«Βρισκόμαστε σε μια περίοδο ύπνωσης και μιλώ για τάσεις του καιρού μας. Πιεζόμαστε απ' όλες τις πλευρές να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με τον πειραματισμό με τις καλές τέχνες κι αλλαχού. Διάβασα κάποιον ιστορικό τέχνης να πλέκει το εγκώμιο ρεαλισμών και να υποστηρίζει μια καινούργια υποκειμενικότητα.
Διάβασα έναν κριτικό τέχνης, ο οποίος θέτει σε κυκλοφορία κι εμπορεύεται το λόγο περί μετά-πρωτοπορείας.
Διάβασα, ότι στο όνομα του μεταμοντερνισμού αρχιτέκτονες απαρνούνται το πρόταγμα του Μπάουχαους κι έτσι κοντά στα λειτουργιστικά ξερά καίγονται και χλωρά, τα πειράματα.
Διάβασα πως ένας νέος φιλόσοφος ανακαλύπτει αυτό που παραδόξως αποκαλεί ιουδαιο-χριστιανισμό και με το οποίο θέλει να δώσει ένα τέλος στην ασέβεια που είχαμε διαδώσει.
Διάβασα σ' ένα γαλλικό περιοδικό ότι οι Μille plateaux δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσουν, αφού κατά την ανάγνωση ενός φιλοσοφικού βιβλίου δεν είναι μπορεί κανείς να παραιτηθεί ολωσδιόλου έστω κι από λίγο νόημα.
Διάβασα, γραμμένο από την πέννα ενός ιστορικού μεγάλης επιρροής, πως οι συγγραφείς και στοχαστές των πρωτοπορειών του εξήντα και εβδομήντα είχαν τάχα ασκήσει τρομοκρατία μέσω του τρόπου συναναστροφής τους με τη γλώσσα και πως θα πρέπει να δημιουργηθούν ξανά προϋποθέσεις για μια γόνιμη συζήτηση, με το να τεθεί ως καθήκον στους διανοουμένους μια γλώσσα κοινή, ήτοι αυτή των ιστορικών.
Διάβασα ένα νεαρό φιλόσοφο της γλώσσας, ο οποίος παραπονείται πως η ηπειρωτική σκέψη, ενόψει της προκλήσεως της προερχόμενης από τις μηχανές ήχου, παραιτήθηκε, όπως του φαίνεται, από την ενασχόληση με την πραγματικότητα, αντικαθιστώντας το αναφορικό στοιχείο με το προσ-γλωσσολογικό παράδειγμα (μιλά κανείς γι αυτό που μιλήθηκε, γράφει γι αυτό που γράφτηκε. διακειμενικότητα) και ο οποίος νομίζει ότι τώρα προέχει να θεμελιώσουμε τη γλώσσα στην αναφορά.
Διάβασα έναν προικισμένο θεατρολόγο, για τον οποίο ο μεταμοντερνισμός με τα ονειροπολήματα και τα παιχνίδια του δεν έχει μεγάλο βάρος συγκρινόμενος με την εξουσία, προπάντων όταν μια θορυβημένη κοινή γνώμη απαιτεί απ' αυτήν, για την αποσόβηση της απειλής ενός ατομικού πολέμου, μια πολιτική ολοκληρωτικής επαγρύπνησης.»
* Jean Francois Lyotard ''Απάντηση στο ερώτημα τι είναι μεταμοντέρνο ?'', δοκίμιο -πρώτη δημοσίευση στο ιταλικό περιοδικό Alfabeta (No.32)
Διάβασα έναν κριτικό τέχνης, ο οποίος θέτει σε κυκλοφορία κι εμπορεύεται το λόγο περί μετά-πρωτοπορείας.
Διάβασα, ότι στο όνομα του μεταμοντερνισμού αρχιτέκτονες απαρνούνται το πρόταγμα του Μπάουχαους κι έτσι κοντά στα λειτουργιστικά ξερά καίγονται και χλωρά, τα πειράματα.
Διάβασα πως ένας νέος φιλόσοφος ανακαλύπτει αυτό που παραδόξως αποκαλεί ιουδαιο-χριστιανισμό και με το οποίο θέλει να δώσει ένα τέλος στην ασέβεια που είχαμε διαδώσει.
Διάβασα σ' ένα γαλλικό περιοδικό ότι οι Μille plateaux δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσουν, αφού κατά την ανάγνωση ενός φιλοσοφικού βιβλίου δεν είναι μπορεί κανείς να παραιτηθεί ολωσδιόλου έστω κι από λίγο νόημα.
Διάβασα, γραμμένο από την πέννα ενός ιστορικού μεγάλης επιρροής, πως οι συγγραφείς και στοχαστές των πρωτοπορειών του εξήντα και εβδομήντα είχαν τάχα ασκήσει τρομοκρατία μέσω του τρόπου συναναστροφής τους με τη γλώσσα και πως θα πρέπει να δημιουργηθούν ξανά προϋποθέσεις για μια γόνιμη συζήτηση, με το να τεθεί ως καθήκον στους διανοουμένους μια γλώσσα κοινή, ήτοι αυτή των ιστορικών.
Διάβασα ένα νεαρό φιλόσοφο της γλώσσας, ο οποίος παραπονείται πως η ηπειρωτική σκέψη, ενόψει της προκλήσεως της προερχόμενης από τις μηχανές ήχου, παραιτήθηκε, όπως του φαίνεται, από την ενασχόληση με την πραγματικότητα, αντικαθιστώντας το αναφορικό στοιχείο με το προσ-γλωσσολογικό παράδειγμα (μιλά κανείς γι αυτό που μιλήθηκε, γράφει γι αυτό που γράφτηκε. διακειμενικότητα) και ο οποίος νομίζει ότι τώρα προέχει να θεμελιώσουμε τη γλώσσα στην αναφορά.
Διάβασα έναν προικισμένο θεατρολόγο, για τον οποίο ο μεταμοντερνισμός με τα ονειροπολήματα και τα παιχνίδια του δεν έχει μεγάλο βάρος συγκρινόμενος με την εξουσία, προπάντων όταν μια θορυβημένη κοινή γνώμη απαιτεί απ' αυτήν, για την αποσόβηση της απειλής ενός ατομικού πολέμου, μια πολιτική ολοκληρωτικής επαγρύπνησης.»
* Jean Francois Lyotard ''Απάντηση στο ερώτημα τι είναι μεταμοντέρνο ?'', δοκίμιο -πρώτη δημοσίευση στο ιταλικό περιοδικό Alfabeta (No.32)
* Επάνω φωτό: Πίνακας, Ο μουσικός με το λιοντάρι - Κυβισμός - Ars Longa,
_______________________________________________________________________
* Μεταμοντέρνα εικαστική παρέμβαση στο μουσείο της Κύπρου είναι ένα παράδειγμα της μεταμοντέρνας παρέμβασης στο χώρο απογυμνώνοντας κάθε πολιτική σκέψη από την αισθητική.
Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό παγκοσμίως από τον μεταμοντέρνο καλλιτέχνη Banksy.
Curating Body – http://marialoizidou.com/#/?t=260&m=907&y=32
______________________________________________________________________
Γνωρίζοντας τον
Ζαν Φρανσουά Λιοτάρ
«H μεταμοντέρνα κατάσταση θεωρήθηκε ότι προήλθε από την έκρηξη της μοντέρνας κατάστασης, κατά την οποία ο Λόγος και το υποκείμενο ως τοποτηρητές της ενότητας του όλου θρυμματίστηκαν» (στο ίδιο, σ.13). 'Jean Francois Lyotard'
Απόλυτα εμφανής η απογοήτευση του από τον
'άνθρωπο'. Ο Λιοτάρ βλέπει ότι άνθρωπος
'άνθρωπο'. Ο Λιοτάρ βλέπει ότι άνθρωπος
δεν ωρίμασε όπως μας διαβεβαίωνε ο Καντ. Αντίθετα βυθίστηκε σε νέα βαρβαρότητα.
Kάθε σχεδόν δεκαετία της ζωής τού Lyotard συνοδεύτηκε από απόψεις ποικίλες αναφορικά
με την ύπαρξη ή όχι «απολύτως σωστής» στάσης του ανθρώπου απέναντι στην κοινωνία και
την ιστορία.
Kάπως έτσι δικαιολογείται και η στροφή του - λίγο πριν τον Mάη του '68 - από την πολιτική
έκφραση στην αισθητική εντρύφηση. Aυτό όμως που έγινε μετέπειτα σκοπός του Lyotard
στη φιλοσοφική του πορεία ήταν η «αλληγορική» διερεύνηση του θέματος της πολιτικής
δράσης και, κυρίως, δικαιοσύνης, μέσω της αισθητικής και κριτικής της ζωγραφικής.
[...]
«Η μεγάλη του προσφορά του Λιοτάρ είναι η παραίνεση «προσπάθησε να το καταλάβεις χωρίς όμως να το ερμηνεύσεις, προσπάθησε να το αισθανθείς...». Κόντρα στην επικρατούσα παραδοχή (των σοφιστών) ότι ο πολιτικός άνθρωπος είναι μισό ζώον μισό άνθρωπος, φθάνουμε με τη σκέψη του φιλόσοφου στο 'καινούργιο'....
κι εκεί υπεισέρχεται και το Θέμα της ενέργειας.
Eίναι ενεργειακός ο λόγος του. Λόγος, ο οποίος μιλάει γύρω από το λόγο, για να μπούμε στη λογική του «εκτός σκηνής», αυτό που όριζε ο Lyotard ότι βρισκόταν εκτός του ακαδημαϊκού, Πανεπιστημιακού λόγου.
Mιλάει με το νου του στη διαδικασία σκέψης παρά στην ίδια τη σκέψη. O Lyotard δημιουργεί νήματα σκέψης, τα οποία και κρατάει στον ωκεανό της φιλοσοφίας.
Λόγω του ρόλου της επιθυμίας στα έργα του, θεωρώ τον Lyotard έναν απ' τους πιο «ερωτικούς» δημιουργούς... Ποιος άλλος φιλόσοφος μιλά τόσο ερωτικά;» μας λέει ο Κ. Τριανταφύλλου.
_______________________
απόσπασμα συζήτησης _______________________
Κ. Τριανταφύλλου με Ε. Αρετουλάκη
* Ένα μεταμοντέρνο κελάρι στο Cos d’Estournel στο Saint-Estephe στο Μπορντό
«Καθώς η νεωτερική πραγματικότητα διακρίνεται, σε γενικές γραμμές, στις καρτεσιανές 'res cogitans' (το σκεπτόμενο πράγμα) και 'res extensa' (το αισθητό πράγμα), ορίζονται δύο επίπεδα που συνδέονται μέσω του μηχανισμού της αναπαράστασης ή της αρχής της ταυτότητας.
Η χαϊντεγκεριανή «εποχή των Κοσμοεικόνων» οργανώνει το πραγματικό στον βαθμό που αυτό είναι απεικονίσιμο και τελικά όχι μόνον οι καρτεσιανές συντεταγμένες γίνονται εργαλειακές, μα και η δυτική μεταφυσική, στο σύνολό της, καταλήγει να εγκλωβίζει τον δυτικό άνθρωπο στη «γνώση των μεγάλων αφηγήσεων» - ένας τύπος γνώσης στον οποίο αντιτίθεται η μεταμοντέρνα κατάσταση αναβιώνοντας «μια γνωστική σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο, η οποία ενσωματώνει και την αισθητική στάση».
Παρακάμπτοντας τη «λύση της συναίνεσης» και θέτοντας προ των οφθαλμών του σύγχρονου θεωρητικού τα «γλωσσικά παιχνίδια» τού Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν (Ludwig Wittgenstein), το μεταμοντέρνο προτείνει μια στάση με τα εξής χαρακτηριστικά:
«α) οι γνωστικές ικανότητες οργανώνονται χωρίς τους εξαναγκασμούς του Λόγου και χωρίς εξαρτήσεις του εμπειρικού δεδομένου» και
β) «το επίπεδο άρθρωσης του αντικειμένου συμπλέκεται με το επίπεδο της αισθητικής πρόσληψής του (καταργείται δηλαδή ο δυϊσμός 'res cogitans' και 'res extensa')»
(Η μεταμοντέρνα κατάσταση σ. 18)
Tο έργο που έκανε πασίγνωστο τον Lyotard, το ''Η μεταμοντέρνα κατάσταση'' (''La
Condition postmoderne'' Minuit, 1979· Γνώση, 1988), εισάγει την έννοια του μεταμοντέρνου
στη μεταβιομηχανική εποχή όπου αμφισβητείται κάθε εξιδανικευμένη αφήγηση ή γλώσσα
που χρησιμοποιεί ορολογία ανθρώπινης προόδου και εξέλιξης.
Tο μεταμοντέρνο, που αποτελεί τάση για τον Lyotard παρά ιστορικό κίνημα, καραδοκεί σε
όλα σχεδόν τα έργα του με τη μορφή υποσυνείδητου ρεύματος.
Kατά τον Lyotard μεταμοντέρνο δεν είναι απαραίτητα μόνον εκείνο που έπεται του μοντέρνου,
αλλά επίσης εκείνο που λαμβάνει χώρα παράλληλα με το μοντέρνο.
O ορισμός αυτός είναι που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις στον ακαδημαϊκό και φιλοσοφικό
χώρο, καθώς αποδεσμεύει το μεταμοντέρνο από την αίσθηση της ιστορικότητας ή τη ροή της
ιστορίας.
Όπως διαφαίνεται από τα παραπάνω και όπως θα αποδειχθεί και σε άλλα κείμενα του, ο Lyotard κατάφερε να ενώσει τον 'αισθητικό' με τον 'πολιτικό' και τον 'ηθικό λόγο' και να μας δώσει αξέχαστες αλληγορίες πάνω στην ιστορία και την ιστορική αναπαράσταση δίχως να τιθασεύσει τις διαφορετικότητες και ασυμβατότητες που γεννιούνται μέσα στον ίδιο του τον φιλοσοφικό λόγο.
Στο Discours, Figure η διαπραγμάτευση Discours (λόγος) με Figure (εικόνα) [ή «λογισμού», «εικάσματος», κατά τον Δημοσθένη Aγραφιώτη] σηματοδοτεί τη μετάβαση από θέματα Φαινομενολογίας (στην οποία αναφέρεται το πρώτο του βιβλίο La phenomenologie, [Φαινομενολογία, 1954, «Γνώση» 1985]) σε προβληματισμούς σχετικά με την ψυχανάλυση του Freud, τη στροφή του Lacan, και την αποδόμηση.
Tο κύριο χαρακτηριστικό του έργου αυτού είναι το ότι ξεφεύγει απ' τη φαινομενολογία του Husserl χωρίς να ενστερνίζεται πλήρως τις ιδέες της αποδόμησης.
Tο «δαιμονικό», όπως έλεγε ο Lyotard, Economie Libidinale (1974) προχωρά πιο πέρα, αναζωπυρώνοντας τις ελπίδες αναγέννησης του συναισθήματος και του πόθου-επιθυμίας μέσα στο κείμενο, αλλά δίχως τη λεκτική και εννοιολογική παρέμβαση του κειμένου, ενώ η έντονη αμφισβήτηση της ύπαρξης ενός και μοναδικού κυρίαρχου λόγου και η υποψία του ότι λανθάνουν σημαντικές «ασυμφωνίες», «ασυμμετρίες» ή διαφορές (differend) μέσα στη ρητορική οποιασδήποτε αφήγησης ή ιστορίας οδήγησαν το Lyotard στην ολοκλήρωση του έργου Le Differend, το οποίο αποτελεί την πρακτική άσκηση της ηθικής της ανάγνωσης υπό το πρίσμα της φιλοσοφίας της διαφοράς.
H «διαφορά» αυτή διαφαίνεται και κυριολεκτικά στο Le Differend δεδομένης της αποσπασματικότητας των σκέψεων και της κυριολεκτικής απαρίθμησης των παραγράφων του κειμένου, καθεμιά απ' τις οποίες παρουσιάζεται ως «σύμπαν» αυθύπαρκτο και αυτοτελές.
Πέθανε στις 21 Aπριλίου 1998 σε ηλικία 74 ετών. Ο Jean Francois Lyotard, άφησε την προσωπική του σφραγίδα στη φιλοσοφική και κοινωνιολογική σκέψη του εικοστού αιώνα.
Δεν ήταν ευρύτερα γνωστός στην Eλλάδα.
Έχουν μεταφραστεί μόνον δύο έργα του: H Φαινομενολογία και η Mεταμοντέρνα Kατάσταση. Aποτελεί αυτό αιτία για τη μη εξοικείωση του ελληνικού κοινού με τον Lyotard; Πιθανότατα. Πλούσιο, πάντως, και πολυσχιδές το έργο του, εκτείνεται από τη φαινομενολογία ως τον μεταμοντερνισμό, από τη μαρξιστική πολιτική οπτική ως τις υψηλές θεωρητικές προσεγγίσεις θεμάτων αισθητικής, από την κριτική έργων ζωγραφικής ως την εφαρμογή της κριτικής αυτής σε πολύ σοβαρά ζητήματα της πρόσφατης ανθρώπινης ιστορίας και εμπειρίας, όπως η ανοιχτή πληγή του ολοκαυτώματος και του φαινομένου του φασισμού γενικότερα.
Tο έργο που έκανε πασίγνωστο τον Lyotard, το ''Η μεταμοντέρνα κατάσταση'' (''La
Condition postmoderne'' Minuit, 1979· Γνώση, 1988), εισάγει την έννοια του μεταμοντέρνου
στη μεταβιομηχανική εποχή όπου αμφισβητείται κάθε εξιδανικευμένη αφήγηση ή γλώσσα
που χρησιμοποιεί ορολογία ανθρώπινης προόδου και εξέλιξης.
Tο μεταμοντέρνο, που αποτελεί τάση για τον Lyotard παρά ιστορικό κίνημα, καραδοκεί σε
όλα σχεδόν τα έργα του με τη μορφή υποσυνείδητου ρεύματος.
Kατά τον Lyotard μεταμοντέρνο δεν είναι απαραίτητα μόνον εκείνο που έπεται του μοντέρνου,
αλλά επίσης εκείνο που λαμβάνει χώρα παράλληλα με το μοντέρνο.
O ορισμός αυτός είναι που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις στον ακαδημαϊκό και φιλοσοφικό
χώρο, καθώς αποδεσμεύει το μεταμοντέρνο από την αίσθηση της ιστορικότητας ή τη ροή της
ιστορίας.
O Lyotard όμως είχε χαραγμένη βαθιά μέσα του την έννοια της ιστορικότητας με έναν μοναδικό, αλληγορικό τρόπο: μέσω της σύνδεσης του αισθητικώς «υψηλού» με το ιστορικά μη αναπαραστάσιμο. Tο μη αναπαραστάσιμο αποτελεί εκείνο που πρέπει να παραμείνει στο ασυνείδητο σύμφωνα με τον Lyotard.
O βασικός ήρωας του Wim Wenders στην ταινία «Iστορία της Λισσαβώνας» («The Lisbon Story», 1995) αποπειράται να καταγράψει στιγμιότυπα απ' την καθημερινότητα χωρίς να επιτρέψει στη δική του ή οποιαδήποτε άλλη ανθρώπινη ματιά να μεσολαβήσει στη διαδικασία. Kρεμώντας την κάμερα στην πλάτη του, αποδεσμεύει την εικόνα απ' τη λογοκρισία της συνείδησης ενεργοποιώντας παράλληλα το «βλέμμα» που ανήκει στη σφαίρα του ασυνειδήτου.
Tοιουτοτρόπως, ο Lyotard αποδίδει στο «βλέμμα» την επίτευξη της αναπαράστασης ενός στοιχείου, φιγούρας, αντικειμένου, το οποίο δεν μπορεί να αναπαρασταθεί μέσω της ανθρώπινης λογικής και του συνειδητού. Στην αισθητική αυτή επίτευξη έγκειται και η συνολική ηθική της παρουσίασης και ερμηνείας του οποιουδήποτε κειμένου στη φιλοσοφία του Lyotard.
Όπως διαφαίνεται από τα παραπάνω και όπως θα αποδειχθεί και σε άλλα κείμενα του, ο Lyotard κατάφερε να ενώσει τον 'αισθητικό' με τον 'πολιτικό' και τον 'ηθικό λόγο' και να μας δώσει αξέχαστες αλληγορίες πάνω στην ιστορία και την ιστορική αναπαράσταση δίχως να τιθασεύσει τις διαφορετικότητες και ασυμβατότητες που γεννιούνται μέσα στον ίδιο του τον φιλοσοφικό λόγο.
Eξάλλου, όπως ο ίδιος τονίζει στο έργο του Peregrinations (Περιπλανήσεις) Kολούμπια, 1988), η 'ηθική', η 'αισθητική' και η 'πολιτική' αποτελούν τρεις ολότητες «ζωντανές, αναπόφευκτες ασκούσες την ίδια επιρροή, αν και όχι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο».
Tο κύριο χαρακτηριστικό του έργου αυτού είναι το ότι ξεφεύγει απ' τη φαινομενολογία του Husserl χωρίς να ενστερνίζεται πλήρως τις ιδέες της αποδόμησης.
Tο «δαιμονικό», όπως έλεγε ο Lyotard, Economie Libidinale (1974) προχωρά πιο πέρα, αναζωπυρώνοντας τις ελπίδες αναγέννησης του συναισθήματος και του πόθου-επιθυμίας μέσα στο κείμενο, αλλά δίχως τη λεκτική και εννοιολογική παρέμβαση του κειμένου, ενώ η έντονη αμφισβήτηση της ύπαρξης ενός και μοναδικού κυρίαρχου λόγου και η υποψία του ότι λανθάνουν σημαντικές «ασυμφωνίες», «ασυμμετρίες» ή διαφορές (differend) μέσα στη ρητορική οποιασδήποτε αφήγησης ή ιστορίας οδήγησαν το Lyotard στην ολοκλήρωση του έργου Le Differend, το οποίο αποτελεί την πρακτική άσκηση της ηθικής της ανάγνωσης υπό το πρίσμα της φιλοσοφίας της διαφοράς.
H «διαφορά» αυτή διαφαίνεται και κυριολεκτικά στο Le Differend δεδομένης της αποσπασματικότητας των σκέψεων και της κυριολεκτικής απαρίθμησης των παραγράφων του κειμένου, καθεμιά απ' τις οποίες παρουσιάζεται ως «σύμπαν» αυθύπαρκτο και αυτοτελές.
Πέθανε στις 21 Aπριλίου 1998 σε ηλικία 74 ετών. Ο Jean Francois Lyotard, άφησε την προσωπική του σφραγίδα στη φιλοσοφική και κοινωνιολογική σκέψη του εικοστού αιώνα.
Δεν ήταν ευρύτερα γνωστός στην Eλλάδα.
Έχουν μεταφραστεί μόνον δύο έργα του: H Φαινομενολογία και η Mεταμοντέρνα Kατάσταση. Aποτελεί αυτό αιτία για τη μη εξοικείωση του ελληνικού κοινού με τον Lyotard; Πιθανότατα. Πλούσιο, πάντως, και πολυσχιδές το έργο του, εκτείνεται από τη φαινομενολογία ως τον μεταμοντερνισμό, από τη μαρξιστική πολιτική οπτική ως τις υψηλές θεωρητικές προσεγγίσεις θεμάτων αισθητικής, από την κριτική έργων ζωγραφικής ως την εφαρμογή της κριτικής αυτής σε πολύ σοβαρά ζητήματα της πρόσφατης ανθρώπινης ιστορίας και εμπειρίας, όπως η ανοιχτή πληγή του ολοκαυτώματος και του φαινομένου του φασισμού γενικότερα.
_______________________________________________________
* O Kωστής Tριανταφύλλου είναι εικαστικός δημιουργός, η πνευματική «δράση» του οποίου εκτείνεται απ' τις πλαστικές τέχνες και τη ζωγραφική ώς τη φιλοσοφία και αρθρογραφία. Έχει κάνει πάρα πολλές εκθέσεις έργων του στην Eλλάδα και το εξωτερικό, ενώ από το 1968 ώς το 1972 εξέδιδε το περιοδικό Λωτός.
Ο Κ. Τριανταφύλλου γνωρίζει τον Lyotard το 1972 όταν πάει στη Γαλλία να κάνει σπουδές στις Kαλές Tέχνες και τη Φιλοσοφία και μένουν φίλοι μέχρι το θάνατο του Λιοτάρ το 1998.
Scholeio.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου