Δεν ήταν καθόλου φιλόδοξος και προτιμούσε το «λάθε βιώσας», ο ίδιος λέγει:
Πίστευε ότι η ύλη αποτελείτo από αδιάσπαστα, αόρατα στοιχεία, τα άτομα.
Επίσης ήταν ο πρώτος που αντιλήφθηκε ότι ο Γαλαξίας είναι το φως από μακρινά αστέρια.
Ήταν ανάμεσα στους πρώτους που ανέφεραν ότι το σύμπαν έχει και άλλους "κόσμους" και μάλιστα ορισμένους κατοικημένους. Ο Δημόκριτος ξεκαθάριζε ότι το κενό δεν ταυτίζεται με το τίποτα ("μη ον"), είναι δηλαδή κάτι το υπαρκτό.
Επίσης ήταν ο πρώτος που αντιλήφθηκε ότι ο Γαλαξίας είναι το φως από μακρινά αστέρια.
Ήταν ανάμεσα στους πρώτους που ανέφεραν ότι το σύμπαν έχει και άλλους "κόσμους" και μάλιστα ορισμένους κατοικημένους. Ο Δημόκριτος ξεκαθάριζε ότι το κενό δεν ταυτίζεται με το τίποτα ("μη ον"), είναι δηλαδή κάτι το υπαρκτό.
Μέγας φιλόσοφος της αρχαιότητος. Ο πρώτος που επινόησε την ατομική θεωρία, ή την δέχτηκε από το δάσκαλό του Λεύκιππο, για να τη διαμορφώσει και να την επεκτείνει σε όλα τα φυσικά φαινόμενα, θεμελιώνοντας τη θεωρία επιστημονικά, και ανοίγοντας τις πύλες στις Φυσικές επιστήμες.
Τα συγγράμματά του τα έγραψε στην ιωνική διάλεκτο, και περιλαμβάνουν όλους τους κλάδους της ανθρώπινης γνώσης: μαθηματικά, φυσική, ιατρική, γεωπονία, ηθική, ποίηση, μουσική, ζωγραφική, γραμματική, αισθητική, φωνητική και πολεμική τέχνη.
Ο Δημόκριτος ήταν δηλαδή μυαλό καθολικό κι αυτό φαίνεται από το σύνολο των συγγραμμάτων του, που δυστυχώς μόνο αποσπάσματά τους έχουμε. Στη φιλοσοφία έκλεισε όλες τις γνώσεις της εποχής του. Από την άποψη της πανεπιστημοσύνης μόνο με τον Αριστοτέλη μπορεί να συγκριθεί
Υπεστήριξε ότι το «ον» (το σύμπαν), είναι μεν αιώνιο, αναλλοίωτο και άφθαρτο, ωστόσο δεν είναι «απλούν» όπως πίστευαν οι Ελεάτες φιλόσοφοι, αλλά «πολλαπλούν». Αφού, κατά τον Δημόκριτο, το ον είναι πολλαπλούν, σύγκειται δηλαδή από απειροελάχιστα τεμάχια ύλης (τα άτομα) που είναι αιώνια, άφθαρτα, αναλλοίωτα και αδιάσπαστα, πρέπει αναγκαστικά αυτά να έλθουν σε σχέση προς άλληλα, για να γεννηθεί εκείνο που ονομάζουμε κίνηση.
Τα άπειρα σε αριθμό και σε σχήμα άτομα στροβιλίζονται στο άπειρο, όπως η σκόνη στον αέρα και, καθώς συνωθούνται, σχηματίζουν απείρους κόσμους, (τον «Μέγα Διάκοσμο»), σ’ ένα από τους οποίους ανήκει και η Γη. Τα πάντα γίνονται κατά μηχανική αναγκαιότητα.
Ο Δημόκριτος δίνει σαφή εξήγηση της γεννήσεως των αστερισμών και υποστηρίζει, ακόμα, πως και η ψυχή αποτελείται από λεία, λεπτά και στρογγυλά άτομα, που το σώμα τα εισπνέει από τον αέρα, δίνοντας έτσι και στον ψυχικό βίο καθαρά υλιστική και μηχανική λειτουργία.
Η ατομική θεωρία αποδίδεται από κοινού στους Λεύκιππο και Δημόκριτο, αλλά ο πρώτος είναι μορφή αχνή, που την ύπαρξή της αμφισβήτησε ο μεγάλος τους οπαδός Επίκουρος και την αρνήθηκαν ορισμένοι σύγχρονοι φιλόλογοι.
Για τον Δημόκριτο και τα έργα του ξέρουμε πολύ περισσότερα. Ήταν από τα Άβδηρα της Θράκης, και γεννήθηκε το 460 π.Χ. περίπου’. Ήταν σύγχρονος και λίγο νεότερος του Αναξαγόρα. Δεν φαίνεται πως τα έργα του ήταν και πολύ γνωστά στην Αθήνα, ο συντοπίτης του και συνάδελφός του Aριστoτέλης τον θαύμαζε πολύ και είχε πολλά να πει γι’ αυτόν.
Η ατομική θεωρία βέβαια προκαλεί το ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί προκατέλαβε τις σύγχρονες απόψεις. Δεν είναι ίσως υπερβολή να πούμε ότι η θεωρία του Δημόκριτου έμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη μέχρι τον 190ν αι. Είναι όμως σημαντικό να θυμόμασrε ότι στην κλασσική Ελλάδα δεν υπήρχε ο επιστημονικός εξοπλισμός που οδήγησε στις ανακαλύψεις των σύγχρονων καιρών και έκαμε δυνατό τον έλεγχο καθεμιάς από αυτές.
Το γιατί οι Έλληνες, παρά τη λαμπρότητα του πνεύματός τους, χρησιμοποίησαν τότε τόσο λίγο τις πειραματικές μεθόδους και δεν σημείωσαν καμιά πρόοδο στην ανακάλυψη συσκευών για τον έλεγχο των πειραμάτων είναι ένα ερώτημα πολύπλοκο. Αναμφίβολα η αριστοκρατική παράδοση και η ύπαρξη δούλων έχει κάποια σχέση με αυτό, αλλά καθαυτές δεν αποτελούν καλά καλά επαρκή ερμηνεία του πράγματος.
Σε κάποια μικρή έκταση, όσοι ακολουθούσαν την ιωνική παράδοση έκαμαν χρήση της παρατήρησης, αλλά όχι συστηματικά μέχρι την εποχή του Αριστοτέλη. και δεν είχαν ιδέα για το ελεγχόμενο πείραμα. Η κληροδοσία τους έγκειται αλλού, στις εκπληκτικές δυνατότητες που είχαν για επαγωγικούς συλλογισμούς.
Ούτε γεννιούνται ούτε πεθαίνουν τα πράγματα
Η βασική ιδέα των Ατομικών, όπως και του Εμπεδοκλή και του Αναξαγόρα, ξεκινούσε ακριβώς από την παρμενίδεια άποψη πως οτιδήποτε πραγματικό ούτε γεννάται ούτε φθείρεται.
Επομένως η φαινομενική γέννηση και φθορά των φυσικών αντικειμένων πρέπει να εξηγηθεί, όπως είχε πει και ο Εμπεδοκλής, με το να τις δεχτούμε ως τυχαίους συνδυασμούς πολλαπλών στοιχείων και τίποτε παραπάνω· μόνο τα στοιχεία αυτά μπορούμε να υποθέσουμε ότι αξίζουν το χαρακτηρισμό των «όντων».
Για να καταλήξουν σε αυτή την ερμηνεία οι Ατομικοί, χρησιμοποίησαν τυχαία την αληθινά λαμπρή εικασία γιατί έτσι πρέπει να την εξηγήσουμε, ότι τα στοιχεία, ή τα “όντως οντα”, είναι σωματίδια στερεά τόσο μικρά, ώστε να μην τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις, τα οποία συγκρούονται και οπισθοχωρούν σε αδιάκοπη κίνηση μέσα σε ένα χώρο χωρίς πέρατα.
Αυτά τα "άτομα" – αρκετά ειρωνικό φαίνεται σήμερα το γεγονός ότι η λέξη σημαίνει: "αδιαίρετα" – ήταν τα μικρότατα πραγματικά μόρια της ύλης, στερεά, σκληρά και άφθαρτα. Ήταν στην ουσία τους όμοια και διέφεραν στο σχήμα και το μέγεθος μόνο.
Πως ερμηνεύονται οι ιδιότητες των σωμάτων
Αυτές τους μόνο οι ιδιότητες, μαζί με τις διαφορές τους, όσον αφορά τις ανάλογες θέσεις τους, τις κινήσεις και αποστάσεις μεταξύ τους, αρκούσαν να δικαιολογήσουν όλες τις διαφορές που συλλαμβάνουν οι αισθήσεις μας, όταν αντιλαμβάνονται τα πράγματα. Ό,τι αντιλαμ6ανόμαστε ως σκληρό αποτελείται από άτομα σε πυκνή διάταξη.
Τα μαλακά αντικείμενα αποτελούνται από μόρια που απέχουν μεταξύ τους, περιέχουν περισσότερο κενό, και έτσι μπορούν να δέχονται συμπίεση και να προβάλλουν λιγότερη αντίσταση στην αφή. Με τον ίδιο τρόπο ερμηνεύονται και οι άλλες αισθήσεις.
Όσον αφορά τη γεύση, τα γλυκά αντικείμενα αποτελούνται από μαλακά άτομα, ενώ οι τραχιές ή πικρές γεύσεις προκαλούνται από άτομα αγκιστροειδή ή μυτερά, που διεισδύουν στο σώμα με μικροσκοπικές εκδορές γλώσσα.
Μέχρι και το 1675 βρίσκουμε να γίνεται δεκτή αυτή η άποψη. Ένας Γάλλος χημικός, ο Lemery, έγραψε τότε:“Η κρυφή φύση ενός πράγματος δεν μπορεί να εξηγηθεί καλύτερα παρά μόνο αν αποδώσουμε στα μέρη του σχήματα αντίστοιχα με τα αποτελέσματα που παράγει. Κανείς δεν θα αρνηθεί ότι η οξύτητα ενός υγρού οφείλεται στα μυτερά του μόρια. Κάθε εμπειρία βεβαιώνει αυτό το πράγμα. Δεν έχετε παρά να το δοκιμάσετε και θα αισθανθείτε ένα κέντρισμα στη γλώσσα, όπως αυτό που μας προκαλεί κάποιο υλικό κομμένο σε πολύ μικρά τμήματα".
Το φως αποτελείται από σωματίδια
Το φως κατά τον Δημόκριτο είναι κι αυτό βέβαια κάτι το σωματοειδές αποτελούμενο από ιδιαιτέρως μικρά λεπτά άτομα που κινούνται γοργά χάρη στο μικρό τους μέγεθος και το στρογγυλό τους σχήμα. Τα λεπτότερα και τελειότερα σφαιρικά άτομα, επομένως και πιο ευκίνητα και πτητικά από όλα, συναποτελούν τις ψυχές ζώων και ανθρώπων- τόσο απόλυτος ήταν ο υλισμός του Δημόκριτου.
Έτσι κάθε ουσία ανάγεται σε υλική και κάθε αίσθηση τελικά ανάγεται στην αίσθηση της αφής. Ακόμα και η όραση εξηγείται με τον τρόπον αυτό, με την περίεργη και όχι πολύ ικανοποητική υπόθεση ότι τα αντικείμενα συνεχώς εκπέμπουν από τις επιφάνειές τους λεπτές ταινίες ή φλοιούς από άτομα, οι οποίοι διατηρούν περισσότερο ή λιγότερο το σχήμα των αντικειμένων, καθώς τινάσσονται μέσα από τον αέρα σε όλη τους την πορεία προς το μάτι.
Το κενό του Δημόκριτου
Ένα πράγμα βέβαια αποτελούσε θεμελιακή ανάγκη για την ατομική κοσμοθεωρία. Πρέπει να υπάρχει κενός χώρος για να κινούνται μέσα τα άτομα. Το "σήμα κατατεθέν" της σκέψης του Δημόκριτου, όπως σημείωσε ο Αριστοτέλης επιδοκιμαστικά, ήταν η απόφασή του να δώσει λόγο για τα εμφανή γεγονότα και όχι να περιπλανηθεί σε αφηρημένη επιχειρηματολογία. Γι’ αυτό και είπε ότι δεν μπορούσε να υποστηρίξει την άρνηση του Παρμενίδη να δεχτεί την ύπαρξη του κενού.
Ήταν κάτι αντίθετο προς τον κοινό νου. Νιώθοντας όμως ότι είχε να αντιμετωπίσει αυτή τη μεγάλη αυθεντία, διατύπωσε την άρνησή του με κάποια τόλμη που θυμίζει μαθητή, γιατί κατά τον Αριστοτέλη – το διατύπωσε έτσι:
"Υπάρχει το μη ον όσο και το ον”
Αν τα υλικά άτομα είναι η μόνη πραγματική ουσία τότε το κενό δεν "υπάρχει" με τον ίδιο τρόπο. Είχαν οι Ατομικοί φιλόσοφοι μια ακαθόριστη διαίσθηση ότι πρέπει να υπάρχει κάποια διέξοδος, όμως’ δεν εξουσίαζαν ακόμα μια γλώσσα που να μπορεί να εκφράσει το "με άλλο τρόπο" και το μόνο τους καταφύγιο ήταν η παραδοξολογία.
Φαίνεται να σκέφτηκαν ότι, αν υπάρχει άπειρο κενό και άπειρα μικροσκοπικά άτομα μέσα σε αυτό ελεύθερα, τα σώματα θα κινηθούν αναπόφευκτα, και θα κινηθούν χωρίς στόχο
προς κάθε κατεύθυνση. Αυτό θα οδηγήσει φυσικά σε συγκρούσεις και αυτές με τη σειρά τους σε περιπλοκές και συνδυασμούς, εφόσον τα άτομα έχουν όλων των ειδών τα σχήματα, ακόμα και το σχήμα του αγκιστριού ή έχουν διακλαδώσεις. Έτσι δημιουργήθηκαν βαθμιαία συσσωρεύσεις ατόμων σε μέγεθος αντιληπτό και ξεκίνησε ο κόσμος.
Η κίνηση των ατόμων κατά τον Επίκουρο
Όταν ο Επίκουρος ανέλαβε και ανέπτυξε τη θεωρία περίπου δύο αιώνες αργότερα, φαντάστηκε τα άτομα να κινούνται κατ’ ευθείαν προς τα κάτω εξ αιτίας της βαρύτητας, ή όπως το εξέφρασε εξ αιτίας του βάρους τους.
Αντιλαμβανόταν όμως και αυτό αποτελεί αξιοσημείωτο παράδειγμα της οξύνοιας του ελληνικού πνεύματος ότι όλα τα σώματα, μολονότι διαφέρουν στο μέγεθος και ως εκ τούτου εφόσον είναι στερεά σώματα και στο βάρος, θα πέφτουν μέσα στο κενό με ταχύτητα ομοιόμορφη.
Αυτό είναι ένα σημείο που αποκαταστάθηκε μόνο με κάποια δυσκολία τον 160ν αιώνα.
Ο Επίκουρος λοιπόν χρειαζόταν να σκεφτεί κάτι άλλο, για να δικαιολογήσει τις πρώτες συγκρούσεις. Από εκεί κινούμενος υπέθεσε σε κάποιον ακαθόριστο χώρο και χρόνο και για λόγο όχι εξακριβώσιμο, ένα άτομο ήταν πιθανό να παρεκκλίνει σχεδόν αδιόρατα από το κατακόρυφο μονοπάτι του.
Αυτή η απόκλιση από την αυστηρή ετεραρχία, που αποτελούσε την ουσία της
αρχικής ατομικής θεωρίας, είχε ως περίεργη συνέπεια το γεγονός ότι θεωρήθηκε πως δέχεται την ελευθερία της βουλήσεως μέσα σε ένα σύμπαν, στο οποίο διαφορετικά ο άνθρωπος, όπως και κάθε τι άλλο, θα έπρεπε να θεωρείται απολύτως υποκείμενος σε ένα πεπρωμένο τυφλό και αδυσώπητο.
Από επιστημονική άποψη τούτο αποτελούσε οπισθοδρόμηση και ο Δημόκριτος σκεφτόταν σαφέστερα, όταν έλεγε ότι στον άπειρο χώρο η έννοια "πάνω" ή "κάτω" δεν έχει νόημα, και επομένως δεν υπάρχει λόγος να κινούνται τα άτομα προς τη μία και όχι προς την άλλη κατεύθυνση.
Οι Ατομικοί δεν μιλούσαν για χωριστή κινούσα αιτία, όπως ήταν οι ελκτικές και απωθητικές δυνάμεις του Εμπεδοκλή ή ο "Νούς" του Αναξαγόρα. Ο Αριστοτέλης τους κατηγόρησε ότι "παρέλειψαν μην έχοντας αρκετή θεληματικότητα, το πρόβλημα της αρχής της κινήσεως.
Η ζωή του Δημόκριτου
Γεννήθηκε στα Άβδηρα από πλουσιότατο πατέρα. Το μερίδιο της πατρικής περιουσίας (100 τάλαντα, ποσό τεράστιο), το δαπάνησε σε μακρά ταξίδια, για να ικανοποιήσει την επιστημονική του περιέργεια.
Επεσκέφθη, ανάμεσα στις άλλες χώρες, την Αίγυπτο, τη Βαβυλωνία, την Αραβία, την Αιθιοπία. Έμεινε αρκετό χρονικό διάστημα στην Αθήνα, όπου μάλιστα άκουσε το Σωκράτη να συζητά, δίχως όμως να έλθει σε γνωριμία με αυτόν.
Πολυταξιδεμένος στην Αίγυπτο, Βαβυλωνία, Περσία, Ινδία (ίσως), στην Αθήνα, καταξόδεψε τη μεγάλη του περιουσία και γύρισε στην πατρίδα του φτωχός, αλλά ευχαριστημένος για όσα είδε και έμαθε. Θεωρώντας τον άσωτο οι πατριώτες του τον περιφρόνησαν στην αρχή, αλλά όταν γνώρισαν τη σοφία του, τον εκτίμησαν και τον αγάπησαν.
Επέστρεψε αργότερα στα Άβδηρα, όπου έζησε βίο ερημίτη, συγγράφοντας, ερευνώντας και διδάσκοντας. Ήταν τόσο δυνατός ο έρωτάς του στην επιστημονική έρευνα, ώστε έλεγε ότι προτιμούσε να βρει μια «αιτιολογία» (δηλαδή την επιστημονική εξήγηση ενός φαινομένου), παρά να του δινόταν ο θρόνος του βασιλείου της Περσίας.
Ο βίος του σοφού Αβδηρίτη (Άβδηρα 470 ή 460 π.Χ. έως 370 π.Χ.) περιβάλλεται από την αχλή του θρύλου και του μυστηρίου, πολλά δε θαυμάσια αναφέρονται, γύρω από τα τελευταία ιδίως χρόνια της ζωής του, από διαφόρους συγγραφείς, όπως η συνάντησή του με τον Ιπποκράτη και ο διάλογος που έλαβε χώρα μεταξύ τους.
Όμως, τη γνησιότητα όλων αυτών των βιογραφικών στοιχείων, την αμφισβητεί η κριτική. Πάντως, ένα από τα γνωρίσματα του Δημόκριτου που δεν αμφισβητείται, είναι ότι γελούσε πολύ, και κάθε στιγμή, βλέποντας πόσο μηδαμινά και αστεία ήταν όλα τα σοβαρά και σπουδαία των ανθρώπων, μπροστά στο μεγαλείο του Κόσμου.
Γι’ αυτό και ονομάσθηκε «Γελασίνος». Και, ακόμα, ότι οι Αβδηρίτες τον λάτρεψαν σαν θεό και, ύστερα από το θάνατό του, του έστησαν χάλκινο ανδριάντα.
Πέθανε σε βαθύτατο γήρας.
από το blog Physics4u
Scholeio.com
Scholeio.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου