Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού
Ο τάφος του Μαυσώλου άρχισε να οικοδομήται το 353 π.Χ. Ένα χρόνο αργότερα ο Μαύσωλος πέθανε και το έργο ανέλαβε να συνεχίσει και να ολοκληρώσει η σύζυγός του Αρτεμισία. Η Αρτεμισία έζησε δύο έτη μετά τον θάνατο του Μαυσώλου. Στο διάστημα, όμως, αυτό πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο του ταφικού μνημείου. Πιθανότατα ετάφη και αυτή στο Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού.
Το οικοδόμημα στηρίζονταν επάνω σε ένα βάθρο με τρεις τεράστιες, διακοσμημένες κλίμακες. Οι παραστάσεις που κοσμούσαν αυτές τις κλίμακες είχαν θέματα από τη σύγκρουση Λαπιθών και Κενταύρων (Κενταυρομαχία), την σύγκρουση Αμαζόνων και Ηρώων (Αμαζονομαχία).
Ο μνημειώδης τάφος του Μαυσώλου περιγράφηκε λεπτομερώς από τον Πλίνιο, από τον οποίο και προέρχονται σημαντικές πληροφορίες για την κατασκευή. Το Μαυσωλείο κατασκευάστηκε σε ένα λόφο με δεσπόζουσα θέα προς την πόλη της Αλικαρνασσού, στο κέντρο περιγραφμένης περιοχής. Μία κλίμακα διακοσμημένη με 20 υπερμεγέθεις λέοντες οδηγούσε στην κυρίως κατασκευή, στον εξωτερικό περίγυρο της οποίας υπήρχαν αγάλματα θεών και πολεμιστών με τον οπλισμό τους.
Επάνω στο βάθρο οικοδομήθηκε ένα τεράστιο κρηπίδωμα διαστάσεων 66 Χ 77 Χ 16 μέτρα, το οποίο περιέβαλλε τον νεκρικό θάλαμο με την σαρκοφάγο του Μαυσώλου. Ο εξωτερικός μετωπικός τοίχος διέθετε κόγχες, εντός των οποίων υπήρχαν αγάλαματα ύψους 2 μέτρων, τα οποία αναπαριστούσαν Έλληνες και Πέρσες να στέκονται ως φρουροί του νεκρού. Άνωθεν του κρηπιδώματος κατασκευάσθηκε περίτεχνος ναός με 36 κίονες ιωνικού ρυθμού περιμετρικά, τα κιονόκρανα των οποίων ήταν επιχρυσωμένα. Ανάμεσα σε κάθε ζεύγος κιόνων είχε τοποθετηθεί και ένα άγαλμα.
Πίσω και πάνω από τους κίονες υπήρχε μία πολύ συμπαγής δοκός (δοκάρι) που συγκρατούσε το βάρος της οροφής. Η οροφή αποτελούνταν από μία πυραμίδα με 24 λίθινες κλιμακωτές βαθμίδες, που κατέληγαν σε ένα πλάτωμα, όπου ο Πυθέας φιλοτέχνησε ένα τέθριππο άρμα μεγάλων διαστάσεων, πάνω στο οποίο υπήρχαν τα αγάλματα του Μαυσώλου και της Αρτεμισίας. Το συνολικό ύψος του μνημείου έφθανε τα 55 μέτρα και η περίμετρός του τα 144 μέτρα. Αρκετά χρόνια αργότερα, η δυτική πλευρά του Μαυσωλείου συμπληρώθηκε από τον αρχιτέκτονα Ερμογένη.
Το οικοδόμημα στηρίζονταν επάνω σε ένα βάθρο με τρεις τεράστιες, διακοσμημένες κλίμακες. Οι παραστάσεις που κοσμούσαν αυτές τις κλίμακες είχαν θέματα από τη σύγκρουση Λαπιθών και Κενταύρων (Κενταυρομαχία), την σύγκρουση Αμαζόνων και Ηρώων (Αμαζονομαχία).
Ο μνημειώδης τάφος του Μαυσώλου περιγράφηκε λεπτομερώς από τον Πλίνιο, από τον οποίο και προέρχονται σημαντικές πληροφορίες για την κατασκευή. Το Μαυσωλείο κατασκευάστηκε σε ένα λόφο με δεσπόζουσα θέα προς την πόλη της Αλικαρνασσού, στο κέντρο περιγραφμένης περιοχής. Μία κλίμακα διακοσμημένη με 20 υπερμεγέθεις λέοντες οδηγούσε στην κυρίως κατασκευή, στον εξωτερικό περίγυρο της οποίας υπήρχαν αγάλματα θεών και πολεμιστών με τον οπλισμό τους.
Επάνω στο βάθρο οικοδομήθηκε ένα τεράστιο κρηπίδωμα διαστάσεων 66 Χ 77 Χ 16 μέτρα, το οποίο περιέβαλλε τον νεκρικό θάλαμο με την σαρκοφάγο του Μαυσώλου. Ο εξωτερικός μετωπικός τοίχος διέθετε κόγχες, εντός των οποίων υπήρχαν αγάλαματα ύψους 2 μέτρων, τα οποία αναπαριστούσαν Έλληνες και Πέρσες να στέκονται ως φρουροί του νεκρού. Άνωθεν του κρηπιδώματος κατασκευάσθηκε περίτεχνος ναός με 36 κίονες ιωνικού ρυθμού περιμετρικά, τα κιονόκρανα των οποίων ήταν επιχρυσωμένα. Ανάμεσα σε κάθε ζεύγος κιόνων είχε τοποθετηθεί και ένα άγαλμα.
Πίσω και πάνω από τους κίονες υπήρχε μία πολύ συμπαγής δοκός (δοκάρι) που συγκρατούσε το βάρος της οροφής. Η οροφή αποτελούνταν από μία πυραμίδα με 24 λίθινες κλιμακωτές βαθμίδες, που κατέληγαν σε ένα πλάτωμα, όπου ο Πυθέας φιλοτέχνησε ένα τέθριππο άρμα μεγάλων διαστάσεων, πάνω στο οποίο υπήρχαν τα αγάλματα του Μαυσώλου και της Αρτεμισίας. Το συνολικό ύψος του μνημείου έφθανε τα 55 μέτρα και η περίμετρός του τα 144 μέτρα. Αρκετά χρόνια αργότερα, η δυτική πλευρά του Μαυσωλείου συμπληρώθηκε από τον αρχιτέκτονα Ερμογένη.
Ο Μαύσωλος
υπήρξε ηγεμόνας της Καρίας, υποτελής στην Περσική αυτοκρατορία, από το
377 μέχρι το 353 π.Χ. Πρωτεύουσα είχε την ελληνική πόλη της Ιωνίας, την
Αλικαρνασσό. Διαδέχτηκε τον πατέρα του στο θρόνο, αλλά κατάφερε να
αποτινάξει τον περσικό ζυγό.
Ο Μαύσωλος, παντρεύτηκε την αδερφή του, την Αρτεμισία. Όταν απέκτησε πλούτο και δύναμη σχεδίασε έναν τάφο για τον ίδιο και τη βασίλισσα. Έναν τάφο τόσο μεγαλόπρεπο που θα θύμιζε ανά τους αιώνες, τη δόξα του. Ωστόσο, ο Μαύσωλος πέθανε πριν τελειώσει το έργο του, το οποίο ολοκλήρωσε η Αρτεμισία γύρω στο 350 π.Χ.
Το όνομα Μαυσωλείο το πήρε από το ίδιο το όνομα του βασιλιά και το ίδιο έχει επικρατήσει να λέγεται ακόμη και σήμερα για κάθε κρατικό μεγαλόπρεπο τάφο π.χ. το Μαυσωλείο του Λένιν, στη Μόσχα.
Οι στάχτες του βασιλικού ζεύγους τοποθετήθηκαν μέσα σε χρυσά αγγεία στον ταφικό θάλαμο στη βάση του οικοδομήματος. Πέτρινοι λέοντες ανέλαβαν τη φύλαξη του θαλάμου. Επάνω από την ισχυρή πέτρινη βάση υψώθηκε ένα κτίσμα, όμοιο με αρχαίο ελληνικό ναό, περιζωμένο από κίονες και αγάλματα. Στην κορυφή του κτιρίου υπήρχε μια κλιμακωτή πυραμίδα και επάνω σ’ αυτήν, σε ύψος 43 μέτρων από το έδαφος, στήθηκε το άγαλμα ενός άρματος, που το έσερναν άλογα. Μέσα στο άρμα υπήρχαν ίσως τα αγάλματα του βασιλιά και της βασίλισσας.
Ο Μαύσωλος, παντρεύτηκε την αδερφή του, την Αρτεμισία. Όταν απέκτησε πλούτο και δύναμη σχεδίασε έναν τάφο για τον ίδιο και τη βασίλισσα. Έναν τάφο τόσο μεγαλόπρεπο που θα θύμιζε ανά τους αιώνες, τη δόξα του. Ωστόσο, ο Μαύσωλος πέθανε πριν τελειώσει το έργο του, το οποίο ολοκλήρωσε η Αρτεμισία γύρω στο 350 π.Χ.
Το όνομα Μαυσωλείο το πήρε από το ίδιο το όνομα του βασιλιά και το ίδιο έχει επικρατήσει να λέγεται ακόμη και σήμερα για κάθε κρατικό μεγαλόπρεπο τάφο π.χ. το Μαυσωλείο του Λένιν, στη Μόσχα.
Οι στάχτες του βασιλικού ζεύγους τοποθετήθηκαν μέσα σε χρυσά αγγεία στον ταφικό θάλαμο στη βάση του οικοδομήματος. Πέτρινοι λέοντες ανέλαβαν τη φύλαξη του θαλάμου. Επάνω από την ισχυρή πέτρινη βάση υψώθηκε ένα κτίσμα, όμοιο με αρχαίο ελληνικό ναό, περιζωμένο από κίονες και αγάλματα. Στην κορυφή του κτιρίου υπήρχε μια κλιμακωτή πυραμίδα και επάνω σ’ αυτήν, σε ύψος 43 μέτρων από το έδαφος, στήθηκε το άγαλμα ενός άρματος, που το έσερναν άλογα. Μέσα στο άρμα υπήρχαν ίσως τα αγάλματα του βασιλιά και της βασίλισσας.
Το Μαυσωλείο παρέμεινε ανέπαφο για αρκετούς αιώνες. Άντεξε στις συγκρούσεις των Ρωμαίων με τον Μιθριδάτη κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. και στις επιδρομές των Αράβων και πειρατών κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ., όχι όμως και στους μετέπειτα σεισμούς, με αποτέλεσμα το 1200 μ.Χ. να καταρρεύσει. Το 1402 μ.Χ. οι ιππότες του Αγίου Ιωάννου (Ιωαννίτες), οι οποίοι μετά τη Ρόδο κυρίευσαν και την Αλικαρνασσό, χρησιμοποίησαν τους λίθους της πυραμιδοειδούς οροφής στην κατασκευή οχυρωματικών έργων. Επίσης άρπαξαν αρκετά από τα καλλιτεχνήματα που στόλιζαν άλλοτε το Μαυσωλείο και διασώζονταν σε καλή κατάσταση.
Το μοναδικό στοιχείο που παρέμεινε να θυμίζει το μνημείο ήταν η βάση του οικοδομήματος. Και αυτή, όμως, καταστράφηκε από τους Ιωαννίτες το 1522 μ.Χ., όταν χρησιμοποίησαν το μάρμαρό της στην ενδυνάμωση των ρωγμών του φρουρείου του αρχηγού του τάγματος των Ιωαννιτών, για να αμυνθούν στους Τούρκους του Σουλεϊμάν. Ακόμη και σήμερα μπορεί κανείς να παρατηρήσει το αστραφτερό μάρμαρο μεταξύ των τειχών του φρουρίου. Ο ίδιος ο διοικητής των Ιπποτών μάλιστα αναφέρει, ότι μετά την αποκάλυψη της σαρκοφάγου του Μαυσώλου ακολούθησε λεηλασία των πολύτιμων αντικειμένων που υπήρχαν μέσα.
Τελικά, οι Τούρκοι κατέλαβαν την Αλικαρνασσό και την κατέστρεψαν ολοσχερώς. Έσβησε έτσι και το τελευταίο ίχνος του Μαυσωλείου και της Αλικαρνασσού, η οποία από τότε (1522) ονομάζεται Μπουντρούμ που ταιριάζει απόλυτα με τις απαίσιες φυλακές που υπάρχουν εκεί…
Ωστόσο, τα καλλιτεχνήματα που αρπάχτηκαν στο όνομα της σταυροφορίας και τα οποία διοχετεύτηκαν προς την Δύση πριν από την εισβολή των Τούρκων, παρέμειναν ως ανάμνηση ενός λαμπρού έργου και δέλεαρ για την ανεύρεση παρόμοιων δημιουργιών.
Το μοναδικό στοιχείο που παρέμεινε να θυμίζει το μνημείο ήταν η βάση του οικοδομήματος. Και αυτή, όμως, καταστράφηκε από τους Ιωαννίτες το 1522 μ.Χ., όταν χρησιμοποίησαν το μάρμαρό της στην ενδυνάμωση των ρωγμών του φρουρείου του αρχηγού του τάγματος των Ιωαννιτών, για να αμυνθούν στους Τούρκους του Σουλεϊμάν. Ακόμη και σήμερα μπορεί κανείς να παρατηρήσει το αστραφτερό μάρμαρο μεταξύ των τειχών του φρουρίου. Ο ίδιος ο διοικητής των Ιπποτών μάλιστα αναφέρει, ότι μετά την αποκάλυψη της σαρκοφάγου του Μαυσώλου ακολούθησε λεηλασία των πολύτιμων αντικειμένων που υπήρχαν μέσα.
Τελικά, οι Τούρκοι κατέλαβαν την Αλικαρνασσό και την κατέστρεψαν ολοσχερώς. Έσβησε έτσι και το τελευταίο ίχνος του Μαυσωλείου και της Αλικαρνασσού, η οποία από τότε (1522) ονομάζεται Μπουντρούμ που ταιριάζει απόλυτα με τις απαίσιες φυλακές που υπάρχουν εκεί…
Ωστόσο, τα καλλιτεχνήματα που αρπάχτηκαν στο όνομα της σταυροφορίας και τα οποία διοχετεύτηκαν προς την Δύση πριν από την εισβολή των Τούρκων, παρέμειναν ως ανάμνηση ενός λαμπρού έργου και δέλεαρ για την ανεύρεση παρόμοιων δημιουργιών.
Το 1846 μ.Χ. ο λόρδος Σράτφορντ οφ Ρήκλαϊφ (Κάνινγκ), Βρετανός πρεσβευτής στην Κων/πολη, απέσπασε από το μεσαιωνικό τείχος της Αλικαρνασσού 12 εντοιχισμένες ανάγλυφες πλάκες της ζωφόρου του Μαυσωλείου. Οι πλάκες αυτές παραδόθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο, το οποίο απέστειλε τον Κάρολο Νεύτωνα για να κάμει έρευνες για την ανακάλυψη των όποιων υπολειμμάτων του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού. «Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται».
Ήταν μια εργασία αρκετά δύσκολη, καθώς δεν γνώριζε την ακριβή τοποθεσία, ενώ και το κόστος αγοράς μιας τεράστιας περιοχής για έρευνα ήταν αστρονομικό. Ο Νεύτων μελέτησε τους αρχαίους συγγραφείς, όπως τον Πλίνιο, για να υπολογίσει κατά προσέγγιση το μέγεθος και τη θέση του μνημείου. Κατόπιν αγόρασε ένα αγροτεμάχιο στην πιο πιθανή περιοχή και ξεκίνησε να ερευνά τις γύρω περιοχές μέσω υπογείων στοών, τις οποίες έσκαβε από το δικό του τμήμα γης προς τα γειτονικά αγροτεμάχια. Όταν ανακάλυψε κάποια σκαλοπάτια και μερικά υπολείμματα τοίχων ήταν πλέον σε θέση να προσδιορίσει συγκεκριμένη τοποθεσία. Αφού αγόρασε τα αγροτεμάχια της συγκεκριμένης περιοχής, άρχισε τις ανασκαφές.
Έτσι, το 1857 μ.Χ. ήλθαν στο φως σημαντικά ευρήματα, που κοσμούν σήμερα τις προθήκες του Βρετανικού Μουσείου. Μεταξύ αυτών είναι τα αγάλματα του Μαυσώλου και της Αρτεμισίας, τμήματα του άρματος της οροφής του Μαυσωλείου, καθώς και κομμάτια της ζωφόρου.
Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού αποτέλεσε ένα πρότυπο μεγαλοπρεπών επιτυμβίων μνημείων, δίνοντας την ονομασία του σε όλους τους μετέπειτα μεγαλοπρεπείς τάφους σημαντικών προσωπικοτήτων. Μερικά από τα μαυσωλεία της υστερότερης αρχαιότητας είναι αυτά του Ηφαιστίωνα στην Βαβυλώνα (κατασκευασμένο από τον Μέγα Αλέξανδρο), του Αυγούστου κοντά στον Τίβερη ποταμό, του Αδριανού στη Ρώμη.
Η διαχρονική και διεθνής εμβέλεια του Μαυσωλείου καταδεικνύει την σπουδαιότητα αυτού του μνημείου της Ελληνικής τέχνης και τεχνικής, αυτού του θαύματος του αρχαίου κόσμου.
Αν κάποιος επισκεφθεί σήμερα την Μελβούρνη της Αυστραλίας, θα εκπλαγεί όταν ανακαλύψει εκεί, εντός ενός τοπίου με κυπαρίσσια, την ύπαρξη ενός κτιρίου με γενική μορφή που θυμίζει έντονα το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού. Ένα οικοδόμημα που στήθηκε ως μνημείο τιμής του λαμπρού Ελληνικού Πολιτισμού, υλοποιώντας το παγκόσμιο ενδιαφέρον γι’ αυτόν.
Το κάλεσμα της υστεροφημίας και η φιλοδοξία του Μαυσώλου να γίνει «αθάνατος» αποτέλεσαν τις αιτίες για την δημιουργία ενός έργου, που χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα Επτά Θαύματα της αρχαιότητας. Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού (= τάφος του Μαυσώλου), ένα ταφικό μνημείο τεραστίων διαστάσεων, έμεινε στην ιστορία ως μία μεγαλοπρεπής κατασκευή, επίτευγμα της αρχιτεκτονικής τέχνης αρχαίων Ελλήνων.
Ήταν μια εργασία αρκετά δύσκολη, καθώς δεν γνώριζε την ακριβή τοποθεσία, ενώ και το κόστος αγοράς μιας τεράστιας περιοχής για έρευνα ήταν αστρονομικό. Ο Νεύτων μελέτησε τους αρχαίους συγγραφείς, όπως τον Πλίνιο, για να υπολογίσει κατά προσέγγιση το μέγεθος και τη θέση του μνημείου. Κατόπιν αγόρασε ένα αγροτεμάχιο στην πιο πιθανή περιοχή και ξεκίνησε να ερευνά τις γύρω περιοχές μέσω υπογείων στοών, τις οποίες έσκαβε από το δικό του τμήμα γης προς τα γειτονικά αγροτεμάχια. Όταν ανακάλυψε κάποια σκαλοπάτια και μερικά υπολείμματα τοίχων ήταν πλέον σε θέση να προσδιορίσει συγκεκριμένη τοποθεσία. Αφού αγόρασε τα αγροτεμάχια της συγκεκριμένης περιοχής, άρχισε τις ανασκαφές.
Έτσι, το 1857 μ.Χ. ήλθαν στο φως σημαντικά ευρήματα, που κοσμούν σήμερα τις προθήκες του Βρετανικού Μουσείου. Μεταξύ αυτών είναι τα αγάλματα του Μαυσώλου και της Αρτεμισίας, τμήματα του άρματος της οροφής του Μαυσωλείου, καθώς και κομμάτια της ζωφόρου.
Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού αποτέλεσε ένα πρότυπο μεγαλοπρεπών επιτυμβίων μνημείων, δίνοντας την ονομασία του σε όλους τους μετέπειτα μεγαλοπρεπείς τάφους σημαντικών προσωπικοτήτων. Μερικά από τα μαυσωλεία της υστερότερης αρχαιότητας είναι αυτά του Ηφαιστίωνα στην Βαβυλώνα (κατασκευασμένο από τον Μέγα Αλέξανδρο), του Αυγούστου κοντά στον Τίβερη ποταμό, του Αδριανού στη Ρώμη.
Η διαχρονική και διεθνής εμβέλεια του Μαυσωλείου καταδεικνύει την σπουδαιότητα αυτού του μνημείου της Ελληνικής τέχνης και τεχνικής, αυτού του θαύματος του αρχαίου κόσμου.
Αν κάποιος επισκεφθεί σήμερα την Μελβούρνη της Αυστραλίας, θα εκπλαγεί όταν ανακαλύψει εκεί, εντός ενός τοπίου με κυπαρίσσια, την ύπαρξη ενός κτιρίου με γενική μορφή που θυμίζει έντονα το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού. Ένα οικοδόμημα που στήθηκε ως μνημείο τιμής του λαμπρού Ελληνικού Πολιτισμού, υλοποιώντας το παγκόσμιο ενδιαφέρον γι’ αυτόν.
Το κάλεσμα της υστεροφημίας και η φιλοδοξία του Μαυσώλου να γίνει «αθάνατος» αποτέλεσαν τις αιτίες για την δημιουργία ενός έργου, που χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα Επτά Θαύματα της αρχαιότητας. Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού (= τάφος του Μαυσώλου), ένα ταφικό μνημείο τεραστίων διαστάσεων, έμεινε στην ιστορία ως μία μεγαλοπρεπής κατασκευή, επίτευγμα της αρχιτεκτονικής τέχνης αρχαίων Ελλήνων.
* Για Ελληνικούς υπότιτλους επιλέγετε από τις ρυθμίσεις (κάτω δεξιά στο γρανάζι), subtitles on -και tranlate Greek,
_________________________
* Για την κατασκευή του Μαυσωλείου επιστρατεύτηκαν μερικοί από τους πιο ξακουστούς Έλληνες αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες της εποχής. Οι δύο αρχιτέκτονες που ανέλαβαν το έργο ήταν ο Πυθεύς και ο Σάτυρος. Ο Σκόπας, ο Βρύαξης, ο Λεωχάρης, ο Τιμόθεος και ο Πραξιτέλης ασχολήθηκαν με την φιλοτέχνηση του μνημείου.
Άλλα έργα τους:
Ο Πυθεύς από την Αλικαρνασσό είναι ο κατασκευαστής του ναού της Κυβέλης στις Σάρδεις και σχεδιαστής του ναού της Αθηνάς Πολιάδος στην Πριήνη, καθώς και συγγραφέας του έργου «Σχόλια». Ήταν σύνολο βιβλίων που μαζί με τα συγγράμματα του αρχιτέκτονα Ερμογένους αποτέλεσαν τις πιο έγκυρες πραγματείες για την Ελληνική αρχιτεκτονική, βάσει των οποίων στηρίχτηκε ο Βιτρούβιος για την περιγραφή του.
Ο Σάτυρος ο Πάριος κατασκεύασε τον ναό της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα (Αρκαδία).
Ο Σάτυρος ο Πάριος κατασκεύασε τον ναό της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα (Αρκαδία).
Ο Σκόπας έχει να επιδείξει πλήθος δημιουργιών σε κάθε πόλη που εργάστηκε. Είναι τεράστιος ο κατάλογος των καλλιτεχνών – δημιουργών της εποχής αυτής.
Ο Ερμογένης θεωρείται ο σημαντικότερος αρχιτέκτονας της εποχής του με πληθώρα ανανεωτικών εμφανίσεων. Δημιούργησε κώδικες για την αρμονία των όγκων και των επιπέδων και χάρισε άνεση στους ναούς είτε αφαιρώντας την εσωτερική κιονοστοιχία, είτε διαμορφώνοντας αισθητική ευρυχωρία με εκμετάλλευση του φωτός και της σκιάς. Επινόησε επίσης τον «ψευδοδίπτερον» ναόν, ο οποίος εμφανίζονταν να διαθέτει δύο σειρές κιόνων, έχοντας όμως μία. Ο Ερμογένης κατέταξε τους ναούς σε έξι κατηγορίες βάσει ενός ειδικού κανόνα που δημιούργησε.
Ο Ερμογένης θεωρείται ο σημαντικότερος αρχιτέκτονας της εποχής του με πληθώρα ανανεωτικών εμφανίσεων. Δημιούργησε κώδικες για την αρμονία των όγκων και των επιπέδων και χάρισε άνεση στους ναούς είτε αφαιρώντας την εσωτερική κιονοστοιχία, είτε διαμορφώνοντας αισθητική ευρυχωρία με εκμετάλλευση του φωτός και της σκιάς. Επινόησε επίσης τον «ψευδοδίπτερον» ναόν, ο οποίος εμφανίζονταν να διαθέτει δύο σειρές κιόνων, έχοντας όμως μία. Ο Ερμογένης κατέταξε τους ναούς σε έξι κατηγορίες βάσει ενός ειδικού κανόνα που δημιούργησε.
Scholeio.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου