Ας Μην Παραποιούμε τον Αρχαίο Λόγο όπως Μας Συμφέρει




Κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο σαν  φράση του Ισοκράτη:

"Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται, διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία"

Συγχωρήστε μας που σας το χαλάμε αλλά δεν είναι έτσι. Ποιούς θα εξυπηρετούσε αν ήταν πραγματικά  τα λόγια του Ισοκράτη είναι δύσκολο να μαντέψουμε.  Δια του λόγου το αληθές μπορείτε να ανατρέξετε στις πηγές:

        [ Οἱ γὰρ κατ' ἐκεῖνον τὸν χρόνον τὴν πόλιν διοικοῦντες κατεστήσαντο πολιτείαν οὐκ ὀνόματι μὲν τῷ κοινοτάτῳ καὶ πραοτάτῳ προσαγορευομένην, ἐπὶ δὲ τῶν πράξεων οὐ τοιαύτην τοῖς ἐντυγχάνουσι φαινομένην, οὐδ' ἣ τοῦτον τὸν τρόπον ἐπαίδευε τοὺς πολίτας ὥσθ' ἡγεῖσθαι τὴν μὲν ἀκολασίαν δημοκρατίαν, τὴν δὲ παρανομίαν ἐλευθερίαν, τὴν δὲ παρρησίαν ἰσονομίαν, τὴν δ' ἐξουσίαν τοῦ ταῦτα ποιεῖν εὐδαιμονίαν, ἀλλὰ μισοῦσα καὶ κολάζουσα τοὺς τοιούτους βελτίους καὶ σωφρονεστέρους ἅπαντας τοὺς πολίτας ἐποίησεν.]

Φυσικά, μετάφραση δεν μας χρειάζεται διότι όλοι εμείς οι Έλληνες την έχουμε μία και ενιαία και τρισχιλιετή. Επειδή όμως μπορεί να περάσει και κανείς αλλοδαπός που δεν μετέχει της ημετέρας παιδείας, μεταφράζω πρόχειρα το απόσπασμα:


"Διότι εκείνοι που διοικούσαν την πόλη τότε (ενν. στην εποχή του Σόλωνα και του Κλεισθένη), δεν δημιούργησαν ένα πολίτευμα το οποίο μόνο κατ’ όνομα να θεωρείται το πιο φιλελεύθερο και το πιο πράο από όλα, ενώ στην πράξη να εμφανίζεται διαφορετικό σε όσους το ζουν· ούτε ένα πολίτευμα που να εκπαιδεύει τους πολίτες έτσι ώστε να θεωρούν δημοκρατία την ασυδοσία, ελευθερία την παρανομία, ισονομία την αναίδεια και ευδαιμονία την εξουσία του καθενός να κάνει ό,τι θέλει, αλλά ένα πολίτευμα το οποίο, δείχνοντας την απέχθειά του για όσους τα έκαναν αυτά και τιμωρώντας τους, έκανε όλους τους πολίτες καλύτερους και πιο μυαλωμένους"_________________ από το http://www.sarantakos.com/ Αποκατάσταση για τον Ισοκράτη

Ισοκράτου Λόγοι
_______________________    Περί Ειρήνης


          Όλοι όσοι ανεβαίνουν σ’ αυτό εδώ το βήμα συνήθως ισχυρίζονται ότι τα θέματα για τα οποία πρόκειται να σας συμβουλεύσουν είναι σημαντικά και ενδιαφέρουν την πόλη πάρα πολύ. Ωστόσο, αν για άλλα πράγματα θα ταίριαζε μία τέτοια εισαγωγή, μου φαίνεται ότι το ίδιο πρέπει να κάνω και τώρα αρχίζοντας το λόγο μου για τα ζητήματα που μας απασχολούν.

Έχουμε συγκεντρωθεί εδώ για να συζητήσουμε στη γενική συνέλευση του λαού και να αποφασίσουμε για πόλεμο ή για ειρήνη, θέματα που έχουν τη μεγαλύτερη σημασία στη ζωή των ανθρώπων· όσοι πάρουν σωστή απόφαση γι’ αυτά θα ζήσουν περισσότερο ευτυχισμένοι από τους άλλους. Τόσο μεγάλη λοιπόν είναι η σπουδαιότητα των θεμάτων για τα οποία συγκεντρωθήκαμε σήμερα.

Ωστόσο αντιλαμβάνομαι ότι εσείς δεν ακούτε με το ίδιο ενδιαφέρον όλους τους ομιλητές· αντίθετα, άλλους προσέχετε κι άλλων τη φωνή δεν ανέχεστε ούτε να την ακούσετε. Κι αυτό δεν είναι καθόλου παράδοξο. Από παλιά έχετε τη συνήθεια να κατεβάζετε από το βήμα όλους τους άλλους, εκτός από εκείνους που με τα λόγια τους ικανοποιούν τις επιθυμίες σας.

Γι’ αυτή τη στάση σας θα μπορούσε κάποιος, με το δίκιο του, να σας κατηγορήσει ότι, ενώ γνωρίζετε πολλές και σπουδαίες οικογένειες να έχουν γίνει άνω κάτω από τους κόλακες, και ενώ στις ιδιωτικές σας υποθέσεις μισείτε αυτούς που χρησιμοποιούν μια τέτοια μέθοδο, στις υποθέσεις του κράτους δεν τρέφετε τα ίδια συναισθήματα γι’ αυτούς· αντιθέτως, ενώ κατηγορείτε όσους τους πλησιάζουν και απολαμβάνουν την παρέα τους, εσείς οι ίδιοι δίνετε την εντύπωση ότι έχετε περισσότερο εμπιστοσύνη σ’ αυτούς παρά στους άλλους συμπολίτες σας.

Έτσι βέβαια έχετε αναγκάσει τους ρήτορες να μελετούν και να ψάχνουν να βρουν όχι τι θα είναι συμφέρον στην πόλη, αλλά πώς θα εκφωνήσουν λόγους αρεστούς. Σε τέτοιους λόγους έχει στραφεί τώρα η πλειοψηφία των ομιλητών. Γιατί είναι σε όλους φανερό ότι θα ευχαριστηθείτε περισσότερο με όσους σας προτρέπουν προς τον πόλεμο παρά με εκείνους που σας συμβουλεύουν τη σύναψη ειρήνης.

Οι πρώτοι σας κάνουν να ελπίζετε ότι τάχα θα πάρουμε πίσω τα εδάφη που κατείχαμε σε άλλα κράτη και θα επανακτήσουμε τη δύναμη που είχαμε παλιά, ενώ οι άλλοι δεν υπόσχονται τίποτα τέτοιο· αντίθετα, υποστηρίζουν ότι πρέπει να έχουμε ειρήνη και να μην τρέφουμε επιθυμίες για μεγάλες και άδικες κατακτήσεις, αλλά να είμαστε ικανοποιημένοι με όσα έχουμε τώρα.

Αυτό για τους περισσότερους ανθρώπους είναι το πιο δύσκολο απ’ όλα. Είμαστε τόσο πολύ προσκολλημένοι στις ελπίδες μας και τόσο πολύ αχόρταγοι στο να επιδιώκουμε κέρδη που φαίνονται υπερβολικά, ώστε ακόμη κι αυτοί που διαθέτουν μεγάλα πλούτη δεν αρκούνται σε όσα έχουν, αλλά διακινδυνεύουν να χάσουν ακόμη και αυτά προσπαθώντας να αδράξουν ολοένα και περισσότερα. Αυτό ακριβώς πρέπει να φοβόμαστε, μήπως δηλαδή υποπέσουμε στο σφάλμα μιας ανάλογης απερισκεψίας.

Μου φαίνεται ότι μερικοί κλίνουν εύκολα προς τον πόλεμο, σαν να άκουσαν με τα ίδια τους τ’ αυτιά τους θεούς και όχι τις συμβουλές απλών ανθρώπων να τους λένε ότι θα φέρουμε σε πέρας τα πάντα και θα νικήσουμε εύκολα τους εχθρούς. Ωστόσο πρέπει οι φρόνιμοι άνθρωποι να μη ζητούν συμβουλές για όσα θέματα γνωρίζουν καλά ―είναι περιττό―, αλλά να ενεργούν σύμφωνα με τις γνώσεις που διαθέτουν και για όσα ζητούν συμβουλές να μη νομίζουν ότι ξέρουν τι θα συμβεί, αλλά να έχουν στο νου τους ότι μόνον εικασίες μπορούν να κάνουν γι’ αυτό το θέμα, ενώ παράλληλα μπορεί να συμβεί ο,τιδήποτε.

Από αυτά εσείς δεν κάνετε τίποτα από τα δύο· αντίθετα βρίσκεστε σε μεγάλη αναταραχή. Έχετε έλθει στη γενική συνέλευση με σκοπό να επιλέξετε την καλύτερη από τις προτάσεις που διατυπώθηκαν, και σαν να γνωρίζετε καλά αυτό που πρέπει να γίνει, δε θέλετε να ακούσετε κανέναν άλλο παρά μόνο αυτούς που μιλούν για να σας ευχαριστήσουν.

Κι όμως αν θέλατε πραγματικά να αναζητήσετε τι συμφέρει την πόλη, θα ταίριαζε να δίνετε μεγαλύτερη προσοχή σε όσους εναντιώνονται στις απόψεις σας παρά σε όσους προσπαθούν να είναι αρεστοί σε σας. Ξέρετε καλά ότι, απ’ όσους ανεβαίνουν εδώ για να μιλήσουν, άλλοι εύκολα μπορούν να σας εξαπατήσουν λέγοντας όσα εσείς θέλετε ―γιατί ό,τι λέγεται με σκοπό να σας ευχαριστήσει σας ρίχνει στάχτη στα μάτια και σας κάνει να μη διακρίνετε καθαρά τι είναι το καλύτερο―, ενώ από εκείνους που σας συμβουλεύουν, χωρίς να αποβλέπουν στην ευχαρίστησή σας, δε θα μπορούσατε να πάθετε τίποτα τέτοιο.

Με κανέναν τρόπο δε θα μπορούσαν να σας μεταπείσουν, αν δε σας φανέρωναν ποιο είναι το συμφέρον της πόλης. Εξάλλου πώς θα μπορούσαν οι άνθρωποι να κρίνουν με ορθό τρόπο τα γεγονότα ή να πάρουν ορθές αποφάσεις για το μέλλον, αν δεν εξέταζαν τα επιχειρήματα αυτών που ανήκουν σε διαφορετικές πολιτικές ομάδες και δεν άκουγαν οι ίδιοι εξίσου προσεκτικά και τις δύο παρατάξεις;

Απορώ όμως και με τους γέροντες, γιατί πλέον δε θυμούνται, και με τους νέους, γιατί δεν έχουν ακούσει από κανέναν, ότι εξαιτίας αυτών που συμβουλεύουν να διατηρούμε την ειρήνη δεν πάθαμε ποτέ κακό, ενώ εξαιτίας αυτών που εύκολα προτιμούν τον πόλεμο έχουμε ήδη υποστεί πολλές και μεγάλες συμφορές. Καμιά από τις συμφορές αυτές δεν αναλογιζόμαστε, αλλά είμαστε έτοιμοι, χωρίς να κάνουμε τίποτα που να προάγει το μέλλον μας, να εξοπλίζουμε πολεμικά πλοία, να συνεισφέρουμε χρήματα και να συμμαχούμε ή να πολεμούμε με όποιους τύχει, σαν να διατρέχαμε όλους αυτούς τους κινδύνους για ένα ξένο κράτος.

Αιτία γι’ αυτή τη στάση σας είναι το γεγονός ότι, αν και θα ταίριαζε να δείχνετε τον ίδιο ζήλο τόσο για τα κοινά όσο και για τις δικές σας υποθέσεις, δεν κρίνετε όλα με το ίδιο μέτρο· αντίθετα, όταν σκέφτεστε τα δικά σας, ψάχνετε να βρείτε συμβούλους πιο συνετούς από τους εαυτούς σας, όταν όμως έρχεστε εδώ στην εκκλησία του δήμου, για να αποφασίσετε για τα κοινά, αυτούς δεν τους εμπιστεύεστε και τους φθονείτε, ενώ επιδοκιμάζετε τους πλέον πονηρούς δημαγωγούς και νομίζετε ότι είναι πιο δημοφιλείς οι μέθυσοι από τους νηφάλιους, οι επιπόλαιοι από τους συνετούς και όσοι κατασπαταλούν το δημόσιο χρήμα από αυτούς που σας προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ξοδεύοντας από τα δικά τους χρήματα. Είναι λοιπόν απορίας άξιο που κάποιος τρέφει ελπίδες πως με τέτοιους συμβούλους το κράτος θα πάει μπροστά.

Εγώ γνωρίζω καλά ότι είναι δύσκολο να πηγαίνω ενάντια στον τρόπο που σκέφτεστε, καθώς και ότι, ενώ έχουμε δημοκρατία, δεν υπάρχει πουθενά ελευθερία λόγου, παρά μόνο εδώ στη συνέλευση για τους άφρονες, που δε νοιάζονται διόλου για σας, και στο θέατρο για τους κωμικούς ποιητές. Το χειρότερο όμως είναι το εξής: γι’ αυτούς που δημοσιοποιούν τα σφάλματα της πόλης στους άλλους Έλληνες αισθάνεστε τόση ευγνωμοσύνη όση δεν αισθάνεστε ούτε για τους ευεργέτες σας· αντίθετα, αυτούς που σας επιπλήττουν και σας νουθετούν τους απεχθάνεστε, σαν να έκαναν κάποιο κακό στην πόλη.

Ωστόσο, αν και έτσι έχουν τα πράγματα, δε θα μπορούσα να παραιτηθώ απ’ όσα είχα στο νου μου να σας πω. Δεν ανέβηκα στο βήμα ούτε για να σας προκαλέσω ευχαρίστηση ούτε για ν’ αποσπάσω την επιδοκιμασία σας, αλλά για να πω ξεκάθαρα όσα συμβαίνει να γνωρίζω, πρώτα αναφορικά με τις προτάσεις των πρυτάνεων που συμπεριλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη και ύστερα για τα άλλα θέματα της πόλης. Ο λόγος είναι ότι δε θα έχουμε κανένα όφελος από όσα θα αποφασίσουμε τώρα σχετικά με την ειρήνη, αν δεν πάρουμε σωστές αποφάσεις και για τα άλλα θέματα…[ ]  ______ 

Μτφρ. Μ.Γ. Ξανθού. 2001. Ισοκράτης. Περί Ειρήνης, Κατά των Σοφιστών, Επιστολή προς Φίλιππον (ΙΙΙ), Επιστολή προς Αλέξανδρον (V). Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.


__________________  Πανηγυρικός και Αρεοπαγιτικός 

          Καθώς η Αθήνα δεν είναι πλέον η στρατιωτική υπερδύναμη που ήταν κάποτε, ο Ισοκράτης προβάλλει  την πολιτιστική της αξία, ως το πλεονέκτημα που της δίνει το δικαίωμα να διεκδικήσει την ηγετική θέση.
380  Γράφει τον «Πανηγυρικό» του  και παρουσιάζει την εικόνα του αθηναϊκού παρελθόντος, τόσο σε καιρό ειρήνης όσο και κατά τη διάρκεια των πολέμων. Στη συνέχεια προτρέπει τους Έλληνες να ενώσουν τις δυνάμεις τους εναντίον των βαρβάρων και τις δύο μεγάλες δυνάμεις (Αθήνα και Σπάρτη) να αναλάβουν από κοινού την ηγεσία.
 

"Tοσοῦτον δ' ἀπολέλοιπεν ἡ πόλις ἡμῶν περὶ τὸ φρονεῖν καὶ λέγειν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὥσθ' οἱ ταύτης μαθηταὶ τῶν ἄλλων διδάσκαλοι γεγόνασι, καὶ τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι, καὶ μᾶλλον Ἕλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας παρά τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας"

          "Η Αθήνα είναι η πόλη που έγινε δάσκαλος όλων των άλλων. Τόση ήταν η πνευματική υπεροχή της πόλης, που είχε δημιουργήσει την τάση να αποκαλούνται Έλληνες όσοι μετέχουν στην ελληνική παιδεία.
Τους καλεί, λοιπόν, να ενωθούν κάτω από τη σκέπη αυτού του αθηναϊκού μεγαλείου, που κάποτε δόξασε το όνομα των Ελλήνων. Το ιδανικό που θα ενώσει την κατακερματισμένη Ελλάδα σε μία ενιαία δύναμη είναι η Παιδεία, ο μορφωμένος πολίτης. 

Και πρόκειται για ένα πανελλήνιο ιδανικό, όχι παγκόσμιο, όπως γίνεται φανερό στο 131 του ίδιου λόγου:

«Έχουμε όμως να κατακρίνουμε τους Λακεδαιμονίους και για την εξής αιτία: ότι δηλαδή αναγκάζουν τους γείτονές τους (δηλαδή, άλλους Έλληνες) να γίνονται είλωτες της πόλης τους, ενώ για το κοινό συμφέρον των συμμάχων τους δεν φροντίζουν να πετύχουν κάτι παρόμοιο. Και όμως, έχουν όλη τη δύναμη να διαλύσουν την εχθρότητα μαζί μας και να αναγκάσουν όλους τους βαρβάρους να γίνουν περίοικοι όλης της Ελλάδος».


Ο Ισοκράτης θα βρει πρόθυμους υποστηρικτές ανάμεσα στους κουρασμένους από την έλλειψη νομικής και ηθικής τάξης Αθηναίους, που επιθυμούν μεταρρυθμίσεις. Η ανάγκη για μια μετριοπαθέστερη μορφή δημοκρατίας στο εσωτερικό και λιγότερο επιθετικής εξωτερική πολιτική, καθώς και η ενοποίηση του ελληνικού κόσμου είναι η νέα τάση που κερδίζει έδαφος με την πάροδο του χρόνου, αν και όχι εντυπωσιακά.


Γράφει ο ίδιος για τον εαυτό του στο έργο «Φίλιππος».

«Εγώ για την πολιτική αποδείχτηκα ο πιο ακατάλληλος από όλους τους συμπολίτες μου·
η φύση δε με προίκισε ούτε με δυνατή φωνή ούτε με αρκετή τόλμη, ώστε να αναμειγνύομαι με τον όχλο, να κηλιδώνω την υπόληψή μου, να βρίζομαι με αυτούς που συνωστίζονται στο βήμα.  Μα την ορθή μου κρίση και την ευρεία μου μόρφωση ―αν και ο λόγος μου αυτός θα μπορούσε να θεωρηθεί κάπως βαρύς― θα τα διεκδικήσω οπωσδήποτε· και θα λογάριαζα τον εαυτό μου όχι ανάμεσα σ' αυτούς που υστερούν, αλλά σ' αυτούς που ξεπερνούν τους άλλους.»


365  Η Αθήνα επεκτείνει τη ναυτική της δύναμη καθώς ανέκτησε μέρος της Θράκης, πόλεις της Χαλκιδικής και τη Σάμο με τη βοήθεια του βασιλιά Περδίκκα της Μακεδονίας. Η προσπάθειες της Θήβας να διατηρήσουν την ηγεμονία τους, κατέληξαν στη μάχη της Μαντίνειας, όπου σκοτώθηκε ο Επαμεινώνδας το 362.
Από τη χρονιά αυτή και μετά, στις ελληνικές πόλεις επικρατεί παρακμή και αναρχία, ενώ οι πολεμικές επιχειρήσεις συνεχίζονται, καθώς πόλεις όπως η Κως, η Ρόδος, το Βυζάντιο και η Χίος αγωνίζονται να εγκαταλείψουν την αθηναϊκή συμμαχία. Αυτός ο «συμμαχικός πόλεμος» θα επιδεινώσει την οικονομική και κοινωνική κρίση στην Αθήνα.
Ο Ισοκράτης επικεντρώνεται στον αγώνα για την αποκατάσταση του πολιτεύματος και του ήθους των πολιτών. Η έλλειψη ευσέβειας, ορθής κρίσης και συνετής συμπεριφοράς οφείλεται στην παρακμή της Δημοκρατίας, η οποία με τη σειρά της ώθησε τους πολίτες προς τα χαλαρά ήθη και τη διαφθορά. Μόνο η αναμόρφωση του πολιτικού ήθους μπορεί να οδηγήσει στην εκπλήρωση της πανελλήνιας ιδέας του ρήτορα που εξακολουθεί να ελπίζει πως το όνειρό του είναι εφικτό.



362   Αρχίζει μία διένεξη μεταξύ Θηβαίων και Φωκέων που θα οδηγήσει σε έναν ανίερο πόλεμο, όταν οι δεύτεροι αρνήθηκαν να βοηθήσουν τους πρώτους να εκστρατεύσουν εναντίον της Σπάρτης. Οι Θηβαίοι ζητούν τότε να επιβληθεί πρόστιμο στους Φωκείς, επειδή καλλιεργούσαν αυθαίρετα κάποια κτήματα που ανήκαν στο Μαντείο. 

Με τη χρηματοδότηση της Σπάρτης και τη βοήθεια των Αθηναίων και των τυράννων των Φερών, οι Φωκείς, με αρχηγό τον Φιλόμηλο, καταλαμβάνουν τους Δελφούς και προβαίνουν σε εξαιρετικά ασεβείς πράξεις. Αφού εξόντωσαν τους «θρακίδες», το ιερό γένος που κατείχε την εξουσία των Δελφών, εξανάγκασαν την Πυθία να χρησμοδοτήσει ευνοϊκά για τον αρχηγό τους. Εκείνη, μη έχοντας άλλη επιλογή, αποφαίνεται «ἔξεστιν αὐτῷ πράττειν ὅ βούλεται».



          Μετά τη μάχη της Μαντίνειας, η Αθηναϊκή ηγεμονία είχε ενισχυθεί σε σχηματικό βαθμό, δεν υπήρχε όμως πια η υποδομή για τη συντήρησή της. Ο στρατός της Αθήνας που αποτελείτο πια από μισθοφόρους, συμπεριφέρθηκε βάναυσα στις συμμαχικές πόλεις, οι οποίες αντέδρασαν άμεσα επιδιώκοντας την αποδέσμευσή τους από τη συμμαχία.

358  Αρχίζει ο συμμαχικός πόλεμος, που θα διαρκέσει τρία χρόνια και όχι μόνο θα καταλήξει άδοξα για την Αθήνα, αλλά θα σημάνει και το τέλος της προσπάθειας συνένωσης των ελληνικών πόλεων υπό την ηγεσία μίας πόλης - υπερδύναμης.


357   Ο Ισοκράτης κυκλοφορεί τον «Αρεοπαγιτικό» του, ένα λόγο που παρακινεί τους Αθηναίους να ταχθούν υπέρ της αποκατάστασης της δημοκρατίας σύμφωνα με τις αρχές και το όραμα των ιδρυτών της (του Σόλωνα και του Κλεισθένη). 
Επιστροφή στα χρόνια εκείνης της δημοκρατίας που εξασφάλισε στην Αθήνα τη μεγαλύτερη δόξα και την έκανε την ηγέτιδα δύναμη όλης της Ελλάδας. 
Στρέφεται εναντίον της οχλοκρατίας της εποχής του, που οδήγησε την πόλη σε αδυναμία και παρακμή σε όλους τους τομείς.


   «Εκείνοι λοιπόν που διοικούσαν την πολιτεία κατά την παλαιότερη εποχή, εγκατέστησαν πολίτευμα που δεν είχε μόνον όνομα δημοφιλέστατο σε όλους και γλυκύτατο, ενώ στην πράξη δεν έδινε την εντύπωση αυτή σε όσους ζούσαν με αυτό και δεν εκπαίδευε τους πολίτες έτσι που να θεωρούν την ακολασία δημοκρατία, την παρανομία ελευθερία, την αυθάδεια ισονομία, ούτε τέλος την εξουσία να κάνουν όλα αυτά ευδαιμονία, αλλά πολίτευμα που μισώντας και τιμωρώντας τους ανθρώπους αυτού του είδους κατόρθωσε  να κάνει όλους τους πολίτες καλύτερους και φρονιμότερους.

Εξαιρετική μάλιστα συμβολή για την καλή διοίκηση της πολιτείας παρείχε το γεγονός ότι, ενώ επικρατούσε η δοξασία ότι υπάρχουν δύο είδη ισότητας και η μία απονέμει σ' όλους τα ίδια δικαιώματα και η άλλη ό,τι πρέπει στον καθένα, δεν αγνοούσαν τη χρησιμότερη, αλλά εκείνη που έδινε τα ίδια δικαιώματα και στους ηθικούς και στους πονηρούς, την αποδοκίμαζαν, γιατί τη θεωρούσαν άδικη, ενώ εκείνην που τιμούσε και τιμωρούσε τον καθένα ανάλογα με την αξία του, την προτιμούσαν και έτσι διοικούσαν την πολιτεία, και δεν εξέλεγαν τους άρχοντες απ' όλους τους πολίτες ανεξαιρέτως, αλλά για κάθε αξίωμα επέλεγαν τον καλύτερο και τον ικανότερο, γιατί θεωρούσαν ότι και οι άλλοι πολίτες θα είναι όμοιοι μ' εκείνους που αναλαμβάνουν υπεύθυνα τη διοίκηση των πολιτικών πραγμάτων.

Εκτός αυτού, θεωρούσαν ότι η εκλογή αυτή των αρχόντων είναι περισσότερο αρεστή στο λαό από την εκλογή που γίνεται με κλήρο. Γιατί με την κλήρωση ενδέχεται να ευνοηθούν και να καταλάβουν αξιώματα εκείνοι που επιθυμούν την ολιγαρχία, ενώ όταν προτιμώνται οι ικανότεροι, ο λαός είναι ο κυρίαρχος να εκλέξει εκείνους που αγαπούν ιδιαιτέρως το υφιστάμενο πολίτευμα.» (20-23)

Το πολίτευμα λοιπόν που επιτρέπει την πρόοδο της πόλης είναι εκείνο στο οποίο οι άρχοντες εκλέγονται με αξιοκρατικά κριτήρια και ο λαός έχει τη δυνατότητα να τους ελέγχει. Επιπλέον, όλοι ήταν πεπεισμένοι πως έπρεπε να διατηρήσουν αναλλοίωτες τις παραδόσεις, να φροντίζουν για τις ιδιωτικές τους υποθέσεις με την ίδια σύνεση που επεδείκνυαν και στις δημόσιες, με ομόνοια και όρεξη για εργασία. Ως εκ τούτου:
«...και οι πιο φτωχοί πολίτες απείχαν τόσο πολύ από το να φθονούν τους πλουσιότερους, ώστε έδειχναν την ίδιαν αφοσίωση για τις σπουδαίες οικογένειες που θα έδειχναν για τις δικές τους, διότι είχαν την αντίληψη ότι η ευδαιμονία εκείνων θα έχει ως συνέπεια και τη δική τους ευημερία.

Οι πλούσιοι πάλι, δεν περιφρονούσαν τους φτωχούς, αλλά επειδή θεωρούσαν δική τους ντροπή τη δυστυχία των πολιτών, βοηθούσαν τους άπορους και σε άλλους μεν παραχωρούσαν κτήματα για καλλιέργεια με μικρό μίσθωμα, άλλους απασχολούσαν στο εμπόριο και σε άλλους τέλος έδιναν κεφάλαια για την ανάπτυξη άλλων δραστηριοτήτων. Γιατί δεν είχαν τον φόβο μήπως πάθουν το ένα από τα δύο, ή δηλαδή να τα χάσουν όλα ή με μεγάλη δυσκολία και πολλές ενοχλήσεις να κατορθώσουν να πάρουν ένα μέρος από εκείνα που δάνεισαν.» (28)

Ο φόβος αυτός δεν υπήρχε, διότι το δικαστικό σύστημα λειτουργούσε αποτελεσματικά και επέβαλε αυστηρές ποινές στους παραβάτες. Εξασφαλιζόταν, έτσι η ομαλή λειτουργία της οικονομίας, εφόσον οι έχοντες χρήματα τα δάνειζαν ευχαρίστως, ώστε να αποκομίσουν κέρδος και οι φτωχοί είχαν πάντα κεφάλαια στη διάθεσή τους, αποφεύγοντας τον κίνδυνο να βρεθούν σε κατάσταση πλήρους ένδειας.

Προσπαθεί να συγκινήσει τους συμπολίτες του με συχνές αναφορές στις παλιές ένδοξες εποχές, εφιστώντας τους την προσοχή στην κρισιμότητα της κατάστασης που είχαν τώρα να αντιμετωπίσουν. Ήταν πεπεισμένος πως μία πόλη χωρίς ισχυρές ηθικές αρχές, χωρίς υλικούς πόρους και χωρίς επιτυχημένες συμμαχίες, δεν μπορούσε πλέον να επιβιώσει σε έναν κόσμο που απαιτούσε νέα συστήματα και νέα πολιτική στρατηγική.
_____________________________________________________



*  Ισοκράτης,  Γόνος εύπορης οικογένειας και μαθητής του μεγάλου ρήτορα Γοργία, ασκεί το επάγγελμα του λογογράφου, όταν μετά τον πόλεμο η οικογένειά του σχεδόν καταστρέφεται οικονομικά. Ωστόσο, η φιλοδοξία του ήταν να διαπρέψει στον πολιτικό λόγο και να παίξει έναν σημαντικό ρόλο στη μόρφωση των νέων της Αθήνας. 

Ίδρυσε τη σχολή του γύρω στο 390 και δίδαξε για μισό αιώνα, επηρεάζοντας την πνευματική δραστηριότητα περισσότερο από όσο είχε ελπίσει. 
Ο Κικέρων παρομοίασε τη σχολή του Ισοκράτη με το γεμάτο ήρωες άλογο της Τροίας, καθώς εκεί σύχναζαν ρήτορες όπως ο Λυκούργος και ο Υπερείδης, οι ιστορικοί Θεόπομπος και Έφορος, ο βασιλιάς της Κύπρου Νικοκλής κ.ά. 
Μπορεί η φυσική συστολή και η κακή μνήμη να μην επέτρεψαν στον Ισοκράτη να σταδιοδρομήσει στην πολιτική, όπως επιθυμούσε, αλλά ως δάσκαλος και ρήτορας κατόρθωσε να κερδίσει μία θέση στην αιωνιότητα.
Γνωστή είναι η αντίθεση του Ισοκράτη στην πλατωνική άποψη για τη φιλοσοφία. Θεωρούσε ότι απομακρύνει τον άνθρωπο από την πραγματικότητα και τον εμποδίζει να αποκτήσει το πρακτικό πνεύμα που απαιτείται για την επίλυση των καθημερινών ζητημάτων. 

Η αληθινή φιλοσοφία είναι η δική του διδασκαλία, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος μαθαίνει να σχηματίζει την ορθή γνώμη, διότι η απόλυτη γνώση, που διεκδικεί η Ακαδημία του Πλάτωνα, δεν είναι εφικτή. 
Οφείλουμε, λέει ο Ισοκράτης, να εκμεταλλευόμαστε τις ευκαιρίες που μας δίνονται, εξετάζοντας την πραγματική τους διάσταση και να λειτουργούμε σύμφωνα με τους περιορισμούς της φύσης μας.
Στις κρίσιμες ώρες που περνούσαν οι ελληνικές πόλεις, ο Ισοκράτης θα υποστηρίξει την άποψη πως η επιτυχής έξοδος από τη δύσκολη κατάσταση απαιτεί ηγεσία που θα είναι σε θέση να επιβάλει την τάξη. 
Νοσταλγός της εποχής του Σόλωνα και του Κλεισθένη, επιθυμεί διακαώς την επιστροφή στις ανυπέρβλητες αξίες εκείνης της πρώτης δημοκρατίας, βαθύτατα θλιμμένος από την κατάντια του πολιτεύματος στην εποχή του. 
Αργότερα, θα βρει τον κατάλληλο ηγέτη στο πρόσωπο του Φιλίππου και θα προσπαθήσει να πείσει τους συμπολίτες του να ενωθούν υπό την ηγεσία του, ώστε να αποτελέσουν την ισχυρή δύναμη που θα υπερισχύσει των βαρβάρων. 

Όλοι οι  Λόγοι του Ισοκράτη στο: http://www.greeklanguage.gr/greekLang/ancient_
greek/tools/corpora/translation/contents.html?author_id=8


Scholeio.com

Παρμενίδης, Αδιάφορο από πού θα ξεκινήσω· γιατί στο ίδιο σημείο θα φθάσω πάλι

   

 Σκεπτόμενος τη σκέψη του 
ανακαλύπτει όλο τον κόσμο


Κατά το 500 π. Χ. γράφονται τρία βιβλία τα οποία θεωρούνται Βίβλοι των θρησκειών: 

η Ζεν Αβέστα του Ζωροάστρη στα Ιρανικά πεδία, 


η Παλαιά Διαθήκη στο Β΄ ναό της Ιερουσαλήμ, και το 

Περί Φύσεως του Παρμενίδη στην Ελέα (κάτω Ιταλία) που μπορούμε να πούμε πως αποτελεί μια διασωθείσα Ελληνική Βίβλο. 

   Ουσιώδης διαφορά της Βίβλου αυτής σε σχέση με τις άλλες, εντοπίζεται στο πως ενώνει φιλοσοφία, θρησκεία και επιστήμη σε ένα, θέτοντας το φως ως αρχή του κόσμου.  

   Για αυτό το λόγο ο Παρμενίδης έχει καλεστεί όταν ήταν εν ζωή, «Φώλαρχος, Ουλιάδης και Φυσικός».

   Ένα από τα τρία δυσκολότερα κείμενα της παγκόσμιας φιλοσοφίας (τα άλλα δυο είναι ο Παρμενίδης του Πλάτωνα και η φαινομενολογία του πνεύματος του Χέγκελ ο οποίος έχει επηρεαστεί από τον Παρμενίδη). 
   Όπου, δηλ. στο στοχασμό το πιο δύσκολο, πίσω του βρίσκεται ο Παρμενίδης. 
   Πολλά από αυτά που γράφονται στο κείμενο θα δημιουργήσουν εκπλήξη, καθώς έχουν ενσωματωθεί στο Σύμβολο της Πίστη μας.  Για να μη νομιστεί πως υπερβάλει ο μεταφραστής, ακολουθεί τη μετάφραση το αρχαίο κείμενο. 

   Κλειδί για την κατανόηση του Παρμενίδη είναι ότι σκέφτεται τη σκέψη του,
   χρησιμοποιώντας ως όχημα διείσδυσης τη γλώσσα. 

   Μέσω αυτής εισδύει στα όντα του λόγου και της σκέψης (δηλ. σε ότι μιλάμε ή σκεφτόμαστε), και καθώς στο γκρίζο αχανές διάστημα του νου δημιουργείται το φωτεινό αντικείμενο του λόγου και της σκέψης (πχ. υπάρχει ένας ελέφαντας ή μη σκέφτεσαι ελέφαντα ή δεν υπάρχει πήγασος, το θέμα είναι ότι τον έχεις δημιουργήσει), βγάζει μια κοινή συνισταμένη που την ορίζει στη σκέψη ως ένα φως, το οποίο και θέτει ως βάση της πνευματικής θρησκείας.


   Μέσα από τη σκέψη του, δηλαδή, ο Παρμενίδης σκεπτόμενος τη σκέψη του, ανακαλύπτει τον κόσμο όλο.


"ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ"    ΠΑΡΜΕΝΙΔΗ του Ελεάτη  
Μετάφραση: Σ. Γλυκοφρύδη 

   Οι θηλυκοί μου ίπποι με μετέφεραν ως τα πέρατα της επιθυμίας, όταν οδηγώντας με οι κατανέμουσες θεές μ’ έβαλαν στην περίφημη οδό, που φέρνει τα φώτα που θεωρούν  οι συγκεντρώσεις των ανθρώπων.
   Σε αυτή βρισκόμουν. Τα πολύ έφρονα άλογα που έφεραν
   5. το άρμα κάλπαζαν, ορίζοντας το διάβα του οι ηγεμόνισσες του δρόμου κόρες.
   Ο δε άξων μέσα στον αχό ανάγει ήχο όμοιο του σουραυλιού
καθώς κατακαιγόταν (υποφέροντας από τους ξέφρενους στροβιλισμούς  περί τα δυο του άκρα), όταν έσπευσαν για τη μεταφορά μου  οι κόρες του Ήλιου, οι οποίες αφού έφυγαν από τα δώματα της Νύχτας
   10. σε φως, είχαν στα χέρια τις καλύπτρες της μορφής τους.
Εκεί βρίσκονται οι δυο πύλες της ζωής, της Νύχτας και της Ημέρας, που έχουν κοινό υπέρθυρο και το ίδιο μαρμάρινο κατώφλι· και οι αυτές πέτρες οι αιθέριες περιβάλλουν τις μεγάλες θύρες· αυτών η Δίκη η πολύποινος έχει τα ανάλογα διπλά κλειδιά.
   15.  Προς αυτήν αποτάθηκαν με σεβασμό οι κόρες, μιλώντας ήπια - γλυκά. Την έπεισαν με συγκεκριμένες λέξεις επακριβείς, να βγάλει άμεσα και πλήρως το βαλανωτό-φιδίσιο κλείστρο των θυρών. Τα δε θυρόφυλλα τεράστιο χάσμα έκαναν, καθώς μετακινήθηκαντα πολύχαλκα
αξόνια και με αμοιβαίο συριγμό οι περόνες των αρθρώσεων
   20.  έστρεψαν στα δαχτυλίδια· και μέσω του ανοίγματος αυτού οι κόρες γοργά στον αμαξωτό δρόμο πέρασαν άλογα και άρμα. Και η θεά με υποδέχτηκε αγνά, παίρνονταςδε τρυφερά στο χέρι της το δεξί μου χέρι, κι αυτά τα λόγια τα λαμπρά είπε προσαγορεύοντάς με.  Ω νεαρέ σύντροφε των αθανάτων που κρατούντης ζωής τα γκέμια,
   25.  εσύ που ήλθες ως εδώ από τα ικανά άλογα φερμένος,
χαίρε, επειδή δεν σε ώθησε μοίρα κακή να εισέλθεις
σε αυτό το δρόμο (που για τα ανθρώπινα όντα τελειωμό δεν έχει), αλλά η θεία τάξη και το δίκιο. Πρέπει δε να σε πείσω για όλα, τόσο για της σφαιρικής Αλήθειας μου την άτρεμη καρδιά
   30.  όσο και για τις γνώμες των θνητών, όπου δεν υπάρχει βεβαιότητα. Αλλά θα καταλάβεις και αυτά θα μάθεις, ότι οι υπάρχουσες θεωρήσεις πρέπει να εξετάζονται καλά, περνώντας πάντοτε από κόσκινο τα πάντα.   __________1

Έλα, λοιπόν, εγώ θα σου εξηγώ, εσύ στα λόγια μου αναλογίσου, αφού ακούσεις ποιες είναι οι μόνες δισυπόστατες οδοί της νόησης. Η μεν μία ότι αυτό που είναι «είναι» και δεν υπάρχει το δεν είναι, είναι της Πειθούς το πλαίσιο (διότι εκεί πατάει γερά η αλήθεια),
   5. η δε άλλη ότι «δεν είναι» και ανάγκη είναι το είναι να μην υπάρχει, την οδό αυτή στη φράζω εντελώς, λέγοντάς σου ότι είναι αδιάβατη· διότι ούτε θα μπορούσες να γνωρίσεις το μη υπάρχον ον (δεν είναι κατορθωτό) ούτε να το εκφράσεις.  

       __________________________  2


Διότι σκέψη και ύπαρξη είναι το ίδιο πράγμα.    
  ____________________________  3


Πρόσεξε, όμως, και τα απόμακρα του νου είναι με σιγουριά παρόντα· διότι (ο νους) δε θα διασπάσει το ον απότη συνεκτική δομή του διασπείροντάς το εδώ κι εκεί ολοκληρωτικάκατά την κοσμική τάξη κι επανασυνθέτοντάς το.                                               
_________________________________  4


Για μένα είναι αδιάφορο,
από πού θα ξεκινήσω· γιατί στο ίδιο σημείο θα φθάσω πάλι.  


 ___________________  5



   Πρέπει το ον να είναι ο λόγος και η νόηση·διότι εκεί υπάρχει «είναι», ενώ στο μηδέν δεν υπάρχει· εγώ αυτά στα αποκαλώ υπέρ-νοητά.  Σε απομακρύνω όμως έτσι απ’ αυτήν εδώ την πρώτη οδό της έρευνας, ύστερα δε και από εκείνη, στην οποία οι θνητοί, μη γνωρίζοντας κάτι
   5. διαμορφώνονται, δίγνωμοι· διότι η αμηχανία που υπάρχει στα στήθη τους ευθύνεται για το μπερδεμένο τους μυαλό·αυτοαυτοπροσδιορίζονται κουφοί μαζί και τυφλοί, κατασαστισμένοι, σύνολα χωρίς κριτική σκέψη, στα οποία  αυτό που υπάρχει και δεν είναι,το νομίζουν άλλοτε το ένα και άλλοτε το άλλο, στα πάντα δε παλινδρομεί το πλαίσιο της ζωής τους. 

 _______________________________  6



   Διότι ποτέ ο τρόπος αυτός δε θα μπορέσει να καθορίσει τα ανύπαρκτα· αλλά εσύ από αυτή τη δισυπόστατη διαδρομή απομάκρυνε το νου σου, ούτε επίσης η συνήθεια να σε αναγκάζει σε αυτόν εδώ το δρόμο της οριακής προσπάθειας να περιφέρεις άσκοπο το βλέμμα και την καλή ακοή σου και τη γλώσσα, να κάνεις όμως με τη λογική σου μια ευρύτερη εκτίμηση 

___________  7



στα ειπωμένα από εμένα· γιατί μόνο με τα λόγια δεν μπορείς να φτάσεις σε αυτό που όντως είναι· στην πορεία πάντως της διαδρομής υπάρχουν πάρα πολλές ενδείξεις, ότι το ενυπάρχον ον είναι αγέννητο και άφθαρτο, καθόσον είναι ολοκληρωμένο κι εντελώς ακίνητο και χωρίς να έχει τέλος,

   5. ποτέ δεν υπήρξε ή θα υπάρξει, καθόσον τώρα (σκεπτόμενοι  και μιλώντας) είναι με τα πάντα, ένα, συνεχώς· επομένως ποια γέννα θα του αναζητήσεις; 
   Πώς, πότε κι από πού αυξήθηκε; Ούτε εκ του μη υπάρχοντος  θα σου επιτρέψω να πεις ούτε καν να το φανταστείς· διότι δεν μπορεί να λεχθεί ούτε να εννοηθεί πως δεν υπάρχει. Ποια ανάγκη λοιπόν το ώθησε
   10. λίγο πριν ή μετά, εκκινώντας από το μηδέν, να βγει ολοκληρωμένο; 

   Επομένως ή υπάρχει απόλυτος ανάγκη να υπάρχει (το εν-ον), είτε όχι. Ουδέποτε εκ του μη υπάρχοντος όντος θα επιτρέψει η δύναμη της πίστης να δημιουργηθεί κάτι παρ’ αυτού· ως εκ τούτου ούτε η γέννηση αλλά ούτε ο θάνατος σε αυτό συνάγουν. 
   Η θεά της ορθής κρίσης χαλαρώνοντας τα δεσμά, 
   15. (σημαίνει ότι) τα έχει· η δε κριτική επί των ανωτέρω συνοψίζεται στο εξής· είναι αυτό που είναι ή δεν είναι· ελέγχοντάς το, κατ’ ανάγκη, προκύπτει από τη μια ότι είναι ένα ακατανόητο και απροσδιόριστο γεγονός (μη αληθής
δρόμος) και από την άλλη ότι υφίσταται και οδεύει στον προσδιορισμό του.
   Πώς λοιπόν μετά από αυτά θα χαθεί το ον;  Πώς αφού υπάρχει, έγινε;
   20. Διότι εάν γεννήθηκε, δεν είναι, ούτε μπορεί ποτέ στο μέλλον να υπάρξει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η δημιουργία χάνεται όπως και η άδηλος καταστροφή. Ούτε διαιρετό είναι, επειδή κάθε μέρος του είναι όμοιο· ούτε είναι κάπου περισσότερο, θα εμπόδιζε τη συνοχή του,
ούτε λιγότερο, ολόκληρο πληρούται από τον εαυτό του.
   25. Ως εκ τούτου στο διηνεκές είναι τα πάντα· το ον συνάγει με τα όντα. Αυτό καθώς μένει σταθερό από την ισχυρή συνδεσιμότητά του είναι άνευ αρχής και τέλους, επειδή η γέννηση και η καταστροφή μακριά απ’ εδώ πλάστηκαν, τις απώθησε δε η αληθής πίστη. Το ίδιο καθώς μένει στον εαυτό του στον εαυτό του βρίσκεται,
   30. και τοιουτοτρόπως διατηρείται σταθερό· διότι η κρατερή Ανάγκη το δεσμεύει μέσα σε πλαίσια όπου απόπαντού το περιβάλλουν, οπότε κατά τη θεία τάξη και το δίκαιο το ον δεν είναι αχανές· υπάρχει δε χωρίς στερήσεις· διαφορετικά θα ήθελε τα πάντα. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της νόησης κι εξ αυτού υπάρχει η σκέψη.
   35.  Διότι χωρίς το ον, το οποίο στα πάντα είναι πλήρες, δεν μπορείς να εξάγεις νόημα· διότι δεν υπήρξε ή θα υπάρξει ποτέ τίποτε άλλοπαρ’ εκτός αυτού του όντος, επειδή οι θεές της κατανομής το δέσμευσαν
από παντού, με συνέπεια να μένει ακίνητο καθ’ ολοκληρία· το όνομα έχει των πάντων, όσων οι θνητοί κατέθεσαν πεπεισμένοι ότι είναι αληθή,
40.  αυτό που γίνεται και χάνεται, αυτό που είναι και δεν είναι
και η αλλαγή του τόπου, μέσω της χροιάς της φωτο-ανταποδοτικότητας. Αλλά επειδή υπάρχει τοπο-χρονικό πλαίσιο, είναι περιορισμένο από παντού, έχοντας όγκο όμοιο με ολοστρόγγυλη σφαίρα, ενδιαμέσως ισοδύναμο στα πάντα· σε αυτό ούτε κάτι περισσότερο
   45.  ούτε κάτι λιγότερο αρμόζει να είναι σε κάποιο του σημείο. Διότι ούτε το μη ον υπάρχει, πράγμα που θα το εμπόδιζε να φθάσει στο ομοούσιο, ούτε υπάρχει διαμορφωμένο κατά κάποιο τρόπο εκ του περιβάλλοντος, επειδή είναι σύμπαν απαραβίαστο· και καθώς είναι το ίδιο παντού, ομοίως κυριαρχεί στα όριά του.

   50.  Σε αυτό το σημείο σταματώ τον ειλικρινή μου λόγο για το νόημα της αμφοτερόπλευρης αλήθειας· ακούγοντας δε τις επεξηγήσεις μου μάθε από δω και πέρα ότι οι γνώμες των θνητών είναι λαθεμένες. Για να κατηγοριοποιήσουν τα μορφώματα στηρίχτηκαν σε δυο θέσεις· (θεωρώντας) ότι δεν έπρεπε να είναι μία, πράγμα στο οποίο έσφαλαν·
   55. τα αντίθετα έκριναν από την κάθε κατασκευή και έβαλαν διακριτικά μη ταυτόσημα μεταξύ τους, το μεν ένα όρισαν το αιθέριο πυρ της φλόγας, που είναι ήπιο ον, πολύ αραιό κι ελαφρύ, παντού το ίδιο με τον εαυτό του, το δε άλλο κάτι που δεν είναι ίδιο με τον εαυτό του· αλλά κι αυτό κατά τον
ίδιο τρόπο τον αντίθετο (το έθεσαν), την αγνωστική νύχτα, που έχει πυκνό
   60. σώμα και βάρος. Όλα αυτά στα αποκαλώ φαινομενικό διάκοσμο, για να μη σε παρασύρει ποτέ κάποια τέτοια γνώμη των θνητών. 

 ________________  8



Αλλά, εφόσον τα πάντα έχουν χαρακτηριστεί από φως και νύχτα και σύμφωνα με τις ίδιες δυνάμεις τους μετέχουν το ένα στο άλλο, το παν ως σύνολο (θα) αποτελείται μαζί από φως και άφαντη νύχτα με ίση των δυο αναλογία, επομένως θα ήταν ουδέτερο, άρα μηδέν.  
 ______________  9





Θα γνωρίσεις και την αιθέρια φύση και τα πάντα εντός του αιθέρα τα ενδεικτικά σημεία και τα φανερά έργα της άσπιλης ηλιακής παν-φωτοδότριας πηγής και από πού δημιουργήθηκαν, θα πληροφορηθείς και για την περιφερική τροχιά της κυκλοτερούς σελήνης
   5. και τη φύση της, θα μάθεις και για τον ουρανό που περικλείει τα πάντα από πού δημιουργήθηκε και πώς οδηγώντας τον του επέβαλλε η Ανάγκη να διατηρεί τα όρια των άστρων. 

 ______________  10


   (Το) πώς η γη και ο ήλιος και η σελήνη
και ο απλός αέρας (και) ο ουράνιος γαλαξίας και το τελευταίο βουνό καθώς και η θερμή πηγή των άστρων όρμησαν
στη δημιουργία. 
 _____________  11


   Οι δε στενότερες στεφάνες είναι γεμάτες από αγνό πυρ αμόλυντο, οι δε επ’ αυτών (είναι) της νύχτας, με τη δε φλόγα αναδύεται η ειμαρμένη· και στο μέσον αυτών η κατανέμουσα θεά που τα πάντα κυβερνά· διότι στα πάντα άρχει και στο στυγερό τοκετό και στην ερωτική σμίξη στέλνοντας το θηλυκό ν’ αναμιχθεί με το αρσενικό και το αντίθετο πάλι,
το αρσενικό με το θηλυκό. 
 _____________  12




πρώτον από όλους τους θεούς, τον έρωτα  ανέδειξε 
  _____________  13



φως ξένο που περιφέρεται στη γη και φαίνεται τη νύχτα (για τη σελήνη)  
 ____________  14


που πάντα στρέφει το πρόσωπο στο φως του ήλιου (για τη σελήνη).  



____________  15


   Διότι όπως ο καθένας είναι το κράμα των πολύ διαφορετικών μελών του, κατά τον ίδιο τρόπο ο νους παρίσταται στους ανθρώπους· διότι το ίδιο είναι εκείνο το οποίο η φύση φρονεί για τα μέλη των ανθρώπων και για τους πάντες και το καθετί· το δε περισσότερο έχει σημασία.  

_____________  16



από δεξιά μεν τ’ αρσενικά, από αριστερά δε τα θηλυκά 

 _______________  17



   Όταν η γυναίκα και ο άντρας αναμειγνύουν τα σπέρματα του έρωτα, η δύναμη που ρέει στα αγγεία τους από το διαφορετικό αίμα, αν έχει την κατάλληλη αναλογία, σώματα καλά παράγει. Όταν οι δυνάμεις αντιμάχονται καθώς τα σπέρματα αναμειγνύονται και δε σχηματίζουν ενότητα στο σώμα, το γεννημένο από διπλό σπέρμα φύλο θα βασανίζεται από δεινές και συχνές ταλαιπωρίες.  

______________  18



   Έτσι λοιπόν κατ’ αυτήν τη δοξασία έγιναν αυτά που κυριαρχούν και στη συνέχεια από εδώ θα τελευτήσουν έχοντας τραφεί· στο όνομα δε αυτών οι άνθρωποι έθεσαν επισημάνσεις για το καθετί.  

______________ 19




ΠΑΡΜΕΝΙΔΗ Ελεάτη - Περί Φύσηος

Αρχαίο κείμενο


1


ἵπποι ταί μεφέρουσιν, ὅσον τ’ ἐπὶ θυμὸς ἱκάνοι,
πέμπον, ἐπείμ’ ἐς ὁδὸν βῆσαν πολύφημον ἄγουσαι
δαίμονες, ἣκατὰ πάντ’ ἄστη φέρει εἰδότα φῶτα·
τῇ φερόμην·τῇ γάρ με πολύφραστοι φέρον ἵπποι
   5.  ἅρματιταίνουσαι, κοῦραι δ’ ὁδὸν ἡγεμόνευον.
ἄξων δ’ ἐνχνοίηισιν ἵει σύριγγος ἀυτήν
αἰθόμενος(δοιοῖς γὰρ ἐπείγετο δινωτοῖσιν
κύκλοιςἀμφοτέρωθεν), ὅτε σπερχοίατο πέμπειν
Ἡλιάδεςκοῦραι, προλιποῦσαι δώματα Νυκτός,
   10.  εἰς φάος,ὠσάμεναι κράτων ἄπο χερσὶ καλύπτρας.
ἔνθα πύλαιΝυκτός τε καὶ Ἢματός εἰσι κελεύθων,
καί σφαςὑπέρθυρον ἀμφὶς ἔχει καὶ λάινος οὐδός·
αὐταὶ δ’αἰθέριαι πλῆνται μεγάλοισι θυρέτροις·
τῶν δὲ Δίκηπολύποινος ἔχει κληῖδας ἀμοιβούς.
   15.  τὴν δὴπαρφάμεναι κοῦραι μαλακοῖσι λόγοισιν.
πεῖσανἐπιφραδέως, ὥς σφιν βαλανωτὸν ὀχῆα
ἀπτερέωςὤσειε πυλέων ἄπο· ταὶ δὲ θυρέτρων
χάσμ’ ἀχανὲςποίησαν ἀναπτάμεναι πολυχάλκους
ἄξονας ἐνσύριγξιν ἀμοιβαδὸν εἰλίξασαι
   20.  γόμφοις καὶπερόνηισιν ἀρηρότε· τῇ ῥα δι’ αὐτέων
ἰθὺς ἔχονκοῦραι κατ’ ἀμαξιτὸν ἅρμα καὶ ἵππους.
καί με θεὰπρόφρων ὑπεδέξατο, χεῖρα δὲ χειρί
δεξιτερὴνἕλεν, ὧδε δ’ ἔπος φάτο καί με προσηύδα·
ὦ κοῦρ’ἀθανάτοισι συνάορος ἡνιόχοισιν,
   25.  ἵπποις ταί σεφέρουσιν ἱκάνων ἡμέτερον δῶ,
χαῖρ’, ἐπεὶοὔτι σε μοῖρα κακὴ προὔπεμπε νέεσθαι
τήνδ’ ὁδόν (ἦγὰρ ἀπ’ ἀνθρώπων ἐκτὸς πάτου ἐστίν),
ἀλλὰ θέμις τεδίκη τε. χρεὼ δέ σε πάντα πυθέσθαι
ἠμὲν Ἀληθείηςεὐκυκλέος ἀτρεμὲς ἠτορ
   30.  ἠδὲ βροτῶνδόξας, ταῖς οὐκ ἔνι πίστις ἀληθής.
ἀλλ’ ἔμπηςκαὶ ταῦτα μαθήσεαι, ὡς τὰ δοκοῦντα
χρῆν δοκίμωςεἶναι διὰ παντὸς πάντα περῶντα.


2


εἰ δ’ ἄγ’ἐγὼν ἐρέω, κόμισαι δὲ σὺ μῦθον ἀκούσας,
αἵπερ ὁδοὶμοῦναι διζήσιός εἰσι νοῆσαι·
ἡ μὲν ὅπωςἔστιν τε καὶ ὡς οὐκ ἔστι μὴ εἶναι,
Πειθοῦς ἐστικέλευθος (Ἀληθείηι γὰρ ὀπηδεῖ),
   5.  ἡ δ’ ὡς οὐκἔστιν τε καὶ ὡς χρεών ἐστι μὴ εἶναι,
τὴν δή τοιφράζω παναπευθέα ἔμμεν ἀταρπόν·
οὔτε γὰρ ἂνγνοίης τό γε μὴ ἐὸν (οὐ γὰρ ἀνυστόν)
οὔτε φράσαις.


3

τὸ γὰρ αὐτὸ νοεῖν ἔστιν τε καὶ εἶναι.


4

λεῦσσε δ’ ὅμως ἀπεόντα νόῳ παρεόνταβεβαίως·
οὐ γὰρ ἀποτμήξει τὸ ἐὸν τοῦ ἐόντος ἔχεσθαι
οὔτε σκιδνάμενον πάντῃ πάντως κατὰ κόσμον
οὔτε συνιστάμενον.


5
ξυνὸν δὲ μοί ἐστιν,
ὁππόθεν ἄρξωμαι· τόθι γὰρ πάλιν ἵξομαιαὖθις.


6


χρὴ τὸ λέγειν τε νοεῖν τ’ ἐὸν ἔμμεναι·ἔστι γὰρ εἶναι,
μηδὲν δ’ οὐκ ἔστιν· τά σ’ ἐγὼ φράζεσθαιἄνωγα.
πρώτης γάρ σ’ ἀφ’ ὁδοῦ ταύτης διζήσιος<εἴργω>,
αὐτὰρ ἔπειτ’ ἀπὸ τῆς, ἣν δὴ βροτοὶ εἰδότεςοὐδὲν
   5.  πλάττονται, δίκρανοι· ἀμηχανίη γὰρ ἐν αὐτῶν
στήθεσιν ἰθύνει πλαγκτὸν νόον· οἱ δὲφοροῦνται
κωφοὶ ὁμῶς τυφλοί τε, τεθηπότες, ἄκριταφῦλα,
οἷς τὸ πέλειν τε καὶ οὐκ εἶναι ταὐτὸννενόμισται
κοὐ ταὐτόν, πάντων δὲ παλίντροπός ἐστικέλευθος.


7


οὐ γὰρ μήποτε τοῦτο δαμῇ εἶναι μὴ ἐόντα·
ἀλλὰ σὺ τῆσδ’ ἀφ’ ὁδοῦ διζήσιος εἶργενόημα,
μηδὲ σ’ ἔθος πολύπειρον ὁδὸν κατὰ τήνδεβιάσθω,
νωμᾶν ἄσκοπον ὄμμα καὶ ἠχήεσσαν ἀκουήν
   5.  καὶ γλῶσσαν, κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηρινἔλεγχον


8
ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα· μόνος δ’ ἔτι μῦθοςὁδοῖο
λείπεται ὡς ἔστιν· ταύτηι δ’ ἐπὶ σήματ’ἔασι
πολλὰ μάλ’, ὡς ἀγένητον ἐὸν καὶ ἀνώλεθρόνἐστιν,
ἐστι γὰρ οὐλομελές τε καὶ ἀτρεμὲς ἠδ’ἀτέλεστον·
   5.  οὐδέ ποτ’ ἦν οὐδ’ ἔσται, ἐπεὶ νῦν ἔστιν ὁμοῦπᾶν,
ἕν, συνεχές· τίνα γὰρ γένναν διζήσεαιαὐτοῦ;
πῇ πόθεν αὐξηθέν; οὐδ’ ἐκ μὴ ἐόντος ἐάσσω
φάσθαι σ’ οὐδὲ νοεῖν· οὐ γὰρ φατὸν οὐδὲνοητόν
ἔστιν ὅπως οὐκ ἔστι. τί δ’ ἄν μιν καὶχρέος ὦρσεν
   10.  ὕστερον ἢ πρόσθεν, τοῦ μηδενὸς ἀρξάμενον, φῦν;
οὔτως ἢ πάμπαν πελέναι χρεών ἐστιν ἢ οὐχί.
οὐδέ ποτ’ ἐκ μὴ ἐόντος ἐφήσει πίστιοςἰσχύς
γίγνεσθαί τι παρ’ αὐτό· τοῦ εἵνεκεν οὔτεγενέσθαι
οὔτ’ ὄλλυσθαι ἀνῆκε. Δίκη χαλάσασαπέδηισιν,
   15.  ἀλλ’ ἔχει· ἡ δὲ κρίσις περὶ τούτων ἐν τῷδ’ἔστιν·
ἔστιν ἢ οὐκ ἔστιν· κέκριται δ’ οὖν, ὥσπερἀνάγκη,
τὴν μὲν ἐᾶν ἀνόητον ἀνώνυμον (οὐ γὰρἀληθής
ἔστιν ὁδός), τὴν δ’ ὥστε πέλειν καὶἐτήτυμον εἶναι.
πῶς δ’ ἂν ἔπειτ’ ἀπόλοιτο ἐόν; πῶς δ’ ἄνκε γένοιτο;
   20.  εἰ γὰρ ἔγεντ’, οὐκ ἔστ(ι), οὐδ’ εἴ ποτε μέλλειἔσεσθαι.
τὼς γένεσις μὲν ἀπέσβεσται καὶ ἄπυστοςὄλεθρος.
οὐδὲ διαιρετόν ἐστιν, ἐπεὶ πᾶν ἐστινὁμοῖον·
οὐδέ τι τῇ μᾶλλον, τό κεν εἴργοι μινσυνέχεσθαι,
οὐδέ τι χειρότερον, πᾶν δ’ ἔμπλεόν ἐστινἐόντος.
   25.  τῷ ξυνεχὲς πᾶν ἐστιν· ἐὸν γὰρ ἐόντι πελάζει.
αὐτὰρ ἀκίνητον μεγάλων ἐν πείρασι δεσμῶν
ἔστιν ἄναρχον ἄπαυστον, ἐπεὶ γένεσις καὶὄλεθρος
τῆλε μάλ’ ἐπλάχθησαν, ἀπῶσε δὲ πίστιςἀληθής.
ταὐτόν τ’ ἐν ταὐτῷ τε μένον καθ’ ἑαυτό τεκεῖται
   30.  χοὔτως ἔμπεδον αὖθι μένει· κρατερὴ γὰρ Ἀνάγκη
πείρατος ἐν δεσμοῖσιν ἔχει, τό μιν ἀμφὶςἐέργει,
οὕνεκεν οὐκ ἀτελεύτητον τὸ ἐὸν θέμιςεἶναι·
ἔστι γὰρ οὐκ ἐπιδευές· μὴ ἐὸν δ’ ἂν παντὸςἐδεῖτο.
ταὐτὸν δ’ ἐστὶ νοεῖν τε καὶ οὕνεκεν ἔστινόημα.
   35.  οὐ γὰρ ἄνευ τοῦ ἐόντος, ἐν ὧι πεφατισμένονἔστιν,
εὑρήσεις τὸ νοεῖν· οὐδέν γὰρ <ἢ>ἔστιν ἢ ἔσται
ἄλλο πάρεξ τοῦ ἐόντος, ἐπεὶ τό γε Μοῖρ’ἐπέδησεν
οὖλον ἀκίνητόν τ’ ἔμεναι· τῷ πάντ’ ὄνομ(α)ἔσται,
ὅσσα βροτοὶ κατέθεντο πεποιθότες εἶναιἀληθῆ,
   40.  γίγνεσθαί τε καὶ ὄλλυσθαι, εἶναί τε καὶ οὐχί,
καὶ τόπον ἀλλάσσειν διά τε χρόα φανὸνἀμείβειν.
αὐτὰρ ἐπεὶ πεῖρας πύματον, τετελεσμένονἐστί
πάντοθεν, εὐκύκλου σφαίρης ἐναλίγκιονὄγκῳ,
μεσσόθεν ἰσοπαλὲς πάντηι· τὸ γὰρ οὔτε τιμεῖζον
   45.  οὔτε τι βαιότερον πελέναι χρεών ἐστι τῇ ἢ τῇ.
οὔτε γὰρ οὐκ ἐὸν ἔστι, τό κεν παύοι μινἱκνεῖσθαι
εἰς ὁμόν, οὔτ’ ἐὸν ἔστιν ὅπως εἴη κενἐόντος
τῇ μᾶλλον τῇ δ’ ἧσσον, ἐπεὶ πᾶν ἐστινἄσυλον·
οἷ γὰρ πάντοθεν ἶσον, ὁμῶς ἐν πείρασικύρει.
   50.  ἐν τῷ σοι παύω πιστὸν λόγον ἡδὲ νόημα
ἀμφίςἀληθείης· δόξας δ’ ἀπὸ τοῦδε βροτείας
μάνθανε κόσμον ἐμῶν ἐπέων ἀπατηλὸν ἀκούων.
μορφὰς γὰρ κατέθεντο δύο γνώμας ὀνομάζειν·
τῶν μίαν οὐ χρεών ἐστιν ἐν ὧι πεπλανημένοι εἰσίν
   55.  τἀντία δ’ ἐκρίναντο δέμας καὶ σήματ’ ἔθεντο
χωρὶς ἀπ’ ἀλλήλων, τῇ μὲν φλογὸς αἰθέριονπῦρ,
ἤπιον ὄν, μέγ’ ἀραιὸν ἐλαφρόν, ἑωυτῷπάντοσε τωὐτόν,
τῷ δ’ ἑτέρῳ μὴ τωὐτόν· ἀτὰρ κἀκεῖνο κατ’αὐτό
τἀντία νύκτ’ ἀδαῆ, πυκινὸν δέμας ἐμβριθέςτε.
60 τόν σοι ἐγὼ διάκοσμον ἐοικότα πάντα φατίζω,
ὡς οὐ μή ποτέ τίς σε βροτῶν γνώμηπαρελάσσηι.


9

αὐτὰρ ἐπειδὴ πάντα φάος καὶ νὺξ ὀνόμασται
καὶ τὰ κατὰ σφετέρας δυνάμεις ἐπὶ τοῖσί τεκαὶ τοῖς,
πᾶν πλέον ἐστὶν ὁμοῦ φάεος καὶ νυκτὸςἀφάντου
ἴσων ἀμφοτέρων, ἐπεὶ οὐδετέρῳ μέτα μηδέν.


10


εἴσηι δ’ αἰθερίαν τε φύσιν τά τ’ ἐν αἰθέριπάντα
σήματα καὶ καθαρᾶς εὐαγέος ἠελίοιο
λαμπάδος ἔργ’ ἀίδηλα καὶ ὁππόθενἐξεγένοντο,
ἔργα τε κύκλωπος πεύσηι περίφοιτα σελήνης
   5.  καὶ φύσιν, εἰδήσεις δὲ καὶ οὐρανὸν ἀμφὶςἔχοντα
ἔνθεν μὲν γὰρ ἔφυ τε καὶ ὥς μιν ἄγουσ(α)ἐπέδησεν
Ἀνάγκη
πείρατ’ ἔχειν ἄστρων.


11

πῶς γαῖα καὶ ἥλιος ἠδὲ σελήνη
αἰθήρ τε ξυνὸς γάλα τ’ οὐράνιον καὶὄλυμπος
ἔσχατος ἠδ’ ἄστρων θερμὸν μένος ὡρμήθησαν
γίγνεσθαι.

12

αἱ γὰρ στεινότεραι πλῆντο πυρὸς ἀκρήτοιο, 
αἱ δ’ ἐπὶ ταῖς νυκτός, μετὰ δὲ φλογὸς ἵεται αἶσα·
ἐν δὲ μέσῳ τούτων δαίμων ἣ πάντα κυβερνᾷ·
πάντα γὰρ <ἣ> στυγεροῖο τόκου καὶμίξιος ἄρχει
πέμπουσ’ ἄρσενι θῆλυ μιγῆν τό τ’ ἐναντίοναὖτις
ἄρσεν θηλυτέρῳ.


13

πρώτιστον μὲν Ἔρωτα θεῶν μητίσατο πάντων


14

νυκτιφαὲς περὶ γαῖαν ἀλώμενον ἀλλότριονφῶς


15

αἰεὶ παπταίνουσα πρὸς αὐγὰς ἠελίοιο.


16

ὡς γὰρ ἕκαστος ἔχει κρᾶσιν μελέων πολυπλάγκτων,
τὼς νόος ἀνθρώποισι παρίσταται· τὸ γὰραὐτό
ἔστιν ὅπερ φρονέει μελέων φύσιςἀνθρώποισιν
καὶ πᾶσιν καὶ παντί· τὸ γᾶρ πλέον ἐστὶνόημα.


17

δεξιτεροῖσιν μὲν κούρους, λαιοῖσι δὲκούρας

18

femina virque simul Veneris cum germina miscent,
venis informans diverso ex sanguine virtus
temperiem servans bene condita corpora fingit.
nam si virtutes permixto semine pugnent
nec faciant unam permixto in corpore, dirae
nascentemgemino vexabunt semine sexum.


19

οὕτω τοι κατὰ δόξαν ἔφυ τάδε καί νυν ἔασι
καὶ μετέπειτ’ ἀπὸ τοῦδε τελευτή σου σιτραφέντα·
τοῖς δ’ ὄνομ’ ἄνθρωποι κατέθεντ’ ἐπίσημον ἑκάστῳ.
______________________________________________________


Κεφάλαια στα οποία μπορεί να αναλυθεί (Σπουδή)

Α. Προς Αλήθεια: 

1.α. Το ταξίδι (1.1-1.10), β. Ηκλειδοκράτωρ Δίκη (1.11-1.21), γ. Η υποδοχή (1.22-1.32). 
2. Οι οδοί της νόησης. 
3. Το ταυτόσημο νόησης και είναι. 
4. Η δυσκολία κατανόησης του υπερβατικού (η αρχή του ευρύτερου περικλείοντος). 
5. Ηολότητα των επεξηγήσεων. 
6. Η ευρύτερη Αλήθεια. 
7. Ανάγκη για ανεξάρτητη σκέψη. 
8.α. Η αδυναμία και τα σήματα της γλώσσας (8.1-8.3), β. Οι ιδιότητες του όντος(8.3-8.49).  


Β. Περί γνώμης: Το προπατορικό αμάρτημα 
(8.50-8.62).

9. Ηκατάρριψη του δυισμού. 
10. Εισαγωγή στην κοσμογονία. 
11. Η ορμή της γένεσης.
12. Οι στεφάνες της δημιουργίας. 
13. Πρώτος γήινος θεός ο Έρωτας. 
14 & 15.  Για τη Σελήνη. 
16. Ο επιμερισμός της γνώσης. 
17. Περί του φύλου. 
18. Γενετική ευγονία. 
19.  Προφητεία επί της σημειολογίας.

   Το Παρμενιδικό «εόν»: Το κείμενο επικεντρώνεται σε μια ιδιαίτερη λέξη, την «εόν». 

   Πολλοί την ερμηνεύουν απλά ως «ον». 
   Για να της προσδώσουμε μια βαθύτερη εννοιολογική χροιά, σύμφωνα με τη γλωσσική σημειολογία, σημαίνει: 

εγώ το όλον αποδέχομαι ή 


εγώ το ον ή 


ο ενυπάρχον σε όλους ον.


   Τα Φώτα: Ως πηγή της δημιουργίας νοείται ένα Φως, πριν ακόμα γίνει φως, χρόνος, βούληση και λόγος. 

   Το Φως αυτό διχάζεται στην κβαντική πύλη (βήσα οδός) και παίρνει την εμπράγματη (πνευματικο-υλική) μορφή του.
    Κατόπιν, όπως το ουράνιο τόξο, χωρίζεται σε χρώματα και αποχρώσεις φτιάχνοντας τον κόσμο και τους ανθρώπους, ο καθείς των οποίων είναι φως και κατέχει ένα μέρος του φωτός.

   Η συνέχεια: Ο Λεύκιππος, μαθητής του Παρμενίδη και δάσκαλος του Δημόκριτου, παίρνει τη μια ιδιότητα του Παρμενιδικού όντος, το άτμητο, και το ορίζει ως αρχή της ύλης (μη λαμβάνοντας υπόψη του την πνευματική διάσταση - εξού και μένος εναντίων του, του Πλάτωνα). 

   Ο Μέλισσος, ένας άλλος μαθητής του Παρμενίδη που θεωρεί πως το άτμητο έχει κίνηση, ανοίγει στη Σάμο φυσικο-φιλοσοφική σχολή από την οποία ξεπηδά μετά από λίγες γενεές ο Αρίσταρχος των φωτονίων (από το κείμενο προκύπτει ότι ο Παρμενίδης δεχόταν πρώτος την ηλιοκεντρική θεωρία). 

   Ο Ζήνων, ψυχοπαίδι και διάδοχος του Παρμενίδη, αναλώνεται να κάνει κατανοητό το ακίνητο της πρωτογενούς πηγής, διαχωρίζοντας το χώρο από το χρόνο.

   Ο Σωκράτης, που νεαρός παρακολούθησε μαθήματα του Ζήνωνα όταν είχαν έλθει στην Αθήνα με τον Παρμενίδη, πέφτει με τα μούτρα στο παρμενιδικό εφαλτήριο, την εννοιολογία. 

   Οι Παρμενιδικοί, Αναξαγόρας και Πρωταγόρας, παρότι κρατούν επιφυλακτική θέση στα «μεταφυσικά», καταδικάζονται από τον τρομονόμο του Διοπείθη (για τα καινά δαιμόνια, από τον οποίο δεν γλύτωσε ούτε ο Σωκράτης). 

   Ο Πλάτων, εκ του Παρμενίδη ορμώμενος και πονηρά ποιώντας, μη μιλώντας για θεούς, δημιουργεί την εικόνα του σπηλαίου και του όντος των τέλειων ιδεών, παίρνοντας με τρόπο τους θεούς από τη γη, πηγαίνοντάς τους όλους ως έναν, στο «επέκεινα». 

   Ο Αριστοτέλης, στηρίζει το μηχανισμό της λογικής του πάνω στον Παρμενίδη, ασχέτως αν διαφωνεί με το τελικό αποτέλεσμα όταν δεν συνάγει με τη πρακτικότητα. 

   Μετά όμως από λίγα χρόνια, οι νέο-πλατωνικοί, οι περισσότεροι των οποίων είναι Ιουδαίοι, παίρνουν το θεϊκό ον του Πλάτωνα και βάζουν τον Γιαχβέ στη φωτεινή του θέση. 


   Οι νέο-αριστοτελικοί, με την σειρά τους, θα δράσουν σε δεύτερη φάση, ωφελιμιστικά, πότε αποδεχόμενοι τον επί γης θεό και πότε τον προσωπικό τους.


   Η σημερινή εορτή των Φώτων: Αρχή στη σύγχρονη βάση μας έχει τον Παρμενίδη. 

   Είτε ως κόσμος που υπάρχει πραγματικά, είτε ως κίβδηλος, είτε ως ιδέα (που είναι το φως που ανάβει η φαντασία όταν η επιθυμία βρίσκεται σε σκοτεινό λαγούμι) είτε ως πρακτική χρήση (το φως υπό προσδιορισμούς). 

Πέραν αυτού, και ασχέτως τι πιστεύουμε, στην εορτή των Φώτων πρέπει να αποδώσουμε τα του Παρμενίδη στον Παρμενίδη. 
Είναι ο σύγχρονος εισηγητής.
____________________________________

τη μετάφραση έκανε ο Σωτήρης Γλυκοφρύδης


Αυτές είναι μερικές βασικές πληροφορίες πολύ συμπυκνωμένες, 
για περισσότερα, όσοι επιθυμούν, μπορούν να ανατρέξουν στα 
ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΠΑΡΜΕΝΙΔΗ  (λάιτ έκδοση) και 
ΣΠΟΥΔΗ ΣΤΟΝ ΠΑΡΜΕΝΙΔΗ  (για περισσότερο«ψαγμένους»).


Scholeio.com