Ελύτης, Η μεταφυσική του φωτός

                                                                                    Κολάζ του Οδυσσέα Ελύτη


Οδυσσέας Ελύτης: 
Η μεταφυσική του φωτός 

Αν θέλουμε να ορίσουμε ως κεφαλαιώδη την αισθητική λειτουργία ενός έργου για να οδηγηθούμε συμπερασματικά στη λογοτεχνική του αξία θα πρέπει να εστιάσουμε στον τρόπο με τον οποίο ένας δημιουργός προσλαμβάνει, αξιολογεί και τελικά χρησιμοποιεί την έννοια του φωτός, σε όλες του τις εκφάνσεις, μέσα στο έργο του, καθώς, όπως λέει ο Ρενέ Σαρ: «Ποίηση και αλήθεια είναι συνώνυμες λέξεις» και η αλήθεια μόνο μέσα στη διαύγεια του φωτός αποκαλύπτεται.


   Πρόκειται για ένα είδος μεταφυσικής επανάστασης, η οποία συντελέστηκε μέσα στο νεότερο έργο των δημιουργών. Από τις αναζητήσεις του Ματίς, τον μεταϊμπρεσσιονισμό του Σεζάν, τον κυβισμό του Πικάσο, η σύγχρονη τέχνη αναπτύχθηκε σημαντικά. 

   Κοινός παρανομαστής σε όλες αυτές τις νεότερες αναζητήσεις αλλά και κοινός στόχος υπήρξε η διαφάνεια, μια έννοια από την οποία όλα τα μεταγενέστερα ρεύματα της τέχνης και ιδιαίτερα ο υπερρεαλισμός επιχείρησαν να ανασυνθέσουν και να αποδώσουν έναν νέο κόσμο, ενεργοποιώντας ένα μηχανισμό έως τότε παραγνωρισμένο: την εσωτερική όραση. Με αυτό τον τρόπο η συνείδηση αποκτά ένα νέο ρόλο, αυτόν του ηθμού και το πνευματικό έργο γίνεται το πρισματικό κάτοπτρο της συνείδησης.

   Η αξία της διαύγειας ως προϋπόθεση της ηθικής επισημάνθηκε στο έργο του Οδυσσέα Ελύτη από τους πρώτους κιόλας στίχους του που έδωσε στο έργο του Προσανατολισμοί. Αλλά και στα μεταγενέστερα έργα του όπως Το Φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά ο Ελύτης κυριολεκτικά δομεί ένα ολόκληρο μεταφυσικό κόσμο που δεν ταυτίζεται πουθενά με τον αισθητό και ουσιαστικά γίνεται η ιδέα ενός προσωπικού του φιλοσοφικού συστήματος.


   Γράφει ο Ελύτης: «Για όποιον η θάλασσα στον ήλιο είναι "τοπίο" – η ζωή μοιάζει εύκολη κι ο θάνατος επίσης. Αλλά για τον άλλον είναι κάτοπτρο αθανασίας, είναι "διάρκεια".  Μια διάρκεια που μόνον το ίδιο της το εκθαμβωτικό φως δε σ’ αφήνει να τη συλλάβεις». Και ακόμα: «Οι κακοί ποιητές τρέφονται από τα γεγονότα, οι μέτριοι από τα αισθήματα, και οι καλοί από τη μετατροπή του τίποτε σε κάτι».


Έτσι λοιπόν ο Ελύτης σε ολόκληρο το έργο του από τους Προσανατολισμούς έως το Εκ του Πλησίον προσπαθεί να μετατρέψει τις ιδέες του σε φιλοσοφία πετυχαίνοντας τελικά αυτό που ο Heidegger είχε προσδιορίσει: «στην ποίηση του ποιητή και στη σκέψη του διανοητή οικονομείται ένας τέτοιος κοσμικός χώρος, όπου εντός του όλα τα πράγματα –ένα δένδρο, ένα βουνό, ένα σπίτι, μια κραυγή πουλιού- χάνουν παντελώς τον αδιάφορο και συνηθισμένο χαρακτήρα τους… 


   Μόνο που ο ποιητής, αν είναι ποιητής, δεν περιγράφει απλώς την εμφάνιση του ουρανού και της γης. Στις όψεις του ουρανού, ο ποιητής καλεί εκείνο το οποίο, αφού αποκαλυφθεί, φέρνει στην επιφάνεια το καλυμμένο, και μάλιστα ως αφ’ εαυτού καλυμμένο».


   Για τον Ελύτη το μεγάλο του όπλο στην δημιουργία αυτού του κόσμου είναι το φως, η διαφάνεια που καταυγάζει τον αττικό ουρανό και που έγινε η αιτία να γεννηθεί ένας ολόκληρος πολιτισμός παλαιότερα. Και η διαφάνεια είναι προϋπόθεση της ηθικής του κόσμου αυτού. 


Γράφει στη "Μέθοδο του Άρα" : 


«Ο ποιητής δείχνει και η ορατότητα μεγαλώνει, εντείνεται, λαμπικάρει, τόσο περισσότερο όσο το κάθε στοιχείο βρίσκει την ακριβή του θέση μέσα σε ένα σύνολο, που κάνει τα επίπεδα να συγκλίνουν και να καταλήγουν στη μία και διαρκή λάμψη… όταν μιλώ για τη διαφάνεια, υπονοώ ακριβώς αυτό: τη δυνατότητα να βλέπεις μέσα από το αθώο το ένοχο και μέσα από το λευκό το μαύρο».

_______________________________________________________
Τέσυ Μπάιλα Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο λογοτεχνικό Περιοδικό  ΚΛΕΨΥΔΡΑ, τ.4, Μάης 20

   Η μέθοδος του «άρα» (Οδυσσέας Ελύτης)

Μπαίνοντας ο εικοστός αιώνας στο τελευταίο του τέταρτο, αισθάνομαι άστεγος και περιττός. Όλα είναι κατειλημμένα – ως και τ’ άστρα. Οι άνθρωποι έχουν απαλλαγεί από κάθε παιδεία, όπως στην εποχή του Τσέγκις Χαν, και δεν ερωτεύονται ούτε κατ’ ιδέαν. 
   Πρωθυπουργοί συναλλάσσονται με προσωπιδοφόρους, ποικίλες ομάδες καταλαμβάνουν αεροπλάνα και συλλαμβάνουν ομήρους, ενώ οι κολεγιόπαιδες λύνουν εκπληκτικές εξισώσεις με ευκολία που είναι ν’ απορείς: συν, πλην, δια, επί – άρα. 

   Το μυστικό στη ζωή αυτή, φαίνεται, δεν είναι αν είσαι δούλος ή όχι. Καθόλου. Είναι να οδηγείσαι με συνέπεια σε κάποιο «άρα» και να έχεις έτοιμη την απάντηση. Πολύ ωραία. Μπροστά όμως σε μια φράση ποιητική, για ποιο λόγο αυτό το «άρα» στομώνει;
   Το μυαλό μας κάνει μαιάνδρους απίθανους προκειμένου στο μέλλον να σταδιοδρομήσει στα εργαστήρια, στους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους, οπουδήποτε οσφραίνεται όφελος χειροπιαστό. 

   Προκειμένου όμως να καταλήξει σε μια συνειδητοποίηση του είναι παραμένει στην πρώτη Δημοτικού. Γιατί; "Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει" - άρα; Μηδέν ο μαθητής. "Ο ήλιος κυκλοδίωκτος ως αράχνη μ' εδίπλωνεν" - άρα;  Κενό. 

   Το τρανζίστορ μας ναι αυτό ξέρουμε να το λύνουμε και να το επανασυνδέουμε στο άψε-σβύσε. Όλα γίνεται να τα λύσεις και να τα επανασυνδέσεις, εκτός από τα λόγια που έγραψε ο ποιητής. 
   Κάποια βίδα στο τέλος θα σε μπερδέψει. Μήτε που θα εφαρμόζει πουθενά, μήτε που χωρίς αυτήν θα λειτουργεί το μηχάνημα. Και ο ίδιος ο ποιητής, εάν κληθεί να δοκιμάσει, θ’αποτύχει […] Την αδεξιότητά του, που εντούτοις ευστόχησε, δεν μπορεί παρά να τη δικαιολογήσει με κάποιο ψέμα. Εκ των υστέρων, όλοι οι ποιητές, εξηγώντας τα ποιήματά τους, λένε ψέματα. […]
   Το διδακτικό προσωπικό των λυκείων και των πανεπιστημίων είναι σε θέση να μας πληροφορήσει με πάσαν ακρίβεια ποιες και πόσες παραλλαγές από κάθε στίχο του Σολωμού υπάρχουν […] 

   Να μας πει, όμως, για ποιο λόγο συνιστά ποίηση της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι και, από το άλλο άκρο, το μια Κυρία Ειρήνη Ανδρονίκου Ασάν, ποτέ.  Ούτε θα ήτανε δυνατόν […] 
   Κάποια μέρα, πιθανόν, οι ηλεκτρονικοί εγκέφαλοι, καταμετρώντας τη διαδοχή φωνηέντων και συμφώνων σε όλους τους ενδεχόμενους συνδυασμούς, να «καρφώσουν» κάπου τον μαγικό εκείνον συνδυασμό που το αίσθημα του ποιητή συνέλαβε ακαριαία. 

   Θά' τανε όμως, ας τ' ομολογήσουμε, κι από λίγο δολοφονία. Δεν αφαιρεί κανείς τους πέπλους της Θεάς ατιμωρητί, ούτε και θα καταφέρει τίποτε, τουναντίον, θα γελοιοποιηθεί όποιος δοκιμάσει τον αντίθετο δρόμο και στηριχθεί στον συμβολισμό των εικόνων. […]

   Κι όμως κάποιο άλλο «άρα» θα πρέπει να υπάρχει. Κάπου εκεί, κατά το μέρος του μυστηρίου, ή κατά το μέρος της φωνητικής, ή και τα δύο μαζί. […] 

   Τον καιρό που δεν καταλάβαινα τα μαθηματικά, θυμάμαι, μου λέγανε ότι δεν είχα παρά να μετατοπισθώ κατά ένα βήμα, σαν συλλογιστικός μηχανισμός, για να διατρέξω την απέραντη και συνάμα μηδαμινή απόσταση που ένιωθα να με χωρίζει απ' αυτόν τον χώρο. 
Και αναρωτιέμαι: μήπως θα ήταν χρήσιμο να το αντιστρέψουμε αυτό σήμερα;

   Και από τη μεριά τη δική μας να εξηγήσουμε στα παιδιά ότι μια διαφορετική από μέρους τους διαχείριση των στοιχείων της πραγματικότητας θα μπορούσε πάλι να τα βγάζει σε αλλιώς αυστηρά και αλλιώς αποδεικτέα μαθηματικά; 

   Ο ποιητής διαχειρίζεται τα περιουσιακά του στοιχεία κατά τρόπο λευκό, μη προσοδοφόρο, ανεπίκαιρο, αλλά και για τούτο απρόσβλητον. […] «Ο ηνιοχεύων την των κινουμένων πνοήν…»  Αλήθεια, εδώ πού πάει το «άρα»;   Φοβούμαι, στο Α του Κενταύρου. 

   Και είναι άδικο. Δεν επιτρέπεται να παραμένει ο άνθρωπος πάνω σ’ αυτή τη γη με τα τέσσερα. Τα υλικά του αγαθά που αέναα εκμηδενίζονται «συν τη αναλώσει» - και πώς να γίνει αλλιώς; - τον καταδικάζουν ουσιαστικά σε ισόβια: γραφείο-αυτοκίνητο-κρεβάτι-αποχωρητήριο-φέρετρο. Κι’ όμως, γι’ αυτά παθαίνεται και σκοτώνεται σ’ όλη του τη ζωή.

   Πόσο ευπρόσδεκτος λοιπόν θα ήταν εδώ ένας λιγάκι λοξός, που θα ‘πιανε από την άλλη άκρη το πρόβλημα και θα τους έλεγε χωρίς ενδοιασμούς:  Εθισθείτε στην ιδέα ότι η πραγματικότητα είναι μια ωραία γυναίκα που σας προσφέρεται – και δράσετε. 

   Μη διστάσετε να εκλάβετε τα μαλλιά της για σύννεφα ή τη λύπη της για σιγανόφωνο τραγούδι. Μόνον ακούτε και χαϊδεύετε, χαϊδεύετε κι ακούτε.  Δίνετε τις ιδιότητες που αφορούν τα έμψυχα στα άψυχα ή τα απτά στα νοητά και τανάπαλι. 

   Με την ίδια ελευθερία που παρέχει το όνειρο να συνθέτει κομμάτια των καθημερινών σας εντυπώσεων και παλιές κρυφές σας επιθυμίες. Η πόρτα τότε μπορεί ν’ ανοίξει. Το σύννεφο να περάσει μέσα.  Οπόταν, βέβαια, θα ρωτήσει ο άλλος: Και το κέρδος; Ποιο είναι; Απάντηση: 

   Όλα και τίποτα.  Είναι η μυστική κίνηση των πραγμάτων, κάτι που διπλασιάζει την ικανότητά σου ν’ αντιλαμβάνεσαι τη ζωή και που αποτελεί μια πρόσβαση στο πραγματικό νόημα της ελευθερίας. Επειδή – να το πούμε κι αυτό - ελευθερία δεν είναι να κινείσαι ανεμπόδιστα στο πεδίο που σου έχει δοθεί. Να διευρύνεις αυτό το πεδίο, και δη κατά τη διάσταση της αναλογίας των αισθήσεων, αυτό είναι. 

   Διαθέτοντας καινούριες μονάδες για τη μέτρηση του κόσμου. […]
Ένα ρυάκι δεν είναι απλώς λίγο νερό που κατρακυλάει τον κατήφορο. Είναι η λαλούσα κι εύχαρις υποδήλωση της παιδικής ηλικίας των πραγμάτων. Λίγη ξερή, τριμμένη στα δάχτυλά σου, μέντα σε πάει ολόισια στη σκέψη των Ιώνων. 

   Τα χάδια σου είναι η μετάθεση μιας απαλής μουσικής, με όλα τα andante και τα allegro της, πάνω στην επιδερμίδα. Κι εκείνο το φυτό αντικρύ σου, που διαιρεί άνισα πλην σωστά τον χώρο, είναι η αόρατη γεωμετρία που διέπει στο βάθος ολάκερη την οικουμένη. 

   Να, αυτή είναι μια ελευθερία πραγματική, που έχει τη δύναμη τη γενική ν’ αναστέλλει όλες τις επιμέρους αναστολές σου και να σε κάνει, κάθε φορά που τρως μια συναγρίδα ψητή, να τρως κι από λίγο Αιγαίο, με αντίς λεμόνι δυο τρεις οξείς στίχους του Αρχίλοχου. 

   Υπερβολές; Δε νομίζω. Μάλλον ακριβολογίες. Ιδέστε πώς μια συκιά μαλώνει τον άνεμο με τα ροζιάρικα κλαδιά της• ακούστε, την ώρα που βραδιάζει, τα γαβγίσματα των σκύλων, πώς σχηματίζουν έναν ορίζοντα πέρα εκεί στην ακροποταμιά, και θα καταλάβετε. 

   Κι αν δεν καταλαβαίνετε, τότε ρεμβάσετε. Μείνετε πολλή ώρα, μέχρις απελπισίας, μόνος, και ρεμβάσετε. Αλλά προσοχή: όχι καθόλου αναμασώντας τα αισθήματά σας• απλώς ανατοποθετώντας τα πράγματα γύρω σας.
_____________________________

από το "εν Λευκώ"  Οδ. Ελύτης


   * Η ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη εκφράζει ένα ευρύ φάσμα. Σε αντίθεση με άλλους, δεν στράφηκε προς την αρχαία Ελλάδα ή το Βυζάντιο, αλλά αφιερώθηκε στο σύγχρονο ελληνισμό, πάνω στον οποίο επιχείρησε να καταστήσει σημαντική τη μυθολογία και τους θεσμούς. Βασικός του στόχος ήταν να απαλλάξει τη συνείδηση των ανθρώπων από αδικαιολόγητες μεταμέλειες, να συμπληρώσει τα φυσικά στοιχεία μέσω ηθικών δυνάμεων, να πετύχει τη μέγιστη δυνατή διαφάνεια στην έκφραση και να κατορθώσει τελικώς να προσεγγίσει το μυστήριο, «τη μεταφυσική του φωτός», σύμφωνα με το δικό του ορισμό. Ο Οδυσσέας Ελύτης πέθανε στις 18 Μαρτίου 1996 στην Αθήνα από ανακοπή καρδιάς.

Scholeio.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: