.... μετά την επανάσταση του 1821.
Η ναυτική ισχύς του Οθωμανο- αιγυπτιακού Στόλου σε συνδυασμό με την απόδοση της Κρήτης (από τον σουλτάνο Μαχμούτ Β΄) και της Πελοποννήσου, ήταν το αίτιο που επιτάχυνε αποφασιστικά τη βρετανική εμπλοκή στην Ελληνική Επανάσταση.
Η γεωστρατηγική αξία του ελληνικού χώρου με αιχμή τη ναυτική γεωγραφία προκάλεσε τα αντανακλαστικά της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, οι επιτελείς της οποίας αντιλήφθηκαν ότι ενδεχόμενη επικράτηση του Ιμπραήμ θα είχε ως αποτέλεσμα την ανάδειξή του σε περιφερειακή ναυτική δύναμη.
Οι Αγγλοσάξονες που πριν από δέκα έτη είχαν καταφέρει με κόπο και θυσίες να εξουδετερώσουν τη Γαλλία του Ναπολέοντα, δεν ήσαν διατεθειμένοι να ανεχτούν τον φιλόδοξο «Αιγύπτιο» και τον στόλο του να κυριαρχεί στην ανατολική Μεσόγειο. Η ώρα της σωτηρίας για την ασθμαίνουσα και βαριά τραυματισμένη από τον πολυετή αγώνα και τον εμφύλιο σπαραγμό Ελληνική Επανάσταση είχε σημάνει….
Η ελλιπής διδασκαλία της Ιστορίας στη δημόσια εκπαίδευση και ιδιαίτερα η ανυπαρξία ενός βασικού εργαλείου κατανόησης και επεξήγησης των ιστορικών γεγονότων, όπως είναι η γεωπολιτική ανάλυση, έχει δημιουργήσει δυσνόητα χάσματα, επιτρέποντας την ανάπτυξη διαφόρων θεωριών με έμφαση στη συνομωσιολογία.
Η εκστρατεία του εξ Αιγύπτου ορμώμενου Ιμπραήμ Πασά (1789-1848) αποτελεί μια τέτοια περίπτωση, καθώς παρότι αποτελεί πρωταγωνιστικό στοιχείο που επηρέασε κάθετα την εξέλιξη της Επανάστασης, ελάχιστα έχει απασχολήσει τους μελετητές το πώς και γιατί η αιγυπτιακή εμπλοκή κινδύνευσε να ανατρέψει τις γεωπολιτικές ισορροπίες της εποχής στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.
Για να γίνει κατανοητή η γεωστρατηγική αξία της Αιγύπτου και πως στα χέρια ικανών και φιλόδοξων ηγητόρων μπορούσε με την κατάλληλα βοήθεια και οργάνωση να απειλήσει τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς της θαλασσοκράτειρας γηραιάς Αλβιόνος, είναι χρήσιμο να αναφερθούμε σε μια συνοπτική παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων που οδήγησαν στην εξουσία τον Μοχάμεντ Άλι, πατέρα του Ιμπραήμ Πασά.
Μετά το πέρας των Ναπολεόντειων Πολέμων, η Βρετανική Αυτοκρατορία αναδείχθηκε στην αδιαφιλονίκητη ηγέτιδα γεωπολιτική δύναμη της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Το Βασιλικό Ναυτικό υπό τον Οράτιο Νέλσον (1758-1805) είχε κατατροπώσει στις ναυμαχίες του Αμπουκίρ (1798) και ειδικά στο Τραφάλγκαρ (1805) τον γαλλο-ισπανικό στόλο. Ο ναυτικός ανταγωνισμός μεταξύ Γαλλίας και Βρετανίας για την κυριαρχία στην Μεσόγειο είχε πρακτικά τερματιστεί μετά από την καταστροφική για τα γαλλικά συμφέροντα ήττα στην Αίγυπτο, όπου εκτός του Αμπουκίρ (σ.σ. είναι γνωστή και ως ναυμαχία του Νείλου), χάθηκαν και σημαντικές χερσαίες δυνάμεις.
Το τέλος επήλθε το 1801 όταν βρετανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στην Αίγυπτο εξουδετερώνοντας τις εναπομείνασες γαλλικές μονάδες. Το Λονδίνο έθεσε τις βάσεις ενός προτεκτοράτου, το οποίο θα διοικούσε τη χώρα, η οποία βρισκόταν υπό την εξουσία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το 1803 μετά την απομάκρυνση των βρετανικών στρατευμάτων και με αφορμή την αποστασία των αλβανικής καταγωγής οθωμανικών μονάδων του Χιουσρέφ Πασά (1769-1855, σ.σ. ο οποίος στη συνέχεια κατέλαβε το αξίωμα του Καπουδάν Πασά και υπό την ηγεσία του ο οθωμανικός στόλος κατέστρεψε το 1824 τα Ψαρά) λόγω οικονομικών προβλημάτων, ο αλβανικής καταγωγής γεννημένος στην Καβάλα Μοχάμεντ Άλι, εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να διακριθεί.
Νίκησε τους Μαμελούκους και έλαβε από τον σουλτάνο Σελίμ Γ΄(1789-1807) τον τίτλο του κυβερνήτη (Βαλής) της Αιγύπτου.
Η γεωστρατηγική αξία της χώρας των Φαραώ ήταν τεράστιας σημασίας για την φιλόδοξη ιμπεριαλιστική πολιτική του Λονδίνου, καθώς ήταν σαφές ότι αποτελούσε μείζονα γεωπολιτικό στόχο στο πλαίσιο του σχεδίου κατάληψης αποικιακών εδαφών.
Έτσι τον Μάρτιο του 1807 ο στρατηγός Αλεξάντερ Μακένζι-Φρέιζερ αποβιβάστηκε με 5.000 άνδρες στις ακτές του δέλτα εγκαινιάζοντας μια νέα εκστρατεία, απόρροια του Βρετανο-Οθωμανικού Πολέμου του 1807-1809. Αντικειμενικός σκοπός ήταν η κατάληψη της Αλεξάνδρειας και ο ναυτικός έλεγχος της ανατολικής Μεσογείου σε βάρος των Οθωμανών που ήσαν κατά τη συγκεκριμένη περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων, στρατηγικοί σύμμαχοι των Γάλλων.
Ο Μοχάμεντ Άλι βρισκόταν σε επιχειρήσεις στην άνω Αίγυπτο όταν πληροφορήθηκε για τη βρετανική απόβαση. Όμως η επιχείρηση δεν εξελίχθηκε σύμφωνα με τις προσδοκίες και οι Βρετανοί υπέστησαν βαριά ήττα στην Ροζέτα, οι δυνάμεις τους πολιορκήθηκαν στην Αλεξάνδρεια και τελικώς αποδέχθηκαν την παράδοση της πόλης στον Μοχάμεντ Άλι, ο οποίος όμως ζήτησε ως αντάλλαγμα την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους (1807) οι τελευταίες βρετανικές δυνάμεις εγκατέλειψαν την Αίγυπτο έχοντας «κλείσει» εμπορικές συμφωνίες με τον φιλόδοξο Άλι, χωρίς ωστόσο να επιτύχει την επίσημη αναγνώρισή του από το Λονδίνο.
Οι Βρετανοί είχαν αντιληφθεί ότι κάτι τέτοιο θα εκλαμβανόταν ως προσπάθεια προσχεδιασμένης αποδόμησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μια μη επιθυμητή γεωστρατηγικά εξέλιξη υπό το πρίσμα της τότε γεωπολιτικής συγκυρίας. Βασική τους επιδίωξη ήταν η ίδρυση ενός προτεκτοράτου και όχι η ανάδειξη μιας νέας μη ελεγχόμενης ισχυρής ηγεμονίας στην περιοχή.
Ο Ιμπραήμ Πασάς γεννήθηκε στη Δράμα και θεωρείται ότι ήταν νόθος ή υιοθετημένος υιός του Άλι, ενώ η μητέρα του ήταν ελληνικής καταγωγής.
Τα ηγετικά του προσόντα τον οδήγησαν να αναλάβει για πρώτη φορά επίσημη θέση ως κυβερνήτης της Άνω Αιγύπτου το 1813, κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του πατέρα του κατά των Ουαχαμπιστών του Οίκου των Σαούντ στην Αραβία [Μετά από εντολή του σουλτάνου Μουσταφά Δ΄(1807-1808), η οποία ανανεώθηκε από τον Μαχμούτ Β΄(1808-1839)]. Το 1817 μάλιστα θα αναλάβει ενεργό συμμετοχή στην εκστρατεία κατορθώνοντας να καταπνίξει την εξέγερση το επόμενο έτος.
Σε ένδειξη ανταμοιβής ο σουλτάνος απένειμε στον Μοχάμεντ Άλι τον τίτλο του Βαλή της Χετζάτζης, επεκτείνοντας γεωγραφικά την κυριαρχία του.
Ο ιταλικής καταγωγής διπλωμάτης Μπερναντίνο Ντροβέτι (1776-1852) που είχε παραμείνει στην Αίγυπτο (σ.σ. ακολούθησε τον στρατηγό Μυρά το 1798), ανέλαβε καθήκοντα συμβούλου κατά τη διάρκεια της βρετανικής εισβολής, προωθώντας έμπρακτα την ιδέα εκσυγχρονισμού της στρατιωτικής δύναμης του Μοχάμεντ Άλι.
Μάλιστα κατάφερε να κληθούν Γάλλοι στρατιωτικοί προκειμένου να εκπαιδεύσουν τον Αιγυπτιακό Στρατό και το Ναυτικό. Μέχρι το 1823 έπεισε τον Λουδοβίκο ΙΗ΄ να εξουσιοδοτήσει την αποστολή στρατιωτικής αποστολής με σκοπό την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό των χερσαίων και ναυτικών δυνάμεων της Αιγύπτου.
Το 1824 αφίχθησαν 14 αξιωματικοί-σύμβουλοι υπό τον στρατηγό Πιέρ Μπουαγιέ. Σταδιακά ιδρύθηκαν βιομηχανίες όπλων (μουσκέτα, πυροβόλα) καθώς και ένα ναυπηγείο στην Αλεξάνδρεια, το οποίο μέχρι τα τέλη του 1830 καθέλκυσε και εξόπλισε 9 πλοία γραμμής των 100 πυροβόλων!
Η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821 και η δυσμενής εξέλιξη των στρατιωτικών και ιδίως των ναυτικών επιχειρήσεων των οθωμανικών δυνάμεων, προκάλεσε την ανάγκη εμπλοκής του αποδεδειγμένα ικανού και αποτελεσματικού Μοχάμεντ Άλι. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ ζήτησε την βοήθειά του και εκείνος απέστειλε τον Ιμπραήμ.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας η Κρήτη και η Πελοπόννησος (Μοριάς) θα προσαρτούνταν στην Αίγυπτο μετά από την κατάπνιξη της επανάστασης.
Τον Ιούλιο του 1824 ο αιγυπτιακός στόλος απέπλευσε από την Αλεξάνδρεια και μετά από αρκετούς μήνες αναμονής αποβίβασε αιφνιδιαστικά στρατεύματα τον Φεβρουάριο του 1825 στο έδαφος της Πελοποννήσου.
Η επανάσταση κινδύνευσε να σβήσει μετά από τις σαρωτικές νίκες των εκπαιδευμένων από Ευρωπαίους αιγυπτιακών στρατευμάτων. Η πτώση του Μεσολογγίου το 1826 και τα γεγονότα που επακολούθησαν της κατάληψής του, οι ωμότητες και η σκληρότητα των Αιγυπτίων, συγκλόνισε τους Φιλέλληνες. Όμως απαιτείτο η λήψη δραστικών μέτρων και η διαιρεμένη από τις εμφύλιες διαμάχες ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να δώσει στρατιωτική λύση σύντομα.
Ο αρνησίθρησκος στρατηγός Σελβ που είχε ονομαστεί Σουλεϊμάν Μπέης, διοικούσε με τους Γάλλους επιτελείς, παλαίμαχους των Ναπολεόντειων Πολέμων τις αιγυπτιακές δυνάμεις.
Παράλληλα ο ενωμένος Οθωμανο-αιγυπτιακός Στόλος επέβαλλε τη ναυτική κυριαρχία πέριξ της Πελοποννήσου. Ο αιγυπτιακές ναυτικές μονάδες διέθεταν 2.500 πυροβόλα και ήσαν ισχυρότερες από τις αντίστοιχες οθωμανικές και κατά πολύ των ελληνικών.
Οι επιτυχίες του Ιμπραήμ προκάλεσαν εντύπωση και φόβο στην Ευρώπη, η οποία μόνον τότε αντιλήφθηκε τη σοβαρότητα των γεγονότων.
Οι πληροφορίες για τις βιαιοπραγίες, τις σφαγές και τους μαζικούς εξανδραποδισμούς των Ελλήνων λειτούργησαν ως αφορμή για την απόφαση του Λονδίνου να αναχαιτιστεί η ενοχλητική παρουσία του φιλόδοξου Αιγύπτιου.
Το σχέδιο μεταφοράς φελάχων στη θέση του ξεριζωμένου πληθυσμού σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως, καθώς ήταν μια σαφής ένδειξη της μεσομακροπρόθεσμης πολιτικής του Ιμπραήμ.
Αν κατόρθωνε να συντρίψει την επανάσταση τότε θα κατείχε δύο γεωγραφικές περιοχές με υψηλότατη γεωστρατηγική αξία.
Κρήτη και Πελοπόννησος θα αναδεικνύονταν σε δύο εξαίρετες βάσεις-ορμητήρια για τον αιγυπτιακό στόλο, αναβιώνοντας τη ναυτική απειλή των Οθωμανών όπως ήταν επί Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς.
Η Μεγάλη Βρετανία είχε πολεμήσει σθεναρά τη Γαλλία στη Μεσόγειο ακριβώς για να μην επιτρέψει τον έλεγχό της από άλλη δύναμη. Τώρα οι συνθήκες απαιτούσαν άμεση δράση και κυρίως διπλωματικό συντονισμό με τη Γαλλία και την Ρωσία καθώς η Ελληνική Επανάσταση είχε πλέον μετατραπεί σε γεωπολιτικό ζήτημα.
Το Λονδίνο όπως απέδειξαν τα μετέπειτα γεγονότα στήριξε τους επαναστάτες με διαφόρους τρόπους.
Ωστόσο εντύπωση προκαλεί η αποστολή του πλοιάρχου Φραγκίσκου Άστιγγος με ένα πλοίο υψηλής τεχνολογίας για την εποχή, την ατμοκίνητη «Καρτερία», η οποία ήταν εξοπλισμένη με τα τελειότερα πυροβόλα της εποχής τύπου Paixhans. Το πλοίο υπερτερούσε επιχειρησιακά έναντι οποιουδήποτε οθωμανικού ή αιγυπτιακού πολεμικού.
Η ικανότητα και η επιχειρησιακή αξία της «Καρτερίας» απεδείχθη κατά τη Ναυμαχία της Ιτέας τον Σεπτέμβριο του 1827 όταν με στοχευμένες ταχείς βολές ανατίναξε τέσσερα πολεμικά! Το ηρωϊκό ατμόπλοιο στα χέρια του έμπειρου φιλέλληνα κυβερνήτη ανέτρεψε την πορεία των ναυτικών επιχειρήσεων και εξανάγκασε τον στόλο του Ιμπραήμ να παραβιάσει τους όρους ανακωχής και να καταδιώξει την «Καρτερία», γεγονός που λίγες ημέρες αργότερα οδήγησε στα γεγονότα της Πύλου.
Στις 20 Οκτωβρίου 1827 ο Ιμπραήμ παρακολούθησε την ολοσχερή καταστροφή της ναυτικής του ισχύος στο Ναβαρίνο. Ένα χρόνο μετά εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να επιστρέψει ηττημένος στην Αίγυπτο, εφαρμόζοντας τους όρους της Συνθήκης της Κων/πολης.
Οι επιτελείς της Μεγάλης Βρετανίας διαβλέποντας την άνοδο της ισχύος του Ιμπραήμ ενορχήστρωσαν μια σειρά μέτρων με έμφαση στην απόκτηση ναυτικής υπεροπλίας από τους Έλληνες (σ.σ. το ζήτημα των δανείων και της κατασπατάλησής τους χρήζει άλλης αναφοράς) και στην ενίσχυση της παρουσίας του Βασιλικού Ναυτικού στις ελληνικές θάλασσες.
Το Λονδίνο δεν είχε άλλη λύση παρά να επιδιώξει την καταστροφή της ναυτικής ισχύος των Αιγυπτίων πριν ο Ιμπραήμ κατορθώσει και εξασφαλίσει τις χερσαίες επιτυχίες. Ο επικίνδυνος εχθρός εάν κατοχύρωνε τις νίκες με προσαρτήσεις και έλεγχο εδαφών, θα αναδεικνυόταν στον υπ’ αριθμόν ένα αντίπαλο του Βασιλικού Ναυτικού στην Μεσόγειο.
Οι βρετανικές κτήσεις στα Ιόνια Νησιά αλλά και η Μάλτα θα τίθεντο σύντομα στο στόχαστρο, ενώ θα χανόταν κάθε ευκαιρία διασύνδεσης με τα εδάφη της Αυτοκρατορίας στην Ινδία. Ο έλεγχος των θαλάσσιων γραμμών εμπορίου και επικοινωνίας από την Αίγυπτο μεταξύ Άντεν και Μεσογείου (σ.σ. δεν υπήρχε ακόμη η διώρυγα του Σουέζ) θα μετασχημάτιζε την εξουσία του φαινομενικά υποτελούς στον σουλτάνο Μοχάμεντ Άλι από Βαλή σε πραγματικό αυτοκράτορα.
Η ανάδειξη της Αιγύπτου σε περιφερειακή δύναμη με ισχυρό στόλο και προσβάσεις στην Κρήτη και τη νότια Ελλάδα, σε συνδυασμό με την ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας, σύμφωνα με το ριζικό σχέδιο εκσυγχρονισμού που εφάρμοζε ο Άλι, εγκυμονούσε σοβαρότατους γεωπολιτικούς κινδύνους για της πολιτική της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Δεν ήταν δυνατό να γίνει αποδεκτή η ανάδειξη μιας νέας υγιούς δύναμης η οποία σημειωτέον αργά ή γρήγορα θα «καταβρόχθιζε» τις γεωγραφικές σάρκες του μεγάλου ασθενούς, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Υπό αυτό το πρίσμα η φιλοδοξία και η εμπλοκή του Ιμπραήμ στα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης λειτούργησε καταλυτικά υπέρ αυτής και παρά τα καταστροφικά αποτελέσματα που επέτυχε σε βάρος των Ελλήνων, μετετράπη από μειονέκτημα σε γεωπολιτικό πλεονέκτημα. Η γεωστρατηγική αξία της Ελλάδας είχε για μια ακόμη φορά μεταβάλλει τον ρου της ιστορίας σε συνδυασμό με τη ψυχή, το πνεύμα και την αγωνιστικότητα των εξεγερμένων Ελλήνων, οι οποίοι την πιο μαύρη ώρα του Αγώνα βρήκαν στο πρόσωπο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη τον ιδανικό ηγέτη που επέτρεψε στο μαχόμενο έθνος να κερδίσει τον πολύτιμο χρόνο που απαιτείτο για την οριστική ήττα των εισβολέων…
Επίλογος
Μετά από την καταστροφή του στόλου στο Ναβαρίνο, ο δραστήριος και φιλόδοξος Ιμπραήμ με την υποστήριξη του πατέρα του, προχώρησε στη ναυπήγηση νέων ναυτικών μονάδων.
Τον Οκτώβριο του 1831 ο αναγεννημένος αιγυπτιακός στόλος μαζί με χερσαίες δυνάμεις εισέβαλλε στην οθωμανική Συρία, εγκαινιάζοντας τον Α΄ Οθωμανο-αιγυπτιακό Πόλεμο (1831-1833). Στις 29 Ιουλίου και στις 21 Δεκεμβρίου του 1832 οι Οθωμανοί συνετρίβησαν από τον στρατό του Ιμπραήμ σε δύο αποφασιστικές μάχες στο πέρασμα Μπειλάν και στο Ικόνιο της Μικράς Ασίας, αφήνοντας τον δρόμο ανοικτό για την κατάληψη της Κων/πολης!
Μόνο μετά από την αυστηρή προειδοποίηση της Βρετανίας και της Γαλλίας απετράπη η περαιτέρω προέλαση. Η υπογραφή της Συνθήκης της Κιουτάχειας τον Μάιο του 1833 απέδιδε στην Αίγυπτο τις επαρχίες της Συρίας και των Αδάνων.
Οι τρομοκρατημένοι Οθωμανοί κάλεσαν τους Ρώσους σε βοήθεια, με αποτέλεσμα την υπογραφή της Συνθήκης του Χουνκάρ Ισκελεσί στις 8 Ιουλίου 1833. Βάσει αυτής ρωσικά πολεμικά κατέπλευσαν στον Βόσπορο ενώ χερσαίες δυνάμεις ήσαν έτοιμες να δράσουν άμεσα. Υπήρξε μάλιστα και μυστικό άρθρο που προέβλεπε το κλείσιμο των Στενών σε όλα τα ξένα πλοία πλην των ρωσικών…
Όμως η γεωπολιτική απειλή του Ιμπραήμ και του Μοχάμεντ Άλι δεν θα εξαλειφόταν παρά μόνον με τον Β΄ Οθωμανικο-αιγυπτιακό Πόλεμο (1839-1841) στον οποίο αυτήν τη φορά σύμμαχοι των Οθωμανών ήταν οι Βρετανοί, οι Ρώσοι και οι Αυστριακοί, ενώ οι Αιγύπτιοι είχαν την βοήθεια των Ισπανών και των Γάλλων.
Το Βασιλικό Ναυτικό ολοκλήρωσε την αποστολή που είχε ξεκινήσει στο Ναβαρίνο όταν καταναυμάχησε και βύθισε εκ νέου τον ισχυρό αναγεννημένο αιγυπτιακό στόλο. Και σε αυτήν την περίπτωση η τύχη της Αιγύπτου του Μοχάμεντ Άλι και του Ιμπραήμ Πασά κρίθηκε στη θάλασσα.
Η χώρα των Φαραώ σύντομα θα μετατρεπόταν σε βρετανικό προτεκτοράτο, μια εξέλιξη που ο Ιμπραήμ δεν φανταζόταν όταν αποφάσιζε να αποδεχθεί την πρόταση του σουλτάνου και να εισβάλλει στην Ελλάδα.
*Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος: Δημοσιογράφος-Αμυντικός Αναλυτής
http://perialos.blogspot.gr/2013/03/blog-post_26.html
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΒ'.
Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, Ο αγώνας για την ελληνική ανεξαρτησία. Πολιτική και στρατηγική των Ελλήνων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 1821-1832, Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 1996.
Μιχαήλ Β. Σακελλαρίου, Η απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο καταλύτης για την αποδιοργάνωση της Ελληνικής Επανάστασης 24 Φεβρουαρίου - 23 Μαΐου 1825, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2012.
Marlowe John, A History of Modern Egypt and Anglo-Egyptian Relations 1800-1953,New York, Praeger, 1954.
Khalid Fahmy, All the Pasha's Men: Mehmed Ali, his Army and the Making of Modern Egypt, Cambridge University Press, 1998.
Military Advising and Assistance: From Mercenaries to Privatization, 1815-2007, Edited by Donald Stoker, Routledge Taylor & Francis Group, 2007.
Scholeio.com
Η ναυτική ισχύς του Οθωμανο- αιγυπτιακού Στόλου σε συνδυασμό με την απόδοση της Κρήτης (από τον σουλτάνο Μαχμούτ Β΄) και της Πελοποννήσου, ήταν το αίτιο που επιτάχυνε αποφασιστικά τη βρετανική εμπλοκή στην Ελληνική Επανάσταση.
Η γεωστρατηγική αξία του ελληνικού χώρου με αιχμή τη ναυτική γεωγραφία προκάλεσε τα αντανακλαστικά της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, οι επιτελείς της οποίας αντιλήφθηκαν ότι ενδεχόμενη επικράτηση του Ιμπραήμ θα είχε ως αποτέλεσμα την ανάδειξή του σε περιφερειακή ναυτική δύναμη.
Οι Αγγλοσάξονες που πριν από δέκα έτη είχαν καταφέρει με κόπο και θυσίες να εξουδετερώσουν τη Γαλλία του Ναπολέοντα, δεν ήσαν διατεθειμένοι να ανεχτούν τον φιλόδοξο «Αιγύπτιο» και τον στόλο του να κυριαρχεί στην ανατολική Μεσόγειο. Η ώρα της σωτηρίας για την ασθμαίνουσα και βαριά τραυματισμένη από τον πολυετή αγώνα και τον εμφύλιο σπαραγμό Ελληνική Επανάσταση είχε σημάνει….
Η ελλιπής διδασκαλία της Ιστορίας στη δημόσια εκπαίδευση και ιδιαίτερα η ανυπαρξία ενός βασικού εργαλείου κατανόησης και επεξήγησης των ιστορικών γεγονότων, όπως είναι η γεωπολιτική ανάλυση, έχει δημιουργήσει δυσνόητα χάσματα, επιτρέποντας την ανάπτυξη διαφόρων θεωριών με έμφαση στη συνομωσιολογία.
Η εκστρατεία του εξ Αιγύπτου ορμώμενου Ιμπραήμ Πασά (1789-1848) αποτελεί μια τέτοια περίπτωση, καθώς παρότι αποτελεί πρωταγωνιστικό στοιχείο που επηρέασε κάθετα την εξέλιξη της Επανάστασης, ελάχιστα έχει απασχολήσει τους μελετητές το πώς και γιατί η αιγυπτιακή εμπλοκή κινδύνευσε να ανατρέψει τις γεωπολιτικές ισορροπίες της εποχής στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.
Για να γίνει κατανοητή η γεωστρατηγική αξία της Αιγύπτου και πως στα χέρια ικανών και φιλόδοξων ηγητόρων μπορούσε με την κατάλληλα βοήθεια και οργάνωση να απειλήσει τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς της θαλασσοκράτειρας γηραιάς Αλβιόνος, είναι χρήσιμο να αναφερθούμε σε μια συνοπτική παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων που οδήγησαν στην εξουσία τον Μοχάμεντ Άλι, πατέρα του Ιμπραήμ Πασά.
Μετά το πέρας των Ναπολεόντειων Πολέμων, η Βρετανική Αυτοκρατορία αναδείχθηκε στην αδιαφιλονίκητη ηγέτιδα γεωπολιτική δύναμη της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Το Βασιλικό Ναυτικό υπό τον Οράτιο Νέλσον (1758-1805) είχε κατατροπώσει στις ναυμαχίες του Αμπουκίρ (1798) και ειδικά στο Τραφάλγκαρ (1805) τον γαλλο-ισπανικό στόλο. Ο ναυτικός ανταγωνισμός μεταξύ Γαλλίας και Βρετανίας για την κυριαρχία στην Μεσόγειο είχε πρακτικά τερματιστεί μετά από την καταστροφική για τα γαλλικά συμφέροντα ήττα στην Αίγυπτο, όπου εκτός του Αμπουκίρ (σ.σ. είναι γνωστή και ως ναυμαχία του Νείλου), χάθηκαν και σημαντικές χερσαίες δυνάμεις.
Το τέλος επήλθε το 1801 όταν βρετανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στην Αίγυπτο εξουδετερώνοντας τις εναπομείνασες γαλλικές μονάδες. Το Λονδίνο έθεσε τις βάσεις ενός προτεκτοράτου, το οποίο θα διοικούσε τη χώρα, η οποία βρισκόταν υπό την εξουσία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το 1803 μετά την απομάκρυνση των βρετανικών στρατευμάτων και με αφορμή την αποστασία των αλβανικής καταγωγής οθωμανικών μονάδων του Χιουσρέφ Πασά (1769-1855, σ.σ. ο οποίος στη συνέχεια κατέλαβε το αξίωμα του Καπουδάν Πασά και υπό την ηγεσία του ο οθωμανικός στόλος κατέστρεψε το 1824 τα Ψαρά) λόγω οικονομικών προβλημάτων, ο αλβανικής καταγωγής γεννημένος στην Καβάλα Μοχάμεντ Άλι, εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να διακριθεί.
Νίκησε τους Μαμελούκους και έλαβε από τον σουλτάνο Σελίμ Γ΄(1789-1807) τον τίτλο του κυβερνήτη (Βαλής) της Αιγύπτου.
Η γεωστρατηγική αξία της χώρας των Φαραώ ήταν τεράστιας σημασίας για την φιλόδοξη ιμπεριαλιστική πολιτική του Λονδίνου, καθώς ήταν σαφές ότι αποτελούσε μείζονα γεωπολιτικό στόχο στο πλαίσιο του σχεδίου κατάληψης αποικιακών εδαφών.
Έτσι τον Μάρτιο του 1807 ο στρατηγός Αλεξάντερ Μακένζι-Φρέιζερ αποβιβάστηκε με 5.000 άνδρες στις ακτές του δέλτα εγκαινιάζοντας μια νέα εκστρατεία, απόρροια του Βρετανο-Οθωμανικού Πολέμου του 1807-1809. Αντικειμενικός σκοπός ήταν η κατάληψη της Αλεξάνδρειας και ο ναυτικός έλεγχος της ανατολικής Μεσογείου σε βάρος των Οθωμανών που ήσαν κατά τη συγκεκριμένη περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων, στρατηγικοί σύμμαχοι των Γάλλων.
Ο Μοχάμεντ Άλι βρισκόταν σε επιχειρήσεις στην άνω Αίγυπτο όταν πληροφορήθηκε για τη βρετανική απόβαση. Όμως η επιχείρηση δεν εξελίχθηκε σύμφωνα με τις προσδοκίες και οι Βρετανοί υπέστησαν βαριά ήττα στην Ροζέτα, οι δυνάμεις τους πολιορκήθηκαν στην Αλεξάνδρεια και τελικώς αποδέχθηκαν την παράδοση της πόλης στον Μοχάμεντ Άλι, ο οποίος όμως ζήτησε ως αντάλλαγμα την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους (1807) οι τελευταίες βρετανικές δυνάμεις εγκατέλειψαν την Αίγυπτο έχοντας «κλείσει» εμπορικές συμφωνίες με τον φιλόδοξο Άλι, χωρίς ωστόσο να επιτύχει την επίσημη αναγνώρισή του από το Λονδίνο.
Οι Βρετανοί είχαν αντιληφθεί ότι κάτι τέτοιο θα εκλαμβανόταν ως προσπάθεια προσχεδιασμένης αποδόμησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μια μη επιθυμητή γεωστρατηγικά εξέλιξη υπό το πρίσμα της τότε γεωπολιτικής συγκυρίας. Βασική τους επιδίωξη ήταν η ίδρυση ενός προτεκτοράτου και όχι η ανάδειξη μιας νέας μη ελεγχόμενης ισχυρής ηγεμονίας στην περιοχή.
Ο Ιμπραήμ Πασάς γεννήθηκε στη Δράμα και θεωρείται ότι ήταν νόθος ή υιοθετημένος υιός του Άλι, ενώ η μητέρα του ήταν ελληνικής καταγωγής.
Τα ηγετικά του προσόντα τον οδήγησαν να αναλάβει για πρώτη φορά επίσημη θέση ως κυβερνήτης της Άνω Αιγύπτου το 1813, κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του πατέρα του κατά των Ουαχαμπιστών του Οίκου των Σαούντ στην Αραβία [Μετά από εντολή του σουλτάνου Μουσταφά Δ΄(1807-1808), η οποία ανανεώθηκε από τον Μαχμούτ Β΄(1808-1839)]. Το 1817 μάλιστα θα αναλάβει ενεργό συμμετοχή στην εκστρατεία κατορθώνοντας να καταπνίξει την εξέγερση το επόμενο έτος.
Σε ένδειξη ανταμοιβής ο σουλτάνος απένειμε στον Μοχάμεντ Άλι τον τίτλο του Βαλή της Χετζάτζης, επεκτείνοντας γεωγραφικά την κυριαρχία του.
Ο ιταλικής καταγωγής διπλωμάτης Μπερναντίνο Ντροβέτι (1776-1852) που είχε παραμείνει στην Αίγυπτο (σ.σ. ακολούθησε τον στρατηγό Μυρά το 1798), ανέλαβε καθήκοντα συμβούλου κατά τη διάρκεια της βρετανικής εισβολής, προωθώντας έμπρακτα την ιδέα εκσυγχρονισμού της στρατιωτικής δύναμης του Μοχάμεντ Άλι.
Μάλιστα κατάφερε να κληθούν Γάλλοι στρατιωτικοί προκειμένου να εκπαιδεύσουν τον Αιγυπτιακό Στρατό και το Ναυτικό. Μέχρι το 1823 έπεισε τον Λουδοβίκο ΙΗ΄ να εξουσιοδοτήσει την αποστολή στρατιωτικής αποστολής με σκοπό την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό των χερσαίων και ναυτικών δυνάμεων της Αιγύπτου.
Το 1824 αφίχθησαν 14 αξιωματικοί-σύμβουλοι υπό τον στρατηγό Πιέρ Μπουαγιέ. Σταδιακά ιδρύθηκαν βιομηχανίες όπλων (μουσκέτα, πυροβόλα) καθώς και ένα ναυπηγείο στην Αλεξάνδρεια, το οποίο μέχρι τα τέλη του 1830 καθέλκυσε και εξόπλισε 9 πλοία γραμμής των 100 πυροβόλων!
Η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821 και η δυσμενής εξέλιξη των στρατιωτικών και ιδίως των ναυτικών επιχειρήσεων των οθωμανικών δυνάμεων, προκάλεσε την ανάγκη εμπλοκής του αποδεδειγμένα ικανού και αποτελεσματικού Μοχάμεντ Άλι. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ ζήτησε την βοήθειά του και εκείνος απέστειλε τον Ιμπραήμ.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας η Κρήτη και η Πελοπόννησος (Μοριάς) θα προσαρτούνταν στην Αίγυπτο μετά από την κατάπνιξη της επανάστασης.
Τον Ιούλιο του 1824 ο αιγυπτιακός στόλος απέπλευσε από την Αλεξάνδρεια και μετά από αρκετούς μήνες αναμονής αποβίβασε αιφνιδιαστικά στρατεύματα τον Φεβρουάριο του 1825 στο έδαφος της Πελοποννήσου.
Η επανάσταση κινδύνευσε να σβήσει μετά από τις σαρωτικές νίκες των εκπαιδευμένων από Ευρωπαίους αιγυπτιακών στρατευμάτων. Η πτώση του Μεσολογγίου το 1826 και τα γεγονότα που επακολούθησαν της κατάληψής του, οι ωμότητες και η σκληρότητα των Αιγυπτίων, συγκλόνισε τους Φιλέλληνες. Όμως απαιτείτο η λήψη δραστικών μέτρων και η διαιρεμένη από τις εμφύλιες διαμάχες ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να δώσει στρατιωτική λύση σύντομα.
Ο αρνησίθρησκος στρατηγός Σελβ που είχε ονομαστεί Σουλεϊμάν Μπέης, διοικούσε με τους Γάλλους επιτελείς, παλαίμαχους των Ναπολεόντειων Πολέμων τις αιγυπτιακές δυνάμεις.
Παράλληλα ο ενωμένος Οθωμανο-αιγυπτιακός Στόλος επέβαλλε τη ναυτική κυριαρχία πέριξ της Πελοποννήσου. Ο αιγυπτιακές ναυτικές μονάδες διέθεταν 2.500 πυροβόλα και ήσαν ισχυρότερες από τις αντίστοιχες οθωμανικές και κατά πολύ των ελληνικών.
Οι επιτυχίες του Ιμπραήμ προκάλεσαν εντύπωση και φόβο στην Ευρώπη, η οποία μόνον τότε αντιλήφθηκε τη σοβαρότητα των γεγονότων.
η εδαφική επέκταση της δυναστείας του Μωχάνεντ Άλι |
Οι πληροφορίες για τις βιαιοπραγίες, τις σφαγές και τους μαζικούς εξανδραποδισμούς των Ελλήνων λειτούργησαν ως αφορμή για την απόφαση του Λονδίνου να αναχαιτιστεί η ενοχλητική παρουσία του φιλόδοξου Αιγύπτιου.
Το σχέδιο μεταφοράς φελάχων στη θέση του ξεριζωμένου πληθυσμού σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως, καθώς ήταν μια σαφής ένδειξη της μεσομακροπρόθεσμης πολιτικής του Ιμπραήμ.
Αν κατόρθωνε να συντρίψει την επανάσταση τότε θα κατείχε δύο γεωγραφικές περιοχές με υψηλότατη γεωστρατηγική αξία.
Κρήτη και Πελοπόννησος θα αναδεικνύονταν σε δύο εξαίρετες βάσεις-ορμητήρια για τον αιγυπτιακό στόλο, αναβιώνοντας τη ναυτική απειλή των Οθωμανών όπως ήταν επί Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς.
Η Μεγάλη Βρετανία είχε πολεμήσει σθεναρά τη Γαλλία στη Μεσόγειο ακριβώς για να μην επιτρέψει τον έλεγχό της από άλλη δύναμη. Τώρα οι συνθήκες απαιτούσαν άμεση δράση και κυρίως διπλωματικό συντονισμό με τη Γαλλία και την Ρωσία καθώς η Ελληνική Επανάσταση είχε πλέον μετατραπεί σε γεωπολιτικό ζήτημα.
Το Λονδίνο όπως απέδειξαν τα μετέπειτα γεγονότα στήριξε τους επαναστάτες με διαφόρους τρόπους.
Ωστόσο εντύπωση προκαλεί η αποστολή του πλοιάρχου Φραγκίσκου Άστιγγος με ένα πλοίο υψηλής τεχνολογίας για την εποχή, την ατμοκίνητη «Καρτερία», η οποία ήταν εξοπλισμένη με τα τελειότερα πυροβόλα της εποχής τύπου Paixhans. Το πλοίο υπερτερούσε επιχειρησιακά έναντι οποιουδήποτε οθωμανικού ή αιγυπτιακού πολεμικού.
Η ικανότητα και η επιχειρησιακή αξία της «Καρτερίας» απεδείχθη κατά τη Ναυμαχία της Ιτέας τον Σεπτέμβριο του 1827 όταν με στοχευμένες ταχείς βολές ανατίναξε τέσσερα πολεμικά! Το ηρωϊκό ατμόπλοιο στα χέρια του έμπειρου φιλέλληνα κυβερνήτη ανέτρεψε την πορεία των ναυτικών επιχειρήσεων και εξανάγκασε τον στόλο του Ιμπραήμ να παραβιάσει τους όρους ανακωχής και να καταδιώξει την «Καρτερία», γεγονός που λίγες ημέρες αργότερα οδήγησε στα γεγονότα της Πύλου.
Στις 20 Οκτωβρίου 1827 ο Ιμπραήμ παρακολούθησε την ολοσχερή καταστροφή της ναυτικής του ισχύος στο Ναβαρίνο. Ένα χρόνο μετά εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να επιστρέψει ηττημένος στην Αίγυπτο, εφαρμόζοντας τους όρους της Συνθήκης της Κων/πολης.
Οι επιτελείς της Μεγάλης Βρετανίας διαβλέποντας την άνοδο της ισχύος του Ιμπραήμ ενορχήστρωσαν μια σειρά μέτρων με έμφαση στην απόκτηση ναυτικής υπεροπλίας από τους Έλληνες (σ.σ. το ζήτημα των δανείων και της κατασπατάλησής τους χρήζει άλλης αναφοράς) και στην ενίσχυση της παρουσίας του Βασιλικού Ναυτικού στις ελληνικές θάλασσες.
Το Λονδίνο δεν είχε άλλη λύση παρά να επιδιώξει την καταστροφή της ναυτικής ισχύος των Αιγυπτίων πριν ο Ιμπραήμ κατορθώσει και εξασφαλίσει τις χερσαίες επιτυχίες. Ο επικίνδυνος εχθρός εάν κατοχύρωνε τις νίκες με προσαρτήσεις και έλεγχο εδαφών, θα αναδεικνυόταν στον υπ’ αριθμόν ένα αντίπαλο του Βασιλικού Ναυτικού στην Μεσόγειο.
Οι βρετανικές κτήσεις στα Ιόνια Νησιά αλλά και η Μάλτα θα τίθεντο σύντομα στο στόχαστρο, ενώ θα χανόταν κάθε ευκαιρία διασύνδεσης με τα εδάφη της Αυτοκρατορίας στην Ινδία. Ο έλεγχος των θαλάσσιων γραμμών εμπορίου και επικοινωνίας από την Αίγυπτο μεταξύ Άντεν και Μεσογείου (σ.σ. δεν υπήρχε ακόμη η διώρυγα του Σουέζ) θα μετασχημάτιζε την εξουσία του φαινομενικά υποτελούς στον σουλτάνο Μοχάμεντ Άλι από Βαλή σε πραγματικό αυτοκράτορα.
Η ανάδειξη της Αιγύπτου σε περιφερειακή δύναμη με ισχυρό στόλο και προσβάσεις στην Κρήτη και τη νότια Ελλάδα, σε συνδυασμό με την ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας, σύμφωνα με το ριζικό σχέδιο εκσυγχρονισμού που εφάρμοζε ο Άλι, εγκυμονούσε σοβαρότατους γεωπολιτικούς κινδύνους για της πολιτική της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Δεν ήταν δυνατό να γίνει αποδεκτή η ανάδειξη μιας νέας υγιούς δύναμης η οποία σημειωτέον αργά ή γρήγορα θα «καταβρόχθιζε» τις γεωγραφικές σάρκες του μεγάλου ασθενούς, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Υπό αυτό το πρίσμα η φιλοδοξία και η εμπλοκή του Ιμπραήμ στα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης λειτούργησε καταλυτικά υπέρ αυτής και παρά τα καταστροφικά αποτελέσματα που επέτυχε σε βάρος των Ελλήνων, μετετράπη από μειονέκτημα σε γεωπολιτικό πλεονέκτημα. Η γεωστρατηγική αξία της Ελλάδας είχε για μια ακόμη φορά μεταβάλλει τον ρου της ιστορίας σε συνδυασμό με τη ψυχή, το πνεύμα και την αγωνιστικότητα των εξεγερμένων Ελλήνων, οι οποίοι την πιο μαύρη ώρα του Αγώνα βρήκαν στο πρόσωπο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη τον ιδανικό ηγέτη που επέτρεψε στο μαχόμενο έθνος να κερδίσει τον πολύτιμο χρόνο που απαιτείτο για την οριστική ήττα των εισβολέων…
Επίλογος
Μετά από την καταστροφή του στόλου στο Ναβαρίνο, ο δραστήριος και φιλόδοξος Ιμπραήμ με την υποστήριξη του πατέρα του, προχώρησε στη ναυπήγηση νέων ναυτικών μονάδων.
Τον Οκτώβριο του 1831 ο αναγεννημένος αιγυπτιακός στόλος μαζί με χερσαίες δυνάμεις εισέβαλλε στην οθωμανική Συρία, εγκαινιάζοντας τον Α΄ Οθωμανο-αιγυπτιακό Πόλεμο (1831-1833). Στις 29 Ιουλίου και στις 21 Δεκεμβρίου του 1832 οι Οθωμανοί συνετρίβησαν από τον στρατό του Ιμπραήμ σε δύο αποφασιστικές μάχες στο πέρασμα Μπειλάν και στο Ικόνιο της Μικράς Ασίας, αφήνοντας τον δρόμο ανοικτό για την κατάληψη της Κων/πολης!
Μόνο μετά από την αυστηρή προειδοποίηση της Βρετανίας και της Γαλλίας απετράπη η περαιτέρω προέλαση. Η υπογραφή της Συνθήκης της Κιουτάχειας τον Μάιο του 1833 απέδιδε στην Αίγυπτο τις επαρχίες της Συρίας και των Αδάνων.
Οι τρομοκρατημένοι Οθωμανοί κάλεσαν τους Ρώσους σε βοήθεια, με αποτέλεσμα την υπογραφή της Συνθήκης του Χουνκάρ Ισκελεσί στις 8 Ιουλίου 1833. Βάσει αυτής ρωσικά πολεμικά κατέπλευσαν στον Βόσπορο ενώ χερσαίες δυνάμεις ήσαν έτοιμες να δράσουν άμεσα. Υπήρξε μάλιστα και μυστικό άρθρο που προέβλεπε το κλείσιμο των Στενών σε όλα τα ξένα πλοία πλην των ρωσικών…
Όμως η γεωπολιτική απειλή του Ιμπραήμ και του Μοχάμεντ Άλι δεν θα εξαλειφόταν παρά μόνον με τον Β΄ Οθωμανικο-αιγυπτιακό Πόλεμο (1839-1841) στον οποίο αυτήν τη φορά σύμμαχοι των Οθωμανών ήταν οι Βρετανοί, οι Ρώσοι και οι Αυστριακοί, ενώ οι Αιγύπτιοι είχαν την βοήθεια των Ισπανών και των Γάλλων.
Το Βασιλικό Ναυτικό ολοκλήρωσε την αποστολή που είχε ξεκινήσει στο Ναβαρίνο όταν καταναυμάχησε και βύθισε εκ νέου τον ισχυρό αναγεννημένο αιγυπτιακό στόλο. Και σε αυτήν την περίπτωση η τύχη της Αιγύπτου του Μοχάμεντ Άλι και του Ιμπραήμ Πασά κρίθηκε στη θάλασσα.
Η χώρα των Φαραώ σύντομα θα μετατρεπόταν σε βρετανικό προτεκτοράτο, μια εξέλιξη που ο Ιμπραήμ δεν φανταζόταν όταν αποφάσιζε να αποδεχθεί την πρόταση του σουλτάνου και να εισβάλλει στην Ελλάδα.
*Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος: Δημοσιογράφος-Αμυντικός Αναλυτής
http://perialos.blogspot.gr/2013/03/blog-post_26.html
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΒ'.
Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, Ο αγώνας για την ελληνική ανεξαρτησία. Πολιτική και στρατηγική των Ελλήνων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 1821-1832, Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 1996.
Μιχαήλ Β. Σακελλαρίου, Η απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο καταλύτης για την αποδιοργάνωση της Ελληνικής Επανάστασης 24 Φεβρουαρίου - 23 Μαΐου 1825, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2012.
Marlowe John, A History of Modern Egypt and Anglo-Egyptian Relations 1800-1953,New York, Praeger, 1954.
Khalid Fahmy, All the Pasha's Men: Mehmed Ali, his Army and the Making of Modern Egypt, Cambridge University Press, 1998.
Military Advising and Assistance: From Mercenaries to Privatization, 1815-2007, Edited by Donald Stoker, Routledge Taylor & Francis Group, 2007.
Scholeio.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου