αυτό, τον αριθμό τους και τη ρίζα τους. Ήταν οι πρώτοι που πήραν την Αγγλία, που τότε ήταν γνωστή ως Αλβιών'', γράφει ο διάσημος Τζέφρι του Μόνμαουθ*, στην ιστορία των βασιλέων της Βρετανίας και συνεχίζει... ''Ακουσε με προσοχή την ιστορία ολόκληρη των γιγάντων, ακριβώς όπως την άκουσα από έναν σοφό άνθρωπο, που ήταν καλά ενημερωμένος στις γραφές για τις περιπέτειες των παλιών καιρών εκείνων.
''Τρεις χιλιάδες εννιακόσιους και εβδομήντα χρόνους μετά την χτίση του κόσμου ζούσε ένας
ισχυρός βασιλέας στην Ελλάδα, που ήταν τόσο γενναίος, ευγενής και περήφανος που ξεπέρασε όλους τους άλλους βασιλιάδες. Είχε μια όμορφη καλοαναθρεμμένη βασίλισσα με την οποία ανέστησε τριάντα θυγατέρες. Όλοι τις είχαν για πανέμορφες και όλες μεγαλώνανε μαζί.
Ο πατέρας και η μητέρα ήταν ψηλοί και τα παιδιά τους αναπτύχθηκαν όπως και εκείνοι. Δεν
μπορώ να σας πω τα ονόματα τους εκτός από εκείνο της μεγαλύτερης, μιας πανύψηλης και
πανέμορφης κόρης που την έλεγαν Αλβίνα. Μόλις φτάσανε στη ηλικία της παντρειάς ο βασιλιάς και η βασίλισσα τις πάντρεψαν με βασιλιάδες σπουδαίους και τρανούς...
μπορώ να σας πω τα ονόματα τους εκτός από εκείνο της μεγαλύτερης, μιας πανύψηλης και
πανέμορφης κόρης που την έλεγαν Αλβίνα. Μόλις φτάσανε στη ηλικία της παντρειάς ο βασιλιάς και η βασίλισσα τις πάντρεψαν με βασιλιάδες σπουδαίους και τρανούς...
Αλλά αν και καθεμιά τους πήρε έναν βασιλιά και ήταν βασίλισσα με κάθε δικαίωμα, από υπερηφάνεια αλλά και χαρακτήρα κατέστρωσαν ένα μεγάλο έγκλημα. Δεν πίστευαν ότι κάτι ήταν δυνατό να φανερωθεί από τους σχεδιασμούς τους, έτσι μαζεύτηκαν όλες μαζί και έκαναν μυστικό συμβούλιο. Και συμφωνήσαν μεταξύ τους ότι καμιά από αυτές δεν θα υπαγόταν στην εξουσία άλλου, ακόμα και αν αυτός ήταν ο κύριος τους ή γείτονας ή συγγενής ή κάθε άλλος αφέντης: "Αλλά να που οι άντρες μας ολημερίς μας κρατάνε σε υποταγή και μας κυβερνούν όπως τους ευχαριστεί".
Γιατί ήταν θυγατέρες ενός μεγάλου βασιλιά και δεν είχαν ποτέ υποταχτεί σε κάποιον, ούτε και επιθυμούσαν, ούτε και ήθελαν να έχουν κάποιον για αφέντη και δεν ήθελαν σε τίποτα κανείς να τις υποχρεώνει. Και μάλλον προτιμούσαν να κυβερνούν αυτές τους άντρες τους και ό,τι εκείνοι κατείχαν.
Η ιδέα ότι κανείς ποτέ δεν θα μπορούσε πια να τις διατάξει έφερε χαρά σε όλες και καθώς
δεν ήθελαν να κάνουν καθώς τις ορμηνεύανε οι άντρες τους και να τους υπακούνε και να τους εκτελούν όλα τους τα βίτσια, έκαναν συμφωνία και ορκίστηκαν σε όρκο τρομερό, η καθεμιά της να δολοφονήσει τον Ίδιο της τον άντρα, την ίδια μέρα που αυτός θα ερχότανε σε αυτήν με ιδιωτικές προθέσεις και την αγκάλιαζε και αναζητούσε το ιδιαίτερο δωμάτιο...
Γιατί ήταν θυγατέρες ενός μεγάλου βασιλιά και δεν είχαν ποτέ υποταχτεί σε κάποιον, ούτε και επιθυμούσαν, ούτε και ήθελαν να έχουν κάποιον για αφέντη και δεν ήθελαν σε τίποτα κανείς να τις υποχρεώνει. Και μάλλον προτιμούσαν να κυβερνούν αυτές τους άντρες τους και ό,τι εκείνοι κατείχαν.
Η ιδέα ότι κανείς ποτέ δεν θα μπορούσε πια να τις διατάξει έφερε χαρά σε όλες και καθώς
δεν ήθελαν να κάνουν καθώς τις ορμηνεύανε οι άντρες τους και να τους υπακούνε και να τους εκτελούν όλα τους τα βίτσια, έκαναν συμφωνία και ορκίστηκαν σε όρκο τρομερό, η καθεμιά της να δολοφονήσει τον Ίδιο της τον άντρα, την ίδια μέρα που αυτός θα ερχότανε σε αυτήν με ιδιωτικές προθέσεις και την αγκάλιαζε και αναζητούσε το ιδιαίτερο δωμάτιο...
Βάλανε μια ημερομηνία για να κάνουν αυτό που σκέφτηκαν και όλες συμφώνησαν, εκτός από την νεότερη· αυτή δεν ήθελε να κάνει κακό στον κύριο της αφού τον αγαπούσε βαθιά από καρδιάς. Και μόλις το συμβούλιο ολοκληρώθηκε, όλες γυρίσανε στις διάφορες χώρες τους. Η συνωμοσία όμως δεν ευχαριστούσε τη νεότερη από όλες γιατί αγάπησε τον κύριο της...»
Κι έτσι από την αδυναμία της νεαρότερης κόρης εξαρθρώθηκε αυτή η φεμινιστική
συνωμοσία και οι πρωτόγονες εκείνες σουφραζέτες συνελήφθησαν από τους άντρες τους και οδηγήθηκαν σιδηροδέσμιες στον εξαγριωμένο πατέρα τους. Βρέθηκαν έτσι αντιμέτωπες με τους δικαστές τους, κλεισμένες σε μία φυλακή:
«Αλλά οι δικαστές ήσαν σοφοί. Επειδή οι κατηγορούμενες έρχονταν από ευγενική γέννα και
οι δικαστές δεν επιθύμησαν να δυσφημίσουν και να ντροπιάσουν τις οικογένειες της μητέρας τους και του πατέρα τους, ο οποίος βασίλευε σε ένα τόσο μεγάλο βασίλειο, ούτε κι ήθελαν να ντροπιάσουν τις οικογένειες των κυρίων των πλούσιων γαιών που εκείνες είχαν παντρευτεί.
συνωμοσία και οι πρωτόγονες εκείνες σουφραζέτες συνελήφθησαν από τους άντρες τους και οδηγήθηκαν σιδηροδέσμιες στον εξαγριωμένο πατέρα τους. Βρέθηκαν έτσι αντιμέτωπες με τους δικαστές τους, κλεισμένες σε μία φυλακή:
«Αλλά οι δικαστές ήσαν σοφοί. Επειδή οι κατηγορούμενες έρχονταν από ευγενική γέννα και
οι δικαστές δεν επιθύμησαν να δυσφημίσουν και να ντροπιάσουν τις οικογένειες της μητέρας τους και του πατέρα τους, ο οποίος βασίλευε σε ένα τόσο μεγάλο βασίλειο, ούτε κι ήθελαν να ντροπιάσουν τις οικογένειες των κυρίων των πλούσιων γαιών που εκείνες είχαν παντρευτεί.
Έτσι δεν τις καταδικάζουν σε θάνατο αλλά διατάζουν αντί γι' αυτό, ότι θα έπρεπε να εξοριστούν από τη χώρα της γέννησης του δια παντός χωρίς καμία ελπίδα επιστροφής».
Τις οδήγησαν έτσι στο λιμάνι και τις κλείδωσαν μέσα σε ένα καράβι χωρίς προσωπικό και τρόφιμα. Οι αδελφές έκλαιγαν πικρά και ικέτευαν για έλεος, αλλά κανείς δεν ένιωσε γι αυτές, αφού θεωρήθηκαν τρομερές γυναίκες που θα έφταναν να κάνουν τέτοιο ανόσιο έγκλημα. Έτσι, παρασυρμένες στην τύχη από τον άνεμο και τις θύελλες που σηκώθηκαν, και πεινώντας τρομερά, αφού δεν είχαν τίποτα να φάνε, από κάποια παράξενη εύνοια της μοίρας, μια παλίρροια τις έβγαλε σε μια γη γεμάτη φρούτα και χόρτα.
Πρώτη αποβιβάστηκε η Αλβίνα, γι' αυτό και η γη εκείνη ονομάστηκε Αλβιών. Έφαγαν τα
χορταρικά και τα φρούτα που βρήκαν σε αφθονία -καρύδια, κάστανα, σόρβα, αχλάδια, μήλα- κι ύστερα θυμήθηκαν τις παλιές τους τέχνες και επειδή δεν είχαν όπλα, έστησαν παγίδες και έπιασαν ζώα και έφαγαν.
Στη γη αυτή δεν κατοικούσε κανείς άνθρωπος, όμως σ' αυτές τις γυναίκες ξύπνησε μια ξέφρενη σεξουαλική επιθυμία και αυτή την επιθυμία εκμεταλλεύθηκαν οι Ινκούμπι, κάποιες δαιμονικές οντότητες που πήραν τη μορφή του άνδρα, κοιμήθηκαν μαζί τους και μετά χάθηκαν. Οι γυναίκες γέννησαν γιους από αυτά τα αιθερικά όντα και επειδή δεν υπήρχαν άλλες γυναίκες στο νησί, κοιμήθηκαν με τα ίδια τους τα παιδιά και γέννησαν κορίτσια και αγόρια. Έτσι, από αυτές τις ανίερες ενώσεις, γεννήθηκε το γένος των γιγάντων.
Και αυτοί οι πανύψηλοι άνθρωποι παρέμειναν στην Αλβιώνα και κυρίως επάνω στα βουνά.
«Αυτή η ράτσα κράτησε τη γη μέχρις ότου ήρθαν οι Βρετανοί, και αυτό έγινε 1.136 χρόνια
πριν ο Κύριος μας γεννηθεί, είμαι σίγουρος γι' αυτό».
Έτσι λέει ο Μονμάουθ, ο οποίος ισχυρίζεται ότι οι Βρετανοί πήραν το όνομα τους από τον
αρχηγό τους τον Βρούτο και οι οποίοι ήσαν Τρώες που έφυγαν από την κατεστραμμένη
Τροία και ήρθαν στο νησί 260 χρόνια μετά την Αλβίνα. Ο Βρούτος έσφαξε όλους τους
γίγαντες εκτός από τον αρχηγό τους, τον Γωγμαγώγ, ο οποίος και διηγήθηκε την ιστορία με
λεπτομέρειες και ο Βρούτος την κατέγραψε.
Σύμφωνα λοιπόν με τις κελτοβρετανικές παραδόσεις, ενώ στην Ιρλανδία και στη Σκωτία
εγκαθίστανται Έλληνες που είναι πρόγονοι των Ιρλανδών και των Σκώτων, στη Βρετανία
εγκαθίστανται Τρώες, οι οποίοι αποδιώχνουν τους απόγονους των Ελληνίδων που ζούσαν
εκεί. Έτσι λοιπόν, φαίνεται ότι οι Τρώες μετά την καταστροφή της Τροίας, αποίκισαν την
Έγεστα είναι οι πρόγονοι των Ελύμων) στη Σικελία, τη Ρώμη με τον Αινεία και τη Βρετανία
με τον Βρούτο.
Όσο για τους Έλληνες, ο Γαίθηλος, η Αιγύπτια γυναίκα του, Σκώτα και ο γιος τους, Βηρ,
ζουν ακόμα στα ονόματα των Κελτών των βρετανικών νησιών. Από τον Γαίθηλο, κρατάει το
όνομα Γκάελ-Γαελικός που έχουν όλοι οι Κέλτες της Βρετανίας (ακόμα και η γλώσσα τους
λέγεται γαελικά). Από τη Σκώτα κρατάει το όνομα της Σκωτίας και από τον Ίβηρα κρατάει το
άλλο όνομα της Ιρλανδίας, Υβέρνια...
_____________________________
Γιώργος Αλεξάνδρου, Τρίτο μάτι 2003
* Ο Τζέφρεϊ (Γοδεφρείδος) του Μονμάουθ Geoffrey of Monmouth, Ουαλός επίσκοπος -1090-1155. Λίγα είναι γνωστά για τη ζωή του. Φαίνεται πως γεννήθηκε κοντά στην πόλη Μονμάουθ και σύμφωνα με μαρτυρίες καταγραμμένες στο ίδιο του το έργο γνώριζε καλά τη ΝΑ Ουαλία και πρέπει να είχε επισκεφθεί τη Βρετάνη. Αυγουστινιανός στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης ορίστηκε επίσκοπος του Αγ. Ασάφ, θέση την οποία πιθανώς ποτέ δεν ανέλαβε.
Συγγραφέας του λατινικού Historia Regum Britanniae (Ιστορία των Βασιλέων της Βρετανίας 1136), στο οποίο μετέφερε τους μύθους του αρθουριανού κύκλου καθώς και αρκετές ουαλόφωνες αφηγήσεις.
Η φαντασία του συγγραφέα κατέστησε το Historia Regum Britanniae ένα αξιόλογο μείγμα ιστορικών γεγονότων, μύθων και επινοήσεων, καθιερώνοντας τον Τζέφρεϊ ως τον πρώτο Άγγλο αφηγηματογράφο. Ο Τζέφρεϊ αφηγείται την υποτιθέμενη βρετανική ιστορία από τον πρώτο Βασιλιά της Βρετανίας τον Βρούτο ο οποίος ήτανε απόγονος του Τρώα ήρωα Αινεία, την σύλληψη του Ιησού, τις εισβολές του Ιούλιου Καίσαρα αλλά και την βασιλεία του Αρθούρου.
Παρόλο που αντλεί τις πηγές του από εγνωσμένες πηγές όπως ο Βέδας (αρχές του 8ου αι.) και το Historia Brittonum (9ος αι.) και άλλες Ουαλικές, ο Τζέφρεϊ ισχυρίστηκε πως ένα μεγάλο τμήμα του έργου του βασίστηκε σε ένα αρχαιότερο βιβλίο που του δόθηκε από τον Γουόλτερ Καλένιους (Walter Calenius), ο οποίος ωστόσο δεν αναφέρεται σε κανέναν άλλο σύγχρονό του χρονικογράφο.
Το Historia παρουσιάζει τον Αρθούρο ως ρομαντικό ήρωα, παρά την έλλειψη ενδιαφέροντος εκ μέρους του Τζέφρεϊ για το ζήτημα της αυλικής αγάπης. Στα κείμενά του πλην του Αρθρούρου ο Μέρλιν μεταπλάθεται ως δραματικός χαρακτήρας. Πολλά χρόνια αργότερα ιστορικοί τον κατέγραψαν σαν ψευδοιστορικό.
ελληνικά σημαίνει θάλασσα και διατηρήθηκε αυτούσια σε αυτή την περίπτωση.
Scholeio.com