶ ταφὴν αὐτοῦ καὶ τὸν περὶ ταῦτα κόσμον ἀπὸ μυρίων ταλάντων ἐπιτελέσαι διανοούμενος, ὑπερβαλέσθαι δὲ τῷ φιλοτέχνῳ καὶ περιττῷ τῆς κατασκευῆς τὴν δαπάνην, ἐπόθησε μάλιστα τῶν τεχνιτῶν Στασικράτην, μεγαλουργίαν τινὰ καὶ τόλμαν καὶ κόμπον ἐν ταῖς καινοτομίαις ἐπαγγελλόμενον. οὗτος γὰρ αὐτῷ πρότερον ἐντυχὼν ἔφη τῶν ὀρῶν μάλιστα τὸν Θρᾴκιον Ἄθων διατύπωσιν ἀνδρείκελον δέχεσθαι καὶ διαμόρφωσιν· ἂν οὖν κελεύῃ, μονιμώτατον ἀγαλμάτων αὐτῷ καὶ περιφανέστατον ἐξεργάσεσθαι τὸν Ἄθων, τῇ μὲν ἀριστερᾷ χειρὶ περιλαμβάνοντα μυρίανδρον πόλιν οἰκουμένην, τῇ δὲ δεξιᾷ σπένδοντα ποταμοῦ ῥεῦμα δαψιλὲς εἰς τὴν θάλασσαν ἀποῤῥέοντος. ταῦτα μὲν οὖν παρῃτήσατο, πολλῷ δ’ ἀτοπώτερα καὶ δαπανηρότερα τούτων σοφιζόμενος τότε καὶ συμμηχανώμενος τοῖς τεχνίταις διέτριβεν…»
[...]
Είχεν δημιουργικόν τάλαντον. Ήθελε να εκφράση τον πλούτον των ιδεών, των σκέψεων, καί των αρχιτεκτονικών του συλλήψεων με την κατασκευή, κάπου, μεγαλοπρεπούς έργου, στο οποίο θα απετυπούτο η δεινότης του ώς μύστορος της "θείας" αυτής τέχνης (περιγράφει σχετικώς ο Βιτρούβιος στό σύγγραμμά του "Περί Αρχιτεκτονικής" - "De Architettura", το οποίο συνετέθη, το 25 π.Χ.α., τας ευαισθησίας καί ανησυχίας τού πρωίμου αυτού "υπερρεαλιστού" πρωτομάστορα).
Κατά τον Πλίνιο υπέβαλε στον Αλέξανδρον σχέδιον περί μετασχηματισμού τού κάτω τμήματος τού Αθωνος σε μορφή αγάλματος ανδρός διά λαξεύσεως τού όρους, το οποίον θα παρίστανε πολιούχον προστάτην καί παραστάτην, ο οποίος με το ένα χέρι θα συγκρατούσε οικισμόν, πολιτείαν καί με το άλλο φιάλην, διά της οποίας τα νερά τού βουνού θα διέρρεαν την πόλιν καί θα εξέρρεαν στό πέλαγος.
Η συνάντησί του με τον Μακεδόνα βασιλέα υπήρξεν επεισοδιακή. Εζήτησε να έχη μία συνέντευξη μαζί του, όταν ο υιός τού Φιλίππου καί της Ολυμπιάδος είχεν επιστρέψει από την Κόρινθο (μετά το εκεί γνωστόν συνέδριον), προκειμένου να τού υποβάλη τας προτάσεις του. Διά την ταχύτερην ευόδωσιν των προσπαθειών του εφωδιάσθη με συστατικάς επιστολάς φίλων καί γνωρίμων τού Αλεξάνδρου, των καλουμένων "συνεταίρων", δηλαδή των σωματοφυλάκων αυτού, οι οποίοι καί τον διεβεβαίωσαν πως θα μεριμνήσουν να παρουσιασθή ταχύτατα ενώπιον τού αρχηγού. .
Αλλά ο καιρός παρήρχετο καί ο Δεινοκράτης αγχώνετο. Δι' αυτό θέλησε να επισπεύση τας εξελίξεις δρών εκ των ενόντων.
Ως άλλος Ηρακλής!
Οι Μακεδόνες, ως καί οι άλλοι Έλληνες βασιλείς, την εποχή εκείνη, ασκούσαν καί δικαιοδοτικά έργα. Ήσαν καί δικασταί (ιδιαιτέρως, επί ποινικών υποθέσεων). Καί, το πλείστον, αι δίκαις διεξήγοντο "ανεωγμένων των θυρών", δηλαδή σε δημόσιο προσπελάσιμο στον λαό χώρο. Καί μία τέτοια δίκη, όπου θα δικαιοδοτούσε ο Αλέξανδρος, εθεώρησε ο Δεινοκράτης ως την κατάλληλη ευκαιρία, προκειμένου να πραγματοποιήση την γνωριμία του με τον αναμενόμενο από αυτόν να φανή συναντηλήπτωρ καί χορηγός των σχεδίων του, φιλοπρόοδο βασιλέα.
Έτσι διωργάνωσε ολόκληρη παράστασι προκειμένου να τύχη της προσοχής καί παρουσιάσεως έπειτα ενώπιον τού δικαστού - άνακτος. Θα ενεφανίζετο πρό αυτού ως άλλος Ηρακλής! Καί όντως έχων επιβλητικό παράστημα αθλητού, αλείφθηκεν με έλαιο, ενεδύθη λεοντή, έθεσε στό κεφάλι του στέφανο δάφνης καί κρατών ρόπαλο, έλαβε την άγουσα προς το δικαστήριο!
Από τον δρόμο ακόμη έγινε αντιληπτός από τούς περιέργους της αγοράς της μακεδονικής πρωτευούσης (Πέλλας) καί πλήθος κόσμου άρχισε ν' ακολουθή τον παράξενο αυτόν "επίγονο" τού ενδόξου ημιθέου, τού υιού τού Αμφιτρύονος καί της Αλκμήνης, τού Αθλοφόρου Ηρακλή!
Όταν δε έφθασε στον ναό της Θέμιδος, το δικαστήριο, όλοι έστρεψαν προς αυτόν το βλέμμα καί την προσοχή των, περιλαμβανομένου καί αυτού τού αρχιδικαστού, του Αλεξάνδρου. Ο οποίος, με νεύμα, εκάλεσε πλησίον του τον φίλον αυτόν τού κλέους τού αναληφθέντος ήδη στην χώρα των Μακάρων δωδεκαθλοφόρου ημιθέου. Καί εζήτησε να μάθη από το άτομό του καί τον εκεί σκοπό της επισκέψεώς του.
Όταν ο λεοντοφόρος πρωτοτέκτων - πρωτομάστορας εξέθεσε προς τον Αλέξανδρον τούς προβληματισμούς καί στοχασμούς του γιά την δυνάμενη να κατασκευασθή (καί δη με τα μέσα εκείνης της εποχής!) γλυπτικής συνθέσεως επί τού όρους τού Αθωνος, αυτός συνεφώνησε ότι η σκέψι ήταν υπέροχος.
Έπρεπε, όμως, ν' αντιμετωπισθούν καί ζητήματα, τα οποία θα προέκυπταν μετά την εκτέλεσι τού έργου. Ως ήταν καί εκείνο τού επισιτισμού των κατοίκων, οι οποίοι θα "επάνδρωναν" την νέα στο αριστερό χέρι τού αγάλματος φερομένη ως προβλεπομένη να ανεγερθή πολιτεία.
Από πού όμως θα εξασφαλίζοντο τα μέσα επιβιώσεως, διατροφής των κατοίκων της;
Καί έλαβε απάντησι η οποία δεν τον ικανοποίησεν. Ο Δεινοκράτης περί αυτού δεν εμερίμνησε στας μελέτας του! Παρέπεμψε απλώς το ζήτημα των σε τρόφιμα προμηθειών από τον πληθυσμό της μελλούσης ν' ανεγερθή στον Αθωνα Αλεξανδρείας στην εισαγωγή αυτών από άλλας περιοχάς της Ελλάδος διά θαλάσσης. Όπερ, όμως, εθεωρήθη, τότε, αλυσιτελές καί "ισχυρόν" αντικίνητρον διά την ανάληψι από τον Αλέξανδρο τού προτεινόμενου αρχιτεκτονικού εγχειρήματος. Δι αυτό εζήτησε από τον Δεινοκράτην ν' αναθεωρήση το πλαίσιο των σχεδίων του, ενδεχομένως δε να επανεξετάση το όλο θέμα καί ν' αναζητήση, στην Χαλκιδικήν, περιοχήν, πλέον πρόσφορη, από χωρικής-κοινωνικοοικονομικής απόψεως, όπου θα εδίδετο δυνατότης υλοποιήσεως της ιδέας του.
Βεβαίως, παρά την αρνητική, διά τον αρχιτέκτονα, έκβαση των προτάσεών του, η γνωριμία του με τον Μακεδόνα βασιλέα ήταν δι' αυτόν, το ουσιώδες της όλης αυτής ενεργείας του. Τούτο εθεωρούσε προϋπόθεσι προωθήσεως των στόχων του. Εάν κατά την παρούσα φάσι, δεν ήταν δυνατή, διά την συγκυρία εκείνης της εποχής, η εκτέλεσις ή υλοποίησις της κατασκευής του μεγαλεπηβόλου γιγαντιαίου γλυπτικού συμπλέγματος στον Αθωνος, οπωσδήποτε, έκρινε, θα παρουσιάζοντο καί άλλαις δυνατότητες συνεργασίας με τον νεαρό δορυκτήτορα, κατά τας οποίας θα εξεδήλωνε το πηγαίον, το δημιουργικόν τού αρχιτεκτονικόν του τάλαντον.
Καί, πράγματι, η πρώτη ευκαιρία εδόθη και επαρουσιάσθη στον Δεινοκράτη, μετά την κατάληψι από τούς Έλληνας, της Αιγύπτου. Τότε ο Αλέξανδρος ανέθεσε στον, εν τω μεταξύ διορισθέντα βασιλικό αρχιτέκτονα "ηρακλειδέα", την διεύθυνσι των αρχιτεκτονικών έργων, κατά την κτίσι της Αλεξανδρείας, ο οποίος καί ανέλαβε επιτυχώς την εκτέλεσιν της αποστολής αυτής. Εξεταζόμενο από απόψεως τεχνικών δυνατοτήτων της εποχής εκείνης το σχεδίασμα, το αναφερόμενο στην ιδέα γιά την γλυπτική επί τού Αθωνος σύνθεσι, δεν ήταν ουτοπικό.
Καί τούτο, διότι υπήρχαν τα προηγούμενα των μεγάλων γλυπτικών έργων, των επί βράχων λαξευμένων, της περιόδου των φαραωνικών αιγυπτιακών δυναστειών. Καί είναι ισχυρό επιχείρημα γιά το δυνατόν της επαναλήψεώς των στην Ελλάδα με περισσότερη αρχιτεκτονική καί αισθητική πλαισίωσι, δεδομένου της υπάρξεως στη Γη τού Φειδία, σε ύψιστο βαθμό, αναπτυγμένων γνώσεων εκτελέσεως καλλιτεχνικών έργων καί κορυφώσεως των αισθητικών επιτεύξεων, λόγω αναπτύξεως, σε επίπεδα ιδεώδους, των εικαστικών τεχνών.
Το εγχείρημα θα ήταν καί εφικτό καί αξιόλογο.(Μόνον αι περιστάσεις δεν ήταν πρόσφοροι. Οι Μακεδόνες καί οι λοιποί Έλληνες είχαν πλέον άλλες προτεραιότητας. Την ευδοκίμησι της εκστρατείας στην Ασία).
Ο Θεός Αγαθοδαίμων, ο οποίος θα είχεν την μορφή τού Αλεξάνδρου, στην κατ' υπόθεσι αυτή γλυπτική παράστασι, θα ενεφανίζετο ως δωρητής στην οικουμένη μιάς νέας πόλεως, μιάς νέας κοινωνίας, όπου θα εκυριαρχούσε το νέο πνεύμα τού οικουμενικού πανελληνισμού (της διεθνοποιήσεως τού Ελληνικού πνεύματος), συντελεστής τού οποίου θά ήταν η ανανεωτική δυναμική τού έθνους των Ελλήνων, εκφραζομένη με το από την φιάλη διαρκώς ρέον ύδωρ, με το οποίο θα εδηλούτο η αέναος ανανέωσις των πραγμάτων της ζωής καί τού κόσμου.
Πέραν της διευθύνσεως των αρχιτεκτονικών εργασιών για την κτίσι της Αλεξανδρείας ο Δεινοκράτης ανέλαβε καί το έργο της ανοικοδομήσεως τού ναού της Αρτέμιδος, τον οποίο είχε πυρπολήση ο διαβόητος Ηρόστρατος, την ημέρα, κατά την οποία εγεννάτο ο Αλέξανδρος, καί της κατασκευής της πολυτελούς, πυργοειδούς, σορού της κηδείας τού αδελφικού φίλου τού Μακεδόνος βασιλέως στρατηγού Ηφαιστίωνος (τού δηλητηριασθέντος από τον αντιαλεξανδρινό κακοδαίμονα, προσενεγκόντα εις τούτον θανατερόν φαγητόν ψητού αλέκτορος).
_____________
Σημειώσεις:
1. Τη συνάντηση του Δεινοκράτη με τον Αλέξανδρο περιγράφει ο Πλούταρχος στο «Περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς»:
[...Μεταξὺ τῶν ἄλλων τεχνιτῶν ζοῦσε τότε καὶ ὁ ἀρχιτέκτων Στασικράτης, τοῦ ὁποίου τὰ ἔργα δὲν ἐπιδίωκαν χάρη καὶ συγκίνηση καὶ προοπτικὴ μὲ τὴ μορφή τους. Τὰ σχέδιά του ἦταν τόσο μεγαλεπήβολα ὥστε τὰ ἔσοδα ἑνὸς μεγάλου κράτους μὲ δυσκολία θὰ ἐπαρκοῦσαν γιὰ τὴν ἐκτέλεσή τους.
Αὐτός, ἀφού πῆγε στὸν Ἀλέξανδρο, κατηγοροῦσε τὶς ζωγραφιστὲς εἰκόνες του καὶ τοὺς μαρμάρινους ἢ χάλκινους ἀνδριάντες του ὡς ἔργα δειλῶν καὶ ταπεινῶν τεχνιτῶν.
«Ἐγώ» εἶπε «ἔχω σκεφτεῖ, βασιλιά, νὰ ἐμπιστευθῶ τὴν ὁμοιότητα τοῦ σώματός σου σὲ ὕλη ἄφθαρτη καὶ ζωντανὴ ποὺ νὰ ἔχει θεμέλια αἰώνια καὶ βάρος ἀκίνητο καὶ ἀπαρασάλευτο.
Δηλαδὴ τὸ ὄρος Ἄθως τῆς Θράκης, ἐκεῖ ὅπου ἔχει τὸ μεγαλύτερο ὄγκο του καὶ ὑψώνεται περιφανέστατος καὶ ἔχει ὕψος καὶ πλάτη συμμετρικὰ καὶ βραχώδεις ἐκτάσεις καὶ συναρμογὲς καὶ διαστήματα μὲ κάποια μορφή.
Ὁ Ἄθως αὐτός εἶναι δυνατὸν μὲ τὴν τέχνη νὰ κατεργαστῇ καὶ νὰ μετασχηματιστῂ ὧστε νὰ ὀνομάζεται ἀνδριάντας τοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ νὰ εἶναι ἀληθινὸς ἀνδριάντας αὐτοῦ, ποὺ μὲ τὰ πόδια του θὰ ἐγγίζῃ τὴ θάλασσα, μὲ τὸ ἕνα χέρι θὰ ἀγκαλιάζῃ καὶ θὰ ὑποβαστάζῃ πόλη ἰκανὴ νὰ περιλάβῃ 10.000 κατοίκους.
Μὲ τὸ δεξί χέρι κρατῶντας φιάλη νὰ χύνῃ ἀπὸ αὐτὴ σπονδὲς πρὸς τιμὴ τῶν θεῶν ὁλόκληρο ποταμὸ ποὺ θὰ ρέῃ ἀκατάπαυστα καὶ θὰ ἐκβάλλῃ στὴ θάλασσα. Τὰ χρυσὰ καὶ χαλκὰ καὶ τὰ ἐλεφάντινα καὶ τὰ ξύλινα καὶ τὰ ἔγχρωμα ἔργα, ὅλες τὶς μικρὲς καὶ ἀγοραστὲς εἰκόνες ποὺ τὶς κλέβουν ἄς τὶς ἀφήσουμε».
Αὐτά, ἀφοῦ ἄκουσε ὁ Ἀλέξανδρος, θαύμασε τὴν τόλμη τοῦ καλλιτέχνη, ἐπαίνεσε τὴν πεποίθησή του καὶ πρόσθεσε: «Ἄσε τὸν Ἄθω νὰ μένει στὴ θέση του, ἀρκεῖ ὅτι εἶναι μνημεῖο τῆς ὕβρεως τοῦ βασιλιᾶ (ἐννοούσε τὸν Ξέρξη, ποὺ εἶχε ἐπιχειρήσει νὰ κατασκευάσῃ διώρυγα). Ἐμένα θὰ μὲ κάνῃ γνωστὸ ὁ Καύκασος καὶ τὰ Ἠμωδά ὄρη (Ἱμαλάια) καὶ ὁ Τάναης καὶ ἡ Κασπία θάλασσα. Οἱ πράξεις μου θὰ εἶναι οἱ εἰκόνες μου...]
2. Δεινοκράτης, Γεννήθηκε στη Μακεδονία ή στη Ρόδο και στα κείμενα της αρχαίας γραμματείας αναφέρεται με πολλά ονόματα: Στασικράτης, Στησικράτης, Χειροκράτης, Δεινοχάρης, Δεινοκράτης κ. ἄ
Αρχιτέκτων καὶ πολεοδόμος, τεχνικὸς σύμβουλος τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, τὸν ὁποῖο ἀκολούθησε στὶς ἀποστολές του. Εῖναι ἰδιαίτερα γνωστὸς γιὰ τὴ δημιουργία τοῦ πολεοδομικοῦ σχεδίου τῆς Ἀλεξάνδρειας, καθῶς καὶ γιὰ τὴ συμμετοχή του στὸ σχεδιασμὸ τοῦ ναοῦ τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο, ἑνὸς ἀπὸ τὰ 7 θαύματα τοῦ κόσμου.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους τον τάφο στην Αμφίπολη είναι από τους μεγαλύτερους αρχιτέκτονες όλων των εποχών.
Με διαταγή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Δεινοκράτης οροθέτησε το σχέδιο της Αλεξάνδρειας, σχεδιάζοντας, σύμφωνα με την παράδοση, τη γραμμή των τειχών της με μία λωρίδα αλεύρι.
Έργο του είναι και ο επιτάφιος τύμβος του Ηφαιστίωνα στη Βαβυλώνα, ένα κολοσσιαίο μνημείο έξι ορόφων πλάτους 180 μέτρων στη βάση του, με διάφορες χρυσές διακοσμήσεις στους ορόφους.
Ὡς Δεινοχάρη τὸν συναντᾶμε στὸν Πλίνιο τὸν Πρεσβύτερο ὅταν τὸν ἀναφέρει στὸν κατάλογό του μὲ τοὺς πέντε δεξιοτέχνες ἀρχιτέκτονες τῆς ἀρχαιότητος. Ἐπίσης ὁ Πλίνιος τὸν ἀναφέρει δύο φορὲς συσχετίζοντὰς τον μὲ τὴν δημιουργία τῆς Ἀλεξάνδρειας τῆς Αἰγύπτου.
Ὁ Decimus Magnus Ausonius (περ. 310 – 395), Ρωμαῖος ποιητής καὶ ρήτορας, ἑλληνικῆς κατὰ τὸ ἤμισυ καταγωγῆς, τὸν ἀναφέρει καὶ αὐτὸς ὡς Δεινοχάρη στὸ ποίημά του Mosella, ἀνάμεσα στοὺς ἑπτὰ μεγαλύτερους ἀρχιτέκτονες, μὲ κορυφαῖο στὴν λίστα τὸν Δαίδαλο.
Ἀπὸ τὸν Στράβωνα ἀναφέρεται ὡς Χειροκράτης ὁ Ρόδιος ὅταν ἀναφέρεται στὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ ναοῦ τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο. Ὁ Ψευδο-Καλλισθένης τὸν ἀναφέρει μὲ τὰ ὀνόματα Ἑρμοκράτης καὶ Ἱπποκράτης μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴ Ρόδο καὶ ὡς τὸν ἀρχιτέκτονα τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου ποὺ ἔχτισε τὴν Ἀλεξάνδρεια. Στὸν Πλούταρχο τὸν βρίσκουμε μὲ τὸ ὄνομα Στασικράτης.
Τρεῖς ἀκόμη συγγραφεῖς, ὁ Valerius Maximus, ὁ Ammianuw Markellinus καὶ ὁ Julius Valerius Ρωμαῖος ἱστορικὸς (τέλη 3ου μ.Χ. αἰ.) τὸν ἀναφέρουν ὡς Δεινοκράτη καὶ τὸν συνδέουν μὲ τὴν ἴδρυση τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Ὁ Julius Valerius μάλιστα ἀναφέρει ὡς τόπο καταγωγῆς του τὴ Ρόδο.
Ὁ Βιτρούβιος μόνο τὸν ἀναφέρει ὡς Μακεδόνα καὶ ὅτι μοιραζόταν τὸν ἴδιο τόπο καταγωγῆς μὲ τὸν Ἀλέξανδρο.
Οι Μελετητές του έργου του
Διά μέσου τού έργου του Βιτρουβίου, οι ιδέες του Δεινοκράτους έμελαν να έχουν κατά την Αναγέννησι τού Κλασσικού Πολιτιστικού Ιδεώδους (την εποχήν της ρίξεως τού Ελληνοευρωπαϊκού πνεύματος προς τον μισελληνικόν ολοκληρωτικόν μεσαιωνισμό), πολλούς καί αξιολόγους μελετητές, όπως τον Φραγκίσκο Γεώργιο, τον Φίσσερ φον Ερλαχ, τον Ερρίκο ντε Βελενσιέν, τον Ερρίκο Ραπέν, τον Μαξ Κλίνγκερ, τον Ιωσήφ Ποντέν καί πολλούς άλλους θιασώτες της κατασκευής ενός μεγάλου, εκφαντορικού, όντως, μνημειακού συγκροτήματος προς τιμήν τού Στρατηλάτου των Αιώνων, τού Μακεδόνος Αλεξάνδρου.
Ενώ στην Ελλάδα και πάλιν τον τελευταίο καιρό αναπτύσεται μία κίνησις προς εξασφάλισι των προαπαιτουμένων και δη προϋποθέσεων διατηρήσεως απροσβλήτου, όσο ένεστι, τού ωραιωτέρου φυσικού περιβάλοντος της χώρας μας, της Χαλκιδικής προς ανέγερσι πλησίον του Αθωνος αγάλματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, φωτοδότου της οικουμένης. (Πρέπει να επιδιωχθή η πάση θυσία διαφύλαξι τού γεωργικού καί δασικού περιβάλλοντος, ιδιαιτέρως της περιοχής Ανθεμούντος, διότι, προ πάντων, η διατήρησι τού αγροτικού χαρακτήρος της χώρας μας, εγγυάται την οικονομική καί πολιτιστική διάρκεια τού τόπου μας. Ενώ το άγαλμα δέον κατασκευασθήναι στο νότιον άκρον τού Αθωνος).
Ο Φραγκίσκος Γεώργιος εθεωρούσε οτι ο Δεινοκράτης, με την σύλληψι αυτής της ιδέας της υλοποιήσεως, στο βουνό τού Αθωνος της γλυπτικής ιδέας (συνθέσεως) επεδίωξε να καταδείξη την σχέσι, τον σύνδεσμο τού ανθρώπου, του ανθρωπίνου σώματος προς την Αρχιτεκτονική τού φυσικού χώρου. Ο ίδιος επεχείρησε ν`αναπαραστήση τα σχέδια τού Μακεδόνος αρχιτέκτονος. Η σύνθεσί του απεικονίζει νέον άνδρα, όρθιο, φέροντα λεοντή καί κρατούντα, στη δεξιά του, μεγάλη φιάλη, δεξαμενή των νερών των ποταμών (της περιοχής του χώρου εγκαταστάσεως τού μνημειακού συμπλέγματος) και, την αριστερά, μία νεάπολι.
Εντυπωσιακώτερη είναι μία χαρακτική σύνθεσις τού Φίσερ φον Ερλαχ, η οποία προσεγγίζει περισσότερον το πρότυπον της σκέψεως τού πατρός της περιγραφομένης αρχιτεκτονικής ιδέας. Ενώ ο Ερρίκος ντε Βελενσιέν τοποθετεί στο σχετικό του χαρτογράφημα την εγκατάστασι τού μνημείου στον πάλαι ποτέ όντως παραδείσιο χώρο της Ελληνογεννητρίας Αρκαδίας, εκφράζοντας έτσι την όλως αισθαντική (ρομαντική) του προδιάθεσι, η οποία, άλλωστε, ήταν καί αποτέλεσμα μιάς υγειούς αισθητικής περί τέχνης καί φυσικού τοπίου - χώρου αντιλήψεως (η οποία τόσον δημιουργικά είχε ευδοκιμήσει (νεοκλασσικισμός) στην Ελλάδα από τις αρχές τού 19ου αιώνος μέχρι τού Β` παγκοσμίου πολέμου).
Επίσης, ο Ερρίκος Ραπέν επέλεξε την, γόνιμη γι` αυτόν, πάντα, ιδέα τού Δεινοκράτους, ως βασικό, συστατικό στοιχείο τού δομικού πλαισίου ενός Διεθνούς Εμπορικού Κέντρου. Το σχετικό μνημιακό σύμπλεγμα θα ετοποθετείτο στο επίκεντρο αυτού. (Τούτο θα έπρεπε να το λάβουν σοβαρώς υπ` όψιν καί οι ιθύνοντες της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης, οι οποίοι, μεταπολεμικώς έχουν κατασπείρει στον χώρο των εγκαταστάσεων αυτής ακαλαίσθητα καί μη λειτουργικά κτίρια, ενώ θα ήταν δυνατόν αυτή να καταστή το επίκεντρο οικονομικής διεθνούς συνεργασίας αλλά και πυρήν πολιτιστικής καί αισθητικής αγωγής των συνελλήνων, ώς λ.χ. διά της δημιουργίας, εκεί, ενός Μουσικού Μεγάρου, της Όπερας της Θεσσαλονίκης καί της αναδείξεως τού έργου μακεδόνων μουσουργών, ώς τών Ριάδη, Δ. Βέλλα κ.α.).
Άλλος μελετητής τού έργου τού Δεινοκράτους, ο Μάξ Κλίνγκερ, αποδίδει, με τα σχέδιά του, μία αίσθησι τού κλίματος, τού επικρατήσαντος μετά την αναγέννησι, εκείνου της απομακρύνσεως καί εγκαταλήψεως, από πλήθος κόσμου, των εσχατολογικών κηρυγμάτων των δογματιζόντων "παστόρων"(!), τα πάντα κατέστησαν ματαιότης ή ματαιοσχολία! Ετσι ο ανδριάς αντί πόλεως ή φιάλης, θα κρατεί στα χέρια του ηφαίστειο καί κλεψύδρα, δηλαδή χρονόμετρο! Ο χρόνος περαιώνεται. Το ηφαίστειο, τότε, μέλλει να εκραγή! Στα πόδια του κείτεται πολιτεία σε ερείπεια!
Τέλος, ο Ιωσήφ Ποντέν, στο έργο του "Αρχιτεκτονική μή υλοποιηθείσα", προτρέπει τούς αρχιτέκτονες, έχοντας ενωτισθή με την δυναμική τού στοιχείου καί τού συμβολισμού τού έργου τού Δεινοκράτους, ν`ασχοληθούν με έργα, τα οποία θα εμπεριείχαν δημιουργική, όντως, ικανότητα, δημιουργικό αποτέλεσμα καί κλασσικίζουσα αίσθησι.
Η ιδέα αυτή τού Δεινοκράτους δεν ευτύχησε να υλοποιηθή στην Ελλάδα, στον Αθωνα, αν καί θα ήταν έργο το οποίο θα προκαλούσε, ιδία σήμερα, διεθνές ενδιαφέρον. Ήσαν οι συγκυρίες τέτοιες καί ο Ελληνισμός επλήγη από κατακτητάς, αλλοτρίους δυνάστας καί πνευματικούς τυρράνους, οι οποίοι επεδίωξαν, όχι μόνον τον αφανισμόν τού Πολιτισμού του, αλλά καί την εξάλειψιν της Ελληνικής φυλής!
Εν πάση περιπτώσει η ιδέα κατέστη πάλι επίκαιρος Την μετατροπή των σχεδίων τού Δεινοκράτους, επί το αμερικανικώτερο, καί την υλοποίησι της ιδέας γλειφάνσεως ανδριάντων επί βράχων επραγματοποίησαν οι Αμερικανοί, οι οποίοι επί τού όρους τού Ρασμόρ της Νοτίου Ντακότας, ελάξευσαν τας προτομάς τεσσάρων προέδρων της "συμπολιτείας" των. Ισως, κάποτε, ευτυχήσομε να ιδούμε στην Ελλάδα, σε περιοχήν τού Άθωνος, και εμείς σμιλευόμενη σε ορεινό τοπίο, την φαεινή πάντοτε μορφή του Αδελφού της Γοργόνας...
Βιβλιογραφία
1. Πλίνιος, "Ιστορίαι"
2. Βιτρούβιος, "Περί αρχιτεκτονικής"
3. Ζοζεφ Ποντέν, "Αρχιτεκτονική Ανυλοποίητος"
http://www.tetraktys.org/
http://www.deinokratis.gr/istorika-deinokrath.html
Scholeio.com
Alexander - AlexandriaAlexander laying out the city of Alexandria by Andre Castaigne 1898/99 mlahanas.de |
Τα όρια της Αλεξάνδρειας3 σχεδίασε ο ίδιος ο Αλέξανδρος, εμπνευστής του φιλόδοξου ονείρου μιας πόλης με επιβλητικά ανάκτορα, πολυτελέστατα κτίρια, περίτεχνους ναούς και πολλούς πνεύμονες πράσινου. Ο αρχιτέκτονας Δεινοκράτης ο Ρόδιος ανέλαβε την πολεοδόμηση και την ανέγερση των βασιλικών κτιρίων, κατασκευάζοντας μια πόλη – πρότυπο για την εποχή εκείνη.
Συνεργάζεται στενὰ μὲ τὸν περίφημο μηχανικὸ Κράτη, ὁ ὁποῖος ἦταν ὑδραυλικὸς μηχανικός, ἐπιβλέπων καὶ σχεδιαστὴς τοῦ ἐξαιρετικοῦ συστήματος ὑδρεύσεως καὶ ἀποχετεύσεως, τῆς πόλεως τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου.
Ο Δεινοκράτης εμπνευστής και του τύπου «Καννάβου», που αποτέλεσε αργότερα το πρότυπο για τη δημιουργία πολλών νέων πόλεων.
Την χώρισε σε πέντε περιφέρειες, που ενώνονταν με φαρδείς δρόμους, ενώ σε όλο το μήκος των δύο κεντρικών λεωφόρων, πλάτους 22 μέτρων η καθεμιά, υπήρχαν στοές.
Σημεία αναφοράς για τον επισκέπτη ήταν τα ανάκτορα, το θέατρο, η αγορά, ο ναύσταθμος με τις τεράστιες αποθήκες, οι βασιλικοί κήποι, το Μουσείο, το Σώμα, όπου για πολλούς βρισκόταν θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος, αλλά και η Βιβλιοθήκη και ο Φάρος.
Ο Αλέξανδρος επιθυμούσε να γίνει η νεόκτιστη Αλεξάνδρεια το μεγαλύτερο εμπορικό λιμάνι της μεσογείου, αλλά και παγκόσμιο πολιτιστικό κέντρο.
Η πρωτοβουλία για την ίδρυση μιας οικουμενικής βιβλιοθήκης οφείλεται στον Μέγα Αλέξανδρο, αλλά πρωτίστως στον Αριστοτέλη ο οποίος του ενέπνευσε την ιδέα της συλλογής όλης της γραπτής και προφορικής παράδοσης σε μια οικουμενική βιβλιοθήκη.
Ἡ ταφικὴ πυρὰ τοῦ Ἡφαιστίωνος
Ὁ Δεινοκράτης συνεργάστηκε μὲ ἄλλους μηχανικοὺς τῆς ἐποχῆς του στὴ δημιουργία τοῦ ναοῦ τῶν Δελφῶν, τῆς Δήλου καὶ ἄλλων ἑλληνικῶν πόλεων. Ἐπίσης, δικό του ἔργο ἀποτελεῖ καὶ ὁ ἐπιτάφιος τύμβος τοῦ Ἡφαιστίωνος, ἕνα κολοσσιαῖο μνημεῖο ἔξι ὀρόφων στὴ Βαβυλώνα καί πλάτους 180 μ., μὲ χρυσὲς διακοσμήσεις στοὺς ὀρόφους.
Ὁ Δεινοκράτης συνεργάστηκε μὲ ἄλλους μηχανικοὺς τῆς ἐποχῆς του στὴ δημιουργία τοῦ ναοῦ τῶν Δελφῶν, τῆς Δήλου καὶ ἄλλων ἑλληνικῶν πόλεων. Ἐπίσης, δικό του ἔργο ἀποτελεῖ καὶ ὁ ἐπιτάφιος τύμβος τοῦ Ἡφαιστίωνος, ἕνα κολοσσιαῖο μνημεῖο ἔξι ὀρόφων στὴ Βαβυλώνα καί πλάτους 180 μ., μὲ χρυσὲς διακοσμήσεις στοὺς ὀρόφους.
hephpyre The funeral pyre of Hephaistion, based on the description by Diodorus (late 19th century). |
Ὁ Πλούταρχος (Βίοι Παράλληλοι. Ἀλέξανδρος 72.3) λέει ὅτι ὁ Ἀλέξανδρος διέταξε νὰ γκρεμίσουν τὶς ἐπάλξεις ἀπὸ τὰ τείχη τῶν γειτονικῶν πόλεων στὰ Ἐκβάτανα, ἀμέσως μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἡφαιστίωνος, ὡς ἐκδήλωση πένθους.
Ὁ ναὸς τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο
Ὁ ναὸς τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους τοῦ κλασικοῦ κόσμου, μεγαλύτερος καὶ ἀπὸ τὸν Παρθενῶνα, ποὺ χτίστηκε ἀργότερα στὴν Ἀθήνα (ἡ βάση τῶν θεμελίων εἶχε μῆκος 131 μέτρα καὶ πλάτος 79 μ., ἐνῶ 120 μαρμάρινοι κίονες ὑποστήριζαν τὸ κύριο τμῆμα τοῦ ναοῦ. Κάθε κίονας εἶχε ὕψος 20 μέτρα).
Τὸ 356 π.Χ. ὁ ναὸς καταστράφηκε ἀπὸ πυρκαγιὰ καὶ ἀργότερα ὁ Μ. Ἀλέξανδρος, ἐπισκεπτόμενος τὴν Ἔφεσο, ἔδωσε διαταγὴ νὰ οἰκοδομηθῇ καὶ πάλι ὁ ναός, στὴν ἴδια θέση, μὲ συμμετοχὴ τοῦ Δεινοκράτους στὸ σχεδιασμό του.
Αὐτὸν τὸν ναὸ εἶδε ὁ Ἀντίπατρος, ὁ ἐμπνευστὴς τῆς λίστας μὲ τὰ ἑπτὰ θαύματα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, καὶ ἀναφέρει ὅτι τὸ μεγαλεῖο τοῦ ναοῦ τῆς Ἀρτέμιδος ὑπερβαίνει κάθε ἄλλο τῶν ὑπολοίπων.
Ὁ μνημειακὸς περίβολος τοῦ τύμβου Καστᾶ
Στὸν Δεινοκράτη ἀποδίδεται καὶ ἡ κατασκευὴ τοῦ μνημείου στὸν τύμβο Καστᾶ σύμφωνα μὲ τὴν προϊσταμένη τῆς ΚΗ’ Ἐφορείας Προϊστορικῶν καὶ Κλασικῶν Ἀρχαιοτήτων Σερρῶν, Κατερίνα Περιστέρη, ποὺ σὲ δήλωσή της στὸν «ΑτΚ», ἀναφέρει:
«Κατὰ τὴν περίοδο ποὺ χρονολογεῖται ὁ ταφικὸς περίβολος, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, μέχρι τὸ τέλος τοῦ 4ου π.Χ. αἰῶνος, διαδραματίζονται σπουδαῖα ἱστορικὰ γεγονότα στὴν περιοχὴ τῆς Ἀμφίπολης.
Σημαντικοὶ στρατηγοὶ καὶ ναύαρχοι τοῦ
Μ. Ἀλεξάνδρου σχετίζονται μὲ τὴν περιοχή, ἐδῶ ὁ Κάσσανδρος ἐξορίζει καὶ θανατώνει τὸ 311 π.Χ. τὴ νόμιμη σύζυγο τοῦ
Μ. Ἀλεξάνδρου, Ρωξάνη, καὶ τὸ γιό του, Ἀλέξανδρο Δ’. Ἐπιπλέον, τὸν ταφικὸ περίβολο ἔχει σχεδιάσει ὁ ἀρχιτέκτονας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, Δεινοκράτης».
_________________________________________________________________________
Σημειώσεις
Ἀρχαῖα κείμενα
1* [...« Ἐγὼ δ´ » εἶπεν « εἰς ἄφθαρτον, ὦ βασιλεῦ, καὶ ζῶσαν ὕλην καὶ ῥίζας ἔχουσαν ἀιδίους καὶ βάρος ἀκίνητον καὶ ἀσάλευτον ἔγνωκά σου τὴν ὁμοιότητα καταθέσθαι τοῦ σώματος. Ὁ γὰρ Θρᾴκιος Ἄθως, ᾗ μέγιστος αὐτὸς αὑτοῦ καὶ περιφανέστατος ἐξανέστηκεν, ἔχων ἑαυτῷ σύμμετρα πλάτη καὶ ὕψη καὶ μέλη καὶ ἄρθρα καὶ διαστήματα μορφοειδῆ, δύναται κατεργασθεὶς καὶ σχηματισθεὶς εἰκὼν Ἀλεξάνδρου καλεῖσθαι καὶ εἶναι, ταῖς μὲν βάσεσιν ἁπτομένου τῆς θαλάσσης, τῶν δὲ χειρῶν τῇ μὲν ἐναγκαλιζομένου καὶ φέροντος πόλιν ἐνοικουμένην μυρίανδρον, τῇ δὲ δεξιᾷ ποταμὸν ἀέναον ἐκ φιάλης σπένδοντος εἰς τὴν θάλασσαν ἐκχεόμενον. Χρυσὸν δὲ καὶ χαλκὸν καὶ ἐλέφαντα καὶ ξύλα καὶ βαφάς, ἐκμαγεῖα μικρὰ καὶ ὠνητὰ καὶ κλεπτόμενα καὶ συγχεόμενα, καταβάλωμεν ».
Ταῦτ´ ἀκούσας Ἀλέξανδρος τὸ μὲν φρόνημα τοῦ τεχνίτου καὶ τὸ θάρσος ἀγασθεὶς ἐπῄνεσεν,
« Ἔα δὲ κατὰ χώραν » ἔφη « τὸν Ἄθω μένειν· ἀρκεῖ γὰρ ἑνὸς βασιλέως ἐνυβρίσαντος εἶναι μνημεῖον· ἐμὲ δ´ ὁ Καύκασος δείξει καὶ τὰ Ἠμωδὰ καὶ Τάναϊς καὶ τὸ Κάσπιον πέλαγος· αὗται τῶν ἐμῶν ἔργων εἰκόνες...] ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΤΥΧΗΣ Η ΑΡΕΤΗΣ ΛΟΓΟΣ Βʹ, [ΙΙ]
2* «…115. τῶν γὰρ ἡγεμόνων καὶ φίλων ἕκαστος στοχαζόμενος τῆς τοῦ βασιλέως ἀρεσκείας κατεσκεύαζεν εἴδωλα δι᾽ ἐλέφαντος καὶ χρυσοῦ καὶ τῶν ἄλλων τῶν θαυμαζομένων παρ᾽ ἀνθρώποις, αὐτὸς δὲ τοὺς ἀρχιτέκτονας ἀθροίσας καὶ λεπτουργῶν πλῆθος τοῦ μὲν τείχους καθεῖλεν ἐπὶ δέκα σταδίους, τὴν δ᾽ ὀπτὴν πλίνθον ἀναλεξάμενος καὶ τὸν δεχόμενον τὴν πυρὰν τόπον ὁμαλὸν κατασκευάσας ᾠκοδόμησε τετράπλευρον πυράν, σταδιαίας οὔσης ἑκάστης πλευρᾶς. [2] εἰς τριάκοντα δὲ δόμους διελόμενος τὸν τόπον καὶ καταστρώσας τὰς ὀροφὰς φοινίκων στελέχεσι τετράγωνον ἐποίησε πᾶν τὸ κατασκεύασμα. μετὰ δὲ ταῦτα περιετίθει τῷ περιβόλῳ παντὶ κόσμον, οὗ τὴν μὲν κρηπῖδα χρυσαῖ πεντηρικαὶ πρῷραι συνεπλήρουν, οὖσαι τὸν ἀριθμὸν διακόσιαι τεσσαράκοντα, ἐπὶ δὲ τῶν ἐπωτίδων ἔχουσαι δύο μὲν τοξότας εἰς γόνυ κεκαθικότας τετραπήχεις, ἀνδριάντας δὲ πενταπήχεις καθωπλισμένους, τοὺς δὲ μεταξὺ τόπους φοινικίδες ἀνεπλήρουν πιληταί. [3] ὑπεράνω δὲ τούτων τὴν δευτέραν ἐπανεῖχον χώραν δᾷδες πεντεκαιδεκαπήχεις, κατὰ μὲν τὴν λαβὴν ἔχουσαι χρυσοῦς στεφάνους, κατὰ δὲ τὴν ἐκφλόγωσιν ἀετοὺς διαπεπετακότας τὰς πτέρυγας καὶ κάτω νεύοντας, παρὰ δὲ τὰς βάσεις δράκοντας ἀφορῶντας τοὺς ἀετούς. κατὰ δὲ τὴν τρίτην περιφορὰν κατεσκεύαστο ζῴων παντοδαπῶν πλῆθος κυνηγουμένων. [4] ἔπειτα ἡ μὲν τετάρτη χώρα κενταυρομαχίαν χρυσῆν εἶχεν, ἡ δὲ πέμπτη λέοντας καὶ ταύρους ἐναλλὰξ χρυσοῦς. τὸ δ᾽ ἀνώτερον μέρος ἐπεπλήρωτο Μακεδονικῶν καὶ βαρβαρικῶν ὅπλων, ὧν μὲν τὰς ἀνδραγαθίας, ὧν δὲ τὰς ἥττας σημαινόντων. ἐπὶ πᾶσι δὲ ἐφειστήκεισαν Σειρῆνες διάκοιλοι καὶ δυνάμεναι λεληθότως δέξασθαι τοὺς ἐν αὐταῖς ὄντας καὶ ᾁδοντας ἐπικήδιον θρῆνον τῷ τετελευτηκότι. [5] τὸ δ᾽ ὕψος ἦν ὅλου τοῦ κατασκευάσματος πήχεις πλείους τῶν ἑκατὸν τριάκοντα. καθόλου δὲ τῶν τε ἡγεμόνων καὶ τῶν στρατιωτῶν ἁπάντων καὶ τῶν πρέσβεων, ἔτι δὲ τῶν ἐγχωρίων φιλοτιμηθέντων εἰς τὸν τῆς ἐκφορᾶς κόσμον φασὶ τὸ πλῆθος τῶν ἀναλωθέντων χρημάτων γεγονέναι πλείω τῶν μυρίων καὶ δισχιλίων ταλάντων. [6] ἀκολούθως δὲ ταύτῃ τῇ μεγαλοπρεπείᾳ καὶ τῶν ἄλλων γενομένων κατὰ τὴν ἐκφορὰν τιμῶν τὸ τελευταῖον προσέταξεν ἅπασι θύειν Ἡφαιστίωνι θεῷ παρέδρῳ: καὶ γὰρ κατὰ τύχην ἧκεν εἷς τῶν φίλων Φίλιππος, χρησμὸν φέρων παρ᾽ Ἄμμωνος θύειν Ἡφαιστίωνι θεῷ. διόπερ γενόμενος περιχαρὴς ἐπὶ τῷ καὶ τὸν θεὸν κεκυρωκέναι τὴν αὐτοῦ γνώμην πρῶτος τὴν θυσίαν ἐπετέλεσεν καὶ τὸ πλῆθος λαμπρῶς ὑπεδέξατο, μύρια τὸν ἀριθμὸν θύσας ἱερεῖα παντοδαπά…»
3* «…72. Ὡς δ’ ἧκεν εἰς Ἐκβάτανα τῆς Μηδίας καὶ διῴκησε τὰ κατεπείγοντα, πάλιν ἦν ἐν θεάτροις καὶ πανηγύρεσιν, ἅτε δὴ τρισχιλίων αὐτῷ τεχνιτῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος ἀφιγμένων. ἔτυχε δὲ περὶ τὰς ἡμέρας ἐκείνας Ἡφαιστίων πυρέσσων· οἷα δὲ νέος καὶ στρατιωτικὸς οὐ φέρων ἀκριβῆ δίαιταν, ἀλλ’ ἅμα τῷ τὸν ἰατρὸν Γλαῦκον ἀπελθεῖν εἰς τὸ θέατρον περὶ ἄριστον γενόμενος καὶ καταφαγὼν ἀλεκτρυόνα ἑφθὸν καὶ ψυκτῆρα μέγαν ἐκπιὼν οἴνου, κακῶς ἔσχε καὶ μικρὸν διαλιπὼν ἀπέθανε. τοῦτ’ οὐδενὶ λογισμῷ τὸ πάθος Ἀλέξανδρος ἤνεγκεν, ἀλλ’ εὐθὺς μὲν ἵππους τε κεῖραι πάντας ἐπὶ πένθει καὶ ἡμιόνους ἐκέλευσε, καὶ τῶν πέριξ πόλεων ἀφεῖλε τὰς ἐπάλξεις, τὸν δ’ ἄθλιον ἰατρὸν ἀνεσταύρωσεν, αὐλοὺς δὲ κατέπαυσε καὶ μουσικὴν πᾶσαν ἐν τῷ στρατοπέδῳ πολὺν χρόνον, ἕως ἐξ Ἄμμωνος ἦλθε μαντεία, τιμᾶν Ἡφαιστίωνα καὶ θύειν ὡς ἥρωϊ παρακελεύουσα. τοῦ δὲ πένθους παρηγορίᾳ τῷ πολέμῳ χρώμενος, ὥσπερ ἐπὶ θήραν καὶ κυνηγέσιον ἀνθρώπων ἐξῆλθε καὶ τὸ Κοσσαίων ἔθνος κατεστρέφετο, πάντας ἡβηδὸν ἀποσφάττων. τοῦτο δ’ Ἡφαιστίωνος ἐναγισμὸς ἐκαλεῖτο. τύμβον δὲ καὶ ταφὴν αὐτοῦ καὶ τὸν περὶ ταῦτα κόσμον ἀπὸ μυρίων ταλάντων ἐπιτελέσαι διανοούμενος, ὑπερβαλέσθαι δὲ τῷ φιλοτέχνῳ καὶ περιττῷ τῆς κατασκευῆς τὴν δαπάνην, ἐπόθησε μάλιστα τῶν τεχνιτῶν Στασικράτην, μεγαλουργίαν τινὰ καὶ τόλμαν καὶ κόμπον ἐν ταῖς καινοτομίαις ἐπαγγελλόμενον. οὗτος γὰρ αὐτῷ πρότερον ἐντυχὼν ἔφη τῶν ὀρῶν μάλιστα τὸν Θρᾴκιον Ἄθων διατύπωσιν ἀνδρείκελον δέχεσθαι καὶ διαμόρφωσιν· ἂν οὖν κελεύῃ, μονιμώτατον ἀγαλμάτων αὐτῷ καὶ περιφανέστατον ἐξεργάσεσθαι τὸν Ἄθων, τῇ μὲν ἀριστερᾷ χειρὶ περιλαμβάνοντα μυρίανδρον πόλιν οἰκουμένην, τῇ δὲ δεξιᾷ σπένδοντα ποταμοῦ ῥεῦμα δαψιλὲς εἰς τὴν θάλασσαν ἀποῤῥέοντος. ταῦτα μὲν οὖν παρῃτήσατο, πολλῷ δ’ ἀτοπώτερα καὶ δαπανηρότερα τούτων σοφιζόμενος τότε καὶ συμμηχανώμενος τοῖς τεχνίταις διέτριβεν…»
Γλαφυρές περιγραφές της συνάντησης
Μ. Αλεξάνδρου και Δεινοκράτους
γράφει ο Βασίλειος Πελασγός Γούσιος
Είχεν δημιουργικόν τάλαντον. Ήθελε να εκφράση τον πλούτον των ιδεών, των σκέψεων, καί των αρχιτεκτονικών του συλλήψεων με την κατασκευή, κάπου, μεγαλοπρεπούς έργου, στο οποίο θα απετυπούτο η δεινότης του ώς μύστορος της "θείας" αυτής τέχνης (περιγράφει σχετικώς ο Βιτρούβιος στό σύγγραμμά του "Περί Αρχιτεκτονικής" - "De Architettura", το οποίο συνετέθη, το 25 π.Χ.α., τας ευαισθησίας καί ανησυχίας τού πρωίμου αυτού "υπερρεαλιστού" πρωτομάστορα).
Κατά τον Πλίνιο υπέβαλε στον Αλέξανδρον σχέδιον περί μετασχηματισμού τού κάτω τμήματος τού Αθωνος σε μορφή αγάλματος ανδρός διά λαξεύσεως τού όρους, το οποίον θα παρίστανε πολιούχον προστάτην καί παραστάτην, ο οποίος με το ένα χέρι θα συγκρατούσε οικισμόν, πολιτείαν καί με το άλλο φιάλην, διά της οποίας τα νερά τού βουνού θα διέρρεαν την πόλιν καί θα εξέρρεαν στό πέλαγος.
Η συνάντησί του με τον Μακεδόνα βασιλέα υπήρξεν επεισοδιακή. Εζήτησε να έχη μία συνέντευξη μαζί του, όταν ο υιός τού Φιλίππου καί της Ολυμπιάδος είχεν επιστρέψει από την Κόρινθο (μετά το εκεί γνωστόν συνέδριον), προκειμένου να τού υποβάλη τας προτάσεις του. Διά την ταχύτερην ευόδωσιν των προσπαθειών του εφωδιάσθη με συστατικάς επιστολάς φίλων καί γνωρίμων τού Αλεξάνδρου, των καλουμένων "συνεταίρων", δηλαδή των σωματοφυλάκων αυτού, οι οποίοι καί τον διεβεβαίωσαν πως θα μεριμνήσουν να παρουσιασθή ταχύτατα ενώπιον τού αρχηγού. .
Αλλά ο καιρός παρήρχετο καί ο Δεινοκράτης αγχώνετο. Δι' αυτό θέλησε να επισπεύση τας εξελίξεις δρών εκ των ενόντων.
Ως άλλος Ηρακλής!
Οι Μακεδόνες, ως καί οι άλλοι Έλληνες βασιλείς, την εποχή εκείνη, ασκούσαν καί δικαιοδοτικά έργα. Ήσαν καί δικασταί (ιδιαιτέρως, επί ποινικών υποθέσεων). Καί, το πλείστον, αι δίκαις διεξήγοντο "ανεωγμένων των θυρών", δηλαδή σε δημόσιο προσπελάσιμο στον λαό χώρο. Καί μία τέτοια δίκη, όπου θα δικαιοδοτούσε ο Αλέξανδρος, εθεώρησε ο Δεινοκράτης ως την κατάλληλη ευκαιρία, προκειμένου να πραγματοποιήση την γνωριμία του με τον αναμενόμενο από αυτόν να φανή συναντηλήπτωρ καί χορηγός των σχεδίων του, φιλοπρόοδο βασιλέα.
Έτσι διωργάνωσε ολόκληρη παράστασι προκειμένου να τύχη της προσοχής καί παρουσιάσεως έπειτα ενώπιον τού δικαστού - άνακτος. Θα ενεφανίζετο πρό αυτού ως άλλος Ηρακλής! Καί όντως έχων επιβλητικό παράστημα αθλητού, αλείφθηκεν με έλαιο, ενεδύθη λεοντή, έθεσε στό κεφάλι του στέφανο δάφνης καί κρατών ρόπαλο, έλαβε την άγουσα προς το δικαστήριο!
Από τον δρόμο ακόμη έγινε αντιληπτός από τούς περιέργους της αγοράς της μακεδονικής πρωτευούσης (Πέλλας) καί πλήθος κόσμου άρχισε ν' ακολουθή τον παράξενο αυτόν "επίγονο" τού ενδόξου ημιθέου, τού υιού τού Αμφιτρύονος καί της Αλκμήνης, τού Αθλοφόρου Ηρακλή!
Όταν δε έφθασε στον ναό της Θέμιδος, το δικαστήριο, όλοι έστρεψαν προς αυτόν το βλέμμα καί την προσοχή των, περιλαμβανομένου καί αυτού τού αρχιδικαστού, του Αλεξάνδρου. Ο οποίος, με νεύμα, εκάλεσε πλησίον του τον φίλον αυτόν τού κλέους τού αναληφθέντος ήδη στην χώρα των Μακάρων δωδεκαθλοφόρου ημιθέου. Καί εζήτησε να μάθη από το άτομό του καί τον εκεί σκοπό της επισκέψεώς του.
Όταν ο λεοντοφόρος πρωτοτέκτων - πρωτομάστορας εξέθεσε προς τον Αλέξανδρον τούς προβληματισμούς καί στοχασμούς του γιά την δυνάμενη να κατασκευασθή (καί δη με τα μέσα εκείνης της εποχής!) γλυπτικής συνθέσεως επί τού όρους τού Αθωνος, αυτός συνεφώνησε ότι η σκέψι ήταν υπέροχος.
Έπρεπε, όμως, ν' αντιμετωπισθούν καί ζητήματα, τα οποία θα προέκυπταν μετά την εκτέλεσι τού έργου. Ως ήταν καί εκείνο τού επισιτισμού των κατοίκων, οι οποίοι θα "επάνδρωναν" την νέα στο αριστερό χέρι τού αγάλματος φερομένη ως προβλεπομένη να ανεγερθή πολιτεία.
Από πού όμως θα εξασφαλίζοντο τα μέσα επιβιώσεως, διατροφής των κατοίκων της;
Καί έλαβε απάντησι η οποία δεν τον ικανοποίησεν. Ο Δεινοκράτης περί αυτού δεν εμερίμνησε στας μελέτας του! Παρέπεμψε απλώς το ζήτημα των σε τρόφιμα προμηθειών από τον πληθυσμό της μελλούσης ν' ανεγερθή στον Αθωνα Αλεξανδρείας στην εισαγωγή αυτών από άλλας περιοχάς της Ελλάδος διά θαλάσσης. Όπερ, όμως, εθεωρήθη, τότε, αλυσιτελές καί "ισχυρόν" αντικίνητρον διά την ανάληψι από τον Αλέξανδρο τού προτεινόμενου αρχιτεκτονικού εγχειρήματος. Δι αυτό εζήτησε από τον Δεινοκράτην ν' αναθεωρήση το πλαίσιο των σχεδίων του, ενδεχομένως δε να επανεξετάση το όλο θέμα καί ν' αναζητήση, στην Χαλκιδικήν, περιοχήν, πλέον πρόσφορη, από χωρικής-κοινωνικοοικονομικής απόψεως, όπου θα εδίδετο δυνατότης υλοποιήσεως της ιδέας του.
Βεβαίως, παρά την αρνητική, διά τον αρχιτέκτονα, έκβαση των προτάσεών του, η γνωριμία του με τον Μακεδόνα βασιλέα ήταν δι' αυτόν, το ουσιώδες της όλης αυτής ενεργείας του. Τούτο εθεωρούσε προϋπόθεσι προωθήσεως των στόχων του. Εάν κατά την παρούσα φάσι, δεν ήταν δυνατή, διά την συγκυρία εκείνης της εποχής, η εκτέλεσις ή υλοποίησις της κατασκευής του μεγαλεπηβόλου γιγαντιαίου γλυπτικού συμπλέγματος στον Αθωνος, οπωσδήποτε, έκρινε, θα παρουσιάζοντο καί άλλαις δυνατότητες συνεργασίας με τον νεαρό δορυκτήτορα, κατά τας οποίας θα εξεδήλωνε το πηγαίον, το δημιουργικόν τού αρχιτεκτονικόν του τάλαντον.
Καί, πράγματι, η πρώτη ευκαιρία εδόθη και επαρουσιάσθη στον Δεινοκράτη, μετά την κατάληψι από τούς Έλληνας, της Αιγύπτου. Τότε ο Αλέξανδρος ανέθεσε στον, εν τω μεταξύ διορισθέντα βασιλικό αρχιτέκτονα "ηρακλειδέα", την διεύθυνσι των αρχιτεκτονικών έργων, κατά την κτίσι της Αλεξανδρείας, ο οποίος καί ανέλαβε επιτυχώς την εκτέλεσιν της αποστολής αυτής. Εξεταζόμενο από απόψεως τεχνικών δυνατοτήτων της εποχής εκείνης το σχεδίασμα, το αναφερόμενο στην ιδέα γιά την γλυπτική επί τού Αθωνος σύνθεσι, δεν ήταν ουτοπικό.
Καί τούτο, διότι υπήρχαν τα προηγούμενα των μεγάλων γλυπτικών έργων, των επί βράχων λαξευμένων, της περιόδου των φαραωνικών αιγυπτιακών δυναστειών. Καί είναι ισχυρό επιχείρημα γιά το δυνατόν της επαναλήψεώς των στην Ελλάδα με περισσότερη αρχιτεκτονική καί αισθητική πλαισίωσι, δεδομένου της υπάρξεως στη Γη τού Φειδία, σε ύψιστο βαθμό, αναπτυγμένων γνώσεων εκτελέσεως καλλιτεχνικών έργων καί κορυφώσεως των αισθητικών επιτεύξεων, λόγω αναπτύξεως, σε επίπεδα ιδεώδους, των εικαστικών τεχνών.
Το εγχείρημα θα ήταν καί εφικτό καί αξιόλογο.(Μόνον αι περιστάσεις δεν ήταν πρόσφοροι. Οι Μακεδόνες καί οι λοιποί Έλληνες είχαν πλέον άλλες προτεραιότητας. Την ευδοκίμησι της εκστρατείας στην Ασία).
Ο Θεός Αγαθοδαίμων, ο οποίος θα είχεν την μορφή τού Αλεξάνδρου, στην κατ' υπόθεσι αυτή γλυπτική παράστασι, θα ενεφανίζετο ως δωρητής στην οικουμένη μιάς νέας πόλεως, μιάς νέας κοινωνίας, όπου θα εκυριαρχούσε το νέο πνεύμα τού οικουμενικού πανελληνισμού (της διεθνοποιήσεως τού Ελληνικού πνεύματος), συντελεστής τού οποίου θά ήταν η ανανεωτική δυναμική τού έθνους των Ελλήνων, εκφραζομένη με το από την φιάλη διαρκώς ρέον ύδωρ, με το οποίο θα εδηλούτο η αέναος ανανέωσις των πραγμάτων της ζωής καί τού κόσμου.
Πέραν της διευθύνσεως των αρχιτεκτονικών εργασιών για την κτίσι της Αλεξανδρείας ο Δεινοκράτης ανέλαβε καί το έργο της ανοικοδομήσεως τού ναού της Αρτέμιδος, τον οποίο είχε πυρπολήση ο διαβόητος Ηρόστρατος, την ημέρα, κατά την οποία εγεννάτο ο Αλέξανδρος, καί της κατασκευής της πολυτελούς, πυργοειδούς, σορού της κηδείας τού αδελφικού φίλου τού Μακεδόνος βασιλέως στρατηγού Ηφαιστίωνος (τού δηλητηριασθέντος από τον αντιαλεξανδρινό κακοδαίμονα, προσενεγκόντα εις τούτον θανατερόν φαγητόν ψητού αλέκτορος).
_____________
Σημειώσεις:
1. Τη συνάντηση του Δεινοκράτη με τον Αλέξανδρο περιγράφει ο Πλούταρχος στο «Περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς»:
[...Μεταξὺ τῶν ἄλλων τεχνιτῶν ζοῦσε τότε καὶ ὁ ἀρχιτέκτων Στασικράτης, τοῦ ὁποίου τὰ ἔργα δὲν ἐπιδίωκαν χάρη καὶ συγκίνηση καὶ προοπτικὴ μὲ τὴ μορφή τους. Τὰ σχέδιά του ἦταν τόσο μεγαλεπήβολα ὥστε τὰ ἔσοδα ἑνὸς μεγάλου κράτους μὲ δυσκολία θὰ ἐπαρκοῦσαν γιὰ τὴν ἐκτέλεσή τους.
Αὐτός, ἀφού πῆγε στὸν Ἀλέξανδρο, κατηγοροῦσε τὶς ζωγραφιστὲς εἰκόνες του καὶ τοὺς μαρμάρινους ἢ χάλκινους ἀνδριάντες του ὡς ἔργα δειλῶν καὶ ταπεινῶν τεχνιτῶν.
«Ἐγώ» εἶπε «ἔχω σκεφτεῖ, βασιλιά, νὰ ἐμπιστευθῶ τὴν ὁμοιότητα τοῦ σώματός σου σὲ ὕλη ἄφθαρτη καὶ ζωντανὴ ποὺ νὰ ἔχει θεμέλια αἰώνια καὶ βάρος ἀκίνητο καὶ ἀπαρασάλευτο.
Δηλαδὴ τὸ ὄρος Ἄθως τῆς Θράκης, ἐκεῖ ὅπου ἔχει τὸ μεγαλύτερο ὄγκο του καὶ ὑψώνεται περιφανέστατος καὶ ἔχει ὕψος καὶ πλάτη συμμετρικὰ καὶ βραχώδεις ἐκτάσεις καὶ συναρμογὲς καὶ διαστήματα μὲ κάποια μορφή.
Ὁ Ἄθως αὐτός εἶναι δυνατὸν μὲ τὴν τέχνη νὰ κατεργαστῇ καὶ νὰ μετασχηματιστῂ ὧστε νὰ ὀνομάζεται ἀνδριάντας τοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ νὰ εἶναι ἀληθινὸς ἀνδριάντας αὐτοῦ, ποὺ μὲ τὰ πόδια του θὰ ἐγγίζῃ τὴ θάλασσα, μὲ τὸ ἕνα χέρι θὰ ἀγκαλιάζῃ καὶ θὰ ὑποβαστάζῃ πόλη ἰκανὴ νὰ περιλάβῃ 10.000 κατοίκους.
Μὲ τὸ δεξί χέρι κρατῶντας φιάλη νὰ χύνῃ ἀπὸ αὐτὴ σπονδὲς πρὸς τιμὴ τῶν θεῶν ὁλόκληρο ποταμὸ ποὺ θὰ ρέῃ ἀκατάπαυστα καὶ θὰ ἐκβάλλῃ στὴ θάλασσα. Τὰ χρυσὰ καὶ χαλκὰ καὶ τὰ ἐλεφάντινα καὶ τὰ ξύλινα καὶ τὰ ἔγχρωμα ἔργα, ὅλες τὶς μικρὲς καὶ ἀγοραστὲς εἰκόνες ποὺ τὶς κλέβουν ἄς τὶς ἀφήσουμε».
Αὐτά, ἀφοῦ ἄκουσε ὁ Ἀλέξανδρος, θαύμασε τὴν τόλμη τοῦ καλλιτέχνη, ἐπαίνεσε τὴν πεποίθησή του καὶ πρόσθεσε: «Ἄσε τὸν Ἄθω νὰ μένει στὴ θέση του, ἀρκεῖ ὅτι εἶναι μνημεῖο τῆς ὕβρεως τοῦ βασιλιᾶ (ἐννοούσε τὸν Ξέρξη, ποὺ εἶχε ἐπιχειρήσει νὰ κατασκευάσῃ διώρυγα). Ἐμένα θὰ μὲ κάνῃ γνωστὸ ὁ Καύκασος καὶ τὰ Ἠμωδά ὄρη (Ἱμαλάια) καὶ ὁ Τάναης καὶ ἡ Κασπία θάλασσα. Οἱ πράξεις μου θὰ εἶναι οἱ εἰκόνες μου...]
Ὁ Βιτρούβιος περιγράφοντας τὸ ἴδιο περιστατικό, ἀναφέρει:
«…ὁ ἀρχιτέκτων Δεινοκράτης πρότεινε στὸν Μέγα Ἀλέξανδρο νὰ χαράξῃ τὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ νὰ τοῦ δώσῃ τὴ μορφὴ ἑνὸς ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ἕνα χέρι θὰ ὑποστηρίζῃ μία ὁλόκληρη πόλη, καὶ μὲ τὸ ἄλλο θὰ κρατάει ἕνα κύπελο στὸ ὁποῖο θὰ καταλήγουν ὅλα τὰ ὕδατα τοῦ βουνοῦ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, μὲ ὑπερχείλιση θὰ καταλήγουν στὴν θάλασσα.
Ὁ Ἀλέξανδρος, γοητευμένος μὲ τὴν ἰδέα, τὸν ρώτησε ἄν ἡ πόλη αὐτὴ θὰ περιβάλλεται ἀπὸ γῆ ἰκανὴ νὰ ἐφοδιάσῃ τὸν πληθυσμό της μὲ τὸ ἀναγκαῖο σιτάρι γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του.
Ἀλλὰ ἡ διαπίστωση ὅτι ἡ τροφοδότηση θὰ μποροῦσε νὰ γίνῃ μόνο ἀπὸ τὴ θάλασσα, ὁ Ἀλέξανδρος εἶπε:
«…ὁ ἀρχιτέκτων Δεινοκράτης πρότεινε στὸν Μέγα Ἀλέξανδρο νὰ χαράξῃ τὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ νὰ τοῦ δώσῃ τὴ μορφὴ ἑνὸς ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ἕνα χέρι θὰ ὑποστηρίζῃ μία ὁλόκληρη πόλη, καὶ μὲ τὸ ἄλλο θὰ κρατάει ἕνα κύπελο στὸ ὁποῖο θὰ καταλήγουν ὅλα τὰ ὕδατα τοῦ βουνοῦ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, μὲ ὑπερχείλιση θὰ καταλήγουν στὴν θάλασσα.
Ὁ Ἀλέξανδρος, γοητευμένος μὲ τὴν ἰδέα, τὸν ρώτησε ἄν ἡ πόλη αὐτὴ θὰ περιβάλλεται ἀπὸ γῆ ἰκανὴ νὰ ἐφοδιάσῃ τὸν πληθυσμό της μὲ τὸ ἀναγκαῖο σιτάρι γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του.
Ἀλλὰ ἡ διαπίστωση ὅτι ἡ τροφοδότηση θὰ μποροῦσε νὰ γίνῃ μόνο ἀπὸ τὴ θάλασσα, ὁ Ἀλέξανδρος εἶπε:
«Δεινοκράτη, μὲ εὐχαριστεῖ τὸ μεγαλεῖο καὶ ἡ ὀμορφιὰ τοῦ σχεδίου σου, ἀλλὰ νομίζω πὼς ἡ δημιουργία μιᾶς ἀποικίας στὴ θέση αὐτὴ δὲν εἶναι καλή, γιατὶ ὅπως ἕνα παιδὶ δὲν μπορεῖ νὰ τροφοδοτηθῇ καὶ νὰ ἀναπτυχθῇ χωρὶς γάλα, ἔτσι καὶ μία πόλη δὲν μπορεῖ νὰ συντηρηθῇ καὶ νὰ ἀναπτυχθῇ χωρὶς ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ νὰ ἔχῃ εὔφορα χωράφια καὶ ἄφθονο φαγητὸ ἀπὸ πλούσιες σοδειές. Ἔτσι, ἐνὼ ἡ πρωτοτυπία τοῦ σχεδίου σου ἔχει τὴν ἔγκρισή μου, ἀποδοκιμάζω τὴν θέση ποὺ ἔχεις ἐπιλέξει γιὰ τὴν ἐκτέλεσή του. Θέλω ὅμως νὰ μείνῃς κοντά μου, γιατὶ θὰ χρειαστῶ τὶς ὑπηρεσίες σου».
Ἔτσι ἄρχισε ἡ κοινή τους πορεία…
Ἔτσι ἄρχισε ἡ κοινή τους πορεία…
2. Δεινοκράτης, Γεννήθηκε στη Μακεδονία ή στη Ρόδο και στα κείμενα της αρχαίας γραμματείας αναφέρεται με πολλά ονόματα: Στασικράτης, Στησικράτης, Χειροκράτης, Δεινοχάρης, Δεινοκράτης κ. ἄ
Αρχιτέκτων καὶ πολεοδόμος, τεχνικὸς σύμβουλος τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, τὸν ὁποῖο ἀκολούθησε στὶς ἀποστολές του. Εῖναι ἰδιαίτερα γνωστὸς γιὰ τὴ δημιουργία τοῦ πολεοδομικοῦ σχεδίου τῆς Ἀλεξάνδρειας, καθῶς καὶ γιὰ τὴ συμμετοχή του στὸ σχεδιασμὸ τοῦ ναοῦ τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο, ἑνὸς ἀπὸ τὰ 7 θαύματα τοῦ κόσμου.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους τον τάφο στην Αμφίπολη είναι από τους μεγαλύτερους αρχιτέκτονες όλων των εποχών.
Με διαταγή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Δεινοκράτης οροθέτησε το σχέδιο της Αλεξάνδρειας, σχεδιάζοντας, σύμφωνα με την παράδοση, τη γραμμή των τειχών της με μία λωρίδα αλεύρι.
Έργο του είναι και ο επιτάφιος τύμβος του Ηφαιστίωνα στη Βαβυλώνα, ένα κολοσσιαίο μνημείο έξι ορόφων πλάτους 180 μέτρων στη βάση του, με διάφορες χρυσές διακοσμήσεις στους ορόφους.
Ὡς Δεινοχάρη τὸν συναντᾶμε στὸν Πλίνιο τὸν Πρεσβύτερο ὅταν τὸν ἀναφέρει στὸν κατάλογό του μὲ τοὺς πέντε δεξιοτέχνες ἀρχιτέκτονες τῆς ἀρχαιότητος. Ἐπίσης ὁ Πλίνιος τὸν ἀναφέρει δύο φορὲς συσχετίζοντὰς τον μὲ τὴν δημιουργία τῆς Ἀλεξάνδρειας τῆς Αἰγύπτου.
Ὁ Decimus Magnus Ausonius (περ. 310 – 395), Ρωμαῖος ποιητής καὶ ρήτορας, ἑλληνικῆς κατὰ τὸ ἤμισυ καταγωγῆς, τὸν ἀναφέρει καὶ αὐτὸς ὡς Δεινοχάρη στὸ ποίημά του Mosella, ἀνάμεσα στοὺς ἑπτὰ μεγαλύτερους ἀρχιτέκτονες, μὲ κορυφαῖο στὴν λίστα τὸν Δαίδαλο.
Ἀπὸ τὸν Στράβωνα ἀναφέρεται ὡς Χειροκράτης ὁ Ρόδιος ὅταν ἀναφέρεται στὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ ναοῦ τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο. Ὁ Ψευδο-Καλλισθένης τὸν ἀναφέρει μὲ τὰ ὀνόματα Ἑρμοκράτης καὶ Ἱπποκράτης μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴ Ρόδο καὶ ὡς τὸν ἀρχιτέκτονα τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου ποὺ ἔχτισε τὴν Ἀλεξάνδρεια. Στὸν Πλούταρχο τὸν βρίσκουμε μὲ τὸ ὄνομα Στασικράτης.
Τρεῖς ἀκόμη συγγραφεῖς, ὁ Valerius Maximus, ὁ Ammianuw Markellinus καὶ ὁ Julius Valerius Ρωμαῖος ἱστορικὸς (τέλη 3ου μ.Χ. αἰ.) τὸν ἀναφέρουν ὡς Δεινοκράτη καὶ τὸν συνδέουν μὲ τὴν ἴδρυση τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Ὁ Julius Valerius μάλιστα ἀναφέρει ὡς τόπο καταγωγῆς του τὴ Ρόδο.
Ὁ Βιτρούβιος μόνο τὸν ἀναφέρει ὡς Μακεδόνα καὶ ὅτι μοιραζόταν τὸν ἴδιο τόπο καταγωγῆς μὲ τὸν Ἀλέξανδρο.
3. Το 325 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος θεμελιώνει την Αλεξάνδρεια στην τοποθεσία της αρχαίας αιγυπτιακής πόλης Ρακώτις, εκτιμώντας ότι η πόλη θα εξελίσσετο σε μεγάλο εμπορικό κέντρο λόγω του εξαιρετικού λιμένα, στον Ελληνικό εμπορικό οικισμό Κάνωπο, απέναντι από τη νησίδα που ονομαζόταν Φάρος.
Το πολεοδομικό σχέδιο εκπονεί ο Δεινοκράτης και την εκτέλεση του έργου αναλαμβάνει ο Κλεομένης (μηχανικός από τη Ναύκρατη του Δέλτα). Υπό την επίβλεψη του αρχιτέκτονα συμμετέχουν οι μηχανικοί Διάδης και Χαρίας, Η πόλη της Αλεξάνδρειας ιδρύεται το 332/331 π.Χ.
Οι Μελετητές του έργου του
Διά μέσου τού έργου του Βιτρουβίου, οι ιδέες του Δεινοκράτους έμελαν να έχουν κατά την Αναγέννησι τού Κλασσικού Πολιτιστικού Ιδεώδους (την εποχήν της ρίξεως τού Ελληνοευρωπαϊκού πνεύματος προς τον μισελληνικόν ολοκληρωτικόν μεσαιωνισμό), πολλούς καί αξιολόγους μελετητές, όπως τον Φραγκίσκο Γεώργιο, τον Φίσσερ φον Ερλαχ, τον Ερρίκο ντε Βελενσιέν, τον Ερρίκο Ραπέν, τον Μαξ Κλίνγκερ, τον Ιωσήφ Ποντέν καί πολλούς άλλους θιασώτες της κατασκευής ενός μεγάλου, εκφαντορικού, όντως, μνημειακού συγκροτήματος προς τιμήν τού Στρατηλάτου των Αιώνων, τού Μακεδόνος Αλεξάνδρου.
Ενώ στην Ελλάδα και πάλιν τον τελευταίο καιρό αναπτύσεται μία κίνησις προς εξασφάλισι των προαπαιτουμένων και δη προϋποθέσεων διατηρήσεως απροσβλήτου, όσο ένεστι, τού ωραιωτέρου φυσικού περιβάλοντος της χώρας μας, της Χαλκιδικής προς ανέγερσι πλησίον του Αθωνος αγάλματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, φωτοδότου της οικουμένης. (Πρέπει να επιδιωχθή η πάση θυσία διαφύλαξι τού γεωργικού καί δασικού περιβάλλοντος, ιδιαιτέρως της περιοχής Ανθεμούντος, διότι, προ πάντων, η διατήρησι τού αγροτικού χαρακτήρος της χώρας μας, εγγυάται την οικονομική καί πολιτιστική διάρκεια τού τόπου μας. Ενώ το άγαλμα δέον κατασκευασθήναι στο νότιον άκρον τού Αθωνος).
Ο Φραγκίσκος Γεώργιος εθεωρούσε οτι ο Δεινοκράτης, με την σύλληψι αυτής της ιδέας της υλοποιήσεως, στο βουνό τού Αθωνος της γλυπτικής ιδέας (συνθέσεως) επεδίωξε να καταδείξη την σχέσι, τον σύνδεσμο τού ανθρώπου, του ανθρωπίνου σώματος προς την Αρχιτεκτονική τού φυσικού χώρου. Ο ίδιος επεχείρησε ν`αναπαραστήση τα σχέδια τού Μακεδόνος αρχιτέκτονος. Η σύνθεσί του απεικονίζει νέον άνδρα, όρθιο, φέροντα λεοντή καί κρατούντα, στη δεξιά του, μεγάλη φιάλη, δεξαμενή των νερών των ποταμών (της περιοχής του χώρου εγκαταστάσεως τού μνημειακού συμπλέγματος) και, την αριστερά, μία νεάπολι.
Εντυπωσιακώτερη είναι μία χαρακτική σύνθεσις τού Φίσερ φον Ερλαχ, η οποία προσεγγίζει περισσότερον το πρότυπον της σκέψεως τού πατρός της περιγραφομένης αρχιτεκτονικής ιδέας. Ενώ ο Ερρίκος ντε Βελενσιέν τοποθετεί στο σχετικό του χαρτογράφημα την εγκατάστασι τού μνημείου στον πάλαι ποτέ όντως παραδείσιο χώρο της Ελληνογεννητρίας Αρκαδίας, εκφράζοντας έτσι την όλως αισθαντική (ρομαντική) του προδιάθεσι, η οποία, άλλωστε, ήταν καί αποτέλεσμα μιάς υγειούς αισθητικής περί τέχνης καί φυσικού τοπίου - χώρου αντιλήψεως (η οποία τόσον δημιουργικά είχε ευδοκιμήσει (νεοκλασσικισμός) στην Ελλάδα από τις αρχές τού 19ου αιώνος μέχρι τού Β` παγκοσμίου πολέμου).
Επίσης, ο Ερρίκος Ραπέν επέλεξε την, γόνιμη γι` αυτόν, πάντα, ιδέα τού Δεινοκράτους, ως βασικό, συστατικό στοιχείο τού δομικού πλαισίου ενός Διεθνούς Εμπορικού Κέντρου. Το σχετικό μνημιακό σύμπλεγμα θα ετοποθετείτο στο επίκεντρο αυτού. (Τούτο θα έπρεπε να το λάβουν σοβαρώς υπ` όψιν καί οι ιθύνοντες της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης, οι οποίοι, μεταπολεμικώς έχουν κατασπείρει στον χώρο των εγκαταστάσεων αυτής ακαλαίσθητα καί μη λειτουργικά κτίρια, ενώ θα ήταν δυνατόν αυτή να καταστή το επίκεντρο οικονομικής διεθνούς συνεργασίας αλλά και πυρήν πολιτιστικής καί αισθητικής αγωγής των συνελλήνων, ώς λ.χ. διά της δημιουργίας, εκεί, ενός Μουσικού Μεγάρου, της Όπερας της Θεσσαλονίκης καί της αναδείξεως τού έργου μακεδόνων μουσουργών, ώς τών Ριάδη, Δ. Βέλλα κ.α.).
Άλλος μελετητής τού έργου τού Δεινοκράτους, ο Μάξ Κλίνγκερ, αποδίδει, με τα σχέδιά του, μία αίσθησι τού κλίματος, τού επικρατήσαντος μετά την αναγέννησι, εκείνου της απομακρύνσεως καί εγκαταλήψεως, από πλήθος κόσμου, των εσχατολογικών κηρυγμάτων των δογματιζόντων "παστόρων"(!), τα πάντα κατέστησαν ματαιότης ή ματαιοσχολία! Ετσι ο ανδριάς αντί πόλεως ή φιάλης, θα κρατεί στα χέρια του ηφαίστειο καί κλεψύδρα, δηλαδή χρονόμετρο! Ο χρόνος περαιώνεται. Το ηφαίστειο, τότε, μέλλει να εκραγή! Στα πόδια του κείτεται πολιτεία σε ερείπεια!
Τέλος, ο Ιωσήφ Ποντέν, στο έργο του "Αρχιτεκτονική μή υλοποιηθείσα", προτρέπει τούς αρχιτέκτονες, έχοντας ενωτισθή με την δυναμική τού στοιχείου καί τού συμβολισμού τού έργου τού Δεινοκράτους, ν`ασχοληθούν με έργα, τα οποία θα εμπεριείχαν δημιουργική, όντως, ικανότητα, δημιουργικό αποτέλεσμα καί κλασσικίζουσα αίσθησι.
Η ιδέα αυτή τού Δεινοκράτους δεν ευτύχησε να υλοποιηθή στην Ελλάδα, στον Αθωνα, αν καί θα ήταν έργο το οποίο θα προκαλούσε, ιδία σήμερα, διεθνές ενδιαφέρον. Ήσαν οι συγκυρίες τέτοιες καί ο Ελληνισμός επλήγη από κατακτητάς, αλλοτρίους δυνάστας καί πνευματικούς τυρράνους, οι οποίοι επεδίωξαν, όχι μόνον τον αφανισμόν τού Πολιτισμού του, αλλά καί την εξάλειψιν της Ελληνικής φυλής!
Εν πάση περιπτώσει η ιδέα κατέστη πάλι επίκαιρος Την μετατροπή των σχεδίων τού Δεινοκράτους, επί το αμερικανικώτερο, καί την υλοποίησι της ιδέας γλειφάνσεως ανδριάντων επί βράχων επραγματοποίησαν οι Αμερικανοί, οι οποίοι επί τού όρους τού Ρασμόρ της Νοτίου Ντακότας, ελάξευσαν τας προτομάς τεσσάρων προέδρων της "συμπολιτείας" των. Ισως, κάποτε, ευτυχήσομε να ιδούμε στην Ελλάδα, σε περιοχήν τού Άθωνος, και εμείς σμιλευόμενη σε ορεινό τοπίο, την φαεινή πάντοτε μορφή του Αδελφού της Γοργόνας...
Βιβλιογραφία
1. Πλίνιος, "Ιστορίαι"
2. Βιτρούβιος, "Περί αρχιτεκτονικής"
3. Ζοζεφ Ποντέν, "Αρχιτεκτονική Ανυλοποίητος"
http://www.tetraktys.org/
http://www.deinokratis.gr/istorika-deinokrath.html
–> Dictionary of the Artists of Antiquity: Architects, Carvers, Engravers, Modellers, Painters, Sculptors, Statuaries, and Workers in Bronze, Gold, Ivory, and Silver, with Three Chronological Tables. Julius Sillig, Pliny (the Elder.), 1836, σελ 53.
–> DINOCRATES’ PROJECT. «Scientific American Supplement», No. 488, May 9, 1885, Various. http://www.gutenberg.org/files/27662/27662-h/27662-h.htm#art13
–> «DISCOURSES ON THE FIRST DECADE OF TITUS LIVIUS BY NICCOLO MACHIAVELLI», CHAPTER I.—Of the Beginnings of Cities in general, and in particular of that of Rome. FLORENCE, May 17, 1883. http://www.gutenberg.org/cache/epub/10827/pg10827.html
–> Ruins of Ancient Cities Vol. I, Charles Bucke, σελ. 25 http://www.gutenberg.org/files/40860/40860-h/40860-h.htm#Page_25
–> Greek Sculpture, Nigel Spivey, Cambridge University Press, N.Y., σελ. 218
–> Vitruvius: Writing the Body of Architecture, Indra Kagis McEwen, MIT Press, 2003, σελ. 95-98.
–> http://el.wikisource.org/
–> http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=100&artid=184369
–> William Smith. A Dictionary of Greek and Roman biography and mythology. London. John Murray: printed by Spottiswoode and Co., New-Street Square and Parliament Street.
–> http://www.lookandlearn.com/history-images/XM10131488/Dinocrates-Project
–> http://www.writeopinions.com/dinocrates
–> http://theworldofalexanderthegreat.wordpress.com/2012/07/13/hephaestions-death-and-funeral/
–> DINOCRATES’ PROJECT. «Scientific American Supplement», No. 488, May 9, 1885, Various. http://www.gutenberg.org/files/27662/27662-h/27662-h.htm#art13
–> «DISCOURSES ON THE FIRST DECADE OF TITUS LIVIUS BY NICCOLO MACHIAVELLI», CHAPTER I.—Of the Beginnings of Cities in general, and in particular of that of Rome. FLORENCE, May 17, 1883. http://www.gutenberg.org/cache/epub/10827/pg10827.html
–> Ruins of Ancient Cities Vol. I, Charles Bucke, σελ. 25 http://www.gutenberg.org/files/40860/40860-h/40860-h.htm#Page_25
–> Greek Sculpture, Nigel Spivey, Cambridge University Press, N.Y., σελ. 218
–> Vitruvius: Writing the Body of Architecture, Indra Kagis McEwen, MIT Press, 2003, σελ. 95-98.
–> http://el.wikisource.org/
–> http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=100&artid=184369
–> William Smith. A Dictionary of Greek and Roman biography and mythology. London. John Murray: printed by Spottiswoode and Co., New-Street Square and Parliament Street.
–> http://www.lookandlearn.com/history-images/XM10131488/Dinocrates-Project
–> http://www.writeopinions.com/dinocrates
–> http://theworldofalexanderthegreat.wordpress.com/2012/07/13/hephaestions-death-and-funeral/
Scholeio.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου