Θαύματα του Αρχαίου κόσμου, Ναός Αρτέμιδος στην Έφεσο



Ένα από τα επτά θαύματα της αρχαιότητος

Μόνο Μάρμαρο για την Πόλη των Αμαζόνων

Ένα ιερό και υπέροχο οικοδόμημα για την ανέγερση του οποίου
«συνωμότησαν  οι τέχνες της Ελλάδας και ο πλούτος της Ασίας», 

γράφει το 1780 ο Άγγλος ιστορικός Edward Gibbon

   Εάν κάποιος μας ζητούσε σήμερα να μνημονεύσουμε έναν αρχαίο ελληνικό ναό, οι περισσότεροι από εμάς σίγουρα θα σκεφτόμασταν τον Παρθενώνα της χρυσής εποχής του Περικλέους. 
   Φανταστείτε όμως έναν άλλο, μεγαλύτερο ναό στην παραλιακή πόλη της Εφέσου στη Μικρά Ασία, με πλούσια εξωτερική διακόσμηση και αγάλματα φιλοτεχνημένα από τους μεγαλύτερους γλύπτες της εποχής.   
   Αυτός ήταν ο ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο, ένα από τα εφτά θαύματα της αρχαιότητας, αλλά και το μόνο που υπέστη τόσες καταστροφές, μετατροπές και ανακατασκευές μέχρι την ολοκληρωτική του καταστροφή το 401 μ.Χ..
   Πρόκειται για ένα μεγαλόπρεπο και επιβλητικό ναό, αφιερωμένο όμως σε μια θεά που σε τίποτα δεν έμοιαζε με τη λυγερόκορμη παρθένα-κυνηγό θεά της καθαρά ελληνικής μυθολογίας. 
   Πραγματικά, η Άρτεμις των Εφεσίων έλκει την καταγωγή της περισσότερο από την ανατολή και όχι τόσο από την αρχαία Ελλάδα, αφού, όπως αποδεικνύεται και από τα σωζόμενα λατρευτικά ξόανα της θεάς με το χαρακτηριστικό πολύμαστο στήθος, θα πρέπει να σχετίζεται με τις ασιατικές θεότητες της γονιμότητας. 





   Η κατασκευή του πρώτου μνημειώδους ναού της Αρτέμιδος στην Έφεσο, του τέταρτου κατά σειρά ναού που υπήρξε στην ίδια τοποθεσία, θα πρέπει να ξεκίνησε περί το 560 π.Χ. επί βασιλείας του Κροίσου της Λυδίας, ο οποίος ανέλαβε και τη χρηματοδότηση για την κατασκευή των κιόνων. 
   Επρόκειτο για έναν από τους πρώτους αρχαίους ναούς που κατασκευάστηκαν εξ ολοκλήρου από μάρμαρο και σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Χερσίφρονα από την Κρήτη με τη βοήθεια του γιου του Μεταγένη και του Θεόδωρου από τη Σάμο. 

   Λέγεται πως την ελληνική αυτή πόλη την έχτισαν οι Αμαζόνες.
Ο Κροίσος αποφάσισε να χτίσει το ναό προς τιμήν της Θεάς Άρτεμης, που ήταν η Θεά της Σελήνης και προστάτιδα των άγριων ζώων και των κοριτσιών.

   Ο ναός εκείνος ήταν δίπτερος, είχε δηλαδή δύο σειρές κιόνων ύψους 12 m περίπου, 20 κατά μήκος και 8 κατά πλάτος, ενώ εσωτερικά, δύο ακόμα κιονοστοιχίες σχημάτιζαν έναν διάδρομο, που οδηγούσε στο σηκό με το ξόανο της θεάς. 

   Το αέτωμα διακοσμούσαν 4 χάλκινα αγάλματα αμαζόνων που, όπως περιγράφει ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, φιλοτεχνήθηκαν σε έναν καλλιτεχνικό διαγωνισμό στη γλυπτική τέχνη, ο οποίος θα πρέπει να πραγματοποιήθηκε γύρω στο 450 π.Χ., προκειμένου να εορταστεί η οριστική περάτωση του ναού που θεμελιώθηκε επί Κροίσου. 
   Στο διαγωνισμό αυτό συμμετείχαν ορισμένοι από τους μεγαλύτερους γλύπτες της εποχής: ο Φειδίας, ο Πολύκλειτος, ο Κρησίλας, ο Φράδμωνας και ο Κίδωνας με νικητή τον Πολύκλειτο. Αργότερα, ο Πραξιτέλης πρέπει να φιλοτέχνησε άλλα αγάλματα για το βωμό του ναού.

   Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο αποτέλεσε σημαντικό πόλο έλξης για επισκέπτες και περιηγητές, φιλοσόφους και ποιητές, μέχρι που στις 21 Ιουλίου 356 π.Χ. καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από τον Ηρόστρατο, ο οποίος τον πυρπόλησε με μοναδικό στόχο να μείνει το όνομά του αθάνατο στην Ιστορία, πράγμα που κατά μια έννοια εξασφάλισε. 

   Όταν ο Ηρόστρατος έβαλε φωτιά στο μεγάλο ναό της Αρτέμιδος μια καλοκαιρινή βραδιά οι κάτοικοι της Εφέσου πρέπει να σκέφτηκαν πως n θεά τους, τους εγκατέλειψε.  
   Η ιστορία δεν μας λέει τι τίμημα χρειάστηκε να πληρώσει για την αθανα­σία του ονόματος του και αν τελικά, άξιζε τον κόπο του. Το επόμενο πρωινό, ένας λαός κοίταζε γεμάτος οργή και θλίψη τα καπνίζοντα ερείπια του υπέροχου ναού, ο οποίος είχε χτιστεί πριν από 200 χρόνια, με χρήματα του βασιλιά Κροίσου της Λυδίας. Ήταν και μια υλική απώλεια, εκτός από πνευματική, γιατί ο ναός προσέλκυε πολλούς προσκυνητές στην πόλη.

   Λέγεται μάλιστα από τον Πλούταρχο ότι τη νύχτα της καταστροφής του ναού η θεά Άρτεμις δεν μπόρεσε να τον προστατέψει γιατί ήταν απασχολημένη με τη γέννηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η οποία συνέπεσε με τη νύχτα της πυρκαγιάς. 

   Η πυρπόληση του ναού προκάλεσε τόσο εκτεταμένες καταστροφές, που οι Εφέσιοι αποφάσισαν να τον χτίσουν εξ ολοκλήρου από την αρχή, χρησιμοποιώντας, όπως και οι πρόγονοί τους εξάλλου, τα ερείπια του προγενέστερου ναού ως θεμέλια για το νέο, τον πέμπτο κατά σειρά ναό που χτίστηκε στην ίδια τοποθεσία και που, λίγους αιώνες αργότερα, θα συγκαταλεγόταν ανάμεσα στα 7 θαύματα της αρχαιότητας. 

   Αρχιτέκτονες αυτού του ύστερου κλασικού ναού ήταν ο Παιόνιος και ο Δημήτριος, στους οποίους ο Στράβωνας προσθέτει και τον Χειροκράτη, ενώ ο Βιτρούβιος τον Δεινοκράτη. 

   Ο νέος ναός, ανακατασκευασμένος στα πρότυπα του προγενέστερου, είχε διαστάσεις 65x125 m και συνολικό ύψος που υπερέβαινε τα 32 m, ενώ ήταν χτισμένος σε ένα βάθρο ύψους 5 m περίπου, ζωσμένο με μια πλατιά κλίμακα με 10 μαρμάρινα σκαλοπάτια, που οδηγούσε στον πρόδομο. 

Ο ναός:  Μήκος Ναού: 126 μέτρα,  Πλάτος: 72 μέτρα,  Ύψος Κιόνων: 19 μέτρα,  
Αριθμός Κιόνων: 127  Κίονες με διακοσμημένες βάσεις: 36




   Ο νέος ναός, ένα θεαματικό κτίριο από απαστράπτον μάρμαρο, υψωνόταν σαν δάσος από 127 στήλες πάνω σε ένα υπερυψωμένο βάθρο πλάτους 72 μέτρων και μήκους 126. Δεν φημιζόταν μόνο ως ο ωραιότερος ναός του ελληνικού κόσμου, αλλά ήταν επίσης ένας από τους μεγα­λύτερους, σχεδόν διπλάσιος σε μέγεθος από τον Παρθε­νώνα των Αθηνών.

   Η κεντρική αίθουσα του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δεν μπορούσε να στεγαστεί και έτσι παρέμεινε χωρίς οροφή, ανοικτή κάτω από τον ουρανό. Γύρω από το ναό υπήρχε μια διπλή σειρά από λιτούς, ιωνικούς κίονες, 19 μέτρα ύψους με τεράστια λαξευμένα κιονόκρανα. ‘Οπως και στον προηγούμενο ναό, η βάση μερικών κιόνων ήταν στολισμένη με μεγάλες χρωματιστές ζωφόρους που έδιναν μια εντύπωση μεγαλοπρέπειας.

   Ψηλά, στο κέντρο των αετωμάτων  εκεί οπού συνήθως υπάρχουν γλυπτές φιγούρες, βρίσκονταν τρεις μεγάλες πόρτες. Αυτό το ασυνήθιστο χαρακτηριστικό χρησίμευε ίσως για να εκτίθεται κάποιο άγαλμα σε περιόδους εορτών ή για να βγαίνει n ιέρεια και να ευλογεί τα πλήθη.

   Ο ναός βρισκόταν μέσα σ’ έναν ιερό περίβολο στην ελώδη πεδιάδα έξω από την πόλη της Εφέσου, πρωτεύουσας κατά τη ρωμαϊκή εποχή, της επαρχίας της Ασίας. 

   Κάθε χρόνο, στο γενέθλια της Αρτέμιδος, μια πομπή ξεκινούσε από την πόλη για να καταλήξει στο ναό. Προορισμός της ήταν να τιμηθεί το μεγάλο λατρευτικό άγαλμα που δέσποζε στο άδυτο. Ξέρουμε πως έμοιαζε αυτό το άγαλμα από τα αρχαία αντίγραφα που βρέθηκαν στα ερείπια της Εφέσου.

   Εμφανίζουν μια θεότητα πολύ διαφορετική από την Αρτέμιδα της Ελληνικής μυθολογίας – την παρθένο κυνηγό με το τόξο και τα κυνηγετικά σκυλιά της. 
Η θεά αυτή ήταν ένα ξενοπρεπές είδωλο, με το κάτω μέρος του σταθερό σαν κίονα και τυλιγμένο από τα ποδιά μέχρι τη μέση με ρούχα στολισμένα με μέλισσες (η μέλισσα ήταν το σύμβολο της Εφέσου). 
   Πάνω από τη μέση της κρέμονταν σε σειρές στρογγυλεμένα εξογκώματα – 20 ή και 30 συνολικά – τα οποία κάνεις δεν έχει μπορέσει να εξηγήσει. Μπορεί να είναι μαστοί, μπορεί να είναι αυγά η χουρμάδες ή ακόμα, όρχεις ταύρου.
   Όλοι συμφωνούν πάντως, πως πρόκειται για μια πολύ αρχαία και άγνωστης καταγωγής ανατολική θεά της γονιμότητας. Ελληνικοί θρύλοι για την ίδρυση της πόλης αφηγούνται πως οι πρώτοι έποικοι ταύτισαν τη δική τους παρθένο θεά με την Κυβέλη, την ανατολική θεά – μητέρα, αφομοιώνοντας τα χαρακτηριστικά της. 
Ένας κοινός παρανομαστής  ήταν ίσως, ότι η Ελληνίδα Άρτεμις ήταν θεά του τοκετού.

   Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, ο οποίος σημειωτέον δεν διευκρινίζει εάν αναφέρεται στον αρχαϊκό ή στον ύστερο κλασικό ναό, το Αρτεμίσιο αποτελούταν από 127 ραβδωτούς κίονες ύψους 18 m περίπου, οι 36 από τους οποίους στολίζονταν με περίτεχνες ανάγλυφες διακοσμήσεις, μία από τις οποίες ήταν φιλοτεχνημένη από τον περίφημο γλύπτη Σκόπα. 

   Οι σύγχρονοι αρχαιολόγοι θεωρούν ότι ο Πλίνιος θα πρέπει να αναφερόταν στον ύστερο κλασικό ναό και ότι ο σωστός αριθμός των κιόνων θα πρέπει να ήταν 117 και όχι 127. 

   Σύμφωνα μ’ αυτήν την προσέγγιση, ο ναός ήταν και πάλι δίπτερος, με δύο σειρές από 21 κίονες στις μακριές πλευρές του ναού, 3 σειρές από 8 κίονες στην είσοδο του ναού και δύο σειρές από 9 κίονες στο πίσω μέρος του. 

   Λέγεται μάλιστα ότι το 334 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος, ο οποίος είχε μόλις αρχίσει την εκστρατεία του κατά της Περσικής αυτοκρατορίας, προσφέρθηκε να αναλάβει τα έξοδα της ανοικοδόμησης του νέου Αρτεμισίου, υπό τον όρο να αναγραφεί το όνομά του στο κτήριο. 
   Οι Εφέσιοι όμως αρνήθηκαν ευγενικά την προσφορά του νεαρού βασιλιά, λέγοντας διπλωματικά ότι ως ου πρέπει θεώ θεοίς αναθήματα κατασκευάζειν, ότι δηλαδή δεν αρμόζει σε ένα θεό να κάνει δώρα σ’ άλλο. Τόσο ο αρχαϊκός, όσο και ο ύστερος κλασικός ναός θα πρέπει να καλυπτόταν εν μέρει από μία ελαφρά αμφικλινή στέγη, η οποία κάλυπτε μόνο την περιβάλλουσα κιονοστοιχία και κατέληγε σε γείσο ή αέτωμα, αφήνοντας έτσι ένα μεγάλο κεντρικό τμήμα ανοιχτό στον ουρανό που σχημάτιζε ένα είδος εσωτερικής αυλής.
   Το 262/263 μ.Χ. το νέο Αρτεμίσιο καταστράφηκε εκ νέου, αυτήν τη φορά από Γότθους εισβολείς. 

   Οι ακαταπόνητοι Εφέσιοι όμως, τον αναστήλωσαν εν μέρει ξανά, καθώς εκτός από την τεράστια σημασία που προσέδιδαν στη λατρεία της θεάς τους, αναγνώριζαν και τη ζωτική σημασία που είχε ο ίδιος ο ναός για την ευημερία τους. Μετά όμως από τις νέες ζημιές που προξένησε ένας σεισμός, ο ναός καταστράφηκε πλέον ολοκληρωτικά από τους ζηλωτές της νέας θρησκείας του Χριστιανισμού, που είχε εμφανιστεί τέσσερεις αιώνες νωρίτερα. 


   Το 401 μ.Χ. ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξαπέλυσε επίθεση κατά της αρχαίας θρησκείας η οποία οδήγησε στο γκρέμισμα του ναού, στη λεηλασία των έργων τέχνης, που είχαν επιβιώσει από τις προηγούμενες καταστροφές, και στη χρησιμοποίηση των αρχιτεκτονικών του μελών ως οικοδομικό υλικό σε εκκλησίες, δρόμους και οχυρωματικά έργα. 

   Σήμερα μόνο ένας, μερικά αναστηλωμένος κίονας, ορθώνεται στην περιοχή, για να θυμίζει τα λόγια του Αντίπατρου από τη Σιδώνα: «…αλλά όταν είδα τον ιερό οίκο της Αρτέμιδος να υψώνεται στα σύννεφα, τα άλλα επισκιάστηκαν, γιατί ούτε ο ήλιος δεν είχε δει όμοιό του έξω από τον Όλυμπο».


   Ιέρειες και θυσίες

   Η γονιμότητα στη γεωργία και την κτηνοτροφία αποτελούσε την κυρία έγνοια του αρχαίου κόσμου και να πλούτιζαν από τις προσφορές αυτών που ήθελαν να εξασφαλίσουν καλές σοδειές και μεγάλα κοπάδια. Η ισχυρή λατρεία της Εφέσιου Αρτέμιδος οδήγησε στην εμφάνιση μιας ολόκληρης σειράς εργαστηρίων, στα οποία τεχνίτες έφτιαχναν και πωλούσαν μινιατούρες του παράξενου λατρευτικού αγάλματος ως αναθήματα ή αναμνηστικό. Ο Στράβων, ο Έλληνας συγγραφέας, μας αφηγείται πολλά σχετικά με τις τελετουργίες που συνδέονταν με το ναό.

   Ο αρχιερέας ήταν ένας ευνούχος ονόματι Μεγάβυζος (μια περσική λέξη που σημαίνει αυτός που απελευθέρωσε ο θεός). Στα καθήκοντα του τον βοηθούσε μια ομάδα από παρθένες, η οποία χωριζόταν σε δοκιμές, ιέρειες και τέως ιέρειες. Με το ναό σχετίζονταν και άλλα μυστηριώδη σώματα ιερέων, όπως οι 20 ακροβάτες, οι οποίοι εκτελούσαν τις θυσίες.
Ο ναός ανακαλύφθηκε πριν από έναν αιώνα περίπου, αλλά η τοποθεσία του περίφημου βωμού διακοσμημένου με αγάλματα του μεγάλου Ελληνα γλυ­πτή Πραξιτέλη, δεν εντοπίστηκε μέχρι το 1965.

   Μάθαμε περισσότερα για τις τελετουργικές θυσίες που γίνονταν στο ναό από τις πρόσφατες ανασκαφές Αυστριακών αρχαιολόγων. Ο ναός ανακαλύφθηκε πριν από έναν αιώνα περίπου, αλλά η τοποθεσία του περίφημου βωμού διακοσμημένου με αγάλματα του μεγάλου Έλληνα γλύπτη Πραξιτέλη, δεν εντοπίστηκε μέχρι το 1965. 

   Όπως οι περισσότεροι ελληνικοί βωμοί, βρισκόταν σε μια ανοικτή αυλή, μπροστά από το ναό και όχι μέσα σ’ αυτόν. Τα ζώα θυσιάζονταν σε έναν ογκώδη βράχο μπροστά από ένα μεγάλο λατρευτικό άγαλμα της θεάς. Η σάρκα των ζώων ψηνόταν και μοιραζόταν στην κοινότητα των ιερέων.

   Οι Αυστριακοί αρχαιολόγοι ανακάλυψαν μεγάλες αποθέσεις οστών ζώων που θυσιάστηκαν σε βωμό γύρω στο 650 π.Χ. Τα οστά από κατσίκες και πρόβατα, προσφοράς των φτωχών. Ήταν τα περισσότερα και ακολουθούσαν τα οστά αγελάδων και βοδιών, ζώα που είχαν τη δυνατότητα να θυσιάζουν μόνον οι πλούσιοι. Υπήρχαν επίσης κόκαλα από αλόγα, σκύλους και έναν όνο.

   Ενδείξεις ανθρωποθυσιών είχαμε με την ανακάλυψη ανθρώπινων οστών ανακατεμένων στα κοκάλα των ζώων. Ο ποιητής Ιππώναξ  ο οποίος έζησε στην Έφεσο τον 5ο αιώνα π Χ., έγραψε για ένα αρχαίο τελετουργικό της γονιμότητας, κατά το οποίο ένας εγκληματίας ή αιχμάλωτος μεταφερόταν από την πόλη και ελιθοβολείτο μέχρι θανάτου, θα μπορούσαν άραγε αυτά τα ανθρώπινα κόκαλα να αποτελούν ένδειξη μιας τέτοιας τελετουργίας;
Οι θυσίες αυτές γίνονταν στα παλιότερα χρονιά.






    Μια σειρά από μικρούς ναούς, που χρονολογούνται απο το 700 η.Χ. εντοπίσθηκαν στα θεμέλια του νεότερου κτι­ρίου. 
   Ο πρώτος ναός της Αρτέμιδος, που συγκαταλεγόταν στα μεγαλύτερα ιερά του ελληνικού κόσμου, ήταν αυτός που χτίστηκε στα μέσα του 6ου αιώνα π Χ, από τον Χερσίφωνα και τον Μεταγένη, Κρήτες αρχιτέκτονες, με τη βοήθεια του Κροίσου, του Λυδού βασιλιά, περίφημου για τα πλούτη του. Η ίδια η Αρτέμιδα βοήθησε τον Χερσίφωνα να υψώσει τη μεγάλη μαρμάρινη υπέρθυρο δοκό. Αλλά δυο αιώνες αργότερα το κτίσμα είχε τραγικό τέλος, καμένο από την τρέλα του Ηρόστρατου.

Ο Μέγας Αλέξανδρος προσκύνησε στο νέο ναό, που ίσως ήταν ακόμα μισοτελειωμένος, το 334 π.Χ.,μετά την πρώτη νίκη του επί των Περσών.  Αμιλλώμενος τον Κροί­σο, προσφέρθηκε να χρηματοδοτήσει ολόκληρο το κόστος της ανοικοδόμησης. Επέμεινε όμως να γράψει το όνομα του στην αφιέρωση. Η πόλη απάντησε πως ένας θεός δεν μπορεί να λατρεύσει έναν άλλο θεό. Ο Αλέξαν­δρος δέχθηκε την κολακεία και κράτησε τα χρήματα του.




   Ο Παύλος στην Έφεσο

   Η φήμη του ναού ήταν στο ζενίθ της όταν ο Απόστολος Παύλος έφθασε στην Έφεσο  πιθανώς το 53 μ.Χ. και προκάλεσε αναταραχή. Σύμφωνα με το βιβλίο των Πρά­ξεων των Αποστόλων, ο Παύλος έμεινε στην πόλη και κήρυττε επί δύο χρόνια, αλλά ο Δημήτριος, ένας αργυροχόος, «αργυρόκοπος» κατά τις Πράξεις, συνειδητοποίη­σε ότι τα κηρύγματα για τον Χριστιανισμό απειλούν αυτούς, των οποίων τα προς το ζην εξαρτώνται από την παλιά λατρεία. 

     
   Προειδοποίησε τους συναδέλφους του ότι η διδασκαλία του Παύλου που κήρυττε ότι θεοί που φτιάχνονται με τα χέρια δεν είναι θεοί, μπορεί να 
κατα­στρέψει το εμπόριο τους και την Αρτέμιδα.

   Αναταραχή ξέσπασε στην πόλη και πλήθη κατέκλυσαν το θέατρο, φωνάζοντας: 
-Μεγάλη η Άρτεμις των Εφε­σίων- μέχρις ότου οι αρχές της πόλης τους έπεισαν να διαλυθούν.


Ο Παύλος καίει ελληνικά 
βιβλία στην Έφεσο


«Πολλοί δε και εξ εκείνων, οίτινες 
έκαμνον τας μαγείας, (!;) φέροντες τα βιβλία αυτών κατέκαιον ενώπιον πάντων, 
και αριθμήσαντες τας τιμάς αυτών, εύρον πεντήκοντα χιλιάδας αργυρίου». 

Πράξ. Αποστόλων 19.18.

Ο Παύλος αναχώρησε λίγο αργότερα από την Έφεσο  αλλά η τελική νίκη ήταν της Χριστιανοσύνης.
   Ο Θεοδόσιος (380 μ.Χ.) υπαγορεύει τον περίφημο Codex Theodosianus, ix, 16.8: 
«Παύεται η πραγματεία των μαθηματικών.
    Διότι αν κάποιος δημόσια ή κατ´ ιδίαν, κατά την διάρκεια της ημέρας ή της νύχτας , συλληφθεί ασχολούμενος ή συναναστρεφόμενος με αυτή την απαγορευμένη πλάνη, τιμωρείται με αποκεφαλισμό. Διότι δεν διαφέρει το αμάρτημα του να διδάσκεις από του να διδάσκεσαι».

    «Όσο πιο βάρβαρο ένα έθνος φαίνεται και της ελληνικής απέχει παιδείας, τόσο λαμπρότερα φαίνονται τα ημέτερα... Ούτος ο (πιστός) βάρβαρος, την οικουμένη ολάκερη κατέλαβε... και ενώ πάντα τα των Ελλήνων σβήνουν και αφανίζονται, τούτου  (του πιστού βαρβάρου) καθ’ έκαστη λαμπρότερα γίνονται»
Ι. Χρυσόστομος ΕΙΣ ΙΩΑΝΝΗΝ 59.31.33


   Το 401 μ.Χ.. ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Πατριάρχης της Κωνσταντι­νουπόλεως ανακοίνωσε πως δεν θα ανεχόταν πλέον αυτό το σύμβολο των παλιών θεών και ο μεγάλος ναός της Εφέσιου Αρτέμιδος τελικά καταστράφηκε.

   Έναν αιώνα αργότερα, τα ερείπια του χρησιμοποιήθη­καν για την κατασκευή μιας υπέροχης βυζαντινής βασιλικής στο νεανικό λόφο. Τελικά, η εκκλησία μετετράπει σε τζάμι, το οποίο, με τη σειρά του, καταστράφηκε μετα το χτίσιμο ενός νέου τζαμιού, τον 14ο αιώνα, το οποίο κλη­ρονόμησε μια παράδοση θρησκευτικής λατρείας 3.000 ετών στον ίδιο (ή περίπου στον ίδιο) τόπο.

   Κάτω στην πεδιάδα, η Έφεσος σταδιακά εγκαταλεί­φθηκε, καθώς το λιμάνι της γέμισε με λάσπες και δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί. Οι ίδιες λάσπες κατάπιαν και το Αρτεμίσιο. Σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, το ερείπια έμειναν θαμμένα πέντε μέτρα κάτω από την επιφάνεια της ελώδους πεδιάδας, χωρίς ούτε ένας κίων να εξέχει και να φανερώνει την τοποθεσία αυτού του θαύματος του κόσμου.



    Η ωραία περιπέτεια της αρχαιολογίας

   Η ιστορία της ανακάλυψης του είναι μια από τις ωραιό­τερες περιπέτειες της αρχαιολογίας. Στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Τζον Γουντ, ένας 42χρονος αρχιτέκτονας, συνέλαβε την ιδέα να εντοπίσει το ναό και να ανασκάψει τα ερείπια του. Αυτό έμελλε να γίνει το πάθος του για τα 11 επόμενα χρόνια. Η πρώτη του προσπάθεια απέτυχε όταν το Βρετανικό Μουσείο αρνήθηκε να του δώσει κεφάλαια. Ευτυχώς ο Γουντ είχε δικά του μέσα για τις ανασκαφές, οι οποίες άρχισαν τελικά τον Μάιο του 1863.



   Ο στόχος του ήταν εξαιρετικά δύσκολος.  Η λάσπη είχε καλύψει κάθε ίχνος του ναού. 
   Οι αναφορές των Ρωμαίων συγγραφέων περιείχαν μόνο πολύ αόριστες ενδείξεις για την τοποθεσία του, παρόλο που έχοντος διαβάσει τον Στράβωνα, ο Γουντ ήξερε πως ο ναός πρέπει να βρίσκεται έξω από τα ερείπια της Εφέσου.

   Τελικά, η καλή τύχη και η επιμονή οδήγησαν τον Γουντ στην επιτυχία.
   Τα πρώτα χρονιά ήταν δύσκολα. 
Τα μικρά και άθλια τούρκικα χωριά, κοντά στο χώρο της αρχαίας πόλης, δεν παρείχε τις ευκολίες που ζητούσε ένας Ευρωπαίος και ο Γουντ αναγκάστηκε να μένει σε ένα ξενοδο­χείο που απείχε τέσσερις ώρες από εκεί.

   Η μέρα του άρχιζε στις 6 το πρωί και τελείωνε στις 8 το βράδυ, αλλά, από όλες αυτές τις ώρες, μόνο έξι περνούσε επιβλέπο­ντος επιτόπου τη δουλειά των Τούρκων εργατών.

   Το ζεστό καλοκαίρι του 1863, ο Γουντ έσκαψε 100 βαθιά χαντάκια κοντά στην Εφεσο χωρίς να έχει τίποτα ως σημείο αναφοράς. Ήταν σαν να ζητούσε βελόνα στα άχυρα. Όταν τα λεφτά του εξαντλήθηκαν στις αρχές του επομένου χρόνου, δεν είχε ακόμα πλησιάσει στον στόχο του. Τότε ακριβώς ήταν που το Βρετανικό Μουσείο άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να προσφέρει κεφαάλαια για την ανασκαφή.

   Και πάλι όμως, πέρασαν τέσσερα χρόνια πριν έλθει στο φως το -κλειδί- για την τοποθεσία του ναού. Επρόκειτο για μια επιγραφή που καθοδηγούσε τη μεγάλη πομπή προς μια μεγαλοπρεπή τελετή για τα γενέθλια της θεάς, υποδεικνύοντας της να φύγει  τον ναό ακολου­θώντας την ιερά οδό και περνώντας στο θέατρο, από τη Μαγνήσια Πύλη.

   Εφοδιασμένος με αυτή τη νέα πληροφο­ρία, ο Γουντ έπρεπε απλώς να εντοπίσει τη Μαγνήσια Πύλη και να ακολουθήσει την αρχαία οδό μέχρι το ναό. Ακόμα και τώρα η τύχη ήταν εναντίον του. 
   Χρειάστηκε άλλος ένας χρόνος σκληρής δουλειάς πριν οι πρώτες πέτρες του ναού έρθουν στο φως, ενάμισι χιλιόμετρο από την πύλη της πόλης και πέντε μέτρα κάτω από την επιφάνεια της πεδιάδας.

   Ο Γουντ πέρασε άλλα τέσσερα χρόνια ανασκάπτοντας τα ερείπια του ναού και στέλνοντας  πολλά από τα γλυπτά που ανακάλυπτε στο Βρετανικό Μουσείο, όπου εκτίθενται μέχρι σήμερα.

   Οι κατοπινές ανασκαφές, οι τελευταίες των οποίων έγιναν από τους Αυστριακούς, πρόσθεσαν πολλές λεπτο­μέρειες σχετικά με την ιστορία της τοποθεσίας – αλλά δεν βελτίωσαν πολύ την εμφάνιση της. 

   Ο μεγάλος ναός της Αρτέμιδος εμφανίζει σήμερα το θλιβερό θέαμα ενός σωρού από πέτρες και σπονδύλους κιόνων που συχνά μετατρέπεται σε λίμνη, όταν ανεβαίνει η στάθμη των υδάτων. 
   Το δάσος των κιόνων έδωσε τη θέση του σε καλαμώνες γεμάτους υδρόβια πουλιά και μόνο το μέγεθος των ερειπίων θυμίζει στον επισκέπτη, πως εδώ βρισκόταν κάποτε ο λαμπρότερος ναός του ελληνικού κόσμου.


    Πως είναι σήμερα 

   Η Έφεσος  είναι ένας από τους πιο εντυπωσιακούς και μεγάλους αρχαιολογικούς χώρους της δυτικής Τουρκίας και πολλά από τα διακοσμημένα κτίρια της είναι αναγνωρίσιμα ακόμα και σήμερα, μετά από εκτεταμένες επιχειρήσεις αποκατάστασης. Στη διάρκεια του καλοκαιριού, πούλμαν από τα γύρω θέρετρα φέρνουν χιλιάδες επισκέπτες στο χώρο αυτό.


   Τα ερείπια του ναού βρίσκονται σε απόσταση περίπου ενάμισι χιλιομέτρου, κοντά στο χωριό Σελτσούκ. Δεν τα επισκέπτονται πολλοί και τούτο είναι μάλλον κατανοητό. Μόνο μία στήλη, που στην κορυφή της έχει κάνει τη φωλιά του ένας πελαργός, έχει αποκατασταθεί από το σωρό των σπονδύλων των κιόνων που βρίσκεται στο ελώδες έδαφος.

   Τα θεμέλια του άλλοτε υπέροχου βωμού βρίσκονται μέσα σε μια μικρή λίμνη, στη μια άκρη του αρχαιολογικού χώρου λίγο πιο πέρα από το ναό. Ο λόφος πανω από το βάλτο κοσμείται απο υστερότερα αλλά επίσης αρχαία κτίσματα, που για την οικοδόμηση τους χρησιμοποιηθηκαν υλικά του Ναού.

   Τα μόνα ερείπια που δίνουν μια ιδέα για τη λαμπρότητα του χαμένου ναού βρίσκονται σε μουσεία. Υπάρχει ένα θαυμάσιο μουσείο στο Σελτσούκ, όπου εκτίθενται πολλά αντικείμενα απ’ το ναό και την πόλη, περιλαμβανομένων δυο εντυπωσιακών αγαλμάτων της Αρτέμιδος με τους πολλούς μαστούς. Ερείπια από τις πρώτες ανασκαφές του ναού εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο.

   Περιλαμβάνουν έναν από τους περίφημους διακοσμημένους κίονες, στον οποίο αναπαρίσταται ο μύθος της Άλκηστης, της πιστής συζύγου που θέλησε να πεθάνει στη θέση του συζύγου της, ο οποίος προσέβαλε τους θεούς, παραλείποντας μια θυσία. Οι θεοί αντάμειψαν την πίστη της και επέτρεψαν στον Ηρακλή να την σώσει την από τον Άδη.



   * Εμπνευστής του καταλόγου των επτά θαυμάτων της αρχαιότητος θεωρείται 
     ο Αντίπατρος ο Σιδώνιος (συγγραφέας και ποιητής πέθανε τον 2ο π.Χ.) 
     ο οποίος επισκέφτηκε όλα τα μνημεία και συνέταξε τον κατάλογο. 
     Ο κατάλογος αποτελείται από επτά οικοδομήματα που βρίσκονται γύρω 
     από το μεσογειακό πλαίσιο.    Πηγή: Tα Νέα

Read more http://history-of-macedonia.com/2010/09/15/naos-artemis-efesos/



* Για Ελληνικούς υπότιτλους επιλέγετε από τις ρυθμίσεις (κάτω δεξιά στο γρανάζι),  subtitles on -και tranlate Greek, 

  Scholeio.com    

Δεν υπάρχουν σχόλια: