Κατερίνα Καριζώνη
Το βιβλίο που δεν γράφτηκε ποτέ
το ξεφυλλίζει κάποιος μέσα μου τις νύχτες
ακούω το θρόισμα των απαλών σελίδων του
μυρίζω το άρωμα του μουχλιασμένου του χαρτιού
αφουγκράζομαι τον φλοίσβο της μελάνης
πίσω από τις γραμματοσειρές του.
Οι ιστορίες του αλλάζουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα
οι τόποι διαρρέουν
οι ήρωες αυτοκαταστρέφονται
κανείς δεν φτάνει στο τέλος του βιβλίου
ξεβράζονται στη πορεία και κυλούν
με τη μορφή ζεστών δακρύων από τα μάτια μου
με τη μορφή ιδεογραμμάτων που αχνίζουν στον αέρα.
Κάποιος καίει πότε-πότε
τα φύλλα του βιβλίου για να ζεσταθεί
καίει τα γκρίζα κύτταρα του εγκεφάλου μου
έξω λευκή σαν χιονοθύελλα η σιωπή του χαρτιού
μέσα η κόλαση των λέξεων.
Το βιβλίο που δεν γράφτηκε ποτέ
με περιμένει κάθε νύχτα
δίπλα στο ραγισμένο φως του πορτατίφ
πάνω στο σκεβρωμένο κομοδίνο
κάτω απ’ το δέρμα.
Τα πράγματα που δεν υπάρχουν
Τα πράγματα που δεν υπάρχουν
μας φωνάζουν συνεχώς
και οι φωνές τους σκεπάζουν
όλα τα άλλα που υπάρχουν.
Τα πράγματα που δεν υπάρχουν
ζουν μέσα στα δάκρυα
ξυπνούν τις νύχτες
ανάβουνε το φως
ξεφυλλίζουν βιβλία
ανοιγοκλείνουν τα παράθυρα
ρωτούν αδιάκοπα γιατί.
Εκείνο το φιλί που τότε αρνήθηκα,
το ραντεβού που κάποτε δεν πήγα
το ποίημα που δεν κάθισα να γράψω
το χέρι που όταν έπρεπε, δεν έδωσα
τα λόγια που ενώ θέλησα, δεν είπα
και τελικά είναι πιο πολλά
όσα δεν έγιναν
από τα πεπραγμένα της ζωής μας.
Τα πράγματα που δεν υπάρχουν
πολεμούν με αυτά που ακόμα υπάρχουν
και στο τέλος τα νικούν
γιατί πατρίδα τους είναι ο θάνατος
και εμείς τα τελευταία λάφυρα της μάχης
που παίρνουν επιστρέφοντας μαζί τους.
Τα παπούτσια
Παλιά λιωμένα απ’ τις πεζοπορίες
παπούτσια μου
που με οδηγείτε πάντα στους γκρεμούς
σε λάθος δρόμους που βγάζουν στο σκοτάδι
σε σπίτια που ερήμωσαν μες στις φωτογραφίες τους.
Άσπλαχνα, μπερδεμένα μέσα στην πολυκοσμία,
παπούτσια μου
φτιαγμένα μόνο για αποχωρισμούς
γι’ αυτούς που περιφέρονται δίχως ελπίδα
έξω απ’ τους χάρτες του καλοκαιριού.
Παπούτσια που δεν με πάτε πουθενά
παρά μονάχα σε πόλεις που απομακρύνονται
σε ανθρώπους που πεθαίνουν μόλις του αγγίζεις
σε έρωτες που σβήνουν πριν να γεννηθούν.
Κι όμως σας είχα φορέσει κάποτε
σε ηλιόλουστες μέρες
σε διαδρομές κοντά στα κάστρα
της παράκτιας πόλης
κι άλλοτε πλάι στη κηλίδα της θάλασσας
κάτω απ’ τον ουρανό
κάποιας εφήμερης αγάπης.
Παλιά, λιωμένα απ’ τις πεζοπορίες
παπούτσια μου
που ονειρευτήκατε ταξίδια.
Παλιά λιωμένα απ’ τις πεζοπορίες
παπούτσια μου
που με οδηγείτε πάντα στους γκρεμούς
σε λάθος δρόμους που βγάζουν στο σκοτάδι
σε σπίτια που ερήμωσαν μες στις φωτογραφίες τους.
Άσπλαχνα, μπερδεμένα μέσα στην πολυκοσμία,
παπούτσια μου
φτιαγμένα μόνο για αποχωρισμούς
γι’ αυτούς που περιφέρονται δίχως ελπίδα
έξω απ’ τους χάρτες του καλοκαιριού.
Παπούτσια που δεν με πάτε πουθενά
παρά μονάχα σε πόλεις που απομακρύνονται
σε ανθρώπους που πεθαίνουν μόλις του αγγίζεις
σε έρωτες που σβήνουν πριν να γεννηθούν.
Κι όμως σας είχα φορέσει κάποτε
σε ηλιόλουστες μέρες
σε διαδρομές κοντά στα κάστρα
της παράκτιας πόλης
κι άλλοτε πλάι στη κηλίδα της θάλασσας
κάτω απ’ τον ουρανό
κάποιας εφήμερης αγάπης.
Παλιά, λιωμένα απ’ τις πεζοπορίες
παπούτσια μου
που ονειρευτήκατε ταξίδια.
______________________________
από την ανέκδοτη συλλογή Ρεσάλτο, 2008Η πρώτη φράση
Την έβδομη μέρα της δημιουργίας
ήρθε μια γυναίκα
κρατώντας ένα κλουβί με καναρίνι
και το κρέμασε σ’ ένα ανθισμένο κλαδί του παραδείσου.
Ύστερα βάλθηκε να συγυρίζει
σκούπισε τα σκοτάδια από τα τζάμια του ουρανού
τη λάσπη του κόσμου από τα υποδήματα των αγγέλων
έβαλε καπνό
στο ανοιγμένο πλευρό του άντρα
κι ένα περιδέραιο από δάκρυα
στο λαιμό της γυναίκας
τέλος μάζεψε όλες τις κραυγές των λουλουδιών
και τις ακούμπησε στα χείλη τους.
Η πρώτη φράση που ακούστηκε στο κόσμο
ήταν σ’ αγαπώ.
Από τότε πέρασαν αιώνες σιωπής.
________________________________________
από τη συλλογή Τα παγώνια της Μονής Βλατάδων, 1992
Τι να τα κάνω αυτά τα ποιήματα !
Τις νύχτες φορώ τα επισημότερα μάτια μου
όλο χαμένες εικόνες και ιριδισμούς
τα καλύτερα χρόνια μου φορώ
και τα διαβάζω
με φθόγγους και σπασμένες επιγραφές
με φωνήεντα και δανεισμένα ονόματα
από ιστορίες τρελλού έρωτα
δίπλα στο άσβηστο πορτατίφ
στο άσβηστο πάθος.
Κι είναι αυτά τα ποιήματα
σκιές αναλλοίωτες πάνω στα ρούχα
ερήμωση βιβλίων και βουή
από πλήθος που διαλύεται.
Η αγάπη μου είναι μια πλατεία
με συντριβάνια πέτρινα
έφηβους γαλήνιους,
που ερωτεύονται το περιπλανώμενο φως
τον άγγελο
που πίνει απ' τη σκυφτή βρύση
με το τάσι μου
και πλένει στη γούρνα τα φτερά του.
Η αγάπη μου
είναι μια νύχτα χειμωνιάτικη
που συναντάς τη λύκαινα στο μονοπάτι
να σε κοιτάζει με τα παγωμένα μάτια της
και να ορμά στο σκοτάδι.
Ένα πεζούλι είναι η αγάπη μου
που 'ρχεσαι και καθόμαστε τα απογεύματα
και την αυγή μας βρίσκουνε μαρμαρωμένους.
Χωρίς τίτλο
Μη φοβάσαι, σου είπα
κι αν όλες οι ιστορίες ξεχαστούν
κι αν όλες οι προσπάθειες αποτύχουν
κι αν όλα κάποτε χαθούν σ' αυτή την πόλη
σε περιμένω.
Μη φοβάσαι, μου είπες
γιατί αυτοί που αγαπήσανε
δεν χάνονται
έχουν μια ψυχή παραπάνω.
Διαπίστωση
Τώρα που είσαι πια μεγάλος
τα πράγματα αλλάζουνε
ξέρεις πως ο δράκος νικάει στο τέλος
τον καλό βασιλιά
και πως ποτέ δεν θα ανταμώσεις
την Πεντάμορφη.
Όμως Αλέξανδρε,
για μας που δεν υπάρχει πια
κανένα παραμύθι
κανένα θαύμα
για να μας χωρέσει ολάκερους
καμιά επανάσταση για να μας πείσει
για μας
που βαρεθήκαμε τον πόλεμο
τις συζητήσεις
τους συντρόφους
και τα αστυνομικά
μένει ένας δρόμος σαν ανάμνηση
που βγάζει στο τέρμα του καλοκαιριού
μια αγάπη για το νοτισμένο άνεμο
για τα φτερά που λύγισαν
στη νηνεμία.
από τη συλλογή Τα παγώνια της Μονής Βλατάδων, 1992
Η απειλή των κτιρίων
Τα κτίρια είναι οι πέτρινες ενδυμασίες
της πόλης
κρέμονται με αέρινες κλωστές
από τον ουρανό
κι έχουν την ηλικία των ανθρώπων.
Συχνά τα βλέπω να περιστρέφονται τις νύχτες
γύρω απ’ το κεντρικό ρολόι του Σταθμού
σταματημένο στον τελευταίο χωρισμό μας
κι άλλοτε να προσέρχονται αθόρυβα
στις ξαφνικές κηδείες των ενοίκων τους.
Τα κτίρια μας αφαιρούν σιγά σιγά την κίνηση
ανύποπτους μας καθηλώνουν σε δωμάτια
στολισμένα με νεκρές σημασίες
και άνθη χάρτινα
σαν ενυδρεία γεμάτα ανθρώπινα μέλη
κι ύστερα μια νύχτα μας εγκαταλείπουν
και σωριάζονται με θόρυβο στα όνειρα.
Το πρωί
απειλητικά κι ερειπωμένα
ανατέλλουν πάνω από την πόλη.
της πόλης
κρέμονται με αέρινες κλωστές
από τον ουρανό
κι έχουν την ηλικία των ανθρώπων.
Συχνά τα βλέπω να περιστρέφονται τις νύχτες
γύρω απ’ το κεντρικό ρολόι του Σταθμού
σταματημένο στον τελευταίο χωρισμό μας
κι άλλοτε να προσέρχονται αθόρυβα
στις ξαφνικές κηδείες των ενοίκων τους.
Τα κτίρια μας αφαιρούν σιγά σιγά την κίνηση
ανύποπτους μας καθηλώνουν σε δωμάτια
στολισμένα με νεκρές σημασίες
και άνθη χάρτινα
σαν ενυδρεία γεμάτα ανθρώπινα μέλη
κι ύστερα μια νύχτα μας εγκαταλείπουν
και σωριάζονται με θόρυβο στα όνειρα.
Το πρωί
απειλητικά κι ερειπωμένα
ανατέλλουν πάνω από την πόλη.
______________________________________
από τη συλλογή Πανσέληνος στη οδό Φράγκων, 1990
από τη συλλογή Πανσέληνος στη οδό Φράγκων, 1990
Σε χαμηλό τόνο
Τι να τα κάνω αυτά τα ποιήματα !
Τις νύχτες φορώ τα επισημότερα μάτια μου
όλο χαμένες εικόνες και ιριδισμούς
τα καλύτερα χρόνια μου φορώ
και τα διαβάζω
με φθόγγους και σπασμένες επιγραφές
με φωνήεντα και δανεισμένα ονόματα
από ιστορίες τρελλού έρωτα
δίπλα στο άσβηστο πορτατίφ
στο άσβηστο πάθος.
Κι είναι αυτά τα ποιήματα
σκιές αναλλοίωτες πάνω στα ρούχα
ερήμωση βιβλίων και βουή
από πλήθος που διαλύεται.
Η αγάπη μου
Η αγάπη μου είναι μια πλατεία
με συντριβάνια πέτρινα
έφηβους γαλήνιους,
που ερωτεύονται το περιπλανώμενο φως
τον άγγελο
που πίνει απ' τη σκυφτή βρύση
με το τάσι μου
και πλένει στη γούρνα τα φτερά του.
Η αγάπη μου
είναι μια νύχτα χειμωνιάτικη
που συναντάς τη λύκαινα στο μονοπάτι
να σε κοιτάζει με τα παγωμένα μάτια της
και να ορμά στο σκοτάδι.
Ένα πεζούλι είναι η αγάπη μου
που 'ρχεσαι και καθόμαστε τα απογεύματα
και την αυγή μας βρίσκουνε μαρμαρωμένους.
Χωρίς τίτλο
Μη φοβάσαι, σου είπα
κι αν όλες οι ιστορίες ξεχαστούν
κι αν όλες οι προσπάθειες αποτύχουν
κι αν όλα κάποτε χαθούν σ' αυτή την πόλη
σε περιμένω.
Μη φοβάσαι, μου είπες
γιατί αυτοί που αγαπήσανε
δεν χάνονται
έχουν μια ψυχή παραπάνω.
Διαπίστωση
Τώρα που είσαι πια μεγάλος
τα πράγματα αλλάζουνε
ξέρεις πως ο δράκος νικάει στο τέλος
τον καλό βασιλιά
και πως ποτέ δεν θα ανταμώσεις
την Πεντάμορφη.
Όμως Αλέξανδρε,
για μας που δεν υπάρχει πια
κανένα παραμύθι
κανένα θαύμα
για να μας χωρέσει ολάκερους
καμιά επανάσταση για να μας πείσει
για μας
που βαρεθήκαμε τον πόλεμο
τις συζητήσεις
τους συντρόφους
και τα αστυνομικά
μένει ένας δρόμος σαν ανάμνηση
που βγάζει στο τέρμα του καλοκαιριού
μια αγάπη για το νοτισμένο άνεμο
για τα φτερά που λύγισαν
στη νηνεμία.
___________________________
Κατερίνα Καριζώνη
από τη συλλογή Τσάι και μυθολογία, 1985
* H Kατερίνα Καριζώνη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει. Σπούδασε Οικονομικά και είναι διδάκτορας των Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ. Ασχολείται με την Λογοτεχνία και την Οικονομική Ιστορία και έχει εκδώσει 27 βιβλία: ποίηση, παραμύθια, διηγήματα, μελέτες, μυθιστορήματα.
Μερικά από τα βιβλία της είναι: »Ο άγγελός μου ήταν έκπτωτος», «Βαλς στην Ομίχλη», «Ο Μονόφθαλμος κι άλλες πειρατικές ιστορίες», «Τσάι με τον Καβάφη», «το τραγούδι του Ευνούχου», «Μεγάλο Αλγέρι», «Ρεσάλτο», «Ο Σαίξπηρ σε 7+2 παραμύθια», «Το θηλυκό πρόσωπο της ποίησης στη Θεσσαλονίκη» κ.α.
Έχει πάρει το Α' βραβείο του κύκλου παιδικού βιβλίου το 1991 για το βιβλίο «Χίλιες και μια νύχτες των Βαλκανίων» και το βραβείο Αυλαία το 2009 για το συνολικό της έργο.
Ποιήματα και πεζά της έχουμε μεταφραστεί στο εξωτερικό. Συνεργάζεται με διάφορα περιοδικά με κριτικές βιβλίου, δοκίμια και λογοτεχνικά κείμενα.
Είναι μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Η Κατερίνα διαθέτει δικό της ιστότοπο και ιστολόγιο στο διαδίκτυο.
Κατερίνα Καριζώνη
από τη συλλογή Τσάι και μυθολογία, 1985
* H Kατερίνα Καριζώνη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει. Σπούδασε Οικονομικά και είναι διδάκτορας των Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ. Ασχολείται με την Λογοτεχνία και την Οικονομική Ιστορία και έχει εκδώσει 27 βιβλία: ποίηση, παραμύθια, διηγήματα, μελέτες, μυθιστορήματα.
Μερικά από τα βιβλία της είναι: »Ο άγγελός μου ήταν έκπτωτος», «Βαλς στην Ομίχλη», «Ο Μονόφθαλμος κι άλλες πειρατικές ιστορίες», «Τσάι με τον Καβάφη», «το τραγούδι του Ευνούχου», «Μεγάλο Αλγέρι», «Ρεσάλτο», «Ο Σαίξπηρ σε 7+2 παραμύθια», «Το θηλυκό πρόσωπο της ποίησης στη Θεσσαλονίκη» κ.α.
Έχει πάρει το Α' βραβείο του κύκλου παιδικού βιβλίου το 1991 για το βιβλίο «Χίλιες και μια νύχτες των Βαλκανίων» και το βραβείο Αυλαία το 2009 για το συνολικό της έργο.
Ποιήματα και πεζά της έχουμε μεταφραστεί στο εξωτερικό. Συνεργάζεται με διάφορα περιοδικά με κριτικές βιβλίου, δοκίμια και λογοτεχνικά κείμενα.
Είναι μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Η Κατερίνα διαθέτει δικό της ιστότοπο και ιστολόγιο στο διαδίκτυο.
Scholeio.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου