Η μυθική Υπερβόρεια
Οι μύθοι με τους οποίους ανατράφηκαν αμέτρητες γενεές αρχαίων Ελλήνων: Η «Γη της Επαγγελίας» για τον ελληνικό πολιτισμό βρισκόταν κάπου στον μακρινό Βορρά, πέρα από τις περιοχές από τις οποίες, σύμφωνα με τον...
Ηρόδοτο, τους έρχονταν οι ψυχροί άνεμοι τον χειμώνα και ήταν ένας τόπος όπου οι άνθρωποι ζούσαν σε πλήρη αρμονία μεταξύ τους και με τη φύση, απρόσβλητοι από το γήρας ή τις ασθένειες. Επρόκειτο για τη χώρα όπου ο Απόλλωνας περνούσε τους ψυχρούς χειμερινούς μήνες, απολαμβάνοντας τη λατρεία των σοφών κατοίκων της. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που είχαν την τιμή να επισκεφτούν την Υπερβόρεια, ανάμεσα στους οποίους βρίσκουμε τα ονόματα του Περσέα (καθοδηγούμενος από την Αθηνά) και του Ηρακλή (εκεί βρίσκονταν τα Μήλα των Εσπερίδων).
Σε διάφορες προφορικές παραδόσεις βρίσκουμε την αναφορά των Δηλίων ότι οι Υπερβόρειοι έστελναν κατά το παρελθόν τους πρώτους τους καρπούς στο ιερό νησί του Απόλλωνα, με τη συνοδεία πομπής δύο νεαρών παρθένων, της Υπέροχης και της Λαοδίκης, και πέντε ανδρών. Μάλιστα, την εποχή, λοιπόν, που ο Ηρόδοτος συνέγραφε τα πολύτιμα ιστορικά και λαογραφικά του κείμενα, οι προσφορές των Υπερβορείων εξακολουθούσαν να μεταφέρονται από τους Σκύθες έως τη Δωδώνη και από εκεί κατέληγαν στη Δήλο, με ενδιάμεσους σταθμούς την Εύβοια, την Άνδρο και την Τήνο.
Στις ωδές του Πινδάρου και συγκεκριμένα από τα Ίσθμια (ωδή 6), βρίσκουμε μία άλλη σημαντική πληροφορία για τη χώρα των Υπερβορείων προσδιορίζοντας τη θέση της να βρίσκεται στο τέλος του Γνωστού Κόσμου.
Ιδιάν τινά Διάλεκτον
Ο Διόδωρος ο Σικελός (2.47.5) αναφέρει ότι «έχειν δε τους Υπερβορείους ιδίαν τινά διάλεκτον» (έχουν κάποια δική τους διάλεκτο). Στη συνέχεια του κειμένου, ο ίδιος συγγραφέας παραθέτει ότι «προς τους Έλληνας οικειότατα διαχέεσθαι, καί μάλιστα προς τους Αθηναίους καί τους Δηλίους, εκ παλαιών χρόνων» (αισθάνονται από παλαιότερες εποχές πολύ οικείους τους Έλληνες, ιδίως τους Αθηναίους και τους Δηλίους), για να καταλήξει στη συνέχεια ότι αφιερώνουν (στον Απόλλωνα;) «αναθήματα πολυτελή, γράμμασιν Έλληνικοίς έπιγεγραμμένα».
Ύστερα από τα παραπάνω, είναι δυνατόν να διατυπωθεί με ασφάλεια η υπόθεση ότι οι σοφοί, αλλά και ικανότατοι μάγοι, Υπερβόρειοι είναι ένα γένος, εάν όχι αμιγώς ελληνικό, σίγουρα συγγενικό προς την Ελλάδα και τους Έλληνες που έκαναν χρήση του ελληνικού αλφαβήτου στα ιερά τους αναθήματα.
Ενδεικτικός ως προς τα παραπάνω είναι ο διάλογος Φιλοψευδής ή Απιστιών του «παραμυθά» Λουκιανού (έργο από το οποίο ο Ντίσνεϋ εντέχνως «δανείστηκε» και την υπόθεση της περίφημης Φαντασίας του) σχετικά με έναν Υπερβόρειο, ο οποίος είχε επισκεφθεί την Ελλάδα πετώντας και άφησε τους πάντες άφωνους πραγματοποιώντας διάφορα «θαύματα». Στο κείμενο αναφέρεται ότι περπατούσε στο νερό ή στον αέρα, περνούσε μέσα από τη φωτιά χωρίς να καίγεται, καλούσε δαίμονες και νεκρούς, είχε δημιουργήσει έναν αγγελιοφόρο από πηλό κ.λπ.
Η ιστορία του Λουκιανού εικάζεται ότι είχε ως αφετηρία ένα μάλλον πραγματικό -καθώς μνημονεύεται από πληθώρα αρχαίων συγγραφέων- περιστατικό, που δεν είναι άλλο από την επίσκεψη στην Ελλάδα του θρυλικού Υπερβορείου, Άβαρη (Άβαρις).
Ο Αβάρις ήταν ένας ιερέας του Απόλλωνα, για τον οποίο ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι είχε κάνει τον γύρο του κόσμου πετώντας με το βέλος του Απόλλωνα και χωρίς να τρώει (4.36) ενώ, σύμφωνα με τη βιογραφία του Πυθαγόρα από τον Ιάμβλιχο, ήταν δάσκαλος του μεγάλου Έλληνα σοφού, με τον οποίο και εμφανίστηκε στην αυλή του τυράννου της Σικελίας, και είχε «καθαρίσει» τη Σπάρτη και την Κνωσσό από επιδημίες. Τέλος, σύμφωνα με τον Παυσανία (9.10), σε αυτόν ήταν αφιερωμένος ένας ναός στην Σπάρτη.
Εάν δεχτούμε ως αληθείς τους ισχυρισμούς του Ιαμβλίχου, του Ηροδότου και του Πινδάρου, οι Υπερβόρειοι, εκτός από ευσεβείς και σεμνοί, θα πρέπει να ήταν ιδιαίτερα εξελιγμένοι και εγκεφαλικά/πνευματικά, σε σημείο ώστε να έχουν υπερβεί την ύλη - αυτό, τουλάχιστον, καταδεικνύουν οι μαρτυρίες ότι ήταν απρόσβλητοι από το γήρας και τις ασθένειες, ότι είχαν σε υψηλή εκτίμηση τις τέχνες και ότι ζούσαν σε απόλυτη κοινωνική αρμονία.
Πού βρισκόταν η Υπερβόρεια;
Οι μάλλον ασαφείς και συχνά αντιφατικές πληροφορίες της αρχαίας ελληνικής βιβλιογραφίας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η άγνωστη χώρα θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε στον μακρινό Βορρά, στα «πέρατα της Γης» για τον ελληνικό προκλασικό κόσμο. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ανάλυση του ζητήματος των Υπερβορείων θα μας αποκάλυπτε ότι οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς δεν αποτελούν τη μοναδική διαθέσιμη πηγή πληροφόρησης αναφορικά με τον εξελιγμένο αυτόν πολιτισμό.
Ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος ο Ρωμαίος συγγραφέας, το 77 π.Χ., συνέγραψε ένα εντυπωσιακό πολύτομο έργο, την περίφημη Naturalis Historia (Φυσική Ιστορία), χρησιμοποιώντας, όπως ο ίδιος αναφέρει στον πρόλογο του έργου, ως πηγές περίπου 20.000 πληροφορίες και ιστορικά γεγονότα, από 2.000 βιβλία 100 επίλεκτων συγγραφέων! Δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πηγών του Ρωμαίου «σοφού» προέρχεται από Έλληνες συγγραφείς, δεν είναι δύσκολο να συμπεράνουμε ότι σκοπός του φιλόδοξου αυτού εγχειρήματος ήταν η συγκέντρωση σε ένα ενιαίο έργο ολόκληρου του σώματος της γνώσης του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Στις συγκεκριμένες ενότητες βρίσκουμε και τα ακόλουθα (4.26):
«Πέρα από τον Aquilon, (Βόρειο Άνεμο) μπορεί κανείς να βρει έναν ευλογημένο λαό, τα μέλη του οποίου αποκαλούνται, σύμφωνα με την παράδοση, Υπερβόρειοι. Οι άνθρωποι αυτοί φτάνουν σε απίστευτη ηλικία. Πολλά θαυμαστά αναφέρονται για αυτό το έθνος. ...
Η χώρα είναι λουσμένη στο φως του Ηλίου και απολαμβάνει ευχάριστη θερμοκρασία. Η δυσαρμονία εκεί είναι άγνωστη και το ίδιο συμβαίνει με την ασθένεια. Οι άνθρωποι εκεί δεν πεθαίνουν, παρά μόνο από την 'κόπωση' της ζωής. Μετά από ένα εορταστικό δείπνο, όποιος επιθυμεί να πεθάνει, χορτασμένος από τις χαρές της ζωής σε μεγάλη ηλικία, πηδάει στη θάλασσα από έναν απόκρυμνο βράχο. Έτσι είναι γι' αυτούς ο πιο ευτυχισμένος τρόπος να ζει κανείς. Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ύπαρξη αυτής της χώρας, η οποία περιγράφεται από πολλές αυθεντίες».
Εδώ, ωστόσο, υπάρχει μια αξιοσημείωτη λεπτομέρεια: Η πληροφορία ότι η επικράτεια των Υπερβορείων περιλαμβάνει τα «όρια της πορείας των άστρων» έρχεται να προστεθεί στο «σχόλιο» του Πινδάρου ότι είναι αδύνατο να επισκεφθεί κανείς τη μυστηριώδη χώρα από στεριάς ή θαλάσσης κ.α., θίγοντας και το ενδεχόμενο η μυθική Υπερβόρεια να μη βρίσκεται καν στον πλανήτη μας.
Επιστρέφοντας τώρα στο απόσπασμα του Πλινίου, όσο κι αν ψάξει κανείς στην αρχαία βιβλιογραφία, πολύ δύσκολα θα βρει μία πληρέστερη περιγραφή σχετικά με την αινιγματική χώρα και τους κατοίκους της. Σύμφωνα με την επίσημη βιβλιογραφία, το όνομα Aquilon αναφέρεται στον Βόρειο Άνεμο, ακολουθώντας την ελληνική παράδοση.
Όταν ο Αινείας μετά την άλωση της Τροίας, διέφυγε στην Ιταλία. Ο εγγονός
του ο Βρούτος, σε ηλικία 15 ετών, αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την χώρα
στην οποία είχε γεννηθεί, και ηγούμενος με 3.000 νεαρούς Τρώες, ξεκίνησε
να βρεί την τύχη του.
Στην εκστρατεία του αυτή τον ακολούθησαν και οι
Έλληνες της κρητικής αποικίας της Καλαβρίας [περιοχή της νοτίου
Ιταλίας], με ηγέτη τον Τεύκρο.
Μετά από πολλές περιπέτειες αποφάσισε να αποικήσει την μεγάλη Λευκή νήσο της Βορείου θαλάσσης, όπως ονομάζετο τότε η Βρεττανία.
Έφθασαν
εκεί αφού εξερχόμενοι από τις Ηράκλειες στήλες ταξίδεψαν δυτικά,
συναντώντες 4 τρωϊκές αποικίες τις οποίες κυβερνούσε ο Τράνιος.
Έφθασαν στην Λευκή Νήσο, όπου και την ονόμασαν Βρουτανία, από το όνομα του Βρούτου, όπου ίδρυσαν μια πόλη και την ονόμασαν Νέα Τροία, η οποία είναι το σημερινό Λονδίνο.
Συμφώνως
με όσα αναφέρει ο Όμηρος στην «Ιλιάδα», οι Τρώες μαζί με τους Κρήτες
θεωρούνται οι αποικιστές της Βρεττανίας [παραφθορά του Βρουτανία ;],
αλλά και οι ιδρυτές του πρώτου πολιτισμού στην Λευκή Νήσο. [Μυθιστορία, κεφάλαιο 5ο – Οι Κέλτες έχουν ελληνική καταγωγή, σελίδες 51-58, Στέφανος Μυτιλιανίος, εκδόσεις Νέα Θέσις 2000]
* πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο του συγγραφέως Ομήρου Ερμείδη με τον τίτλο «Έλληνες ή Ελληνίζοντες χριστιανοί»
Στη
σωζώμενη αρχαιοελληνική βιβλιογραφία συναντάει κανείς πλήθος αναφορών
στη θρυλική χώρα -την μυθική Υπερβόρεια-, ο «απόηχος» των οποίων είναι
αισθητός και στους συγγραφείς των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων, χωρίς
όμως ποτέ οι αναφορές αυτές να γίνονται συγκεκριμένες, ενώ δεν λείπουν
και οι αντιφάσεις (κυρίως όσον αφορά στην ακριβή της τοποθεσία).
Το
γεγονός αυτό ώθησε τους περισσότερους μεταγενέστερους αναλυτές στην
εκτίμηση ότι επρόκειτο περισσότερο για μια ουτοπική, ιδανική κοινωνία,
ένα κοινωνικό «παράδειγμα προς μίμηση» για τους Έλληνες, παρά για έναν
υπαρκτό τόπο, τον οποίο θα μπορούσε κάποιος να ανακαλύψει και
να επισκεφτεί.
ΟΙ ΚΕΛΤΕΣ
Σε ολόκληρη τη διάρκεια της 2ης χιλιετίας π.Χ., οι πρόγονοι αυτών που σήμερα αποκαλούμε Κέλτες ήταν, σύμφωνα με την επίσημη τουλάχιστον εκδοχή, ένα από τα φύλα που κυριαρχούσαν στη μεγαλύτερη έκταση της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης. Ωστόσο, από τον 12ο αιώνα π.Χ. άρχισαν να συρρέουν στη συγκεκριμένη περιοχή, την οποία οι παραδόσεις τους ονόμαζαν γενέτειρά τους.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν ήταν οι ίδιοι οι αρχαίοι Κέλτες ή, έστω, οι μακρινοί τους πρόγονοι που δημιούργησαν τις μεγαλιθικές κατασκευές (καμία ένδειξη δεν καταδεικνύει κάτι τέτοιο), ωστόσο το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος λαός διασώζει κάποιες προφορικές παραδόσεις που αναφέρονται στην κατασκευή τους, επιτρέπει να εικάσουμε με σχετική βεβαιότηχα ότι σε κάποιο σημείο της ιστορικής τους διαδρομής ήρθαν σε επαφή με εκείνους - όποιοι κι αν ήταν αυτοί- που τα δημιούργησαν.
Από τον 8ο π.Χ. αιώνα, άρχισε από τους κατοίκους της Βρετάνης ο εποικισμός των πλούσιων σε πρώτες ύλες νησιών, που ακόμα και σήμερα αποκαλούμε Μεγάλη Βρετανία. Από ευρήματα στη Νότια Αγγλία (διακοσμητικά μοτίβα σε χειροτεχνήματα), οι ιστορικοί συμπεραίνουν ότι αρχικά αποβιβάστηκαν στη Νότια Αγγλία (περιοχή του Κεντ), από όπου σταδιακά μεταφέρθηκαν δυτικά, προς την πλούσια σε κοιτάσματα κασσίτερου περιοχή της Κορνουάλης.
Πολύ σύντομα, βρίσκουμε την επίδραση των Κελτών να έχει επεκταθεί και στις υπόλοιπες περιοχές των βρετανικών νήσων, όπως η Ιρλανδία, η Ουαλία και η Σκοτία - χωρίς οι ιστορικοί να αποκλείουν το ενδεχόμενο ο εποικισμός των υπολοίπων περιοχών να έγινε από άλλα, ανεξάρτητα μεταναστευτικά ρεύματα κατά τον 7ο αι. π.Χ. από τη Βρετάνη.
Ο εποικισμός αυτός των δυσπρόσιτων περιοχών των βρετανικών νήσων υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την επιβίωση και την ιστορική συνέχεια του συγκεκριμένου έθνους καθώς -σε αντίθεση με τους προχριστιανικούς Κέλτες της Βρετάνης που δέχθηκαν στη συνέχεια πλήθος πληθυσμιακών και πολιτισμικών-γλωσσικών επιδράσεων από άλλες εθνότητες (Νορμανδοί, Ρωμαίοι και διάφορα γερμανικά φύλα)- οι Κέλτες των απόμακρων περιοχών της Μεγάλης Βρετανίας απόλαυσαν για πολλούς ακόμα αιώνες, ακόμα και μετά τις εισβολές των Ρωμαίων και των Αγγλοσαξώνων, ως τη σύγχρονη εποχή, την πολιτισμική ασφάλεια που τους προσέφερε η γεωγραφική απομόνωση.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Leigh T. Denault, οι επιδράσεις της ύπαρξης και της ιστορικής συνέχειας του κελτικού πολιτισμού στις συγκεκριμένες περιοχές μπορούν να ανιχνευθούν με βεβαιότητα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 25 αιώνων. Στις περιοχές αυτές, οι ζωντανοί φορείς της πολιτισμικής κληρονομιάς, όπως π.χ. η γλώσσα και οι μυθολογικές παραδόσεις, διασφαλίζονται από «εξωγενείς επιδράσεις», επιτρέποντας τη μελέτη σε μεγαλύτερο βάθος, αλλά και την ανεύρεση εντυπωσιακών ομοιοτήτων με τον ελληνικό πολιτισμό.
Παρόλα αυτά, την ίδια περίπου εποχή που ο Πλίνιος συνέγραφε τα παραπάνω λόγια, Ρωμαίοι στρατιώτες αποκαλούσαν Aquilonia (1ος αι. π.Χ) μία μικρή πόλη στη Βρετάνη, τη βορειοδυτική «γωνία» της σημερινής Γαλλίας, δέκα περίπου χιλιόμετρα από τις εκβολές του ποταμού Odet στον Ατλαντικό.
Η κελτική γλώσσα
Το 1892 κυκλοφόρησε στην Αγγλία μία εξαιρετικής σπουδαιότητας μελέτη, από αυτές που πολύ σπάνια βλέπουν το φως της δημοσιότητας, πάνω στις κέλτικες διαλέκτους. Η μελέτη έφερε τον τίτλο The Kelt or Gael* και είχε γραφτεί από τον ερασιτέχνη γλωσσολόγο Τ. De Courcy Atkins, νομικό, πτυχιούχο του πανεπιστημίου του Λονδίνου.
Η πρωτοποριακή αυτή μελέτη κατέληγε στη διαπίστωση ότι η επαφή των δύο πολιτισμών είχε γίνει απευθείας, χωρίς δηλαδή, όπως πιστευόταν, την πολιτισμική διαμεσολάβηση των Ρωμαίων.
Σε υποστήριξη των απόψεων του, παρέθετε πλήθος ελληνικών λέξεων, που χρησιμοποιούνταν σχεδόν αυτούσιες στις διάφορες τοπικές διαλέκτους των Κελτών της Μεγάλης Βρετανίας, οι οποίες ωστόσο δεν απαντούνταν στα Αγγλικά ή τα Λατινικά. Από όλες τις κελτικές διαλέκτους, η πλησιέστερη στην Ελληνική ήταν η, Ουαλική διάλεκτος (σύμφωνα με μία εκδοχή, το μυθικό Άβαλον βρισκόταν στην Ουαλία και συγκεκριμένα στο νησί Anglesey).
Ο συγγραφέας παραθέτει μάλιστα έναν εκτενή αλφαβητικό κατάλογο με λέξεις στα Ελληνικά, τα Αγγλικά και τα Ουαλικά (π.χ. το «αγγείον» ονομάζεται «vessel» στα αγγλικά, ωστόσο στην ουαλικη διάλεκτο αποκαλείται «angeian»!).
Αν και όλα τα συμπεράσματα του Atkins δεν είναι βάσιμα, ωστόσο το βιβλίο του παραμένει εξαιρετικά αξιόλογο, απλά και μόνο γιατί αποτελεί άριστη πηγή πληροφοριών για την σχέση της αρχαίας ελληνικής γλωσσάς και των αρχαίων κελτικών διαλέκτων.
Ο αποκαλυπτικός ερευνητής τονίζει μάλιστα στον επίλογο του έργου του την ανάγκη να γίνουν περαιτέρω συγκριτικές γλωσσολογικές μελέτες ανάμεσα στην ελληνική γλώσσα και τις διαλέκτους αυτές.
Αν συνδυάσουμε τις αρχαίες αναφορές για τους Υπερβόρειους, τις Σκοτικές παραδόσεις για αρχαιοελληνική καταγωγή των Σκοτσέζων, αλλά και τους κελτικούς μύθους περί καταγωγής των προγόνων του μυθικού βασιλιά Αρθούρου από τους αρχαίους Τρώες, καταλήγουμε ότι όντως η σχέση Ελλήνων και Κελτών είναι πολύ πιο σημαντική απ' ό,τι πιστεύεται επίσημα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Τρωικός Πόλεμος ήταν ουσιαστικά μία εμφύλια σύρραξή, καθώς Αχαιοί και Τρώες μοιράζονταν την ίδια γλώσσα, θεούς, παραδόσεις κ.α. Η πληροφορία για την ελληνική καταγωγή του Αρθούρου απαντάται στο ουαλικό ποίημα του του 15ου αιώνα Wedding of Sir Gawain and Dame Ragnelle.
Δυστυχώς, από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, η «πολυπόθητη» συγκριτική μελέτη των κελτικών διαλέκτων με την ελληνική γλώσσα, η οποία είναι βέβαιο ότι θα έδινε πλήθος αποκαλυπτικών πληροφοριών, όπως π.χ. σε ποια ακριβώς χρονική περίοδο έγινε η πρώτη επαφή των δύο πολιτισμών, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Το παζλ της άγνωστης Ελληνικής Αρχαιότητας
Είναι αλήθεια ότι αυτά που αγνοούμε υπερβαίνουν κατά πολύ αυτά που γνωρίζουμε (ή νομίζουμε ότι γνωρίζουμε) στο τεράστιο κεφάλαιο που ονομάζεται Απώτερη Ελληνική, Αρχαιότητα. Και πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι μια λεπτομερής εξέταση του ζητήματος θα μας αποκάλυπτε και άλλα σημαντικά ευρήματα, τη σπουδαιότητα των οποίων ενδέχεται αυτή τη στιγμή να μη διανοούμαστε.
Ενδεικτικά μόνο, αξίζει να αναφέρουμε ότι σε ιστοσελίδες ερευνητών από την Αγγλία γίνεται λόγος για την ανακάλυψη αγαλμάτων και απεικονίσεων του Απόλλωνα και άλλων ελληνικών θεοτήτων στη Μεγάλη Βρετανία -πληροφορίες που όμως δεν στάθηκε δυνατό να επιβεβαιωθούν- ενώ στον καθεδρικό ναό του Quimper της Βρετάνης (αρχαία Aquilonia) φυλάσσεται αγαλμάτιο της περίφημης Μαύρης Παρθένου, μιας μορφής που πιθανόν να συνδέεται με την παλαιότερη λατρεία στην περιοχή, της θεάς Κυβέλης (βλ. ΤΜ, τ. 134).
Η σύνδεση των Ελλήνων με τους Κέλτες είναι κατά πολύ βαθύτερη από ό,τι πιστεύουμε. Μια επίσκεψη στη Βρετάνη της Γαλλίας αποκαλύπτει ότι οι Κέλτες της Γαλλίας χορεύουν πιασμένοι από τα χέρια χορούς κυκλικούς, σχεδόν πανομοιότυπους με τους ελληνικούς, με συγκεκριμένους βηματισμούς και σε μουσικές φόρμες που είναι πολύ γνώριμες στο αυτί των Ελλήνων, ενώ οι παραδοσιακές τους ενδυμασίες θυμίζουν έντονα αυτές της Μακεδονίας.
Τέτοιου είδους «ομοιότητες» δεν έχουν φυσικά περάσει απαρατήρητες από τους ίδιους τους σύγχρονους Κέλτες, κύκλοι των οποίων όμως, επιδίδονται εδώ και χρόνια σε μια ιδιόμορφη «προπαγάνδα», κάνοντας λόγο για μια άγνωστη ενιαία ιστορία στο πολύ μακρινό παρελθόν, που έλκει την καταγωγή της από χαμένες ηπείρους...
Με αυτόν τον τρόπο άλλωστε εξηγούν και την ύπαρξη ελληνικών λέξεων στο λεξιλόγιο τους.
Πρόκειται για την γνωστή «ινδοευρωπαϊκή» θεωρία; η οποία μιλά για μία αρχαιότατη κοινή γλώσσα που παρείχε τις κοινές ρίζες για τις λέξεις όλων των μετέπειτα ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.
Τα στοιχεία τα οποία εμπλέκουν στην κέλτικη μυθολογία, την τόσο άγνωστη στην Ελλάδα, είναι πέντε και θα μπορούσαμε να τα συνοψίσουμε στα παρακάτω:
α) Στην πρώιμη μυθολογία των κελτικών και πικτικών λαών που κατοικούσαν στα
βρετανικά νησιά και που έχει να κάνει με γίγαντες, δαίμονες, νεράιδες, στρίγγλες και
Δρυίδες.
β) Τους Έλληνες από τη... Σκυθία, αλλά και από την Αθήνα, τη Λακεδαιμόνια, τη
Μίλητο και τη... Λυδία, οι οποίοι κατά κύματα έφθασαν στα βρετανικά νησιά και
αποτέλεσαν τη βάση του πολιτισμού τους!
γ) Τις δέκα χαμένες φυλές του Ισραήλ, τον οίκο του Δαυίδ και τον Ιωσήφ της
Αριμαθαίας, οι οποίοι φέρνουν στη Βρετανία μια κρυφή ισραηλιτική παράδοση.
δ) Τους Ιρλανδούς μοναχούς, όπως οι άγιοι Μπρένταν, Κολούμπα, Νίνιαν κλπ, οι
οποίοι αναζητώντας την πνευματική τους ολοκλήρωση στα πιο απόμακρα νησιά του
Ατλαντικού ωκεανού έγιναν εξερευνητές του Αρκτικού Βορρά,
ε) Το πρόσωπο του Αγίου Ανδρέα του Πρωτόκλητου, ο οποίος μάλλον επισκέφθηκε
βορειότατο άκρο της Βρετανίας και μέσω των λειψάνων του που μεταφέρθηκαν από
την Πάτρα, έγινε ο προστάτης των Σκώτων.
Τα πρώτα μεγάλα κείμενα ή έπη που συνδέθηκαν με αυτές τις παραδόσεις στην
πραγματικότητα αποτέλεσαν μια επιτομή όλων των προηγούμενων παραδόσεων από
κάποιους συγγενείς, οι οποίοι είτε ήταν οι ίδιοι μοναχοί είτε υπήρξαν στενά
συνδεδεμένοι με την Εκκλησία.
Η καταγραφή των παραδόσεων αυτών έγινε στην αρχή του 9ου αι. και κράτησε μέχρι τα μέσα του 14ου αι., κατ' αρχήν στη λατινική γλώσσα και μετά στα αγγλοσαξωνικά. Θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε μια ματιά σε αυτές τις παραδόσεις οι οποίες ουσιαστικά είναι αυτές που στήριξαν τη γένεση της βρετανικής υπερεθνικής ταυτότητας. Εμείς βέβαια θα περιοριστούμε στο τμήμα που μας αφορά και δεν είναι άλλο από τις ελληνικές αναφορές στους βρετανικούς θρύλους.
__________________________________
Βιβλιογραφία
• Ηρόδοτος, «Μελπωμένη», τόμος 4, εκδ. Κάκτος, 1992
• Διόδωρος Σικελιώτης, «Βιβλίο Β», εκδ, Κάκτος, 1997
• Λουκιανός, «Φιλοψευδής ή Απιστιών», εκδ. Πατάκη, 1998
• Πίνδαρος, Βακχυλίδης, «Λυρικοί Ποιητές», τόμοι 2, 3, 4, 8, εκδ. Κάκτος, 2001, 2002
• Παυσα¬νίας, Απαντα, εκδ. Κάκτος, 1992
• Trevor Murphy, «Pliny the Elder's Natural History: The Empire in the Encyclopedia», εκδ, Oxford University Press, 2004
• Πυθαγόρας, «Προσωκρατικοί», τό¬μοι 4, 5, 6, εκδ. Κάκτος, 1999
• Στράβων, «Γεωγραφικά», τόμοι 4, 5, εκδ. Κάκτος, 1994
• Πλάτων, «Τίμαιος, Κριτίας», εκδ. Κάκτος, 1993
• Pierre Roland Giot, «Prehistory in Brittany», Editions d'Art, 1995
• Peter Berresford Ellis, «Celt and Greek: Celts in the Hellenic World», Trans-Atlantic Publications, 1996 • Brian M. Fagan, «The Little Ice Age: How Climate Made History», 1300-1850, εκδ. Basic Books, 2001
• Peter Berresford Ellis, «The Mammoth Book of Celtic Myths and Legends, Constable and Robinson», 2003
• T. De Courcy Atkins, «The Kelt or Gael», εκδ. Τ. Fisher Unwin, 1892
• Laura Knight Jadczyk, «the Grail Quest and the Destiny of Man, Part V», εκδ. Cassiopaea, 2004
• Fred Gettings, «Dictionary of Occult, Hermetic and Alchemical Sigils», εκδ. Viking Pr., 1981
• Umberto Eco, «Fouceault's Pendulum», εκδ. Ballantine Books, 1990
• Fulcanelli, «Le Mystere des Cathedrales», εκδ. Brotherhood of Life, 1997
• Boris de Zirkoff, «H.P.B. Collected Writings», εκδ. Quest Books, 1995
• Hutton, R., «The Pagan Religions of the Ancient British Isles: Their Nature and Legacy Blackwell», εκδ. Oxford, 1991
• Donald MacAulay, S. R. Anderson, J. Bresnan, and B. Comrie, «The Celtic Languages», εκδ. Cambridge University Press, 1993
• Durdin-Robertson, L., «Juno Covella: Perpetual Calendar of the Fellowship of Isis Cesara», εκδ. Enniscorthy, 1982
• John King, Kingdoms of the Celts: «A History and a Guide», εκδ. Sterling Publishing, 2000
• Ιωάν. Σταματάκου, «Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης», εκδ. Βιβλιοπρομηθευ-τικη, 2002.
•http://www.norwichmoot.paganearth.com/celticgods.htm •http://www.ngdc.noaa.gov/paleo/ctl/cliscilOk.html
• http://www.tylwythteg.com/dynionl.html
• http://www.bagadoo.tm.rr/kemper/histoire_E.html
__________________________________________
περιοδικό "Τρίτο Μάτι"
* Το ντοκυμαντέρ είναι του ΕΟΕ, του Ερευνητικού Οργανισμού Ελλήνων, η εισαγωγή του βιντεο είναι ίσως λίγο μεγάλη διαρκεί 5.30 περίπου, για όποιον θέλει να το τρέξει.
ΣΚΩΤΙΑ Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ -ΒΡΕΤΑΝΙΑ Η ΥΠΕΡΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΣ- from eoetv.vimeo on Vimeo.
Scholeio.com